Δεν είμαι ιστορικός αλλά υποθέτω ότι όντως είναι βάσιμη η αντίληψη πως, εξαιτίας του Διαφωτισμού και της κληρονομιάς του, ο χώρος της ανθρώπινης ελευθερίας επεκτεινόταν σταδιακά από τη Γαλλική Επανάσταση και την κατάργηση της δουλείας μέχρι και πρόσφατα. Δε θέλω να μπω σε αναλυτική συζήτηση για το κατά πόσο τον τελευταίο καιρό ο χώρος της ελευθερίας απεναντίας συρρικνώνεται ή κατά πόσο, αντί να εδραιώνεται, η ελευθερία πλέον εκφυλίζεται σε φενάκη, καθώς οι δημοκρατικοί θεσμοί αποστεώνονται σε ένα πλέγμα προσχηματικών μηχανισμών, οργάνων και διαδικασιών.
Θέλω να μιλήσω για τον χώρο της ερωτικής ελευθερίας. Αφενός της ελευθερίας της ερωτικής έκφρασης και αφετέρου της ελευθερίας της ερωτικής πρακτικής.
Να προσεγγίσουμε το θέμα αποφατικά, να διερευνήσουμε πρώτα πρώτα τι δεν είναι ερωτική ελευθερία. Οπωσδήποτε δεν είναι κυνισμός, ανευθυνότητα ή (για να θυμηθούμε κι έναν όρο εκθεσάδικο) ασυδοσία. Μέχρι εδώ κοινοτοπίες είναι αυτά, οι οποίες έτσι κι αλλιώς ισχύουν όταν μιλάμε για οποιαδήποτε μορφή ελευθερίας. Επίσης, πριν προχωρήσω, θέλω να κάνω την εξίσου κοινότοπη διευκρίνιση ότι άλλο η ίδια η ελευθερία και άλλο οι χρήσεις της. Συνεπώς, η ελευθερία του λόγου είναι, ή θα έπρεπε να είναι, απαραβίαστη και απόλυτη, ασχέτως αν κάποιος τη χρησιμοποιεί για να διαδίδει αστρολογικές προβλέψεις, χυδαιότητες ή και προπαγάνδα.
Εξετάζοντας το θέμα της ερωτικής ελευθερίας σε κοινωνίες στις οποίες υπάρχει ονομαστική ισότητα των φύλων και οριακή ανοχή σε μειονοτικές σεξουαλικές ταυτότητες, θα επιμείνω στην αναλογία με την ελευθερία του λόγου.
Οπωσδήποτε ο καθένας μας είναι ελεύθερος να σκέφτεται ό,τι θέλει. Επίσης είμαστε σχετικά ελεύθεροι να συζητούμε αυτό που σκεφτόμαστε με ανθρώπους εμπιστοσύνης μας, μέσα σ' έναν στενό κύκλο. Το πολιτικό ζήτημα όμως έγκειται στο εάν μπορούμε να συζητήσουμε δημοσία αυτά που σκεφτόμαστε. Εκεί βρίσκεται το κριτήριο της ελευθερίας: της ελευθερίας του λόγου εν προκειμένω.
Αντίστοιχα λοιπόν, ο καθένας μας είναι ελεύθερος να επιθυμεί ό,τι θέλει, όποιον θέλει και όπως θέλει· αυτό μέχρι και η ρωμαιοκαθολική κατήχηση το αναγνωρίζει, αξιώνοντας λ.χ. από τους ομοφυλόφιλους μόνο να επιθυμούν, χωρίς ερωτοπραξία δηλαδή. Επίσης είμαστε σχετικά ελεύθεροι να συζητάμε τις επιθυμίες και τις συνευρέσεις μας με ανθρώπους εμπιστοσύνης μας, μέσα σ' έναν στενό κύκλο. Το πολιτικό ζήτημα εδώ είναι εάν μπορούμε να συζητήσουμε δημοσία τα ερωτικά: εκεί βρίσκεται το κριτήριο της ελευθερίας της ερωτικής έκφρασης.
Επιπλέον, είμαστε ελεύθεροι να συνευρισκόμαστε ερωτικά με ανθρώπους ενός στενού κύκλου, ο οποίος είθισται να αποτελείται από ακριβώς έναν άνθρωπο. Λέω ‘είθισται’ επειδή η πολυγαμία, είτε ταυτόχρονη είτε διαδοχική, αντιμετωπίζεται για τους μεν άγαμους άντρες (κάθε προσανατολισμού) επιδοκιμαστικά, με ανοχή ή, το πολύ, με επιφανειακή αποδοκιμασία ενώ κατά κανόνα αποδοκιμάζεται για τους έγγαμους. Για τις γυναίκες βεβαίως η πολυγαμία, είτε ταυτόχρονη είτε διαδοχική, είναι γενικά κολάσιμη και αιτία στιγματισμού ή και καταδίκης: χαρακτηρίζεται συνοπτικά ως πουτανιά. Επομένως, το ουσιώδες πολιτικό ζήτημα εδώ είναι η αυτοδιάθεση των ερωτικών επιθυμιών μας: το ζήτημα της ελευθερίας της ερωτικής πρακτικής.
Μιλάω λοιπόν για αυτοδιάθεση των ερωτικών επιθυμιών μας και όχι απλώς για ‘αυτοδιάθεση του σώματός μας’. Η αυτοδιάθεση του σώματός μας, αν και κάθε άλλο παρά κεκτημένο, αποτελεί και στοιχειώδη και θεμελιώδη προϋπόθεση της αυτοδιάθεσης της επιθυμίας. Ταυτόχρονα, η ερωτική επιθυμία είναι υπόθεση που πάει πολύ πιο πέρα από την απλή αυτοδιάθεση του σώματός μας. Ωστόσο, πολλά θέματα που θεωρούνται ζητήματα (σεξουαλικής) ηθικής είναι απόρροια του κατά πόσο είμαστε έτοιμοι να αποδεχθούμε την αυτοδιάθεση του σώματος για όλους ανεξαιρέτως, είτε μιλάμε για το τι και πώς τρώμε, είτε για τη χρήση ναρκωτικών όπως το αλκοόλ και άλλα, για την εθελούσια εκπόρνευση, για το πώς ντυνόμαστε, για τα ερωτικά...
Υπάρχουν οπωσδήποτε ιστορικά, κοινωνικά αλλά και βιολογικά προσκόμματα στην ερωτική ελευθερία και στις δύο εκδοχές της (της έκφρασης και της πρακτικής). Φρονώ ότι δεν είναι παράγοντες ισχυρότεροι ή διαφορετικής φύσης από εκείνους που αντιστρατεύονται κάθε άλλης μορφής ελευθερία: σκεφτείτε λ.χ. το επιχείρημα των δουλοκτητών ότι, σε μια πρωτοβιομηχανική κοινωνία, η χειραφέτηση των δούλων θα ζημίωνε την αγροτική παραγωγή μεγάλης κλίμακας· σκεφτείτε τις αντιστάσεις και τις (βίαιες ενίοτε) αντιδράσεις απέναντι στη θρησκευτική ελευθερία, κ.ο.κ.
Πιο αναλυτικά, τη διάδοση και εδραίωση ουσιαστικής ερωτικής ελευθερίας τη δυσχεραίνουν αιώνες σεξισμού, οι οποίοι δικαιολογούν ή συγκαλύπτουν την αντρική πολυγαμία καταπιέζοντας ταυτόχρονα (με κάθε δυνατό τρόπο, θα έλεγε κανείς) πρώτα και κύρια τη γυναικεία φύση – αλλά και κάθε μειονοτική εκδήλωση της σεξουαλικότητας και της ερωτικής επιθυμίας. Υπάρχουν επίσης τα πολύ συγκεκριμένα και προφανή ζητήματα σεξουαλικής τιμής, κληρονομιάς και γνησιότητας των τέκνων. Υπάρχει και η πανίσχυρη φυσική ροπή της ζήλειας («σαν την αγάπη είσαι τόσο δυνατή»). Στην εποχή μας όμως, εποχή ονομαστικής χειραφέτησης, εύκολης και διαδεδομένης αντισύλληψης αλλά και της ύπαρξης τεστ DNA έχει απομείνει μόνον ένα σοβαρό επιχείρημα υπέρ της επιβεβλημένης ερωτικής αποκλειστικότητας: η ζήλεια.
Δε χλευάζω, δεν παραγνωρίζω και σίγουρα δεν περιφρονώ τη ζήλεια. Είμαστε άνθρωποι, πληγωνόμαστε ποικιλοτρόπως κι εύκολα, αισθανόμαστε αποκλεισμένοι, παραμελημένοι, στην απ’ έξω – ιδιαιτέρως όταν εγείρονται θέματα ερωτικής επάρκειας. Στην εποχή μας μάλιστα, το ιδανικό των ανθρώπινων σχέσεων (ιδίως όπως προβάλλεται από τη βιομηχανία του θεάματος και παρά την καθημερινή εμπειρία) είναι ολιστικό: σε μια ουσιαστική σχέση υποτίθεται ότι ο ένας είναι τα πάντα για τον άλλο. Ωστόσο αγάπη, έρωτας και πόθος είναι τρία διαφορετικά πράγματα: δεν ταυτίζονται, απαντούν σε διάφορους συνδυασμούς και δε συνυπάρχουν απαραίτητα. Ταυτόχρονα, δεν ποθούμε απλή «πλησμονή και κένωση», δεν καυλώνουμε για αφηρημένες κατηγορίες, μεγέθη, υφές, χρώματα, μεμονωμένες φόρμες. Δεν ποθούμε καν σώματα. Ποθούμε ανθρώπους, ακόμα κι όταν εξαρχής τους ποθούμε για μια κι έξω και το ξέρουμε.
Βεβαίως, η ζήλεια πειθώ δε γνωρίζει. Βεβαίως μας διδάσκουν από νωρίς ότι σε κάθε ερωτική συνεύρεση, έστω και ευκαιριακή, ενυπάρχει η δυνατότητα μιας 'ολιστικής' σχέσης – κάτι που ακόμα και όσοι έχουμε πολύ περιορισμένη περί τα ερωτικά πείρα γνωρίζουμε ότι αποτελεί πλάνη. Ωστόσο η ζήλεια είναι σαν την οργή. Ναι, βεβαίως πρέπει να τη λαμβάνουμε υπόψη μας στις ανθρώπινες σχέσεις. Αλλά ας το δούμε κι έτσι: ο Νόμος αναγνωρίζει ελαφρυντικά στην οργή, αλλά η περί φόνου ηθική μας δεν είναι θεμελιωμένη πάνω στην πραγματικότητα του θυμού, του βρασμού ψυχής. Αντίστοιχα, η ερωτική ελευθερία κατά κανόνα συνοδεύεται από εχεμύθεια, τουλάχιστον ώστε να μην προκαλείται ζήλεια. Όμως η περί έρωτα ηθική μας δεν μπορεί να είναι θεμελιωμένη πάνω στην πραγματικότητα της ζήλειας.
Υπάρχει και άλλη μία οπτική γωνία, ας πούμε λίγο πιο ανθρώπινη: από όλες τις αφορμές για τις οποίες το κάνουν οι άνθρωποι, ποια είναι πιο ευγενής και πιο πολύτιμη από τον πόθο, την καύλα, τη λύσσα για τον άλλο; Κάποιο αντάλλαγμα, λ.χ. χρηματικό; η εξασφάλιση εύνοιας ή εξουσίας; το λεγόμενο συζυγικό καθήκον; το φιλάνθρωπο αλλά συγκαταβατικό χατίρι; Ενδεχομένως να είναι η επιθυμία της τεκνογονίας. Αλλά το αναπαραγωγικό σεξ είναι εξαίρεση για το είδος μας, όπως και για άλλα ανώτερα θηλαστικά. Επιστρέφοντας στην ηθική: αν υπάρχει ένας σοβαρός λόγος να το κάνουμε, είναι ο πόθος, η επιθυμία, η καύλα. Ο έρωτας για τον έρωτα, όχι για πετύχουμε ή να γίνουμε κάτι άλλο.
Εάν λοιπόν είμαστε συνεπείς στην πεποίθησή μας ότι η ερωτική ελευθερία είναι αγαθό, τότε πρέπει να τη θεωρήσουμε δεδομένη. Παράλληλα πρέπει να παραδεχτούμε ότι το ηθικό θέμα της ατιμίας χαρακτηρίζει όχι γυναίκες και άντρες που εξασκούν την ερωτική ελευθερία, παρά γυναίκες και άντρες που ανεύθυνα, αγέρωχα ή κυνικά (δια)χειρίζονται τον πόθο και την ηδονή για να πετύχουν αλλότριους σκοπούς: εξασφάλιση, αποκατάσταση, υλικά αγαθά, κύρος, κ.α. – ακόμα και καθαρά ναρκισσιστική αυτεπιβεβαίωση.
Σε κάθε περίπτωση, ο περιορισμός της ελευθερίας στην ερωτική έκφραση – πέρα από τους στοιχειώδεις περιορισμούς της ευγένειας και της διακριτικότητας – είναι ασύγγνωστος: η αποσιώπηση, η ιατρικοποίηση (π.χ. το τραγελαφικό ‘vagina’ των αμερικανών, που ξεκινάει από την περιποιημένη ή αποψιλωμένη ήβη τους και καταλήγει στις ωοθήκες) καθώς και οι αναίτιοι ευφημισμοί αποτελούν καταστρατήγηση της ελευθερίας στην ερωτική έκφραση, ανεξαρτήτως από το αν είναι και πρακτικές κοινωνικά επιβλαβείς ή και ζημιογόνες.
Επιστρέφοντας στην ελευθερία της ερωτικής πρακτικής, θεωρώ αδιανόητο να προβάλλονται ως πρότυπα αρετής γυναίκες που π.χ. μαράθηκαν πρόωρα από την αγαμία, που επέβαλαν στον εαυτό τους αναφροδισία για να μην παραφρονήσουν από στέρηση ή παραμελημένες νοικοκυρές που καρτερούν υπομονετικά σώσματα συζυγικής σχεδόν διέγερσης – όλα στο όνομα της μονογαμίας, της σεμνότητας ή της συζυγικής πίστης. Παρομοίως, μου φαίνεται στρεβλό και το εξής: η βιομηχανία του θεάματος συστηματικά προβάλλει τη διάλυση του γάμου ως (τη μία) ηθική λύση όταν ένας από τους δύο συζύγους μοιχεύσει. Βεβαίως πρόκειται για μια απόφαση που πολλοί από εμάς θα πάρουμε, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Βεβαίως ακόμη περισσότεροι είμαστε πρόθυμοι επί της αρχής να αποταχθούμε την ερωτική ελευθερία στο όνομα της σεμνότητας, του έρωτα ή της αγάπης. Όμως δεν είναι δυνατόν η απόφαση της κοινής συμβίωσης, της συντροφικότητας και της συζυγίας – και της αγάπης ενίοτε – να βρίσκεται υπό την αίρεση της επιθυμίας.
Αν υπάρχει κάποιου είδους ‘ιερότητα’ στη μακροχρόνια δέσμευση, στη συζυγία, στον γάμο, αυτή έγκειται στην ελεύθερη και πρόθυμη απόφαση να μοιραστείς κάποια χρόνια από τη ζωή σου με έναν άνθρωπο· ενδεχομένως γιατί τον αγαπάς, αλλά όχι απαραιτήτως. Αυτή η απόφαση (πρέπει να) εμπεριέχει την επίγνωση ότι θα συμβιώσουμε ή θα συζευχθούμε έναν ελεύθερο άνθρωπο με τον οποίο θα επικοινωνούμε έστω και στοιχειωδώς. Αυτό είναι το ηθικό ζήτημα και μόνο.
Ναι, σαφέστατα, η παρουσία ενός τρίτου ή περισσότερων τρίτων θα οδηγήσει κάποιους από εμάς να λύσουμε αυτή τη δέσμευση. Ωστόσο είναι βάρβαρο και τελικά βαθιά ανήθικο να θεωρούμε ότι είναι a priori ηθικό να λύνονται αυτοδικαίως οι σχέσεις λόγω ‘απιστίας’. Και πάλι παραλληλίζοντας: πολλοί θα εγκαταλείψουν την εργασία τους επειδή δεν μπορούν να συνυπάρξουν με τους συναδέρφους τους. Αυτό είναι ανθρώπινο αλλά όχι αυτομάτως ηθικό.
Τελικά, στα ζητήματα ερωτικής ελευθερίας φαίνεται ότι η ('υψηλή' λεγόμενη) λογοτεχνία και ο (λεγόμενος 'καλός') κινηματογράφος έχουνε πληρέστερη και λεπτοφυέστερη αντίληψη του προβλήματος από ό,τι η ποπ κουλτούρα ή τα προϊόντα της βιομηχανίας του θεάματος. Αν μη τι άλλο, υπάρχουν ταινίες και βιβλία που με επιτυχία διαχωρίζουν τα θέματα της καρδιάς (μόνωση, δειλία, μοναξιά, αιδημοσύνη, ζήλεια, νοσταλγία, καημός, παραφορά, λαχτάρα για έρωτα και ζωή, γερατειά) από τα θέματα ουσιαστικής ηθικής (σε αντιδιαστολή με την κατά Καβάφη ‘τρεχάμενη ηθική’). Γιατί ναι μεν η ελευθερία είναι εξ ορισμού ηθική, αν όχι ένα από τα θεμέλια της ηθικής, αλλά δεν παύουμε να είμαστε ζωντανοί άνθρωποι. Από αυτήν την άποψη, η Στέλλα του Κακογιάννη ή το Brief Encounter (για να μη μιλήσω καν για βιβλία) μας λένε περισσότερες και βαθύτερες αλήθειες από όλα τα δράματα σχέσεων κι όλες τις αισθηματικές κομεντί και όλους τους συμβούλους σχέσεων μαζί.
Η φωτογραφία είναι της Lina Scheynius.
Θέλω να μιλήσω για τον χώρο της ερωτικής ελευθερίας. Αφενός της ελευθερίας της ερωτικής έκφρασης και αφετέρου της ελευθερίας της ερωτικής πρακτικής.
Να προσεγγίσουμε το θέμα αποφατικά, να διερευνήσουμε πρώτα πρώτα τι δεν είναι ερωτική ελευθερία. Οπωσδήποτε δεν είναι κυνισμός, ανευθυνότητα ή (για να θυμηθούμε κι έναν όρο εκθεσάδικο) ασυδοσία. Μέχρι εδώ κοινοτοπίες είναι αυτά, οι οποίες έτσι κι αλλιώς ισχύουν όταν μιλάμε για οποιαδήποτε μορφή ελευθερίας. Επίσης, πριν προχωρήσω, θέλω να κάνω την εξίσου κοινότοπη διευκρίνιση ότι άλλο η ίδια η ελευθερία και άλλο οι χρήσεις της. Συνεπώς, η ελευθερία του λόγου είναι, ή θα έπρεπε να είναι, απαραβίαστη και απόλυτη, ασχέτως αν κάποιος τη χρησιμοποιεί για να διαδίδει αστρολογικές προβλέψεις, χυδαιότητες ή και προπαγάνδα.
Εξετάζοντας το θέμα της ερωτικής ελευθερίας σε κοινωνίες στις οποίες υπάρχει ονομαστική ισότητα των φύλων και οριακή ανοχή σε μειονοτικές σεξουαλικές ταυτότητες, θα επιμείνω στην αναλογία με την ελευθερία του λόγου.
Οπωσδήποτε ο καθένας μας είναι ελεύθερος να σκέφτεται ό,τι θέλει. Επίσης είμαστε σχετικά ελεύθεροι να συζητούμε αυτό που σκεφτόμαστε με ανθρώπους εμπιστοσύνης μας, μέσα σ' έναν στενό κύκλο. Το πολιτικό ζήτημα όμως έγκειται στο εάν μπορούμε να συζητήσουμε δημοσία αυτά που σκεφτόμαστε. Εκεί βρίσκεται το κριτήριο της ελευθερίας: της ελευθερίας του λόγου εν προκειμένω.
Αντίστοιχα λοιπόν, ο καθένας μας είναι ελεύθερος να επιθυμεί ό,τι θέλει, όποιον θέλει και όπως θέλει· αυτό μέχρι και η ρωμαιοκαθολική κατήχηση το αναγνωρίζει, αξιώνοντας λ.χ. από τους ομοφυλόφιλους μόνο να επιθυμούν, χωρίς ερωτοπραξία δηλαδή. Επίσης είμαστε σχετικά ελεύθεροι να συζητάμε τις επιθυμίες και τις συνευρέσεις μας με ανθρώπους εμπιστοσύνης μας, μέσα σ' έναν στενό κύκλο. Το πολιτικό ζήτημα εδώ είναι εάν μπορούμε να συζητήσουμε δημοσία τα ερωτικά: εκεί βρίσκεται το κριτήριο της ελευθερίας της ερωτικής έκφρασης.
Επιπλέον, είμαστε ελεύθεροι να συνευρισκόμαστε ερωτικά με ανθρώπους ενός στενού κύκλου, ο οποίος είθισται να αποτελείται από ακριβώς έναν άνθρωπο. Λέω ‘είθισται’ επειδή η πολυγαμία, είτε ταυτόχρονη είτε διαδοχική, αντιμετωπίζεται για τους μεν άγαμους άντρες (κάθε προσανατολισμού) επιδοκιμαστικά, με ανοχή ή, το πολύ, με επιφανειακή αποδοκιμασία ενώ κατά κανόνα αποδοκιμάζεται για τους έγγαμους. Για τις γυναίκες βεβαίως η πολυγαμία, είτε ταυτόχρονη είτε διαδοχική, είναι γενικά κολάσιμη και αιτία στιγματισμού ή και καταδίκης: χαρακτηρίζεται συνοπτικά ως πουτανιά. Επομένως, το ουσιώδες πολιτικό ζήτημα εδώ είναι η αυτοδιάθεση των ερωτικών επιθυμιών μας: το ζήτημα της ελευθερίας της ερωτικής πρακτικής.
Μιλάω λοιπόν για αυτοδιάθεση των ερωτικών επιθυμιών μας και όχι απλώς για ‘αυτοδιάθεση του σώματός μας’. Η αυτοδιάθεση του σώματός μας, αν και κάθε άλλο παρά κεκτημένο, αποτελεί και στοιχειώδη και θεμελιώδη προϋπόθεση της αυτοδιάθεσης της επιθυμίας. Ταυτόχρονα, η ερωτική επιθυμία είναι υπόθεση που πάει πολύ πιο πέρα από την απλή αυτοδιάθεση του σώματός μας. Ωστόσο, πολλά θέματα που θεωρούνται ζητήματα (σεξουαλικής) ηθικής είναι απόρροια του κατά πόσο είμαστε έτοιμοι να αποδεχθούμε την αυτοδιάθεση του σώματος για όλους ανεξαιρέτως, είτε μιλάμε για το τι και πώς τρώμε, είτε για τη χρήση ναρκωτικών όπως το αλκοόλ και άλλα, για την εθελούσια εκπόρνευση, για το πώς ντυνόμαστε, για τα ερωτικά...
Υπάρχουν οπωσδήποτε ιστορικά, κοινωνικά αλλά και βιολογικά προσκόμματα στην ερωτική ελευθερία και στις δύο εκδοχές της (της έκφρασης και της πρακτικής). Φρονώ ότι δεν είναι παράγοντες ισχυρότεροι ή διαφορετικής φύσης από εκείνους που αντιστρατεύονται κάθε άλλης μορφής ελευθερία: σκεφτείτε λ.χ. το επιχείρημα των δουλοκτητών ότι, σε μια πρωτοβιομηχανική κοινωνία, η χειραφέτηση των δούλων θα ζημίωνε την αγροτική παραγωγή μεγάλης κλίμακας· σκεφτείτε τις αντιστάσεις και τις (βίαιες ενίοτε) αντιδράσεις απέναντι στη θρησκευτική ελευθερία, κ.ο.κ.
Πιο αναλυτικά, τη διάδοση και εδραίωση ουσιαστικής ερωτικής ελευθερίας τη δυσχεραίνουν αιώνες σεξισμού, οι οποίοι δικαιολογούν ή συγκαλύπτουν την αντρική πολυγαμία καταπιέζοντας ταυτόχρονα (με κάθε δυνατό τρόπο, θα έλεγε κανείς) πρώτα και κύρια τη γυναικεία φύση – αλλά και κάθε μειονοτική εκδήλωση της σεξουαλικότητας και της ερωτικής επιθυμίας. Υπάρχουν επίσης τα πολύ συγκεκριμένα και προφανή ζητήματα σεξουαλικής τιμής, κληρονομιάς και γνησιότητας των τέκνων. Υπάρχει και η πανίσχυρη φυσική ροπή της ζήλειας («σαν την αγάπη είσαι τόσο δυνατή»). Στην εποχή μας όμως, εποχή ονομαστικής χειραφέτησης, εύκολης και διαδεδομένης αντισύλληψης αλλά και της ύπαρξης τεστ DNA έχει απομείνει μόνον ένα σοβαρό επιχείρημα υπέρ της επιβεβλημένης ερωτικής αποκλειστικότητας: η ζήλεια.
Δε χλευάζω, δεν παραγνωρίζω και σίγουρα δεν περιφρονώ τη ζήλεια. Είμαστε άνθρωποι, πληγωνόμαστε ποικιλοτρόπως κι εύκολα, αισθανόμαστε αποκλεισμένοι, παραμελημένοι, στην απ’ έξω – ιδιαιτέρως όταν εγείρονται θέματα ερωτικής επάρκειας. Στην εποχή μας μάλιστα, το ιδανικό των ανθρώπινων σχέσεων (ιδίως όπως προβάλλεται από τη βιομηχανία του θεάματος και παρά την καθημερινή εμπειρία) είναι ολιστικό: σε μια ουσιαστική σχέση υποτίθεται ότι ο ένας είναι τα πάντα για τον άλλο. Ωστόσο αγάπη, έρωτας και πόθος είναι τρία διαφορετικά πράγματα: δεν ταυτίζονται, απαντούν σε διάφορους συνδυασμούς και δε συνυπάρχουν απαραίτητα. Ταυτόχρονα, δεν ποθούμε απλή «πλησμονή και κένωση», δεν καυλώνουμε για αφηρημένες κατηγορίες, μεγέθη, υφές, χρώματα, μεμονωμένες φόρμες. Δεν ποθούμε καν σώματα. Ποθούμε ανθρώπους, ακόμα κι όταν εξαρχής τους ποθούμε για μια κι έξω και το ξέρουμε.
Βεβαίως, η ζήλεια πειθώ δε γνωρίζει. Βεβαίως μας διδάσκουν από νωρίς ότι σε κάθε ερωτική συνεύρεση, έστω και ευκαιριακή, ενυπάρχει η δυνατότητα μιας 'ολιστικής' σχέσης – κάτι που ακόμα και όσοι έχουμε πολύ περιορισμένη περί τα ερωτικά πείρα γνωρίζουμε ότι αποτελεί πλάνη. Ωστόσο η ζήλεια είναι σαν την οργή. Ναι, βεβαίως πρέπει να τη λαμβάνουμε υπόψη μας στις ανθρώπινες σχέσεις. Αλλά ας το δούμε κι έτσι: ο Νόμος αναγνωρίζει ελαφρυντικά στην οργή, αλλά η περί φόνου ηθική μας δεν είναι θεμελιωμένη πάνω στην πραγματικότητα του θυμού, του βρασμού ψυχής. Αντίστοιχα, η ερωτική ελευθερία κατά κανόνα συνοδεύεται από εχεμύθεια, τουλάχιστον ώστε να μην προκαλείται ζήλεια. Όμως η περί έρωτα ηθική μας δεν μπορεί να είναι θεμελιωμένη πάνω στην πραγματικότητα της ζήλειας.
Υπάρχει και άλλη μία οπτική γωνία, ας πούμε λίγο πιο ανθρώπινη: από όλες τις αφορμές για τις οποίες το κάνουν οι άνθρωποι, ποια είναι πιο ευγενής και πιο πολύτιμη από τον πόθο, την καύλα, τη λύσσα για τον άλλο; Κάποιο αντάλλαγμα, λ.χ. χρηματικό; η εξασφάλιση εύνοιας ή εξουσίας; το λεγόμενο συζυγικό καθήκον; το φιλάνθρωπο αλλά συγκαταβατικό χατίρι; Ενδεχομένως να είναι η επιθυμία της τεκνογονίας. Αλλά το αναπαραγωγικό σεξ είναι εξαίρεση για το είδος μας, όπως και για άλλα ανώτερα θηλαστικά. Επιστρέφοντας στην ηθική: αν υπάρχει ένας σοβαρός λόγος να το κάνουμε, είναι ο πόθος, η επιθυμία, η καύλα. Ο έρωτας για τον έρωτα, όχι για πετύχουμε ή να γίνουμε κάτι άλλο.
Εάν λοιπόν είμαστε συνεπείς στην πεποίθησή μας ότι η ερωτική ελευθερία είναι αγαθό, τότε πρέπει να τη θεωρήσουμε δεδομένη. Παράλληλα πρέπει να παραδεχτούμε ότι το ηθικό θέμα της ατιμίας χαρακτηρίζει όχι γυναίκες και άντρες που εξασκούν την ερωτική ελευθερία, παρά γυναίκες και άντρες που ανεύθυνα, αγέρωχα ή κυνικά (δια)χειρίζονται τον πόθο και την ηδονή για να πετύχουν αλλότριους σκοπούς: εξασφάλιση, αποκατάσταση, υλικά αγαθά, κύρος, κ.α. – ακόμα και καθαρά ναρκισσιστική αυτεπιβεβαίωση.
Σε κάθε περίπτωση, ο περιορισμός της ελευθερίας στην ερωτική έκφραση – πέρα από τους στοιχειώδεις περιορισμούς της ευγένειας και της διακριτικότητας – είναι ασύγγνωστος: η αποσιώπηση, η ιατρικοποίηση (π.χ. το τραγελαφικό ‘vagina’ των αμερικανών, που ξεκινάει από την περιποιημένη ή αποψιλωμένη ήβη τους και καταλήγει στις ωοθήκες) καθώς και οι αναίτιοι ευφημισμοί αποτελούν καταστρατήγηση της ελευθερίας στην ερωτική έκφραση, ανεξαρτήτως από το αν είναι και πρακτικές κοινωνικά επιβλαβείς ή και ζημιογόνες.
Επιστρέφοντας στην ελευθερία της ερωτικής πρακτικής, θεωρώ αδιανόητο να προβάλλονται ως πρότυπα αρετής γυναίκες που π.χ. μαράθηκαν πρόωρα από την αγαμία, που επέβαλαν στον εαυτό τους αναφροδισία για να μην παραφρονήσουν από στέρηση ή παραμελημένες νοικοκυρές που καρτερούν υπομονετικά σώσματα συζυγικής σχεδόν διέγερσης – όλα στο όνομα της μονογαμίας, της σεμνότητας ή της συζυγικής πίστης. Παρομοίως, μου φαίνεται στρεβλό και το εξής: η βιομηχανία του θεάματος συστηματικά προβάλλει τη διάλυση του γάμου ως (τη μία) ηθική λύση όταν ένας από τους δύο συζύγους μοιχεύσει. Βεβαίως πρόκειται για μια απόφαση που πολλοί από εμάς θα πάρουμε, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Βεβαίως ακόμη περισσότεροι είμαστε πρόθυμοι επί της αρχής να αποταχθούμε την ερωτική ελευθερία στο όνομα της σεμνότητας, του έρωτα ή της αγάπης. Όμως δεν είναι δυνατόν η απόφαση της κοινής συμβίωσης, της συντροφικότητας και της συζυγίας – και της αγάπης ενίοτε – να βρίσκεται υπό την αίρεση της επιθυμίας.
Αν υπάρχει κάποιου είδους ‘ιερότητα’ στη μακροχρόνια δέσμευση, στη συζυγία, στον γάμο, αυτή έγκειται στην ελεύθερη και πρόθυμη απόφαση να μοιραστείς κάποια χρόνια από τη ζωή σου με έναν άνθρωπο· ενδεχομένως γιατί τον αγαπάς, αλλά όχι απαραιτήτως. Αυτή η απόφαση (πρέπει να) εμπεριέχει την επίγνωση ότι θα συμβιώσουμε ή θα συζευχθούμε έναν ελεύθερο άνθρωπο με τον οποίο θα επικοινωνούμε έστω και στοιχειωδώς. Αυτό είναι το ηθικό ζήτημα και μόνο.
Ναι, σαφέστατα, η παρουσία ενός τρίτου ή περισσότερων τρίτων θα οδηγήσει κάποιους από εμάς να λύσουμε αυτή τη δέσμευση. Ωστόσο είναι βάρβαρο και τελικά βαθιά ανήθικο να θεωρούμε ότι είναι a priori ηθικό να λύνονται αυτοδικαίως οι σχέσεις λόγω ‘απιστίας’. Και πάλι παραλληλίζοντας: πολλοί θα εγκαταλείψουν την εργασία τους επειδή δεν μπορούν να συνυπάρξουν με τους συναδέρφους τους. Αυτό είναι ανθρώπινο αλλά όχι αυτομάτως ηθικό.
Τελικά, στα ζητήματα ερωτικής ελευθερίας φαίνεται ότι η ('υψηλή' λεγόμενη) λογοτεχνία και ο (λεγόμενος 'καλός') κινηματογράφος έχουνε πληρέστερη και λεπτοφυέστερη αντίληψη του προβλήματος από ό,τι η ποπ κουλτούρα ή τα προϊόντα της βιομηχανίας του θεάματος. Αν μη τι άλλο, υπάρχουν ταινίες και βιβλία που με επιτυχία διαχωρίζουν τα θέματα της καρδιάς (μόνωση, δειλία, μοναξιά, αιδημοσύνη, ζήλεια, νοσταλγία, καημός, παραφορά, λαχτάρα για έρωτα και ζωή, γερατειά) από τα θέματα ουσιαστικής ηθικής (σε αντιδιαστολή με την κατά Καβάφη ‘τρεχάμενη ηθική’). Γιατί ναι μεν η ελευθερία είναι εξ ορισμού ηθική, αν όχι ένα από τα θεμέλια της ηθικής, αλλά δεν παύουμε να είμαστε ζωντανοί άνθρωποι. Από αυτήν την άποψη, η Στέλλα του Κακογιάννη ή το Brief Encounter (για να μη μιλήσω καν για βιβλία) μας λένε περισσότερες και βαθύτερες αλήθειες από όλα τα δράματα σχέσεων κι όλες τις αισθηματικές κομεντί και όλους τους συμβούλους σχέσεων μαζί.
Η φωτογραφία είναι της Lina Scheynius.
Και ο πόνος που προκαλεί η"απιστία"; Πώς τον διαχειρίζεται κανείς; Δεν είμαστε ιδεατά άτομα...καλώς ή κακώς. Μίλα μας για τον πόνο, τον πανικό, την αίσθηση ότι η γh φεύγει κάτω από τα πόδια σου, το γκρέμισμα της εικόνας του "ζευγαριού" που ήμουν μέχρι τώρα αλλά που αμφισβητείται από τον άλλον βαθύτατα. Την ντροπή που αισθάνομαι ότι δεν θέλω να είναι ο άλλος ελεύθερος - απλά "δικός μου".Η σύγκρουση ανάμεσα στο πώς θα ήθελα να ήμουν - ελεύθερη και άνετη - από αυτό που είμαι: Πληγωμένη και πανικόβλητη, με εικόνες στο κεφάλι που δεν θα φύγουν ποτέ (ή έστω πολύ αργά και με κόπο).
ΑπάντησηΔιαγραφήΌλα αυτά είναι εδώ, όπως ο πόνος της απώλειας όταν χανεται μια ζωή ή μια στιγμή που δεν την πρόλαβες. Είναι ανθρώπινα και ευτυχώς μαθαίνεις να ζεις με αυτά, να τα δέχεσαι και να τα αφήνεις να καλιεργούν μέσα σου το σπόρο για τη μάταιη γνώση της ζωής. Δεν πειράζει που δεν φτάνεις ποτέ στο απόλυτο. Το να το ψάχνεις σου επιτρέπει να το βλέπεις. Το ζήτημα είναι για μένα να βλέπεις καθαρά, να σκουπίζεις απ' τα μάτια σου τα σκουπίδια της ιστορίας που φτιάχτηκε από τις διαπιστώσεις κάποιων άλλων, πολλών ομολογουμένως, και να κάνεις καθημερινά τις δικές σου διαπιστώσεις με γνώμονα τη λογική και οδηγό το συναίσθημα. Κάτι που θέλω να θίξω σε σχέση με το άρθρο είναι το πως διαχειρίζεσαι την "σεξουαλική σου ελευθερία όταν επηρεάζεσαι καθημερινά από την "σεξουαλική απελευθέρωση". Όταν για παράδειγμα είναι ντροπή να έχεις παει με έναν μόνο σύντροφο. Η όταν δοκιμάζεις "τα πάντα στο σεξ" αλλά έχεις ξεχάσει πως συνλειτουργούν σώμα, μυαλό, συνάισθημα. Μικρές προοπτικές βλέπω εκεί. Ο Ορσον Ουελς είχε πει ¨θα ήθελα να ξέρω πως ήταν το φιλί πριν τον κινηματογράφο". Εγώ θα ήθελα να ξέρω πως θα ήταν το σεξ πριν το πορνό σε μια κοινωνία που είχε ήδη ανακαλύψει την αξία της ισότητας των δύο φύλων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι γίνεται, όμως, στην περίπτωση που υπάρχουν παιδιά στη μέση- και που αντιλαμβάνονται πλήρως την απιστία; Πόσο σπαθί ή πόσο βλάκας είναι ο ένας εκ των δύο συντρόφων-γονέων, ο οποίος θα πνίξει(;) μέσα του την οργή και τον πόνο για χαρη των παιδιών, τα οποία αισθάνονται ή έστω υποπτεύονται την οπισθοχώρηση; Με πόση ευκολία μπορούμε να προτάξουμε το συναίσθημα και τον πόθο έναντι της οικογένειας που διαλύεται(και οι συνέπειες ενός διαλυμένου σπιτικού είναι πάντα οδυνηρές);
ΑπάντησηΔιαγραφήΒlondeElena
Το πρόβλημα με την απιστία της μιας φοράς είναι ότι μετά θες κι άλλο
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάποιες αποσπασματικές σημειώσεις-αντιδράσεις στα σχόλια, προσπαθώντας πάντα να μείνω στο θέμα της ανάρτησης, που είναι πολιτικό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάποιος μπορεί να είναι δικός μας και να είναι και αλλουνού, κάποιος που το κάνει μόνο με εμάς (για ένα σωρό λόγους) μπορεί να μην είναι δικός μας. Άλλο "δικός μου", άλλο "μόνο δικός μου". Το δεύτερο είναι, νομίζω, ανέφικτο, ακόμα και αν ο άλλος στην πράξη είναι αποκλειστικά και μόνο μαζί μας. Κι όπως λέει και το τραγούδι, "κανείς δεν είναι κανενός".
Ο πόνος είναι κι αυτός μία πιθανή συνέπεια κάθε ελευθερίας. Αλλά χωρίς ελευθερία η κτήση του άλλου (αποκλειστική ή μη) είναι αλλοτριωμένη και αλλοτριωτική. Και εφήμερη.
Η πορνογραφία είναι πανάρχαια και αναγκαία, ας μην την ταυτίζουμε με τα υπερφωτισμένα βίντεο που διανέμονται από τον ομφαλό του Σαν Φερναντίνο, στα οποία κάνουν ακροβατικά μεταλλαγμένα όντα.
Blonde Elena, το "και τώρα;" είναι ερώτηση στην οποία οι ελεύθεροι άνθρωποι απαντούν κατά περίπτωση. Επιπλέον, δεν πιστεύω ότι "διαλυμένες οικογένειες" προκύπτουν μόνον από χωρισμούς. Επίσης, εκ πείρας μπορώ να ισχυριστώ ότι είναι καλύτερο ένα παιδί να μεγαλώνει σε μονογονεϊκή οικογένεια, παρά μαζί με ένα τοξικό καταπιεσμένο ζευγάρι, κ.ο.κ. Άλλωστε, δε χρειάζονται καν τρίτοι για να νιώσουν τα παιδιά ότι η σχέση των γονέων τους είναι (ή έγινε) σχέση τυπική.
Αν αυτό είναι το πρόβλημα με την 'απιστία', μήπως είναι πρόβλημα (και) το ότι οι άνθρωποι ποθούν κι ερωτεύονται; Μήπως σημαίνει άλλα πράγματα; Δεν υπάρχουν, νομίζω, γενικές απαντήσεις.
συγχαρητήρια για το τόσο άμεσο και γεματό ευαισθησία τρόπο που προσεγγίζετε το θέμα .Η αλήθεια είναι ότι αιώνες συναπτής καταπίεσης δεν βοηθάνε κανένα φύλλο να βιώσει ελέυθερα, όπως αρμόζει, τον έρωτα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩστοσο ο άνδρας που δεν έχει το θέμα της τεκνοποίησης μπορει και απελευθερώνεται ευκολότερα απο θέματα συντηρητισμού, αποκλειστικότητας που τιθενται συνήθως για λόγους προστασίας της οικογένειας απο τη γυναικεία "κοινότητα", συχνά με πολυ σκληρο για τα μελη της τρόπο.
απο τη μεριά του ο άνδρας κάνει συχνά το λάθος να βιώνει τον έρωτα εγκεφαλικά, με τη λογική της δικής του πραγματικότητας , ενω η γυναίκα ολιστικά , όπως λέτε, δηλαδή μη διαχωρίζοντας πόθο απο συναίσθημα.
"το θέμα της τεκνοποίησης" και τα σχετικά ζητήματα αποτελούν κάποια βασικά βιολογικού χαρακτήρα κωλύματα στην υπόθεση της ερωτικής ελευθερίας. Για τα υπόλοιπα δεν ξέρω, μου φαίνονται κάπως σαρωτικές γενικεύσεις.
ΔιαγραφήΜάστορα, άλλο το Σαν Μπερνανdινο και άλλο το Σαν Φερνάνdο (Βάλλεϋ).
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι: στο ένα βγαίνουν τσόντες, στο άλλο έμενε ένας φίλος. Πώς φαίνεται ότι δεν έχω πατήσει στο Ελέι...
ΔιαγραφήΝα πω κι εγώ την εξυπνάδα μου, ή μάλλον να πω τι είχε πει ο Τρυφώ προσπαθώντας να εξηγήσει το "Ζυλ και Τζιμ": το ζευγάρι δεν είναι η τέλεια λύση, είναι όμως αυτή που έχουμε. Ή κάτι τέτοιο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν την έχεις δει την ταινία; (κάποτε το είχαμε ξανασυζητήσει, αλλά η μνήμη μου παίζει)
Ναι, το έχω δει.
ΔιαγραφήΤο μόνο που λείπει από το κείμενο για να είναι πλήρες και να δικαιολογεί τον επιθετικό προσδιορισμό "πολιτικό" είναι η ταξική τοποθέτηση του ζητήματος και η ανάπτυξη της οικογένειας, με όλα τα επακόλουθα για την σεξουαλική συμπεριφορά και την αντίληψη περί αυτής, χέρι χέρι με τον καπιταλισμό. Κατά τ' άλλα συμφωνώ πλήρως με τον συγγραφέα. Όσο για την ζήλια και όλα τα σχετικά, είναι "ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο" ως συναίσθημα. Ως εκ τούτου αποδοκιμαστέα και τραγικά αδύναμο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜα ό,τι είναι "ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο" μάς κάνει ανθρώπους -- δεν μπορεί να είναι αποδοκιμαστέο. Το αίτημα να παραγνωριστεί η ανθρώπινη φύση και η παρέλκυση του ανθρώπου είτε προς τη μεριά του αποπνευματωμένου εκτοπλάσματος είτε προς αυτή του εξανδραποδισμένου κτήνους είναι ανάμεσα στις αιτίες της ανελευθερίας. Δε θα γίνουμε ελεύθεροι παύοντας να είμαστε άνθρωποι αλλά, ίσως, με περισσότερη ελευθερία και ελεύθερη βούληση να ασκούνται πάνω στην ανθρώπινη φύση μας -- κάπως έτσι.
ΔιαγραφήO συλλογισμός σου είναι έξυπνος shraosha μα και αδύναμος. Η καταπολέμηση της αδυναμίας δεν είναι αίτημα αποδοκιμασίας της ανθρώπινης φύσης και η αδυναμία δεν είναι εγγενής σε αυτήν. Η υπέρβαση της αδυναμίας είναι αυτή που μας κάνει ανθρώπους. Αυτό γιατί η ελευθερία δεν είναι κατάσταση, είναι διαδικασία με τον ίδιο τρόπο που η αδυναμία είναι μεταβαλλόμενη και προσαρμοσμένη στο αντίστοιχο επίπεδο ελευθερίας, επίπεδο όχι παγιωμένο και ανυπέρβλητο, οπότε και θα μιλούσα για στάδιο αλλά επίπεδο ως αναπάντητο ερώτημα που προκύπτει μετά την απάντηση σε ένα προηγούμενο. Δεν μπορεί να ασκηθεί ελευθερία και ελεύθερη βούληση μετά τον εναγκαλισμό της αδυναμίας ως ανθρώπινου χαρακτηριστικού με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κατακτηθεί ελευθερία και κατά συνέπεια να μην μπορεί ο άνθρωπος να γίνει άνθρωπος. Είναι κάτι τελείως διαφορετικό η αποδοχή της ύπαρξης της αδυναμίας ως στοιχείου προσδιοριστικού των ορίων της ανθρώπινης δραστηριότητας. Τέλος, η ελευθερία και η ελεύθερη βούληση είναι τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά στοιχεία του ανθρώπου και της κοινωνίας του. Όταν επιβάλλονται πάνω στην ανθρώπινη φύση εξαϋλώνονται. Μπορούν μόνο να κατακτηθούν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι. Και γουάου. Chapeau, ανώνυμε.
ΔιαγραφήBilly the kid, sraosha.
Διαγραφή"να διερευνήσουμε πρώτα πρώτα τι δεν είναι ερωτική ελευθερία".
ΑπάντησηΔιαγραφήΑμ δε. Το ερωτικο περιεχει μεσα του ολα τα ανθρωπινα, απλα επειδη αποτελει τον φορεα της εξελιξης του ειδους. Δεν υπαρχει πιο πολυπλοκο θεμα απο το ερωτικο, πιο ευκολα θα καταλαβεις την κβαντομηχανικη.
Οσο για την "ελευθερια", κι αυτη ξεχνα τη. Μονο οι τρελοι ειναι ελευθεροι, διαλεγεις και παιρνεις.
(Ελπίζω να το δεις το σχόλιο και να απαντήσεις.) Διαπίστωσα ότι, από σπόντα, το Brief Encounter το είχα παρακολουθήσει στην τηλεόραση κάποτε, από ένα σημείο και μετά. Θα με ενδιέφερε πολύ, όμως, να αναφέρεις και κάποια σχετικά βιβλία. Θα μπορούσες;
ΑπάντησηΔιαγραφήΣκέφτομαι το 'Χένρυ και Τζουν' της Αναΐς Νιν και την αλληλογραφία της Μπωβουάρ με τον Νέλσον Άλγκρεν ('Ένας υπερατλαντικός έρωτας').
ΔιαγραφήΩς τέκνο μητέρας Μήδειας, τολμώ να πω πως οι θεματοφύλακες της ερωτικής πίστης είναι τα πιο αδυσώπητα πλάσματα που έχω συναντήσει.
ΑπάντησηΔιαγραφή