Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

I work for Keyser Söze

Μου αρέσουν οι πόλεις, θέλω να είναι κοντά τα παράθυρα των σπιτιών, απέναντι απέναντι, να σε προστατεύουν από βλέμματα αδιάκριτα κουρτίνες και πατζούρια και φώτα χαμηλωμένα, όχι αχανείς ερημιές και μαντρότοιχοι. Μου αρέσει ανάμεσα στα παράθυρα να κυλάνε δρόμοι, κι ας παρασέρνουν θόρυβο και φωνές θυμωμένες. Αρκεί να υπάρχει ένας ακάλυπτος στο πίσω μέρος του διαμερίσματος, αυτό το αίθριο ησυχίας με δύο ή τρία μεγάλα δέντρα να φέρνουν φύλλα ξερά μέσα στο υπνοδωμάτιό σου, να τα πατάς απορημένος το πρωί που ξυπνάς κι ακουμπούν οι πατούσες σου στο πάτωμα.

Νοσταλγώ εκείνους τους τόπους όπου κάνει αρκετό κρύο για αρκετό καιρό. Κρύο όμως. Κρύο ξηρό, ει δυνατόν. Με το κρύο μένω σε εγρήγορση και δουλεύει η σκέψη, με το κρύο νιώθω θαρραλέος κι έτοιμος να μετακινηθώ από αυτόν που νομίζω ότι είμαι, ταυτόχρονα να σταθώ εκεί όπου είμαι και να πάω παραπέρα, με το κρύο μπορώ να κρύβομαι κάτω από σκεπάσματα το πρωί περιμένοντας να ξυπνήσω αργά ενώ επανασυνδέομαι με την προηγούμενη μέρα και την προηγούμενη ζωή.

Απολαμβάνω να μου λένε δύσκολες αλήθειες. Δηλαδή είναι μια μυστήρια διαδικασία. Στην αρχή τινάζομαι κάπως, νιώθω πρώτα τις αναθυμιάσεις και μετά τη φωτιά να ανεβαίνει στο κεφάλι (σαν σπιτικό τσίπουρο σε άδειο στομάχι) και να το κάνει να μετεωρίζεται και προς στιγμήν να αιωρείται, ενδεχομένως σε ελαφρά περιστροφή και με κάποιες αναταράξεις. Περιμένω λοιπόν να χωνέψει η φωτιά λίγο και να αρχίσει να βγάζει φως και ζεστασιά. Όση έχει και όση μπορεί. Δε δίνουνε μέθη οι αλήθειες, δε σου κάνουνε κεφάλι, όχι. Απλώς σου οξύνουν απότομα, υπερφυσικά και για λίγο τις αισθήσεις, σαν ένα σκανκ που έκανα το 1998 και ξαφνικά είδα πεντακάθαρα και αναλυτικά τα μοτίβα του χαλιού μέσα από το παράθυρο ενός σπιτιού στα 20 μέτρα. Κάπως έτσι κι οι δύσκολες αλήθειες.

Όταν μιλάμε επικριτικά για τον εαυτό μας, είναι κοπιαστικά δύσκολο -- αν κρίνω και από μένα και από όσους επέλεξαν κατά καιρούς να με εμπιστευτούν και να μου ανοιχτούν -- να ξεχωρίσουμε αν μιλάει η ταπεινολογία (που είναι πεπαιδευμένη αλαζονεία), η ανασφάλεια ή η γνήσια ευθυκρισία. Αυτά για όταν κανείς θάβει τον εαυτό του. Ταυτόχρονα, είναι πάρα πολύ δύσκολο με ενδοσκόπηση ή μέσω κουβέντας με φίλους να ξεχωρίσει κανείς την έφεση (ή ταλέντο) σε κάτι και την καλλιέργειά αυτού του κάτι από τη νευρωσική προσκόλληση σε αυτό. Ναι, βεβαίως αγαπάμε και καλλιεργούμε αυτό στο οποίο πράγματι είμαστε καλοί. Πότε όμως κατατρώει όλα τα άλλα; Αφελείς απαντήσεις, όπως αυτή που δίνει το ανεκδιήγητο Black Swan του Αρονόφσκυ, δε χρήζουν σοβαρής συζήτησης.

Μπαίνοντας σπίτι απόψε βρήκα ανοιχτή την τηλεόραση. Έδειχνε μια συζήτηση μεταξύ του μιαρού Κομιστή και του υπερφίαλου φασίστα Νότη. Λεζάντα: για τους τρομοκράτες της Βελβεντού φταίνε οι γονείς τους. Άντεξα να βλέπω το πρόσωπο του Κομιστή αρκετά: στο μεταξύ σκεφτόμουν ότι οι ελιές του μοιάζουν με φλύκταινες κι αποστήματα, ότι το όλο σιχαμένα δόντια μαϊμουδίσιο χαμόγελό του είναι διαστροφή των παρωδημένων όλο δόντια χαμογελαστών φατσών του περιοδικού Mad. Αυτός τώρα γράφει και είναι εκδότης. Για τον άλλο δε λέω. Κι αναρωτήθηκα με κάθε ειλικρίνεια και κάθε αφέλεια: αν είχα λ.χ. μια κόρη 14 χρονών, θα προτιμούσα να βουτήξει σε αυτό τον πηχτό χυλό από κόπρανα σε προχωρημένη ζύμωση και πολτώδη σήψη για τα 6 λεπτά που άντεξα ή να παρακολουθήσει 6 λεπτά πορνογραφημένης παρτούζας με ντάλα τα φώτα στούντιο και πλαστικά αποψιλωμένα κορμιά και ραδιοσκηνοθετημένα βογκητά; Ω ναι, σίγουρα το δεύτερο -- τουλάχιστον προσιδιάζει στην ανθρώπινη κατάσταση ελεύθερων και -- κυρίως -- ηθικών ανθρώπων.

Τίποτα (εκτός από το κρύο) δεν ξυπνάει και δε δίνει θάρρος όπως η μουσική.

GatheRate

2 σχόλια:

  1. Καλό μήνα Σραόσα.
    Κρατάω το αγαπημένο κρύο (και όλα τα υπόλοιπα).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τζόνσον ο αλογόμυγας2 Μαρτίου 2013 στις 9:32 μ.μ.

    Αν είχες μια κόρη 14 χρονών και ήθελες η αμφισβήτηση στη χυδαιότητα να της γίνει αυτοσκοπός τότε η αντιπαραβολή που προτείνεις είναι ο ιδανικός τρόπος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή