Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013

Μέχρι την επόμενη παλινωδία


Αποφάσισα να σταματήσω να γράφω εδώ επ' αόριστον. Μέχρι να με ταράξει η επόμενη κτηνωδία ή, κάπως πιο απίθανο, η επόμενη μεγάλη χαρά. Αλλά νομίζω ότι ήρθε η ώρα για μια κάπως πιο διαρκή σιωπή.

Δε θα αιτιολογήσω την απόφασή μου, είναι απόφαση που εκφράζεται σαν τάχα παρόρμηση, ενώ σιγοψήνεται μέσα μου καιρό. Απλώς θα παραθέσω παραγράφους σχετικά με αυτή τη διαδικασία σιγοψησίματος, που μπορεί να είναι χρήσιμες πέρα από αυτοαναφορικότητες και ψώνισμα.

Οχτώμισυ χρόνια γράφω εδώ, αυτή είναι η ενιακοσιοστή δέκατη πέμπτη ανάρτηση. Πρέπει να προσέχουμε να μη γίνουμε Ρίτσος: ο πληθωρισμός ευτελίζει ακόμα και τα πολύτιμα. Και η ανάγκη να αποφύγεις τη μανιέρα γίνεται στο τέλος κι αυτή μανιέρα. Ξέρετε τι εννοώ, διαβάστε έντυπο Τύπο... Συνεπώς, μεταξύ μανιέρας, που με εξάσκηση γίνεται εύκολη, και σιωπής, που με εξάσκηση γίνεται αβάσταχτη, προτιμάς τη σιωπή. Ιδίως αν δεν έχεις κάτι να πεις, ιδίως αν νιώθεις ότι επαναλαμβάνεσαι.

Εδώ και τριάμισυ χρόνια ό,τι και να πω για τα κοινά, για το ευρύτερα πολιτικό, μοιάζει λεκιασμένο από μέλια ζαχαρωμένα και ξεραμένα που μάζεψαν σφήκες και μυρμήγκια. Πολτός τα νοήματα, βούτυρα πασαλειμμένα πάνω σε τραπεζομάντηλα τα επιχειρήματα. Δεν είμαι από αυτούς που θέλουν να ουρλιάζουν, να συζητάω θέλω. Έτσι ζω, συζητώντας. Ρωτώντας. Ακούγοντας. Πολλές φορές διακόπτοντας και μετανιώνοντάς το. Σιχαίνομαι τα βρισίδια προς ανθρώπους, γι' αυτό και απολαμβάνω να βρίζω πράγματα: τον λάπτοπ, το κινητό και το αμάξι μου, το γαμημένο το στυλό που πέφτει στο πάτωμα. Αλλά η κατάσταση μετά τον Φεβρουάριο του '12 είναι για κραυγές και για βρισίδια και για πολλά άλλα και πολύ χειρότερα. Ποστάκια θα γράφουμε; Για να τα διαβάζουν όσοι συμφωνούνε μαζί μου; Ναι, ξέρω ότι εγώ ο ίδιος έχω αντικρούσει αυτό που λέω εδώ. Αλλά δεν έχω κανένα πρόβλημα με την αντίφαση και την αυτοαναίρεση, νάφομεν και απιστούμεν, μονολογώ φωναχτά: όποιος θέλει δόγματα, εκεί που τα πουλάνε.

Γράφω περισσότερο από όσο θα ήθελα εδώ γιατί είμαι στερημένος: άγρια στερημένος από τη ζωή στην πόλη. Σιχαίνομαι την επαρχία και χλευάζω τα προάστεια αλλά, να, ζω 5+12 χρόνια στην επαρχία νησιών, από τα ανοιχτά βορειοδυτικά της Ευρώπης στα ανοιχτά νοτιοανατολικά της. Για μένα λοιπόν τα σοσιαλμήντια είναι το αποκούμπι αυτοέκφρασης και σχετικού αυθορμητισμού. Δεν περιμένω να καταλάβετε, απλώς το λέω.

Ενθουσιάζομαι εύκολα και δωρεάν. Κάθε φορά που ενθουσιάζομαι, κάποιοι θα με ρωτήσουν τι κρύβεται από πίσω. Σίγουρα θα ψάχνω δουλειά, γκόμενα, ανάδειξη και φήμη (ναι, μέσα από ένα μπλογκ που μόλις μια ανάρτηση ξεπεράσει τα πεντακόσια χιτ μπαίνει στα Greatest Hits -- χαχά), ή να το παίξω μέντορας και αρχιπαράγοντας αν όχι εκδότης-διευθυντής. Αφενός, άμα εκτίθεσαι (σχεδόν) δημόσια, τα ακούς αυτά, και άλλα πολλά. Αφετέρου, ζω στην επαρχία: γνωστό φαινόμενο οι κουτσομπόληδες κι ανακατωσούρηδες που σου μιλάνε για τη ζωή σου γιατί η δική τους είναι σαθρές κατασκευές με ελενίτ. Και τους καταλαβαίνω τους κουτσομπόληδες και τις καγκουριές τους: από στέρηση, ακύρωση κι οργή ασχολούνται με τις ζωές των άλλων. Κι εγώ από στέρηση της πόλης βάζω τον πόνο μου σε πίξελ, που λέει κι ο Γίγας. Something's gotta give.

Ναι, είμαι υπεράνω, αν είναι να το πούμε έτσι. Όλοι οι ψημένοι άνθρωποι είμαστε υπεράνω. Από μια ηλικία και μετά, ας πούμε τα 20, τα 25 ή τα 35, είσαι το υλικό που παραδίδει σ' εσένα η παιδική σου ηλικία και η εφηβεία σου: αυτό είσαι με αυτό θα δουλέψεις, ως αυτό υπάρχεις. Θα καλλιεργήσεις ό,τι μπορείς να καλλιεργήσεις, θα επουλώσεις ό,τι μπορείς και όπως μπορείς: με φάρμακα, με ψυχοθεραπεία, με γιόγκα, με αφοσίωση, με φιλίες κι αγάπη (αν βρεις). Mετά τα (ας πούμε) 25, τα παιδικά σου χρόνια (ήσουν παραχαϊδεμένος, ήσουν παραμελημένος, οι γονείς σου σε κόμπλαραν, ήτανε λούζερ πελώριοι, σε εγκατέλειψαν, χώρισαν, τους είδες να το κάνουν, αλληλομισιούνταν κι έμειναν μαζί για σένα κτλ.) εξηγούνε πολλά, όμως όχι όλα. Και δε δικαιολογούνε τίποτε.

Ενθουσιάζομαι εύκολα, βαριέμαι γρήγορα, αλλά η αφοσίωσή μου και η προτίμησή μου για ό,τι με ενθουσίασε δε σβήνει. Δεν πρόκειται για αφοσίωση στην ανάμνηση του ενθουσιασμού. Απλώς οι "υπεράνω" μάλλον αφήνονται να ενθουσιαστούν από όσα τους μιλάνε, τους αγγίζουν, τους μετακινούν, τους στέλνουνε στους δήμους ονείρων. Όταν πρωτοάκουσα την Παθητική Σονάτα, νόμισα ότι είναι το συγκλονιστικότερο κομμάτι μουσικής όλων των εποχών (ναι, ρε Γιώργο, αφού με ξέρεις: των υπερθετικών είμαι). Δεν είναι. Αλλά κάθε φορά που θα την ξανακούσω, μέχρι και τώρα, 26 χρόνια μετά, τα σφυράκια του πιάνου χτυπάνε μικρούς κρυστάλλους μέσα μου, κι όχι μόνο τα σύρματα μέσα στο ξύλινο τελάρο του αργαλειού που λένε πιάνο.

Δε θα κλείσω αμερικάνικα, ομολογώντας πόσους ανθρώπους γνώρισα και πόσους φίλους έκανα και πόσα έμαθα. Όχι. Άλλωστε θα είναι κλειστά εδώ μόλις μέχρι νεωτέρας, μέχρι την επόμενη παλινωδία.

Η φωτογραφία είναι του Todd Webb.

GatheRate

Κουφάρια και σκατά

Από το πρωί επανεμφανίζονται οι φωτογραφίες των σκοτωμένων αρκούδων στα σοσιαλμήντια. Τις κοιτάζω και θέλω να γίνω κακός, το κατά δύναμιν κακός, δηλαδή. Θέλω να παραληρήσω εδώ. Αλλά θα το διαβάσει ο άλλος λοξά και πεταχτά και θα δει μανιέρα. Δικαίως. Έγινε μανιέρα η έκφραση του πόνου. Ο πόνος έγινε κι αυτός μανιέρα.

Δε θα αναρωτηθώ πόση πολιτική ηλιθιότητα μπορεί να ευδοκιμήσει στον τόπο μας, το αναρωτιέμαι από το 2007 κι έχει καταντήσει γραφική η διερώτηση. Δε θα ξαναμιλήσω για τη μαζική καταστροφή της ζωής πολλών και των ονείρων περισσότερων. Δε θα πω για την τυραννία και την καταστολή. Για το κρύο μέσα στα σπίτια μας, για το κρύο στα κρεβάτια μας, για το κρύο μέσα μας. Για το στημένο κήρυγμα όσων καμώνονται ότι μιλούν εξ ονόματος όλων ενώ είναι οι Πρόχοροι του κάθε βλαχομαικήνα, του κάθε χωριατοπατρίκιου.

Άλλωστε, ακόμα και αν εξαφανίζονταν μαγικά όλα αυτά το πρωί των Χριστουγέννων -- θαύμα κιετς, ο Θεός της Ελλάδος πλήρωσε τους δανειστές -- θα παρέμενε η απύθμενη βαρβαρότητα που σκοτώνει αρκούδες, που γδέρνει σκυλιά ζωντανά, που πνίγει μετανάστες, που αλυσοδένει κόσμο στα δέντρα και φυλακίζει μέσα σε κοντέινερ. Θα έμεναν οι χωριανοί αιμομίκτες και οι σεβαστοί σύζυγοι βιαστές, οι γέροντες και οι πιτσιρικάδες που τους διαφεντεύουν οι άλλοι σαν να 'ναι κυνηγόσκυλα, οι τσακισμένες και χαπακωμένες μάνες και γιαγιάδες, οι σκύλες πεθερές και οι μέγαιρες της γειτονιάς και των χωριών. Θα έμεναν οι φρικτοί δεσποτάδες μας, οι εμπρηστές και οι μικρές κουτσομπόλες με τον ασφυκτικό βίο που κουνάνε δάχτυλα και στιγματίζουν ζωές. Θα έμενε η γενικευμένη απονιά. Όλα εδώ θα έμεναν, στη βαθιά αυτάρεσκη Ελλάδα.

Η βαρβαρότητα απλώνεται. Δεν έχει μείνει πεδίο και επικράτεια ανεπηρέαστο από τη βαρβαρότητα.

Τα πάντα ακινητούν και περιμένουν να σαπίσουν. Όπως μας έμαθαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ένας τόπος πουριτανών, εθνικιστών, φαλλοκρατών, ρατσιστών, μισαλλόδοξων, σαδιστών. Σε περιμένω να 'ρθεις και πάλι, μαζί να φτιάξουμε μια Ελλάδα μεγάλη, μαζί να γράψουμε λαμπρή ιστορία: ζήτω η Ελλάδα, ζήτω η θρησκεία, ζήτω η Νέα Δημοκρατία. Αυτή είναι η φανταστική ηγεμονία της Αριστεράς -- ηγεμονία! χα! μια Φαραντούρη, δυο ρηγάδες και τρεις μαρξιστές θεολόγοι. Αυτή είναι η Μεταπολίτευση: ζήτω η Ελλάδα, ζήτω η θρησκεία, ζήτω η Νέα Δημοκρατία. Αυτή και η κυριολεκτική ερμηνεία των συνθημάτων του λαοπλάνου Αντρέα: η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες και το άλλο με τη μία σπιθαμή που δε θα παραχωρήσουμε, με τον λαό που θέλει και το ΠΑΣΟΚ που μπορεί κτλ.

Αλλά τελικά δεν έχουν αυτά σημασία. Σημασία έχει η βαρβαρότητα.

GatheRate

Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2013

Νύχτα

Κοιμάμαι καλά μόνο στην Αθήνα. Κοιμάμαι πολύ, κοιμάμαι βαθιά, ξυπνάω ξεκούραστος. Βεβαίως είμαι κάπως περίεργος με τον ύπνο: αν μπορούσα να ρυθμίζω τα πράγματα όπως τα θέλει τα σώμα μου, θα ξύπναγα αργά: άλλωστε το μυαλό μου ξυπνάει μετά τις 11, ενώ βρίσκομαι στα καλύτερά μου μεταξύ 6 το απόγευμα και 1 το πρωί. Είμαι κάπως νυκτόβιος δηλαδή. Όταν πρωτοάκουσα το in girum imus nocte et consumimur igni ήμουνα φοιτητής. Η ταινία, όση είδα, του Γκυ Ντεμπόρ δε μού είπε πολλά. Ναι, η φράση είναι καρκινική, ναι είναι η εικόνα των σκνιπών και των σκώρων που περιστρέφονται σπειροειδώς γύρω από τη φλόγα ώσπου να πέσουνε μέσα της και να καούν. Κι άλλοι που σκέφτονται το in girum imus nocte σκέφτονται νύχτες με αλκοόλ και τέτοιες καταστροφές και να χάνεσαι έξω από το σπίτι σου χαμένος κι εσύ κανονικά. Άλλοι σκέφτονται τη φωτιά στη μέση της νύχτας, τη φλόγα, και πάει ο νους τους μόνο σε κρεβάτια κι έρωτες και ήσυχες καλοκαιρινές νύχτες όπου καιόμενα σώματα περιπτύσσονται και αλληλοκαταναλώνονται ξανά και ξανά. Όμως η νύχτα είναι φωτιά έτσι κι αλλιώς. Είναι φωτιά κάθε είδους. Σε τρώει. Μπορεί και να σε τρώει ως βάσανο και μοναξιά, ως απραξία και άπρακτος ανία. Το λέει και ο μεγάλος στίχος: "Τη νύχτα αυτή τη λέτε εσείς φωτιά, μα εγώ τη λέω δέντρο". Φωτιά δεν είναι μόνον οι έρωτες. Φωτιά είναι η φλόγα που απλώνεται σε πύρινες γλώσσες κάθε μια από τις οποίες με πιρουέτες δίνει τούφες καπνό και πάντα μπόλικη στάχτη. Η φλόγα που απλώνει γλώσσες πύρινες σαν να είναι κλαδιά. Κλαδιά για να βλαστήσεις ξανά, κλαδιά για να κρεμαστείς, κλαδιά να γραπωθείς πάνω τους, κλαδιά σα μονοπάτια που χωρίζουν και πάνε αλλού, κλαδιά για να ανθίσεις ώσπου να πλαντάξει η ματιά των άλλων, για να καρπίσεις και να τους γλυκάνεις, να τους θρέψεις. Από το χώμα σου βλασταίνει και μεγαλώνει το μεγάλο δέντρο της νύχτας, από τα ερέβη σου τρέφεται η πολυπλόκαμη φλόγα της νύχτας.

GatheRate

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2013

Με αφορμή ένα τρίπτυχο

σκέψεις προ εφτάμιση μηνών, διασωσμένες από το facebook




Αυτό το τρίπτυχο είναι του Pierre Jahan (1909-2003) και λέγεται Couple d'amants nus, en 1947 ('Ζευγάρι γυμνών εραστών, το 1947'). Δε θα πω πάλι το συνηθισμένο μου, ότι έχουμε πάει πολύ πίσω κι ότι οπισθοχωρούμε. Θα αρκεστώ να πω ότι δεν έχουμε προχωρήσει καθόλου από το 1947 σε κάποια πράγματα.

Πράγματι έχουνε γίνει τεράστιες κοινωνικές και πολιτικές πρόοδοι από τη δεκαετία του '60, κυρίως σε θέματα ανθρώπινων και πολιτικών δικαιωμάτων και όσον αφορά την επέκταση του όρου της ισότητας και της δικαιοσύνης σε όλο και περισσότερους ανθρώπους. Επίσης, οι κατασυκοφαντημένες ανθρωπιστικές σπουδές έχουν αλλάξει πάρα πολύ τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, την ιδεολογία και τον κοινωνικό έλεγχο (τρία ονόματα παράταιρα και σχεδόν τυχαία: Φουκώ, Ζινν, Ράσελ). Όμως, σε επίπεδο ηθών και αισθητικής (αυτά πάνε μαζί) υποταχτήκαμε είτε στο φετίχ είτε στην αγροτοποιμενική-μικροαστική χρηστοήθεια. Ακόμα και η 'χειραφέτηση', η πορνογραφική επανάσταση δηλαδή, της δεκαετίας του '70 τελικώς εξυπηρέτησε συντριπτικά την αντρική επιθυμία, χωρίς να δημιουργεί ρήγματα ή έστω κοπώσεις στο πατριαρχικό πλαίσιο.

Αυτές τις φωτογραφίες σήμερα θα τις έβγαζε κάποιος είτε α λα Νιούτον (μπέιμπι όιλ, φετίχ, σωματότυποι σχεδόν μπάρμπι με νεκρική ακαμψία και απλανή βλέμματα, φωτοσκίαση ιλουστρασιόν-τσοντοθεάματος) είτε α λα Τρέισι Έμιν / Σίντυ Σέρμαν (αποστασιοποίηση, λόου-φάι, αποτσίγαρα, ιδρωτίλα, ψιλοπαρακμίτσα, κλεισούρα). Έχει λείψει το αισθητικό θάρρος, η πεποιημένη αλλά ανθρώπινης κλίμακας φυσικότητα στην αναπαράσταση του έρωτα και του σώματος. Γενικότερα, ντρεπόμαστε πια την πηγαία καύλα της οποίας το σήμα δεν περνάει από ενισχυτές και σαμπγούφερ.

Οι παραπάνω φωτογραφίες έχουνε και τα δύο, θάρρος και καύλα, και αυτά τα έχουμε χάσει.

GatheRate

Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2013

Το γραμματόσημο

Εκείνη τη νύχτα τη θυμάμαι ακόμα.

Είχε λίγο κρύο, θυμάμαι. Μπορεί και να ήταν αρχές Δεκέμβρη. Είχα τελειώσει νωρίς από τα ιδιαίτερα και είχα κανονίσει να πάρω την Μπαλαρίνα από τη σχολή της, που στεγαζόταν σε ένα ωραίο εκλεκτικιστικό κτήριο της Πατησίων με σκάλες στριφογυριστές και ξύλο μέσα παντού. Είχα πολλή ώρα μπροστά μου. Σήμερα, χρόνια μετά, θα πήγαινα για κανα ποτό πρώτα. Αλλά τότε δεν είχα λεφτά ούτε για μπύρα (που δε μ' αρέσει, έτσι κι αλλιώς).

Ντύθηκα και βγήκα. Με βασάνιζαν δύο ζητήματα. Το πρώτο, επιτακτικό και θορυβώδες: η επιθυμία. Αναλογιζόμουν αυτά τα κολλητά που φόραγε στο μάθημα, ξέρω πώς τα λένε στα αγγλικά αλλά δεν έμαθα ποτέ να τα ονομάζω στα ελληνικά. Γνώριζα ότι θα έφευγε από το μάθημα χωρίς να κάνει ντουζ πρώτα, κοντά έμενε άλλωστε. Ακριβώς η σύντομη διαδρομή, Πατησίων, Κοδριγκτώνος, άντε και τίποτε στενάκια μετά, εξανέμιζε κάθε σοβαρή δυνατότητα ξεμοναχιάσματος. Στην εικόνα έμπαινε και ένας πατέρας που κράταγε χρόνους, κυρίως γιατί δεν του άρεσα εγώ, και με το δίκιο του: δεν είχα κανένα μέλλον μπροστά μου και ήμουνα και θανατερά σοβαρός. Κι εγώ αν είχα κόρη στα είκοσι θα ψέκαζα έναν τέτοιο γκόμενό της με φλιτ.

Υπήρχε λοιπόν η άγρια επιθυμία, προβάριζα χρόνους και έκανα επισκόπηση της φωταγώγησης εκεί στα στενά, στις καθυστερήσεις, αλλά βεβαίως ο λογαριασμός δεν έβγαινε και η επιθυμία θα παρέμενε ανεκπλήρωτη. Υπήρχε όμως, όπως είπα, και κάτι άλλο: η Μπαλαρίνα βρισκόταν σε τροχιά διαφυγής. Ίσως το ήξερα και προτιμούσα να μην το σκέφτομαι -- το έκανα πολύ αυτό τότε. Ίσως το γνώριζα υποσυνείδητα και δεν άφηνα να αναδυθεί στην επιφάνεια -- ήμουν πολύ της άρνησης τότε. Ίσως να ήτανε μια βαθιά ασυνείδητη διαίσθηση, από αυτές που πρωταγωνιστούν λαμπρά κι εφημέρα στους εφιάλτες μας. Πάντως, εκ των υστέρων, είναι σαφές: τελειώναμε τότε. Φυσικά, εκ των υστέρων όλα σαφή και όλοι σοφοί.

Περπάταγα κατεβαίνοντας αργά την Αλεξάνδρας, αργά για να περάσει η ώρα. Τότε δεν άντεχα να περιμένω τίποτε και κανέναν. Ακόμα σιχαίνομαι να περιμένω, αλλά το κοελικό σύμπαν με κέρασε τόσες αναμονές και με εμβολίασε με τόσο στήσιμο και τόσο περίμενε, που πια έχω εναγκαλιστεί την καρτερία, το σλόγκαν της Εταιρείας του Ιησού: cunctando regitur mundus. Τέλος πάντων, δεν ήθελα να περιμένω ξεροσταλιάζοντας έξω από τη Σχολή -- πολύ περισσότερο μέσα: και ένιωθα κάπως ξεφτίλας και μου είχε ζητήσει κι η Μπαλαρίνα να μην το κάνω. Περπάταγα λοιπόν πολύ αργά.

Στο άγαλμα του Κωνσταντίνου, στο τέλος του Πεδίου του Άρεως, κοίταξα το ρολόι, είχα ένα με καφέ λουρί και τεράστιο καντράν. Απέμεναν άλλα 35 λεπτά μέχρι να τελειώσει το μάθημά της η Μπαλαρίνα. Η διάθεσή μου κάθε άλλο παρά ενατενιστική ή καρτερική ήταν, η επιθυμία γαρ και η λαχτάρα έστω και να τη δω για όσο θα την έβλεπα: ήξερα ότι το περισσότερο που είχα να προσδοκώ εκείνη τη νύχτα ήτανε να γλυστρήσω την παλάμη μου κάτω από αυτό το συνθετικό ύφασμα πάνω στα ακόμα ιδρωμένα λαγόνια της ή ίσως να αδράξω το στήθος της -- λέμε τώρα. Εκεί στα στενάκια, στις καθυστερήσεις. Αλλά ακόμα κι αυτό φάνταζε όνειρο: ακόμα και μέσα στο μονομελές τρελοκομείο του πόθου καταφέρνει κανείς κάποτε να είναι ολιγαρκής.

Κάθησα ψηλά πάνω στο βάθρο του αγάλματος και κοίταζα προς την Πλατεία Αιγύπτου, τα πορτοκαλί ΚΤΕΛ Αττικής, τα φώτα, τον κόσμο που έβγαινε από εκείνη τη μέτρια πιτσαρία που χτίσαμε με χαρτζιλίκια, γιατί νομίζαμε ότι φτιάχνει αυθεντική ιταλική πίτσα. Η ώρα δεν πέρναγε. Αποφάσισα τελικά να πάω να περιμένω στο ισόγειο της Σχολής και να μη με απασχολήσουν οι παραινέσεις της Μπαλαρίνας "μη με δούνε". Λίγο πριν βγω από το πάρκο, με σταματάνε δύο τύποι. Δε φαίνονταν από αυτούς που κάνανε κρούζιν (τότε λέγαμε "ψωνίζονταν") στο πάρκο, με ρώτησαν ελαφρώς σαστισμένοι αν μιλάω αγγλικά. Χάρηκα στην ιδέα ότι θα σκότωνα κανα πεντάλεπτο δίνοντας οδηγίες σε αμερικανάκια πώς να πάνε πίσω στην Πλάκα κτλ.

Αλίμονο: ήτανε προτεστάντες ιεραπόστολοι. Με το πού απαντάω αγγλικά, με αρχίζουνε σε κάτι ερωτήσεις του τύπου "τι ωφελεί τον άνθρωπο αν κερδίσει τον κόσμο όλο" κτλ. Σήμερα θα λέγαμε ότι αποφάσισα να τους τρολάρω, τότε σκέφτηκα ότι να μια καλή ευκαιρία να σπάσω πλάκα ταρακουνώντας χριστιανόπουλα που ήρθαν από το Όρεγκον να μας κάνουνε χριστιανούς. Τους είπα ότι την ερώτηση την έκανε ο Κύριος. Αναθάρρησαν, βγάζουνε μια Βίβλο από κάπου (αυτοί τις Βίβλους τις έχουν όπως ο Έλληνας τα πακέτα τσιγάρα). Μου διάβαζαν κάτι περικοπές από Απόστολο Παύλο και Ευαγγέλια. Εγώ άκουγα. Προσπαθούσα να μη γελάσω. Ταυτόχρονα κατάλαβα ότι είχαν έρθει στο Πεδίον του Άρεως να κάνουνε προσηλυτισμό για να σώσουνε τίποτε ψυχές πούστικες, επίτηδες (λογοπαίγνιο για ψωλές κτλ. δε θα κάνω). Προφανώς θεωρούσαν ότι κι εγώ ήμουν ψυχή πούστικη, ε, δε βοηθούσε και το μπουφάν δερματίνη-Τομ Κρουζ που είχα βάλει γιατί άρεσε στην Μπαλαρίνα.

Ακολούθησε ο εξής διάλογος:

"Αντιλαμβάνεσαι ότι πρέπει να αποδεχτείς τον Ιησού Χριστό ως Σωτήρα σου;"
"Απολύτως, εδώ και χρόνια."
"Είσαι έτοιμος να τον δεχτείς στη ζωή σου;"
"Βαφτισμένος είμαι, άρα ήδη το έχω κάνει." (αμ τζάμπα τα πήγαμε τα κατηχητικά;)

Ο ένας τσαντίστηκε λίγο:
"Καταλαβαίνεις τι σημαίνει να εναγκαλιστείς τον Λόγο του Θεού;"
"Ε ναι, το λένε και τα χωρία που μου διαβάσατε."
Σχεδόν τσίριζε, αν και δεν το καταλάβαινε μάλλον:
"Άρα πρέπει να απαρνηθείς την αμαρτία!"
"Κοιτάξτε, αλλού λέει η Γραφή για τη μετάνοια: αμαρτάνω, μετανοώ, έτσι πάει."
"Η αμαρτία είναι του σατανά!"
"Ναι, και τον αποτάχθηκα όταν με βάφτισαν. Δι' αντιπροσώπου."

Η κουβέντα τράβαγε σε μάκρος, εγώ βαριόμουν πια, η ώρα πλησίαζε, σχεδόν ανάσαινα τον ιδρώτα της Μπαλαρίνας πια (φαντασιακά μιλώντας πάντα). Έκοψα τον ιεραπόστολο στη μέση, του είπα το ελλην(ορθοδοξ)αράδικο ότι εδώ στην Αθήνα κήρυξε ο Απόστολος Παύλος, ότι in this part of the world υπάρχει χριστιανική πίστη (ναι, faith, είπα) επί είκοσι αιώνες και ότι δεν έχουμε ανάγκη ιεραποστόλων από την Αμερική. Καληνύχτισα και στην παραζάλη της προσδοκίας (έρωτα κερατά, που στις προσδοκίες σου καίμε μισάωρα, μέρες, βδομάδες, χρόνια από τη ζωούλα μας), με τροχάδην που άλλες δυο φορές έχω ρίξει για να ανταμώσω γυναίκα, πέρασα την Πατησίων. Έσπρωξα την πόρτα της Σχολής, μπήκα μέσα: καλοριφέρ, σκάλα, ξύλινο πάτωμα, δυο γράμματα πάνω του και τίποτε άλλο.

Από την πάνω μεριά της στριφογυριστής σκάλας ακουγόταν ακόμα το πιάνο, τα παραγγέλματα της δασκάλας μπαλέτου, τα τρακ-τρουκ των πουέντ. Είχα βιαστεί. Με μυρίστηκε σε λίγο από τον επάνω όροφο και ο σκύλαρος της σχολής που είχανε για λόγους ασφαλείας και άρχισε να γαβγίζει -- άκουσα τη γραμματέα να του λέει να σωπάσει. Κάνω μεταβολή να φύγω, να βγω έξω στην Πατησίων πάλι. Όμως βλέπω κάτι στον ένα από τους δύο φακέλους. Σκύβω, τον πιάνω και κοιτάζω το γραμματόσημο. Εκείνη τη στιγμή πίστεψα κι εγώ: ότι κάποιοι αγώνες δικαιώνονται και ότι αξίζει να πολεμάς για την ουτοπία. Ένας άνθρωπος από ένα κελί είχε απελευθερώσει 80 εκατομμύρια άλλους.

Επαναλαμβάνοντας ψιθυριστά για να την ακούω την επιγραφή πάνω στο γραμματόσημο, President Nelson R Mandela, και από κάτω South Africa / Suid-Afrika βγήκα στην Πατησίων. Έκλαιγα με ανεκλάλητη χαρά: είχα ζήσει να δω αυτό το γραμματόσημο, τη σκύλευση ενός καθεστώτος που δε θα έπεφτε ποτέ.

GatheRate

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2013

Καθώς διαβρώνεται η ψευδωνυμία ΙΙ

ξανά για τη σχεδόν δημόσια δοκιμή και πλάνη

Όταν έγραψα τα Δωμάτια δεν τα πόσταρα αμέσως: ερωτογραφικό κείμενο, μυθοπλασία αλλά βγαλμένη με τρόπο κατάλοξο κι αλήτικα περίπλοκο μέσα από τη ζωή· εφτά παράγραφοι όπου ο χρόνος τανύεται και συμπτύσσεται: κάποιες από νοσταλγία, άλλες μακρινές, άλλες πρόσφατες, άλλες προσδοκία, άλλες φαντασία ή του ποτέ. Το έγραψα, το διόρθωσα, το ξαναδιόρθωσα και το είχα αδημοσίευτο. Ντρεπόμουν να το ανεβάσω.

Ρώτησα τη Ζ. Η Ζ. γενικά δε διαβάζει αυτό το μπλογκ. Της εξήγησα το προβληματάκι μου το κάπως μικροαστικό. Με κοίταξε κάπως περίεργα.
"Τι βλέπει ο κόσμος όταν μπαίνει στο μπλογκ σου;"
"Τι βλέπει; το πιο πρόσφατο ποστ."
"Από πάνω, ρε".
"Την εικόνα εξωφύλλου."
"Ναι. Μπαίνει ο άλλος και βλέπει το μουνί της άλλης φάτσα κάρτα -- και ντρέπεσαι να ανεβάσεις ερωτογραφήματα;"

Οπότε το ανέβασα. Θα ανεβάσω κι άλλα. Όπως έρχονται, βεβαίως.

GatheRate

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

Δεσποτάδες

Οι κατά καιρούς δηλώσεις του Πειραιώς Σεραφείμ δεν είναι διαφορετικές σε περιεχόμενο από αυτές επισκόπων της Ιταλίας και της Ισπανίας ή καθολικών επισκόπων της Αγγλίας και της Σκωτίας. Οι συμπάθεια του Αιγιαλείας Αμβροσίου προς τους φασίστες δε διαφέρει από πολλούς αδελφούς του εν Χριστώ στη (σημερινή) Ισπανία. Αφορισμούς έχουν επισείσει απειλητικά οι επίσκοποι της Ιρλανδίας (αλλά και της Πορτογαλίας, νομίζω) για να φρονιματίσουν όσους βουλευτές θα ψήφιζαν υπέρ της νομιμοποίησης των αμβλώσεων. Στη Βαυαρία πριν χρόνια ο μεγάλος καβγάς ήταν αν θα έχουν εσταυρωμένους οι τάξεις των σχολείων. Πιο "πολιτισμένα" (προσχηματικώς πάντοτε), η καθολική Εκκλησία της Γαλλίας κατέβασε τον κόσμο στους δρόμους, άκουσα για ένα εκατομμύριο, για να διαμαρτυρηθούν κατά της εξίσωσης όλων απέναντι στον γάμο -- ένας έπεσε και από την Παναγία των Παρισίων κι αυτοκτόνησε σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τον σχετικό νόμο: αν διανύαμε ακόμα την ποιμαντορία του Βενέδικτου ΙΣτ', μπορεί και να τον έβαζαν στην ουρά για αγιοποίηση. Σε πιο κυριλέ μισαλλόδοξες αλλά πάντα μισαλλόδοξες καταστάσεις, το πρώτο μεγάλο σχίσμα των αγγλικανών έγινε για τις γυναίκες ιερείς και το δεύτερο για τους ανοιχτά γκέι επισκόπους. Οι απύθμενες κοτσάνες αγγλικανών επισκόπων (που μέχρι πρόσφατα ήτανε μέλη της Βουλής των Λόρδων με νομοθετικές και δικαστικές -- παρακαλώ -- εξουσίες), είναι μεζές του σαββατιάτικου Γκάρντιαν εδώ και δεκαετίες. Οι καλβινιστές και οι μεθοδιστές είναι κι αυτοί μεγάλα μούτρα, αλλά ας μη μακρηγορήσω άλλο.

Οπότε, όσοι ενθουσιώδεις και κάπως ημιμαθείς, ας αφήσουμε στην άκρη τα περί Ορθοδοξίας ως οπισθοδρομικής. Ας αφήσουμε και τα περί ταλιμπανισμών. Το πρόβλημα δεν είναι ούτε οι ορθόδοξοι δεσποτάδες, ούτε η μετά τον Χριστόδουλο παρρησία τους. Το πρόβλημα είναι η χριστιανική πίστη. Το πρόβλημα είναι οι Γραφές της και η δισχιλιετής Ιερά Παράδοσή της. Semper eadem, που λένε κι οι Λατίνοι. Τέλος. Ψευδοδιακρίσεις τύπου Χριστός-Παύλος, Έλληνες-Λατίνοι, Ανατολή-Δύση είναι ακριβώς αυτό: ψευδοδιακρίσεις. Αν λ.χ. η "Δύση" έχει "διαβρώσει" την "Ορθοδοξία" εδώ και 1000 χρόνια, από το Σχίσμα και από τότε που έχει να κάνει Οικουμενική Σύνοδο δηλαδή, τι είναι η "Ορθοδοξία"; Μεταφυσική κατηγορία; Εξωιστορική αΐδια αλήθεια; Άστοχο: η χριστιανική Εκκλησία αγκαλιάζει και ενστερνίζεται την ιστορικότητα, είναι ιστορικό γεγονός, είναι η αποκάλυψη (λέει) του Θεού μέσα στην ιστορία: γι' αυτό άλλωστε, μας λένε, τα δόγματα δε διατυπώθηκαν με το πακέτο εγκατάστασης που έστειλε το Άγιο Πνεύμα κατά την Πεντηκοστή, παρά διατυπώνονταν κατά περίσταση ανά τους αιώνες (οι Καθολικοί ακόμα τα διατυπώνουν). Συνεπώς, ανιστορική και υπερβατική και πλατωνικά τέλεια χριστιανική πίστη είναι εξίσου ανυπόστατη με ανιστορική και υπερβατική και πλατωνικά τέλεια κομμουνιστική ιδεολογία.

Επαναλαμβάνω: το πρόβλημα είναι η χριστιανική πίστη. Ακριβέστερα, το πρόβλημα είναι οι κοινωνίες που -- για λόγους τους οποίους κάλλιστα αντιλαμβάνονται η ιστορική επιστήμη καθώς και οι κοινωνικές και οι πολιτικές επιστήμες -- ακούνε προσεκτικά τι λεν οι επίσκοποι μόνο και μόνο επειδή είναι επίσκοποι (και όχι, λ.χ., επειδή είναι φωτισμένοι άνθρωποι, όπως ο Αλβανίας Αναστάσιος ή ο Σιατίστης Παύλος). Για παράδειγμα: στην Ισπανία η Εκκλησία απείλησε με αναθέματα τους βουλευτές που θα ψήφιζαν το νέο οικογενειακό δίκαιο: οι βουλευτές τούς έγραψαν κανονικά, ως ώφειλαν. Στην Ελλάδα ο Πειραιώς απείλησε με αναθέματα για ένα σύμφωνο, η Νέα Δημοκρατία υποχώρησε ατάκτως. Εδώ είναι το θέμα: ούτε στον Πειραιώς, ούτε στους διάφορους Δον. Το θέμα είναι στις κοινωνίες που (ακόμα) έχουνε τους επισκόπους και τις συνόδους και τους πάπες για Πολίτμπιρο και πατερούληδες της ζωής τους και της ηθικής τους.

Δεν κηρύσσω κρεμάλες για τους παπάδες, γκρέμισμα εκκλησιών, αλλαγή συμβόλων και ονομάτων, καταστολή του ενός βασικού τρόπου να εκδηλώνουμε στον πολιτισμό μας το numinus (δηλαδή της χριστιανικής πίστης). Αλλά θέλω να δω τη χριστιανική πίστη να είναι στοιχείο της ταυτότητάς μας, των ταυτοτήτων μας καλύτερα, όχι η μονολιθική ιδεολογία που διαφεντεύει ό,τι πιο κοντινό μας: πώς σμίγουμε, πώς συζούμε, πώς μεγαλώνουν τα παιδιά μας και τι μαθαίνουνε στα σχολεία, αν θα πρέπει να με στείλουνε στη Βουλγαρία αν θέλω να με αποτεφρώσουν μετά θάνατον.

GatheRate

Τρία σχεδόν εξίσου αποτυχημένα σχεδιάσματα


Ένα:

Ως μέλος της κρυπτομοφυλόφιλης ψευτοδιανόησης Εξαρχείων-Κολωνακίου, συμφωνώ ότι είναι αδιανόητο να ασχολούμαστε με το αν θα φορέσει το νυφικό (και τις ζαρτιέρες, ε; ε;) ο Μπάμπης ή ο Μήτσος. Αλλά όμως οι πουστάρες δε λέγονται "Μπαμπης" και "Μήτσος", ούτε καν "Γιώργος". Λέγονται "Τριαντάφυλλος", "Κριτίας", "Χρυσοβαλάντης", "Γαρύφαλλος", "Άγγελος", "Ιάκωβος" και "Ερμής": παπαδοπαίδια, παρενδυτικοί μπατζάκες και χαϊδεμένα θηλυπρεπή αγοράκια υπερπροστατευτικών οικογενειών, χωμένα στα φουστάνια της μάνας τους (χωρίς να μπορούν να εκτιμήσουνε τη θέα)· μικρόψωλοι μοναχογιοί, αλλά νάρκισσοι, νευρωτικοί και ανασφαλείς. Άλλοι υπερβολικά ωραίοι, άλλοι γλοιωδώς άσχημοι. Τα ξέρω αυτά καλά γιατί ποτέ δεν αρνήθηκα τη φιλία καμμιάς πουστάρας.

Δύο:

Διάβασα το κείμενο. Δεν θα πω "α, Ελλάδα", "Μπαλκάνια" κτλ. Έχω διαβάσει παρόμοια κείμενα στα αγγλικά, και όχι μόνο από Αμερικάνους αλλά και από πάντοτε ψύχραιμους Βρετανούς, ψύχραιμους ακόμα και στην ανέμελη προθυμία τους να αρνηθούν και να στερήσουν δικαιώματα άλλων στο όνομα αρχών. Έχω διαβάσει παρόμοια κείμενα στα γαλλικά, από αιωνίως πατερναλιστές κατ' όνομα κοσμικούς αλλά κρυπτοκαθολικούς ουνιβερσαλιστές. Άλλες γλώσσες δεν ξέρω. Ξέρω ότι το κείμενο δεν αποτυπώνει κάποια ελληνική νόσο, αλλά τον βρωμερό κόσμο που έρχεται: μια νέα αποικιοκρατία ενισχυμένη με φεουδαρχικά ήθη. Εντάξει, όχι τόσο πρόστυχα γραμμένα κείμενα, ίσως. Αλλά le style c'est l'homme même.

Τρία:

[Αναίρεση των θέσεων μία προς μία. Ως άσκηση υπομονής. Δυστυχώς όμως γράφω και διαβάζω πάντοτε με γνώμονα τον θάνατο: πόση ζωή αξίζει να ροκανίσω για να διαβάσω ή να γράψω αυτό που λέω να διαβάσω ή να γράψω; κι αν τη ροκανίσω, θα περάσω καλά; θα ωφεληθώ; θα ωφεληθεί κανείς;]

GatheRate

Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2013

Always crashing in the same car



Ίσως αυτό που τώρα θέλω να πω να το έχω ξαναπεί εδώ, όταν είπα ότι η Αριστερά πρέπει να θέσει την ατζέντα της δημόσιας συζήτησης, ή κι εδώ, όταν μίλησα για τον παφλασμό των σοσιαλμήντια και τις εφήμερες κορφές των κυμάτων τους.

Υπάρχουνε διάφορα σοβαρά, θανατερά δηλαδή, θέματα στην επικαιρότητα: η ολοκληρωτική καταστροφή της δημόσιας Υγείας, το τέλος της Παιδείας, οι αποσιωπημένοι αυτόχειρες, η ανεργία και η ανέχεια που γίνεται πείνα, το βάθεμα της πολιτικής και οικονομικής υποτέλειας, η συμμαχία παρανοϊκών και ημιφασιστών που κυβερνάει την χώρα. Και μπαίνεις κάθε μέρα στο διαδίκτυο (δε μιλάω για τους περίκλειστους χώρους, όσο ευρείς και αν τους έχει φράξει ο καθένας, των σοσιαλμήντια) και κάθε μέρα διαβάζεις κάτι το οποίο αναπαράγεται και σχολιάζεται μέχρι λιποθυμίας. Ο Τατσόπουλος. Η Βανδή, ο Κωστόπουλος. Αύριο κάτι άλλο. Όπως κάναμε και στα 2005, όπως γινόταν στα 1995 και από καταβολής Τσάο Αντέννα και Μπράβο Ρούλα. Συνεχίζουμε το παραζαλισμένο τρέκλισμά μας κουτουλώντας από στύλο σε ντουβάρι, από ντουβάρι σε φράχτη, από ευτέλεια σε ανοησία. Και μετά ξεχνάμε. Τα πάντα. Όλα γίνονται αφρός και σκάζουν. Μόνο που, βεβαίως, τώρα πια καιγόμαστε κανονικά. Οι περισσότεροι από εμάς, τουλάχιστον.

Και κάτι άλλο, στο πνεύμα του Μαραγκόπουλου και του Τσαλαπάτη: μέρος του παφλασμού που μας παρασέρνει μακριά από το καίριο και το αναπόδραστο, άρα το πραγματικά πολιτικό, δημιουργείται από τη γεννήτρια που ακόμη καταχρηστικώς αποκαλείται "διανοούμενοι", από τους καθεστωτικούς και οργανικούς παραγωγούς λόγου: γραφιάδες, σχολιαστές, δημοσιογράφους. Προτείνω λοιπόν να τους παύσουμε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο: με το να πάψουμε να σχολιάζουμε ό,τι και αν παραγάγουν, όσο φρικώδες, ανάλγητο, διεστραμμένο ή στρεψόδικο, όσο ψευδές, αρχοντοχωριάτικο, αμαθές και καραμπλαζέ κι αν είναι. Στο κάτω κάτω, ή βρίσκονται εκτός πραγματικότητας ή, όπως λέει και η φαρμακερή λατινογενής εγγλέζικη λέξη, είναι απολύτως meretricious.

Κάποιοι λοιπόν από αυτούς ζούνε σε ένα ψευδοπλατωνικό σύμπαν όπου η κατ' όνομα δημοκρατία μας αποτελεί την απόλυτα ισορροπημένη λύση στο πολιτειακό και πολιτικό πρόβλημα, δηλαδή στη συνύπαρξη προσωπικού και συλλογικού, στην ισορροπία πυκνού πλούτου και αχανούς ανέχειας. Η ιδεατή αυτή δημοκρατία, που δεν είχε ούτε Καραμανλή (Κωνσταντίνο και Κώστα), ούτε Παπανδρέου (Γεώργιο, Αντρέα, Γιώργο), ούτε ξερονήσια, ούτε Μελίστα, μας γλύτωσε από τη βία της κομμουνιστικής αριστεράς και την απέραντη γκρίζα καφρίλα του υπαρκτού σοσιαλισμού. Παραμένουν εγκλωβισμένοι σε έναν κόσμο μικρών προνομίων και ιδανικής δημοκρατίας, μιας ιδεατής μεσότητος που μετεωρίζεται αναλλοίωτη και semper eadem, μιας εξιδανίκευσης του πολιτεύματος που είχαμε από το 1975 έως το 2010, μείον τον εθνικισμό, μείον την εκμετάλλευση, μείον τη διαφθορά και την οικογενειοκρατία, μείον τη σεμνή καταστολή κτλ. Γι' αυτούς σημασία έχει να περισωθεί το πολιτικό status quo, παρότι στον πραγματικό κόσμο το status quo πάει βαρίδι προς τον βυθό του αυταρχισμού, καταβυθιζόμενο μέσα από εξαθλίωση, νόμιμη βία και θάνατο. Έχουνε το ακαταλόγιστο μέσα στη βαθιά φονική αβελτηρία τους.

Οι υπόλοιποι παραγωγοί λόγου έχουνε προ πολλού αντιληφθεί πού βρίσκονται τα συμφέροντά τους: με τη νομιμότητα, απ' όπου και αν προέρχεται (ναι, βαρειά κουβέντα). Έχουν επιλέξει λοιπόν να υπηρετήσουν τα συμφέροντά τους όπως μπορούν. Άλλωστε, η οικονομική, η επαγγελματική και (ενίοτε) η πολιτική τους επιβίωση και ευποιία ταυτίζονται με αυτήν. Σχολιάζοντάς τους είναι σαν να σχολιάζει κανείς τα επίσημα ανακοινωθέντα ενός αποφασισμένου, ρωμαλέου και αγέρωχου εισβολέα: δεν έχει κανένα απολύτως νόημα.

Τέλος, ας τελειώνουμε με το ακοίμητο βουητό πολιτικού σχολιασμού στα σοσιαλμήντια. Δε χρειάζεται άλλος σχολιασμός. Δεν πρόκειται να ξεμπροστιαστεί τίποτα και κανένας πια, πέρα από όσο ξεμπροστιάστηκε ο φονικός θίασος που κυβερνάει σε όσους έχει ξεμπροστιαστεί μέχρι στιγμής. Πέρασαν τρία χρόνια, παιδιά: δεν πρόκειται να κεντρίσετε τη συνείδηση της ΔΗΜΑΡ, ή άλλων καλών πασόκων, ή των καραμανλικών και κεντροδεξιών βουλευτών. Όπως δείχνει και η πορεία προς τον γκρεμό του ρεπουμπλικανικού κόμματος στις ΗΠΑ, δεν κυβερνούν οι πλειοψηφίες: οι πλειοψηφίες ακολουθούν δυναμικές ελίτ είτε ψηφίζοντας γι' αυτές είτε σιωπώντας εμπρός στη δράση τους. Κι αυτή τη στιγμή, η πιο δυναμική ομάδα στην Ελλάδα, μετά την προσωρινή κατάδεση της ναζιστικής συμμορίας στη ρηχή της άβυσσο, είναι η ομάδα που περιστοιχίζει τον πρωθυπουργό. Άρα συνεχίζουμε γραμμή την πορεία του καϊκιού μας, ακολουθώντας την περιδίνηση μέσα στο μάελστρομ. Μέχρι να μας καταπιεί η δίνη και να ακουστεί μονομιάς ο κραταιός τριγμός των ξύλων που θα σπάζουν σαν πολλά κόκκαλα μαζί. Μέχρι να ολοκληρωθεί η μετατροπή της χώρας σε ένα, απέραντο, ενιαίο ερείπιο προς ιδιωτικοποίηση και τουριστική περιδιάβαση.

Δε θα προκαλέσετε εκλογές σχολιάζοντας στο facebook -- πιο φιλόδοξους στόχους δεν τους πιάνω καν στο στόμα μου.

Η λύση είναι γενική απεργία διαρκείας.

GatheRate

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

Σώματα

και πάλι του Κάπα Κάπα Μοίρη, αλλά ντιπ για ντιπ λοξά όμως


Μου γράφει ένας φίλος ότι έχει ενοχές που ψωλοβαράει: που ζει κι επιθυμεί και καυλώνει. Ένας άλλος που έχει δουλειά και φαΐ να φάει μέσα στην ανέχεια και στην εξαθλίωση των άλλων. Ένας τρίτος ντρέπεται που πρόλαβε με υποτροφίες και κάτι οικογενειακές οικονομίες να ταξιδέψει και να δει τρεις τόπους και να γνωρίσει πέντε ανθρώπους πέρα από τη χώρα που ορίζει η εμβέλεια της κάθε Τατιάνας. Άλλους τους τυραννάει η αρρώστια, σε μια χώρα που δεν τολμάς να μην είσαι υγιής.

Τι να απαντήσεις. Σε μια κοινωνία που το σώμα βρίσκεται επιμελώς φυλαγμένο μαζί με τα κυριακάτικα ρούχα και τις γιορτινές φορεσιές, είμαστε όλοι λίγο-πολύ ασώματοι και αποπνευματωμένοι. Την ολοκληρωτική αποπνευμάτωση τη φέρνει ο τρόπος των σοσιαλμήντια, μέσα στα οποία νομίζουμε ότι υπάρχουμε ολόκληροι, αλλά ωστόσο βρισκόμαστε σε αυτά τόσο όσο σε ένα τηλεγράφημα, ένα τηλεφώνημα, ένα γράμμα: ως ίσκιοι και φαντάσματα.

Πρέπει να επαναδιεκδικήσουμε το σώμα μας. Σοβαρά. Το σώμα που πεινάει και κρυώνει κι επιθυμεί κι εκστασιάζεται, που αρρωσταίνει και πάσχει όταν θλίβεται η ψυχή μας, όταν βουίζει ο νους, όταν αμφιταλαντεύεται η επιθυμία. Έτσι είναι. Πρώτα σε πείθουν ότι δε χρειάζεσαι το σώμα σου, ότι είσαι κάτι άλλο από το σώμα, λες και δεν είναι το σώμα η έδρα του νου, μετά σε πείθουν να μη σε απασχολεί η αυτοδιάθεσή σου, να εκχωρήσεις τους τίτλους ιδιοκτησίας του σώματός σου (που εν μέρει είναι η ταυτότητά σου) σε κάποιον άλλο. Στο τέλος ντρέπεσαι που δεν είσαι άυλος, που δεν είσαι δύναμη, εξουσία, κυριότητα, θρόνος, χερουβείμ, σεραφείμ. Όσοι θέλουνε να κυβερνήσουν τον κόσμο, προσπαθούν (με ενοχές ή αλλιώς) να πείσουν όσους θα μπορούσαν να τους αντιταχθούν ότι κατ' αρχάς θα έπρεπε να είσαι ασώματοι και άυλοι. Είναι μια πολύ καλή μέθοδος να εξουδετερώνεις τον άλλο. Αποδεδειγμένα.

Είναι μοναχική αυτή η πτήση. Δεν μπορείς να χρησιμοποιείς πρόχειρα το ανάγλυφο που ορίζεται από το τι λεν οι άλλοι, από το κοντό και το μακρύ του καθενός, για να προσανατολιστείς. Χρειάζεσαι τρία τέσσερα σημεία αναφοράς (πολλοί τα λένε φίλους) για να κάνεις τα τριγωνομετρικά σου, να χαράξεις τις πορείες σου, να ξέρεις από πού έρχεσαι, πού πας και -- κυρίως -- πού βρίσκεται ο ορίζοντας. Γιατί αν χάσεις τον ορίζοντα, ίλιγγος και περιδίνηση, αναδίπλωση μέσα στην ενδοσκόπηση. Και απώλεια στήριξης. Όμως άμα μάθεις να πετάς καλά και έχεις και γυροσκόπια, που δεν κοιτούν τι υπάρχει από κάτω, αλλά σε κρατάνε σταθερό και προσανατολισμένο με την περιστροφή τους, ε, πας μέχρι και σε τροχιά για να βλέπεις τον ήλιο να ανατέλλει 50 και 100 φορές και να δύει άλλες τόσες.

Όμως για όλα αυτά χρειάζεσαι σώμα. Τουλάχιστον το δικό σου. Και να μην αφήνεις να σε κάνουν να ντραπείς που κρυώνει και πεινάει κι αρρωσταίνει και χέζει. Που επιθυμεί και σκέφτεται και σκιρτά. Που χορεύει και στοχάζεται κι αγαπάει.

Η μάχη για τον κόσμο ξεκινάει με την ανακατάληψη του σώματος. Στο σώμα είναι η χαρά. Από το σώμα είναι η ελευθερία.

GatheRate

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

Ζώδιο της κρύας θαμπής φωτιάς

Γιατί χτυπάνε καμπάνες μέσα στο ήσυχο και νυσταλέο βράδυ της Δευτέρας, ενώ οι πιο πολλοί έχουνε πέσει στο κρεβάτι, μάλλον για να κοιμηθούνε; Γιατί αντηχεί ο θολός σκοτεινός ουρανός πάνω από την πόλη σαν για Μεγάλη Ανάσταση; Γιατί έφεραν ζεστά ντυμένοι τα ζεστά ντυμένα παιδιά τους να τραγουδήσουνε και να κοιτάζουνε φωτιές μέσα στο κρύο, στη μισοφωτισμένη νύχτα που κάνει το λιθόστρωτο να γυαλίζει;

Μετά οι καμπάνες σβήνουνε μέσα στην πηχτή νύχτα. Σαν να ήταν απλώς και μόνο κάποιος από μεθυσμένη παρέα που απομακρύνεται από κάτω από το παράθυρό σου και χώνεται μέσα στους φιδωτούς δρόμους για να προλάβει να κλειδώσει τη ζάλη του πίσω από μια πόρτα, κάπου ζεστά, δίπλα σε ένα ωραίο κορμί που μυρίζει όπως μυρίζουν τα ωραία κορμιά.

Είμαι εν μέρει φτιαγμένος από κρύο, εν μέρει φτιαγμένος για το κρύο. Στο κρύο περπατάω πιο ανάλαφρα, σκέφτομαι πιο μακριά, μεριμνώ ελαφρύτερα, ξέρω περισσότερα, βλέπω πιο μακριά, μιλάω λιγότερο και λέω πιο πολλά, αντέχω και λαγνεύομαι υπόκωφα, χωρίς εξάρσεις. Δώσε μου φως και κρύο. Όχι ήλιο. Όχι αυτό το κυκλοδίωκτο στοιχειό που καίει τα χρώματα και που κάνει τα χώματα τα σώματα να ιδρώνουν, που καίει μυαλά και μάτια. Που στεγνώνει κάθε ζωή. Δεν έχω ανάγκη τον πούστη τον ήλιο, τον ψεύτη τον ήλιο, καίω από μόνος μου όταν πρέπει. Καίω. Μπορώ να ζεστάνω εγώ. Τοπική θέρμη, όπως τοπικό χρώμα. Ιδιωτικό. Αποκλειστικό. Για λίγο ή για πάντα. Δεν τον θέλω τον ήλιο σας. Αφήστε μου λοξό φως. Αφήστε μου τοπικό χρώμα: αυτό που κάνει το θέναρ σάρκα και το ρόδο άνθος, αυτό που διακρίνει βλέμμα από βλέμμα και ίσκιο από σκιά. Αφήστε μου το φως που γνωρίζω από τις κουρτίνες που το κρύβουν και τα σύννεφα που το σκορπίζουν απλόχερα. Μπορώ κι εγώ να φωτίσω, αχνά και για λίγο, αλλά μπορώ. Κι ας είναι ωχροπράσινο το δέρμα μου το χειμώνα, κι ας είναι, λεν, η όψη μου φτιαγμένη για τα καλοκαίρια που ανάξιοι και περιδεείς προσκυνάτε, σαν τρεμάμενοι θρησκόληπτοι, κυνηγώντας τα για δυο βδομάδες και πέντε μέρες στις ξέρες και στη σκόνη. Μακριά η σκόνη, θα έχω όση σκόνη θέλω μέσα στο στόμα, μέσα στο κρανίο, ανάμεσα στα δυνατά μου πόδια όταν πεθάνω. Τώρα δώσε μου κρύο. Θα καίει το κορμί μου, δεν πειράζει, όσο είναι ζωντανό. Θα πυρώνει η σκέψη και η επιθυμία και η βούληση και η συμπόνοια, όσο ζει και νήπτει ο νους. Όσο ζω θα καίω.

Κρύψτε τον ήλιο. Είναι ωραία η νύχτα. Η νύχτα δεν είναι μαύρη, είναι βαθιά γαλάζια. Η νύχτα μας αγκαλιάζει και μας σκεπάζει, μας κοιτάζει ακροπατώντας ή ανεπαίσθητα γυρνώντας πλευρό. Μας μυρίζει.

Φωτογραφία: Mathilda Eberhard

GatheRate

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013

Η κεφαλή της Μέδουσας



Όταν κοιτάμε τον καθρέφτη τι βλέπουμε; Κοιτάμε στον καθρέφτη γιατί μας προστατεύει.

Τους ανθρώπους δε μας τυραννάει απλώς και μόνο ο θάνατος. Μας βασανίζει κάθε τι το αναπόδραστο και μας τρελαίνει ό,τι είναι αμετάκλητο. Ό,τι κι αν είναι. Μας βασανίζει άπαξ και το θεωρήσουμε αναπόδραστο, άπαξ και μας φανεί αμετάκλητο. Αλλά τελικά το μόνο αμετάκλητο είναι ο θάνατος. Δηλητηριάζουμε τη ζωή μας θεωρώντας ότι ένα σωρό άλλα πράγματα είναι αναπόδραστα και αφηνόμαστε να μας κατασπαράξουν ή να μας διαβρώσουν. Δηλητηριάζουμε τη ζωή μας νομίζοντας ότι τόσα και τόσα είναι αμετάκλητα: τα περνάμε για θάνατο και γι' αυτό παραλύουμε.



Αυτό που μας βασανίζει είναι συνήθως και αυτό που βλέπουμε στους άλλους. Το βλέπεις συνέχεια. Όχι, δεν προβάλλουμε στους άλλους αυτό που έχουμε μέσα μας, όχι: προβάλλουμε ό,τι μας βασανίζει. Η περιφερειακή μας όραση θα τσιμπήσει αυτό που μας τρώει καθώς θα κινείται και θα στρέψει τη ματιά μας προς τα εκεί. Γι' αυτό πρέπει να ακούμε προσεκτικά τι μας λένε οι άλλοι, ακόμα και όταν φλυαρούν -- ιδίως τότε. Γι' αυτό πρέπει να ακούμε προσεκτικά τον εαυτό μας.


Mural: Breathe 

Γνώρισα ανθρώπους που ασπαστήκανε θρησκείες στα πενήντα τους, έγιναν νεοφώτιστοι στη μέση  ηλικία. Έπιασαν κι επανερμήνευσαν τον κόσμο από την αρχή -- γιατί κάθε ζωή είναι κόσμος: δεν είναι αφήγηση, είναι κόσμος. Ξαναδίνουν νόημα έτσι σε ολόκληρη την ιστορία του κόσμου, του έξω και του ένδον τους: υπάρχει κάπου κάποια δοξασία που σε πάει κάπου έξω από τον κόσμο, υπάρχει σε κάποια γωνιά αυτού του πλανητάκου μια δεισιδαιμονία που αντανακλά την άπειρη παρουσία. Την άπειρη παρουσία που ενδιαφέρεται γι' αυτούς και για εσάς και για όλους. Μέσα από υφάσματα και πέτρες και φωνές και λιβάνια. Κι ίσως και τίποτε γυαλιά χρωματισμένα στα παράθυρα, μέσα από τα οποία περνάει η αιώνια μεταφορά: το φως.

Γνώρισα ανθρώπους που θέλησαν να αυτοπροσδιοριστούν μέσα από τον έρωτα αλλά ο έρωτας είναι άτιμος και απείθαρχος: τον ψάχνεις και λανθάνει, θες να τον αφήσεις να σε προσδιορίσει και αρνείται έστω και να σου γρατσουνίσει τον καρπό. Τον πιστεύεις, του ανάβεις θυμίαμα και μετά τον λησμονείς. Από την άλλη, θες να σε αφήσει ήσυχο και σε αφανίζει με άνεση κι ευκολία, με κάθε ανεμελιά, μια κι έξω και για πάντα και ενίοτε αμετάκλητα. Θες να σιωπήσει αλλά γίνεται σάλπιγγα και τύμπανο και η θάλασσα που ποτέ δεν ησυχάζει. Και αν ποτέ σιωπήσει, και αν ποτέ σου δώσει αυτό που θες, και αν κάποτε σου πει για μια μικρή γωνιά του εαυτούλη σου όπου αντανακλάται η τρομερή λάμψη της ύπαρξης, η ακτινοβολία μέλανος σώματος, δηλαδή της πάμφωτης αβύσσου μέσα σου, δεν ξέρεις και τι να κάνεις με αυτό που σου έδωσε ο έρωτας. Το κλείνεις στο χέρι, χαμογελάς, ακούς την ωραία σιωπή και την απόγευση· λες "είμαι πλούσιος". Ο έρωτας σου έχτισε ακόμα έναν τόπο μέσα στον κόσμο μέσα σου, μια νέα βασιλεία. Είσαι πλούσιος.

Γνώρισα ανθρώπους που αφοσιώθηκαν στην ακινησία. Ή μάλλον, στη φρεναπάτη της ακινησίας. Γιατί τίποτε δεν είναι ακίνητο. Μπορεί απλώς να πέφτει και να λες "α, ακινητεί". Πάντως ακίνητο δεν είναι. Αυτοί λοιπόν δόθηκαν στην ακινησία, άφησαν τον κόσμο να ταξιδέψει όσο θέλει, να πάει όσο μακριά μπορεί, βέβαιοι ότι πάλι σ' εκείνους θα επιστρέψει. Δεν πήραν θέση, δεν εξέφρασαν γνώμη, δεν κράτησαν στάση. Μπορεί και να ένιωσαν πως αυτό που έχουνε μέσα τους, ο κόσμος που είναι η κάθε ζωή, είναι πιο απέραντος από τον κόσμο γύρω τους. Ίσως να φρονούν ότι ο ένδον κόσμος ο δικός τους είναι μυθικότερος και με πιο φωτεινούς πλανήτες και λαμπρότερους ήλιους και απαλότερους γαλαξίες χυμένους πάνω στον δικό τους κατασκότεινο ουρανό, μυθικότερος από του φτωχού, από του κουτού, από του ανάπηρου, από του άλλου.

Αλλά ο κόσμος σου υπάρχει επειδή υπάρχουν κι άλλοι κόσμοι.

GatheRate

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2013

Fearful (a)symmetry

Ενημερώθηκα καθυστερημένα για το φονικό, άνοιξα να διαβάσω. Από κάτω από την είδηση, το in.gr μας ενημερώνει για τον φόνο του αρχηγού των Ταλιμπάν, που μέχρι να τον πετύχουνε τα μη-επανδρωμένα των αμερικάνων ξεκλήρισαν τουλάχιστον 4-5 χωριά αθώους ανθρώπους.

Μετά διάβασα τις αναμενόμενες αντιδράσεις των ελληνικών μέσων και διαφόρων δημοσίων φωνών. Κάποιες είναι δόλιες, όπως του πιστού φύλακα και πρωτοασηκρήτις της πρωθυπουργικής φασίζουσας ιδεολογίας, κάποιες αφελείς. Μόνον που οι αφελείς ωφείλουν να σιωπούν όταν η αβελτηρία τους μπορεί να εξυπηρετήσει δόλιους σκοπούς, έστω και ακουσίως.

Ο Παύλος Φύσσας βρήκε το αντίρροπο βάρος λοιπόν, για να έρθει να ισιώσει το καντάρι. Να αποκτήσει συμμετρία η θεωρία.

Καμένο Ράιχσταγκ μού μυρίζει. Το έχω ξαναπεί: ο Σαμαράς θα μας καταστήσει αποικία χρέους και Νότια Βουλγαρία (από τη Νότια Δανία στη Νότια Βουλγαρία σε λιγότερο από πέντε χρόνια) για να μη σφάζονται οι αναρχικοί με τους φασίστες στους δρόμους. Ή κάτι τέτοιο. Έχει ξαναπαρασταθεί το έργο με επιτυχία.

Μου μυρίζει Κόκκινη Προβιά. Την επεξεργάζονται. Και όταν επεξεργάζονται τα τομάρια για να φτιάξουνε δέρματα, τα υλικά είναι τοξικά. Και ζέχνουν ανυπόφορα και τοξικά για χιλιόμετρα και για πολύ καιρό.

Τη φωτογραφία την ανάρτησε ο Akis Gavriilidis στο φέισμπουκ.


GatheRate

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

Γνώρισα και ευτυχισμένους Έλληνες

Ο πατέρας μου όταν μίλαγε με τη μητέρα μου δεν έλεγε "ο πατέρας μου" ή "η μητέρα μου", έλεγε "ο πεθερός σου" και "η πεθερά σου".

Ο πατέρας μου μυστικά ζήλευε την ΕΣΣΔ για έναν κυρίως λόγο: διάλεγε, λέει, το Κράτος τα παιδιά ανάλογα με τα ταλέντα τους και τα σπούδαζε δωρεάν. Ο πατέρας μου δε σπούδασε γιατί ο πατέρας του, ο παππούς μου, είχε χρήματα να σπουδάσει μόνον ένα παιδί. Η μητέρα μου δε σπούδασε γιατί ο πατέρας της, ο παππούς μου, δεν ήθελε να πάει στην πόλη και να γίνει πουτάνα η κόρη του.

Ο πατέρας μου αντιπαθούσε την ΕΣΣΔ: την αχρωμία και τον ολοκληρωτισμό. Διάβαζε βιβλία για το πώς το ΚΚΣΕ πρόδωσε τον κομμουνισμό και τις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού. Μετά βγήκε ο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ για δεύτερη φορά, ο πατέρας μου σταμάτησε να ακούει μουσική, να διαβάζει βιβλία, να βλέπει ταινίες του Μπέργκμαν και του Κουροσάβα που του σύστηνε ο φίλος του ο Μπακογιαννόπουλος, που τον έπαιζε και η τηλεόραση.

Μια μέρα κρυφάκουσα. Είπε στην κουζίνα ο πατέρας μου στον πατέρα του: "αν ο εγγονός σου μεγάλωνε στην Κομμούνα, θα τον σπούδαζε το κράτος". Όχι ο γιος του, παρά ο εγγονός του πατέρα του. Γιατί ο πατέρας μου δεν ήξερε αν θα έχει χρήματα να σπουδάσει τον γιο του. Όταν ήρθε η ώρα, δεν είχε. Αλλά τελικά τον εγγονό του πατέρα του τον σπούδασε το κράτος.

Ο παππούς μου πίστευε στον κομμουνισμό αλλά δεν τα πήγαινε καλά με το ΚΚΕ. Έλεγε κάτι για τον Πλουμπίδη. Τον Δεκέμβρη του 1944 τον θεωρούσε έγκλημα του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού, του αντιβασιλέως. Ο παππούς μου όμως κλονίστηκε με τον Γιαρουζέλσκι. Όταν πια έμαθε το 1989 για το έγκλημα στο Κατίν αποκήρυξε τον κομμουνισμό: "χίμαιρα ήταν". Μετά οχτώ χρόνια πέθανε.

Μεταξύ Γιαρουζέλσκι και 1989, ο παππούς μου μου αγόραζε βιβλία Σοβιετικών μεταφρασμένα στα ελληνικά. Ένα λεγόταν "Ένα καταπληκτικό αγόρι", μετάφραση Ζωρζ Σαρρή, η ιστορία του Σέργιου Δοχίεβιτς, που είναι ένα ανδροειδές-ρέπλικα και ζει στον σοβιετικό πρώιμο 21ο αιώνα της υψηλής τεχνολογίας. Ένα άλλο, δε θυμάμαι, κάποιου Ιβάν Ίλιν νομίζω, με έκανε να ενδιαφερθώ πολύ για την επιστήμη. Μέχρι σήμερα.

Εγώ διάβαζα για την ΕΣΣΔ. Η σκυθρωπή αχρωμία και ο ολοκληρωτισμός της με απωθούσαν. Κρυφάκουγα ιστορίες, οι γονείς μου δεν ήθελαν να είμαι αρνητικά προκατειλημμένος ούτε απέναντι στους Αμερικάνους, ούτε απέναντι στους Ρώσους. Ο Ριζοσπάστης ήτανε σαν τον Σωτήρα, σαν τη Φωνή Κυρίου: πίστευε και μη ερεύνα, που έλεγαν οι γριούλες. Κρυφάκουγα ιστορίες ότι οι ρωσίδες παιρνόντουσαν για ένα τζιν κι ένα ζευγάρι νάυλον κάλτσες από τους προνοητικούς και εφοδιασμένους τουρίστες που περιηγούνταν την ΕΣΣΔ με την Ιντουρίστ. Στην Κατερίνη το '82 οι Πολωνοί πούλαγαν οικοσκευές ολόκληρες (ακόμα έχω το μπουφάν κάποιου Πολωνού, τουπίκλην "πολωνέζα": ραμμένο για -10 βαθμούς και κάτω) αν πλήρωνες σε δολάρια. Όταν ήρθε από την Τασκένδη ο θείος ο Γιακούλης το '83, δεύτερος ξάδερφος της μάνας μου, κοίταγε τα ψυγεία στο χωριό με δέος που αρμόζει στον πιθηκάνθρωπο που ατενίζει τον μονόλιθο του 2001.

Αλλά ήτανε, λέει, καλύτερα στην Κομμούνα παρά να είσαι μαύρος στην Αλαμπάμα και τον Μισσισσιπή. Ή από το να είσαι μη κομμουνιστής στην Άλμα Άτα και το Φρούνζε. Άλλωστε σε όλα τα καθεστώτα, ολοκληρωτικά, δημοκρατικά, χουντικά κι αμερικάνικα, μόνον όσοι δεν κάθονται στ' αυγά τους υποφέρουν. Κι εμείς, εμείς που δεν ξέρουμε και ποιοι είμαστε, έτσι κι αλλιώς ούτε Αμερική ούτε Ρωσία θέλαμε: Γαλλία, Αγγλία, Ιταλία και Σουηδέζες ξανθές κι εύκολες ζητάγαμε.

Το 2013 διαβάζω κείμενα στο φέισμπουκ, σε μπλογκ (δε λέω ποιων) και με τρόπο παλιομοδίτικο αναρωτιέμαι πώς γίνεται τέτοια κείμενα να δημοσιεύονται στα σοσιαλμήντια για να τα δουν πάνω κάτω μια χιλιάδα ζευγάρια μάτια. Πώς γίνεται, αναρωτιέμαι παλιομοδίτικα, να μην τυπώνονται σε εφημερίδες, ώστε να διαβαστούν από χιλιάδες. Μετά θυμάμαι τα σαμιζντάτ, που έβγαιναν στον πολύγραφο και ξύπναγαν συνειδήσεις (οι συνειδήσεις είναι σχεδόν εκ φύσεως ναρκοληπτικές: επιβιώνεις ευκολότερα έτσι).

Με τα σαμιζντάτ των σοσιαλμήντια θα απαλλαγούμε κι εμείς από την δυστοπία που ζούμε, με κάτι κείμενα που διαβάζουν μια χιλιάδα ζευγάρια μάτια -- αλλά το καθένα θα φτιάξει, λέει, κι από ένα συγκρότημα.

Το μόνο που θα με απασχολούσε αν είχα γιο θα ήτανε να του εξηγήσω πώς γίνεται στα 2013 να κυνηγάει τους τσιγγάνους η ωραία Ελλάς και να μαντρώνει στις Αμυγδαλέζες όσους δεν πνίγονται στο Αιγαίο και δεν ανατινάζονται στα ναρκοπέδια του Έβρου. Για όλα τα άλλα, κάτι θα βρω να πω -- όπως μου έλεγε ο παππούς για τον αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό.

GatheRate

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Η ζωή στο χωριό

Η απότομη, απείθαρχη κι επίμονη ροπή του πόθου και της επιθυμίας τιθασεύεται με το χαλινάρι της εκλογίκευσης. Η ομαλή κίνηση του επιχειρήματος ανακόπτεται με την κατραπακιά του ψυχολογισμού.


***




Επί οκταετία παρατηρώ την ανάγκη για καθαρότητα παντού, την οποία κατα καιρούς εκφράζουνε πολλοί εδώ μέσα, σ' αυτό το μικρό-χωριό-κακό-χωριό των σοσιαλμήντια. Επίσης παρακολουθώ το κόλλημα πολλών με την άκαμπτη και σιδηρά συνέπεια, πολλών που δεν αφήνουνε στους άλλους περιθώρια να χαλαρώσουν, να παίξουν ή να χαβαλεδιάσουν, να γίνουν αυθόρμητοι ή και προπετείς. Έχω τέλος κατά νου τη διαρκή και ανακυκλούμενη διερώτηση για τα ψυχολογικά κίνητρα των άλλων, που εκφράζεται και μέσα και έξω από τα σοσιαλμήντια: γιατί ο δείνα κινείται; γιατί ο τάδε γράφει (έτσι); γιατί ο χι ανεβάζει τέτοια; γιατί ο ψι ακκίζεται; γιατί ο λεγάμενος κοινοποιεί; Εντοπίζω επανειλημμένα την ετοιμότητα και προθυμία να βλέπουμε παντού φαυλότητα, μικροψυχία και χυδαιότητα, να φανταζόμαστε συμμορίες και κλίκες, συνωμοσίες και παράλληλες καμπάνιες. Συναντώ συχνά την ψευδοασκητική απαξίωση της πολύ ανθρώπινης ανάγκης για αποδοχή, μιας ανάγκης που συχνά λοιδωρείται ως "ναρκισσισμός".

 

Ο ναρκισσισμός είναι ψυχολογίστικη κι ηθικολογική αναλυτική κατηγορία, δεν εφαρμόζεται όταν μιλάμε για κοινωνικά φαινόμενα και κοινωνικές διαδικασίες. Το κρίσιμο χαρακτηριστικό των σοσιαλμήντια είναι η δυνατότητα αυτοέκδοσης (έστω και σε επίπεδο τσιτάτων, φατσουλών και γατοφωτογραφιών) και μιας κάποιας δημόσιας αυτοέκφρασης. Αυτό το χαρακτηριστικό τα καθορίζει και όχι τα όποια ψυχολογικά κίνητρα πίσω από την αυτοέκδοση και την αυτοέκφραση, λ.χ. ναρκισσισμός, υποκατάστατο ψυχοθεραπείας, μοναξιά, φιλοδοξίες (ακυρωμένες ή μη), ελαφρά μέθη, ζαβή μέρα στη δουλειά, πονόδοντος κτλ.



Επαναλαμβάνω: το "ναρκισσισμός", εκτός από ηθικολογικό κι απαξιωτικό, είναι και άκυρο σαν αναλυτική κατηγορία όταν ξεκινάμε να μιλήσουμε για κοινωνικές συμπεριφορές. Είναι σαν να περιγράφεις φαγητά με ζωγραφικούς όρους: ίσως έχει την πλάκα του, όμως ούτε σε βοηθάει να κατανοήσεις τίποτε ούτε, πολύ περισσότερο, ερμηνεύει τίποτα. Όποιος θέλει να ερμηνεύει συμπεριφορές εξ αποστάσεως και να ετάζει νεφρούς και καρδίας ενώ διαβάζει μαντικώς τοίχους στο φέισμπουκ ("μανή θεκέλ φάρες" κι έτσι), ας πάει να το σπουδάσει το πράγμα. Αλλιώς, καλό είναι να μην παίρνει κανείς ούτε το ίδιο το μέσο (τα σοσιαλμήντια) ούτε την ίδια του την εικόνα-περσόνα πολύ στα σοβαρά. Και εδώ όπως και στον έξω κόσμο ισχύει η συμβουλή να μη μας καταπίνει η σοβαροφάνεια, να μην παίρνουμε πολύ στα σοβαρά τον εαυτό μας: ας αφήσουμε τη δουλειά αυτή στους άλλους.



Η μομφή του ναρκισσισμού ή της "ανάγκης" δεν είναι η μόνη, βεβαίως. Άλλη δημοφιλής αναλυτική προσέγγιση της συμπεριφοράς του συντρόφου σοσιαλμηντιαζόμενου είναι ότι "ψάχνεται". Διότι, ως γνωστόν, στον κόσμο που ζούμε είναι ασύγγνωστο να ψάχνεσαι για γκόμενα ή γκόμενο. Είναι πολύ προτιμότερο να ερίζεις, να νιαουρίζεις, να πουλάς μυαλό κι ανωτερότητα, να κηρύσσεις από καθέδρας, να εκδίδεις auto-da-fé, να ψέγεις αμενσιότως, να περιφέρεις το τίποτα ή το κάτι σου. Αρκεί να μην ψάχνεσαι.


*** 




Ακόμα και τώρα, ιδίως τώρα, όσον αφορά τα ερωτικά μας ήθη, είμαστε ουσιαστικά παγιδευμένοι σε μια χαράδρα. Το ένα της τοίχωμα ορίζεται από την αγροτοποιμενική και πατριαρχική ευπρέπεια, την ιδιοκτησιακή αντίληψη της ερωτικής σχέσης, τη δήθεν υψηλοφροσύνη της στέρησης, το διαφέντεμα του γυναικείου κυρίως σώματος. Το απέναντι τοίχωμά της δεν είναι άλλο από την ελευθεριάζουσα ηθική των φαλλοκρατών αστών, που αποσκοπεί να εξασφαλίσει και τα ερωτικά προνόμια και τη χωρίς συνέπειες απόλαυση των (αστών) αντρών. Στη μέση της χαράδρας κυλάν ορμητικοί και γάργαροι οι γνωστοί μεγάλοι ιδεασμοί που ταυτίζουν έρωτα με αγάπη, οικογένεια με σχέση, έρωτα με σχέση, αξιοπρέπεια με αποχή κτλ. Ερωτική ελευθερία δεν έχει υπάρξει ακόμα: συνεχώς μας ζητάνε να επιλέξουμε διαζευτικά, να απαντάμε σε διλήμματα: είμαστε ακόμα στο είτε είτε.  Η ερωτική αυτοδιάθεση ανεξαρτήτως έκβασης (π.χ. συνειδητή αποχή, άρνηση σχέσης, διακριτική πολυγαμία, μονογαμική αφοσίωση -- ή ό,τι άλλο), κερδίζεται μόνον από όσους είναι διατεθειμένοι να σκαρφαλώσουν έξω από τη χαράδρα, ή να την περπατήσουνε μέχρι τη θάλασσα.

GatheRate

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2013

Επιτέλους σαράντα!

Στα 20 ήθελα να μάθω τον έρωτα, ήθελα να μάθω γενικώς.

Στα 30 ήμουν πια άντρας και ήθελα να είμαι ελεύθερος, ήθελα να γίνω ο εαυτός μου.

Απόψε που σαραντίζω ξέρω ότι είμαι πια ο εαυτός μου. Ξέρω δηλαδή και ότι ο εαυτός μας χτίζεται δυναμικά και διαλεκτικά -- και αδιάκοπα: μέσα από τη διαχείριση της εμπειρίας, μέσα από την έκπληξη, μέσα από ό,τι αναδύεται από τον βυθό του ασυνειδήτου, μέσα από πάθη και πείσματα αλλά και μέσα από "τα σκάγια και τα βέλη μοίρας εξωφρενικής".

Υγεία, καύλα και φτου ξελευθερία σε όλους.

GatheRate

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Αντρέι Ρουμπλιόφ


Διάβασα αυτό.

Είναι πια με σαφήνεια ιχνογραφημένο το τοπίο:

Η "θεωρία των δύο άκρων" παγιώνεται σε δόγμα πρακτικής πολιτικής σκέψης. Η ηθικολογία κάθε απόχρωσης καθορίζει πια την πολιτική αντίληψη και πρόσληψη όπως και την αυτοεικόνα μας, συλλογική αλλά και ατομική.

Η συμμαχία ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, τα ΜΜΕ, οι καθεστωτικοί γραφιάδες (δεν μπορώ να τους πω και 'διανοούμενους' πια) και οι εργολάβοι-εφοπλιστές εμφανίζουν τη μεγιστη δυνατή συσπείρωση. Όσοι νόμιζαν ότι θα συγκινηθεί κανείς από αυτούς (και δη οι γραφιάδες) από το θέαμα ριζικής ανθρωπιστικής καταστροφής που παρουσιάζει πλέον η χώρα, ήταν ή αφελείς ή ανιστόρητοι, μάλλον το δεύτερο.

Η προσφυγή στην αντιστασιακή βία, μαθαίνουμε, δεν προσιδιάζει στις δημοκρατίες. Αναρωτιέμαι αν πράγματι θεωρούν όσοι το λένε αυτό ότι στην Ελλάδα έχουμε πια δημοκρατία, και δη δημοκρατία πούρα και γρηγορούσα, στην οποία δε χωράν αντίσταση και βία.

Η εξαθλίωση είναι ικανή να κατεβάσει τον κόσμο στους δρόμους, όχι ο αυταρχισμός. Άλλωστε στην Ελλάδα ιστορικώς ο αυταρχισμός ταυτίζεται με την ασφάλεια. Εξαθλίωση παντού: κανονικά λοιπόν θα έπρεπε να είμαστε στον έκτο ή έβδομο μήνα ταραχών κι εξέγερσης. Αλλά τίποτα.

Και καταλαβαίνει κανείς (ξανά και ξανά και ξανά και ξανά) τι ρόλο βάραγε η ναζιστική συμμορία: "Την είχαν μόνο για τη συγκεκριμένη εκλογική αναμέτρηση (το πρώτο και πιο επικίνδυνο κύμα της λαϊκής οργής μετά το μνημονιακό πραξικόπημα), και για λίγους μήνες μετά, για να μην κεφαλαιοποιήσει ο ΣΥΡΙΖΑ την άνοδό του", λέει ο Γιαννόπουλος. Και γι' αυτό αλλά και για να πέσουν οι τιμές στο τετράπλευρο Ηπείρου-Λιοσίων-Κάλλαρη/Καραβία-Πατησίων. Και για να συγκεντρωθεί ο έλεγχος του υποκόσμου στα χέρια 'δικών μας παιδιών'. Και για να ξεκαθαρίσουν παντοειδείς λογαριασμοί. Και για να χτυπηθούν οι καταλήψεις, και η πολιτική αντικουλτούρα γενικά.

Για τα υπόλοιπα, και δη για τον παθητικό ρόλο της αριστεράς και για την ανάγκη της να μη στενοχωρήσει κανέναν, προτιμώ να μη μιλήσω. Υπάρχει άλλωστε και το πασίγνωστο κλισέ με τις καλές προθέσεις ως οδόστρωμα του δρόμου για την Κόλαση. Τουλάχιστον εκείνος ο δρόμος δεν είναι σαν τον Πάτρα-Κιάτο.

Κι όμως, πρέπει να συνεχίσουμε να ζωγραφίζουμε εικόνες και να φτιάχνουμε καμπάνες. Ιδίως τώρα.

GatheRate

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Αυτοδιάθεση

Μετά από τις τόσες αλλεπάλληλες ενηλικιώσεις, έρχεται και η ώρα της δεύτερης νεότητας: δεν μπορεί να γίνει αλλιώς.

Κατέβηκα στην παλιά πόλη με κοντομάνικο και ενιωσα την ψύχρα, ψύχρα για πρώτη φορά εδώ και μήνες. Κάθησα σ' ένα παγκάκι. Λίγο οι λιγοστοί διαβάτες α λα Ντε Κίρικο, το λιγοστό φως Ντελβώ -- ήτανε σαν μέσα σ' όνειρο. Κι όμως, λυκαυγές: η ζωή αρχίζει ξανά σε λίγο.

Δύο χρόνια πριν πέρναγα τη γέφυρα της Φρίντριχστράσε πάνω από τον Σπρέε τραγουδώντας, φάλτσα βεβαίως, έναν από τους προσωπικούς ύμνους μου. Ήξερα ότι ζούσα σ' ένα όνειρο, αλλά χαμογελούσα ούτως ή άλλως. Ήμουν ελεύθερος, ήμουν ευτυχισμένος, η ζωή ξανάρχιζε.

Το κρύο λειτούργησε ευεργετικά, που λένε. Λαμπεντούζα. Ουαλίντ Τάλεπ, ο άνθρωπος που αλυσόδεσαν και βασάνισαν ο φούρναρης της Σαλαμίνας και η παρέα του -- και τώρα απελαύνουν. Τα νέα που δεν κυκλοφορούν. Οι αδιάφοροι του Γκράμσι. Η χώρα που κάθε μέρα λιγοστεύει, αν και εδαφικώς πάντοτε ακέραια: δεν παραχωρήσαμε ούτε σπιθαμή κτλ. κτλ. κτλ.

Η πατρίδα μου είναι σάπια. Μυρίζει σαν ζωντανός σωρός σκατών και πύου. Η γάγγραινα του εθνικισμού και της μισαλλοδοξίας έχει μολύνει σχεδόν τα πάντα, έχει κακοφορμίσει εδώ και καιρό.

Ελευθερία. Αυτοδιάθεση. Λυκαυγές. Το κρύο ερεβώδες σκοτάδι (κνέφας το λέγαν οι αρχαίοι), πριν το λυκαυγές.


GatheRate

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2013

Έκθεση ιδεών

Το έτος είναι 1988. Ένα γειτονόπουλο μεγαλύτερό μου, που αργότερα έγινε νομικός (μαθαίνω ότι τώρα είναι δεσπότης ή πάει για δεσπότης), μου εξηγεί τη θεωρία του πέταλου: η άκρα δεξιά και η άκρα αριστερά είναι πολύ κοντά. Θυμάμαι ότι τότε μου είχε κάνει εντύπωση αυτή η ιδέα και μου είχε φανεί παράλογη: η άκρα δεξιά ήταν οι φασίστες που σκότωναν τον κόσμο και ήθελαν να φτιάξουν "ολοκληρωτικό καθεστώς" (που έλεγε ο μπαμπάς), ενώ η άκρα αριστερά είναι κάτι μουσάτοι με αμπέχωνα που μιλάνε συνέχεια για διαλεχτικό προτσές και στρουχτούρες και κολλάν αφίσες στα Εξάρχεια (θυμάμαι πώς γυάλιζε η φρέσκια κόλλα). Αυτά τα 1988.

Αργότερα, ένας μεγαλύτερος συμμαθητής μού εξήγησε τη θεωρία του εκκρεμούς: όσο πιο πολύ ταλαντώνεται προς τα αριστερά μια κοινωνία, τόσο πιο πολύ στα δεξιά θα επιστρέψει. Σαν εκκρεμές. Αυτά το 1990.

Γενιές Ελλήνων έχουμε μεγαλώσει με εκθέσεις ιδεών, με τις απλοϊκές ψευτοδιαλεκτικές αναλύσεις του Ευάγγελου Παπανούτσου. Έχουμε ντρεσαριστεί να σκεφτόμαστε επιφανειακά, σα φοιτητές της Σορβόννης επί σχολαστικισμού: με ναι μεν άλλα, με δράση και αντίδραση, με υπέρ και κατά, με cui prodest, με όπως το βλέπει κανείς. Έχουμε εκπαιδευτεί να θεωρούμε την κριτική 'στείρο αρνητισμό' και τον σχετικισμό μετριοπάθεια. Έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε όχι εκτός κοινωνικών συμφραζομένων αλλά με όρους και κοινωνικά συμφραζόμενα παρισινού αστού άντρα το 1962 που αναστοχάζεται τη μοιχεία και που σχεδιάζει να ζητήσει προαγωγή.

Μέσα από την Έκθεση έχουμε συνηθίσει να αναγνωρίζουμε μόνο μία ουσιώδη σύγκρουση στην ανθρώπινη Ιστορία: εκείνη μεταξύ ευδαιμονισμού, καταναλωτισμού, υλισμού από τη μια και Αξιών από την άλλη. Αυτό που η ύλη της Έκθεσης θεωρούσε κοινή λογική είναι υπεράνω επιστήμης, κριτικής: το δοκίμιο είναι πάνω από το επιστημονικό άρθρο, το χρονογράφημα μπορεί να περιχαρακώσει, να 'ψυχολογήσει' και να εκτονώσει το έργο τέχνης. Η Έκθεση δίδασκε ως άχρονες και διαχρονικές τις πρόσκαιρες αξίες μιας χούφτας γραφιάδων συναθροισμένων γύρω από τη Ζωή, τον Παρνασσό, την ΕΡΕ, την Ευθύνη, τη ΧΑΝ και τη Νέα Εστία.

Η πολιτική θεωρία της Έκθεσης είναι αυτή καθαυτή η επίμονη μεσότητα, η μεσότητα του Προκρούστη: συμβιβασμός χωρίς δικαιοσύνη, πατριωτισμός χωρίς κριτική, κοινωνική ειρήνη χωρίς αντικουλτούρα, δημοκρατία χωρίς ελευθερίες, δικαιώματα και υποχρεώσεις ανάμεσα στις οποίες δεν περιλαμβάνεται η προάσπιση των δικαιωμάτων.

Η ηθική της Έκθεσης είναι η συμμόρφωση και η υποταγή των νέων α λα Ηθικά Νικομάχεια, όπως τα ερμηνεύει ο Ράσελ:
This book (Nicomachean Ethics) appeals to the respectable middle-aged, and has been used by them, especially since the seventeenth century, to repress the ardours and enthusiasms of the young. But to a man with any depth of feeling it cannot but be repulsive.
Στον κόσμο που τροφοδοτεί την Έκθεση με έργα Παπανούτσου και Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, ενίοτε και Β. Φίλια για ξεκάρφωμα, η αριστοτέλεια ηθική είναι εμπλουτισμένη με τη φιλανθρωπία και τη χριστιανική αγάπη αραιωμένες μέσα στο πρόταγμα να είσαι αδέκαστος σε βαθμό που καθίστανται βουδιστική συμπόνοια. Να βοηθήσω χωρίς να αναμειχθώ, χωρίς να μεροληπτήσω. Να συνεισφέρω χωρίς να παρέμβω, σχεδόν με αναχωρητισμό. Να θυμάμαι ότι μια κακή ειρήνη είναι καλύτερη από έναν καλό πόλεμο, εκτός και εάν ο πόλεμος είναι εθνικοαπελευθερωτικός. Ο έρωτας είναι ιδανικό που τροφοδοτεί την ποίηση ώσπου να γίνει γάμος κι οικογένεια, άρα κι αυτός 'διαχρονική' αξία.

Η λύση για όλα στον κόσμο της έκθεσης είναι η παιδεία: η Έκθεση υπάρχει και αρθρώνεται στον κόσμο του αχαλίνωτου εμπειρισμού και τρέφεται από το δόγμα του μπιχεβιορισμού. Με άλλα λόγια, η λύση για όλα στον κόσμο της έκθεσης είναι η προπαγάνδα.

Το 2013 διαβάζουμε παντού εκθέσεις ιδεών. Ζούμε μέσα σε μια έκθεση ιδεών, ζούμε στον κόσμο της. Από τον επικίνδυνο Σακκά μέχρι τον ακίνδυνο Κασιδιάρη. Από τους συμψηφισμούς μέχρι τη ρητορική της στρεψοδικίας. Από τον Χορό λευκοφόρων με πινακιδίτσες 'όχι στη βία', στους αρουραίους που τρέφονται με το φαγητό των εξαθλιωμένων αστέγων μέσα στα σκουπίδια. Ζούμε στη ρητορική και ζούμε την εκποίηση. Ζούμε στον θρίαμβο της προπαγάνδας. Στην πλουσιότερη χώρα του κόσμου.

GatheRate

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

Chypre, douze points

Οκτώβριος στην Κύπρο. Την ημέρα ζέστη, τη νύχτα πάπλωμα. Υγρασία. Σύννεφα που συνεγείρονται και προσπερνάνε.

Πρώτη Οκτωβρίου. Εθνική επέτειος. Ανεξαρτησία της Κύπρου: Independence Day γράφει στα ημερολόγια. Υπογράφτηκε στις 15 Αυγούστου 1960. Η ανεξαρτησία του όμως εορτάζεται από το δικοινοτικό κυπριακό κράτος την 1η Οκτωβρίου, για να συμπίπτει με την Αγία Σκέπη, την εορτή του ορθόδοξου εορτολογίου που τιμά την προστασία που παρέσχε η Παναγία στο Βασίλειο των Ρωμαίων. Ρουμ λένε οι Τούρκοι της Κύπρου και όλοι οι άλλοι τους μη-ελλαδικούς Έλληνες. Η ανεξαρτησία της δικοινοτικής Κυπριακής Δημοκρατίας εορτάζεται με λαμπρή στρατιωτική παρέλαση στην άκρη της Λευκωσίας. Μόνο που η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει στρατό. Έτσι λοιπόν παρελαύνει η Εθνική Φρουρά, που όμως είναι κοινοτικό στράτευμα: οι Αρμένιοι, οι Καθολικοί και -- βεβαίως -- οι Τουρκοκύπριοι δεν υπηρετούν σε αυτή. Δίκαιο της Ανάγκης.

Φέτος δεν παρέλασαν τα άρματα μάχης και το πυροβολικό. Το ραδιόφωνο ενός διαπλεκόμενου συγκροτήματος σχολίασε ότι η κυβέρνηση λέει ότι το κάνει "λόγω κρίσης" αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για ακόμα μία ένδειξη ενδοτισμού. Ο ελληνικός κυπριακός λαός απεχθάνεται τον ενδοτισμό: η συμφωνία είναι ενδοτισμός, ο συμβιβασμός είναι ενδοτισμός, η συνεννόηση είναι ενδοτισμός, η επαναπροσέγγιση είναι ενδοτισμός, η συζήτηση είναι ενδοτισμός. Οι Τούρκοι στην Κύπρο υπήρξανε πάντοτε ανένδοτοι πάντως, αδιάλλακτοι, κάτι που ίσχυε και με το παραπάνω για τον Ραούφ Ντενκτάς, τον τελευταίο οθωμανό πασά. Ο ελληνικός κυπριακός λαός δεν έχει πάντως πολλές αντιρρήσεις να ενδώσει στις απαιτήσεις της τρόικας, αφού ζούσε πάνω από τις δυνάμεις του και θέλει να αποφύγει πάση θυσία αναταραχές και απεργίες ("μη γίνουμε σαν την Ελλάδα"), ούτε εντυπωσιάζεται με το άλμα 13 ποσοστιαίων μονάδων στην ανεργία. Εδώ επιβίωσαν από την εισβολή ("πόλεμο" τη λένε), σιγά την τρόικα. Άλλωστε, δε θα κρατήσει πολύ αυτή η κατάσταση, έτσι λέει ο κόσμος. Είναι και μια ευκαιρία να γίνει "ο Κυπραίος άνθρωπος", που είπε κι ένας "Κυπραίος".

Στο μεταξύ η Εκκλησία κάνει ό,τι μπορεί για το Έθνος. Νοικιάζει και γραφεία στο ΕΛΑΜ με χαμηλό ενοίκιο. Την επαύριο της δολοφονίας Φύσσα βγαίνει ο ντόπιος ναζί και λέει ότι το ΕΛΑΜ είναι η Χρυσή Αυγή της Κύπρου -- αλλά δεν έμαθα να κινήθηκε κανείς εναντίον του: μάλλον ακόμα εδώ δεν ανακάλυψαν τα μαχαιρώματα στο αντιρατσιστικό της Λάρνακας. Άλλωστε η 1η Απριλίου, επέτειος έναρξης του ένοπλου αγώνα της ΕΟΚΑ και εθνική γιορτή, τιμάται και με λαμπαδηφορία στο τέρμα της οποίας άλκιμοι νέοι ανάβουν τον βωμό της πατρίδoς: δεν είναι ντροπή να είσαι εθνικιστής. Αρκεί να πηγαίνεις από το πεζοδρόμιο όταν κάνεις πορείες, να μην κλείνεις τον δρόμο. Αρκεί να μη διδάσκεις στα παιδιά τη μητρική τους ελληνική ποικιλία μαζί με την επίσημη ελληνική -- μην τυχόν κι αφελληνιστούνε.

GatheRate

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Ερωτικές ταυτότητες

Διαβάζω τη βασανιστικά κακογραμμένη Νέα ερωτική αναρχία (1977): πρέπει κάποτε οι Γάλλοι να καταλάβουν ότι η μεταφορά δεν είναι επιχείρημα και να συνειδητοποιήσουν ότι οι ξεκάρφωτοι παραλληλισμοί, ο εκλεκτικισμός της ορολογίας και τα αχαλίνωτα ρητορικά γυρίσματα δε συνιστούν πραγμάτευση ενός θέματος. Τέλος πάντων, μια χαρά πορεύτηκαν κι οι Γάλλοι μέχρι εδώ, δε βαριέσαι.

Η Νέα ερωτική αναρχία (των Μπρυκνέρ και Φινκελκρώ) επιδιώκει να περάσει ένα βασικό μήνυμα: μην κολλάτε στα μηχανικά του σεξ. Το μήνυμα ήταν πράγματι ανατρεπτικό την εποχή της "σεξουαλικής απελευθέρωσης" που γράφτηκε το βιβλίο: εποχή της θριαμβεύουσας τσόντας, των κατηγοριοποιήσεων (κολπικές εκ δεξιών, κλειτοριδικές εξ ευωνύμων), των χρονομέτρων κι οργασμομέτρων, της ορθόδοξης (αλλά καθόλου ιεραποστολικής) ερμηνείας του Βίλχελμ Ράιχ, των εικονογραφημένων λεξικών με στάσεις, της κομματικά συντεταγμένης παρτούζας. Ήταν τελικά, κατά τους Μπρυκνέρ και Φινκελκρώ, εποχή της σεξουαλικής απελευθέρωσης των αντρών, που φόρτωνε τις γυναίκες ακόμη μια ντουζίνα άγχη και προσταγές. Το μήνυμα του βιβλίου "μην κολλάτε στα μηχανικά, μην αγχώνεστε με τον οργασμό, ζήτω οι ηδονές!" είναι ωστόσο πιο διαχρονικό από όσο φαίνεται.

Νομίζω ότι από τον καιρό του Κίνσεϋ το θέμα είναι λυμένο: είμαστε όλοι αμφισεξουαλικοί και όλοι πολυγαμικοί, σε διαφορετικό βαθμό βεβαίως ο καθένας. Επειδή ο καθένας μας είναι μοναδικός (όπως και να το δείτε το θέμα), συνέπεια της παραπάνω γενίκευσης είναι ότι υπάρχουν τόσοι σεξουαλικοί προσανατολισμοί όσοι και άνθρωποι. Το ίδιο ισχύει βεβαίως και για τις σεξουαλικές συμπεριφορές, που άλλωστε είναι και ζήτημα πολύ πιο σύνθετο: υπάρχουνε τόσες όσες και άνθρωποι. Ή και περισσότερες.

Η εποχή μας όμως είναι η εποχή του θριάμβου της διαμερισματοποίησης. Η συζήτηση για τη σεξουαλικότητα και τον έρωτα ξεκινάει με βάση ένα σύστημα θυρίδων: οι γυναίκες (πάντα ριγμένες) είναι τουλάχιστον στρέιτ, αμφισεξουαλικές και λεσβίες, λεσβίες δε τουλάχιστον τεσσάρων κατηγοριών: λεσβίες ενεργητικές, λεσβίες παθητικές, λεσβίες μπουτς, λεσβίες φαμ. Και τι να πει κανείς για τις αποχρώσεις της δεδηλωμένης αμφιφυλοφιλίας, για τις τρανς γυναίκες, για τους τρανς άντρες, για τη Σαχάρα της αντρικής ετεροφυλοφιλίας (φαινομενικά ενιαίας αλλά όλο εκπλήξεις στο ανάγλυφο), για την λινναιική ταξινομία που έχουν επιβάλει στον εαυτό τους (;;) οι γκέι άντρες κτλ. με τη θεολογική λεπτότητα των διακρίσεών της.

Μία από τις αντιρρήσεις στην ένστασή μου για την πολυδιαμερισματοποίηση της ερωτικής συμπεριφοράς μας (γιατί πάει πια πολύ πέρα από το σεξ, τα μενού και την επιλογή μεζέδων) είναι και η εξής: ναι, αν ο άλλος / άλλη ξέρει ακριβώς τι θέλει; Αν λ.χ. στο 90% των περιπτώσεων θέλει π.χ. να τον έχει η γυναίκα κάτω αλλά να δίνει αυτός τον ρυθμό ενώ εκείνη του ρίχνει σκαμπιλάκια κι εκείνος της δαγκώνει τα δαχτυλάκια, ενώ παίζει τσόντες με γιαπωνέζες; Και αν, επιπλέον, θέλει να το επικοινωνήσει αυτό; Ποιος είμαι εγώ που θα μεμφθώ για επιλεκτικότητα γούστων τούς ανθρώπους που την έχουνε ψάξει τόσο τη σεξουαλικότητά τους; Κι ακόμα και αν προσάψω τρομερή έλλειψη φαντασίας και ανιαρή εμμονή σε κάποιον που -- για να μείνουμε στο παράδειγμα -- θέλει να τον έχει η γυναίκα κάτω αλλά να δίνει αυτός τον ρυθμό κτλ. κτλ., ε, και τι έγινε; Για το σεξ μιλάμε: το αρεσούμενο του ανθρώπου το καλύτερο του κόσμου.

Σύμφωνοι. Η πρόσκληση να τα κάνουμε όλοι όλα με όλους, η προσταγή να είμαστε όλοι πολυσυλλεκτικοί και υπερανοιχτοί και να τα δοκιμάζουμε όλα και η ιαχή "ζήτω οι ηδονές!" είναι εξίσου κανονιστικές και ρυθμιστικές όσο λ.χ. και ο αυτοπεριορισμός στο κουτάκι "I like to dominate big women" του Robert Crumb. Με τη διαφορά ότι ο αυτοπεριορισμός του κάθε Crumb είναι αποτέλεσμα αναζήτησης, όπως και το να είσαι πολυσυλλεκτικός, και συνήθως πρόκεται για επιλογή στην οποία καταλήγεις μόνος σου και καθόλου μα καθόλου ανώδυνα σε πολλές περιπτώσεις.

Άρα, για ακόμα μια φορά, το πρόβλημα είναι κατά πόσον ετεροκαθορίζεσαι ή όχι. Είμαστε λοιπόν εντάξει με τα κουτάκια; Ενδεχομένως τα κουτάκια είναι μια χαρά, εάν θέλουμε να περιγράψουμε στα γρήγορα τι θέλουμε: κάτι αναγκαίο στα συμφραζόμενα των αγγελιών, του αγοραίου έρωτα ή του ψωνιστηριού. Από την άλλη, τα κουτάκια γίνονται ένας καινούργιος ετεροκαθορισμός, μια νέα ερωτική καταπίεση, όταν ο άλλος περιορίζεται από τα τοιχώματα του κουτιού στο οποίο πήγε κι εγκαταστάθηκε μόνος του.

Βεβαίως υπάρχει και ένα δεύτερο στοιχείο: αυτό του γιατί επιλέγουμε ό,τι επιλέγουμε. Εδώ υπεισέρχεται η ταλαιπωρία των απαξιωτικών ερμηνειών που προσφέρει ο ψυχολογισμός του ποδαριού. Παραθέτω παραδείγματα που έχω ακούσει: "α, δεν σου αρέσουν πράγματι οι άντρες που είναι έτσι κι έτσι, απλώς είχες πολυ ισχυρό / αδύναμο πατρικό πρότυπο", "α, δεν είσαι μπάι, κορίτσι μου, απλώς φοβάσαι τους άντρες", "α, παριστάνεις τον μπάι επειδή είσαι κρυφή αδερφή", "α, είσαι μάτσο και tough με τις γυναίκες γιατί υπεραναπληρώνεις που σε γαμάνε πατόκορφα στη δουλειά" -- και σταματάω εδώ. Αφήνω κατά μέρος τις αξιολογικές και απαξιωτικές κρίσεις που περιέχουνε οι "ερμηνείες" αυτές, το πόσο χονδροειδείς είναι. Άλλωστε και η "σοβαρή" επιστήμη της ψυχικής υγείας ιστορικά βαρύνεται με την απαξίωση ερωτικών συμπεριφορών, προσανατολισμών, πρακτικών και επιλογών: "θέλεις το Α γιατί κατά βάθος σου λείπει το Β". Ποτέ δεν κατάλαβα αυτό το "κατά βάθος": είτε πειραματίζεται, είτε ψάχνεται, είτε γουστάρει κάποια / κάποιος, ούτε αγγαρείες κάνει ούτε θα συνεχίσει να ασχολείται εάν δεν του δίνει χαρά αυτό που κάνει. Η νόσος βρίσκεται στη στέρηση, στην άρνηση και στην απέχθεια -- κι ακόμα κι εκεί, όχι πάντα. Η νόσος δε βρίσκεται στο δόσιμο συνήθως. Ίσως στο τι επενδύουμε στο δόσιμο, όχι όμως στο ίδιο το δόσιμο και τους τρόπους του. Έτσι νομίζω, δεν ξέρω.

Επιστρέφοντας στα κουτάκια, ας πούμε ότι καταλήγω στο εξής: ας υποθέσουμε ότι η ερωτική μας ταυτότητα είναι πολύ προσεκτικά διαμορφωμένη, ότι διατυπώνουμε τον αυτοπροσδιορισμό μας μετά από βιωματική επεξεργασία, αναστοχασμό, ηδονομετρική βαθμονόμηση, δοκιμή και πλάνη (πείτε στους άρρενες εφήβους ότι στη δοκιμή και πλάνη δεν πιάνεται το να επιλέγουν τα επιμέρους στοιχεία από τον οιονεί άπειρο τσελεμεντέ της τσόντας: άλλο κάνω, άλλο μπανίζω). Όπως και κάθε ταυτότητα, η ερωτική ταυτότητα είναι ωστόσο μια αφαίρεση που μετά τείνει να αυτονομείται και να καθοδηγεί τις επιλογές μας. Κάνοντας έναν παραλληλισμό: άλλο να λες "είμαι και Έλληνας και γαύρος", άλλο να λες "είμαι Έλληνας γαύρος": στην πρώτη περίπτωση έχεις κάτι κοινό και με τον Έλληνα βάζελο και με τον Αλβανό γαύρο -- στη δεύτερη με κανέναν από τους δύο.

Συνοψίζοντας, οι πολλαπλές ταυτότητες είναι παντού πραγματικότητα. Συνεπώς, όταν μιλάμε για ερωτικές ταυτότητες, ελαστικές διατυπώσεις ή αυτοπροσδιορισμοί όπως "μου αρέσουν οι γυναίκες", "μου αρέσουν οι άντρες", "μου αρέσει ό,τι μού γυαλίσει", "είμαι μονογαμικός μέχρι αποδείξεως του εναντίου", "είμαι πολυγαμικός" υπερτερούν. Και υπερτερούν ακριβώς γιατί δεν αποκλείουν a priori την έκπληξη, την ανατροπή, το ξάφνιασμα. Ή το να βαρεθείς, ρε αδερφέ, να σε έχει η γυναίκα κάτω αλλά να δίνεις εσύ τον ρυθμό ενώ εκείνη σου ρίχνει σκαμπιλάκια κι εσύ της δαγκώνεις τα δάχτυλα, ενώ παίζει τσόντες με γιαπωνέζες. Μπορεί κάποια στιγμή να θες να το γυρίσεις στο να δίνει εκείνη τον ρυθμό. Ή στο να καθήσεις κι εσύ σε μια καρέκλα, σαν άνθρωπος.

GatheRate

Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

Εράνισμα για τη ναζιστική συμμορία

Δε γίνεται να μη χαρείς. Δε γίνεται. Έστω και τώρα, έστω κι έτσι. Έστω και με (τουλάχιστον) δύο νεκρούς, με χαραγμένους, με χρόνια τρομοκρατίας, νταβατζιλικιού, προστασίας, τρόμου κι αθλιότητας και παντοειδούς βρωμιάς.

Ακολουθούν σκέψεις που ξεκινούν από όσα άκουσα και διάβασα σήμερα.

Γιατί σήμερα οι συλλήψεις; Καταφανέστατα, όλα ήτανε στη θέση τους εδώ και καιρό για αυτήν την κίνηση. Η συμμορία πλέον εκπλήρωσε τον σκοπό της ως μπαμπούλας, έδωσε νόημα στην ανίερη συμμαχία ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, την αναζωογόνησε πλασάροντάς την ως δύναμη σύνεσης κι ευθύνης. Επίσης κατάφερε να συσπειρώσει εκλογικά νταβραντισμένους δεξιούς, πολλοί από τους οποίους θα επιστρέψουν (ω χαρά!) στο μαντρί της ΝΔ.

Επιπλέον, η κυβέρνηση έδειξε αυτό που θέλει όλοι να χωνέψουμε: ο αντιφασιστικός αγώνας στις 'δημοκρατίες' (εγώ ντρέπομαι να αποκαλώ democracy αυτό που έχουμε στην Ελλάδα, ευτυχώς στη γλώσσα μου 'δημοκρατία' σημαίνει και Republic) γίνεται από το κράτος (αυτό των οποίων τα σώματα ασφαλείας είναι το στρατιωτικό σκέλος της ναζιστικής συμμορίας) και όχι από ξυλοδαρμένους και φυλακισμένους αντιφασίστες αγωνιστές ή, όπως τους λένε, από "αγέλες και οργανωμένους τραμπούκους". Τώρα που υπάρχει η έξωθεν καλή μαρτυρία, μπορεί η κυβέρνηση να ασχοληθεί και με άλλες συμμορίες, τους Ιερισσιώτες λ.χ., και ό,τι αντιστέκεται στο όραμά της να γίνουμε αποικία με τους ίδιους τουρμάρχες και δερβέναγες.

Ναι, αλλά γιατί σήμερα; Γιατί μας έρχονται τρομακτικά μέτρα περαιτέρω εξαθλίωσης. Γιατί τα ντόπερμαν όταν τρελαίνονται και αρχίζουνε να δαγκώνουν την οικιακή βοηθό, τα τιμωρείς. Αλλά άμα αρπάξουνε το γείτονα από το πόδι, σφαίρα στο κεφάλι. Και άμα το πράξεις και μπροστά στο γείτονα ενώ ετοιμάζεσαι να του φας όλο το πίσω από το οικόπεδο, τόσο το καλύτερο.

Ας υπήρχε μόνο μια στάλα ευθύνη και σοβαρότητα (δε λέω ντροπή πια). Όπως λέει και ο Σπύρος Παπαδόπουλος στο facebook:
η πιο αυθεντική εγκληματική οργάνωση απ' τη μεταπολίτευση (γεια σου Αντρέα Λοβέρδο), να πίνεις νερό απ' την κούπα της (γεια σου κυρ Σταύρο), να αναπαράγεις την ατζέντα της (γεια σου Αντώνη Σαμαρά που θες να επανακαταλάβεις τις πόλεις μας), να της λες μπράβο (γεια σου Χρυσοχοΐδη κ γεια σου Σρόιτερ που λέγατε πως τα παιδιά καθάρισαν την πλατεία), να την προορίζεις για συγκυβέρνηση (γεια σου Μπαμπίνο Παπαδημητρίου), να την θεωρείς ευκαιρία για τη δημοκρατία (γεια σου Κασιμάτη), να μην ψηφίζεις άρση της ασυλία της (γεια σου Κεφαλογιάννη), να είσαι αβγότερος των αβγών της (γεια σου Φαήλο), να υπερασπίζεσαι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης (γεια σου Άδωνι, γεια σου Καμίνη), να πουλάς σε στήλες lifestyle τα γκομενικά τους (γεια σου Θαίμο, γεια σου Χατζηνικολάου), να τους στηρίζεις με νύχια και με δόντια (γεια σου Σκάι), να τους προστατεύεις όταν μαχαιρώνουν, να κυνηγάς μαζί της μετανάστες, να πετάς μαζί της πέτρες (γεια σου ΕΛΑΣ), να σου φέρεται με το σεις και με το σας (γεια σου Ντόρα Μπακογιάννη) και πάει λέγοντας, αυτή λοιπόν η εγκληματική οργάνωση τώρα διώκεται επειδή ακριβώς η δημοκρατία μας δεν ανέχεται το φασισμό και τα εγκλήματά του. Τελεία.
Ενδεχομένως σήμερα να εξαρθρώθηκε η ναζιστική συμμορία, όπως απαιτούσαμε πολλοί. Με τον φασισμό δεν τελειώσαμε, όμως: αν μη τι άλλο, αποτελεί πλέον βασικό συστατικό της ιδεολογίας της ΝΔ. Θα το διαπιστώσουμε στο εγγύς μέλλον, σε μια κυβέρνηση ΝΔ με την ψήφο των πρώην ψηφοφόρων των ναζί, υπό τον κύριο Βορίδη πιθανόν, ή κάποιον παρόμοιο.

GatheRate

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

Ονειρεύομαι πόλεις

αφιερωμένο με αγάπη στον αποψινό (και χτεσινό κι αυριανό) Contrabbando

Λοιπόν. Πρέπει να είναι μια πόλη. Δεν μπορεί να είναι κάτι μικρότερο ή λιγότερο δαιδαλώδες από μια πόλη. Η πόλη είναι κούφια ήδη από τον καιρό της Μοχέντζο Ντάρο και του Ακρωτηρίου. Η πόλη είναι ένας κόσμος. Ένας κόσμος που απόψε αλλού καίγεται και αλλού ησυχάζει, ένας κόσμος στον οποίο οι ιστοί που καίγονται συνδέονται και συνάπτονται με εκείνους που ησυχάζουν. Ένα πρωτόγονο μυαλό η πόλη, όπου ο καθένας μας συνδέεται με διαφορετικές συνάψεις με τόσους άλλους. Ένα μυαλό που γίνεται λιγότερο πρωτόγονο όταν συνυπολογίσεις τον τόπο και τη χωροταξία: δρόμους, πλατείες, στενά, περίβολους, αίθρια, αυλές, ακάλυπτους, περβόλια, πάρκα, παραλίες, ερείπια και χαλάσματα κλειδωμένα και ξεκλείδωτα. Λεωφόρους και στοές. Ένα μυαλό που γίνεται ελαφρώς πιο ιλιγγιώδες όταν συνυπολογίσεις τους τόπους τους ιδιωτικούς και τη χωροταξία την ιδιωτική: δωμάτια. Εκατοντάδες χιλιάδες δωμάτια.

Πρέπει να είναι μια πόλη. Απόψε περπατώντας στον δρόμο άκουσα από την απέναντι πολυκατοικία μια γυναίκα να μουγκρίζει και να κραυγάζει με οργή. Τις υλακές της σκέπαζε το πέρασμα των αυτοκινητών. Θυμήθηκα απέναντι από το σπίτι μου μια γειτόνισσα να βρίζει οργισμένη τον άντρα της, οι κραυγές της και οι φωνές της διακόπτονταν από κάτι σαν λυγμό, ακουγόταν σαν ν' αλυχτούσε. Εδώ (και εκεί) δεν έχεις δύο πλάνα ταινίας, δεν έχεις μια ωραία σύμπτωση, ένα μοντερνιστικό τέχνασμα για να κάνεις το αφηγηματικό πέρασμά σου: έχεις δύο ζωές ασύνδετες που όμως συνδέονται, έχεις δύο γυναίκες που μάλλον είναι εγκλεισμένες σε κουζίνες, οικιακά, φορώντας ρόμπες μέσα στο σπίτι όλη μέρα: οι εργαζόμενες γυναίκες, οι ελεύθεροι άνθρωποι δεν αλυχτούν παρά μόνο πάνω από φρεσκοσκαμμένους λάκκους: άμα τσακωθούν ή αν θυμώσουν απλώς πάνε μια βόλτα, είτε παίρνουνε και τ' αμάξι και βγαίνουνε τους δρόμους να ξαλλεγράρουν, είτε αποτραβιούνται και κλαίνε κάπου -- ιδιωτικά ή και δημόσια -- κατά μόνας και βουβά.

Το οριζόντιο και το κατακόρυφο, το πεποικιλμένο και το ιστορισμένο· το συνονθύλευμα, το μερικό και το σύνολο. Η πόλη. Στο σχολείο, όταν κάναμε πατριδογνωσία, στην τρίτη δημοτικού, μας έβαλαν να αγοράσουμε έναν χάρτη του λεκανοπεδίου. Ήταν ο μόνος τότε, από ένα μαγαζάκι στη στοά που είναι η Τράπεζα Πίστεως: δεν είχαμε πολυοδηγούς και χάρτες-οδηγούς και, γενικότερα, λεπτομερείς χάρτες στην Ελλάδα τότε. Η χαρτογράφηση ήτανε προνόμιο της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού και δε θέλαμε πολύ λεπτομερείς χάρτες, για να μην ξέρει ο Τούρκος πού να ρίξει τις βόμβες. Τέλος πάντων. Ξετύλιξα στο πάτωμα εκείνον τον χάρτη, ήτανε τεράστιος, και ανέβηκα πάνω του: αχανείς κι ανεξερεύνητες χώρες σε ακτίνα 15 χιλιομέτρων από το σπίτι μου. Δεν πίστευα στα μάτια μου. Οι γειτονιές που έβλεπα πέρα από το δυτικό άκρο της Αλεξάνδρας τις μέρες χωρίς νέφος υπήρχανε πράγματι, το έλεγε ο χάρτης, υπήρχανε και γειτονιές με συμμετρικούς δρόμους, με αστεία ονόματα: Δουργούτι, Ποδονίφτης, Βούθουλας, Χελιδονού, Γούβα, Μπογιάτι, Μπραχάμι. Οι μακρινές Κουκουβάουνες, όπου έμενε η κυρία Όλγα, υπήρχανε κι αυτές και ήτανε, λέει, πολύ κοντά στην Κηφισιά των κυριακάτικων μικροεκδρομών. Η Καλλιθέα φαινότανε σαν το Μανχάτταν στον χάρτη της BP που είχε φέρει μαζί του ο θειος μου μετά την άδοξη απόπειρά του να το πατήσει. Μια ολόκληρη ήπειρος σε ακτίνα 15 χιλιομέτρων.

Μετά ήρθαν οι μεγάλοι περίπατοι. Οι απροσδόκητες γωνιές, κάτι καλά κρυμμένοι δρόμοι. Επαρχιακές πόλεις δίπλα στην Αθήνα: Πετρούπολη, Νέα Ιωνία, Κορυδαλλός, Βριλήσσια, Μελίσσια, Ηλιούπολη. Στον ύπνο μου έβλεπα ότι πετάω και μπαίνω μέσα από παράθυρα υπνοδωματίων (σαν incubus έμαθα αργότερα, λόγω μέταλ) κι έπεφτα δίπλα στις γυναίκες, ανεξαιρέτως γυμνές με μακριά μαλλιά και πάντα πρόθυμες. Στον κόσμο της εγρήγορσης ακούγονταν ζωές και ομιλίες και κάποτε μουσικές από το ραδιόφωνο ή στοναχές να αναδύονται από την κρεβατοκάμαρα ημιυπογείων. Κάποτε περπατώντας έφτανα μέχρι μακρινά σπίτια με πραγματικούς κήπους που τα φύλαγαν σκυλιά με υπερβάλλοντα ζήλο.

Ζω εδώ και χρόνια σε μια πόλη νεόδμητη, στην οποία χάνομαι ακόμα. Όταν κοιμάμαι, πηγαίνω πίσω σε μια πόλη στην οποία συμφύρονται τόποι, στοιχεία, στιγμές από όσες πόλεις έχω περάσει. Μαγέματα από το Λονδίνο, μικρές απελπισίες στην Κολωνία, παράθυρα στο Παρίσι, μια ατέλειωτη καλοκαιρινή μέρα στο Άμστερνταμ, το παιχνίδι του τοπικού φωτός στο Ντόρντρεχτ πάνω σε κάτι δημόσια τριαντάφυλλα, πικρή μοναξιά στην Ουτρέχτη, η απόλυτη ευτυχία καρφιτσωμένη σε κλειστούς χώρους και υπαίθριους χώρους της Αθήνας, η ελευθερία στο Μανχάταν, ξημέρωμα στη Λευκωσία, το μεταμεσημβρινό σκοτάδι του σκωτσέζικου χειμώνα μέσα στις γκρίζες λαξευτές πέτρες, η μυρωδιά του φαγητού στις Βρυξέλλες, η ψηλαφητή φτώχεια του Πρέστον, η έκσταση κι η άγρια λευτεριά στο Βερολίνο, η γεύση του καφέ μηχανής στη Ρεν καθώς μυρίζει μια βροχή σκέτη φρεσκάδα, η μεγάλη παραμύθα της Βοστώνης, το ωραίο κρύο του Σικάγου με τους ουρανοξύστες του από μακριά, η σκόνη παντού στη σύντομη εξορία της Ρώμης, η περηφάνεια της Βαρκελώνης, οι γαρίδες και τα στενά της Λισαβώνας...

Είδα ένα όνειρο πριν λίγα χρόνια: ήμουνα λέει κάπου μεταξύ Βύρωνα και Καισαριανής, ή μάλλον στην αίσθηση μεταξύ Βύρωνα και Καισαριανής, έξω από ένα λαϊκό πολυκατάστημα σαν ένα που έκλεισε πρόσφατα στη Λευκωσία, το Sun Tower. Ήμουνα με μια γυναίκα που την έλεγαν Άγυια, κι αυτό το ήξερα κάπως όπως και την ορθογραφία του ονόματος, που ήτανε ξανθιά με κοντό μαλλί όμως με βεβαιότητα αναγνωρίσιμη κατά τ' άλλα. Χωρις συνεννόηση πιαστήκαμε χέρι-χέρι και περπατούσαμε μετά αγκαλιά: αίσθηση ξενοιασιάς. Σκεφτόμουνα μέσα στ' όνειρο "το χρειάζομαι". Από κάπου ακουγόταν "κι εσύ μ' ένα ποδήλατο": μόνον τα όνειρα κι οι ταινίες έχουνε σάουντρακ.

Ονειρεύομαι πόλεις και οι περισσότεροι από εμάς μόνο μέσα στις πόλεις ονειρευόμαστε. Στις πόλεις θα ζήσουμε, στις πόλεις θα χαθούμε και θα βρεθούμε μεταξύ μας και θα ξανασυναντηθούμε. Μέσα στις πόλεις μάς κυνηγάνε, μέσα στις πόλεις κρυβόμαστε. Κι ας λέμε ότι ζωή είναι τα σύντομα βολταρίσματά μας σε νησιά και σ' ερημιές και σ' εξοχές και σε βουνά, οι αποδράσεις σε κάτι όμορφους τόπους μα άδειους και δισδιάστατους -- γυρνάμε από κει και συνεχίζουμε να γινόμαστε αυτοί που είμαστε, διαλεκτικά, δυναμικά κι αδιάκοπα, μέσα στις πόλεις. Οι πόλεις φτιάχτηκαν από τυράννους και στολίστηκαν από βασιλιάδες, αλλά από τις πόλεις έρχεται η ελευθερία.

Η λέξη για τον κόσμο είναι 'πόλη'.

GatheRate