Απόσπασμα από το μυθιστόρημα, που δεν πρόκειται να εκδοθεί. Το τελείωσα το 2003, διαδραματίζεται το 2012. Υπέθετα τότε ότι η ανάπτυξη των σιδηροδρόμων στην Ελλάδα ήταν εφικτή και μάλλον αναμενόμενη. Τα υπόλοιπα, δικά σας
Εδώ. Εκεί. Αυτό δεν είναι το τραίνο της Γλασκώβης, που ευτυχώς δεν πήρα, είναι η αμαξοστοιχία 626 για Παλαιοφάρσαλο-Πλατύ-Θεσσαλονίκη-Αλεξανδρούπολη-Πύθιο(-Κωνσταντινούπολη). Τώρα που δεν έχει πια, εδώ και χρόνια, μουτζούρηδες (τις αμαξοστοιχίες υπ’ αριθ. δεκαπέντε-κάτι) και ‘απλά’ (υπ’ αριθ. πεντακόσια-κάτι), αυτή είναι η τελευταία ταχεία: το πιο αργό τραίνο δηλαδή, που θα μού δώσει καιρό να νιώσω την αλλαγή τοπίου, κατάστασης, κόσμου, ζωής – αντίθετα με τις λαχανιασμένες τέσσερις ώρες του αεροπλάνου. Είναι και το πιο φτηνό μέσο για Κομοτηνή – αντίθετα με την αλυσιτελή πολυτέλεια των Ιντερσίτυ. Επιπλέον, η 626, και όχι κάποιο διαστημικό Ιντερσίτυ made in Germany, συνδέει απευθείας Αθήνα και Πόλη, αποτελώντας διακριτικό δείγμα υπεροψίας μας και σχετικής υποβάθμισης της φιλίας και υποστήριξής μας προς την ακίνδυνη πλέον Τουρκία. Και ας μη θέλει ακόμα κανείς να το παραδεχτεί αυτό το τελευταίο. Άλλωστε η Πόλη είναι δική μας κατά βάθος. Όπως το Λονδινο είναι των Νορμανδών, κατά το ίδιο βάθος των πεντακοσίων τόσων ετών, δεν ξέρω από χρονολογίες. Αυτά για την αμαξοστοιχία 626 και τα αντεθνικά μου σχολιάκια. Γύρισα μια κυνική γενιτσαρίνα από την Εσπερία.Αλλά το να μιλάς για μυθιστορήματα που δεν μπορεί να διαβάσει ο άλλος είναι βαρετό. Όπως είπε και ο σοφός Κουκουζέλης κάποτε: "το πιο βαρετό σεξ είναι αυτό που δεν κάνεις". Έτσι, το πιο βαρετό μυθιστόρημα είναι αυτό που δε διαβάζεις.
Είμαι κάπου στη Βοιωτία κι αυτό αριστερά μάλλον είναι ο Παρνασσός. Η Μεγάλη Χαμουτζία.
Από όλα τα μέσα συγκοινωνίας μου αρέσουν όσα έχουν σιδηροτροχιές: τραμ, μετρό, τρένα. Ακόμα και το τελεφερίκ του Λυκαβηττού ή τα φινικυλαίρ που ανεβαίνουν τις ανηφόρες της Λισσαβόνας. Κόβετε τα τρένα, μου κόβετε τη χαρά, μου κόβετε το ταξίδι. Και πολλά άλλα, πολύ σημαντικότερα.
Τα τραίνα (δεν έχω αποφασίσει πώς γράφεται) δεν είναι για να τα βλέπεις να περνούν. Ποτέ δεν κατάλαβα το trainspotting και πάντα λυπόμουν τον καημένο αλλά ηρωικό σταθμαρχούλη, τον άνθρωπο που έβλεπε τα τρένα να περνούν (ακούστε ωραία μετάφραση τίτλου: ακούγεται σαν τρένο που περνάει, μπλουζάρει μετρικά). Τα τρένα είναι να τα παίρνεις και να σε πηγαίνουν, έστω κι αν χρειάζονται 8μιση ώρες για Σαλονίκη, όπως ο ματρακάς που έμεινε δις εκείνο το μοιραίο φθινόπωρο του '97.
Βεβαίως αυτά δεν τα γράφει κάποιος ρεαλιστής που αντιλαμβάνεται την αναπόδραστη ιστορική πραγματικότητα που υπαγορεύει η ελέυθερη κι απαραβίαστη αγορά: να ξηλωθούν οι σιδηροδρομικές γραμμές και να γεμίσουμε από δρόμους με διόδια, δρόμους λαμπρούς όπως το τμήμα Κόρινθος-Ρίο της ΠΑΘΕτικ. Όλα αυτά τα γράφει ένας στον κόσμο του, κάποιος που μικρός αντιπαθούσε τη Λιλιπούπολη με τις τσιριχτές φωνές, τα αχώνευτα τραγούδια, τις αλλόκοτες ιστορίες και τα παράξενα ονόματα. Κουτός και ταπεινός όπως ήταν, μόλις άκουγε τη σάλπιγγα της Λιλιπούπολης, αμέσως γύριζε τη βελόνα του ραδιοφώνου ΙΤΤ στον Τσουφτσούφη και το Τραινάκι. Δεύτερο Πρόγραμμα, νομίζω.
Μια και μιιλάμε για τρένα. Εδώ και βδομάδες με ενοχλεί αυτή η ανόητη διαφήμιση.
Θα μου πεις, διαφήμιση είναι, τι περιμένεις; Ε, ναι, γι'αυτό λέω "ενοχλεί", όπως μας ενοχλεί μια μύγα το καλοκαίρι ή μια χαραμάδα που μπάζει τον χειμώνα.
Ξεκινάει λοιπόν με χαζά κλισέ για τη γενιά αγγλακίων που θα πληρώνουν τη μάνα και τον πατέρα τους σε δίδακτρα: αφήνουμε την πρώτη γκόμενα, πάμε ταξίδι στη ζούγκλα για να δεθούμε με τους φίλους, αφήνουμε τη μανατζεροθέση που θα μας έκανε πλούσιους και γινόμαστε σκηνοθέτες, ενώ βρίσκουμε και μια αδελφή ψυχή με την οποία κάνουμε ένα κουτσούβελο, ή περισσότερα. Και μετά η δυσβάσταχτη κοινοτοπία:
"Πιστεύω ότι κάθε τρένο που παίρνω είναι το σωστό."
Αυτή η στάση στα αγγλικά λέγεται smugness, συνταίριασμα υπερβολικής αυτοπεποίθησης, υπεροψίας και ψυχαναγκαστικά κουλ διάθεσης. Στα ελληνικά λέγεται "είμαι παρτσακλός και δεν το ξέρω (αφού πιστεύω ότι κάθε επιλογή που κάνω είναι και η σωστή)".
Ας εξηγήσει κάποιος στον ουισκάτο γκόμενο με την ολοστρόγγυλη εκφορά που παριστάνει τον Κρίστοφερ Νόλαν (μεγάλη η χάρη του σχεδόν συμφοιτητή) μασουλώντας το καταπίστευμα των γονιών του ότι το τρένο που παίρνεις είναι συνήθως το τρένο που θα περάσει -- αν περάσει στην ώρα του, δηλαδή.
Τώρα κατάλαβα εκείνο το αυγουστιάτικο σχόλιο.
ΑπάντησηΔιαγραφήεντωμεταξύ, βλέποντας ξανά τη διαφήμιση, σκέφτηκα αυτό το "δεν μπορείς να είσαι και cool και ευαίσθητος" (ένα απ' τα λίγα δλδ πετυχημένα που έχεις γράψει).
ΑπάντησηΔιαγραφήκατά τ' άλλα ωραίος,
με αναφορά σε 503 κλπ και 626 με συγκίνησες.
(γυναίκα αφηγείται; ή κατάλαβα λάθος; ενδιαφέρον)
βυτίος
@δύτη: ποιο σχόλιο, ώνθρωπε;
ΑπάντησηΔιαγραφή@vytio: γυναίκα είναι. Μέχρι το 07 ανέβαζα αποσπασματάκια ως πόστ.
E, αυτό, ωγαθέ.
ΑπάντησηΔιαγραφή