Στην Πράγα πήγα το 1998. Έμεινα στην οδό Pobřezni, σε μια πολυκατοικία του Μεσοπολέμου με ιλιγγιώδες κλιμακοστάσιο, στο έξτρα δωμάτιο-βιβλιοθήκη ενός πολιτικού μηχανικού, που το νοίκιαζε σε τουρίστες. Μέσα στο αχανές διαμέρισμα, καμμία σχέση με τα παρισινά κλουβιά, είχε και ένα δωμάτιο η κυρία Karolina Poupova, πεθερά του πολιτικού μηχανικού, ετών 84. Είχε γεννηθεί υπήκοος της Αυστρο-Ουγγαρίας και είχε γνώμη για σχεδόν τα πάντα: οι Γερμανοί είναι γουρούνια και δε μετάνιωσαν για τον πόλεμο, ο Κάφκα ήταν ένας ενοχλητικός ψυχάκιας που μισούσε τους Τσέχους, ο καπιταλισμός κάνει τα κορίτσια να θέλουνε να γίνουν φωτομοντέλα, ο (τότε πρόεδρος) Χάβελ είναι μέθυσος και γκομενάκιας, οι Ρώσοι είναι ζώα, σκοπεύει να ζήσει μέχρι τα 100 (άραγε πεθαίνει την ώρα που τα γράφω αυτά;), με τον Πολωνό πάπα και με το τέλος του κομμουνισμού γέμισαν την Πράγα με καθολικά μνημεία σαν αυτόν τον Pražské Jezulátko. Θυμόταν τη ζωή στη Σενεγάλη (με τον άντρα της, που ήταν από τους 'συμβούλους' που έστελνε η σοσιαλιστική Τσεχοσλοβακία), το τραμ που έπαιρναν από τη Μπρατισλάβα για να πεταχτούν στη Βιέννη για έξοδο και ότι οι δρόμοι της Πράγας άλλαζαν ονόματα με κάθε καθεστωτική αλλαγή.
Η πόλη τότε ήταν μαγική. Κανονική Μεσευρώπη, κουκλίστικη, με μουσική να ξεχύνεται από παντού, πιτσιρίκια στα τραμ με τσέλα και φλάουτα να πηγαίνουν ωδείο και να φυλλομετρούν παρτιτούρες αγχωμένα. Ναι, ήδη είχαν ενσκήψει αμερικανάκια που ήθελαν να πιουν μέχρι εμετού κι Εγγλέζοι που έψαχναν να γαμήσουν στα κωλόμπαρα με τον πάντοτε αλκοολικά μαντράχαλο τρόπο τους. Ναι, ήταν ενζενύ ευρωπαϊστές οι Τσέχοι, αλλά ήμασταν πολλοί τότε και δεν είχανε προλάβει η Βρετανία και η Γερμανία να ξεκοιλιάσουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση στο όνομα της εθνικής κυριαρχίας (των τραπεζών). Ναι, είχε ανοίξει το πρώτο μακντόναλντς στην πόλη, ενώ η εγγονή της κυρίας Πόουποβα μας εξομολογήθηκε ότι της αρέσει να ψωνίζει από τα Ζάρα και ότι θα γινότανε κι αυτή μοντέλα όταν θα μεγάλωνε. Αλλά παντού έβλεπες έναν κόσμο πολύ φτωχό αλλά πολύ καλλιεργημένο με ένα βιβλιοπωλείο κάθε δύο τετράγωνα. Η βιβλιοθήκη στο σπίτι που μέναμε είχε τα πάντα, στα τσέχικα δυστυχώς. Το φαΐ ήταν άθλιο, όπως περιμένει κανείς να είναι βορείως του Βελιγραδίου, αλλά η μπύρα τσέχικη. Και η τζαζ ήτανε πραγινή. Και έβρισκες ευδιάκριτα τα ίχνη του Μότσαρτ και αναγνώριζες την τοπογραφία του πρώιμου Κούντερα. Κι ήταν κι ο Μολδάβας. Που αναπόφευκτα μουρμούριζα συνέχεια, σαν γιαπωνέζος στην Αθήνα που έχει τα 'Παιδιά του Πειραιά' για σάουντρακ του προσκυνήματός του. Και που έπαιζαν κάθε λογής πλανόδιοι στη γέφυρα του Καρόλου.
Κάποια στιγμή είπαμε ότι δεν μπορεί, πρέπει να φύγουμε από τη βιτρίνα, πρέπει να πάμε να δούμε πώς ζουν οι πραγματικοί πραγινοί, σε μια αληθινή γειτονιά: ήμασταν ήδη υποψιασμένοι για την ψευτιά και το 'ευρωπαϊκό' φολκλόρ των ιστορικών κέντρων ανά την Ευρώπη, άσε που βλέπαμε τα θηριώδη σοσιαλιστικά μπλοκ πάνω στους λόφους: δεν ήμασταν κορόιδα. Μας έστειλαν λοιπόν σε μια κανονική γειτονιά, στο Žižkov. Πολυκατοικίες του Μεσοπολέμου, κανονικοί άνθρωποι, δρόμοι ευθείς και δεντροφυτεμένοι σαν της Αθήνας. Έκανε ζέστη, από τα ανοιχτά παράθυρα ακούγονταν πιάνα, κυρίως παιδιά να μελετούν, άντε και κανας ενήλικας μερακλωμένος. Γιατί όταν είναι καλός ο καιρός στη Μεσευρώπη, είναι χαρά θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου