Παρασκευή 20 Ιουλίου 2007

Φαντασίες

Με ξύπνησαν πολύ πρωί οι σειρήνες. Αυτές οι καινούργιες που εγκατέστησαν εδώ προ διετίας ακούγονται πολύ πιο υποβλητικές και λιγότερο στριγγιές από τις προηγούμενες. Ξανακοιμήθηκα γρήγορα, προτού προλάβει ο παππούς από απέναντι να ξυπνήσει κατά τις έξι και να αρχίσει να τραγουδάει την Τηλλυρκώτισσα, όπως κάνει περί τις δυο φορές τη βδομάδα ανελλιπώς εδώ και σχεδόν πέντε χρόνια. Είδα στον ύπνο μου τη Θάτσερ να μου λέει για τον Πινοτσέτ (είχα την κουβέντα του χτες βράδυ, βλέπετε). Αισθανόμουν αποστροφή και ενδιαφέρον ταυτόχρονα: πολύ καλά κρατιέται η άρπυια, σκεφτόμουνα μες στον ύπνο μου.

[Η Τηλλυρκώτισσα είναι το γνωστό κυπριώτικο τραγουδάκι στα κορακίστικα. Τηλλυρκώτισσα είναι αυτή που κατάγεται από την Τηλλυρία. Η Τηλλυρία, πάλαι κυρίως τουρκοπεριοχή, είναι εκεί στα καπούλια της Κύπρου, στα αριστερά όπως βλέπει κανείς τον χάρτη. Εκεί έριξαν ναπάλμ οι Τούρκοι το '64, προετοιμάζοντας εισβολή για να λυτρώσουν τους Κύπριους αδερφούς (τους), όμως τους μαζέψανε συνοπτικά οι φονιάδες-των-λαών-Αμερικάνοι.]

Ξύπνησα και πήγα στη δουλειά με το αυτοκίνητο. Η δασκάλα οδήγησής μου (εδώ έμαθα να οδηγώ -- όσο χρονών ήμουνα ποτέ δεν είχα χρειαστεί ΙΧ) μου έλεγε πώς ξύπνησε το πρωί πριν 33 χρόνια στην Κερύνεια να φτιάξει καφέ και είδε τη θάλασσα μαύρη. Ερχόταν, επιτέλους, ο Στόλος. Μπήκανε στ' αυτοκίνητο κι έφυγαν. Ξαναείδαν την πόλη το 2003· πάει τακτικά 'απέναντι' και βρίσκει και φτηνά τσιγάρα, δεν κόβεται το ρημάδι όταν είσαι μέσα σε ένα εκπαιδευτικό κορόλα δώδεκα ώρες την ημέρα στους δρόμους.

Τη θυμήθηκα βλέποντας το 'Γράμματα από την Ιβοτζίμα', εκεί που βγαίνει ο φαντάρος να αδειάσει το καθήκι και βλέπει τον αμερικάνικο στόλο μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι. Ωραίο έργο, καλύτερο από τις 'Σημαίες'. Εικαστικά, ύστερος Ήστγουντ: μονοχρωμία και καραβατζιανό κιαροσκούρο. Η σκόπευση, η εστίαση, σχεδόν αδιανόητη: από τη μεριά του ηττημένου εχθρού. Μου έκανε αίσθηση η σκηνή της εν ψυχρώ εκτέλεσης γιαπωνέζων αιχμαλώτων από αμερικάνους που βαριόντουσαν να τους φυλάνε. Για σκέψου.

Φαντασιωνόμουν όσην ώρα το έβλεπα κι εγώ: ένα δίπτυχο για τη μικρασιατική καταστροφή, ελληνικής παραγωγής. Τηλεοπτικό, βεβαίως, αφού το ελληνικό σινεμά είναι σαν τα ελληνικά κρασιά: κυρίως άθλιο, με εξαίρεση ελάχιστους μικρούς παραγωγούς. Όμως ωραία παραγωγή, α λα 'Παιδιά της Νιόβης', κουστούμια, κρινολίνα, φέσια, πιάνο, γαλλικά και η Αλμυρά Έρημος.

Μέρος πρώτο: Τα μπαϊράκια των προγόνων μας. Πώς μια χούφτα πολεμιστές του Κεμάλ απωθούνε τον ξενοκίνητο ελληνικό στρατό που αμέτι-μουχαμέτι θέλει να διαμελίσει την Τουρκία για λογαριασμό Βρετανών, Γάλλων και Ιταλών και να φτάσει στην Άγκυρα. Σφαγές, βιασμοί, αγριότητες· ο Στεργιάδης προσπαθεί εκκεντρικά να επιβάλει νόμο και τάξη, ο ελληνισμός βγάζει το άχτι του (σφαγές, βιασμοί, αγριότητες ). Οι Γιουνανλήδες φτάνουνε μέχρι το Αφιόν και το Εσκί Σεχίρ. Τρόμος φρίκη κτλ. Έλληνες στρατιώτες σκοτώνουν, καίνε και βιάζουνε για πλάκα. Ή για να εκδικηθούνε τον Παλαιολόγο.

Μέρος δεύτερο: Γράμματα από τη Μικρασία. Τα γνωστά. Κούρδοι (ξέρω ότι δεν κάνει να τους κακολογούμε, αλλά τω καιρώ εκείνω ήταν στην υπηρεσία της τσέπης τους: ο μακαρίτης ο παππούς μού είπε περήφανα ότι του έδωσαν όπλο στα εφτά του για να μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του απέναντι στους 'Κούρτους'), Τσέτες και οι στρατιώτες της Τουρκικής Δημοκρατίας σπάνε το μέτωπο και οι εισβολείς παίρνουν πόδι και πάνε από κει που 'ρθανε. Σφαγές, βιασμοί, αγριότητες. Η Σμύρνη καίγεται, ο κόσμος συνωστίζεται στην προκυμαία. Σφαγές, βιασμοί, αγριότητες. Το ελληνικό κράτος κοιτάζει να εκκενώσει (επιτυχώς) τα στρατά του αλλά οι σταφιδέμποροι, οι πουτάνες οι Σμυρνιές, οι μπακάληδες, οι χοντρές κυράδες με τα κολιέ και όλοι οι εν γένει τουρκόσποροι ας βρούνε μπάρκο κι ας τραβήξουνε κουπί. Βεβαίως φταίνε κυρίως οι ξένοι που δε φόρτωσαν εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες σε μισή εκατοντάδα βαπόρια και εκκένωσαν τους υπηκόους τους μόνο. Τέλος πάντων, σφαγές, βιασμοί, αγριότητες .

Φυσικά, θα μπορούσαν να μας προλάβουν οι Τούρκοι και να κάνουν αυτοί το αντίστοιχο δίπτυχο. Άλλωστε είναι οι νικητές του Πολέμου της Ανεξαρτησίας τους. Αλλά είναι και βάρβαρα ζώα επίσης. Οπότε η ιστορική ευθύνη να ακολουθήσουμε τον Κλιντ Ήστγουντ πέφτει σε εμάς, εμάς που έχουμε το συγκριτικό πλεονέκτημα του πολιτισμού. Και της φιλοξενίας -- ιδίως των προσφύγων.

[Όταν έφτασαν οι παππούδες μου στα Φάρσαλα το 1923, όπου τους έστειλε το κράτος γιατί τους θεώρησε γεωργούς κι είχε και γη καβάτζα εκεί, έτρεξαν να πιούνε νερό στην πηγή της πλατείας. "Ούι μάνα μ', κοίτα, πίνουν νερό οι αούντηδες" έλεγαν οι ντόπιοι. Επίσης ισχυρίζονταν ότι οι γυναίκες των τουρκόσπορων πλένονταν κάθε μέρα για να "βγάλουν τ' Άγιο-Μύρον από πάνω τους" κι ότι γδυνόντουσαν πριν πέσουν στο κρεβάτι γιατί ήταν "παστρικιές".]

GatheRate

9 σχόλια:

  1. Τι έγραψες βρε!
    Απ΄τη μεριά των ηττημένων, μα μηδέποτε χαμένων. Εγραψες,

    Ακόμα δεν μπορείς να συνηθίσεις τον βραχνά του ημισέληνου Πενταδάκτυλου, ε;
    Καλό. Κιαροσκούρο.

    [και πόσο αντιαισθητικό και αντιμπλόγκινγκ να σκέφτεσαι πολέμους και εξολοθρεύσεις αιχμαλώτων...]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Η διάκριση μεταξύ ηττημένων και χαμένων, είτε πραγματική είτε πόθος ευσεβής, είναι γνωστή και από την πεντηκονταετή ομφαλοσκόπηση της ελληνικής αριστεράς. Η ομφαλοσκόπηση αυτή τερματίστηκε με την πατριωτική της στροφή.

    Για τη σημαία στο βουνό· τη νύχτα τη φωτίζουν α λα χριστουγεννιάτικο δέντρο: πρώτα το άστρο, μετά η ημισέληνος, μετά το πλαίσιο της σημαίας, οπότε να η τούρκικη, και στο τέλος οι ρίγες, οπότε και προκύπτει η τουρκοκυπριακή...

    Ωστόσο, πιστέψτε με, η σημαία είναι το λιγότερο ενοχλητικό θέ(α)μα στο Νησί. Άλλοι είναι οι 'βραχνάδες'. Η τιτάνια και ακατάβλητη υποκρισία των "δικών μας", λ.χ. Και πάει λέγοντας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εγώ πάλι πάω ντουγρού για μιθριδατισμό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Μόλις γνωρίσαμε τους έχθρους μας και είμαστε έμεις

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Αγαπητέ Sraosha, πολύ θα ήθελα να το δω το έργο. Σεις όμως εννοήσατε καλώς πως εμείς είμασταν οι Ιάπωνες. Και ως εκ τούτου μάλλον αδύνατούμε να ακολούθησουμε τον Κλιντ Ήστγουντ στα χνάρια της μεγαλόψυχης κλασσικής παράδοσης των νικητών των "Τρωάδων" και των "Περσών". Ως εκ τούτου ο κλήρος πέφτει στους απογόνους των πάλαι ποτέ νικητών. Όμως μην ανησυχείτε αν και βάρβαροι φαίνεται πως διαθέτουν μεγαλύτερη φαντασία και ταλέντο από των δικών μας στον κινηματογράφο τουλάχιστον! Μια ματιά στα διεθνή φεστιβάλ θα σας πείσει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Δεν είμαι σίγουρος πως μπορούμε να μιλάμε για 'εχθρούς', σάσπεκτ...

    Αγαπητή φανή, γράψατε. Δυστυχώς για εμάς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Αγαπητε Σραοσα,

    Το συγκεκριμενο ποστ σου με εβαλε σε σκεψεις. Μπορει η ιδεα σου να επεκταθει χωροχρονικα και σε αλλα εργα του Κλιντ αλλα και αλλες φασεις της ελληνικης ιστορικης πορειας; Μιλαω ευθυς αμεσως με παραδειγματα - τιτλους εργων:

    "Ο βρωμικος Ανδρουτσος"

    "Μια πιστολα 0.32 ιντσων για τον καπεταν-Δυσσεα"

    Αιφνης μου ηρθε και η εξης εικονα:

    φουστανελας καταχαμα, αιμα να τρεχει. Ο Ανδρουτσος απο πανω με το φεσι του και τη πιστολα του στραμενη προς τον προηγουμενο φουστανελα και να του λεει

    "Ισθανησι τυχερους σημερα ζαγαρ, α;"

    Βεβαια αρβανιστι θα ειναι πιο ακριβες αλλα εμενανες τη γλωσσα μου (και την καρδια μου) μου τη δωσανε ελληνικη. Αλλαγαι δεν γινονται δεκται πλεον.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Το κάθε χωριό είχε έναν Συνοικισμό, έτσι και το δικό μου. 60, 70 χρόνια μετά την Μικρασιατική καταστροφή άκουγα να μιλάνε υποτιμητικά για όσους ζούσαν στον Συνοικισμό. Οι γυναίκες του συνοικισμού: κλέβαν τους άντρες.
    Παραδόξως οι περισσότεροι απόγονοι των προσφύγων έμειναν εντός των ορίων του συνοικισμού - αν δεν έφυγαν για Αθήνα... και ο συνοικισμός ποτέ δεν γέμισε "μη πρόσφυγες" άντρες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή