Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2007
Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2007
Ψυχοβγάλτης
Είδα προχτές την ταινία του Γιάννη Οικονομίδη Η ψυχή στο στόμα. Ο Οικονομίδης είναι, φυσικά, ο σκηνοθέτης του θρυλικού Σπιρτόκουτου, της σημαντικότερης ελληνικής ταινίας των τελευταίων ετών μαζί με το oeuvre του Κωνσταντίνου Γιάνναρη.
Περισσότερο και από το Σπιρτόκουτο, Η ψυχή στο στόμα είναι μία καταιγιστική ταινία, τρομακτική στην αλήθεια της. Πρόκειται για ένα βίαιο έργο, όπου όμως το μεγαλύτερο μέρος της βίας είναι ψυχολογικής φύσης. Πιθανότατα ο τίτλος να αναφέρεται και στο τι παθαίνει ο θεατής παρακολουθώντας μια ατέρμονη κι άσκοπη πάλη συντεθειμένη από κοντινά πλάνα σε αμείλικτα μούτρα είτε μουτζουρωμένα από ηλεκτρικό ημίφως είτε που τα καταυγάζει λαμπτήρας φθορίου.
Ο τόνος της ταινίας είναι τόσο αβάσταχτα ισορροπημένος, ώστε όταν έχεις δύο τραμπουκάκια να επαναλαμβάνουν, εν είδει των συντόμων 'Κύριε Ελέησον' και λίγο σαν γηπεδική ιαχή, την προτροπή 'πούτσο και ξύλο', 'πούτσο και ξύλο', 'πούτσο και ξύλο', 'πούτσο και ξύλο', 'πούτσο και ξύλο', 'πούτσο και ξύλο', δε γελάς. Δε γελάς καθόλου. Γιατί μόλις έχει προηγηθεί από το στόμα του ενός η ελλειπτική αλλά ανατριχιαστική περιγραφή ξυλοδαρμού μιας γυναίκας, της κοπέλας του.
Όσον αφορά το 'στόμα': οι διάλογοι είναι αυτό που λέμε 'οχετός', ένα αφηγηματικά στημένο ανθολόγιο της ελληνικής βωμολοχίας. Όχι με τον χαζοκολωνακιώτικο τρόπο της ελληνικής επιθεώρησης αλλά ως το όπλο όσων δεν έχουν όπλο, τουλάχιστον όχι εύκαιρο όπλο. Πού και πού, εκρήξεις απροσδόκητης δημιουργικότητας, γλωσσικής, αφηγηματικής, εικαστικής. Αλλά καμμιά ανάταση. Καμμία. Μέσα στα πρώτα δέκα λεπτά είχε αποχωρήσει ο μισός σινεμάς. "Αμάν πια, 'μαλάκα' και 'μαλάκα' και 'μαλάκα'... τι ταινία είναι αυτή;"
Μπορεί να είναι επαρχία εδώ (κάτι μας είπε για 'Πρέβεζα' ο σκηνοθέτης μετά αλλά ίσως να παράκουσα), όμως η ερώτηση είναι καίρια: γιατί να πάει ο Αθηναίος θεατής να δει στο σινεμά Μικρόκοσμος μια ταινία που αποθέωσαν οι κριτικοί και που αρνούνται να διανείμουν οι διανομείς; Γιατί να υποστούν την τρομακτική, αν και εν πολλοίς αναίμακτη, βία αυτής της ασφυκτικής ταινίας;
Γιατί πρόκειται για μια βαθύτατα πολιτική ταινία, για μία απροσδόκητα οξυδερκή ματιά πάνω και μέσα στην πραγματικότητα του καθημερινού, διαπροσωπικού φασισμού. Αντί για την αφ' υψηλού πομπώδη ακυρολεκτική συνθηματολογία (σεναριακή και εικαστική, έτσι;) που χαρακτηρίζει το μεγαλύτερο μέρος του 'νέου' ελληνικού κινηματογράφου, εδώ έχουμε μία ταινία υπαινικτική και ταυτόχρονα άμεση, δουλεμένη αλλά όμως σάρκινη, γήινη. Ο Οικονομίδης είναι θυμωμένος αλλά και ανήσυχος, τρυφερός και καθόλου υπεροπτικός αλλά ειλικρινά πύρινος.
Ταυτόχρονα, είναι μια ταινία για έναν κόσμο όπου απουσιάζει εντελώς η Αγάπη. Ο μικρόκοσμος όπου οι ήρωες του Οικονομίδη παλεύουν ορίζεται από την οικογένεια ως φορέα εξουσίας και καταπίεσης. Με τα υλικά της πλέκεται ένα κλουβί αποκλεισμού, ανέχειας και απαιδευσιάς, μια μίνι κόλαση όπου, ανάμεσα σε όλα αυτά, δεν υπάρχει πουθενά Αγάπη. Η απουσία της Αγάπης και μόνο οδηγεί στη σιωπή κάποιους ήρωες του Μπέργκμαν. Τους ήρωες του Οικονομίδη τους οδηγεί στα σοπάκια, στις κατραπακιές, στη χυδαιολογία, στο μηχανικό μπινελίκωμα και στο άγριο βρισίδι.
Πηγαίνετε στον Μικρόκοσμο. Ή περιμένετε να βγει σε ντιβιντί. Ή καθήστε να ακούσετε να μιλάν άλλοι για την ταινία σε καμμιά δεκαετία -- όπως έγινε με το 'La Haine'. Εμένα πάντως η ταινία με συντάραξε, και (νομίζω) μ' έκανε καλύτερο άνθρωπο. Αφού πρώτα μου έβγαλε την ψυχή, φυσικά.
Περισσότερο και από το Σπιρτόκουτο, Η ψυχή στο στόμα είναι μία καταιγιστική ταινία, τρομακτική στην αλήθεια της. Πρόκειται για ένα βίαιο έργο, όπου όμως το μεγαλύτερο μέρος της βίας είναι ψυχολογικής φύσης. Πιθανότατα ο τίτλος να αναφέρεται και στο τι παθαίνει ο θεατής παρακολουθώντας μια ατέρμονη κι άσκοπη πάλη συντεθειμένη από κοντινά πλάνα σε αμείλικτα μούτρα είτε μουτζουρωμένα από ηλεκτρικό ημίφως είτε που τα καταυγάζει λαμπτήρας φθορίου.
Ο τόνος της ταινίας είναι τόσο αβάσταχτα ισορροπημένος, ώστε όταν έχεις δύο τραμπουκάκια να επαναλαμβάνουν, εν είδει των συντόμων 'Κύριε Ελέησον' και λίγο σαν γηπεδική ιαχή, την προτροπή 'πούτσο και ξύλο', 'πούτσο και ξύλο', 'πούτσο και ξύλο', 'πούτσο και ξύλο', 'πούτσο και ξύλο', 'πούτσο και ξύλο', δε γελάς. Δε γελάς καθόλου. Γιατί μόλις έχει προηγηθεί από το στόμα του ενός η ελλειπτική αλλά ανατριχιαστική περιγραφή ξυλοδαρμού μιας γυναίκας, της κοπέλας του.
Όσον αφορά το 'στόμα': οι διάλογοι είναι αυτό που λέμε 'οχετός', ένα αφηγηματικά στημένο ανθολόγιο της ελληνικής βωμολοχίας. Όχι με τον χαζοκολωνακιώτικο τρόπο της ελληνικής επιθεώρησης αλλά ως το όπλο όσων δεν έχουν όπλο, τουλάχιστον όχι εύκαιρο όπλο. Πού και πού, εκρήξεις απροσδόκητης δημιουργικότητας, γλωσσικής, αφηγηματικής, εικαστικής. Αλλά καμμιά ανάταση. Καμμία. Μέσα στα πρώτα δέκα λεπτά είχε αποχωρήσει ο μισός σινεμάς. "Αμάν πια, 'μαλάκα' και 'μαλάκα' και 'μαλάκα'... τι ταινία είναι αυτή;"
Μπορεί να είναι επαρχία εδώ (κάτι μας είπε για 'Πρέβεζα' ο σκηνοθέτης μετά αλλά ίσως να παράκουσα), όμως η ερώτηση είναι καίρια: γιατί να πάει ο Αθηναίος θεατής να δει στο σινεμά Μικρόκοσμος μια ταινία που αποθέωσαν οι κριτικοί και που αρνούνται να διανείμουν οι διανομείς; Γιατί να υποστούν την τρομακτική, αν και εν πολλοίς αναίμακτη, βία αυτής της ασφυκτικής ταινίας;
Γιατί πρόκειται για μια βαθύτατα πολιτική ταινία, για μία απροσδόκητα οξυδερκή ματιά πάνω και μέσα στην πραγματικότητα του καθημερινού, διαπροσωπικού φασισμού. Αντί για την αφ' υψηλού πομπώδη ακυρολεκτική συνθηματολογία (σεναριακή και εικαστική, έτσι;) που χαρακτηρίζει το μεγαλύτερο μέρος του 'νέου' ελληνικού κινηματογράφου, εδώ έχουμε μία ταινία υπαινικτική και ταυτόχρονα άμεση, δουλεμένη αλλά όμως σάρκινη, γήινη. Ο Οικονομίδης είναι θυμωμένος αλλά και ανήσυχος, τρυφερός και καθόλου υπεροπτικός αλλά ειλικρινά πύρινος.
Ταυτόχρονα, είναι μια ταινία για έναν κόσμο όπου απουσιάζει εντελώς η Αγάπη. Ο μικρόκοσμος όπου οι ήρωες του Οικονομίδη παλεύουν ορίζεται από την οικογένεια ως φορέα εξουσίας και καταπίεσης. Με τα υλικά της πλέκεται ένα κλουβί αποκλεισμού, ανέχειας και απαιδευσιάς, μια μίνι κόλαση όπου, ανάμεσα σε όλα αυτά, δεν υπάρχει πουθενά Αγάπη. Η απουσία της Αγάπης και μόνο οδηγεί στη σιωπή κάποιους ήρωες του Μπέργκμαν. Τους ήρωες του Οικονομίδη τους οδηγεί στα σοπάκια, στις κατραπακιές, στη χυδαιολογία, στο μηχανικό μπινελίκωμα και στο άγριο βρισίδι.
Πηγαίνετε στον Μικρόκοσμο. Ή περιμένετε να βγει σε ντιβιντί. Ή καθήστε να ακούσετε να μιλάν άλλοι για την ταινία σε καμμιά δεκαετία -- όπως έγινε με το 'La Haine'. Εμένα πάντως η ταινία με συντάραξε, και (νομίζω) μ' έκανε καλύτερο άνθρωπο. Αφού πρώτα μου έβγαλε την ψυχή, φυσικά.
Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2007
Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2007
Ελληνορθόδοξη μελαγχολία σε τέσσερα μέρη
Ένα -- Con brio. Meno Mosso
Στη Λευκωσία υπάρχει ένα μικρό καφενείο που λέγεται τα Καλά Καθούμενα. Είναι σχεδόν πάνω στην Πράσινη Γραμμή. Παλιά ήτανε στέκι ΕΛΔΥΚάριων που μέθαγαν με κουμανταρία και κάπνιζαν λιβάνια και θυμιάματα. Τώρα πια μαζεύει την ελπίδα αυτού του τόπου (ευτυχώς όχι αποκλειστικά, εννοώ πως η ελπίδα αυτού του τόπου συχνάζει και αλλού). Το έχει ένας τύπος φραγκάτος που λέγεται Σύμης, παίζει ωραίο κλαρίνο κι είναι πιστός χριστιανός. Επί σχεδίου Ανάν είχε λοιπόν διχαστεί: η πίστη του του υπεδείκνυε ΝΑΙ (μπα σε καλό του, μάλλον με τίποτε υβριδικούς Κουάκερους-Μπαχαϊστές θα έμπλεξε την Ορθοδοξία δαύτος, αφού εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε η ανελέητη στρατιά του Βασιλέως Ηρακλείου), η συνείδησή του όμως φωνασκούσε ΟΧΙ. Τελικά κρέμασε ένα πανό: Δεν ξεχνώ αλλά συγχωρώ. Μόλις την παραμονή των φετινών Χριστουγέννων το έμαθα.
Δύο -- Rubato
"Εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε η ανελέητη στρατιά του Βασιλέως Ηρακλείου". Και ναι και όχι. Έτσι είναι οι Ορθόδοξοι στην Ανατολική Ευρώπη, όπου η λεγόμενη πολιτική Ορθοδοξία έχει συνάψει τον ανίερο και ακύμαντο γάμο της με τους κατά τόπους εθνικισμούς. Δεν ήταν όμως, λόγου χάρη, έτσι οι Ορθόδοξοι της Δυτικής Ευρώπης που γνώρισα, όσοι δηλαδή βρέθηκαν Ορθόδοξοι από επιλογή τους και όχι λόγω καταγωγής. Αυτό το θυμήθηκα πέφτοντας εντελώς κατά λάθος πάνω στο μπλογκ ενός παπά. Αξίζει μια γύρα, και να ρίξετε και μια ματιά στις ζεύξεις του προς άλλα ορθόδοξα μπλογκ.
Βλέπεις αυτά τα μπλογκ και βλέπεις και αντιστοίχων (;) πεποιθήσεων (;) εγχώρια· τα συγκρίνεις κι απορείς. Στα ξενορθόδοξα μπλογκ βρίσκεις θεολογικές πραγματείες, προσευχές, εκκλησιολογικές συζητήσεις, σημειώσεις πάνω στην (καθημερινή) ορθόδοξη ηθική, στοχασμούς για τις σχέσεις μας (των Ορθοδόξων, ντε) με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Στα ελληνορθόδοξα μπλογκ βλέπεις καμμιά φορά τον Χριστό Ταξίαρχο (ήμαρτον Κύριε!) και τον Χριστό Ξυλόσοφο (ήμαρτον Κύριε!), συνήθως δε τον Καραγκιόζη Φούρναρη με περιβολή σεμνοσαλότητος και συνοδεία κληρικολαϊκής στρουμφοπαρέας.
Πού το πάνε, πού το φέρνουν οι ξενορθόδοξοι, στον Χριστό και στην Εκκλησία το γυρίζουν (άντε και στον Ιωάννη της Κλίμακος ή στον Συμεών τον Νέο Θεολόγο). Πού το πάνε, πού το φέρνουν οι ελληνορθόδοξοι, στον Όσιο Σλόμπονταν τον Νέο Σφαγέα, στο βίωμα της τάχα μου αγιασμένης γιαγιούλας που καταδίωκε με μανία κόρες και νυφάδες, στον καημό και στο φαλιμέντο της Ρωμιοσύνης (άντε και σε τίποτα αντισέξ γεροντάδες ή στον εκάστοτε μπεκροκανάτα κοσμοκαλόγερο ομολογητή του Cutty Sark) το γυρίζουν.
Θλίψη με κατέλαβε και πάλι.
Τρία -- Moderato
Τα έχουμε ξαναπεί (μη φωνάζεις xilaren). Πάψτε να νομίζετε πως είμαστε μοναδικοί, έστω και στις αθλιότητές μας (σουτ, είπα, xilaren). Ακούστε τον Mazower:
Κρατάμε από όσα λέει ο Μαζάουερ τα περί Ιταλίας, έχει πέσει διάνα. Όμως, λίγο η γητεύτρα π'τάνα που λέγεται φιλελληνισμός λίγο η βρετανική ευγένεια τον εμποδίζουνε να δει ή να πει ότι όντως η ξενοφοβία αποτελεί και στην Ελλάδα "τόσο σοβαρό ζήτημα όσο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες". Απλώς εδώ εκδηλώνεται αλλιώς, με τον μουγκό και άδηλο τρόπο του Έλληνα που κοιτάζει κλεφτά και μορφάζει κρυφά, εδώ έρχεται από την ύπουλη ατραπό της αποφυγής κι όχι από τη λεωφόρο της σύγκρουσης για να σου μπήξει και να σου στρίψει (κι όχι, βέβαια, "στρέψει") το πουνιάλο πισώπλατα.
Τίποτε δεν έχουμε μάθει από την προσφυγιά. Το κέρατό μας, ολωνών.
Όμως, στο τέλος, θα δούμε καλό: θα γίνουν οι μετανάστες Έλληνες, όσοι θέλουν κι άμα θέλουν φυσικά. Ίσα-ίσα για να σκάσουμε εμείς.
Στη Λευκωσία υπάρχει ένα μικρό καφενείο που λέγεται τα Καλά Καθούμενα. Είναι σχεδόν πάνω στην Πράσινη Γραμμή. Παλιά ήτανε στέκι ΕΛΔΥΚάριων που μέθαγαν με κουμανταρία και κάπνιζαν λιβάνια και θυμιάματα. Τώρα πια μαζεύει την ελπίδα αυτού του τόπου (ευτυχώς όχι αποκλειστικά, εννοώ πως η ελπίδα αυτού του τόπου συχνάζει και αλλού). Το έχει ένας τύπος φραγκάτος που λέγεται Σύμης, παίζει ωραίο κλαρίνο κι είναι πιστός χριστιανός. Επί σχεδίου Ανάν είχε λοιπόν διχαστεί: η πίστη του του υπεδείκνυε ΝΑΙ (μπα σε καλό του, μάλλον με τίποτε υβριδικούς Κουάκερους-Μπαχαϊστές θα έμπλεξε την Ορθοδοξία δαύτος, αφού εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε η ανελέητη στρατιά του Βασιλέως Ηρακλείου), η συνείδησή του όμως φωνασκούσε ΟΧΙ. Τελικά κρέμασε ένα πανό: Δεν ξεχνώ αλλά συγχωρώ. Μόλις την παραμονή των φετινών Χριστουγέννων το έμαθα.
Δύο -- Rubato
"Εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε η ανελέητη στρατιά του Βασιλέως Ηρακλείου". Και ναι και όχι. Έτσι είναι οι Ορθόδοξοι στην Ανατολική Ευρώπη, όπου η λεγόμενη πολιτική Ορθοδοξία έχει συνάψει τον ανίερο και ακύμαντο γάμο της με τους κατά τόπους εθνικισμούς. Δεν ήταν όμως, λόγου χάρη, έτσι οι Ορθόδοξοι της Δυτικής Ευρώπης που γνώρισα, όσοι δηλαδή βρέθηκαν Ορθόδοξοι από επιλογή τους και όχι λόγω καταγωγής. Αυτό το θυμήθηκα πέφτοντας εντελώς κατά λάθος πάνω στο μπλογκ ενός παπά. Αξίζει μια γύρα, και να ρίξετε και μια ματιά στις ζεύξεις του προς άλλα ορθόδοξα μπλογκ.
Βλέπεις αυτά τα μπλογκ και βλέπεις και αντιστοίχων (;) πεποιθήσεων (;) εγχώρια· τα συγκρίνεις κι απορείς. Στα ξενορθόδοξα μπλογκ βρίσκεις θεολογικές πραγματείες, προσευχές, εκκλησιολογικές συζητήσεις, σημειώσεις πάνω στην (καθημερινή) ορθόδοξη ηθική, στοχασμούς για τις σχέσεις μας (των Ορθοδόξων, ντε) με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Στα ελληνορθόδοξα μπλογκ βλέπεις καμμιά φορά τον Χριστό Ταξίαρχο (ήμαρτον Κύριε!) και τον Χριστό Ξυλόσοφο (ήμαρτον Κύριε!), συνήθως δε τον Καραγκιόζη Φούρναρη με περιβολή σεμνοσαλότητος και συνοδεία κληρικολαϊκής στρουμφοπαρέας.
Πού το πάνε, πού το φέρνουν οι ξενορθόδοξοι, στον Χριστό και στην Εκκλησία το γυρίζουν (άντε και στον Ιωάννη της Κλίμακος ή στον Συμεών τον Νέο Θεολόγο). Πού το πάνε, πού το φέρνουν οι ελληνορθόδοξοι, στον Όσιο Σλόμπονταν τον Νέο Σφαγέα, στο βίωμα της τάχα μου αγιασμένης γιαγιούλας που καταδίωκε με μανία κόρες και νυφάδες, στον καημό και στο φαλιμέντο της Ρωμιοσύνης (άντε και σε τίποτα αντισέξ γεροντάδες ή στον εκάστοτε μπεκροκανάτα κοσμοκαλόγερο ομολογητή του Cutty Sark) το γυρίζουν.
Θλίψη με κατέλαβε και πάλι.
Τρία -- Moderato
Τα έχουμε ξαναπεί (μη φωνάζεις xilaren). Πάψτε να νομίζετε πως είμαστε μοναδικοί, έστω και στις αθλιότητές μας (σουτ, είπα, xilaren). Ακούστε τον Mazower:
Ενα άλλο μάθημα που αντλεί κανείς από τη μελέτη της ιστορίας της Θεσσαλονίκης είναι ότι ο εξελληνισμός αποτελεί ισχυρότατο μηχανισμό και από πολιτισμικής πλευράς έχει τεράστιες δυνατότητες. Επιτρέπει στους μετανάστες να γίνουν Ελληνες. Την ξενοφοβία φυσικά τη συναντάς παντού - όχι μόνο στην Ελλάδα. Αλλά είναι εντυπωσιακό που εδώ δεν αποτελεί τόσο σοβαρό ζήτημα όσο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ισως γιατί σε κάθε ελληνική οικογένεια υπάρχει και ένα μέλος της που έχει μεταναστεύσει, και ακόμη ακόμη γιατί οι Ελληνες όχι μόνο αναγκάστηκαν στο παρελθόν πολλές φορές να μεταναστεύσουν αλλά υπέστησαν και την προσφυγιά. Δείτε, αντίθετα, τι συμβαίνει λ.χ. στην Ιταλία που γνώρισε τη μετανάστευση, όχι όμως και την προσφυγιά. Στα δικά μου μάτια η ιταλική κοινωνία μοιάζει πολύ πιο επαρχιώτικη και εσωστρεφής από την ελληνική.Τέσσερα -- Largo. Vivace
Κρατάμε από όσα λέει ο Μαζάουερ τα περί Ιταλίας, έχει πέσει διάνα. Όμως, λίγο η γητεύτρα π'τάνα που λέγεται φιλελληνισμός λίγο η βρετανική ευγένεια τον εμποδίζουνε να δει ή να πει ότι όντως η ξενοφοβία αποτελεί και στην Ελλάδα "τόσο σοβαρό ζήτημα όσο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες". Απλώς εδώ εκδηλώνεται αλλιώς, με τον μουγκό και άδηλο τρόπο του Έλληνα που κοιτάζει κλεφτά και μορφάζει κρυφά, εδώ έρχεται από την ύπουλη ατραπό της αποφυγής κι όχι από τη λεωφόρο της σύγκρουσης για να σου μπήξει και να σου στρίψει (κι όχι, βέβαια, "στρέψει") το πουνιάλο πισώπλατα.
Τίποτε δεν έχουμε μάθει από την προσφυγιά. Το κέρατό μας, ολωνών.
Όμως, στο τέλος, θα δούμε καλό: θα γίνουν οι μετανάστες Έλληνες, όσοι θέλουν κι άμα θέλουν φυσικά. Ίσα-ίσα για να σκάσουμε εμείς.
Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2007
Η λύσις του μυστηρίου
Ποίος είναι, επιτέλους, ο Rakasha; Τι θέλει από τη ζωή μας; Τι πίνει και δε μας δίνει;
Όπως θα παρατηρήσατε οι πιο παρατηρητικοί από εσάς, πίνει εσπρέσσο με (λίγη) ζάχαρη! Οπότε, καλά κάνει και δε μας δίνει.
Μπάχαχα.
Όπως θα παρατηρήσατε οι πιο παρατηρητικοί από εσάς, πίνει εσπρέσσο με (λίγη) ζάχαρη! Οπότε, καλά κάνει και δε μας δίνει.
Μπάχαχα.
Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2007
El sueño de la razón produce monstruos
Θέλω να μοιραστώ μαζί σας τις σκέψεις μου για την εκκωφαντική απουσία κοινωνικής συνείδησης, κοινωνικής αξιοπρέπειας και κοινωνικής αλληλεγγύης, καθώς και για τη γενικότερη αναισθησία, που μας χαρακτηρίζουν ως Έλληνες· σκέψεις ερεβώδεις που γέννησε το αυτοκινητομάνι, το σκουπιδομάνι και το ειδησεομάνι των εορτών. Ειδικά το τελευταίο: ιδού ο τόπος μας που καλείται πνευματικώς Σόδομα και Έδεσσα (πρβλ. Αποκάλυψη 11, 8), όπου το σεξ αποτελεί μυστικό όπλο κατά παιδιών, ξένων, φτωχών, γυναικών: των αδυνάτων.
Νυστάζω όμως, το "πνεύμα μου κοιμάται" (όπως αποκαλούσε η μάνα μου την κατάσταση πάλης με τον ύπνο στην αντικλίμακα της νύστας).
Καληνύχτα λοιπόν. Καλή βδομάδα.
Νυστάζω όμως, το "πνεύμα μου κοιμάται" (όπως αποκαλούσε η μάνα μου την κατάσταση πάλης με τον ύπνο στην αντικλίμακα της νύστας).
Καληνύχτα λοιπόν. Καλή βδομάδα.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)