Είναι μια πόλη που με μπερδεύει. Όχι με δυσάρεστο τρόπο, αλλά με μπερδεύει.
Κάποιες φορές μού φαίνεται στενή, σκονισμένη κι όλο θόρυβο: με πνίγει και θέλω να πάω πίσω στην Αθήνα.
Άλλες φορές με κάνει να νιώθω χαρά σχεδόν παιδική.
Τελικά μου αρέσει γιατί, σαν την Αθήνα, έχει κρυμμένες χάρες μέσα σε απροσδόκητες γωνιές κι εσοχές. Εντελώς απροσδόκητες. Κάνεις μια έτσι, στρίβεις σε μια γωνία και τσουπ! Κάτι μαγικό και καλοδεχούμενο. Η πρώτη ανάγνωση της Σαλονίκης δεν αποκαλύπτει και τίποτε συναρπαστικό. Στις επαναλήψεις βγαίνουν όλα. Ιδίως ο κόσμος της.
Την πρωτοπάτησα 24 χρονών, ψαρωμένος που δεν είχα ζήσει εκεί τη φοιτητική ζωή μου -- όπως ήταν απαραίτητο για οποιονδήποτε νέο ήθελε να κάνει κάτι σπουδαίο και ελαφρώς εναλλακτικό στη ζωή του, τότε, το μακρινό 1997. Σεξ, U2, σάντουιτς με γύρο, μετά πίσω στο τραίνο.
Ξανάρθα την επόμενη χρονιά, με τον πατέρα μου αυτή τη φορά, που είχε να δει την πόλη από τις αρχές της δεκαετίας του '60. Πήγαμε στη 'Μυροβόλο Σμύρνη', δεν του άρεσε το φαΐ όσο τότε, πήγε να δει τη θεια του τον Βορρά, διανυκτερεύσαμε σε έναν γαμιστρώνα στο Βαρδάρι προς 7.000 τη βραδιά.
Έκτοτε έχω ξαναπάει καμμιά ντουζίνα φορές. Όπως είπα, κάθε φορά είναι αλλιώς, διαφορετική. Η Σαλονίκη είναι από τις πόλεις όπου οι ξένοι έρχονται για να αναγνωρίσουν κάτι συγκεκριμένο: σλάβοι ντουγρού στα βυζαντινά και τις ορθοδοξίες, ισραηλινοί για ίχνη σεφαραδίτικα, Τούρκοι γιατί "μοιάζει με την Πόλη", χωριάτες για ψώνια κτλ. Δεν είναι πόλη για βόλτα, δεν είναι από τις πόλεις όπου θα περιπλανηθείς άσκοπα: καλό είναι να πηγαίνεις κάπου συστημένος, αλλιώς σε περιμένει πολλή ανηφόρα. Άσε που είναι γεμάτη παπάδες και μοναχούς. Παπαδιστάν σκέτο, αθωνοκρατούμενο· στην ψυχή, λέμε.
Έχει όμως εκτυφλωτικές γυναίκες, ωραίες και θεωρητικές και λιμπιστερές. Πολλές φορές στέκομαι και τις κοιτάζω να περνούν, ενεός κι αγγελοκρουσμένος με μούτρα μαλάκα Μπενίνι.
Δύο πράματα με συναρπάζουν στη Θεσσαλονίκη: η εμμονή των Σαλονικιών με τη γενεαλογία ως συστατικό της ταυτότητας του καθενός, παρότι είναι η πόλη όπου ήρθαν οι -ογλούδες και οι -όβοι κι έγιναν κυρίως -ιδαίοι. Στην Αθήνα είσαι αυτός που είσαι, κάποιος ή κανείς, στη Θεσσαλονίκη
σε ακολουθεί η γενεαλογία σου: είσαι Πολίτης, Πόντιος, Μπαγιάτης ή, αν είσαι Άρης, είσαι κι ολίγον Εβραίος. Μαυραγορίτης και δοσίλογος και ρουφιάνος δεν είναι κανείς, πάντως.
Το δεύτερο που με συναρπάζει είναι η κουβέντα για την "ερωτική" Θεσσαλονίκη. Μάλλον αθηναϊκή μαλακία. Γιατί ερωτική; Ενδεχομένως από τον καιρό που έρχονταν οι πικραμένοι, πολλοί Αθηναίοι ανάμεσά τους, για να γαμήσουν; Επειδή είχε πολλούς τουρκόσπορους, οι οποίοι, ως γνωστόν, ήταν εξώλης και προώλης και σέξι επειδή πλένονταν κάθε Σάββατο κι όχι κάθε Πασχαλιά; Οφείλω να ξαναομολογήσω ότι η Σαλονίκη η μόνη πόλη του στην οποία έχω πάει όπου σχεδόν κάθε γυναίκα που περπατάει στον δρόμο έχει κάτι ελκυστικό και περιπόθητο, κάτι διαφορετικό και με τον δικό της τρόπο η καθεμία. Μας το είχε πει και ο Ψωμιάδης στο περίπου, άλλωστε, όμως αυτή είναι μια ξεχωριστή ιστορία.
Κάποιες φορές μού φαίνεται στενή, σκονισμένη κι όλο θόρυβο: με πνίγει και θέλω να πάω πίσω στην Αθήνα.
Άλλες φορές με κάνει να νιώθω χαρά σχεδόν παιδική.
Τελικά μου αρέσει γιατί, σαν την Αθήνα, έχει κρυμμένες χάρες μέσα σε απροσδόκητες γωνιές κι εσοχές. Εντελώς απροσδόκητες. Κάνεις μια έτσι, στρίβεις σε μια γωνία και τσουπ! Κάτι μαγικό και καλοδεχούμενο. Η πρώτη ανάγνωση της Σαλονίκης δεν αποκαλύπτει και τίποτε συναρπαστικό. Στις επαναλήψεις βγαίνουν όλα. Ιδίως ο κόσμος της.
Την πρωτοπάτησα 24 χρονών, ψαρωμένος που δεν είχα ζήσει εκεί τη φοιτητική ζωή μου -- όπως ήταν απαραίτητο για οποιονδήποτε νέο ήθελε να κάνει κάτι σπουδαίο και ελαφρώς εναλλακτικό στη ζωή του, τότε, το μακρινό 1997. Σεξ, U2, σάντουιτς με γύρο, μετά πίσω στο τραίνο.
Ξανάρθα την επόμενη χρονιά, με τον πατέρα μου αυτή τη φορά, που είχε να δει την πόλη από τις αρχές της δεκαετίας του '60. Πήγαμε στη 'Μυροβόλο Σμύρνη', δεν του άρεσε το φαΐ όσο τότε, πήγε να δει τη θεια του τον Βορρά, διανυκτερεύσαμε σε έναν γαμιστρώνα στο Βαρδάρι προς 7.000 τη βραδιά.
Έκτοτε έχω ξαναπάει καμμιά ντουζίνα φορές. Όπως είπα, κάθε φορά είναι αλλιώς, διαφορετική. Η Σαλονίκη είναι από τις πόλεις όπου οι ξένοι έρχονται για να αναγνωρίσουν κάτι συγκεκριμένο: σλάβοι ντουγρού στα βυζαντινά και τις ορθοδοξίες, ισραηλινοί για ίχνη σεφαραδίτικα, Τούρκοι γιατί "μοιάζει με την Πόλη", χωριάτες για ψώνια κτλ. Δεν είναι πόλη για βόλτα, δεν είναι από τις πόλεις όπου θα περιπλανηθείς άσκοπα: καλό είναι να πηγαίνεις κάπου συστημένος, αλλιώς σε περιμένει πολλή ανηφόρα. Άσε που είναι γεμάτη παπάδες και μοναχούς. Παπαδιστάν σκέτο, αθωνοκρατούμενο· στην ψυχή, λέμε.
Έχει όμως εκτυφλωτικές γυναίκες, ωραίες και θεωρητικές και λιμπιστερές. Πολλές φορές στέκομαι και τις κοιτάζω να περνούν, ενεός κι αγγελοκρουσμένος με μούτρα μαλάκα Μπενίνι.
Δύο πράματα με συναρπάζουν στη Θεσσαλονίκη: η εμμονή των Σαλονικιών με τη γενεαλογία ως συστατικό της ταυτότητας του καθενός, παρότι είναι η πόλη όπου ήρθαν οι -ογλούδες και οι -όβοι κι έγιναν κυρίως -ιδαίοι. Στην Αθήνα είσαι αυτός που είσαι, κάποιος ή κανείς, στη Θεσσαλονίκη
σε ακολουθεί η γενεαλογία σου: είσαι Πολίτης, Πόντιος, Μπαγιάτης ή, αν είσαι Άρης, είσαι κι ολίγον Εβραίος. Μαυραγορίτης και δοσίλογος και ρουφιάνος δεν είναι κανείς, πάντως.
Το δεύτερο που με συναρπάζει είναι η κουβέντα για την "ερωτική" Θεσσαλονίκη. Μάλλον αθηναϊκή μαλακία. Γιατί ερωτική; Ενδεχομένως από τον καιρό που έρχονταν οι πικραμένοι, πολλοί Αθηναίοι ανάμεσά τους, για να γαμήσουν; Επειδή είχε πολλούς τουρκόσπορους, οι οποίοι, ως γνωστόν, ήταν εξώλης και προώλης και σέξι επειδή πλένονταν κάθε Σάββατο κι όχι κάθε Πασχαλιά; Οφείλω να ξαναομολογήσω ότι η Σαλονίκη η μόνη πόλη του στην οποία έχω πάει όπου σχεδόν κάθε γυναίκα που περπατάει στον δρόμο έχει κάτι ελκυστικό και περιπόθητο, κάτι διαφορετικό και με τον δικό της τρόπο η καθεμία. Μας το είχε πει και ο Ψωμιάδης στο περίπου, άλλωστε, όμως αυτή είναι μια ξεχωριστή ιστορία.