Μέσα σε ένα ασθενοφόρο που τρέχοντας ανέβαινε τη Συγγρού, στις 21:38 της 1ης Ιουλίου κράταγα το χέρι της μητέρας μου, που προσπαθούσε να καταλάβει πού βρίσκεται και τι της συμβαίνει. Εκείνη τη ώρα αναρωτήθηκα:
Είναι η οικογένεια ο προνομιακός χώρος της αγάπης;
Η απάντηση είναι βεβαίως ναι. Η οικογένεια είναι προνομιακός χώρος της
αγάπης. Όμως αυτή η παραδοχή ισχύει με τον τρόπο που η τροπική ζούγκλα είναι προνομιακό οικοσύστημα για πεταλούδες: όχι πάντοτε, όχι ολόκληρη και όχι για όλα τα είδη πεταλούδας.
Μπορεί κανείς να σταματήσει να διαβάζει εδώ.
Συνεχίζω εγώ.
Θέλω να μιλήσω για την οικογένεια κατά μέρος τις
εξιδανικεύσεις για τη συζυγία, που τάχα εκπορεύεται από την αγάπη, την οποία τάχα γεννά ο έρωτας, ο οποίος είναι ή θα έπρεπε να είναι απαύγασμα ερωτικού πάθους. Μιλώντας για "οικογένεια" θέλω να ασχοληθώ με αυτό που πονάει, αυτό που δεν θέλουμε να αγγίξουμε -- πολλώ μάλλον να αποδομήσουμε: τη σχέση γονέων και παιδιών.
Η γονική αγάπη
Η γονική αγάπη, όπως η ερωτική αγάπη, θεμελιώνεται σε σωματικότατα και βιολογικότατα θεμέλια. Από αυτή την άποψη είναι πολύ γερά θεμελιωμένη.
Ωστόσο, δεν πρέπει συμπεραίνουμε αυτομάτως ότι όπου υπάρχει γέννα και σεξ, το δυνάμει θεμέλιο, υπάρχει και οικοδομή, δηλαδή η γονική και η ερωτική αγάπη αντιστοίχως. Αυτή η διάκριση είναι πια λίγο-πολύ κατανοητή όσον αφορά την ερωτική αγάπη, είναι όμως συνήθως αδιανόητη όταν σκεφτόμαστε τη γονική αγάπη. Θεωρούμε δεδομένη τη γονική αγάπη δεδομένη, μια
σταθερά που αναγκαία θα μεσολαβεί σε κάθε σχέση μάνας και παιδιού (και, λιγότερο, πατέρα και παιδιού). Όταν η σταθερά αυτή εμφανώς απουσιάζει θα επικαλεστούμε ανωμαλία, διαστροφή, ψυχασθένεια ή και ψυχοπάθεια. Αυτή η σταθερά, η
αυτόματη αγάπη καθιστά τη σχέση γονέα-παιδιού a priori προνομιακή, αν όχι και ιερή.
Γνωρίζουμε στην πράξη πολύ καλά ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι: οι μανάδες δεν είναι η Παναγία. Δεν αγαπούν όλες οι μάνες τα παιδιά τους. Υπάρχει στοργή, υπάρχει αφοσίωση, υπάρχει προσκόλληση, υπάρχει μέριμνα και φροντίδα, υπάρχει ανταγωνισμός, υπάρχει αποστασιοποίηση -- υπάρχει ολόκληρη η πολυδιάστατη γκάμμα της ανθρώπινης σχεσιακής κατάστασης. Δεν υπάρχει
σώνει και καλά αγάπη στη σχέση γονέα και παιδιού.
Όσο και αν βομβαρδιζόμαστε ανελέητα με ρητορικές ότι η μητρότητα ολοκληρώνει τη γυναίκα, ότι την πάει τρεις (ή και τέσσερις) υπαρκτικούς αναβαθμούς ψηλότερα, ότι μεταμορφώνει και εξαϋλώνει τη γυναίκα καθιστώντας την Αγάπη και Φως κτλ., οι ρητορικές αυτές διατυπώνουν
ενδεχόμενα, υπέροχα και θεοτικά ενδεχόμενα ίσως, αλλά ενδεχόμενα και μόνο: η γκάμμα και εδώ είναι πολυδιάστατη, όχι δίπολο, και ευρύτατη.
Αυτά τα ενδεχόμενα όμως ("κάνε παιδί να γίνεις γυναίκα") πλασάρονται ως ιδανικά κι ιδεώδη ή -- χειρότερα -- ως αυτονόητες καταστάσεις που μαγικώς κι ατρέπτως επιφέρει ο τοκετός. Σε αυτό οι ρητορικές περί ολοκλήρωσης της γυναίκας με τη μητρότητα θυμίζουν το ατελείωτο μπούρου-μπούρου για την ερωτοπραξία που θα μετουσιωθεί σε έρωτα, αφού η ηδονή και ο οργασμός δεν μπορούν παρά να αποτελούν σκιές ή προοικονομίες πνευματικών και οπωσδήποτε ισοβίων προσκολλήσεων.
Οι ρητορικές αυτές, όταν δεν είναι κανονιστικές και τυραννικές, πηγή ενοχών και αισθημάτων ανεπάρκειας και μειονεξίας, επαναλαμβάνω ότι περιγράφουν κάποιες εξαιρετικές περιπτώσεις, κάποια ενδεχόμενα· και πάλι όμως με τρόπο στρεβλό: αν πρέπει να καταγράψω τη γνώμη μου,
κάποιες ολοκληρωμένες κι αυτοπραγματωμένες γυναίκες
μπορεί να γίνουν υπέροχες μητέρες, άλλες γυναίκες
μπορεί να ωριμάσουν μέσω της μητρότητας -- ή και όχι. Και πάει λέγοντας.
Για την ίδια τη γονική αγάπη τελικά δεν έχω να πω τίποτα εκτός από το ότι δεν είναι
δεδομένη και ότι δεν πρέπει να θεωρείται σταθερά στη συζήτηση περί
οικογένειας.
Η οικογένεια ως φυτώριο, ως πρότυπο και ως καβάτζα σχέσεων.
Ακόμα και όταν δεν θεωρούμε την οικογένεια χτισμένη πάνω στη σταθερά ή στην επιδίωξη της γονικής αγάπης, αντανάκλασης της αγάπης του θεού-πατέρα ή της μητέρας-θεάς κτλ., υπάρχουνε λόγοι που εντός μας ανακηρύσσουμε
ιερή την οικογένεια:
Η
δεμένη οικογένεια παρέχει εγγυημένη υποστήριξη στα μέλη της και, κυρίως, εγγυημένους συναισθηματικούς δεσμούς. Αυτοί ακριβώς οι συναισθηματικοί δεσμοί μεταφράζονται συνήθως εκ του προχείρου σε "αγάπη": αν κάτι αποτελεί "αγάπη", τότε είναι κάτι που μοιάζει με τους συναισθηματικούς δεσμούς που αναπτύσσονται μέσα στην οικογένεια. Έτσι μαθαίνουμε να θεωρούμε την οικογένεια και φυτώριο της αγάπης αλλά και θησαυροφυλάκιο όπου φυλάσσονται τα χρυσά μέτρα και τα επακριβώς ζυγισμένα σταθμά της αγάπης: τα κριτήρια και οι ιδανικές εκδοχές της αγάπης.
Οι εγγυημένοι συναισθηματικοί δεσμοί είναι παροχή της "δεμένης οικογένειας" που εξυπακούεται σε κάποιους πολιτισμούς πιο έντονα απ' ό,τι σε άλλους: στον μεσογειακό κόσμο λόγου χάρη. Σου λεν ότι ξεκινάς με μπόνους μερικούς ανθρώπους να
αγαπάς και να σε αγαπάνε: γονείς, αδέρφια, παιδιά· εφοδιάζεσαι με σόι να αγαπάς και να σε αγαπάει, σόι έκτασης και σύνθεσης που ποικίλλει ανά κουλτούρα και κοινωνία. Η οικογένεια δεν είναι λοιπόν μόνο το εκκολαπτήριο της αγάπης και το μέτρο της: είναι και μια καλή καβάτζα αγάπης. Η συνέπεια του να έχεις αυτό το εφόδιο είναι και η νοοτροπία κατά την οποία δεν
χρειάζεται να κάνεις φίλους, δεν χρειάζεται να αφοσιωθείς σε εραστές κι
ερωμένες, δεν χρειάζεται πολλή εμβάθυνση και δόσιμο
με ξένους: έχεις τους δικούς σου ανθρώπους προεγκατεστημένους.
Βεβαίως, η καβάτζα συναισθηματικών δεσμών παραχωρείται με ανταλλάγματα,
π.χ. "οι Ινδές μάνες είναι σαν Μεσογειακές μάνες που, ως γνωστόν, είναι σαν Εβραίες μάνες. Ίδιες όμως, ντιπ για ντιπ: μίρλα, οικοδόμηση ενοχής με διπλές παγιδεύσεις, passive aggression. Μέχρι και στο
πότε θα παντρευτείς παιδάκι μου;".
Η δεμένη οικογένεια ισχυρίζεται επίμονα πως έχει να σου προσφέρει σχέσεις υψηλής ποιότητας, εγγυημένες, που δεν εξαρτώνται από τόπους διαμονής και γειτονίες, συναδέρφους, σεξουαλικές σχέσεις και φιλίες που πιάνονται και μετά αλησμονιούνται κτλ. Η δεμένη οικογένεια, αν έχεις την
ταπεινότητα να είσαι λίγο λιγότερο ο εαυτός σου και να υπακούς, πρόθυμα θα σου χαρίσει σχέσεις υψηλής ποιότητας και ισόβιας διάρκειας.
Και πού είναι το κακό;
Με δυο λόγια, όταν αντιμετωπίζουμε την οικογένεια με τον παραπάνω τρόπο, εξοικειωνόμαστε με ψυχαναγκαστικές, ανταλλακτικές, κυριαρχικές, εκβιαστικές ή και κακοποιητικές σχέσεις μόνο και μόνο γιατί αναπτύσσονται και λειτουργούνε μέσα στην οικογένεια. Αν καταπιέζουμε ή καταπιεζόμαστε, αν υλοποιούμε σε διαπροσωπικό επίπεδο κοινωνικές συμβάσεις και ετεροκαθορισμούς, κανένα πρόβλημα και μια χαρά αφού βρισκόμαστε μέσα στην οικογένεια.
Στη χειρότερη περίπτωση εκπαιδευόμαστε στο να αναγνωριζούμε κάθε λογής μανιπουλάρισμα, καταπίεση κι υστεροβουλίες ως
σχέσεις αγάπης. Στην καλύτερη περίπτωση εξοικειωνόμαστε με την ιεραρχική καταπίεση (που πολλές φορές οδηγεί τη συμπεριφορά των γονέων) ή με τον εκβιασμό και τον μη οριοθετημένο ετσιθελισμό (όπως πολλές φορές συμπεριφέρονται τα παιδιά) και καταντούμε να τις θεωρούμε αποδεκτές, ενίοτε γνήσια
αγαπητικές, συμπεριφορές.
Συνεπώς η οικογένεια νομιμοποιείται ως φυτώριο, μέτρο και καβάτζα (ή
παρακαταθήκη αν προτιμάτε) αγαπης και παράλληλα
οικειοποιείται τη μητρική αγάπη, την πατρική στοργή και την αφοσίωση των τέκνων -- ακόμα
και όταν αυτά απουσιάζουν εκ των πραγμάτων. Έτσι λοιπόν θεμελιώνει η οικογένεια την αυθεντία της: στην επίκληση της αγάπης, και μάλιστα της αγάπης στην ευγενέστερη μορφή της, στην αγάπη που αφορμάται (αλλά με καμμία παναγία δεν περιορίζεται σε
αυτή) από τη βιολογική ανάγκη να φροντίσεις
τον άλλο: το παιδί ή τον γονιό.
Η φροντίδα είναι κομβική έννοια: η φορτική φροντίδα μέσα στην οικογένεια καθίσταται διαπίστευση αγάπης. Και η φροντίδα είναι αμφίδρομη, πάει και από τους γονείς προς τα τέκνα αλλά και από τα τέκνα προς τους γονείς. Βεβαίως η φροντίδα καθεαυτή δεν είναι πρόβλημα: τουναντίον, λίγες ανθρώπινες εκδήλώσεις είναι τόσο απαράμιλλα ευγενείς όσο η φροντίδα και η μέριμνα για τα γονικά σου ή για τα παιδιά σου. Όμως, όπως κάθε ευγενές μέταλλο, στο τέλος η φροντίδα αποκτά ανταλλακτική αξία: η απαίτησή της εξαργυρώνει "αγάπη", η προσφορά της εξαγοράζει φροντίδα προς την αντίθετη κατεύθυνση -- και ούτω καθεξής, με συνέπειες που πολλοί από εμάς ζούμε.
Περιττεύει να επισημάνω πόσο πληγώνει και τραυματίζει και αλλοιώνει το να κατανοείς κάθε λογής σχέσεις και συναλλαγές ως αγάπη. Γι' αυτό και από την τριάδα της τυραννίας
η οικογένεια είναι ο ισχυρότερος εξουσιαστικός μηχανισμός, ο πιο βαθύς -- γιατί τη σημαία του (που τη λεν αγάπη) την κρατάει μια μάνα στο όνομα του πατρός. Μάνα έχουν και οι άθρησκοι και οι απάτριδες. Κι έτσι, την πατρίδα την πολεμάς, την απομυθοποιείς, τη χλευάζεις, την αποκηρύσσεις, την ξεφορτώνεσαι (τάχα) με εξορία ή (τέλος πάντων) πολεμάς να την
αλλάξεις -- κάτι. Τη θρησκεία, πάλι, τη διαγράφεις, την αποσυναρμολογείς, τη μεταμορφώνεις ή την υποτάσσεις. Αλλά την οικογένεια μπορεί να σου την ξεριζώσει μόνο με τανάλια κανας ψυχαναλυτής. Και μάλιστα, παίρνει καιρό το ξερίζωμα, και χρειάζεται αντοχή στον πόνο, καθώς η τανάλια κουνιέται πέρα δωθε με βία.
Άρα;
Άρα είναι αναγκαίο να απομαγευτεί η οικογένεια ως θεσμός, ως χώρος de facto αγάπης και μάλιστα ιδανικής αγάπης.
Ενόσω αγωνιζόμαστε για ισότητα στον γάμο, παράλληλα ερχόμαστε σταδιακά σε επίγνωση -- όσο μας το επιτρέπει
η ατροφία των ανθρωπιστικών σπουδών -- ότι δεν πρόκειται για ιερό και ισόβιο δεσμό με υπερβατικά χαρακτηριστικά. Αντίστοιχα, ενώ οι οικογενειακοί δεσμοί, έστω και ως προς το θεμελιώδες βιολογικό και γενετικό σκέλος τους, είναι ακατάλυτοι, ωστόσο ούτε αυτοί είναι ιεροί ή a priori αγαπητικοί, ούτε αυτοί είναι υπερβατικά δοσμένοι και αναλλοίωτοι. Άλλωστε τίποτε στα ανθρώπινα πράγματα δεν είναι υπερβατικό και αναλλοίωτο
πολλώ μάλλον όταν γίνεται εκκολαπτήριο και χώρος εξουσιαστικών σχέσεων, πολλώ μάλλον όταν το πώς λειτουργεί τραυματίζει ανθρώπους διά βίου -- όπως πολλές φορές συμβαίνει μέσα στην οικογένεια. Και από εκεί ακριβώς θα ξεκινήσουμε να συζητάμε τα προβλήματά της.
Η εικονογράφηση από πόστερ ανώνυμου καλλιτέχνη στην Καλλιρρόης.