Ι.
Αρνιόμουνα πεισματικά να διαβάσω δοκίμια Παπανούτσου και Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου κατά την προετοιμασία για τις Πανελλαδικές, κάτι το οποίο πλήρωσα με τον βαθμό στην Έκθεση. Είχα ήδη διαβάσει το μυθιστόρημα του Ι.Μ. "Εφτά κοιμισμένα παιδιά", το οποίο σε ένα επίπεδο περιγράφει μυθοπλαστικά τι (πρέπει να) έπαθαν οι χριστιανοί όταν, μετά από 250 χρόνια καυτού λαδιού, βασανιστηρίων, αποκεφαλισμών και άγριων διωγμών, ο χριστιανισμός άρχισε να γίνεται μόδα, αργότερα κατεστημένο και στο τέλος εξουσία: ξαφνικά όλοι πήγαιναν εκκλησία, φόραγαν σταυρούς και συζητούσαν αν ο Άρειος έχει δίκιο ή οχι και την έπεφταν στους Έλληνες και λοιπούς εθνικούς. Είναι μεγάλη πρόκληση τα ιδανικά σου να γίνονται μέινστριμ, ή τουλάχιστον οι εξωτερικοί τους τύποι. Αποπροσανατολίζεσαι εσύ που τα πρεσβεύεις και τα τιμάς, γίνονται κι αυτά (ή, έστω, οι εξωτερικοί τους τύποι) μέρος του πολτού που μας περιβάλλει και καμμιά φορά λέμε 'ιδεολογία'.
ΙΙ.
Τέσσερα χρόνια πριν τις Πανελλαδικές άκουγα σε μια χριστιανική οργάνωση μαθητών έναν νευρώδη ξερακιανό να μιλάει για την κρίση του δυτικού κόσμου. Η αίθουσα ήτανε τίγκα, τα μεγαλύτερα από μένα χριστιανόπουλα τον πήγαιναν πολύ τον SB γιατί, αντίθετα από κάτι στωικούς, καλοκάγαθους μα ανελέητους παπάδες κι ιεροκήρυκες, αυτός ήταν ανελέητος αλλά έλεγε, λέει, τα πράγματα με το όνομά τους. Ο SB είχε τη φήμη αναρχικού. Εγώ τότε από αναρχικούς ήξερα μόνον τις αφίσσες-εφημερίδες τοίχου που διάβαζα πηγαίνοντας στην ξαδέρφη μου στα Εξάρχεια, η οποία έμενε απέναντι από ένα ξενοδοχείο Όνειρο. Και τα συνθήματα στους τοίχους εκεί γύρω, κάτι οσκαρουαϊλντικά του στυλ "η ιεραρχία της εκπαίδευσης είναι η εκπαίδευση της ιεραρχίας". Άκουσα λοιπόν τον SB, που μας είπε για την αλαζονεία του υλικοτεχνικού πολιτισμού, για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση του χρήματος και της αθεΐας, για τους εξοπλισμούς, λεφτά των φτωχών πεταμένα σε "διαολομηχανές που σκοτώνουν", που όμως είναι αναγκαίοι. Μετά κάτι για το ότι το κράτος δε γίνεται να στεγάζει την Πίστη και την Εκκλησία: εκεί γύρω στις εποχές Τρίτση συνέβαιναν αυτά, μέχρι και ο Αυγουστίνος Καντιώτης εβγαζε ιαχές "στα όπλα".
Πολιτική συγκρότηση δεν είχα, ακόμα δεν έχω. Αλλά όσα άκουσα δε μου φάνηκαν αναρχικά, ούτε καν με την 'κακή' έννοια που ήξερα τότε: "Εξέγερση και Χάος, εγώ δεν είμαι πράος" κτλ. Δε μου φάνηκαν τίποτα. Αργότερα, όταν θα μάθαινα τις φασιστικές εκλεκτικές συγγένειες των οργανώσεων, θα τα έβλεπα ως αυτό που ήταν: ως μια λοξή ρητορική απαξίωσης της δημοκρατίας από τη μεριά του ολοκληρωτισμού, με κάποια ρητορικά σχήματα που πείθουν ως αναρχικη κριτική όσο πείθει αυτό για τζαζ.
ΙΙΙ.
Στη Σχολή μου μάλλον δεν υπήρχανε τότε αναρχικοί, παρά δαπίτες πολλοί και αρκετοί μαλάκες. Μετά το πτυχίο γνώρισα τον Κ. Ο Κ δεν είχε τη μοίρα Σεϊσίδη και Μαρίνου (και άλλων) αλλά διώχθηκε αρκετά και απηνώς. Είχαμε μια κοινή γνωστή, κοπέλα μου, και τότε, στην τρυφερή ηλικία των 23 έμαθα, κοτζάμ γάιδαρος, για την καταστολή, τους χαφιέδες, για το ξύλο, τις χαλκευμένες κατηγορίες, τη φυλακή, τα αλλεπάλληλα δικαστήρια για να του σπάσουνε το ηθικό και τα νεύρα. Οι συζητήσεις μαζί του ήτανε χρυσωρυχείο, καλλιεργημένος και πολιτικός άνθρωπος. Πέραν του ότι με έστειλε για διάβασμα (και λίγοι άνθρωποι με στέλνουνε για διάβασμα, συνήθως αφού με κερδίσουνε πρώτα) κι έμαθα κι εγώ πέντε πολιτικά κολυβογράμματα, πέραν του ήθους και της ευγένειας του ανθρώπου, πέρα από την πλήρη του έλλειψη αφέλειας και αυταπατών, ηταν ο Κ ένας άνθρωπος, ο δεύτερος που εγώ γνώριζα, που αγωνιζόταν για την ελευθερία των άλλων.
Λίγα ανθρώπινα πράγματα είναι ευγενέστερα.
Αρνιόμουνα πεισματικά να διαβάσω δοκίμια Παπανούτσου και Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου κατά την προετοιμασία για τις Πανελλαδικές, κάτι το οποίο πλήρωσα με τον βαθμό στην Έκθεση. Είχα ήδη διαβάσει το μυθιστόρημα του Ι.Μ. "Εφτά κοιμισμένα παιδιά", το οποίο σε ένα επίπεδο περιγράφει μυθοπλαστικά τι (πρέπει να) έπαθαν οι χριστιανοί όταν, μετά από 250 χρόνια καυτού λαδιού, βασανιστηρίων, αποκεφαλισμών και άγριων διωγμών, ο χριστιανισμός άρχισε να γίνεται μόδα, αργότερα κατεστημένο και στο τέλος εξουσία: ξαφνικά όλοι πήγαιναν εκκλησία, φόραγαν σταυρούς και συζητούσαν αν ο Άρειος έχει δίκιο ή οχι και την έπεφταν στους Έλληνες και λοιπούς εθνικούς. Είναι μεγάλη πρόκληση τα ιδανικά σου να γίνονται μέινστριμ, ή τουλάχιστον οι εξωτερικοί τους τύποι. Αποπροσανατολίζεσαι εσύ που τα πρεσβεύεις και τα τιμάς, γίνονται κι αυτά (ή, έστω, οι εξωτερικοί τους τύποι) μέρος του πολτού που μας περιβάλλει και καμμιά φορά λέμε 'ιδεολογία'.
ΙΙ.
Τέσσερα χρόνια πριν τις Πανελλαδικές άκουγα σε μια χριστιανική οργάνωση μαθητών έναν νευρώδη ξερακιανό να μιλάει για την κρίση του δυτικού κόσμου. Η αίθουσα ήτανε τίγκα, τα μεγαλύτερα από μένα χριστιανόπουλα τον πήγαιναν πολύ τον SB γιατί, αντίθετα από κάτι στωικούς, καλοκάγαθους μα ανελέητους παπάδες κι ιεροκήρυκες, αυτός ήταν ανελέητος αλλά έλεγε, λέει, τα πράγματα με το όνομά τους. Ο SB είχε τη φήμη αναρχικού. Εγώ τότε από αναρχικούς ήξερα μόνον τις αφίσσες-εφημερίδες τοίχου που διάβαζα πηγαίνοντας στην ξαδέρφη μου στα Εξάρχεια, η οποία έμενε απέναντι από ένα ξενοδοχείο Όνειρο. Και τα συνθήματα στους τοίχους εκεί γύρω, κάτι οσκαρουαϊλντικά του στυλ "η ιεραρχία της εκπαίδευσης είναι η εκπαίδευση της ιεραρχίας". Άκουσα λοιπόν τον SB, που μας είπε για την αλαζονεία του υλικοτεχνικού πολιτισμού, για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση του χρήματος και της αθεΐας, για τους εξοπλισμούς, λεφτά των φτωχών πεταμένα σε "διαολομηχανές που σκοτώνουν", που όμως είναι αναγκαίοι. Μετά κάτι για το ότι το κράτος δε γίνεται να στεγάζει την Πίστη και την Εκκλησία: εκεί γύρω στις εποχές Τρίτση συνέβαιναν αυτά, μέχρι και ο Αυγουστίνος Καντιώτης εβγαζε ιαχές "στα όπλα".
Πολιτική συγκρότηση δεν είχα, ακόμα δεν έχω. Αλλά όσα άκουσα δε μου φάνηκαν αναρχικά, ούτε καν με την 'κακή' έννοια που ήξερα τότε: "Εξέγερση και Χάος, εγώ δεν είμαι πράος" κτλ. Δε μου φάνηκαν τίποτα. Αργότερα, όταν θα μάθαινα τις φασιστικές εκλεκτικές συγγένειες των οργανώσεων, θα τα έβλεπα ως αυτό που ήταν: ως μια λοξή ρητορική απαξίωσης της δημοκρατίας από τη μεριά του ολοκληρωτισμού, με κάποια ρητορικά σχήματα που πείθουν ως αναρχικη κριτική όσο πείθει αυτό για τζαζ.
ΙΙΙ.
Στη Σχολή μου μάλλον δεν υπήρχανε τότε αναρχικοί, παρά δαπίτες πολλοί και αρκετοί μαλάκες. Μετά το πτυχίο γνώρισα τον Κ. Ο Κ δεν είχε τη μοίρα Σεϊσίδη και Μαρίνου (και άλλων) αλλά διώχθηκε αρκετά και απηνώς. Είχαμε μια κοινή γνωστή, κοπέλα μου, και τότε, στην τρυφερή ηλικία των 23 έμαθα, κοτζάμ γάιδαρος, για την καταστολή, τους χαφιέδες, για το ξύλο, τις χαλκευμένες κατηγορίες, τη φυλακή, τα αλλεπάλληλα δικαστήρια για να του σπάσουνε το ηθικό και τα νεύρα. Οι συζητήσεις μαζί του ήτανε χρυσωρυχείο, καλλιεργημένος και πολιτικός άνθρωπος. Πέραν του ότι με έστειλε για διάβασμα (και λίγοι άνθρωποι με στέλνουνε για διάβασμα, συνήθως αφού με κερδίσουνε πρώτα) κι έμαθα κι εγώ πέντε πολιτικά κολυβογράμματα, πέραν του ήθους και της ευγένειας του ανθρώπου, πέρα από την πλήρη του έλλειψη αφέλειας και αυταπατών, ηταν ο Κ ένας άνθρωπος, ο δεύτερος που εγώ γνώριζα, που αγωνιζόταν για την ελευθερία των άλλων.
Λίγα ανθρώπινα πράγματα είναι ευγενέστερα.
Και έρχεται καπάκι ο σχολαστικός:
ΑπάντησηΔιαγραφή"Βία και χάος", όχι "Εξέγερση". "Το σύστημα διδασκαλίας είναι η διδασκαλία του συστήματος", όχι η "ιεραρχία της εκπαίδευσης". Και κάτω τα χέρια από τον Σοστακόβιτς. Ξέρω, είμαι σπαστικός (και το ότι έχω καλή μνήμη δεν ισοδυναμεί με το να έχουμε τις ίδιες αναμνήσεις, επίσης).
Ναι ρε δάσκαλε, να 'σαι καλά: ευχαριστώ! Πάντως το 'ΕΞΕγερΣΗ και ΧΑος' είναι μετρικά πιο στρωτό από το στακάτο 'ΒΙα και ΧΑος'.
Διαγραφή'Χάος', τι καταπληκτική λέξη.
Εδώ ο θεός της Βόννης έγραψε κάτι ρομάντζες για βιολί, τον Ντμίτρι τον Υπέροχο θα λυπηθούμε;
Πάντως στη Σχολή την είχα πατήσει λόγω ΔΑΠ. Καθόμουν στη στάση του λεωφορείου με ένα πολύ ωραίο κορίτσι, με εμφάνιση λίγο Sisters of Mercy. Της πιάνω την κουβέντα, της θάβω ΔΑΠ και δαπίτες και δαπίτισσες και της λέω τι χάλι να είσαι φοιτητής και δαπίτης, και "τι διάολο πρεσβεύουν να διοριστούνε γρήγορα;" κτλ. Μετά από ένα τέταρτο μου λέει "Κι εγώ ΔΑΠ είμαι".
Δεν είσαι εσύ ο σχολαστικός, αυτός είναι ο τυχερός· για την τελευταία παράγραφο. Κι ας μην τα θυμάται όλα όπως ακριβώς γίναν...
ΑπάντησηΔιαγραφή