στο Βυτίο, που του αρέσουν αυτά, και στον radio_sociale, που τα καταλαβαίνει. Και στον Contrabbando, που τον αγαπώ.
Ναι, η προσωπολατρία είναι ένα χάλι, σκέτη κατάπτωση, ένα ζωωδώς αφελές ένστικτο· τι να πει πια κανείς που να μην είναι κοινότοπο για το θέμα. Ναι, we shouldn’t be looking for heroes, we should be looking for good ideas. Αλλά δεν μπορώ να αποβάλω τον παιδικό θαυμασμό μου απέναντι στους ζωγράφους και, λιγότερο, απέναντι στους μουσικούς. Οι ζωγράφοι, ρε συ. Δημιουργούνε χώρους, κόσμους ολόκληρους (όπως μόνον οι γυναίκες μπορούν να κατασκευασουνε γύρω τους από το μηδέν και να τους κατοικήσουν) και όνειρα (αλλά αυτά διατίθενται σε προσιτές τιμές πια) με μπογιές και τέτοια.
Χτες ήτανε σπουδαία μέρα λοιπόν. Κουτσαίνοντας (θα γιάνει, είπαμε) έφτασα στο Μουσείο Μπενάκη στην Πειραιώς, αφού περιπλανήθηκα λίγο στο Γκάζι κάτω από τον ήλιο. Το Γκάζι στην ημέρα: κάποιοι από τους παλιούς κατοίκους του ορατοί, το φως της μέρας πιο δυνατό από τις σκιερές προσόψεις των κλειστών μαγαζιών, το επιμελώς κρυμμένο αρχιτεκτονικό τοπίο της τέως φτώχειας και νυν παρενδυτικής τρεντίλας. Σημεία του "awful daring of a moment's surrender / which an age of prudence can never retract", αλλόκοτα μέσα στο πανταχόθεν "μεσογειακό φως που διαλύει το τοπικό χρώμα". Και μόνο για αυτή την μάλλον κοινότοπη επισήμανση θα άξιζε να πάω στην ξενάγηση που έκανε ο Κυριάκος Κατζουράκης στην αναδρομική του έκθεση. Άλλωστε ο Κατζουράκης είναι ο αγαπημένος μου Έλληνας ζωγράφος (ναι, στην αναδρομική του Λούσιαν Φρόυντ στο Λονδίνο με μάζευαν). Και είναι και ωραίος δάσκαλος.
Πήγα νωρίς για να δω την έκθεση πριν την ξενάγηση. Ένα θαύμα ήταν εκεί μέσα. Ενώ στις πινακοθήκες με πιάνει συνήθως μια μανία να πεταχτώ έξω, να κάνω μια γύρα και να φύγω, εκεί πάλι ήθελα να κάτσω κάτω, να κάνω παρέα στους πίνακες. Στο τέλος της ξενάγησης πλησίασα τον ζωγράφο και τον ρώτησα αν μπορώ να του σφίξω το χέρι. Με κοίταξε έκπληκτος. Του εξήγησα ότι το 1994 είδα σε μια γκαλερί το "Νανούρισμά" του. Δεν του είπα ότι τότε τρία πράγματα συνέβησαν ταυτόχρονα: με μάγεψε το έργο, με γήτεψε δηλαδή, και αγάπησα το έργο του Κατζουράκη. Και άλλαξε τεκτονικά ο τρόπος που σκέφτομαι και νιώθω. Το έργο, αν και ερωτικό (ένας άντρας γονατισμένος μπροστά σε μια καθισμένη γυναίκα την προσκυνάει εκεί που της πρέπει τιμή και συγκίνηση, με πείνα κι έκσταση) είχε πνευματική επίδραση πάνω μου. Για χρόνια δεν ήμουνα σίγουρος αν λέγεται "νανούρισμα" ή "προσευχή" το έργο: τα όσια και τα ιερά δεν τα γκουγκλάρουμε, οι μνήμες πρέπει να μένουν, όσο γίνεται, ασαφεις κι ασυνεπείς και ασχημάτιστες. Γιατί με επηρέασε έτσι; δεν έχω ιδέα· μπορεί να έφταιγε και το κίτρινο, ένα κίτρινο που ξανασυνάντησα πολλές φορές στην έκθεση στο Μουσείο Μπενακη. Δεν ξέρω. Ήτανε πάντως μια πνευματική εμπειρία, έντονη και διαρκής. Θεοτική. Δε με έκανε πανθεϊστή ή ηδονιστή ή τίποτε τέτοιο. Δε μου αποκάλυψε πτυχές του numinus που δεν ήξερα, άλλωστε το πρώτο πράμα που μαθαίνεις για τον έρωτα είναι ότι ακόμα και η μηχανική του και μόνο μπορεί να σε πετάξει έξω από τον εαυτό σου, στα σύννεφα ή στο οδόστρωμα.
Πόση αντίθεση ανάμεσα στην ασκητικά ερωτική προσήλωση κι αφοσίωση και στη στερητική ασκητίλα, την αστυνόμευση και το κανονιστικό καλούπωμα της ζωής που μας επιβάλλεται. Έβλεπα πρόσφατα φωτογραφίες από την ερημο της Ιουδαίας: το άδειο και άγριο σκηνικό στο οποίο διαδραματίστηκε το αρχετυπικό ασκητικό γεγονός της χριστιανικής πίστης, ο Πειρασμός στην έρημο. Αυτή είναι η μία από τις δύο μονομαχίες μεταξύ Χριστού και Σατανά που καταγράφονται (η άλλη είναι αυτή εδώ) και είναι μάλλον παραγνωρισμένη. Προκαλεί μάλλον αμηχανία στους θεολόγους ότι ο Θεός (το Πνεύμα) στέλνει τον Χριστό στην έρημο να μη φάει και να μην πιει τίποτα για 40 μέρες, απεργός πείνας και ο Κύριος, για να τον βάλει σε πειρασμό ο διάολος. Σικέ δεν είναι το ματς, αν ο Ιησούς είναι Θεάνθρωπος; Δηλαδή αν λύγιζε ο Ιησούς τι θα γινόταν; Τι θα συνέβαινε αν προσκυνούσε έναν πεπτωκότα άγγελο το Πρόσωπο στο οποίο υποστατικώς ενώνονται ο άνθρωπος με τον ιλιγγιωδώς άπειρο και αΐδιο Δημιουργό όλων των κόσμων; Τι θα γινόταν; Άρα σικέ το επεισόδιο; Εξού και ότι σε όλη τη χριστιανοσύνη, μνημονεύεται μόνον η τελική ατάκα κουνγκ φου (το όλο επεισόδιο είναι πάρα πολύ ανατολίτικο στη σύλληψη και στην εκτέλεση) "ύπαγε οπίσω / vade retro". Με εξαίρεση μια εκκλησία στη Βαρκελώνη (δεν πήγα) που λέγεται tibi dabo (όχι ντίμπι ντάι -- είναι το "θα σου δώσω" στα λατινικά), που είναι αφιερωμένη στο περιστατικό.
Τι γίνεται λοιπόν στην περίφημη αυτή μονομαχία Χριστού και Διαόλου στην έρημο της Ιουδαίας; Ας τα πει ο ευαγγελιστής (κατά Ματθαίον 4, 1-11), άλλωστε τα λέει πανέμορφα:
Τότε ὁ Ἰησοῦς ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος, πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου. καὶ νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασεν. Καὶ προσελθὼν αὐτῷ ὁ πειράζων εἶπεν· Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, εἰπὲ ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε· Γέγραπται, Οὐκ ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ὁ ἄνθρωπος, ἀλλ' ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ. Τότε παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν, καὶ ἵστησιν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ, καὶ λέγει αὐτῷ· Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν κάτω· γέγραπται γὰρ ὅτι Τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσίν σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου. ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Πάλιν γέγραπται, Οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου. Πάλιν παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος ὑψηλὸν λίαν, καὶ δείκνυσιν αὐτῷ πάσας τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν, καὶ λέγει αὐτῷ· Ταῦτά σοι πάντα δώσω ἐὰν πεσὼν προσκυνήσῃς μοι. τότε λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· γέγραπται γάρ, Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις. Τότε ἀφίησιν αὐτὸν ὁ διάβολος, καὶ ἰδοὺ ἄγγελοι προσῆλθον καὶ διηκόνουν αὐτῷ.
Πάει στον απεργό πείνας και του λέει δύο φορές να ασκήσει εξουσία, να χρησιμοποιήσει το προνόμιά Του κάνοντας θαύματα, και μία να πουληθεί ο ίδιος για την εξουσία: φτιάξε και φάε, πέσε να σε αρπάξουν, προσκύνα να σου δώσω εξουσία. Ο πιο εντυπωσιακός πειρασμός είναι ο τρίτος, φυσικά: "προσκύνα να σου χαρίσω τον κόσμο". Όπως λέμε στα σοσιαλμήντια, "η αμήχανη στιγμή" που ο διάολος καρφώνεται ως ο μέγας χορηγός της εξουσίας. Μουάχαχα.
Στο μεταξύ, ο Άλλος, αντικρούει τις προτάσεις με βιβλικές περικοπές, στο πνεύμα των ραβινικών ντιμπέιτ που τόσο αγαπούν οι λαοί των Γραφών, και εγκαινιάζοντας τους ρητορικούς αγώνες όπου δε δίνεις επιχείρημα άλλο από την επίκληση στην αυθεντία. Τη δική Του αυθεντία, στην περίπτωσή μας. Την οποία ο Οξαποδώς έχει προαιωνίως θεαματικά απορρίψει. Αλλού όμως είναι το ζουμί. Το ζουμί είναι ότι στη ρητορική μονομαχία στην έρημο της Ιουδαίας, ο ασκητής Ιησούς αποκρούει όχι το φαΐ, αλλά το θαύμα (δύο φορές), και την εξουσία και τον μεγάλο χορηγό της. Δεν Του φέρνει ο Σατανάς πίτσες να τις φάει, του λέει κάνε εσύ τις πέτρες ψωμί -- αφού είσαι θεούλης. Όταν Εκείνος απαντάει με τσιτάτο, του λέει πέσε να σε πιάσουν και του παραθέτει κι εκείνος τσιτάτο (θυμάμαι τώρα συγγενή μου του πάλαι ΕΚΚΕ να τσακώνεται με άνθρωπο του Κόμματος -- but I digress). Αφού δουλειά με τα "αν είσαι Υιός Θεού" δε γίνεται, ο Σατανάς τελικά βάζει τα μεγάλα μέσα: σε έναν άνθρωπο τρελαμένο από την πείνα και τη δίψα προσφέρει "πάσας τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν".
Η θριαμβεύουσα ασκητικότητα του Ιησού εδώ δε συνίσταται στη συντριβή του σώματος ή στη θηριώδη καταστολή της ανθρώπινης φύσης (την "τιμωρία της σάρκας", που λένε και οι απανταχού μαζόχες ανά τους αιώνες). Η άσκηση του Χριστού γίνεται με την παραίτηση από τη δύναμη και από τα προνόμια, με την επίκληση (έστω και αυτοπαθητικά εντέλει) της αυθεντίας και -- θεαματικότατα -- την άρνηση της εξουσίας. Η ανατολίτικη μονομαχία του Θεανθρώπου και ενός μοχθηρού και κομπλεξικού δημιουργήματός Του απηχεί μια ασκητική κατά βάση κοινωνική, μια άσκηση που ανοίγει προς τα έξω. Μου θυμίζει κάπως ένα κήρυγμα του Κοσμά του Αιτωλού που λέει "δεν μπορείς να μη νηστεύεις και να μασαμπουκιάζεις όταν πεινάν οι φτωχοί -- μοιράσου το φαγητό σου". Ο Κοσμάς ο Αιτωλός, αν και του αποδίδονται γουάου προφητείες, προφανώς δεν είχε τα εκλεκτά νηστίσιμα εδέσματά μας κατά νου: αστακούληδες, φαλάφελ, καλαμάρι γεμιστό και κονσομμέ καραβίδας.
Βεβαίως, όποιο και αν είναι το ήθος της άσκησης που περιέχεται στο επεισόδιο του Πειρασμού, δεν έχουν όλοι οι απεργοί πείνας την τύχη να έρθουν άγγελοι (ή και άνθρωποι) να τους διακονήσουνε μετά. Εμάς τους υπόλοιπους δεν πρόκειται να μας αφήσει σε χλωρό κλαρί ο κάθε διάολος.
Το "Νανούρισμα" δεν εκτίθεται στην αναδρομική έκθεση του Κατζουράκη. Είμαστε απλώς απλοί άνθρωποι, μας περιορίζει ο τόπος, ο χρόνος, οι αυθεντίες και άλλα πολλά.
Ναι, η προσωπολατρία είναι ένα χάλι, σκέτη κατάπτωση, ένα ζωωδώς αφελές ένστικτο· τι να πει πια κανείς που να μην είναι κοινότοπο για το θέμα. Ναι, we shouldn’t be looking for heroes, we should be looking for good ideas. Αλλά δεν μπορώ να αποβάλω τον παιδικό θαυμασμό μου απέναντι στους ζωγράφους και, λιγότερο, απέναντι στους μουσικούς. Οι ζωγράφοι, ρε συ. Δημιουργούνε χώρους, κόσμους ολόκληρους (όπως μόνον οι γυναίκες μπορούν να κατασκευασουνε γύρω τους από το μηδέν και να τους κατοικήσουν) και όνειρα (αλλά αυτά διατίθενται σε προσιτές τιμές πια) με μπογιές και τέτοια.
Χτες ήτανε σπουδαία μέρα λοιπόν. Κουτσαίνοντας (θα γιάνει, είπαμε) έφτασα στο Μουσείο Μπενάκη στην Πειραιώς, αφού περιπλανήθηκα λίγο στο Γκάζι κάτω από τον ήλιο. Το Γκάζι στην ημέρα: κάποιοι από τους παλιούς κατοίκους του ορατοί, το φως της μέρας πιο δυνατό από τις σκιερές προσόψεις των κλειστών μαγαζιών, το επιμελώς κρυμμένο αρχιτεκτονικό τοπίο της τέως φτώχειας και νυν παρενδυτικής τρεντίλας. Σημεία του "awful daring of a moment's surrender / which an age of prudence can never retract", αλλόκοτα μέσα στο πανταχόθεν "μεσογειακό φως που διαλύει το τοπικό χρώμα". Και μόνο για αυτή την μάλλον κοινότοπη επισήμανση θα άξιζε να πάω στην ξενάγηση που έκανε ο Κυριάκος Κατζουράκης στην αναδρομική του έκθεση. Άλλωστε ο Κατζουράκης είναι ο αγαπημένος μου Έλληνας ζωγράφος (ναι, στην αναδρομική του Λούσιαν Φρόυντ στο Λονδίνο με μάζευαν). Και είναι και ωραίος δάσκαλος.
Πήγα νωρίς για να δω την έκθεση πριν την ξενάγηση. Ένα θαύμα ήταν εκεί μέσα. Ενώ στις πινακοθήκες με πιάνει συνήθως μια μανία να πεταχτώ έξω, να κάνω μια γύρα και να φύγω, εκεί πάλι ήθελα να κάτσω κάτω, να κάνω παρέα στους πίνακες. Στο τέλος της ξενάγησης πλησίασα τον ζωγράφο και τον ρώτησα αν μπορώ να του σφίξω το χέρι. Με κοίταξε έκπληκτος. Του εξήγησα ότι το 1994 είδα σε μια γκαλερί το "Νανούρισμά" του. Δεν του είπα ότι τότε τρία πράγματα συνέβησαν ταυτόχρονα: με μάγεψε το έργο, με γήτεψε δηλαδή, και αγάπησα το έργο του Κατζουράκη. Και άλλαξε τεκτονικά ο τρόπος που σκέφτομαι και νιώθω. Το έργο, αν και ερωτικό (ένας άντρας γονατισμένος μπροστά σε μια καθισμένη γυναίκα την προσκυνάει εκεί που της πρέπει τιμή και συγκίνηση, με πείνα κι έκσταση) είχε πνευματική επίδραση πάνω μου. Για χρόνια δεν ήμουνα σίγουρος αν λέγεται "νανούρισμα" ή "προσευχή" το έργο: τα όσια και τα ιερά δεν τα γκουγκλάρουμε, οι μνήμες πρέπει να μένουν, όσο γίνεται, ασαφεις κι ασυνεπείς και ασχημάτιστες. Γιατί με επηρέασε έτσι; δεν έχω ιδέα· μπορεί να έφταιγε και το κίτρινο, ένα κίτρινο που ξανασυνάντησα πολλές φορές στην έκθεση στο Μουσείο Μπενακη. Δεν ξέρω. Ήτανε πάντως μια πνευματική εμπειρία, έντονη και διαρκής. Θεοτική. Δε με έκανε πανθεϊστή ή ηδονιστή ή τίποτε τέτοιο. Δε μου αποκάλυψε πτυχές του numinus που δεν ήξερα, άλλωστε το πρώτο πράμα που μαθαίνεις για τον έρωτα είναι ότι ακόμα και η μηχανική του και μόνο μπορεί να σε πετάξει έξω από τον εαυτό σου, στα σύννεφα ή στο οδόστρωμα.
Πόση αντίθεση ανάμεσα στην ασκητικά ερωτική προσήλωση κι αφοσίωση και στη στερητική ασκητίλα, την αστυνόμευση και το κανονιστικό καλούπωμα της ζωής που μας επιβάλλεται. Έβλεπα πρόσφατα φωτογραφίες από την ερημο της Ιουδαίας: το άδειο και άγριο σκηνικό στο οποίο διαδραματίστηκε το αρχετυπικό ασκητικό γεγονός της χριστιανικής πίστης, ο Πειρασμός στην έρημο. Αυτή είναι η μία από τις δύο μονομαχίες μεταξύ Χριστού και Σατανά που καταγράφονται (η άλλη είναι αυτή εδώ) και είναι μάλλον παραγνωρισμένη. Προκαλεί μάλλον αμηχανία στους θεολόγους ότι ο Θεός (το Πνεύμα) στέλνει τον Χριστό στην έρημο να μη φάει και να μην πιει τίποτα για 40 μέρες, απεργός πείνας και ο Κύριος, για να τον βάλει σε πειρασμό ο διάολος. Σικέ δεν είναι το ματς, αν ο Ιησούς είναι Θεάνθρωπος; Δηλαδή αν λύγιζε ο Ιησούς τι θα γινόταν; Τι θα συνέβαινε αν προσκυνούσε έναν πεπτωκότα άγγελο το Πρόσωπο στο οποίο υποστατικώς ενώνονται ο άνθρωπος με τον ιλιγγιωδώς άπειρο και αΐδιο Δημιουργό όλων των κόσμων; Τι θα γινόταν; Άρα σικέ το επεισόδιο; Εξού και ότι σε όλη τη χριστιανοσύνη, μνημονεύεται μόνον η τελική ατάκα κουνγκ φου (το όλο επεισόδιο είναι πάρα πολύ ανατολίτικο στη σύλληψη και στην εκτέλεση) "ύπαγε οπίσω / vade retro". Με εξαίρεση μια εκκλησία στη Βαρκελώνη (δεν πήγα) που λέγεται tibi dabo (όχι ντίμπι ντάι -- είναι το "θα σου δώσω" στα λατινικά), που είναι αφιερωμένη στο περιστατικό.
Τι γίνεται λοιπόν στην περίφημη αυτή μονομαχία Χριστού και Διαόλου στην έρημο της Ιουδαίας; Ας τα πει ο ευαγγελιστής (κατά Ματθαίον 4, 1-11), άλλωστε τα λέει πανέμορφα:
Τότε ὁ Ἰησοῦς ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος, πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου. καὶ νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασεν. Καὶ προσελθὼν αὐτῷ ὁ πειράζων εἶπεν· Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, εἰπὲ ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε· Γέγραπται, Οὐκ ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ὁ ἄνθρωπος, ἀλλ' ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ. Τότε παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν, καὶ ἵστησιν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ, καὶ λέγει αὐτῷ· Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν κάτω· γέγραπται γὰρ ὅτι Τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσίν σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου. ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Πάλιν γέγραπται, Οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου. Πάλιν παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος ὑψηλὸν λίαν, καὶ δείκνυσιν αὐτῷ πάσας τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν, καὶ λέγει αὐτῷ· Ταῦτά σοι πάντα δώσω ἐὰν πεσὼν προσκυνήσῃς μοι. τότε λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· γέγραπται γάρ, Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις. Τότε ἀφίησιν αὐτὸν ὁ διάβολος, καὶ ἰδοὺ ἄγγελοι προσῆλθον καὶ διηκόνουν αὐτῷ.
Πάει στον απεργό πείνας και του λέει δύο φορές να ασκήσει εξουσία, να χρησιμοποιήσει το προνόμιά Του κάνοντας θαύματα, και μία να πουληθεί ο ίδιος για την εξουσία: φτιάξε και φάε, πέσε να σε αρπάξουν, προσκύνα να σου δώσω εξουσία. Ο πιο εντυπωσιακός πειρασμός είναι ο τρίτος, φυσικά: "προσκύνα να σου χαρίσω τον κόσμο". Όπως λέμε στα σοσιαλμήντια, "η αμήχανη στιγμή" που ο διάολος καρφώνεται ως ο μέγας χορηγός της εξουσίας. Μουάχαχα.
Στο μεταξύ, ο Άλλος, αντικρούει τις προτάσεις με βιβλικές περικοπές, στο πνεύμα των ραβινικών ντιμπέιτ που τόσο αγαπούν οι λαοί των Γραφών, και εγκαινιάζοντας τους ρητορικούς αγώνες όπου δε δίνεις επιχείρημα άλλο από την επίκληση στην αυθεντία. Τη δική Του αυθεντία, στην περίπτωσή μας. Την οποία ο Οξαποδώς έχει προαιωνίως θεαματικά απορρίψει. Αλλού όμως είναι το ζουμί. Το ζουμί είναι ότι στη ρητορική μονομαχία στην έρημο της Ιουδαίας, ο ασκητής Ιησούς αποκρούει όχι το φαΐ, αλλά το θαύμα (δύο φορές), και την εξουσία και τον μεγάλο χορηγό της. Δεν Του φέρνει ο Σατανάς πίτσες να τις φάει, του λέει κάνε εσύ τις πέτρες ψωμί -- αφού είσαι θεούλης. Όταν Εκείνος απαντάει με τσιτάτο, του λέει πέσε να σε πιάσουν και του παραθέτει κι εκείνος τσιτάτο (θυμάμαι τώρα συγγενή μου του πάλαι ΕΚΚΕ να τσακώνεται με άνθρωπο του Κόμματος -- but I digress). Αφού δουλειά με τα "αν είσαι Υιός Θεού" δε γίνεται, ο Σατανάς τελικά βάζει τα μεγάλα μέσα: σε έναν άνθρωπο τρελαμένο από την πείνα και τη δίψα προσφέρει "πάσας τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν".
Η θριαμβεύουσα ασκητικότητα του Ιησού εδώ δε συνίσταται στη συντριβή του σώματος ή στη θηριώδη καταστολή της ανθρώπινης φύσης (την "τιμωρία της σάρκας", που λένε και οι απανταχού μαζόχες ανά τους αιώνες). Η άσκηση του Χριστού γίνεται με την παραίτηση από τη δύναμη και από τα προνόμια, με την επίκληση (έστω και αυτοπαθητικά εντέλει) της αυθεντίας και -- θεαματικότατα -- την άρνηση της εξουσίας. Η ανατολίτικη μονομαχία του Θεανθρώπου και ενός μοχθηρού και κομπλεξικού δημιουργήματός Του απηχεί μια ασκητική κατά βάση κοινωνική, μια άσκηση που ανοίγει προς τα έξω. Μου θυμίζει κάπως ένα κήρυγμα του Κοσμά του Αιτωλού που λέει "δεν μπορείς να μη νηστεύεις και να μασαμπουκιάζεις όταν πεινάν οι φτωχοί -- μοιράσου το φαγητό σου". Ο Κοσμάς ο Αιτωλός, αν και του αποδίδονται γουάου προφητείες, προφανώς δεν είχε τα εκλεκτά νηστίσιμα εδέσματά μας κατά νου: αστακούληδες, φαλάφελ, καλαμάρι γεμιστό και κονσομμέ καραβίδας.
Βεβαίως, όποιο και αν είναι το ήθος της άσκησης που περιέχεται στο επεισόδιο του Πειρασμού, δεν έχουν όλοι οι απεργοί πείνας την τύχη να έρθουν άγγελοι (ή και άνθρωποι) να τους διακονήσουνε μετά. Εμάς τους υπόλοιπους δεν πρόκειται να μας αφήσει σε χλωρό κλαρί ο κάθε διάολος.
Το "Νανούρισμα" δεν εκτίθεται στην αναδρομική έκθεση του Κατζουράκη. Είμαστε απλώς απλοί άνθρωποι, μας περιορίζει ο τόπος, ο χρόνος, οι αυθεντίες και άλλα πολλά.
Εξαιρετική η έκθεση του Κατζουράκη. Χωρίς να τον πολυξεύρω, τον εκτίμησα και τον αγάπησα μέσα από αυτήν την έκθεση στο Μπενάκη. Όλο λέγω να του αφιερώσω ένα ποστ και όλο το αναβάλω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤις καλημέρες μου!