Ήδη σχεδόν κοιμάμαι. Ούτε πείνα, ούτε αλκοόλ, ούτε επιθυμία ερωτική. Νύστα και μόνο νύστα, διαυγής νύστα. Άυπνη νύχτα, μετά μέρα όλο δουλειά και παράλληλη κούραση. Κατάφερα να βγω μόνο μια βόλτα με το σαραβαλάκι μου να πετάξω τα ανακυκλώσιμα. Οι δρόμοι ήταν άδειοι, ο ουρανός συννεφιασμένος επιτέλους. Από τις εννιά νυστάζω.
Ανελέητη βδομάδα μπροστά μου. Μου το λένε συνεχώς πια οι δικοί μου άνθρωποι, το λέω κι εγώ στον εαυτό μου: σκάσε, έχεις δουλειά, τώρα θα παρακαλούσες για ιδιαίτερα. Που σιγά που θα έπαιρναν εμένα για ιδιαίτερα: μια κυρία στη Νέα Ιωνία μού είπε ήδη από το '95 ότι ακόμα και για τα ψιλά που ζητούσα δεν κατάφερα να ανεβάσω αρκετά τους βαθμούς του γιου της.
Στέκομαι εδώ, σε αυτή την ηλικία που δεν είναι πουθενά, ούτε στη νεότητα, ούτε στην ωριμότητα. Ζω πραγματικότητες που δεν κατανοώ αλλά αλίμονο κι αν ζούσαμε μόνον όσα καταλαβαίναμε. Έρχονται θαύματα, και μετά έρχεται κι η κούραση, αλλά πάνω που πάω να γκρινιάξω (κατά το συνήθειο μου), μου λέει ο εαυτός μου: ρε μαλάκα (μου έχει θάρρος ο εαυτός μου) κοίτα λίγο το θαύμα. Μόλις σηκώσω το βλέμμα και δω το θαύμα, αυτό ήταν -- πάνε όλα. Καμμιά μιζέρια δεν πιάνει.
Κάθε φορά που εργάστηκα κι εγώ προς την κατεύθυνση του να γίνω λίγο πιο κυνικός κι εγώ επιτέλους, λίγο πιο παίκτης, προς την κατεύθυνση του να αφήσω την τάχα μου άτρωτη πανοπλία (αστείρευτη πηγή αντιπάθειας, ενόχλησης και καχυποψίας) να με διαβρώσει λιγάκι προς τα μέσα, ερχόταν η ζωή και μου έβγαζε τη γλώσσα, μου έλεγε ότι οι κυνισμοί και οι αγερωχιές, τα κοφ'-το-σβέρκο-σου και τα δε-με-νοιάζει-κι-άει-πηδήσου είναι για άλλους, λεβέντη μου (με τη ζωή δεν έχουμε τόσο θάρρος μεταξύ μας), για όσους δε δένονται με ανθρώπους, για όσους δεν αγαπούν έτσι. Το έμαθα κι εγώ το μάθημά μου, κι έτσι έπαψα να προσπαθώ να μαθητεύσω στο πώς να χειρίζομαι τους ανθρώπους, να τους κάνω περιουσία μου. Όμως στο μεταξύ οι άνθρωποί μου έγιναν ο μόνος μου πλούτος.
Ούτε μπόρεσα να κινηθώ έξυπνα και να μπω σε ρόλους, να είμαι σωστός: νταξ, πέρασα όλα τα έως τώρα ορόσημα στη ζωή του ανδρός (και ακόμα πιο πολλά) εξωτερικά με τρόπο συμβατικό κι αναγνωρίσιμο, αλλά εσωτερικά κάθε ορόσημο απλώς σηματοδοτεί έναν και συγκεκριμένο άνθρωπο. Παράδειγμα: όταν συμβίωσα για πρώτη φορά, εγώ που ακόμα και τώρα αποφεύγω τη συμβίωση, ο μοναχικός και μονόχνωτος, δεν μπόρεσα να σκεφτώ "α, θα συμβιώσω, να ένα καινούργιο στάδιο, ω ρε συ θα αλλάξει η ζωή μου", μόνο τον άνθρωπο με τον οποίο θα μοιραζόμουν το δωμάτιο και το κρεβάτι μου σκεφτόμουν. Κι αφέθηκα. Και πάει λέγοντας έκτοτε: μόνον οι άνθρωποι με απασχολούν τελικά. Κι αφήνομαι.
"Και τι μας τα λες αυτά;" θα ρωτήσετε ευγενικά όσοι δε μου πολυέχετε θάρρος. Δεν ξέρω. Νυστάζω. Πάω για ύπνο, ναι, από τις δέκα και.
Ανελέητη βδομάδα μπροστά μου. Μου το λένε συνεχώς πια οι δικοί μου άνθρωποι, το λέω κι εγώ στον εαυτό μου: σκάσε, έχεις δουλειά, τώρα θα παρακαλούσες για ιδιαίτερα. Που σιγά που θα έπαιρναν εμένα για ιδιαίτερα: μια κυρία στη Νέα Ιωνία μού είπε ήδη από το '95 ότι ακόμα και για τα ψιλά που ζητούσα δεν κατάφερα να ανεβάσω αρκετά τους βαθμούς του γιου της.
Στέκομαι εδώ, σε αυτή την ηλικία που δεν είναι πουθενά, ούτε στη νεότητα, ούτε στην ωριμότητα. Ζω πραγματικότητες που δεν κατανοώ αλλά αλίμονο κι αν ζούσαμε μόνον όσα καταλαβαίναμε. Έρχονται θαύματα, και μετά έρχεται κι η κούραση, αλλά πάνω που πάω να γκρινιάξω (κατά το συνήθειο μου), μου λέει ο εαυτός μου: ρε μαλάκα (μου έχει θάρρος ο εαυτός μου) κοίτα λίγο το θαύμα. Μόλις σηκώσω το βλέμμα και δω το θαύμα, αυτό ήταν -- πάνε όλα. Καμμιά μιζέρια δεν πιάνει.
Κάθε φορά που εργάστηκα κι εγώ προς την κατεύθυνση του να γίνω λίγο πιο κυνικός κι εγώ επιτέλους, λίγο πιο παίκτης, προς την κατεύθυνση του να αφήσω την τάχα μου άτρωτη πανοπλία (αστείρευτη πηγή αντιπάθειας, ενόχλησης και καχυποψίας) να με διαβρώσει λιγάκι προς τα μέσα, ερχόταν η ζωή και μου έβγαζε τη γλώσσα, μου έλεγε ότι οι κυνισμοί και οι αγερωχιές, τα κοφ'-το-σβέρκο-σου και τα δε-με-νοιάζει-κι-άει-πηδήσου είναι για άλλους, λεβέντη μου (με τη ζωή δεν έχουμε τόσο θάρρος μεταξύ μας), για όσους δε δένονται με ανθρώπους, για όσους δεν αγαπούν έτσι. Το έμαθα κι εγώ το μάθημά μου, κι έτσι έπαψα να προσπαθώ να μαθητεύσω στο πώς να χειρίζομαι τους ανθρώπους, να τους κάνω περιουσία μου. Όμως στο μεταξύ οι άνθρωποί μου έγιναν ο μόνος μου πλούτος.
Ούτε μπόρεσα να κινηθώ έξυπνα και να μπω σε ρόλους, να είμαι σωστός: νταξ, πέρασα όλα τα έως τώρα ορόσημα στη ζωή του ανδρός (και ακόμα πιο πολλά) εξωτερικά με τρόπο συμβατικό κι αναγνωρίσιμο, αλλά εσωτερικά κάθε ορόσημο απλώς σηματοδοτεί έναν και συγκεκριμένο άνθρωπο. Παράδειγμα: όταν συμβίωσα για πρώτη φορά, εγώ που ακόμα και τώρα αποφεύγω τη συμβίωση, ο μοναχικός και μονόχνωτος, δεν μπόρεσα να σκεφτώ "α, θα συμβιώσω, να ένα καινούργιο στάδιο, ω ρε συ θα αλλάξει η ζωή μου", μόνο τον άνθρωπο με τον οποίο θα μοιραζόμουν το δωμάτιο και το κρεβάτι μου σκεφτόμουν. Κι αφέθηκα. Και πάει λέγοντας έκτοτε: μόνον οι άνθρωποι με απασχολούν τελικά. Κι αφήνομαι.
"Και τι μας τα λες αυτά;" θα ρωτήσετε ευγενικά όσοι δε μου πολυέχετε θάρρος. Δεν ξέρω. Νυστάζω. Πάω για ύπνο, ναι, από τις δέκα και.
Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι αυτή η τάση σας να ζητάτε συγγνώμη, πλαγίως συνήθως, στην αρχή ή στο τέλος του κάθε σας κειμένου. Φαντάζομαι ότι είναι κάποιο κατάλοιπο της αγγλοσαξωνικής κουλτούρας...
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι, σάς διαβάζουμε και παίρνουμε όλη την ευθύνη - πάρτε και εσείς το κομμάτι που σάς αναλογεί, μη ντρέπεστε! ;)
i'll second takis (στα αγγλικά μιας και αναφέρεται στην αγγλοσαξωνική κουλτούρα) κι εγώ αυτό σκέφτηκα. εντ άι'λλ σέκοντ γιου για αυτό που λες για τους ανθρώπους της ζωής μας. καλημέρα
ΑπάντησηΔιαγραφή@Τάκη: μα "κάθε κειμένου"; Απλώς, ακόμα κι εγώ ο ίδιος αισθάνομαι αμηχανία με τη σωψυχολογία. Δεν είναι ψευτοευγενικοί ακκισμοί, παρά εκδήλωση συστολής.
ΑπάντησηΔιαγραφή@xilaren: "οι άνθρωποι της ζωής μας" -- what else is there?
"Στέκομαι εδώ, σε αυτή την ηλικία που δεν είναι πουθενά, ούτε στη νεότητα, ούτε στην ωριμότητα."
ΑπάντησηΔιαγραφήΕκεί ακριβώς στέκω κι εγώ γι'αυτό πολύ με συγκινήσατε με αυτή την πρόταση. Το κακό είναι ότι συχνά αναλώνομαι προσπαθώντας να χωροθετήσω αυτό τον άτοπο χώρο.
Υ.Γ. Εμένα αυτά τα σωψυχολοφικά πολύ μου αρέσουν.
Ωχ, ξεχάστηκα, εδώ Ιφιμέδεια (ή μάλλον εκεί προηγουμένως)
ΑπάντησηΔιαγραφήΕκεί που σκεφτόμουν ότι συμφωνώ με τον Ανώνυμο 3:19 με απαλλάξατε από τον κόπο να γράψω "Ανώνυμο 3:19" και με βάλατε στη διαδικασία να περιγράψω όλο αυτό για να καταλήξω ότι συμφωνω με την Ιφιμέδεια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝτάξ', δεν είμαι τοπογράφος όμως όσο η Ιφ. πάντως.
Να τρως και να κοιμάσαι πάντως, έχεις ρέψει. ;)