Δείτε πρώτα αυτό.
Πρώτη ιστορία, μέσω της μάνας μου
Ο νονός της μάνας μου "έλεγαν ότι ήταν αριστερός". Του έστησαν καρτέρι οι σουρλικοί ("αυτός ήταν ο δεξιός κατσαπλιάς, βασιλικός, δεν ξέρω") και τον πολτοποίησαν στο ξύλο και μετά τον βασάνισαν. Τον άφησαν μισοπεθαμένο σε ένα χωράφι. Κάποιος ειδοποίησε τον πατέρα του δικού μου νονού, που ήτανε κι αυτός με τους δεξιούς επειδή είχε χίλια πρόβατα και οι κουκουέδες θα του τα 'παιρναν. Εκείνος πήγε και τον βρήκε. Έσφαξε ένα πρόβατο και έβαλε τον νονό της μάνας μου μέσα στη ζεστή ακόμα προβιά του. Μετά τον ανέβασε στο κάρο και τον πήγε στη γιαγιά μου, για να τον περιποιηθεί: "Ελένη, κοίτα τι τον έκαναν τον κουμπάρο σου. Εδώ δε θα τον πειράξουν". Έκανε βδομάδες να συνέρθει ο άνθρωπος, "ήταν παραμορφωμένος".
Δεύτερη ιστορία, μέσω της μάνας μου
"Είχαμε γίνει κέντρο διερχομένων. Οι κατσαπλιάδες (=ελασίτες) έψαχναν κορίτσια και τα έστελναν οι οικογένειές τους να κρυφτούν στο υπόγειό μας. Δεκατριών, δεκατεσσάρων χρονών. Ερχόντουσαν οι αντάρτες και έλεγαν στη γιαγιά σου 'Συντρόφισσα, ξέρουμε ότι τις κρύβεις'. Η μαμά μου τους έλεγε όλους καπεταναίους, τους έλεγε να σκάσουν, τους έσφαζε κοτόπουλα και τους τα μαγείρευε, τους έβγαζε και κρασί." Μπορεί να μη γαμούσαν αλλά έφευγαν χαρούμενοι. Η γιαγιά μου ήτανε τότε 30 χρονών, μητέρα τεσσάρων παιδιών.
Τρίτη ιστορία, μέσω της μητέρας του πατέρα μου
"Οι Ιταλοί ήτανε βρωμιάρηδες. Πείραζαν τις γυναίκες στον δρόμο. Δεν είχαν αφήσει γάτα στην Αθήνα. Φωνακλάδες. Γελοίοι. Οι Γερμανοί ήτανε κύριοι, καλά παιδιά, πειθαρχημένα. Φασίστες αλλά καλά παιδιά. Αλλά, να σου πω, τα θηρία, τα κτήνη, ήταν οι ταγματασφαλίτες και οι γερμανοτσολιάδες κι οι χαφιέδες, κακό χρόνο να 'χουν, σκατά στον τάφο τους. Αυτοί. Αυτοί. Αυτοί. Οι προδότες. Από αυτούς υποφέραμε. Εδώ στου Γκύζη είχαμε έναν από δαύτους, τον Χ. Όταν έγινε το Μπλόκο στην Κοκκινιά, μου το είπε η Γ. απέναντι, έκλαιγα μια βδομάδα. Είχαμε την πείνα και τους μαυραγορίτες, είχαμε κι αυτούς."
Τέταρτη ιστορία, μέσω της μάνας μου
"Ο μπαρμπα-Κ. έπαιξε στα χαρτιά και στο μπαρμπούτι τα χωράφια που πήραν οι πρόσφυγες με τον αναδασμό. Στην Κατοχή δεν ξέρω τι έκανε. Μετά παρίστανε τον αντιστασιακό. Σιγά. Κάρφωνε πλούσιους δεξιούς στους αντάρτες. Ρεμάλι μια ζωή. Πήρε σύνταξη αντιστασιακού πάντως, με τον Παπανδρέου."
Πέμπτη ιστορία, μέσω της μάνας μου
"Στην Απελευθέρωση η γιαγιά σου μάς έβγαλε στην παρέλαση του ΕΑΜ. 'Συναγωνίστρια' και 'συντρόφισσα' την έλεγαν, ο παππούς σου ήτανε βενιζελικός και δεν ήθελε. Στην Απελευθέρωση η γιαγιά σου έπλεξε ένα κόκκινο πουλόβερ όλη νύχτα, το φόρεσε στον θείο σου τον Σ. και τον έβαλε να κρατάει μια σημαία. Κατεβήκαμε κάτω στην πλατεία [της Κωμόπολης]. Μιλιούνια. Τραγουδούσαμε "ΕΑΜ, ΕΑΜ, ΕΑΜ αντιλαλεί". Είχε μαζευτεί όλη η [Κωμόπολη]."
Έκτη ιστορία, μέσω του πατέρα του πατέρα μου
"Παραμονή Χριστουγέννων του '44 φύγαμε με τα πόδια από του Γκύζη με τον Γ. και τον Παππού τον Μουστάκια [τον πεθερό του], περάσαμε τη γραμμή στη ζούλα και πήγαμε στην Καισαριανή σ' ένα κουτούκι. Ο Παππούς ο Μουστάκιας δεν έβαλε τίποτα στο στόμα του, νήστευε. Ούτε νερό, γιατί θα μεταλάβαινε. Του λέω 'ρε άνθρωπε, εδώ θα μας γαζώσει κανας ελεύθερος σκοπευτής των Εγγλέζων όταν θα γυρνάμε σπίτι κι εσύ νηστεύεις;' 'Τότε να κολαστείτε, μόνοι σας, γαμώ το κέρατό σας, αντίχριστοι, που θ' αρτυθώ χριστουγεννιάτικα'. Εμείς πάντως φάγαμε, ήπιαμε και ρετσίνα -- δεν ξαναφάγαμε τόσο ωραία στη ζωή μας, ίσως επειδή ξέραμε ότι μπορεί να μας θέριζαν στην επιστροφή. Ακόμα το θυμάμαι."
Έβδομη ιστορία, μέσω του πατέρα του πατέρα μου
"Μας μάζεψαν κάτι αριστερούς και μας πήγανε σε μια αποθήκη στου Ψυρρή. Ίσα ίσα που πρόλαβα και χαιρέτησα τη γιαγιά σου, τον πατέρα σου και τον μικρό, γιατί ήξερα ότι δε θα τους ξανάβλεπα. Έτρεμα στον δρόμο. Έκτακτο στρατοδικείο. Ήμασταν συνοδοιπόροι, ύποπτοι κτλ. Η ποινή ήτανε θάνατος. Ήμασταν καμμιά δωδεκαριά. Με τα πολλά αγόρευσε ο Βασιλικός Επίτροπος και είπε "Κύριοι Δικασταί, δε βλέπετε ότι πρόκειται για ασήμαντα ανθρωπάκια; Δεν αποτελούν κίνδυνο για το Έθνος, ανθρωπάκια είναι." Μας απάλλαξαν, γύρισα σπίτι. Ούτε που κατάλαβα πώς βρέθηκα από του Ψυρρή στου Γκύζη. Μα πόσο χάρηκα που με είπαν 'ανθρωπάκι' και 'ασήμαντο', δε φαντάζεσαι."
Όγδοη ιστορία, του πατέρα μου
"Φαντάρος έκανα στην Αλεξάνδρεια του Γιδά. Το 1960. Ελεεινός τόπος, χάλια, καλά περάσαμε όμως: εμένα γραφιά με είχανε, καταλαβαίνεις. Τις πρώτες μέρες ο Διοικητής με ρωτάει "[Αμπού-Σραόσα], παιδί μου, από πού είσαι στην Αθήνα; Γκύζη, Πολύγωνο; Με τα κουμμούνια;" Με είχανε καλά δασκαλέψει όμως και είπα ότι είμαι από την Κυψέλη. Ο Διοικητής χαμογέλασε πονηρά και δεν το ξανασυζήτησε. Ευτυχώς είχα στο στρατιωτικό και τον Βορρά [τη θεία του], που ήταν εθνικόφρων, γιατί λόγω του παππού σου..."
Τα πολύτιμα απόνερα της Ιστορίας. Μην ψάχνετε καθαρότητα στα απόνερα. Αλλά μέσα τους βρίσκεται όλη η λάσπη, ο ιδρώτας, το αίμα, οι ροχάλες και τα δάκρυα της Ιστορίας. Όσο για μένα, relata refero. Απλώς αναρωτιέμαι τι θα λένε για τις άγριες μέρες του 2010-2014 (πιο πολύ δε θα κρατήσει αυτό... ε;) το 2070-τόσο, που εγώ θα είμαι ή ουφάκλα, ή χώμα (μπορεί και στάχτες).
Πρώτη ιστορία, μέσω της μάνας μου
Ο νονός της μάνας μου "έλεγαν ότι ήταν αριστερός". Του έστησαν καρτέρι οι σουρλικοί ("αυτός ήταν ο δεξιός κατσαπλιάς, βασιλικός, δεν ξέρω") και τον πολτοποίησαν στο ξύλο και μετά τον βασάνισαν. Τον άφησαν μισοπεθαμένο σε ένα χωράφι. Κάποιος ειδοποίησε τον πατέρα του δικού μου νονού, που ήτανε κι αυτός με τους δεξιούς επειδή είχε χίλια πρόβατα και οι κουκουέδες θα του τα 'παιρναν. Εκείνος πήγε και τον βρήκε. Έσφαξε ένα πρόβατο και έβαλε τον νονό της μάνας μου μέσα στη ζεστή ακόμα προβιά του. Μετά τον ανέβασε στο κάρο και τον πήγε στη γιαγιά μου, για να τον περιποιηθεί: "Ελένη, κοίτα τι τον έκαναν τον κουμπάρο σου. Εδώ δε θα τον πειράξουν". Έκανε βδομάδες να συνέρθει ο άνθρωπος, "ήταν παραμορφωμένος".
Δεύτερη ιστορία, μέσω της μάνας μου
"Είχαμε γίνει κέντρο διερχομένων. Οι κατσαπλιάδες (=ελασίτες) έψαχναν κορίτσια και τα έστελναν οι οικογένειές τους να κρυφτούν στο υπόγειό μας. Δεκατριών, δεκατεσσάρων χρονών. Ερχόντουσαν οι αντάρτες και έλεγαν στη γιαγιά σου 'Συντρόφισσα, ξέρουμε ότι τις κρύβεις'. Η μαμά μου τους έλεγε όλους καπεταναίους, τους έλεγε να σκάσουν, τους έσφαζε κοτόπουλα και τους τα μαγείρευε, τους έβγαζε και κρασί." Μπορεί να μη γαμούσαν αλλά έφευγαν χαρούμενοι. Η γιαγιά μου ήτανε τότε 30 χρονών, μητέρα τεσσάρων παιδιών.
Τρίτη ιστορία, μέσω της μητέρας του πατέρα μου
"Οι Ιταλοί ήτανε βρωμιάρηδες. Πείραζαν τις γυναίκες στον δρόμο. Δεν είχαν αφήσει γάτα στην Αθήνα. Φωνακλάδες. Γελοίοι. Οι Γερμανοί ήτανε κύριοι, καλά παιδιά, πειθαρχημένα. Φασίστες αλλά καλά παιδιά. Αλλά, να σου πω, τα θηρία, τα κτήνη, ήταν οι ταγματασφαλίτες και οι γερμανοτσολιάδες κι οι χαφιέδες, κακό χρόνο να 'χουν, σκατά στον τάφο τους. Αυτοί. Αυτοί. Αυτοί. Οι προδότες. Από αυτούς υποφέραμε. Εδώ στου Γκύζη είχαμε έναν από δαύτους, τον Χ. Όταν έγινε το Μπλόκο στην Κοκκινιά, μου το είπε η Γ. απέναντι, έκλαιγα μια βδομάδα. Είχαμε την πείνα και τους μαυραγορίτες, είχαμε κι αυτούς."
Τέταρτη ιστορία, μέσω της μάνας μου
"Ο μπαρμπα-Κ. έπαιξε στα χαρτιά και στο μπαρμπούτι τα χωράφια που πήραν οι πρόσφυγες με τον αναδασμό. Στην Κατοχή δεν ξέρω τι έκανε. Μετά παρίστανε τον αντιστασιακό. Σιγά. Κάρφωνε πλούσιους δεξιούς στους αντάρτες. Ρεμάλι μια ζωή. Πήρε σύνταξη αντιστασιακού πάντως, με τον Παπανδρέου."
Πέμπτη ιστορία, μέσω της μάνας μου
"Στην Απελευθέρωση η γιαγιά σου μάς έβγαλε στην παρέλαση του ΕΑΜ. 'Συναγωνίστρια' και 'συντρόφισσα' την έλεγαν, ο παππούς σου ήτανε βενιζελικός και δεν ήθελε. Στην Απελευθέρωση η γιαγιά σου έπλεξε ένα κόκκινο πουλόβερ όλη νύχτα, το φόρεσε στον θείο σου τον Σ. και τον έβαλε να κρατάει μια σημαία. Κατεβήκαμε κάτω στην πλατεία [της Κωμόπολης]. Μιλιούνια. Τραγουδούσαμε "ΕΑΜ, ΕΑΜ, ΕΑΜ αντιλαλεί". Είχε μαζευτεί όλη η [Κωμόπολη]."
Έκτη ιστορία, μέσω του πατέρα του πατέρα μου
"Παραμονή Χριστουγέννων του '44 φύγαμε με τα πόδια από του Γκύζη με τον Γ. και τον Παππού τον Μουστάκια [τον πεθερό του], περάσαμε τη γραμμή στη ζούλα και πήγαμε στην Καισαριανή σ' ένα κουτούκι. Ο Παππούς ο Μουστάκιας δεν έβαλε τίποτα στο στόμα του, νήστευε. Ούτε νερό, γιατί θα μεταλάβαινε. Του λέω 'ρε άνθρωπε, εδώ θα μας γαζώσει κανας ελεύθερος σκοπευτής των Εγγλέζων όταν θα γυρνάμε σπίτι κι εσύ νηστεύεις;' 'Τότε να κολαστείτε, μόνοι σας, γαμώ το κέρατό σας, αντίχριστοι, που θ' αρτυθώ χριστουγεννιάτικα'. Εμείς πάντως φάγαμε, ήπιαμε και ρετσίνα -- δεν ξαναφάγαμε τόσο ωραία στη ζωή μας, ίσως επειδή ξέραμε ότι μπορεί να μας θέριζαν στην επιστροφή. Ακόμα το θυμάμαι."
Έβδομη ιστορία, μέσω του πατέρα του πατέρα μου
"Μας μάζεψαν κάτι αριστερούς και μας πήγανε σε μια αποθήκη στου Ψυρρή. Ίσα ίσα που πρόλαβα και χαιρέτησα τη γιαγιά σου, τον πατέρα σου και τον μικρό, γιατί ήξερα ότι δε θα τους ξανάβλεπα. Έτρεμα στον δρόμο. Έκτακτο στρατοδικείο. Ήμασταν συνοδοιπόροι, ύποπτοι κτλ. Η ποινή ήτανε θάνατος. Ήμασταν καμμιά δωδεκαριά. Με τα πολλά αγόρευσε ο Βασιλικός Επίτροπος και είπε "Κύριοι Δικασταί, δε βλέπετε ότι πρόκειται για ασήμαντα ανθρωπάκια; Δεν αποτελούν κίνδυνο για το Έθνος, ανθρωπάκια είναι." Μας απάλλαξαν, γύρισα σπίτι. Ούτε που κατάλαβα πώς βρέθηκα από του Ψυρρή στου Γκύζη. Μα πόσο χάρηκα που με είπαν 'ανθρωπάκι' και 'ασήμαντο', δε φαντάζεσαι."
Όγδοη ιστορία, του πατέρα μου
"Φαντάρος έκανα στην Αλεξάνδρεια του Γιδά. Το 1960. Ελεεινός τόπος, χάλια, καλά περάσαμε όμως: εμένα γραφιά με είχανε, καταλαβαίνεις. Τις πρώτες μέρες ο Διοικητής με ρωτάει "[Αμπού-Σραόσα], παιδί μου, από πού είσαι στην Αθήνα; Γκύζη, Πολύγωνο; Με τα κουμμούνια;" Με είχανε καλά δασκαλέψει όμως και είπα ότι είμαι από την Κυψέλη. Ο Διοικητής χαμογέλασε πονηρά και δεν το ξανασυζήτησε. Ευτυχώς είχα στο στρατιωτικό και τον Βορρά [τη θεία του], που ήταν εθνικόφρων, γιατί λόγω του παππού σου..."
Τα πολύτιμα απόνερα της Ιστορίας. Μην ψάχνετε καθαρότητα στα απόνερα. Αλλά μέσα τους βρίσκεται όλη η λάσπη, ο ιδρώτας, το αίμα, οι ροχάλες και τα δάκρυα της Ιστορίας. Όσο για μένα, relata refero. Απλώς αναρωτιέμαι τι θα λένε για τις άγριες μέρες του 2010-2014 (πιο πολύ δε θα κρατήσει αυτό... ε;) το 2070-τόσο, που εγώ θα είμαι ή ουφάκλα, ή χώμα (μπορεί και στάχτες).
(Αμπού Σραόσα, μπιν θα είναι ο γιόκας σου.)
ΑπάντησηΔιαγραφήΕ ναι. Το διόρθωσα. Σούκραν.
Διαγραφήλετε αληθεια να κρατησει μεχρι το 2014
Διαγραφήμονο?
Τι να πω εκτός από το "Βόηθα Παναγίτσα μου" του Τζιμάκου;
ΔιαγραφήΒολιώτες ήταν οι γονείς;
ΑπάντησηΔιαγραφήΡε συ, σε τέτοια βιογραφικά δεν απαντάω...
ΔιαγραφήΤί είχε η Κυψέλη τότε; Φασίστες;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕκείνη την εποχή είχε, νομίζω, νοικοκυραίους ανθρώπους κι έτσι. Δεν ήτανε πάντως η "σφηκοφωλιά" που ήτανε το Γκύζη και το Πολύγωνο...
ΔιαγραφήΟ χειρότερος εχθρός του εαυτού μας, ο εαυτός μας, ε?
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι η ιστορία είναι καταδικασμένη να επαναληφθεί.
Όχι, καθόλου. Απλώς είναι ενδιαφέρον και κάποτε γοητευτικό, να συγκρίνει κανείς την ιστοριογραφία με τις μαρτυρίες, στις οποίες βεβαίως υπάρχει πάντοτε η προσωπικότητα εκείνου που μαρτυρεί. Το έναυσμα ήταν η μαρτυρία της Παπάζογλου και το βίντεο στα σχόλια εδώ, σε αντιβολή με ρεβιζιονισμούς τύπου Καλύβας και σία, λ.χ.
ΔιαγραφήΚαθόλου τι? Καθόλου δεν επαναλαμβάνεται η ιστορία? Γιατί εμένα μου φαίνεται ότι βλέπω μια σύγχρονη μεταφορά του ίδιου έργου. Μακάρι να κάνω λάθος και να μην τραβήξει τόσο πολύ το πράγμα...
ΔιαγραφήΠάντως είναι πολύ ενδιαφέρον να ακούς/διαβάζεις ιστορία από πραγματικές μαρτυρίες ανθρώπων και όχι από τα ανασκευασμένα βιβλία που παρουσιάζουν τα γεγονότα άσπρα ή μαύρα. Με το βίντεο έπαθα σοκ, όπως κάθε φορά. Χίλιες φορές να ακούσω και να δω μαρτυρίες, πάντα θα σοκάρομαι με το απάνθρωπο μίσος των εκάστοτε πατριωτών.
Είναι ενδιαφέρουσες οι μαρτυρίες γιατί -- συν τοις άλλοις -- αναδεικνύουν τον αντίκτυπο του 'γεγονότος' σε πραγματικές ζωές και, δευτερευόντως, μας δίνουν να καταλάβουμε με ποιες πτυχές και όψεις του γεγονότος ασχολούνταν ο κόσμος καθώς το γεγονός εξελισσόταν.
ΔιαγραφήΤα ιστορικά γεγονότα και οι ιστορικές δομές δεν είναι φυσικά φαινόμενα για να επαναλαμβάνονται. Αυτό που υπάρχει είναι η φονική ψυχοπάθεια, η οποία τον 20ο αιώνα ιδεολογικοποιείται ως πολιτική επιλογή, ως φασισμός. Μέχρι τον 20ο αι., αν ήσουν φονικά ψυχοπαθής, μπορούσες να εκφραστείς δημοσία με το να γίνεις μισθοφόρος, λήσταρχος, ιεροεξεταστής, χασασίνος, δήμιος· να επενδύσεις το παθολογικό μίσος, τον μισανθρωπισμό και τον αυταρχισμό σου σε ιμπεριαλιστικά (αυτοκρατορικού τύπου) ή θρησκευτικά σχήματα. Κάπως έτσι...
Γείτονα/ισσα
ΑπάντησηΔιαγραφήΤου Γκύζη έχει ιστορία και ακόμα καλά κρατεί.
Πάντα χαίρομαι όταν ανακαλύπτω πως δεν είμαι μόνος σε τούτη τη γωνιά
του κέντρου της Αθήνας.
Ευχαριστώ και καλημέρα
ΑνωΓκυζιώτης
Γκύζη ολέ.
ΔιαγραφήΚαι μόνον η έκφραση "ρεβιζιονισμός" μαρτυρεί μια αντίληψη της ιστορίας ως πάγιου καθορισμού για το παρόν και το μέλλον.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ιστορικότητα παύει έτσι να είναι κάτι γόνιμο και μετατρέπεται σε παγίδα.
Εγώ θα έλεγα να σταματήσουμε να μηρυκάζουμε τις ιστορίες/μαρτυρίες του Εμφυλίου και να κοιταχτούμε στον καθρέφτη για να δούμε πώς μας έχουν διαμορφώσει και είμαστε σήμερα. Κι από κει, να δούμε τι πρέπει να αναθεωρήσουμε για να αντιμετωπίσουμε το αναπόφευκτο μέλλον. Όλα τα υπόλοιπα είναι τυμβωρυχίες. Αρκετά μ' αυτές!
Ενδεχομένως να συμμεριζόμουν τη στάση σας πριν 1-2 χρόνια, παρά την ύπαρξη του Καλύβα και του άλλου του Μ..., πώς τον λένε. Αλλά τον Οκτώβριο του 2012.
Διαγραφήμπορεί να μη γαμούσαν αλλά έφυγαν χαρούμενοι,
ΑπάντησηΔιαγραφήΑμπού Σραόσα και στη γενεά αυτού,
Respect