Τέσσερα πράματα που σκεφτόμουν σήμερα οδηγώντας:
Ωραία είναι η Πεντηκοστή: έχεις το κεφάλι σου ήσυχο ότι δε θα ξανακούσεις για θρησκείες, αγίους, αγιωτικά, θεούς κτλ. μέχρι τα Χριστούγεννα. Εκτός και αν έχεις τη γκαντεμιά να πέσεις πάνω σε κανέναν οπαδό του Τ.Κ. Παπατζώνη με τους δεκαπενταυγουστιάτικους ρεμβασμούς του -- επίτηδες την έχωσαν εκεί τη γιορτή οι πατέρες-παπάδες: για να μην ξεχνιόμαστε. Όπως καταλαβαίνετε, δε μου αρέσουν οι επέτειοι, πέρα από τις προσωπικές: ναι, καταλαβαίνω γιατί ο Τζόυς θέλησε να απαθανατίσει τη βόλτα του με τη Νόρα. Οι δικές μου προσωπικές επέτειοι είναι πάντως όλες μεταξύ 1ης Μαΐου και 31ης Αυγούστου. Πράγμα αλλόκοτο, αφού μισώ το καλοκαίρι, τελικά. Οι δημόσιες επέτειοι, με παράφωνο συνήθως τρόπο, διαταράσσουν τον ειρμό των συναισθημάτων, τη ροή των διαθέσεων, την εναλλαγή των μεγάλων πόνων, των έντονων επιθυμιών και των αστραπών ευτυχίας. Οι επέτειοι των άλλων διασπούν τη ροή της καθημερινότητάς μου, την οποία επιτρέψτε μου να μην μπορώ να ταυτίσω με τη μιζέρια, όση μιζέρια κι αν κάποτε περιέχει. Θα έφερνα σαν παράδειγμα καυλιάρικες κι ερωτόληπτες μεγαλοβδομάδες αλλά μας διαβάζουν κι ευσεβείς.
*
Μιλώντας για ευσεβείς: πολλή αμηχανία ρε παιδί μου. Η Ανάσταση μια χαρά είναι. Αν πρέπει να κάνει ένας Θεός ένα Θαύμα, αυτό είναι. Αντίθετα με τις αναστάσεις του Όσιρι, του Μίθρα, του Διονύσου κτλ., η ανάσταση του Χριστού είναι και προοίμιο της ανάστασης όλων και ανάσταση ανθρώπου (ναι, οκέι, Θεανθρώπου -- θα επανέρθω). Εξού και αμήχανα ερωτήματα του τύπου "έτρωγε ο Χριστός μετά την Ανάσταση;" (ναι, το λένε κι οι Γραφές), "έχεζε μετά την Ανάσταση;" (όχι -- μια πρώτη αμηχανία εδώ.) Μια δεύτερη πηγή αμηχανίας: η Ανάληψη. Το ζωντανό σώμα του Χριστού στο οποίο έχει επισυμβεί ατρέπτως η υποστατική ένωση ενός θηριωδώς και ασυλλήπτως άπειρου και απερινόητου Όντος με έναν Εβραίο κλώνο της Μητέρας Του αφήνει τον πλανήτη. Μάιστα. Παραμένει ωστόσο μέσα σε αυτό το σύμπαν (από τα πολλά που οι εκκλησιαστικοί πατέρες σχεδόν παραδέχονται ότι μπορεί να έχει δημιουργήσει ο Θεός), κάπου, ζωντανό. Πού; Τι αναπνέει; Τι τρώει; Τι κάνει; Και ούτω καθεξής: ασύλληπτα ερωτήματα για να κάνουνε Φίλιπ Ντικ κάθε πιστό χριστιανό. Η κλασική απάντηση είναι "καθεζόμενο[ς] εκ δεξιών του Πατρός". Καλά.
*
Μένοντας στα θρησκευτικά: εντάξει, ο Θεός-Πατέρας αποκαλύπτεται μέσω μυθολογίας στον ταλαίπωρο τον περιούσιο λαό Του ξανά και ξανά: στον Αβραάμ, στον Μωυσή, κάτι ψιλά αργότερα στους προφήτες κτλ. Λένε οι θεολόγοι "ε, πώς να μιλήσεις σε κάτι νομάδες στη Μέση Ανατολή (τζα κι ο οριενταλισμός), με παραμύθια και παραβολές θα τα πεις, γιατί τα ακούς γλυκότερα" -- και δε συμμαζεύεται. "Μα καλά, δεν μπορούσε να κάνει έτσι μια κωδικοποίηση κάποιων βασικών αληθειών ο Θεούλης;", αναρωτιέται ο Σέιγκαν. Να δώσει π.χ. κάποιες βασικές αρχές της Φυσικής με απλά λόγια, π.χ. τη μάζα του ηλεκτρονίου ("της μικρότερης πετρούλας") σε σχέση με του πρωτονίου. Δεν ξέρω. Εγώ πάλι λέω το άλλο: το ότι ο Θεός ανέχεται τους -- και καλά -- χαχόλους νομάδες και τους κάνει μια αποκάλυψη στα μέτρα τους (και καλά), με μπόλικο αίμα ζώων και εχθρών, μισαλλοδοξία, δημόσιες εκτελέσεις για του ψύλλου πήδημα, απαγόρευση βρώσης τσίζμπεργκερ, στρόγκανοφ και γαρίδων (ποιος το γαμεί το χοιρινό), κτλ. εξυπακούει ότι ο Θεός έχει μια πολύ συγκεκριμένη και σαφέστατη θεωρία για την κοινωνική πρόοδο: ότι η κοινωνία είναι προϊόν και της ελεύθερης βούλησης των μελών της. Διότι, ως γνωστόν, ο Κύριος σε όλα παρεμβαίνει, άμα θέλει, εκτός από την ελεύθερη βούληση. Με άλλα λόγια, ήδη από την Παλαιά Διαθήκη, ο Θεός λέει ότι η κοινωνία (όποια κι αν είναι αυτή) αποτελείται από όντα με ελεύθερη βούληση και ότι το κοινωνικό προτσές (ωωωπ!) διαμορφώνεται με βάση την ελεύθερη βούληση των μελών μιας κοινωνίας. Ο Κύριος λέει να επανασταστήσουμε, έστω και εάν είναι μόνο και μόνο για να πάψει να μας μιλάει με παραμύθια και παραβολές, για να μην παριστάνει την ανελέητη κι ανικανοποίητη θεότητα της στυγνής θεοδικίας και κολασολαγνίας, που τρομοκρατεί με φωτιά (σοδομιαία ή αιώνια) και θάνατο μιαν εξανδραποδισμένη ανθρωπότητα: επαναστατήστε, εξελιχθείτε, δείτε το διαλεκτικά, αποτινάξτε τα αγροτοποιμενικά σας ήθη και θα σας αποκαλυφθώ κυριλέ, με Πεντηκοστή.
*
Καλοκαίρι, μέσα στην εκτυφλωτική ευκρίνεια των πάντων επανέρχεται το γνωστό ερώτημα: μπορείς να είσαι bon viveur και να αποζητάς, πολύ περισσότερο να γλεντάς, τη χαρά της ζωής; Τα πράγματα είναι άσχημα: το εποχιακό καλοκαίρι το συνοδεύει η επίγνωση ότι υπάρχουν πάμπολλες δημόσιες αμαρτίες που αποσιωπούνται εδώ και χρόνια. Ας πούμε, τυχαία, για πολυετείς προφυλακίσεις. Ξέρουμε πια ότι δε θα μπορούσε να είναι ο Μάκης Ψωμιάδης (τυχαία επίσης) το θύμα μιας τέτοιας συμπεριφοράς. Ας πούμε, τυχαία, για αυτό το φαγητό και αυτές τις κακώσεις. Δε θα μπορούσαν να αφορούν κρατούμενους που καταδικάστηκαν π.χ. για το κλείσιμο νοσοκομείων, απιστία, ξεπούλημα κοψοχρονιά δημόσιου πλούτου, παραβίαση του συντάγματος, απείθεια προς τα δικαστήρια κτλ. Το καλοκαίρι όλα φαίνονται πιο διαυγή, όταν δε σε τυφλώνει το απόκοσμο φως στο κομμάτι του κόσμου που ζούμε. Αλλά δεν είμαστε μόνον όραση. Το καλοκαίρι η σήψη βρωμάει και βρωμίζει και ζέχνει και πολλές φορές η αποφορά της μας πνίγει. Και πριν προλάβουμε να ανοίξουμε το βήμα, να πάμε πιο πέρα, ας σκεφτούμε ότι όπου υπάρχει σήψη, συνήθως κάτι ψόφησε. Πολλές φορές, κάτι πολύτιμο είναι πια πεθαμένο κι αποσυντίθεται. Εδώ κάπου πρέπει να πω κάτι για Χρέος που έχουμε ως ακόμα ελεύθεροι άνθρωποι, ως άνθρωποι που μάθαμε γράμματα, ως άνθρωποι που έχουμε ακόμα συνείδηση και ντροπή. Αλλά δεν ξέρω πώς. Μπορώ όμως να πω αμήχανα ότι η κατήφεια και ο μηδενισμός δεν εξυπηρετούν τίποτε πέρα από ένα sense of drama που έχουνε συνήθως οι πονόψυχοι προνομιούχοι. Όχι εμείς, δηλαδή.
Ωραία είναι η Πεντηκοστή: έχεις το κεφάλι σου ήσυχο ότι δε θα ξανακούσεις για θρησκείες, αγίους, αγιωτικά, θεούς κτλ. μέχρι τα Χριστούγεννα. Εκτός και αν έχεις τη γκαντεμιά να πέσεις πάνω σε κανέναν οπαδό του Τ.Κ. Παπατζώνη με τους δεκαπενταυγουστιάτικους ρεμβασμούς του -- επίτηδες την έχωσαν εκεί τη γιορτή οι πατέρες-παπάδες: για να μην ξεχνιόμαστε. Όπως καταλαβαίνετε, δε μου αρέσουν οι επέτειοι, πέρα από τις προσωπικές: ναι, καταλαβαίνω γιατί ο Τζόυς θέλησε να απαθανατίσει τη βόλτα του με τη Νόρα. Οι δικές μου προσωπικές επέτειοι είναι πάντως όλες μεταξύ 1ης Μαΐου και 31ης Αυγούστου. Πράγμα αλλόκοτο, αφού μισώ το καλοκαίρι, τελικά. Οι δημόσιες επέτειοι, με παράφωνο συνήθως τρόπο, διαταράσσουν τον ειρμό των συναισθημάτων, τη ροή των διαθέσεων, την εναλλαγή των μεγάλων πόνων, των έντονων επιθυμιών και των αστραπών ευτυχίας. Οι επέτειοι των άλλων διασπούν τη ροή της καθημερινότητάς μου, την οποία επιτρέψτε μου να μην μπορώ να ταυτίσω με τη μιζέρια, όση μιζέρια κι αν κάποτε περιέχει. Θα έφερνα σαν παράδειγμα καυλιάρικες κι ερωτόληπτες μεγαλοβδομάδες αλλά μας διαβάζουν κι ευσεβείς.
*
Μιλώντας για ευσεβείς: πολλή αμηχανία ρε παιδί μου. Η Ανάσταση μια χαρά είναι. Αν πρέπει να κάνει ένας Θεός ένα Θαύμα, αυτό είναι. Αντίθετα με τις αναστάσεις του Όσιρι, του Μίθρα, του Διονύσου κτλ., η ανάσταση του Χριστού είναι και προοίμιο της ανάστασης όλων και ανάσταση ανθρώπου (ναι, οκέι, Θεανθρώπου -- θα επανέρθω). Εξού και αμήχανα ερωτήματα του τύπου "έτρωγε ο Χριστός μετά την Ανάσταση;" (ναι, το λένε κι οι Γραφές), "έχεζε μετά την Ανάσταση;" (όχι -- μια πρώτη αμηχανία εδώ.) Μια δεύτερη πηγή αμηχανίας: η Ανάληψη. Το ζωντανό σώμα του Χριστού στο οποίο έχει επισυμβεί ατρέπτως η υποστατική ένωση ενός θηριωδώς και ασυλλήπτως άπειρου και απερινόητου Όντος με έναν Εβραίο κλώνο της Μητέρας Του αφήνει τον πλανήτη. Μάιστα. Παραμένει ωστόσο μέσα σε αυτό το σύμπαν (από τα πολλά που οι εκκλησιαστικοί πατέρες σχεδόν παραδέχονται ότι μπορεί να έχει δημιουργήσει ο Θεός), κάπου, ζωντανό. Πού; Τι αναπνέει; Τι τρώει; Τι κάνει; Και ούτω καθεξής: ασύλληπτα ερωτήματα για να κάνουνε Φίλιπ Ντικ κάθε πιστό χριστιανό. Η κλασική απάντηση είναι "καθεζόμενο[ς] εκ δεξιών του Πατρός". Καλά.
*
Μένοντας στα θρησκευτικά: εντάξει, ο Θεός-Πατέρας αποκαλύπτεται μέσω μυθολογίας στον ταλαίπωρο τον περιούσιο λαό Του ξανά και ξανά: στον Αβραάμ, στον Μωυσή, κάτι ψιλά αργότερα στους προφήτες κτλ. Λένε οι θεολόγοι "ε, πώς να μιλήσεις σε κάτι νομάδες στη Μέση Ανατολή (τζα κι ο οριενταλισμός), με παραμύθια και παραβολές θα τα πεις, γιατί τα ακούς γλυκότερα" -- και δε συμμαζεύεται. "Μα καλά, δεν μπορούσε να κάνει έτσι μια κωδικοποίηση κάποιων βασικών αληθειών ο Θεούλης;", αναρωτιέται ο Σέιγκαν. Να δώσει π.χ. κάποιες βασικές αρχές της Φυσικής με απλά λόγια, π.χ. τη μάζα του ηλεκτρονίου ("της μικρότερης πετρούλας") σε σχέση με του πρωτονίου. Δεν ξέρω. Εγώ πάλι λέω το άλλο: το ότι ο Θεός ανέχεται τους -- και καλά -- χαχόλους νομάδες και τους κάνει μια αποκάλυψη στα μέτρα τους (και καλά), με μπόλικο αίμα ζώων και εχθρών, μισαλλοδοξία, δημόσιες εκτελέσεις για του ψύλλου πήδημα, απαγόρευση βρώσης τσίζμπεργκερ, στρόγκανοφ και γαρίδων (ποιος το γαμεί το χοιρινό), κτλ. εξυπακούει ότι ο Θεός έχει μια πολύ συγκεκριμένη και σαφέστατη θεωρία για την κοινωνική πρόοδο: ότι η κοινωνία είναι προϊόν και της ελεύθερης βούλησης των μελών της. Διότι, ως γνωστόν, ο Κύριος σε όλα παρεμβαίνει, άμα θέλει, εκτός από την ελεύθερη βούληση. Με άλλα λόγια, ήδη από την Παλαιά Διαθήκη, ο Θεός λέει ότι η κοινωνία (όποια κι αν είναι αυτή) αποτελείται από όντα με ελεύθερη βούληση και ότι το κοινωνικό προτσές (ωωωπ!) διαμορφώνεται με βάση την ελεύθερη βούληση των μελών μιας κοινωνίας. Ο Κύριος λέει να επανασταστήσουμε, έστω και εάν είναι μόνο και μόνο για να πάψει να μας μιλάει με παραμύθια και παραβολές, για να μην παριστάνει την ανελέητη κι ανικανοποίητη θεότητα της στυγνής θεοδικίας και κολασολαγνίας, που τρομοκρατεί με φωτιά (σοδομιαία ή αιώνια) και θάνατο μιαν εξανδραποδισμένη ανθρωπότητα: επαναστατήστε, εξελιχθείτε, δείτε το διαλεκτικά, αποτινάξτε τα αγροτοποιμενικά σας ήθη και θα σας αποκαλυφθώ κυριλέ, με Πεντηκοστή.
*
Καλοκαίρι, μέσα στην εκτυφλωτική ευκρίνεια των πάντων επανέρχεται το γνωστό ερώτημα: μπορείς να είσαι bon viveur και να αποζητάς, πολύ περισσότερο να γλεντάς, τη χαρά της ζωής; Τα πράγματα είναι άσχημα: το εποχιακό καλοκαίρι το συνοδεύει η επίγνωση ότι υπάρχουν πάμπολλες δημόσιες αμαρτίες που αποσιωπούνται εδώ και χρόνια. Ας πούμε, τυχαία, για πολυετείς προφυλακίσεις. Ξέρουμε πια ότι δε θα μπορούσε να είναι ο Μάκης Ψωμιάδης (τυχαία επίσης) το θύμα μιας τέτοιας συμπεριφοράς. Ας πούμε, τυχαία, για αυτό το φαγητό και αυτές τις κακώσεις. Δε θα μπορούσαν να αφορούν κρατούμενους που καταδικάστηκαν π.χ. για το κλείσιμο νοσοκομείων, απιστία, ξεπούλημα κοψοχρονιά δημόσιου πλούτου, παραβίαση του συντάγματος, απείθεια προς τα δικαστήρια κτλ. Το καλοκαίρι όλα φαίνονται πιο διαυγή, όταν δε σε τυφλώνει το απόκοσμο φως στο κομμάτι του κόσμου που ζούμε. Αλλά δεν είμαστε μόνον όραση. Το καλοκαίρι η σήψη βρωμάει και βρωμίζει και ζέχνει και πολλές φορές η αποφορά της μας πνίγει. Και πριν προλάβουμε να ανοίξουμε το βήμα, να πάμε πιο πέρα, ας σκεφτούμε ότι όπου υπάρχει σήψη, συνήθως κάτι ψόφησε. Πολλές φορές, κάτι πολύτιμο είναι πια πεθαμένο κι αποσυντίθεται. Εδώ κάπου πρέπει να πω κάτι για Χρέος που έχουμε ως ακόμα ελεύθεροι άνθρωποι, ως άνθρωποι που μάθαμε γράμματα, ως άνθρωποι που έχουμε ακόμα συνείδηση και ντροπή. Αλλά δεν ξέρω πώς. Μπορώ όμως να πω αμήχανα ότι η κατήφεια και ο μηδενισμός δεν εξυπηρετούν τίποτε πέρα από ένα sense of drama που έχουνε συνήθως οι πονόψυχοι προνομιούχοι. Όχι εμείς, δηλαδή.
Δε χορταίνω να σε διαβάζω ρε άνθρωπε...
ΑπάντησηΔιαγραφή