Ξεκινώντας να γράψω αυτό το ποστ αναρωτήθηκα αν γράφεται παγώνι ή παγόνι. Φαίνεται ότι η γραφή παγόνι είναι δοκιμότερη (τουλάχιστον αυτή τη δεκαετία, ποιος ξέρει για την επόμενη).
Αλλά δε μας ενδιαφέρουν οι λέξεις. Μας ενδιαφέρουν τα ίδια τα παγόνια. Τουλάχιστον αυτή την εποχή. Όταν ήμουνα πιτσιρικάς και με πήγαινε ο παππούς στον Εθνικό Κήπο, βεβαίως με απασχολούσανε κυρίως οι λέξεις. Γιατί ενώ λέγεται 'Εθνικός Κήπος', ο παππούς μου, ο κομμουνιστής, τον έλεγε επίμονα 'Βασιλικό Κήπο' και τον αποκαλούσε 'Εθνικό' μόνον όταν τον στραβοκοίταζε ο πατέρας μου; Είχε σχέση με την ιστορία που μου έλεγε για τους μπολσεβίκους που σεβάστηκαν τσαρικά σύμβολα, μνημεία κι εμβλήματα γιατί αποτελούσανε μέρος της ιστορίας της Ρωσίας; Δεν ξέρω. Άλλη λέξη που με απασχολούσε, κυρίως όταν ήμουν ακόμα μικρότερος, ήταν η λέξη 'ταώς'. Μόλις είχα μάθει να συλλαβίζω λέξεις και ο παππούς μου έδειχνε το αρσενικό παγόνι, το οποίο περιμέναμε να ανοίξει την ουρά του ενώ αυτό απλώς έκρωζε. Εγώ μια κοιτούσα τον απόκοσμα γαλάζιο λαιμό του παγονιού, αφού η ουρά του παρέμενε μαζεμένη να σαρώνει τις σκόνες του κλουβιού του σα σάρωθρο από σόργο, μια κοιτούσα τη λέξη ΤΑΩΣ. Αναρωτιόμουνα γιατί δε λέει 'παγόνι'. Αναρωτιόμουνα γιατί ο παππούς, που βλαστημούσε χαμηλόφωνα στα τούρκικα περιμένοντας το παγόνι να ανοίξει την ουρά του να το δω κι εγώ, ελεγε για τα άσχημα πόδια και την ωραία ουρά του παγονιού κι όχι για την διαπεραστική φωνή του. Δεκαετίες μετά εικάζω ότι μπορεί να ήτανε κανα συνθηματικό των νιάτων του, για κάποιον τύπο γκόμενας, ξέρω γω: άσχημα πόδια, ωραία ουρά. Δεν ξέρω: αυτά είναι των λαογράφων και του Ηλία Πετρόπουλου: τσαχπινιές χαμένων κόσμων. Πάντως ωραία ουρά έχουνε τα αρσενικά παγόνια, όχι τα θηλυκά.
Δε μας ενδιαφέρουν οι λέξεις. Μας ενδιαφέρουν τα ίδια τα παγόνια: όταν σε μια από τις επισκέψεις στον Εθνικό Κήπο τελικά είδα ένα παγόνι να ανοίγει την ουρά του, απροσδόκητα, αναίτια και χωρίς να το έχει τρομάξει κανένας (μια σίγουρη, λέει, μέθοδος) θαύμασα πραγματικά. Ούτε ο μύθος του Άργου, όσο κι αν με είχε εντυπωσιάσει, ούτε οι περιγραφές με είχαν προετοιμάσει. Από τότε όπου βρω παγόνια, κάθομαι και τα χαζεύω.
Πού και πού συγκινούμαι όταν μαθαίνω ότι το παγόνι είναι σύμβολο της αθανασίας στη χριστιανική εικονογραφία: κάτι τόσο όμορφο ακόμα και οι άπλυτοι μισογύνηδες στυλιτόφρονες ημιάγριοι καλόγεροι που έτρεχαν τη χριστιανική πίστη για κάμποσους αιώνες το εκτιμούν. Άλλοτε συγκινούμαι που οι γιαζήδες τιμούν τον Άγγελο Παγόνι, πεπτωκότα άγγελο που έσβησε τις φλόγες της κολάσεως μετανοώντας για 7000 χρόνια και μετά δημιούργησε τον κόσμο: κάτι τόσο όμορφο δεν μπορεί παρά να έχει θαυμαστή ιστορία στην πλάτη του, εντυπωσιακό 'μπαγκάζ'.
Συχνά πάλι σκέφτομαι την ουρά που δε βοηθάει το παγόνι να πετάξει, αλλά το κάνει πιο επιθυμητό. Για μένα το παγόνι είναι θαύμασμα της παιδικής μου ηλικίας και, στην ωριμότητα, εικόνα της άχρηστης αλλά ποθητής ομορφιάς.
Κύκνος

Αυτή η αγνώστου πατρός εικόνα συνοψίζει ένα θεματάκι που έχω από μικρός: πόσο ασήμαντα είναι όσα αποσιωπώνται.
Από την αρχή: ρωτούσα μικρός τους γονείς μου πότε πάνε στην τουαλέτα όλοι αυτοί οι άνθρωποι που βλέπαμε στην τηλεόραση. Γιατί δεν τους βλέπουμε ποτέ να πηγαίνουνε στην τουαλέτα; Φυσικά, η ερώτησή μου αφορούσε τους νεκρούς χρόνους μιας αφηγούμενης ιστορίας, οι οποίοι σπανίως φτάνουνε να εκφραστούνε στην αφήγηση. Αν πήρε 7 μέρες για να φτάσει το πριγκηπόπουλο στην πριγκήπισσα, ε, η αφήγηση του ταξιδιού θα πάρει κάτι λιγότερο. Οι επισκέψεις μας στην τουαλέτα δεν έχουν κάτι άξιο αφήγησης (με εξαίρεση του καημένου του Τραβόλτα στο Pulp Fiction). Κι αυτό ήταν.
Μεγαλώνοντας ωστόσο, έμαθα ότι αποσιωπώνται κι άλλα. Για παράδειγμα: όταν άρχισα να διαβάζω πραγματικά, μου πήρανε δώρο τις εικονογραφημένες μυθολογίες του Στεφανίδη. Μου άρεσε η Λύρα του Απόλλωνα και το Αθηνά Παλλάδα. Μετά από αυτά έπεσα στη μυθολογία άγρια, μέχρι που η μητέρα μου ανησυχούσε ότι το παιδί δε θα μάθει ποτέ ιστορία, αφού καθοταν κι αποστήθιζε παραμύθια των αρχαίων για τον Κόττο, τον Βρυάρεω και τον Γύ(γ)η, τον Ώτο και τον Εφιάλτη και άλλους τέτοιους άξεστους τύπους.
Διαβαζοντας μύθους συναντούσα περιγραφές όπως "και πλάγιασε ο Δίας με τη Λητώ", "και έγινε ο Δίας χρυσή βροχή και επισκέφτηκε τη Δανάη", "και ο Δίας έγινε κύκνος για να τον αγκαλιάσει η Λήδα". Δεν έβγαζα άκρη. Από έναν μεσημεριανό ύπνο, όπως λ.χ. μοιραζόμουν εγώ το κρεβάτι στο χωριό με ξαδέρφια και τους γονείς μου, προέκυψε η Κυνθία και ο Φοίβος; Γεννάς ήρωες επειδή σε επισκέφτηκε βροχή, και δη χρυσή; Άμα αγκαλιάσεις πουλιά γκαστρώνεσαι; Τέλος πάντων, μου τα δίδαξε κι αυτά το Λύκειο (στο Γυμνάσιο ήμουνα σχεδόν χαϊβάνι).
Η ενηλικίωση πάντως δημιούργησε αντίστοιχα ερωτηματικά, όχι λιγότερο βασανιστικά από εκείνα. Και σ' αυτά οι απαντήσεις πρέπει να είναι πολύ απλές, συνήθως είναι απλές, αλλά αποσιωπώνται. Μιλάμε και μεταξύ μας όπως μιλάμε στα παιδιά: on a need-to-know basis, που λέμε.
(Ο πίνακας 'Λήδα και κύκνος' (2008) είναι του Steven Kenny, από εδώ.)