Κυριακή 25 Απριλίου 2010

Μπόχα και δυσωδία



Καιρό είχε να με βάλει σε κίνηση ένα κείμενο μπλογκικό. Διάβασα λοιπόν αυτό:
Η βόλτα επίσης ψιλοανάγκαζε τον κόσμο να είναι καθαρός. Η πλειοψηφία του κόσμου έκανε μπάνιο σε σκάφη Σάββατο βράδι. Οικογενειακώς. Αλλά υπήρχαν πολλοί που δεν είχαν τουαλέτα, κι άλλοι τόσοι που δεν είχαν ζεστό νερό, εννοώ γκαζιέρα, και πλένονταν αραιότερα. Ισαμε μιά φορά τον μήνα. Κάτι ταλαίπωροι με λευκά στιβάλια και με μαντίλια στο κεφάλι ήταν Κρητικοί ζωοκλέφτες που τους είχαν επιβάλει εξορία στα μέρη μας, κι αυτοί ζούσαν χωρίς καμία υγιεινή. Μερικές φυλές (έτσι τους λέγαμε τότε τους διαπολιτισμένους) έκαναν μπάνιο τελετουργικώς Πάσχα και Χριστούγεννα. Πληθος παιδιών στην βόλτα ήταν από χωριά που δεν πήγαιναν με τα πόδια στο σπιτικό τους την Κυριακή (ΚΤΕΛ υπήρχε, αλλα η συγκοινωνία ήταν από μία έως τρείς φορές την εβδομάδα, κυρίως Πέμπτη που είχε παζάρι). Αυτά ζούσαν σε δωμάτια ανά τρία ή τέσσερα, πάλι χωρίς τουαλέτα, παρεκτός και έμεναν σε θείους. Ηταν σύνηθες στις αυλες να υπάρχει μία τουαλέτα έξω, αντί πόρτα μιά κουβέρτα και απαγόρευαν στα παιδιά τους να αφοδεύουν εκεί, οπότε οποιαδήποτε ώρα κάθονταν στις αυλές των σπιτιών τους και μετά χάζευαν την πράσινη μύγα, που γράφει και ο ποιητής.

Η βρωμιά δημιουργούσε κινήσεις του σώματος. Καθώς δεν υπήρχαν σλιπάκια, αλλα βρακοζώνια (το σλιπ "Ατθίς" εμφανίστηκε κοντά στο 1958, μαζί με το τσιγάρο φίλτρο, το νεσκαφέ και τα απορρυπάντικά Ρεφλέξ και Κλινέξ) οι εφηβικές παρέες περπατώντας, ενοχλούνταν από τον ιδρώτα τους ανάμεσα στα σκέλια και έκαναν μιά εντυπωσιακή κίνηση απομάκρυνσης των μηρών μεταξύ τους, απλωνοντας σαν τα χασαπόσκυλα το πόδι ολόκληρο στον αέρα λοξώς, γιά να ξεκολλήσει το άνω μέρος του μηρού από τα αιδοία. Κι επειδή ήταν πολύς ο κόσμος, και φοβόντουσαν οι πάντες τον ήχο και την κραυγή "α, ο κλανιάρης", οι πορδές ξαμολιούνταν στα δύο πέρατα της βόλτας, στο Χαζνέ και στη διασταύρωση προς παλιά αγορά, όπου στην άλλη πλευρά δεν υπηρχε κόσμος, άρα και μάρτυρας. Σε αυτά τα δύο μέρη, μύριζε ο αέρας χαρακτηριστικά.
Αυτό λοιπόν το κείμενο μού έκανε πάρα πολλή εντύπωση και το σκεφτόμουν ολόκληρο το σαββατοκύριακο, ακόμα ένα σαββατοκύριακο δουλειάς. Μου θύμισε κάτι που είχα γράψει εδώ:
Όταν έφτασαν οι παππούδες μου στα Φάρσαλα το 1923, όπου τους έστειλε το κράτος γιατί τους θεώρησε γεωργούς κι είχε και γη καβάτζα εκεί, έτρεξαν να πιούνε νερό στην πηγή της πλατείας. "Ούι μάνα μ', κοίτα, πίνουν νερό οι αούντηδες" έλεγαν οι ντόπιοι. Επίσης ισχυρίζονταν ότι οι γυναίκες των τουρκόσπορων πλένονταν κάθε μέρα για να "βγάλουν τ' Άγιο-Μύρον από πάνω τους" κι ότι γδυνόντουσαν πριν πέσουν στο κρεβάτι γιατί ήταν "παστρικιές".
Σκεφτόμουνα λοιπόν την ηπειρωτική Ελλάδα πριν το '60, έναν κόσμο που κόλλαγε απαίσια, που η λέρα έκανε στρώσεις πάνω σου, όπου οι πολλές και γερές, αλλά μοιραία ματαιόπονες, μπουγάδες ήταν ο μόνος τρόπος να μη βρωμάς σαν ξεχασμένη ψαροκασέλα.

Πρώτα-πρώτα κατάλαβα πώς ένας τέτοιος κόσμος έχει πολύ διαφορετική άποψη για τον έρωτα από εμάς: δεδομένων των εκκρίσεων, της παρατεταμένης απλυσιάς και της τοπικής ή γενικής τριχοφυίας, τα προκαταρκτικά, τα χάδια, τα γλειψίματα, πιασίματα, τριψίματα και γενικά τα πολλά κόλπα και οι λιγωμένες τεχνικές ήταν εκτός μενού και για πολύ πολύ πρακτικούς λόγους. Δε θέλω να επεκταθώ, μεγάλα παιδιά είμαστε, αλλά φανταστείτε προφανέστατα λ.χ. τον στοματικό έρωτα στα παραπάνω συμφραζόμενα: οπωσδήποτε εκτός συζήτησης, εκτός από περιπτώσεις οξείας ιγμορίτιδας ή βαριού συναχιού. Ξαφνικά αντιλήφθηκα γιατί οι παστρικιές που λέγαμε, ιδίως στις πόλεις, πρόσφεραν εμπειρία τόσο ξεχωριστή και ζηλεμένη: όχι μόνο γιατί η πατριαρχία ευνούχιζε τις γυναίκες (που τις ευνούχιζε, αδιαμφισβήτητα) αλλά γιατί αλλιώς ζυγώνεις μια γυναίκα που μυρίζει σαπούνια, αρώματα και άγνωστα χημικά (π.χ. περμαγγανάτο), αλλιώς μια κακομοίρα που πλένεται μια φορά τη βδομάδα και αν. Φυσικά, οι μη εκδιδόμενες γυναίκες της υπαίθρου δεν είχαν, ως συνήθως, καμμιά επιλογή: ή θα έπαιρναν τον άπλυτο ή τίποτα. Δεδομένου ότι ο άπλυτος τις έβαζε σε έναν ατέλειωτο κύκλο εγκυμοσυνών (όχι όλων με ευτυχή κατάληξη), ξαφνικά καταλαβαίνω γιατί το σεξ ήτανε τόσο ελάχιστα θελκτικό για εκείνες.

Μετά πήγα λίγο παρακάτω. Είναι γνωστό ότι οι μουσουλμάνοι στις μεν πόλεις τρέχανε στα λουτρά και στα χαμάμια, όπως και οι χριστιανοί άλλωστε. Στην ύπαιθρο πάλι είχανε τουλάχιστον τους τελετουργικούς καθαρμούς πριν την προσευχή για να βελτιώνουν και την προσωπική τους υγιεινή (εκτός από την τελετουργική τους καθαρότητα) σχεδόν καθημερινά. Οι Καραγκούνηδες, οι γλίτσηδοι, οι μπαγιάτηδες, οι "ντόπιοι" (όλοι περιφρονητικοί όροι που χρησιμοποιούσαν οι πρόγονοί μου οι τουρκόσποροι -- τα έχει πει ήδη ο Ηλίας Πετρόπουλος), αυτοί που περιγράφει ο Πετεφρής, άραγε έχασαν την επαφή με το πλύσιμο μέσα στον αντιμουσουλμανικό-αντιτούρκικο πυρετό του 1821-1913, καθώς η Τουρκία και και τα συνήθεια της αποτραβιόντουσαν από τη Βαλκανική; Δεν ξέρω, αφού από την άλλη έχεις π.χ. τις Εβραίες της Σαλονίκης, που (αν δώσω βάση στον παππού) μοσχοβολούσαν, ακόμα κι οι φτωχές. Δεν ξέρω, μακάρι να υπήρχε κανα βιβλίο να διαβάσω σχετικά.

Αναρωτιέμαι γενικά πότε σταμάτησαν οι Ελλαδίτες να πλένονται. Οι φτωχοί Ελλαδίτες της υπαίθρου. Η έλλειψη ζεστού νερού δεν είναι ιδιαίτερα πειστικό επιχείρημα: προκειμένου να πλένονται κανονικά, ο τουρκόσπορος παππούς στο χωριο (ο άλλος) έκαιγε πολύτιμα ξύλα θέρμανσης για να ζεσταίνει τον χειμώνα νερό στο "βαρέλι" -- κάτι που του το αναγνώριζαν και διάφορες περιπλανώμενες κομπανίες ανταρτών από το 1946 μέχρι το 1949. Για πιο πίσω δεν ξέρω.

GatheRate

Σάββατο 24 Απριλίου 2010

Πολυσφαιρικά πολυκλισέ -- ασκήσεις ύφους

Γυναικών σύναξη: χτύπησε κόκκινο το... άρωμα γυναίκας.

Η κούραση των ελληνικών μέσων, η χαζαμάρα, η προχειρότητα, η ευκολία.

Η διαχρονική έννοια της παραδοσιακής κοινότητας, όπως εγγράφεται στο DNA της φυλής μας και μετουσιώνεται σε τέχνη, αντιμέτωπη με τον ψυχρό ορθολογισμό, τη χολυγουντιανή ρηχότητα και τον αμερικανικό διδακτισμό.

Η αβελτηρία της ελληνικής "σκέψης", η χαζαμάρα, η προχειρότητα, η ευκολία.

(Ένα τρίτο με αθλητικά ας το συμπληρώσουνε στα σχόλια όσοι τα παρακολουθούν.)

GatheRate

Παρασκευή 23 Απριλίου 2010

Eine deutsche Kindergeschichte



Χτενισμένα αποσπάσματα από τσατ με φίλο, αφού κατάφερα απόψε να δω τη Λευκή Κορδέλα του Haneke. Ο φίλος μου έχει χαρακτηρίσει την ταινία "Ψυχρή αλλά όμορφη. Όμορφη αλλά ψυχρή."
Ξέρεις ποιο είναι το θέμα; οι Έλληνες ταυτίζουμε τον πόνο με την κραυγή, το σοκ, τη λαβωματιά. Ο πραγματικός πόνος είναι μετά: το μούδιασμα, η βουβαμάρα, η μοναξιά, η απουσία, το πρωινό ξύπνημα λίγο πριν συνειδητοποιήσεις ότι κάποιος ή κάτι λείπει. Οι μεσογειακοί προτιμούμε να ξεχνάμε, κι όταν πρέπει να μιλήσουμε για πόνο μιλάμε για σκουξιές και κραυγές˙ οι βόρειοι κάθονται και τα σκέφτονται αυτά (λ.χ. το μούδιασμα, η βουβαμάρα, η μοναξιά, η απουσία κτλ.), γι' αυτούς αυτά είναι ο πόνος.

[...]

Τελικά είναι πολύ δύσκολο να μιλήσεις για τον πόνο. Το σεξ είναι τελικά εύκολο: εισάγεις λίγη αμηχανία, λίγη ενατένιση του ενός από τον άλλο και πάει η "πορνογραφική" ματιά περίπατο -- εξού και το σουξέ που έχουνε πια οι ερασιτεχνικές και οι ψευδοερασιτεχνικές τσόντες. Αλλά για τον πόνο πώς μιλάς;

θυμήσου τη σκηνή με το παιδάκι που ρωτάει την αδερφή του τι είναι θάνατος. Η σκηνή αυτή είναι επίδειξη δεξιοτεχνίας και ισορροπίας από τον Χάνεκε γιατί είναι 99,9% σίγουρο ότι θα σου βγει βασιλάκης καΐλας. Ο τύπος πετυχαίνει το 0,1%.

Κ: μωρέ Καϊλας δεν είναι, αλλά είναι και στο άλλο άκρο

[...]

Θέλετε ιταλιάνους με φανελάκια να γκαρίζουνε τρώγοντας μακαρόνια πάνω στη φορμάικα.

Κ: Έτσι: φανελάκια γεμάτα κηλιδες σάλτσας.

GatheRate

Τετάρτη 21 Απριλίου 2010

Οι Κασσάνδρες θα διαψευστούν



Αμήν Παναγίτσα μου.

Ακολουθεί απόσπασμα ιμέιλ μου σε φίλο με διορθώσεις και μικροπροσθήκες:
Εννοείται ότι η κυβέρνηση (που θα μπορούσε να εξελιχθεί στην καλύτερη μεταπολεμική εάν ο Πάγκαλος ξεκουμπιζότανε για κανα σπα μέχρι το 2020) θα αντιμετωπίσει τρομακτικά προβλήματα. Φοβάμαι πάρα πολύ την πιθανή έξωση από την ευρωζώνη: τότε και θα γίνουμε υπο-Βουλγαρία και θα πανηγυρίζουμε σαν ηλίθιοι που θα ξαναμπορούμε να υποτιμήσουμε ανδρεοπαπανδρεϊκά το νόμισμα (ώστε να μην αλλάξει τίποτα).

Ο Παπανδρέου είναι διστακτικός γιατί από τον καιρό του αλιτήριου πατέρα του (και με εξαίρεση τον γνήσια και εντελώς γκάου, με την καλή αλλά και με την πολύ κακή έννοια, Σημίτη) όλοι κυβερνάνε με γνώμονα μόνο το πολιτικό κόστος. Το οποίο θα είναι και αναπόφευκτο και καταιγιστικό, αφού ο κόσμος θα στενάξει.

Τα πράγματα χειροτερεύουν και για την κυβέρνηση αλλά, κυρίως, για τη χώρα και επειδή ο κόσμος (να πω "ο λαός";) αντιδράει με τρεις τρόπους που δείχνουνε ότι από τη δεκαετία του '70 έχουμε πισωγυρίσει σε πολιτικό πρωτογονισμό (και πάλι "ως λαός"):

α. Είμαστε πεπεισμένοι ότι φταίει κάποιος άλλος: λ.χ. οι Γερμανοί ή οι πλούσιοι. Οι Γερμανοί δε θέλουνε να χαρτζιλικώσουν ένα κράτος που λέει ψέματα για τους δείκτες της οικονομίας του από (τουλάχιστον) τα τέλη της δεκαετίας του '90. Κι εμείς αυτό θα κάναμε εάν, λ.χ. μας ζητούσε η Αλβανία να τη στηρίξουμε. Επίσης, δε φταίνε μόνο οι πλούσιοι: είπαμε, η διαφθορά και η κακοδιαχείριση είναι πια πλήρως μαζικοποιημένες και εκλαϊκευμένες, όπως και η παραοικονομία. Συνυφασμένη με αυτή την πεποίθησή μας (ότι φταίει άλλος) ειναι κι ότι τελικά κάποιος (άλλος) θα μας ξελασπώσει.

β. Κανείς, βεβαίως, δε θέλει να αλλάξει τίποτα στη σπάταλη και υψηλού κόστους ζωή του. Η λογική της θυσίας για το κοινό καλό (που προϋποθέτει συλλογικότητα και αλληλεγγύη μπλα-μπλα-μπλα) απλώς δεν υπάρχει. Άλλωστε όλοι μας είμαστε πολύ έξυπνοι και γι' αυτό κανείς δε θέλει να πιαστεί κορόιδο

γ. Εδώ και μια δεκαετία ήδη πραγματικά υποφέρει πολύς κόσμος. Όταν όσοι υποφέρουν εξαθλιωθούν, θα εξεγερθούν (ελπίζω), αλλά οι υπόλοιποι απλώς θα τους φερθούν όπως φέρθηκαν επί Χούντας, όπως γενικά ξέρουν: παγερά, με εχθρότητα και αποστροφή, κοιτώντας τη δουλειά τους. Κάτι είχε πει κάπου ο Ξυδάκης για εμφύλιο (αλλά το απέκλεισε απευχόμενός το).

Όπως βλέπεις, έχω στ' αλήθεια φρικάρει. Πολύ.

GatheRate

Χοντρά δάχτυλα και μεμονωμένα περιστατικά



Οι Αμερικάνοι έχουνε τον Θείο Σαμ, οι Βρετανοί την Μπριτάνια, οι Γάλλοι το ξέκωλο τη Μαριάν. Εμείς δεν ξέρω τι έχουμε. Πάντως πρέπει να είναι άντρας (οπωσδήποτε), λίγδας, με πονηρό βλέμμα και με πολύ χοντρά δάχτυλα. Ας τον πούμε Νικηφόρο-Αλέξανδρο (κατά το πάλαι κολωνακιώτικο και νυν πανελλήνιο χούι να δίνουμε στα παιδιά δύο ονόματα, αμφότερα στομφώδη κι ανυπόφορα, κατά προτίμηση).

Τα χοντρά δάχτυλα είναι πρακτικά. Δε βοηθούν όταν παίζεις πιάνο, αλλά αυτά είναι για πούστηδες, ξενέρωτους και γεροντοκόρες. Τα χοντρά δάχτυλα όμως είναι χρήσιμα όταν θες να κρύβεσαι από πίσω τους. Όταν λόγου χάρη θες να πείσεις όλον τον κόσμο ότι δεν είσαι κοπρόσκυλο που δεν παράγει τίποτα και που τρώει και πίνει και αγοράζει σαλοτραπεζαρίες με δανεικά. Όταν θες να πείσεις τον πλανήτη για το αθληταράδικο DNA σου φτιάχνοντας πρωταθλητές με αναβολικά ενώ οι λοιποί παχυσαρκούν και αθλούνται μόνο κρατώντας το κινητό πλάι στο αυτί τους. Όταν περνιέσαι για λαός εραστών αντρών κι ερασμίων γυναικών παρά... Όταν θες να επιμένεις ότι ο αντισημιτισμός και ο ρατσισμός σου -- οι βασικοί τρόποι με τους οποίους το σχολείο σου επί 170 χρόνια σου φτιάχνει εθνική συνείδηση, μαγαρίζοντας τη χαρά του να μπορείς να αυτοαποκαλείσαι Έλληνας ίσως αμετάκλητα -- είναι μεμονωμένα περιστατικά.

Έτσι, κρυβόμαστε πίσω απ' τα χοντρά μας δάχτυλα. Ο Τούρκος και ο Εβραίος είναι οι εχθροί μας, ο Γύφτος κλέφτης και μίασμα που περπατάει, ο Βούλγαρος ζώο πίσω από το Παραπέτασμα, οι υπόλοιποι όλο και καποιο κουσούρι έχουν. Έτσι μεγάλωσα εγώ στην Αθήνα, ανάμεσα στους τριχωτούς αριστερούς και τις τριχωτές αριστερές, κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης και του παπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ και της σύντομης νεορθόδοξης παλινόρθωσης. Μάλλον όμως μόνον εγώ τα θυμάμαι. Μεμονωμένο περιστατικό είμαι κι εγώ. Τουλάχιστον δεν έχω χοντρά δάχτυλα. Κοντά τα έχω.

GatheRate

Πέμπτη 15 Απριλίου 2010

Αυτοβιογραφισμός



Προσπαθώ να μη γράψω αυτό το ποστ εδώ και τρεις βδομάδες. Έγραψα άλλα. Έβαλα τη Σάσα Μπάστα. Αλλά αυτό το ποστ μου έχει σβερκωθεί και με χρησιμοποιεί ως μέντιουμ για να το απαγγέλλω σε κόσμο που συναντώ. Πράγμα που είναι ντροπή: δεν μπορεί να είμαι το φερέφωνο ενός ποστ. Οπότε το ξεφορτώνω εδώ, όπως η μπετονιέρα το τσιμέντο, να ξεμπερδεύω και μ' αυτό.

Όταν έφτασα στην Κύπρο το 2002, δεν ήθελα με τίποτα να φύγω από την Αγγλία. Τελικά τυχερός στάθηκα, αφού η Αγγλία συνεχώς ανευρίσκει κι εφαρμόζει ευρηματικές μεθόδους αυτοκαταστροφής και αυτοξεχαρβάλωσης.

Όταν έφτασα στην Κύπρο το 2002 μου ήρθε να πεθάνω. Κάποιους λόγους τους υπαινίχθηκα πριν δύο χρόνια αλλά το πώς και το γιατί δεν έχει σημασία, δεν είναι το θέμα μας η Κύπρος. Ήρθα στην Κύπρο και λιγουρευόμουνα την Ελλάδα.

Λιγουρευόμουνα μια χώρα που ανέβαινε. Εντάξει, πάντα με τον ακανόνιστο ελληνικό λόξυγγα που σε ρίχνει από το ποδήλατο αλλά σε γενικές γραμμές ανέβαινε. Η μεγάλη γκρίζα-μπεζ μάζα στον χάρτη (οι πρώην χώρες του Παραπετάσματος, ντε) και η πυκνή γκρίζα-μπεζ θολούρα του παπανδρεϊκού πατριωτισμού-ομφαλοσκοπισμού που μας χώριζαν από την υπόλοιπη ΕΕ φαίνονταν να συρρικώνονται. Οι Αθηναίοι θα έχαναν για λίγο τη διαρκή τους κακομουτσουνοσύνη, αφού η Ελλάδα ετοιμαζόταν για τους Ολυμπιακούς (που, για όσους γκρινιάζουν και κλαίνε τη χαμένη παρθενιά των ατάραχων νάιντιζ, ήτανε μια απέραντη τρελή αλλά όμορφη γιορτή) και έμπαινε στο ευρώ. Καινούργια πράγματα ανέβαιναν, γειτονιές, κινήσεις, εθελοντισμοί, κινήματα, κουνήματα, υδροπλάνα για Γιάννενα, Πάτρα και Κέρκυρα, καινούργιες ιδέες, καινούργια έντυπα. Οι μετανάστες κυκλοφορούσαν πια χορτάτοι και καλοντυμένοι στους δρόμους -- τουλάχιστον η πρώτη γενιά, οι Πόντιοι και οι Αλβανοί που είχαν αφιχθεί δέκα χρόνια πρωτύτερα. Ήτανε καταδίκη να είσαι μακριά από την Ελλάδα, στην περίπτωσή μου, μακριά από την Αθήνα. Εξορία. Κόμης Μοντεχρίστος.

2010. Οχτώ χρόνια μετά, πέντε από τα οποία υπό τη διακυβέρνηση του Αρχιμπουνταλά. Η γνώμη μου για την Ελλάδα σήμερα είναι γνωστή, έχετε σιχαθεί να τη διαβάζετε. Στο μεταξύ η Κύπρος (που δεν είναι το θέμα μας) μπήκε στην ΕΕ (το 2004). Μέσα σε έξι χρόνια εκμεταλλεύθηκε πλήρως τις ευκαιρίες που της έδωσε η ένταξη και μεταμορφώνεται από ένας καφρότοπος στις παρυφές της Μέσης Ανατολής στην Εσθονία της Μεσογείου: νέες υποδομές, ανέλπιστα ανοίγματα, σοβαροί πειραματισμοί, έμφαση στις τέχνες, ακόμα και κοινωνική αλλαγή -- ακόμα και αλλαγή στη νοοτροπία (που υποτίθεται ότι συνοψίζει την ελληνική κακοδαιμονία). Mutatis mutandis, η Κύπρος μεταλλάσσεται σε κάτι αντίστοιχο της Ελλάδας του 2010, όπως τη φανταζόμασταν το 2004. Δε θα επεκταθώ.

Ένα θα πω: σε μια χώρα που δεν έχει συγκοινωνίες (λόγω δεκαετιών καφρίλας και νεοπλουτισμού), αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα οι πόλεις να αποκτήσουν τζάμπα ποδήλατα (ναι, α λα Άμστερνταμ, Παρίσι, Βαρκελώνη), θυμήθηκαν ότι μέχρι πριν 30-40 χρόνια όλοι με ποδήλατα κυκλοφορούσαν. Κι έφεραν τον Ολλανδό που είναι επικεφαλής στο Άμστερνταμ του συστήματος για να τους πει πώς γίνεται. Ξέροντας τους Ελληνοκύπριους (πια), είμαι σίγουρος ότι λάου-λάου θα το εφαρμόσουν και θα το στηρίξουν το τζάμπα ποδήλατο. Όπως εφάρμοσαν και στηρίζουν την ανακύκλωση (ενώ στην Αθήνα οι κάδοι της ανακύκλωσης είναι συμπληρωματικοί για σκουπίδια). Όπως εφάρμοσαν και στηρίζουν τις ανεξάρτητες αρχές.

Όπως εφάρμοσαν και στηρίζουν την ηλεκτρονική διακυβέρνηση: έκανα χτες τη φορολογική μου δήλωση ονλάιν. Η συμβία, που ξέχασε τον κωδικό της, τον ζήτησε με ιμέιλ χτες το βράδυ, τον πήρε σήμερα στις 11. Την Εφορία της επαρχίας Λευκωσίας (250.000 πληθυσμός) τη στελεχώνουν συνολικά το πολύ καμμιά πενηνταριά άτομα. Όσα τη ΔΟΥ στην Αθήνα στην οποία ανήκω.

Λοιπόν, το έβγαλα το ποστ από πάνω μου. Πάω να πιω κανα κρασί.

GatheRate

Δευτέρα 12 Απριλίου 2010

Το βέλος του χρόνου

ακάθεκτο.

Εικόνα Πρώτη: Το παρελθόν. "Η Ελλάδα πάντα ψεύδεται, η Ελλάδα επιμένει / κι όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει"



Εικόνα Δεύτερη: Το παρόν. Η γερμανίδα μας κατουράει, η γαλλίδα μας μπινελικώνει.



Εικόνα Τρίτη: Το μέλλον. Η Τριανδρία.

GatheRate

Σάββατο 10 Απριλίου 2010

Τα άλλοθι και η στρογγυλή γλώσσα



Διάβαζα στον Σαραντάκο για τον Μιστριώτη. Στο ποστάκι παραθέτει απόσπασμα μιας ομιλίας του αρχαϊστή καθηγητή που εκφώνησε λίγο πριν κορυφωθούν οι ταραχές των Ορεστειακών το 1903 (με δύο νεκρούς).

Είναι γνωστό ότι ο Μιστριώτης ακόμα και στην εποχή του θεωρούνταν ακραίος και αρκετά γραφικός, γνωστός ως ο άνθρωπος που ζητούσε στάση λέγοντας "στήθι, ω τραμ" κτλ. Στην εποχή μας ίσως θα ωρυόταν σαν νευρασθενικό ανθρωπάκι μέσα από σκιώδη κανάλια, θα ήταν ο λωλός ή παρεστιγμένος καλεσμένος ενημερωτικών εκπομπών ή θα έσκουζε από το βήμα νομοθετικών σωμάτων. Ποιος ξέρει. Ίσως πάλι ο αυθεντικός Μιστριώτης να είχε επιβλητικό παράστημα και βροντερή φωνή και να τον αδικώ. Πάντως το όλο περικοκλάδες κινδυνολογικό και γκροτέσκα ιστοριοδιφικό περιεχόμενο της ομιλίας που παραθέτει ο Σαραντάκος κάπως έτσι με έκανε να τον φανταστώ.

Πήγε λοιπόν αυτός ο Μιστριώτης και συνέγειρε τα πλήθη. Τους είπε πως ό,τι είμαστε είμαστε λόγω των Αρχαίων: αυτούς ξέρουν οι ξένοι, αυτούς εμπιστεύονται. Η μαλλιαρή είναι σαν πυτζάμα και σωβρακοφανέλα, σαν ρόμπα: πού πας στο θέατρο με τα μπικουτί στην καούκα. Οι μαλλιαροί "επανάγουσι εις τα Ελληνικά στόματα Ενετικάς ή Τουρκικάς λέξεις και πλάττουσι κακόηχα λεξίδια, άπερ διεγείρουσι τον έμετον". Παραστατικά και όχι παράλογα. Ο Χατζηνικολάου, η Τρέμη, ο Πρετεντέρης, αλλά κι ο Τσίμας και αυτοί οι πρωινοί που δεν τους θυμάμαι κι ο Καμπουράκης και ο Οικονομέας θα τον καλούσαν στις εκπομπές τους για να εκθέσει τις απόψεις του και να διατυπώσει τις θέσεις του. Ο Λαζόπουλος θα τον σατίριζε και θα τον χλεύαζε, κάπως πατερναλιστικά· μπορεί να τον έβγαζε και θύμα αγαμίας ή πούστη ή κάτι ζαβό και φαιδρό τέλος πάντων. Εγώ κι εσύ και κάποιος άλλος θα αναιρούσαν τις απόψεις του γράφοντας αναρτήσεις, άρθρα, λιβέλους.

Και όλα αυτά θα ήταν αναμενόμενα.

Όμως, στην εποχή μας τουλάχιστον, ελάχιστοι θα τολμούσαν να επισημάνουν ότι ο Μιστριώτης είναι ακραίος και επικίνδυνος, ακόμα κι αφού θα έπεφταν νεκροί για μια μετάφραση δύο άνθρωποι. Θα αποσυνδέαν τέτοια μεμονωμένα περιστατικά από τις καθ' όλα σεβαστές (αν και κάπως ιδιόμορφες) απόψεις, τις αρχές που υπηρετεί με συνέπεια και τα φλογερά κηρύγματα του κυρίου Μιστριώτη (πανεπιστημιακού, βουλευτή ή δεν ξέρω τι). Το γραφικό πια τσίρκο που λέγεται Αριστερά (και δεν έχει απλώς χάσει την μπάλα, έχει να τη δει από τον Νοέμβριο) θα έκανε ασυνάρτητες δηλώσεις δια των εκπροσώπων της, προσεκτικά διατυπωμένες ώστε να υπογραμμίζεται η χρησιμότητα της συνιστώσας από την οποία προέρχονται και ατελέσφορα πασπαλισμένες με Μπαντιού, λαϊκή σοφία, Τσιτσάνη, Αλτουσέρ και -- φευ -- ίσως και Γκράμσι. Και Ντεμπόρ παίζει, για τους επί το εξωκοινοβουλευτικότερον.

Ευτυχώς λίγοι είναι πια πρόθυμοι να πεθάνουν για γλωσσικά ζητήματα (έχουν πάντως όλοι μπλογκ). Πολλοί είναι όμως πρόθυμοι να σκοτώσουν ή να ανεχτούν να σκοτώνονται άλλοι (ιδίως άμα είναι σκούροι, φοράνε σαγιονάρες στον δρόμο, έχουνε προτεταμένα ζυγωματικά ή ζέχνουν σκόρδο και κουρκουμά). Χωρίς να υπάρχουν μεγάλα πνευματικά ή πολιτικά ζητήματα, απλώς επειδή η πατρίδα κινδυνεύει· γενικά. Αυτοί έχουνε το άλλοθί τους, το ανέχονται όλοι: τον κάθε Μιστριώτη του '10. Άλλοι θα τον θεωρήσουν πολύ μαλακό, άλλοι πολύ φανατικό, άλλοι πολύ γελαδερό. Θα υπάρχει όμως ως σημείο αναφοράς.

Το βραχυπρόθεσμο μέλλον, για να μιλήσουμε χύμα, ανήκει στον φασισμό και στις αιρέσεις του. Οι απόστολοί του, πάντα με άλλοθι και πάντα κάπου αλλού πηγαίνοντάς το, οι Μιστριώτες και χειρότεροί τους, υπάρχουνε και αντιμετωπίζονται ως ισότιμοι συνομιλητές (σχετικά) σοβαρών ανθρώπων: τους έχουμε συνηθίσει κανονικότατα από τη δεκαετία του '90 ήδη. Κι επειδή έπεται πικρός χαμός, φτώχεια και ακόμα πιο άγρια γκρίνια, τα χειρότερα έπονται.

Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται.

GatheRate

Τρίτη 6 Απριλίου 2010

Υποσημείωση για την αρπαχτή και την καιροσκοπία

Γράφει ο ad1951:
Οι (περισσότεροι) επιχειρηματίες στην Ελλάδα είναι καιροσκόποι και παρανομούντες για τους ίδιους λόγους που οι περισσότεροι δάσκαλοι στα Λύκεια δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους, οι περισσότεροι αστυνομικοί ανέχονται τις παρανομίες, κτλ: στο περιβάλλον όπου δραστηριοποιούνται είτε δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς, είτε δεν έχει νόημα.

Ο επιχειρηματίας που πληρώνει ΙΚΑ για τους εποχιακούς υπαλλήλους θα χάσει στον ανταγωνισμό από αυτόν που δεν πληρώνει. Αυτός που επενδύει με δεκαετή ορίζοντα θα δει τα σχέδια του να ανατρέπονται όταν αλλάξει τρεις φορές το θεσμικό πλαίσιο στο οποίο βασίστηκε. Αυτός που τηρεί σωστά λογιστικά βιβλία θα φάει πρόστιμο όπως και αυτός που δεν τηρεί - και τα λοιπά. Με άλλα λόγια, ο καιροσκοπισμός είναι η ορθολογική επιλογή.

Οσοι (λίγοι) θέλουν να κάνουν κάτι πιο μακροπρόθεσμο και μεγάλο, και δεν είναι προμηθευτές του δημοσίου, αναγκαστικά κάποια στιγμή ιδρύουν μονάδες στο εξωτερικό — ή εξ αρχής ασχολούνται με τη ναυτιλία. Δηλαδή με τον τρόπο τους […] “φεύγουν στο εξωτερικό γιατί δεν τους σηκώνει το κλίμα”.

GatheRate

Πέμπτη 1 Απριλίου 2010

Συνέχεια



Απόψε στα Δώδεκα Ευαγγέλια κι αύριο στον Επιτάφιο ίσως θα θαυμάσετε τη δραματικότητα των ακολουθιών: τη δραματοποίηση του Πάθους. Σταύρωση, Αποκαθήλωση (κι ένας κενός Σταυρός), Εξόδιος Ακολουθία. Θα την αποδώσετε, ίσως, στη βυζαντινή κατάνυξη και μεγαλοπρέπεια, στη συνέχεια του δραματικού στοιχείου μέσα από το βυζαντινό τυπικό. Ίσως πάλι να γνωρίζετε ότι αυτά είναι καινοτομίες μεταβυζαντινές που ίσως ξεκίνησαν από το Αιγαίο (υπό την επιρροή των Φράγκων) και -- όπως λένε τα εγκόλπια -- άργησε να ενσωματώσει στο τυπικό της η Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως.

Οι παραδοσιακές φορεσιές όπως τις ξέρουμε χρονολογούνται στον 19ο αιώνα· υπάρχουν βεβαίως απεικονίσεις εκδοχών του 18ου αλλά είναι πραγματικά αλλόκοτες. Παραδοσιακό έπιπλο πριν το 1774 ουσιαστικά δεν υφίσταται. Τα παραδοσιακά φαγητά μας, η παραδοσιακή κουζίνα, χρονολογούνται στον 19ο αιώνα, με κάποια πιάτα μόνο να εξαιρούνται. Η παραδοσιακή μουσική μας, εκκλησιαστική και μη, δεν είναι παλιότερη από τον 18ο αιώνα, όπως μας υπενθύμιζε ο Μπερεκέτης στα Βουστάσια κι όπως γράφει εδώ o opoudjis. Η δημοτική ποίηση είναι η διασκευασμένη, αποκαθαρμένη και μεταφρασμένη των λογίων του 19ου και του πρώιμου 20ου αιώνα. Ακόμα και το τυπικό των εκκλησιαστικών ακολουθιών και το "έθος" πολλών εκκλησιαστικών πρακτικών είναι πάρα πολύ πιο πρόσφατα απ' ό,τι διαφημίζεται. Η γλώσσα οποιουδήποτε ελληνόφωνου μόλις του 18ου αιώνα (λογιότατου, παπά, χωρικού, ψαρά, αστού κτλ.) θα μας δυσκόλευε ανυπέρβλητα. Στην Κωνσταντινούπολη του 1410 θα τρώγαμε πραγματικά εξωτική κουζίνα. Παρόμοια πράγματα ισχύουν και για την αρχιτεκτονική, τα ήθη, τις αντιλήψεις μας.

Ένας λαός που ακκίζεται ανυπόφορα κι ακαταπαύστως στον ιδεασμό της παράδοσης και της συνέχειας είναι -- τελικά -- τόσο 'καινούργιος' όσο οι Αμερικάνοι ή οι Μεξικάνοι. Η νεοπαγής "μακεδονικότητα" που καγχάζουμε στους γείτονές μας, μας χαρακτηρίζει κι εμάς (αλλά συν 100τόσα χρόνια): οι Έλληνες είμαστε παιδιά του 19ου και του 20ου. Βεβαίως, οι καταβολές μας πάνε πολύ πιο πίσω, αλλά και ποιου δεν πάνε; Ιδίως όσες είναι είτε καρτερικά συντηρημένες (από θεσμούς όπως λ.χ. η Εκκλησία), νεκραναστημένες (π.χ. το "ελληνικό αθλητικό ιδεώδες" ή το θέατρο) ή και επινοημένες (...). Έτσι κι ο μεξικάνος πάει πιο πίσω από την κατάκτηση του Νέου Κόσμου από τους Ισπανούς. Έτσι κι ο μεξικανισμός είναι προϊόν μοναδικής σύνθεσης, αλληλοενσωμάτωσης και δυναμικής αλληλοπεριχώρησης των "tres culturas": της προκολομβιανής, της ισπανικής και της "σύγχρονης". Σημειωτέον ότι εδώ οι Μεξικάνοι μάς ξεπερνούν: μακάρι να αναγνωρίζαμε κι εμείς τον ρόλο της γενιάς του '30 στο ποιοι είμαστε ως εξίσου καθοριστικό με αυτόν της Ορθοδοξίας, της λαϊκής παράδοσης, της οθωμανικής διοίκησης, της Μεσευρώπης κτλ., κτλ.

Ακόμα και το Βυζάντιό "μας" είναι μακρινό, τόσο μακρινό όσο η σλάβα των Σέρβων, τα καφενεία της Βιέννης και οι εκκλησίες των Πρεσβυτεριανών στο Ινβερνές. Η μόνη πραγματική συνέχεια που υπάρχει στον (ευρύτερα) ελλαδικό χώρο είναι η γεωγραφία του, και μάλιστα η γεωγραφία του ελέω αρχαιολογίας, αρχαιογνωσίας και κατεδάφισης τζαμιών, φραγκοκάστελων καθώς και αναβαπτισμού οθωμανικών οχυρώσεων σε "βυζαντινές". Παραφράζοντας τον Πορτοκάλογλου, "κάποιος μας έριξε εδώ" και μας είπε "κατοικήστε αυτόν τον τόπο, είστε Έλληνες". Μας σύναξε σε τουρκοπόλεις όπως η Σαλονίκη, τα Γιάννενα κι η Λάρισα, σε αρβανίτικα κρασοχώρια όπως η "Αθήνα", σε λεβαντίνικα κάστρα όπως το "Ναύπλιο" και το "Ηράκλειο" (η Κάντια, το Κάστρο, ο Χάντακας), σε νέες νεοκλασσικές πόλεις όπως ο Βόλος, η Πάτρα, η Ερμούπολη, η Σπάρτη. Στους προγόνους μας (κατά το ένα τρίτο ξενόφωνους και ντιπ για ντιπ χαμένους) δίδαξαν κι επέβαλαν μια μεικτή αλλά νόμιμη (λέει) λαλιά: μοραΐτικα-επτανησιακά-κρητικά στο μίξερ με μπόλικο αρχαίο από πάνω και τους είπαν "μάθετε ελληνικά-μιλάτε ελληνικά". Είμαστε μια ντεκαφεϊνέ (αλλά πολύ δημοφιλέστερη, αρκετά παλιότερη και πολύ πιο χωνεμένη) εκδοχή των Ισραηλινών.

Νομίζουμε ότι με την αυθεντικότητά μας πείσαμε τους δυτικοευρωπαίους για την ελληνικότητα και τον ελληνισμό μάς αλλά και για το πώς και η ρωμιοσύνη μας και ο 20ος μας αιώνας είναι, κατ' ουσία, ελληνικότητα κι ελληνισμός ελληνικότερα του ελληνισμού τους. Πλανιόμαστε: αυτοί μας έφτιαξαν Έλληνες, αυτοί ξέρουν. Είμαστε παιδιά ενός πρότζεκτ της Ευρώπης, πολύ πετυχημένου αλλά με τα προβλήματά του (τα οποία έφαγε η γενιά του 1922 και η δικιά μας): της αναβίωσης του Ελληνισμού και της Ελλάδας.

Γι' αυτό, τελικά, είμαστε οι πιο Ευρωπαίοι Ευρωπαίοι. Σχεδόν όσο και οι Βέλγοι ή οι (πάλαι) Τσεχοσλοβάκοι: σ' εκείνους έφτιαξαν κράτη, στην περίπτωσή μας έφτιαξαν κι εμάς. Κάπως όπως στο τέλος της "Επαφής" του Καρλ Σέιγκαν, τα δημιουργήματα αναγνωρίζουν την υπογραφή του δημιουργού τους σε κάτι που νόμιζαν φυσικό και άλογο: στα τελευταία ψηφία του πι.

Καλό Πάσχα, Καλή Ανάσταση: δυο μυστήρια άξια λόγου έχει η Χριστιανοσύνη, την Ευχαριστία-Αναίμακτη Θυσία και, πάνω απ' όλα, την υπόσχεση της Ανάστασης των σωμάτων. Χαρείτε τα κι αφήστε τις μεταφυσικές βεβαιότητες για τους φανατικούς.

GatheRate