Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011
Άσυλο
Πηγαίνω στη δουλειά με τα πόδια όσο πιο τακτικά μπορώ, δεν είναι πολύ μακριά. Η διαδρομή δεν είναι ούτε ιδιαίτερα ευχάριστη ούτε αξιοσημείωτα δυσάρεστη. Έχει όμως έναν κόμπο, περίπου στα δύο τρίτα της από το σπίτι.
Εκεί βρίσκεται ένα ίδρυμα από αυτά που δεν έχουν όνομα, πολλοί τα λένε "κλινικές", άλλοι άλλα πράγματα, πιο περιφραστικά. Όταν κάνει πολύ κρύο ή πολλή ζέστη δεν μπορείς να καταλάβεις καν ότι πέρασες απ' έξω του: το καλοκαίρι είναι όλοι οι τρόφιμοί του κλεισμένοι μέσα κάτω από τον κλιματισμό, το χειμώνα μέσα και δίπλα στη θέρμανση.
Στις σύντομες ενδιάμεσες εποχές οι τρόφιμοί του κάθονται έξω, σε μια βεράντα που από το στενό πεζοδρόμιο χωρίζει μια διάτρητη πρασιά. Ακόμα κι όταν περπατώ αφηρημένος και απορροφημένος στα δικά μου, συνήθως δηλαδή, με ειδοποιεί η μυρωδιά του ιδρύματος ότι πλησιάζω: μυρίζει έντονα χλωρίνη σφουγγαρίσματος και ανθρωπίλα, τη διάχυτη μυρωδιά των ανθρώπων που μπαγιατεύουν. Είναι η μυρωδιά του ασύλου, η βάρβαρη αλλά λειψή καθαριότητα των κλινικών της επαρχίας, των μικρών γηροκομείων, της κόπωσης που δεν έχει ελπίδα.
Ανεξαιρέτως σηκώνω το κεφάλι. Οι τρόφιμοι μοιάζουν να είναι διαφόρων αιτιολογιών: ψυχικά ασθενείς, νοητικά ασθενείς, (απ)εξαρτημένοι, κινητικά ασθενείς, γέροντες. Υποψιάζομαι ότι δύο-τρεις από αυτούς, που τους αφήνουν να βολτάρουν στο πεζοδρόμιο, εκτός της περίφραξης, για τσιγάρο, είναι απλώς άστεγοι. Ίσως κάποιος φιλάνθρωπος πληρώνει τη φιλοξενία τους εκεί. Ποιος ξέρει.
Δεν έχω να καταγγείλω τίποτε, άλλωστε ξερω μόνον όσα έχει σαρώσει η ματιά ενός βιαστικού περαστικού τρεις-τέσσερις ντουζίνες φορές. Πάντως οι άνθρωποι που φροντίζουν τους τροφίμους φαίνονται ζεστοί, κεφάτοι, χαλαροί -- άλλωστε ή έτσι γίνεσαι σε αυτές τις ιερές αλλά ψυχοφθόρα μπανάλ δουλειές, ή τύραννος. Ή συντρίβεσαι. Αντιλαμβάνομαι ότι οι υπερήλικες και οι ψυχικά ασθενείς, όσοι έχουν ανίατες αρρώστειες και οι ανάπηροι δε θα 'πρεπε ίσως να συνυπάρχουν ανάκατα. Δεν ξέρω από αυτά τα πράγματα. Αισθάνομαι τη γνωστή κι αναμενόμενη θλίψη όταν περνάω μπροστά από αυτό το άσυλο, δεν έχω χρόνο και διάθεση να κρίνω. Περνάς από μια βεράντα με ήλιο και βλέπεις το μέλλον σου, το μέλλον δικών σου, το εναλλακτικό παρόν σου, το ακυρωμένο μέλλον άρρωστων παιδιών.
Σήμερα έπιασε το μάτι μου έναν σκούφο πίσω από την καγκελόπορτα του ιδρύματος, γύρισα προς το μέρος του. Ο σκούφος, κατεβασμένος χαμηλά έκρυβε ένα φθαρμένο πρόσωπο με ένα βαθύ βαθούλωμα πάνω αριστερά. Του χαμογέλασα. Μάλλον δεν το πρόσεξε, θα έχει συνηθίσει να τον κοιτάζουνε με φρίκη και κάποια αηδία. Κι αυτό ανθρώπινο είναι. Άλλες φορές το βλέμμα μου διασταυρώνεται με κάποιου που μοιάζει με τον Παπαδιαμάντη: είναι ένας από αυτούς που είτε είναι απλώς άστεγος, είτε τον κατέστρεψε το αλκοόλ (το νόμιμο ναρκωτικό μας). Μάλλον του φαίνομαι αστείος, με κοιτάει με θυμηδία, ίσως του φαίνεται αλλόκοτος ο χοροπηδηχτός διασκελισμός μου και η βιασύνη στο βάδισμά μου, τα γκροτέσκα ακουστικά στα αυτιά μου. Δεν ξέρω.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Μου θύμισε αυτό το τραγούδι (εδώ οι στίχοι).
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ξέρω, ίσως να συνεισφέρει κάτι αυτό το σχόλιο:
I was committed but it wasn't to Parkview so this song hits home for me too. Especially the attempted suicide parts.. The thing i didn't understand about these places is if you come in in a irrational state so far away from your normal "you" as you can get... how do they know if you're cured. I simply had to act my way out of the madhouse several times in order for them NOT to kill me with other drugs. Thank God they never gave me the electro shock therapy.
Psychiatry is a load of crap.
Πρόκειται για την σύγχρονη εφαρμογή του αρχαίου «το Κείων νόμιμον».
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτην αρχαία Κέα {Τζιά} υπήρχε νόμος, όταν οι γέροντες δεν μπορούσαν να αυτοσυντηρηθούν έπαιρναν -εν τελετή- το κώνειο και ησύχαζαν.
Κι αυτοί και η γύρω τους κοινωνία.
Εμείς νομίζουμε ότι έχουμε εξανθρωπίσει την κατάσταση.
ΚΑΛΟ ΜΗΝΑ !