Urbi
Γράμματα ξέρουμε. Λίγα ή πολλά, ξέρουμε. Επίσης, όλο και κάποιος γονιός ή δάσκαλος, κάποιο αφεντικό, αγαπημένο ή μη, κάποτε μας κόντυνε ή και μας ταπείνωσε. Που σημαίνει ότι έχουμε εξασκηθεί να λέμε τη γνώμη μας χωρίς να βρίσουμε. Ναι, μπορούμε. Δεν χρειάζεται να διανθίζεις με ωραίες δικές σου σαιξπηριανές βρισιές τους μαλάκες με τους οποίους διαφωνείς: πες πρώτα πού και γιατί διαφωνείς ρε άρχοντα κι αρχόντισσα.
Βεβαίως και θα βρίσουμε, αν χρειαστεί. Όλα για τους ανθρώπους είναι. Και το σιχτίρισμα επίσης. Όταν έρθει η ώρα του. Αλλά δεν ξεκινάς με μπινελίκια. Όταν μιλάς με ανθρώπους ξεκινάς με ερωτήσεις. Ξεκινάς με τη γαμημένη τη γαμοαμφιβολία, τη γαμοδιερώτηση. Πες, γαμώ τον αντίθεο μου τον Οδυσσέα μέσα, ρώτα: "Γιατί αυτό; Πώς εκείνο; Τι το άλλο;". Εκτός αν μιλάς με φασίστες, οπότε ξεκινάς κατευθείαν βρίζοντας.
Βεβαίως, αυτό λες κι εσύ: όλοι τους είναι φασίστες, μουσολίνια, σκατοχίτωνες, φαιούληδες διαφόρων αποχρώσεων. Όλοι. Όλοι. Όλοι όμως. Άρα, μπα, δεν υπάρχει γλυτωμός.
Εσένα πάλι, άλλος είσαι εσύ, σε πνίγει το δίκιο. Είσαι ανώτερος. Χάρη κάνεις που απευθύνεσαι σε γίδια / σε τσιράκια / σε βλάκες / σε δεξιούς / σε συριζαίους κτλ. Χάρη κάνεις, ποινήν εκτίεις. Ή μπορεί να βγάζεις και μεροκάματο ή μπορεί να χτίζεις και βάση φίλων, υποστηρικτών ή και οπαδών. Ελάχιστες είμαστε οι Πόντιες πουτάνες εδώ μέσα και, για να τα λέμε κι αυτά, οι περισσότερες έχουμε άλλα πράματα να μας φτιάχνουν ή και να μας πληρώνουν τα κομμωτήρια.
Θες να μας πεις ότι αν δεν έχουμε τα διαβάσματα και τα ακούσματα και την γερακίσια την αντίληψή σου να μη σε διαβάσουμε, να μη δούμε το βίντεο που ανέβασες, ασ' το να πάει, ασ' το, ασ' το πονάει, ασ' το. Μας το λες. Κι εγώ λέω: όποιος είναι Καλ Ελ, υπεράνθρωπας και καινή κτίσις αυτοπροσώπως, κάθεται στο σαλόνι τού Fortress of Solitude και παίζει γκαζές με τους πεθαμένους θεούς του και τους πολύτιμους προγόνους του· όποιος όμως θέλει να σώσει τον κόσμο βάζει το κόκκινο σώβρακο πάνω από το κολάν το πρόστυχο το καμπ και βουτάει να σώσει τον κόσμο faster than a speeding bullet κτλ. ενώ ενίοτε παριστάνει και τον βλάκα τον Κλαρκ τον Κεντ, μην κομπλάρουν οι θνητοί.
Εσύ τώρα πρέπει οπωσδήποτε να μας πεις κάτι αλλά πρέπει να εντυπωσιάσεις και τα γκομενάκια. Και ζουραρίζεις μέχρι μυριοχαύνωσης, μας φλομώνεις στο αποσιωπητικό, στον ποιητισμό και στην καλλιέπεια, διακοσμείς το λέγει σου με κειμενική μυρτιά και πικροδάφνη και της Φραγκογιαννούς τ' αδράχτι. Κι εγώ λέω ώπα και κάλμα: τρεις μέρες τη βδομάδα αφιέρωσέ τες στα γκομενάκια, τρεις στην άποψή σου -- την οποία οπωσδήποτε μπορείς να γράψεις πολύ πιο στρωτά χωρίς να χάσεις σε τσαχπινιά και αγγελόκρουσμα. Την Κυριακή θα ανεβάζεις φωτό με ταψιά παστίτσιο ή από μισοάδεια πιάτα με κοκκινιστό ή σναψότ της ροδιάς της τετράκλωνης της μάνας σου.
Που η άποψή σου, εταίρε σύ έτερε, είναι νά με το συμπάθειο, σαν αλογίσια, δεν το συζητάμε. Αυτά πάνε με το μέσο. Αφύ μπορείς να έχεις άποψη (ως πολυπράγμον έλλογο όν) και μπορείς να την εκφράσεις (ως σοσιαλμηντιάκι), θα την πεις και θα την πεις με μπρίο και ορμή. Αν μπορείς, θα θέλεις, το λέει κι ο Θ. Μόδης στις "Προβλέψεις".
Κι εσύ, που σε πάω κιόλας, μην παίρνεις τον εαυτό σου στα σοβαρά. Μόνο το έργο σου να παίρνεις στα σοβαρά, όποιο κι αν είναι και ας μην είναι γκλαμουράτο -- ιδίως τότε. Αλλά όχι τον εαυτό σου. Και μην προσπαθείς να αντισταθμίσεις το ότι παίρνεις τον εαυτό σου πολύ στα σοβαρά με ψευτοσεμνότητες, με αυτοσαρκασμό μεσοβέζικο και με ντεγκραντέ ταπεινολογίες: σε κάνουνε να φαίνεσαι μαλάκας / μαλάκω.
Et orbi
Αριστερά χωρίς κινήματα και χωρίς σταθερή και διαρκή πίεση προς το σύστημα είναι φαντασίωση. Ναι, η αιχμή του δόρατος σε οποιοδήποτε κοινωνικό κίνημα είναι οι συνειδητοποιημένες ομάδες που κινητοποιούν, ερμηνεύουν, μπλαμπλαμπλά, αλλά η αιχμή του δόρατος χωρίς το υπόλοιπο δόρυ (κινήματα, συνδικάτα, δυναμικές συλλογικότητες) είναι καλή μόνο για μανικιούρ, και πάλι λίγο άγαρμπο. Δεν έχει νόημα να συζητάμε τι να κάνουμε αν δεν το κάνουμε και αν δεν μπορούμε να το κάνουμε γιατί δεν υπάρχει κανένας να το κάνει μαζί μας. Δηλαδή έχει νόημα η θεολογική συζήτηση περί Επανάστασης κι Αριστεράς και διαφόρων γεύσεων αναρχισμού, αλλά στο ίδιο επίπεδο με συζητήσεις όπως "γιατί είμαι γαύρος", "η καλύτερη ταινία του Ταραντίνο", "κέτσαπ, τζατζίκι ή γιαούρτι στον γύρο".
Μην ξεχνάμε: η Δεξιά είναι σε όλα ανώτερη και κωλοπετσωμένη, η Δεξιά είναι πολυώνυμη. Τι άλλο είναι πολυώνυμο; Ο θεός των μονοθεϊστικών θρησκειών, όλων τους, έχει πολλά ονόματα ώστε να δίνεται στους πιστούς του η επίφαση πολυπρισματικότητας και πολυφωνίας. Στην πραγματικότητα, παρά τις όποιες θεωνυμίες, αυτή είναι, η μία, η Δεξιά και τα έχει όλα καβατζωμένα. Η Δεξιά έχει πάντα δίκιο. Όταν κλάνεις εσύ, είσαι κλανιάρης και μπίχλας. Όταν κλάνει η Δεξιά, υπάρχει λόγος: TINA, Realpolitik, ανθρώπινη φύση σκολιά και διεστραμμένη, περιρρέουσα ατμόσφαιρα, οι συνθήκες κτλ. Η Δεξιά έχει πάντα δίκιο, είπαμε.
Η Αριστερά είχε μόνο το ηθικό πλεονέκτημα: τη μέριμνα για εκείνους για τους οποίους δεν μεριμνά κανείς, μέριμνα ταξική και όχι φιλάνθρωπη, που χτίζει αλληλεγγύη ή τίποτα. Όπου έχασε το ηθικό αυτό πλεονέκτημα, στις χώρες της σοβιετικής γραφειοκρατίας, στη Γαλλία και στην Ελλάδα π.χ., η Αριστερά ψόφησε από μόνη της. Οπουδήποτε αλλού τρώει γερό βρωμόξυλο από τη Δεξιά η οποία, είπαμε, έχει την μπάνκα, τα μέσα, τις καβάτζες και απαράμιλλη πείρα. Κι έχει πάντα δίκιο.
Η αγανάκτηση, η οργή και η καταγγελτικότητα δεν έχουνε περιεχόμενο και νόημα όταν δεν αποσκοπούν στο να δημιουργήσουν ή να χτίσουν κάποιο κίνημα. Η αγανάκτηση για την προδοσία, η οργή για την ορρωδία και η καταγγελία της παλινωδίας και της κοροϊδίας (καλή ώρα σαν κι αυτές που υφιστάμεθα από τον ΣΥΡΙΖΑ) απλώς επαναβεβαιώνουνε σε εμάς και στην τρελοπαρέα μας ότι βρισκόμαστε στο "σωστό" στρατόπεδο και ότι μας διακρίνει "ορθή σκέψη". Είναι δηλαδή κνιτισμός. Η αγανάκτηση, η οργή και η καταγγελία είναι παραγωγικές μόνον όταν κινητοποιούν και όταν χρησιμεύουν για κριτική του συστήματος και για την ανάδειξη του πόσο αυθαίρετη είναι η ιδεολογία που το νοηματοδοτεί· καταγγέλλω μόνον αν έτσι αναδεικνύω το όποιο ηθικό πλεονέκτημα του αγώνα μας και -- κυρίως -- το όραμα που ζωογονεί την όποια δράση.
Άρα να σιωπήσει κανείς; Όχι. Ενώ περιμένει να "ωριμάσουν οι συνθήκες" ή -- καλύτερα -- ενώ εργάζεται προς την κατεύθυνση του να ωριμάσουν, συλλογικά όσο γίνεται, πρέπει να έχει επίγνωση του εξής: η Ιστορία είναι αδυσώπητη σχεδόν όσο η Φύση. Η Ιστορία συντρίβει χιλιάδες ανθρώπους καθημερινά, ανθρώπους συνήθως που κανείς δεν ακούει, με τρόπους ανεπαίσθητους, δίπλα μας και στον Τρίτο Κόσμο, στις ΗΠΑ και στη γειτονιά μας, μέσα στην οικογένεια και μέσα στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό. Αντί να ονειρευόμαστε μόνο Μεγάλες Επαναστάσεις και πόλεις αναρχικές, μπορούμε στο μεταξύ να σώσουμε οτιδήποτε αν σώνεται, να μπλοκάρουμε εξουσιαστικές λειτουργίες (από την καταπίεση της δεσποτικής μάνας μέχρι τον αναντίλεκτο λόγο του εργοδότη) και να ελέγξουμε την κάθε εξουσία που μας καπακώνει χρησιμοποιώντας ό,τι έχουμε: τα όποια προνόμια και την όποια θέση και τα όποια λεφτά ή τουλάχιστον τη μία φωνή που έχουμε όλοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου