Πριν είκοσι χρόνια έπιασα την πρώτη μου πραγματική δουλειά. Πραγματική εννοώ τη δουλειά που έχει ωράριο και χειρωναξία – μέχρι τότε μόνον ιδιαίτερα είχα κάνει. Δούλεψα στο Taco Time, μιας αλυσίδας μεξικάνικων φαστφούντ με μητρόπολη το Γιουτζήν του Όρεγκον, που ακόμα δεν έχω ιδέα πού πέφτει μέσα στη μεγάλη πολιτεία του Ειρηνικού.
Δούλεψα παρασκευαστής. Βέβαια, τα πρωινά βοηθούσα στην εκφόρτωση, ιδίως αν ήμουν ο μόνος άντρας στη βάρδια, και έμαθα και πέντε πράγματα από αποθήκες και ψυγεία και το σύστημα το FIFO, που είναι πολύ βολικό και το ανάποδο του LIFO. Όσα έμαθα τους μήνες εκεί μέσα δεν έμαθα σε 17 χρόνια εκπαίδευσης μέχρι τότε. Η πιο έντονή μου ανάμνηση είναι να ζέχνω παλμέλαιο στο τέλος της βάρδιας πάνω από τη φριτέζα και να λαχταράω να κάνω ένα μπάνιο για να βγω μετά.
Ζούσα καθημερινά έκπληκτος 17χρονες παρασκευάστριες, αποφοίτους γυμνασίου, να ανταγωνίζονται η μία την άλλη για το ποια θα κάνει καλύτερη εντύπωση στο αφεντικό ώστε μια μέρα να γίνουν «προϊσταμένες». Είδα τον ανταγωνισμό τους με τα κορίτσια μπροστά στο ταμείο, που ήταν όλες βεβαίως πουτάνες. Έμαθα τι θα πει εργοδοτική τρομοκρατία, bullying θα το λέγαμε σήμερα, με απειλές για συνεχείς βάρδιες κλείσιμο-πρωί, για Σάββατα βράδυ (οπότε κλείναμε στις 4 το πρωί) και σεξουαλική παρενόχληση αλλά και σεξουαλικά προνόμια. Βεβαίως είχαμε Επιθεώρηση Εργασίας τον προηγούμενο αιώνα. Επίσης, εγώ ήμουνα μπλαζέ και σε φάση «εγώ είμαι γι’ αλλού»: έπιασα τη δουλειά γιατί ήθελα να μαζέψω λεφτά για το μάστερ και γιατί ήθελα να πληρώνω κάθε μήνα μια σιντιέρα που είχα αγοράσει με εννέα έντοκες δόσεις.
Είκοσι χρόνια μετά συνειδητοποιώ ότι κακώς είχα τόση αυτοπεποίθηση και τόση σιγουριά ότι δεν θα έμενα για πολύ να δουλεύω σε φαστφούντ: η οικογενειακή σκέπη και η ιδεοληπτική ευφορία των νάιντιζ θόλωνε εντός μου την ταξική μου ταυτότητα. Τώρα πια ξέρω ότι χωρίς την υποτροφία του ΙΚΥ (μέσω της οποίας το ελληνικό κράτος μετέτρεψε χρήματα φορολογουμένων σε πνευματικό κεφάλαιο), μάλλον θα είχα παραμείνει σε φαστφούντ μέχρι την αμφίβολη και μεσοβέζικη λύτρωση της δουλειάς σε φροντιστήρια. Άλλωστε, μετά από οχτώ μήνες δουλειάς, είχα καταφέρει να μαζέψω μόλις 500.000 δρχ., περίπου 900 στερλίνες, που ίσα ίσα για δυο μήνες στο Λονδίνο θα μου έφταναν.
Δούλεψα παρασκευαστής. Βέβαια, τα πρωινά βοηθούσα στην εκφόρτωση, ιδίως αν ήμουν ο μόνος άντρας στη βάρδια, και έμαθα και πέντε πράγματα από αποθήκες και ψυγεία και το σύστημα το FIFO, που είναι πολύ βολικό και το ανάποδο του LIFO. Όσα έμαθα τους μήνες εκεί μέσα δεν έμαθα σε 17 χρόνια εκπαίδευσης μέχρι τότε. Η πιο έντονή μου ανάμνηση είναι να ζέχνω παλμέλαιο στο τέλος της βάρδιας πάνω από τη φριτέζα και να λαχταράω να κάνω ένα μπάνιο για να βγω μετά.
Ζούσα καθημερινά έκπληκτος 17χρονες παρασκευάστριες, αποφοίτους γυμνασίου, να ανταγωνίζονται η μία την άλλη για το ποια θα κάνει καλύτερη εντύπωση στο αφεντικό ώστε μια μέρα να γίνουν «προϊσταμένες». Είδα τον ανταγωνισμό τους με τα κορίτσια μπροστά στο ταμείο, που ήταν όλες βεβαίως πουτάνες. Έμαθα τι θα πει εργοδοτική τρομοκρατία, bullying θα το λέγαμε σήμερα, με απειλές για συνεχείς βάρδιες κλείσιμο-πρωί, για Σάββατα βράδυ (οπότε κλείναμε στις 4 το πρωί) και σεξουαλική παρενόχληση αλλά και σεξουαλικά προνόμια. Βεβαίως είχαμε Επιθεώρηση Εργασίας τον προηγούμενο αιώνα. Επίσης, εγώ ήμουνα μπλαζέ και σε φάση «εγώ είμαι γι’ αλλού»: έπιασα τη δουλειά γιατί ήθελα να μαζέψω λεφτά για το μάστερ και γιατί ήθελα να πληρώνω κάθε μήνα μια σιντιέρα που είχα αγοράσει με εννέα έντοκες δόσεις.
Είκοσι χρόνια μετά συνειδητοποιώ ότι κακώς είχα τόση αυτοπεποίθηση και τόση σιγουριά ότι δεν θα έμενα για πολύ να δουλεύω σε φαστφούντ: η οικογενειακή σκέπη και η ιδεοληπτική ευφορία των νάιντιζ θόλωνε εντός μου την ταξική μου ταυτότητα. Τώρα πια ξέρω ότι χωρίς την υποτροφία του ΙΚΥ (μέσω της οποίας το ελληνικό κράτος μετέτρεψε χρήματα φορολογουμένων σε πνευματικό κεφάλαιο), μάλλον θα είχα παραμείνει σε φαστφούντ μέχρι την αμφίβολη και μεσοβέζικη λύτρωση της δουλειάς σε φροντιστήρια. Άλλωστε, μετά από οχτώ μήνες δουλειάς, είχα καταφέρει να μαζέψω μόλις 500.000 δρχ., περίπου 900 στερλίνες, που ίσα ίσα για δυο μήνες στο Λονδίνο θα μου έφταναν.
εις ο,τι αφορα την τελευταια παραγραφο, νομιζω τα παραλετε. πριν την κριση, δλδ μεχρι το 2010, τα φροντιστηρια εκαναν χρυσες δουλειες, αθηνα και επαρχια, οποτε ενταξει, δεχομαι οτι σε καποιον μπορει να μην αρεσει αυτη η δουλεια, αλλα επαγγελματικες ευκαιριες υπηρχαν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ δική μου μεγάλη βλακεία (λόγω φόβου): επέλεξα την υποτροφία εσωτερικού. (Πάει το King's). Και αντί για το Τάκο, δουλειά σε βιβλιοπωλείο! Πολύ μικρότερο σχολείο, χρήσιμο πάντως
ΑπάντησηΔιαγραφή