Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Η κωλοφαρδία να είσαι Έλληνας

Είδα πρόσφατα ένα επεισόδιο του White Collar ελληνικού ενδιαφέροντος. Ό,τι είχε να κάνει με τη σύγχρονη Ελλάδα ήταν ακριβές, στον βαθμό βεβαίως που μπορείς να έχεις ακριβή πληροφόρηση όταν ρωτάς Ελληνοαμερικάνους για την Ελλάδα. Κάποια στιγμή αναφέρεται λοιπόν η Βουλγαρία και η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τον τσάρο και την τσαρίνα της. Το επεισόδιο τοποθετείται στα 2014. Αυτά.

Έχω ξαναπαρατηρήσει ότι η Βουλγαρία χρησιμοποιείται ώς η Ρουριτανία της αμερικανικής τηλεόρασης: η αόριστα βαλκανική / ανατολικοευρωπαϊκή χώρα. Τόσο κοντά στην Ελλάδα, τόσο μακριά από τον θεό του δυτικού συλλογικού ασυνείδητου.

Θυμήθηκα ακόμα μια φορά τον καιρό που ήμουνα στη Ρεν, το 1995, μια ιστορία που έχω αφηγηθεί πολλές φορές. Δεξιώθηκε η εφημερίδα Ouest France, τότε η μεγαλύτερη σε κυκλοφορία γαλλική εφημερίδα, όλους εμάς τους Βαλκάνιους φοιτητές, πέντε από κάθε χώρα. Στην τραπεζαρία της εφημερίδας είχε πέντε ροτόντες και σε κάθε μία καθόταν ένας δημοσιογράφος της εφημερίδας και από ένας φοιτητής από κάθε χώρα. Αφού έγιναν οι συστάσεις στο δικό μας τραπέζι, ο δημοσιογράφος συνειδητοποίησε πολύ γρήγορα ότι δεν είχε να συζητήσει τίποτα με την Τουρκάλα, την Αλβανή, τον Βόσνιο (και ας είχε μόλις συμφωνηθεί η λύση της πολιορκίας του Σεράγιεβο), τον Σέρβο, τον Κροάτη, τον Σλοβένο, τη Βουλγάρα και τον Ρουμάνο. Κάνοντάς με να αισθανθώ πολύ άσχημα, με απασχόλησε κατ' αποκλειστικότητα ως συζητητή του μέχρι και το επιδόρπιο (κώνους γκοφρέτας με κρέμα ζαχαροπλαστικής και κουλί από σμέουρα και βατόμουρα).

Αφού ξενιτεύτηκα, έναν χρονο μετά, ως Έλληνας ένιωθα ότι πάντα με αντιμετώπιζαν προνομιακά. Στη χειρότερη περίπτωση, π.χ. στην πολιτισμική ερημιά του Έσσεξ, ήμουν από αναγνωρίσιμη χώρα που γούσταραν όλοι λόγω διακοπών. Έλεγα λοιπόν το 2007, χρόνια μετά:
Όταν έφυγα από την Ελλάδα δεν αισθάνθηκα ποτέ ξένος εκεί που πήγα. Εντάξει, ήμουν ξένος, αλλά και σε έναν τόπο όπου οι ντόπιοι ούτως ή άλλως φερόντουσαν οι ίδιοι σαν ξένοι.
Όχι, δε λέω πως πάντοτε με αντιμετώπιζαν φιλόξενα οι άνθρωποι, ήταν όμως, ας πούμε, πάντοτε δεκτικοί. Από το μικρό δωματιάκι που με πρωτο­φιλοξένησε στην πόλη έως στο σπίτι με κήπο (α! ο κήπος· η μηλιά, οι καινούργιοι φίλοι μαζί με τους οποίους καθόμασταν κάτω από την πλούσια σκιά της, κρεμώντας φαναράκια στα κλαριά για το σκοτάδι), όλοι ήξεραν καλά τη χώρα μου και τους φαινόταν φυσιολογικό, αν όχι τελείως αδιάφορο, να βρίσκομαι εκεί που βρίσκομαι είτε προσωρινά, είτε μόνιμα: κανένα πρόβλημα. Ούτε πολιτικό άσυλο ζητούσα, ούτε επίδομα ανεργίας, ούτε καθεστώς πρόσφυγα· το όνομα της χώρας μου δεν ξεκινούσε με κάποιο παραπειστικό 'σλοβ-', ας πούμε, και σίγουρα δεν έληγε σε κάποιο '-ία' – είχε δηλαδή τα εχέγγυα της παλιάς, πραγματικής και δοκιμασμένης χώρας, όχι κάποιου νεοπαγούς αγροτεμάχιου της Αφρικής, της Μεσευρώπης, ή από πίσω από το Παραπέτασμα.
Και εγώ ο ίδιος ήμουνα μελαχρινός από τον Αθάνατο Ήλιο της πραγματικής πατρίδας μου, όχι επειδή καταγόμουν από κάποιον βρώμικο και υπανάπτυκτο τόπο· ήμουν ωμός κι απότομος λόγω της ανοιχτής και εξωστρεφούς κουλτούρας της (εγώ, ο δύστροπος και χολερικός), και όχι από έλλειψη καλών τρόπων, όχι γιατί ήμουν ένας άξεστος που έτρεχε να ξεφύγει από γιγαντόμορφα μετακομμουνιστικά χαλάσματα ή τσουρουφλισμένες λασποκαλύβες.
Ο τρυφηλός άπατρις μέσα μου ησύχασε και αναπαύτηκε σε εκείνον τον τόπο, ακριβώς επειδή εκεί όλοι μπορούσαν να τον δουν ως άνθρωπο, ως προσωπικότητα που λέμε, αφού εύκολα και χωρίς πολλά-πολλά αναγνωρίζαν τη δημοφιλή πατρίδα του και αμέσως προσπερνούσαν αυτή την πληροφορία. Ο άπατρις μέσα μου μπορούσε δηλαδή να είναι ο εαυτός του ή ο εαυτός μου, δεν ξέρω ποιο από τα δύο. 
Κατάλαβα τότε ότι το να είσαι Έλληνας σε τοποθετεί σε έναν περιούσιο λαό, αυτομάτως. Ή μάλλον, αν είσαι Έλληνας ανήκεις σε κάτι περισσότερο από περιούσιο λαό. Εννοώ το εξής:

Οι Εβραίοι θεωρούν τον λαό τους περιούσιο, αλλά μόνον αυτοί και κάποιοι μισοπάλαβοι ευαγγελικοί Αμερικανοί. Αν θεωρείς τους Εβραίους περιούσιο λαό είσαι Ισραηλίτης το θρήσκευμα, άρα ντεφάκτο Εβραίος, από τους προσήλυτους. Το "συγκριτικό πλεονέκτημα" των Εβραίων το αναγνωρίζουν μόνον οι ίδιοι οι Εβραίοι (και κάτι ευαγγελικοί Αμερικάνοι).

Απεναντίας, οι Έλληνες είμαστε ο περιούσιος λαός και του εαυτού μας (ας μη μιλήσουμε άλλο γι' αυτό) αλλά και των άλλων, της υπόλοιπης Δύσης. Όπως οι περισσότεροι κριτές της Εκκλησίας και της χριστιανικής πίστης δεν τολμάνε να κακολογήσουν τον Χριστό, έτσι κι οι μισέλληνες δεν επιτίθενται συνήθως στον ελληνισμό (ούτε στον νέο), παρά είτε βρίζουν το ελληνικό κράτος, είτε μας βγάζουνε μούλους -- και ούτε καν. Άλλωστε,
το ελληνικό κράτος (από τον καιρό που ήταν κυκλαδορουμελομοριάς) λειτουργεί (και) ως σύμβολο. Εκπροσωπεί, ενσαρκώνει ή και υποστασιάζει -- αν προτιμάτε, την παρουσία του Ελληνικού πνεύματος στον σύγχρονο δυτικό κόσμο με χειροπιαστό τρόπο και εκτός και εντός των εκάστοτε ελληνικών συνόρων: με τα τοπωνύμιά του, με την ιστορία του, με τη γλώσσα του, με τα ερείπιά του, με χίλια-δυο τόσα άλλα. [...] Εφόσον το ελληνικό κράτος θεσμίστηκε ως κράτος-έμβλημα του Δυτικού Πολιτισμού, ως η κολοβή Ντίσνεϋλαντ της κλασικής εποχής, ως ένα απέραντο μουσείο, τελικά καταλήγω να θεωρώ λογικό που το δέρνει ο μαύρος εθνικισμός, η άκρατη σπουδαιοφάνεια, ο επεκτατισμός, η συλλογική οίηση, ποικίλοι μεγαλοϊδεατισμοί [...].
Υπήρξαμε πάντα τα χαϊδεμένα του Δυτικού Πολιτισμού, δημιουργήματά του. Υπήρξαμε, όπως επισήμανε ο Μαζάουερ, το εργαστήρι όπου ξαναφτιάχνεται η Ευρώπη, επινοώντας ξανά και ξανά τον εαυτό της: η πρώτη επιτυχής ευρωπαϊκή εθνική επανάσταση το 1830, πρωταγωνιστής της διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1913-1922 και πρώτο θύμα της μετάβασης από την αποικιοκρατία στον ιμπεριαλισμό το 1922, μοντέλο εθνοκάθαρσης το 1923, η πρώτη πρόβα του ψυχρού πολέμου το 1946-1949, η πρώτη χώρα-προτεκτοράτο της ΕΕ το 2012. Πάντοτε όμως συγκεντρώνοντας τη συμπάθεια και κατανόηση των ισχυρών και τη συμπαράσταση των αδυνάτων.

Αναρωτιέμαι πότε θα μάθουνε στο White Collar για την ύπαρξη του Μαυροβουνίου.

GatheRate

4 σχόλια:

  1. "In the early 1920s, Greek and Turkish leaders decided to swap their minority populations, expelling some two million Christians and Muslims in the interest of national homogeneity."

    Μιλάμε, θα σχηματίσει ακριβέστατη εικόνα ο ξένος που δεν γνωρίζει ότι το 90% των Ελλήνων/χριστιανών είχαν φάει σουτ πολύ πριν τη συνθήκη της Λωζάνης (το 1/4 απ'αυτούς πριν καν ξεκινήσει ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος), ενώ το 90/% των -πολύ λιγότερων, έτσι κι αλλιώς- Τούρκων/μουσουλμάνων έφυγε ήσυχα το 1923 για να νομιμοποιήσει τη μονομερή έως τότε εθνοκάθαρση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Το 1923 έφτασαν στην Ελλάδα περίπου 1.000.000, οι μισοί δηλαδή από τους Έλληνες και Ελληνορθόδοξους της Μικράς Ασίας και της Θράκης.

      Διαγραφή
    2. Ούτε 200.000 χιλιάδες δεν ήρθαν στην Ελλάδα μετά τη συνθήκη της Λωζάνης (και οι 60.000 απ' αυτούς ήταν οι Καραμανλήδες). Οι υπόλοιποι θεωρήθηκαν "ανταλλαγέντες" και απλά τους απαγορεύτηκε η επιστροφή στις εστίες τους. Σε αντιδιαστολή, ο ίδιος ο Ινονού ανακοίνωσε τον Νοέμβριο του 1923 ότι οι μουσουλμάνοι που είχαν φύγει από την Ελλάδα για την Τουρκία στο ίδιο διάστημα ήταν λιγοτεροι από 14.000.

      Αντιλαμβάνομαι ότι, ιδεατά, θα θέλατε μια "ισορροπημένη" εικόνα (εθνοκάθαρση αυτοί, εθνοκάθαρση κι εμείς), αλλά τα γεγονότα δεν μπορούν να τη στηρίξουν. Αναγνωρίστε τουλάχιστον ότι: "Taken as a whole, Greece's treatment of the Muslims who lived until its sway between 1912 and 1922 was relatively decent by the standards of Balkan conquerors, in that it stopped short of systematic cleansing or persecution".

      http://tinyurl.com/qco29sc

      Διαγραφή
    3. Ευχαριστώ για τος πληροφορίες. Θα μπορούσε να λείπουν οι εικασίες περί το τι θα ήθελα. Η Μικρασιατική Καταστροφή μόνον "ισορροπημένη" υπόθεση δεν ήταν.

      Διαγραφή