Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

Περί ζώων κινήσεως (De Motu Animalium)

Γράφω με αφορμή αυτό, ένα κείμενο με τόνο πατερναλιστικό και ηθικολογικό, όπως και η μεγάλη πλειονότητα όσων διαβάζουμε πια στα φρηπρές και στο διαδίκτυο. Πρόκειται για ακόμη ένα κείμενο σαν κι αυτά τα παλιά αθηναϊκά χρονογραφήματα, που περιέγραφαν την σῆψιν τῆς κοινωνίας. Μόνο που τα σύγχρονα χρονογραφήματα δεν έχουνε σκοπό να διεγείρουν, αλλά αποκλειστικά να νουθετήσουν μέσα από εκβιαστικά και τεχνητά διλήμματα, τάχα μου ηθικού ή βιολογικού χαρακτήρα: στο κείμενο λοιπόν δεσπόζει η τεχνητή αντινομία μεταξύ ερωτικής επιθυμίας (της γυναίκας, βεβαίως) και μητρότητας. Οι μάνες δε γαμιούνται, κι αν γαμιούνται είναι σαν σκύλες. Αυτό όμως ισχύει μόνο στις μεσογειακές κοινωνίες μετά τα 1970, οπότε και η γυναίκα θα γεννήσει εκεί στα τριαντατόσα, λέει, μόνον αφού (λέει) πάψει να είναι ερωτικά ενεργή· ισχύει επίσης στο φαντασιακό του παιδιού κάθε μάνας.

Αλλά ας γίνω πιο προσωπικός. Είμαι σε μακροχρόνια σχέση με τη Ζ. Δε φτιάχνομαι ούτε με το να είμαι κερατάς, ούτε με τρίτους ανθρώπους ανάμεσά μας, ούτε με το swinging. Δεν έχω κοιτάξει ποτέ κινητά, σημειώσεις, ημερολόγια, μηνύματα κτλ. της Ζ. και γνωρίζω πως είμαι πολύ τυχερός στο ότι αυτό είναι αμοιβαίο.

"Και αν σε απατήσει;" με έχουνε ρωτήσει πολλές φορές. Πρώτον, τα "απάτη" και "απιστία" είναι ήδη προβληματικά σαν όροι, αφού ονομάζουν την εξωσυζυγική ερωτική δραστηριότητα, τη μοιχεία που λέμε, ακριβώς όπως και την ατιμία προς ανθρώπους ("απάτη") και προς θεούς ("απιστία"). Το αντεπιχείρημα ότι η μοιχεία γίνεται εν κρυπτώ και πίσω από έναν πέπλο διακριτικότητας, σιωπής ή ψεύδους είναι άσχετο: πολλά, μα πάρα πολλά μυστικα υπάρχουνε μεταξύ δύο ανθρώπων που ζούνε μαζί. Κάθε μα κάθε είδους. Όσο αγαπημένοι και να είναι. Όπως είπε και μια φίλη 9 χρόνια παντρεμένη: "Δεν τα ξέρεις όλα για τον άλλο. Δε γίνεται. Εγώ δε θέλω να τα ξέρω όλα για τον [άντρα μου]." Ας επαναδιατυπώσω την ερώτηση λοιπόν: "κι αν με κερατώσει;"

Παρακάμπτω προσωπικά δεδομένα που δεν αφορούν κανένα και λέω ότι παίζουνε δυο σενάρια:

Αν με κεράτωσε, κεράτωνε, κερατώνει ή κερατώσει γιατί θέλει να σηματοδοτήσει ή να πυροδοτήσει το τέλος της σχέσης μας, δεν υπάρχει νόημα να εξεγερθώ κατά της αρπαχτής ή της παράλληλης σχέσης. Τέλος. Έχω δει πολλά ζευγάρια να χωρίζουν χωρίς να έχει υπάρξει σκιά από κέρατο, έχω δει να χωρίζουν και μετά από ψυχαναγκαστικό αλληλοκεράτωμα. Έχω γνωρίσει ζευγάρια που έζησαν μαζί αγαπημένα μέχρι το τέλος, παρά την εκατέρωθεν ερωτική αυτοδιάθεση δεκαετιών. Και έχω ακούσει και κάθε τι ενδιάμεσο: όλα τα "δε θα πετάξω μια ευτυχισμένη ζωή στα σκουπίδια για ξεπέτες", "εμένα με αγαπάει" κτλ. αλλά και τα "δε θα τη μοιραστώ με κανέναν πούστη ποτέ", "τσουλαπουτανακαριόλα να φύγεις να φύγεις να φύγεις". Κτλ. κτλ. κτλ.

Αν πάλι με κεράτωσε, κεράτωνε, κερατώνει ή κερατώσει γιατί ο άλλος (ή η άλλη) της πρόσφερε ή θα της προσφέρει κάτι που δεν μπορώ εγώ, παρότι μαζί μου θέλει να είναι, καλώς. Βεβαίως δε (θα) θέλω να ξέρω λεπτομέρειες και δε θα ένιωθα ή νιώσω τρομερά επαρκής σαν εραστής και σύντροφος. Θα ζηλέψω λυσσαλέα και μέχρι τα ζοφερά μου έγκατα. Αλλά νισάφι: δεν μπορείς να ζεις με έναν άνθρωπο πάνω από, ξέρω γω, πέντε χρόνια και να έχεις την απαίτηση να είσαι τα πάντα γι' αυτόν: να είσαι όλοι οι φίλοι, να είσαι όλες οι παρέες, να είσαι όλος ο έρωτας. Και όπως δε θέλουμε να είμαστε ο ένας φίλος της γυναίκας μας (εκτός αν είμαστε πολύ άρρωστοι), δεν μπορεί να θέλουμε να είμαστε ο ένας εραστής: δεν είναι διαφορετικός ο έρωτας. Και αυτό που λέω δεν αφορά καν τη λεγόμενη "φθορά" ή "κόπωση" στο ζευγάρι. Γενικά, η απαίτηση μια ερωτική σχέση να είναι μονοθεϊστικού τύπου, απόλυτη και στο στυλ "οὐκ ἔσονταί σοι θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἐμοῦ" δουλεύει ίσως σε μια αυταρχική κοινωνία (σαν αυτή που μας χτίζουν), στις ερημιές ή με μέσο όρο συμβίωσης καμμιά εφταετία το πολύ. Η Ζ. το έχει θέσει λίγο διαφορετικά: "Αν θες να έχεις τον έλεγχο του άλλου, δε χρειάζεσαι σχέση: να πάρεις έναν σκύλο."

Δύο τελευταία σημεία: αν όντως προκαλώ τη μοίρα μου και μάθετε κάποτε ότι χώρισα γιατί με κεράτωσε η Ζ., θυμηθείτε ότι είμαστε άνθρωποι κι ότι είμαστε αντιφατικοί και (ευτυχώς) ευάλωτοι. Επίσης, αν έρθει η σχέση σας εν ψυχρώ και στα καλά καθούμενα να σας πει στα πλαίσια της τάχα ειλικρίνειας ότι σας τα φόρεσε, είτε είναι αμερικανοχιψτεράκι είτε θέλει να χωρίσετε. Και αυτή είναι η μόνη γενίκευση που μπορώ να κάνω με σχετική ασφάλεια.

GatheRate

Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Απόστροφος


Απολαμβανα που πέρπαταγα στην πόλη τη νύχτα. Ησυχία. Ακινησία. Κάποιες εστίες μουσικής, καμμιά γάτα τρομαγμένη σαλτάρει έξω από κάδους. Ωραία πόδια μετεφηβικά μέσα στις κάλτσες τους: ευτυχώς ακόμα ψύχρα νυχτερινή. Το φως του φεγγαριού πίσω από κτήρια που το κρύβουν. Μακρινά γέλια. Είμαι εδώ και δε χρειάζεται να είμαι πουθενά αλλού. Για χρόνια προσπάθησα να νιώσω τους άλλους, αυτούς τους άλλους που μέτραγαν για μένα, προσπαθώντας να γίνω κάποιος άλλος, να γίνω πολλοί, να γίνω άλλος. Τώρα, όσο κι αν δεν το θέλουν, όσο κι αν το αρνούνται, τελικά τους νιώθω και τους νιώθω απλώς όντας αυτός που είμαι, αυτός ο ένας και ο τάχα προβλέψιμος.

Είμαι, έχω, νιώθω, μπορώ.


Η φωτογραφία είναι της murplejane

GatheRate

Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

Nymphomaniac II

Είδα χτες και το δεύτερο μέρος της ταινίας (εδώ οι εντυπώσεις μου απο το πρώτο) και μπορώ πια να πω ότι πραγματικά πρόκειται για αριστούργημα. Με εντυπωσίασε ότι τελικά όλο αυτό το πανόραμα της ανθρώπινης κατάστασης είναι αρθρωμένο πάνω σε μία ιστορια παραδόξως ανικανοποίητου έρωτα, της Τζο για τον Τζερόμ: δε διατρέχεται απλώς από αυτό το λαβ στόρυ. Με συγκίνησε βαθιά η σκηνή σπαραγμού στην οποία η Τζο ανακαλύπτει τελικά το δέντρο της: εδώ μιλάμε για σκηνή ανθολογίας. Προσέξτε επίσης τη μακρινή αντανάκλαση του φωτός πάνω στον θλιβερό τουβλότοιχο προς το τέλος της ταινίας, αντανάκλαση από κάποιο μακρινό κτήριο.

Σε αυτό το δεύτερο μέρος (αν και η ταινία είναι σαφώς ενιαία) ο νέρντικα διακειμενικός σχολιασμός του Σέλιγκμαν αναιρείται πια συστηματικά και με σαρκασμό ("αυτή σου η παρέμβαση ήταν η πιο αδύναμη", θα του πει κάποια στιγμή η Τζο). Ακόμα και η κριτικη του Σέλιγκμαν με βάση τις πραγματικότητες του σεξισμού και της πατριαρχίας ανατρέπονται, αφού η Τζο επιλέγει να δει όλόκληρη την αφήγησή της με όρους ανθρώπινης κατάστασης τελικά. Παράλληλα, όσο προχωράει η ταινία, ενισχύεται η ίδια η φωνή της Τζο -- ιδίως στη σκηνή με την απόπειρα ομαδικής ψυχοθεραπείας. Εκεί μπαίνει και ρητά η προφανής ερώτηση: ως ποιο βαθμό η ψυχοθεραπεία θέλει να μας απαλλάξει από τη δυστυχία και από πού ξεκινάει η λειτουργία της ως κάτι που θα μας συμμορφώσει με την κοινωνία. Επίσης, κατά πόσον η καθαρή ελεύθερη βούληση (η Τζο δεν είναι "σαν τις άλλες" στο γκρουπ ψυχοθεραπείας) είναι πηγή δυστυχίας, είτε χειραφετεί τις επιθυμίες μας είτε τις καταπιέζει, όπως του παιδεραστή; -- μια ερώτηση που θα επανέρχεται ξανά και ξανά, για όσο ακόμα θα υπάρχουν ελεύθεροι άνθρωποι. Και άλλες πολλές λεπτομέρειες επιβραδύνουν την πλοκή καθώς την εμβαθύνουν μέχρι το σχεδόν αναπόφευκτα διπλό τέλος.

Το χιούμορ υποχωρεί και ενισχύεται η αγωνία: αυτό το δεύτερο μέρος γίνεται όλο και πιο ψυχοβγαλτικό όσο προχωράει ο κινηματογραφικός χρόνος, κι ας ξεκινάει από τη συγκινητικά ακαδημαΐζουσα και προσποιητά αφελή απεικόνιση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως εκκλησίας της χαράς και του φωτός: άλλωστε έχει προηγηθεί το Θαβώρ του γυναικείου οργασμού, το οποίο επανέρχεται οπτικά όταν με το αίμα της (άρα, α λα Δυτικά) η Τζο ξανακερδίζει τον φωτισμό-οργασμό που απώλεσε όταν ερωτεύτηκε. Και μετά μετατρέπεται σε κάτι άλλο, σε τιμωρό και σε μέντορα.

Τέλος, ίσως τα σχόλια που κάνει για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό η ταινία να είναι από τα πιο καίρια που έχουν αρθρωθεί από την εποχή του Καμύ. Πρώτα διά στόματος Σέλιγκμαν: "και η θρησκεία και το σεξ είναι συναρπαστικά, αλλά δεν αφοσιώνομαι σε κανένα από τα δύο". Μετά διά στόματος Τζο: "κάθε φορά που η κοινωνία απαγορεύει μία λέξη, παραδέχεται την αδυναμία της να δικαιώσει τη μειονότητα που προσβάλλει η λέξη".
 

GatheRate

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Faraway, so close



Διάβασα πριν λίγο αυτό, της Moment in the Wind:
Φωτογραφία: Εδώ με 1-2 παρουσίες, μαζέψαμε μέσα την ορχιδέα μπας και σωθεί από την παγωνιά, ανοίξαμε ένα κόκκινο Βαλτικό να αγκαζάρει ό,τι βρεθεί πιο πρόχειρο, στην μια γραμμή σκαιπ με την μάνα, στην άλλη ανταλλάσσουμε χαμόγελα ανθρωπί με 1-2 απουσίες κι ευχαριστούμε την ελληνική πολιτεία που συνέβαλε τα μέγιστα να βγούμε στην γύρα να μας ψάχνουμε, να μας βρούμε. Ξανά.

Αυτό είναι ξενιτειά σήμερα, τελικά: Να δουλεύεις ατελείωτα, εν μέρει και για να δικαιολογήσεις την απουσία σου, τη ζωή σου που κυλάει παράλληλα με το κάπου αλλού όπου εσύ δεν είσαι. Και μετά να κρέμεσαι στον υπολογιστή μήπως και ανταλλάξεις καμμιά ανθρωπί κουβέντα με καναν άνθρωπο. Ώσπου να αρχίσει κανένας από αυτούς τους ελεεινούς, άφωνους και μογίλαλους καβγάδες, αν και σε ρυθμό προφορικού τσακωμού και με ένταση αφύσικη, της αφωνίας, που δε θα είχε μια κουβέντα πρόσωπο με πρόσωπο. Από αυτούς τους οιονεί: μέσω βάιμπερ, χανγκάουτ, φέισμπουκ. Στο σκάιπ δε βγαίνω: όσοι με έχουνε ζήσει μόνο στην Αθήνα ή εκεί γύρω βλέπουνε τη ματιά μου και νιώθουν αμήχανα. Όπως κι εγώ.

Λείπω από το 1996. Μέχρι το 2001 δεν είχα καμμά όρεξη να γυρίσω στην κωλοελλάδα τους, ήθελα να χαθώ στον πορφυρό λαβύρινθο που λέγεται Λονδίνο (όπως το βλέπει ο Μπόρχες στο Αλέφ). Αντ' αυτού αντάλλασσα στην επαρχία μήλα της μηλιάς μου με σέσκουλα της γειτόνισσας, γιατί εμείς οι Έλληνες τα κάνουμε χορτόπιτα, μέσα σε μια καθόλου μα καθόλου μποέμ φτώχεια. Ύστερα μου έλειψε η Ελλάδα, την ξαναέφτιαξα μέσα μου, ωστόσο μέχρι το 2009 ήθελα να πάω να ζήσω σε καμμιά μεγάλη πόλη: Άμστερνταμ, Βερολίνο, Βαρκελώνη, ίσως Κολωνία, Παρίσι.

Έκτοτε θέλω μόνο να πάω να χωθώ στα 69 τετραγωνικά μου στην Αθήνα και να κοιτάζω τα δέντρα και τα μπαλκόνια να βρέχονται μέσα από το σαλόνι μου ζεσταίνοντας τα χέρια μου γύρω από την κούπα του καφέ -- τέτοια πράματα, μπανάλ και χαμηλόφωνα, σα διαφήμιση γυρισμένη με φίλτρα παλιακά και cosy. Και θέλω να κάθομαι εκεί, στη μέση της πόλης όπου κάθε γωνιά της (πια) σημαίνει κάτι και να ξέρω ότι ανοίγοντας την πόρτα θα έχω δυνατότητα να πάω να βρω κάποιο φιλαράκι και να μιλήσουμε και να φάμε μισό λιγδερό ρεβυθοκεφτέ και λουκάνικο και να πιούμε καμμιά άθλια μπύρα ελληνική, χωρίς να μεσολαβούν καλώδια, σύρματα, σήματα, πληκτρολόγια κι οθόνες γαμημένες, χωρίς τα σκατοεμότικον που αντικαθιστούν τα λοξά βλέμματα και χωρίς τα λολ που εξυπακούουν μειδιάματα. Που θα ακούγεται το γέλιο μου και που θα λοξοκοιτάω όταν ακούω τα χαζά αστεία του άλλου.

Εγώ αυτό λέω ότι είναι η ξενιτειά στην εποχή μας.

GatheRate

Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

Ατάκτως ερριμμένα

Δούλευα πολύ όλη τη βδομάδα, απόψε σταμάτησα κατά τις δέκα, όχι γιατί κουράστηκα, αλλά γιατί μπούχτισα. Πολλή δουλειά, αλκοόλ κάθε βράδυ (όχι πολύ). Εξελίσσομαι σε κάποιον που έλπιζα να γίνω αλλά δεν το περίμενα, ναι, με ό,τι υλικά έχω: είμαι άνω των 30.

*

Ανθρώπινες σχέσεις που δε δοκιμάζονται είναι ή εμμονικές ή αβασάνιστες ή αδιάφορες. Οι ανθρώπινες σχέσεις δε χτίζονται στο διαρκώς και στο συνέχεια: ανταλλαγές και ισοζύγια ανάμεσα σε ανθρώπους που αγαπιούνται δεν έχουν θέση, μόνο δόσιμο υπάρχει από τον ένα στον άλλο, όσο μπορεί και όταν μπορεί και αν μπορεί ο καθένας.

*

"Εμείς γιατί δεν τρώγαμε καθόλου τριπάκια όταν ήμασταν εκεί;"
"Εδώ δεν είχαμε λεφτά για μπύρες και μετράγαμε σε ψώνια από το Τέσκο τα ταξίδια που δεν πηγαίναμε."

*

Ξεκίνησα να γράφω κάτι για τη μονογονία, αυτή την ανάγκη να είναι όλα μοναδικά στη ζωή μας: ένας προορισμός, μία ιδέα, μία σχέση, ένας ήρωας, ένα κέντρο, μία κατεύθυνση, ένας φίλος, ένας σκοπός, μία ειδίκευση, ένα μεγάλο ταξίδι. Μία όμως είναι μόνο η ζωή. Το παράτησα το γραπτό: οι πολλαπλότητες αγχώνουν και μπερδεύουν -- κοίτα τα δικά σου κι άσε τους άλλους στο ένα και μοναδικό τους.

*

Πριν χρόνια, ένας φίλος μου ήτανε τόσο μόνος, που μου είπε ότι τον συγκινούσαν οι τσόντες περισσότερο και από όσο τον καύλωναν. Δεν ξέρω τι τσόντες έβλεπε.

*

Όταν μιλάω σε ανθρώπους στα πλαίσια της δουλειάς μου, ποτέ δεν ξέρω τι λέω και αν βγάζει νόημα. Μόνον κάτι τικ και κάτι χαζές χειρονομίες εχω υπόψη.

*

Άνθρωποι που αγαπιούνται δεν το πολυλένε. Αυτά τα "σ' αγαπώ" είναι ωραία επιφωνήματα για την κλινοπάλη, αλλά ελάχιστα ειλικρινή -- κι υπάρχουν τελικά και πιο τελέσφορα. Από την άλλη, ένα "σ' αγαπώ" αληθινό αρκεί για κανα-δυο ζωές. Μόνον αυτό το "σ' αγαπώ πολύ" είναι χάλια: δε ζυγίζονται αυτά.

*

"Είμαι ντροπαλός και αγχωμένος."
"Μα γιατί;"
"Πάντα έτσι είμαι."

*

Είναι κάτι άνθρωποι που δε ρωτάνε και που δε ζητούν εξηγήσεις, που παίρνουν τη ζωή όπως τους έρχεται.

*

Οι σπουδές της Ζ. μού έμαθαν να μην ψάχνω να διαχωρίσω μαρτυρία από μυθοπλασία, παρά να ψάχνω να βρω την αλήθεια μέσα στη μυθοπλασία. Η φιξιόν μέσα στην αλήθεια κανένανε δεν πρέπει να αφορά: τόσα μυστικά μού λένε, το εμπέδωσα πια.

*

Αυτή την ώρα νιώθω απίστευτα όμορφα για ό,τι έχω ζήσει. Ας σταματήσω να γράφω εδώ, λοιπόν.

GatheRate