Είναι από τις λίγες φορές που δεν ξέρω από πού να αρχίσω. Είπα να ασχοληθώ αργότερα με το θέμα, πρώτον για να μη γράψω εν θερμώ, δεύτερον γιατί υποθέτω ότι (δικαιολογημένα) όσοι διαβάσουν αυτό το ποστ θα με ψέξουν ότι κάπως καθυστερημένα ανακάλυψα κι εγώ το μπικ. Αλλά δεν μπορώ.
Ας αρχίσω με 'αγανάχτηση'. Πάντα πιάνει στον τόπο μας η αγανάχτηση.
Αισθάνομαι λοιπόν αγανάχτηση σαν Έλληνας και σινεφίλ που έπρεπε να φτάσω 35 χρονών για να δω ίσως την καλύτερη ελληνική ταινία που έχει γίνει ποτέ. Διευκρινίζω: η συγκλονιστική αποκάλυψη της ηλικίας μου (η οποία, είμαι βέβαιος, προκαλεί ρίγη και λιποθυμικά επεισόδια), μπορεί να είναι πραγματική μπορεί και να μην είναι. Άλλωστε ποιος είμαι εγώ; Ένας ψευδώνυμος χαβαλές χωρίς το θάρρος που συνοδεύει την παρρησία.
Έπρεπε λοιπόν να φτάσω στην ηλικία αυτή για να δω τα Κόκκινα Φανάρια. Η ταινία είναι συγκλονιστική. Γιατί κανείς δε μου το είχε πει; Γιατί στον κανόνα του ελληνικού σινεμά έχουμε άλλα κι άλλα; (ευτυχώς έχουμε τη Στέλλα)
Τα Κόκκινα Φανάρια λοιπόν.
Πρώτα-πρώτα, η ταινία είναι πανάκριβη και της φαίνεται: σωστά σκηνικά, άψογη (για ελληνική ταινία) ηχοληψία, κινηματογραφία και φωτογραφία προσεγμένες, απίστευτη προσοχή στη λεπτομέρεια (ακόμα και στις σκηνές κομπάρσων), αμερικανοί χαρακτήρες που μιλάν αμερικάνικα και γερμανοί που μιλάνε γερμανικά, σε μια κινηματογραφική βιομηχανία όπου ο Μούτσιος, ο Κομνηνός, ο Φυσσούν, ο Κατρανίδης και ο Ντίνος Καρύδης ήταν οι ξένοι για όλες τις δουλειές.
Δεύτερον, περιέχει συσσώρευση υποκριτικού ταλέντου σε βαθμό ασφυξίας. Δηλαδή εκεί μέσα ο Φούντας και ο Κατράκης είναι οι πιο αδύναμοι στο παίξιμο (για να καταλάβετε). Δεν ήξερα τίποτα για την ταινία, και καθώς εμφανίζονταν οι ηθοποιοί με πιάνανε ρίγη που μεταφράζονταν σε νευρικά γέλια. Μέχρι και ο Παπαμιχαήλ και η Ανουσάκη δίνουνε ρεσιτάλ. Επίσης, ο σκηνοθέτης, ο Βασίλης Γεωργιάδης, καταφέρνει να βάλει όλους αυτούς τους ηθοποιούς να παίξουνε μαζί κι όχι παράλληλα.
Τρίτον, η κάμερα έχει διδαχθεί πολλά από το καδράρισμα και από την κίνηση και στον Πολίτη Κέιν (λόγου χάρη) αλλά και στο νουβέλ βαγκ. Η ταινία λειτουργεί κινηματογραφικά. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που πήγε καλά εκτός Ελλάδος: κλείστε τον ήχο στον πολύχρυσο Ελ Γκρέκο και τι βλέπετε; Ωραία κάδρα. Κλείστε τον ήχο στα Κόκκινα Φανάρια και τι βλέπετε; Την ανθρώπινη κατάσταση.
Τέταρτον, η ταινία είναι οργανωμένη χωροταξικά: δεν αποτελεί απλώς μια ιστορία που ξετυλίγεται κάπου, παρά αρθρώνεται πάνω σε και γύρω από χώρους: σκάλες -- ιδίως τη σκάλα του Μπαρ Φρύνη, το πάτωμα, το ταξί, τον δρόμο, το λούνα παρκ. Ποιος ανεβαίνει τη σκάλα, πώς την ανεβαίνει (ή την κατεβαίνει), ποιος κρύβεται πίσω από το μπαρ: εκεί βρίσκονται οι σπόνδυλοι του έργου.
Πέμπτον, οι διάλογοι. Εντάξει, είναι βασισμένο σε θεατρικό. Εντάξει, υπάρχει ο ποιητισμός της εποχής (για να το παίξω πετεφρής, ένας θεός ξέρει τι θα προσάπτουνε στο ύφος μας το 2048). Αλλά, φίλοι μου, οι διάλογοι συνέχονται από αληθοφάνεια και ρεαλιστική φυσικότητα (το πιο περίτεχνο και στριφνό τέχνασμα). Ειδικά για ελληνικό κινηματογράφο, ο οποίος παράγει κατά συρροήν ταινίες όπου οι στημένοι, ψευδοποιητίζοντες, πομπώδεις ή μπαγιάτικα ψευτομοντέρνοι διάλογοι σε κάνουν να θες να σηκωθείς όρθιος και να φασκελώνεις αλύπητα. Αλύπητα όμως.
Έκτον, η ταινία έχει χαρακτήρες. Όχι τύπους. Όχι καρικατούρες. Με στοίχειωσε η Ηρώ Κυριακάκη, η υπηρέτρια (ακόμα ανατριχιάζω -- δεν μπορώ καν να γράψω γι' αυτήν), με κατέπληξε στο τέλος ο χαρακτήρας του Φούντα, του νταβά. Όσο για τη Μαντάμ Παρί της Διαμαντίδου, ε, είπαμε, δεν είχα δει την ταινία: δε ζω και πίσω από τον ήλιο.
Έβδομον: περιεχόμενο. Η ταινία, που βγήκε το 1963, αντιμετωπίζει την πορνεία και τις πόρνες με τρόπο που δε βγάζει τον πατερναλισμό, τον οίκτο ή τη μυθοποίηση προς τα οποία τείνουνε συνήθως τα έργα που καταπιάνονται με αυτή τη θεματολογία. Έχοντας δει εκατοντάδες ελληνικές ταινίες, περίμενα στη γωνία το κήρυγμα, την τσιρίδα, τον φτηνό διδακτισμό. Πουθενά. Μπορεί και να μην πρόσεξα. Αν κάνουμε ένα άλμα στον 21ο αιώνα, βρίσκουμε λ.χ. το παιδαριώδες Hardcore (δυο μικρές βγαίνουνε στο κλαρί, η μία γίνεται σταρ γιατί είναι ξέκωλο, η άλλη τζάνκι κι ερείπιο της ζωής). Τα Κόκκινα Φανάρια, βεβαίως, έχουν την πολιτική τους (πατριαρχία, καταπίεση της γυναίκας, υποκρισία κτλ.) και διαθέτουν ξεκάθαρο ιστορικό πλαίσιο: δεν είναι απολίτικο μελό (αν είναι μελό) ούτε ανιστορικό λαβ στόρυ. Επίσης, για να δούμε πόσο πίσω έχουμε πάει. Σε μια ταινία του 1963 που έκοψε 500.000 εισιτήρια έχουμε (με ορολογία της εποχής):
α. αράπη αμερικάνο να ερωτοτροπεί με ελληνοπούλα (κατάλευκη, σαφώς). Κανένας από τους δύο δε μαθαίνουμε να κόλλησε σκουλαμέντο ή να τον τριχοτόμησε αλυσοπρίονο.
β. σκηνή όπου η Μαντάμ Παρί είναι στο τσακ να κάνει το πλακομούνι με την καινούργια, αλλά τους διακόπτει ο σωματέμπορας Φούντας. Βλέπουμε γυμνή τη μικρή Ανουσάκη και μετά ο νταβάς κλειδώνει την πόρτα και σβήνει το φως. Επειδή δεν ξέρω πώς λεγόταν το τρίο το 1963, να πω ότι αντιλαμβάνεστε την τόλμη και τη δύναμη μιας τέτοιας σκηνής τότε (ή τώρα). Για να συγκρίνουμε τη σκηνή με άλλη σκηνή στρωσίματος καινούργιας στο ελληνικό σινεμά, στο Hardcore βλέπουμε τον χοντρομαστρωπό να αλείφει έναν μαύρο όλισβο (το ντίλντο, ντε) με βαζελίνη. Τι να σου πω, ανατριχιάσαμε.
γ. ιερόδουλες να ξεκατινιάζονται (πώς θα το έλεγαν αυτό τότε;) και να βρίζονται με τσιρίδες μεταξύ τους, κάτι που οπωσδήποτε προκαλούσε τις ευαισθησίες των νοικοκυραίων (της εποχής εκείνης).
δ. οι πελάτες είναι σεξιστικά γουρούνια (λ.χ. παντρεμένοι που τους βρωμάει η κυρά τους 'κουζινίλα') ή λιάρδα ναυτόπουλα -- όταν δεν είναι νταβατζήδες οι ίδιοι -- αλλά ποτέ καρικατούρες. Έτσι, έχουμε κι έναν Γεωργίτση παθιασμένο αλλά αφελή και δειλό. Έχουμε και τον κλασικό μοναχικό πελάτη (καπετάνιο Κατράκη) που ψάχνει αυτό που πια λέμε girlfriend experience ή gfe.
Σε πιο υποκειμενικό επίπεδο, η ταινία με κατέσφαξε γιατί διαθέτει έναν τρόπο ευαισθησίας και λυρισμού που απηχεί μέσα μου, αντηχεί και με συντονίζει. Στο πρώτο τραγούδι της Καρέζη, το ρουμάνικο της βροχής, έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Στο δεύτερο (με την κιθάρα), έλιωσα. Κανονικά.
Τέλος, η ταινία επεξεργάζεται την πρόκληση, τη σαγήνη, τον ερεθισμό και την επιθυμία όπως την καταλαβαίνω και όπως τη νιώθω εγώ. Έχει, συν τις άλλοις, τα φετίχ μου. Προς τις κυρίες που ενδεχομένως θα προσπαθήσουν: σημειώστε το φόρεμα με το σκίσιμο στο πλάι (και τις κάλτσες) της Καρέζη καθώς κατεβαίνει τη σκάλα, πριν τη δει ο Παπαμιχαήλ. Δηλαδή θα ήμουν οπωσδήποτε πελάτης του εν λόγω μαγαζιού φάτσα στο White Horse. Ιδίως άμα έπαιζε πότε-πότε κι ο Ζαμπέτας.
(Ερώτηση: γιατί έκτοτε τον ελληνικό κινηματογράφο τον έχει πάρει ο διάολος; Φταίει ο ηθικισμός και ο πουριτανισμός που έφεραν η χούντα και η Αριστερά του ταγαριού; Δεν ξέρω. Δε θα το συζητήσω. Απλώς απελπίζομαι που η επόμενη ταινία που λέει κάτι πραγματικά δύσκολο και δυσάρεστο είναι το Από την Άκρη της Πόλης του Γιάνναρη αν και, συγκριτικά με τα Κόκκινα Φανάρια, πάρα πολύ δειλά. Ας μην το συζητήσουμε όμως αυτό...)
What a Hymn Shraosha μου!;-)
ΑπάντησηΔιαγραφή[και που να εβλεπες το πρωτοτυπο θεατρικο του Αλεκου Γαλανου,του θεατρικου συγγραφεα και σεναριογραφου στα Κινηματογραφικα Φαναρια, σε σκηνοθεσια Αλεξη Δαμιανου.Την Δαμιανικη "ματια" τη γνωριζεις.Συνδυασε την με το εργο και αναλογισου.Εγω φυσικα δε το εχω δει, αγεννητος γαρ το μειρακιο, αλλα εχω μιλησει με ανθρωπους που το ειδαν.Και ειχε υπαρξει και το θεατρικο τεραστια επιτυχια.Ηταν αυτο το ευλογημενο προδικτατορικο momentum, που ειχε συντονισει μοναδικα τους καλλιτεχνες και το κοινο,πριν ερθει η γαμημενη Εεεπ-αναστασις και μας αλλαξει τον αδοξαστο στο συλλογικο φαντασιακο:-(]
Ο Βασιλης Γεωργιαδης εντωμεταξυ υπηρξε απο τους ελαχιστους σκηνο-θετες με την "αμερικανικη" και τοσο παρεξηγημενη essence απο τους μετεπειτα παραγιους του Γκονταρ που τοσο μας ταλανισαν.Ικανοτατος τεχνιτης αλλα και οραματικος οσο χρειαζοταν ,πισω απο τη καμερα,χωρις να "καπελωνει" τις ταινιες του. Οι οποιες ειχαν σχεδον ολες στερεα σεναρια(ακομα και τον μεγαλοστομο Φωσκολο στο Χωμα βαφτηκε κοκκινο τον μανουβραρε και τον προσαρμοσε μια χαρα,χαριζοντας στην φιλμογραφια μας το πρωτο της και μοναδικο "γουεστερν.Ακομα και οταν επασχαν σεναριακα,με το καταλληλο
καστινγκ μας αποσπουσε τη προσοχη(Το Εκεινο το Καλοκαιρι και οι Ναθαναηλειες σαγηνευτικες αντανακλασεις της Ελενας, χαρακτηριστικο παραδειγμα).
Μου πατησες αγαπημενο καλο, οπως καταλαβες εντωμεταξυ(και δεν ειμαι και φαν του Π.Ε.Κ., μη φανταστεις:-)
ggl: "με την "αμερικανική" και τόσο παρεξηγημένη essence από τους μετέπειτα παραγιούς του Γκοντάρ".
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπλοποιώντας, σημειώνω ότι στο ξεκίνημα, η παρέα του Γκοντάρ έγραψε θαυμάσια κείμενα υπεράσπισης του Αμερικάνικου κινηματογράφου (δηλ. ορισμένων Αμερικανών σκηνοθετών, ιδιαίτερα "φτηνών" ταινιών), που δεχόταν τότε επιθέσεις για τα γνωστά από τους γνωστούς: υποκουλτούρα, αφέλεια, φτήνια κτλ κτλ. Μετά επισκέφτηκε ο ιμπεριαλισμός τις αναλύσεις τους και τα έκανε λαμπόγυαλο... Και, με τη βοήθεια της χούντας, εγέννησεν ακούσια (η Γκοντάρ και η παρέα του) και κάπως καθυστερημένα, ΠΕΚ και ΝΕΚ (Παλιός και Νέος ελληνικός κινηματογράφος) και τους "αφελείς" παραγιούς της και τους απεχθείς (για τα γούστα μου) αντιπάλους τους (αν και τόσο οι παραγιοί όσο και οι αντίπαλοί τους, μου φαίνονται μια πολύ σύνθετη υπόθεση, όπως όλες οι υποθέσεις άλλωστε). Οι νεώτερες γενιές ξεκίνησαν νομίζω μια καινούργια σύνθεση "παρελθόντος" και "παρόντος". Το κείμενο του Σραόσα είναι, κατά τη γνώμη μου, μέρος της...
Εύγε και στους τρεις προλαλήσαντες. Εγώ θα μείνω σε μια λεπτομέρεια, στην αίσθηση του χώρου που λέει ο Sraosha, την σκηνο-θεσία που λέει ο ggl. Συμφωνώ απολύτως. Την αποτελεσματικότητα στην αφήγηση του χώρου που όλοι έχουμε δει σε κάποια δείγματα του ΠΕΚ (ακόμη και σε μέτριες / κακές ταινίες· θυμάμαι την εντύπωση που μου είχε κάνει η σαφήνεια της οπτικής αίσθησης της φυλακής στη Στεφανία του Δαλιανίδη) εγώ δεν την έχω δει στον ελληνικό "κινηματογράφο του δημιουργού", whatever that means. Οι εξαιρέσεις οφείλονται ακριβώς στους ανθρώπους που είχαν εμπειρία του ΠΕΚ (ας πούμε ο Δαμιανός και ο Τσιώλης). Κατά τα άλλα, έχουμε διανοητική ή καλλιεπή χρήση του χώρου. Το οπτικό αποτέλεσμα μπορεί να είναι εξαίρετο, αλλά είναι (και δείχνει) φορεμένο από τα πάνω, δεν προκύπτει αβίαστα από τον ίδιο τον χώρο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο ίδιο αποτέλεσμα και σε μια φαινομενικά ακόμη πιο ασήμαντη λεπτομέρεια. Πόσες σαφείς και αποτελεσματικές σκηνές σωματικού καβγά θυμάται κανείς στον ΝΕΚ; Θυμάμαι μια σκηνή σε μια συμπαθή ταινία (ξεχνάω τίτλο και συντελεστές), κομβικής υποτίθεται σημασίας στο στόρυ, που έχανε όλο της το βάρος γιατί έλειπε η στοιχειώδης μαστοριά της κινηματογράφησης ενός πυροβολισμού. Θυμάμαι επίσης ένα σήριαλ πριν μερικά χρόνια, στο οποίο οι παραγωγοί είχαν πληρώσει έναν σκασμό λεφτά για να φέρουν συντονιστή για στάντμαν από την Αγγλία, αλλά το αποτέλεσμα ήταν παντελώς αδιάφορο, ακριβώς γιατί κανείς δεν ήξερε να πλανάρει τις σωματικές αυτές σκηνές. Όποιος έχει δει το εξοντωτικό (και για τον ίδιο...) πάθος του Δαμιανού στο στήσιμο σκηνών με σώματα που συγκρούονται (με όλες τις δυνατές έννοιες), καθώς και την αιχμηρότητα του τελικού φιλμικού αποτελέσματος στις σκηνές αυτές καταλαβαίνει τι εννοώ. Σκοπίμως διαλέγω ένα παράδειγμα από "καλλιτεχνική" ταινία (whatever that means) γιατί ασφαλώς το πρόβλημα που περιγράφω δεν σχετίζεται με το δίπολο εμπορικό / καλλιτεχνικό (ξανά - μανά whatever that means).
Δεν ξέρω τι φταίει. Φαντάζομαι το πέρασμα από την οργανωμένη βιοτεχνία, με τα καλά της και τα κακά της, στην εμπνευσμένη (άλλοτε εκτός, άλλοτε εντός εισαγωγικών) χειροτεχνία, με τα καλά της και τα κακά της.
Μα καλά, εσείς τώρα ανακαλύπτετε τα Κόκκινα Φανάρια;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕδώ πέρασε τόσος καιρός που νομιμοποιήθηκαν, κρατικοποιήθηκαν και τώρα πάνε για ξεπούλημα...τόσο μικρός είστε στην ηλικία πια;
Χεχε, συμφωνω kuk μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγω στο μυαλο μου ειχα το ελληνικο παραρτημα των παραγιων.Και δε ειχε μονο ο Γκονταρ.Ο monsieur Αγγελοπουλος υπηρξε περα απο ταλαντουχος σκηνοθετης και επιτηδειος εκτροφεας παραγιων μεταπολιτευτικα.Αδυναμιες τους ανδρος(που μας ταλανισαν)αλλα ας ειναι..
[και ας μην ξεχναμε πως στην καρδια του Π.Ε.Κ. ανθισε και το φιλμικο παραδοξο του μεγα Τακη Κανελλοπουλου(Ουρανος, Παρενθεση,Εκδρομη)ο οποιος υπηρξε μοναχικος οδοιπορος και για τις 2 "οχθες"]
Ίσως αξίζει να θυμίσω και το "Συνοικία το Όνειρο", τη μόνη ταινία που σκηνοθέτησε ο Αλ.Αλεξανδράκης (1961). Την θυμήθηκα πρόσφατα, όταν κάποιος φίλος ξεκίνησε ένα φωτογραφικό/ερευνητικό σαφάρι για τα απομεινάρια της συνοικίας Ασύρματος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣΕΝΑΡΙΟ: Τάσος Λειβαδίτης - Κώστας Κοτζιάς.
ΜΟΥΣΙΚΗ: Μίκης Θεοδωράκης.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Δήμος Σακελλαρίου.
ΠΑΙΖΟΥΝ: Αλέκος Αλεξανδράκης,
Αλίκη Γεωργούλη, Αλέκα Παΐζη, Μάνος Κατράκης, Σαπφώ Νοταρά, Βασίλης Ανδρονίδης, Θανάσης Μυλωνάς.
εύγε για την αναφορά Κανελλόπουλου,
ΑπάντησηΔιαγραφήτο σκέφτηκα και γω, εν μέσω της ανάλυσης των σχολίων!
Συγκινήθηκα με τον ενθουσιασμό σας.Ως εικός, αναρωτήθηκα γιατί λοιπόν τα "κόκκινα φανάρια" πέρασαν και δεν άγγιξαν το "νέο ρεύμα" της εποχής.Για την τεχνική αρτιότητα, έχετε δίκιο.Θυμίζω ότι τρία χρόνια αργότερα, σε ταινία του Μανθούλη, ο Τέλης Ζώτος "σκέφτεται" με κόμικ συννεφάκι χαραγμένο πάνω στο αρνητικό("είσθε κατσίκα", άν θυμάμαι καλά).Έχω την εντύπωση ότι ήταν μιά καλή ταινία,που δεν πλασαρίστηκε ποτέ ως "πρωτοπορεία"(με τα ολιγοστά σας 35 χρόνια, είναι αδύνατον να καταλάβετε τι ηρωίνη ήταν η "πρωτοπορεία" το 1963)Το 1963 ήταν συγκρίσιμη με μεγέθη στα οποία είχαν ήδη υποταχτεί οι νέοι: το Taste of honey του Ρίτσαρνσον και βέβαια τον Σλέσινγκερ που καθιερώθηκε με τον Μπίλι τον Ψεύτη και το Darling. Είναι και κάτι άλλο: το θέμα. Ηταν σιγουράντζα.Μετά την Στέλλα και το Ποτέ την Κυριακή, που προηγήθηκαν, τα Κόκκινα φανάρια έμοιαζαν επιτομή της σχετικής φιλμογραφίας, σε λάγαρη πεπατημένη.
ΑπάντησηΔιαγραφή"..έπρεπε να φτάσω 35 χρονών για να δω ίσως την καλύτερη ελληνική ταινία που έχει γίνει ποτέ.."
ΑπάντησηΔιαγραφή1)ουφ, μας απασχολούσε για καιρό μια 35χρονη, απο εδώ και στο εξής θα μιλάμε για τΟν 35χρονο S. Ποιος αληθεια ειναι αυτός, τι γυρεύει στη ζωή μας, τι θέλει από μας?....
2)καλυτέρη ταινια ever? χμμ,για το Sra. μπορεί.. Εντάξει, η κριτική δεν ειναι και το πιο αντικειμενικό πράγμα.. Το "ίσως" σώζει την κατάσταση. Μου τη σπάνε βασικά αυτές οι λίστες που βγαίνουν κατα καιρούς απο χαζο-επιτροπές ή περιοδίκα με τις 10,ή 100, ή 1000 καλύτερες ταινίες που εγιναν ποτέ. Όλοι έχουμε μια λίστα με τις αγαπημένες μας, αν ειναι κ οι καλύτερες ever σηκώνει λίγη ή πολύ κουβέντα.
3)Η ανάλυση του Sra για την ταινία μου 'φερε στο μυαλό το "Λεωφορείον, ο Πόθος" που είχα δει πρόσφατα. Αρκετές ομοιότητες βρήκα.. θεατρικά έργα μεταφερμένα στο κινηματογράφο από "αμερικανούς" σκηνοθέτες, πολύ καλές ερμηνείες, εξαίρετοι φιλμικοί χώροι κτλ..
4) Κάνοντας αυτή την ενδιαφέρουσα συζητησούλα για τον Π.Ε.Κ. κ' το Ν.Ε.Κ., πιστεύετε ότι είναι τυχαίο που οι καλύτερες ταινίες των Αγγελόπουλου, Κούνδουρου, Βούλγαρη ήταν οι Πρώτες τους (Αναπαράσταση, Δράκος, Το προξενιό της Άννας + οι μικρού μήκους, αντίστοιχα);
5)Όσον αφορά τον "ηθικό κ' τον πουριτανισμό".. Μεταχουντικά, βγήκαν ταίνιες που δεν είχαν αυτές τις ασθένειες αλλά έπασχαν από χίλιες-δυο άλλες. Πολύ σύνθετο πράγμα ο Κινηματογράφος, γαμώτο.
Αχ,λιγο ιντερνετι να ειχε η γενια σας Πετεφρη μου,θα ειχαμε γλυτωσει απο πολλες ασκησεις επι χαρτου απο τη στερεα αριστερα(με την καλοκακη εννοια;)και τον αντιερωτικο πατερναλισμο της, που ακομα κουτσοεπιζει κατσαριδικα εως και τωρα(ολιγον αποκαμωμενα και ξεπνοα ειναι η αληθεια,αλλα δε τα παραταει η ατιμη;)
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Σλεσινγκερ λογιζοταν τοτε ως πρωτοπορεια εντωμεταξυ, απο τα πρωτοπω-πω-ρα νεουδια?
Γιατι στο Χολυ-wood ηταν και ειναι καταγεγραμμενος ως ενας ικανοτατος και ταλαντουχος σκηνοθετης τυπου Βασιλη Γεωργιαδη(δεν μεγαλοπιαστηκε ποτε του ο μακαριτης σαν τον Scorsece και εγω αυτο του το καταλογιζω στα πολυ θετικα:)
Αχ,αχ, τι να σας κανω που δεν ειχα γεννηθει τοτε να σας μαζεψω ολους μαζι και να σας υπο-βαλω σε εντατικες JohnWaterειες ρετροσπεκτιβες(να σπασει λιγο αυτος ο ρημαδης ο αγκυλωμενος και σοβαροφανης εσωτερικος καρπος αρκετων απο την τοτε ομηγυρη;-)
Λοιπόν, πρέπει να σχολιάσω αντάξια στις περιστάσεις.
ΑπάντησηΔιαγραφή@greek-GAYLOLITA: Έψαξα να βρω άλλα κείμενα (θεατρικά ή πεζά) του Αλέξη Γαλανού, δε βρήκα πολλά πράγματα. Επίσης, νομίζω ότι ο χαρακτηρισμός "ικανοτατος τεχνιτης αλλα και οραματικος οσο χρειαζοταν" για τον Γεωργιάδη είναι πραγματικά εύστοχος. Ο λεγόμενος Παλιός Ελληνικός Κινηματογράφος δε με πολυσυγκινεί ούτε εμένα, έως καθόλου: ξεχωρίζω μόνο μια χούφτα ταινίες Στέλλα, Αλίμονο στους νέους, Κάλπικη λίρα, Κόκκινα φανάρια (πλέον), Κυριακάτικο Ξύπνημα (ίσως).
@kukuzelis: αμήν
@π2:
Κατά τα άλλα, έχουμε διανοητική ή καλλιεπή χρήση του χώρου. Το οπτικό αποτέλεσμα μπορεί να είναι εξαίρετο, αλλά είναι (και δείχνει) φορεμένο από τα πάνω, δεν προκύπτει αβίαστα από τον ίδιο τον χώρο.
Ω ναι, πόσο πιο ακριβοδίκαια το θέτετε!
@ανώνυμο των 12:43: Διαβάστε ολόκληρο το opus μου και οι ερωτήσεις σας θα απαντηθούν.
@greek-GAYLOLITA: Ο Αγγελόπουλος... Το πανάθλιο Βλέμμα του Οδυσσέα το είδα το '95 στη Γαλλία μαζί με φίλους από την υπό διάλυση τότε Γιουγκοσλαβία, προσβλήθηκαν βαθύτατα. Η σειρά μου να προσβληθώ ήρθε με το ασυνάρτητο χάλι του Λιβαδιού που Δακρύζει: με τη σεφερλίδικης εμπνεύσεως απαγγελία του Εις τον Ιερόν Λόχον ("ας μη βρέξει ποτέ το σύννεφον") σε μια πλημμυρισμένη υπαίθρια τάξη και τις αστειότητες με τα αδέρφια που σφάζονται εμφυλιοπολεμώντας θεατρικά το ένα το άλλο.
@aerosol: Ομολογώ ότι η Συνοικία το Όνειρο μού φάνηκε μελό, αρχετυπικό μελόδραμα σχεδόν.
@πετεφρή: Τα Κόκκινα Φανάρια έχασαν το Όσκαρ Ξένης Ταινίας από το 'Οχτώμιση' του Φελλίνι. Άξιο και δίκαιο (αλλά κακοτυχία). Και στις Κάννες ήταν υποψήφια.
Για τη θεματική της ταινίας: αντίθετα με το Ποτέ την Κυριακή (ελληνικότητα, χαρούμενη πόρνη, λεβέντες πελάτες, ήλιος, θάλασσα και δεν ξέρω τι), ο κόσμος των Κόκκινων Φαναριών είναι εξπρεσσιονιστικός σε πολλά σημεία και απροσδόκητα νατουραλιστικός, ακόμα και για έναν νέωπα του 2008. Πάρτε το DVD (επανεκδόθηκε πρόπερσι) και παρατηρήστε προσεκτικά τις σκηνές δρόμου ή τα πεινασμένα μουγκριστά φιλιά (σε αντίθεση με τον τριαραλαρίμ ασπρόρουχο 'ερωτισμό' του Ποτέ την Κυριακή). Δεν είναι τυχαίο που στο τελευταίο πάρτυ στο Μπαρ Φρύνη η Χρονοπούλου δείχνει μια ταμπέλα σε έναν αμερικάνο που λέει 'Open even on Sunday'. Μπάχαχα.
@tristan:
1) θα μιλάμε για τΟν 35χρονο S.
Ωπ. Με πιάσατε. Παραδίνομαι (που λέγαμε κι όταν παίζαμε καουμπόηδες).
2) καλυτέρη ταινια ever? χμμ,για το Sra. μπορεί..
Ε, ναι. Εκπροσωπώ μόνο τον εαυτό μου και (κομματάκι) τον Αχούρα Μάζντα. Όχι ανώτερες δυνάμεις όπως το ΕΚΚ, η ΕΡΤ ή ο ΔΟΛ.
3-5) Ναι.
Ίσως η Στέλλα να είναι καλύτερη εφάμιλλη, εάν πρέπει να ασχολούμαστε με πρωτιές.
το Κυριακάτικο Ξύπνημα μήπως να το κάνατε τράμπα με το Κορίτσι με τα Μαύρα, αλλά πάλι γούστα ειν' αυτά...
ΑπάντησηΔιαγραφήκαταπληκτική η οπτική σας πάνω στην ταινία, συμφωνώ απόλυτα, ιδίως για το ρόλο της Ηρούς Κυριακάκη
αλλά και Ν. Περγιάλη, ως πιο εύθραυστους.
Μπάι δε γουέι, το 'σπίτι' της Μελίνας στο Ποτέ την Κυριακή δεν έχει δούλα, n'est-ce pas?
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ήταν ο Σλέσινγκερ, μήτε ο Λόουζι μήτε κανένας τότε "πρωτοπορεία", όπως τουλάχιστον την εννοούμε σήμερα. Ηταν το mainstream στο οποίο επιθυμούσαν αρκετοί νέοι να κυκλοφορούν. Επειδή απέξω, υπήρχε μόνον Ελβις και Στελλάρας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΧμ, Waters. Προς ενημέρωσή σας, από το 1960 ώς το 1968,δηλαδή από τα 12 ώς τα 20, συνάντησα δεκάδες αγελαδινά σοβαροφανείς στην δημόσια έκθεσή τους, που ήταν μιά χαρά σουρλουλούδες και φευγάτοι πίσω από τις κουρτίνες.
Και υπήρχε κάτι δραστικότερο από τα ιντερνέτια. Λεγόταν χαφιεδισμός, έλεγχος και καταπίεση. Έβγαινες έξω το πρωί και ΗΞΕΡΕΣ πως ήξεραν τι σκεφτόσουνα...
Χεχε, εδω συναντω κι εγω ακομα και σημερα τετοιους Πανο μου;-)
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε παρανοησες εντωμεταξυ λιγακι:-)
Το κακο ειναι πως αυτη η αγελαδινη εξωτερικη σοβαροφανεια(οπως πολυ ευστοχα την οριοθετησες)εχει ποτισει για τα καλα καθε εσωτερικο κυταρρο.Σου μιλανε οι εξωτερικως Ψινακιζουσες σουρλουλουδες του καθε χωρου-πισω απο τις κουρτινες-για το εργο τους και πιστευουν πως ειναι το απαυγασμα, χωρις καν ιχνος τσαρουχικου αυτοσαρκασμου ή Νικογκατσειου μειδιαματος.Το κακο μ'αυτη τη γενια ηταν πως ποθουσε φωναχτως να γινει θωρηκτο Ποτεμκιν σε καθε εκφανση της ενω η καψερη, οπως δειξανε τα πραγματα και οι καταστασεις αλλωστε, το πολυ-πολυ μεχρι Κ-αου-μπους της Μεταπολιτευσης καταφερανε να φτασουνε.
Δε θα βοηθουσε το ιντερνετι την αποκαθηλωση του Φρειδερικειου μετεμφυλιοπολεμικου και χαφιεδιστικου παρακρατους ή δε θα συντελουσε εως καποιου βαθμου αλλαγη?Θα μου πεις πως κανω εγω ασκησεις επι υποθετικου χαρτου και θα χεις δικιο, βεβαια;-)
[το momentum ηταν εντελως διαφορετικο εκεινη τη περιοδο]
χμ,
ΑπάντησηΔιαγραφήθα συμφωνήσω τελικά
με την οπτική σας, που δίνει βαρύτητα στην
σημαντικότητα σηματοδοτημένη εντός πλαισίων. σας εννοώ ως προς την προσωπική εγγύτητα που έχουν οι σκηνές που σμιλεύετε.
έχω δε την αμυδρά υποψία ότι τολμά και φωτίζει την δουλά σχεδόν αγιογραφικά, επί τούτου, θυμηθείτε ίσως την σκηνή που σφουγγαρίζει στο σκοτάδι και το φως
έρχεται από πίσω, απ' το μοναδικό τζάμι της ξώπορτας.
αποκλείεται να είσαι 35, θα είχες μεγαλώσει με τηλεόραση και θα το είχες δει 20 φορές. τουλάχιστον. (μα καλά είναι δυνατόν να μην το έχεις δει;;; θα μου πεις εγώ δεν έχω δει το κορίτσια στον ήλιο που είναι επίσης του γεωργιάδη. χμ)
ΑπάντησηΔιαγραφήεπίσης, αδικείς το κορίτσι με τα μαύρα όταν λες ηθογραφικό μελό.
αυτά
πετεφρή & greek-GAYLOLITA: Πείτε τα, πείτε τα, να μαθαίνουμε και τίποτα. :-)
ΑπάντησηΔιαγραφή@doera:
θυμηθείτε ίσως την σκηνή που σφουγγαρίζει στο σκοτάδι και το φως έρχεται από πίσω, απ' το μοναδικό τζάμι της ξώπορτας.
Ω ναι.
@xilaren: Για την ηλικία, με ξεσκέπασε ήδη ο tristan. Διαβάστε τα σχόλια, κυρία... :-p