Τετάρτη 18 Μαΐου 2016

Η ατζέντα κι η πορνεία


Πριν τρία χρόνια έγραφα:
Η ατζέντα [...] ποδηγετείται από την επίμονη προβολή θέσεων και απόψεων που δεν είναι καινούργιες και δεν είναι πρωτότυπες και δεν είναι καθόλου μα καθόλου ορθολογικές (πρέπει γρήγορα κάποιος να αποκαταστήσει τον ορθολογισμό και τον διαφωτισμό στον ελληνικό δημόσιο λόγο, προς το παρόν τον καπηλεύονται κακοί μαθητές του Νίκου Δήμου ή, χειρότερα, καλοί μαθητές της Άυν Ραντ). Η παλιά κακή χρονογραφία του αθηναϊκού τύπου ξαναζεί και παίρνει το αίμα της πίσω τροφοδοτώντας τις διαδικτυακές συζητήσεις: με τις εικοτολογίες της, με τον καζουισμό της, με την ευλογοφάνειά της. Κείμενα που γενικώς στηλιτεύουν και ειδικώς λοιδωρούν, που κατασκευάζουν ιστορίες ("αφηγήματα" λέγονται πια) και μετά τα εγκαταλείπουν, που ανάγουν το 'ναι μεν αλλά' σε επιχείρημα: αυτά συζητιούνται, κοινοποιούνται, ανακυκλώνονται, αναιρούνται, αποδομούνται, αλλά τελικά χρησιμοποιούνται ως πηγές και παρατίθενται.
 Δύο μήνες πιο πριν, συνόψιζα το γενικότερο ζήτημα ως εξής:
Σε παιχνίδια με ασυγκρίτως πιο βαθειές και μακροχρόνιες συνέπειες, όπως η πολιτική, όποιος ορίζει την ατζέντα και τη θεματολογία του δημόσιου διαλόγου κρατάει γερά και το πλεονέκτημα στο παιχνίδι και τις τύχες εκατομμυρίων ανθρώπων.
Πίστευα λοιπόν και πιστεύω ότι πρέπει να θέτουμε εμείς την ατζέντα του τι συζητιέται στην κοινωνία.

Πιστεύω ότι πρέπει να θέτουμε εμείς τα θέματα επί τάπητος αλλά και την οπτική γωνία και τους όρους που θα συζητηθούν.

Εμείς, οι οποιοι εμείς· αρκεί που δεν είμαστε ο Τράγκας, ο Χατζηνικολάου, τα σαπρόφυτα της Καθημερινής, η ομάδα αλήθειας, οι νεοφιλελεύθεροι κομισάριοι και οι νεοσυντηρητικοί ινστρούχτορες ή -- εσχάτως -- οι Συριζαίοι επί πληρωμή.

Επιπλέον, όχι μόνον δεν πρέπει να συρόμαστε στο να συζητάμε με όρους έκθεσης ιδεών του Μανδραβέλη ή μέσα στο πλαίσιο της πρωτοφασιστικής χυδαιότητας του Τράγκα και του Χίου, αλλά πρέπει να έχουμε απαράθραυστη επίγνωση του επαρχιωτισμού και της στενομυαλιάς που σταδιακά κατακλύζει τον "ελεύθερο κόσμο". Λέει π.χ. ο Τσόμσκυ στο βιβλίο του The Common Good (σ. 43, έμφαση δική μου):
The smart way to keep people passive and obedient is to strictly limit the spectrum of acceptable opinion, but allow very lively debate within that spectrum - even encourage the more critical and dissident views. That gives people the sense that there's free thinking going on, while all the time the presuppositions of the system are being reinforced by the limits put on the range of the debate.
Αυτό σημαίνει ότι πολλές φορές είναι αναγκαίο να σκεφτούμε και να μιλήσουμε πασχίζοντας να αντιληφθούμε τι δεν βλέπουμε, τα δικά μας τυφλά σημεία, αλλά και να γίνουμε προκλητικοί. Όπως λέει ο Ηλίας Πετρόπουλος στον Κουραδοκόφτη:
Πιστεύω πως, η πρόκληση, και ο αναπόφευκτος σκανδαλισμός, εξαναγκάζουν τους αναγνώστες να χρησιμοποιήσουν τη σκέψη τους. Οι αναγνώστες είναι υποχρεωμένοι να εντοπίσουν το προβληματάκι, που, κάθε φορά, κρύβεται μέσα στα κείμενα.
 Ας πιάσουμε λοιπόν τη σεξουαλική εργασία, αυτό που αποκαλούμε πορνεία. Ξεκινάω με τρεις θέσεις, επιγραμμάτικα δοσμένες, που προσωπικά θεωρώ αυτονόητες:


Είναι χαρακτηριστικό ότι ήδη πολλοί αναγνώστες θα έχουν ξενιστεί. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι η φωνή των εργαζομένων του σεξ (αυτή π.χ.), συνδικαλισμένη ή μη, αγνοείται συστηματικά από τους νομοθέτες και από κάποιους θεωρητικούς, που τους θεωρούν συλλήβδην θύματα της πατριαρχίας και του καπιταλισμού, αλλοτριωμένους και χωρίς την agency για την οποία γενικώς κόπτονται.

Αντί όμως να πιάσουμε τη συζήτηση από εκεί που "μας επιτρέπεται" κατά Τσόμσκυ, να την πιάσουμε από αλλού. Να κάνουμε πως αλλάζουμε την ατζέντα. Θα εισαγάγω ένα πολύ ειδικό θέμα και θα το αφήσω ανοιχτό και μετέωρο.

Θα παρακάμψω την πλαισίωση του θέματος "πορνεία" με όρους ποινικοποίησης, οικονομισμού και υγιεινισμού, όπως επίσης και την έμφαση σε όσους δυστύχησαν μέσα από την εργασία του σεξ -- φανταστείτε λ.χ. να συζητούσαμε για τους ανθρακωρύχους αποκλειστικά με όρους καρκίνων, δυστυχημάτων κι ανεργίας.

Μεγάλο μέρος ανθρώπων που καταλήγουν να γίνουν εργαζόμενοι του σεξ (συνοδοί, πόρνες, πουτάνες, τσόλια, εκδιδόμενες / -οι, βίζιτες, μασατζούδες, τεκνά, εταίρες -- ή όπως αλλιώς θα αυτοπροσδιοριζόντουσαν) διαθέτουν αξιοσημείωτα έντονη και οξυμένη ενσυναίσθηση. Αυτό κάποτε βοηθάει στη δουλειά τους, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να προσφέρουν αυτό που τα αμερικανάκια της τσόντας λένε girlfriend / boyfriend experience, ενώ άλλοτε γίνεται πηγή άγχους και δυστυχίας, γιατί έρχεσαι πολύ κοντά στους ανθρώπους με τρόπους που τελικά δεν θέλεις. Παρόμοιες καταστάσεις βιώνουν βεβαίως και μεγάλο μέρος ανθρώπων που καταλήγουν να γίνουνε γιατροί ή δάσκαλοι -- με τη διαφορά ότι τα δικά τους επαγγέλματα δεν είναι στιγματισμένα.

Τι θα μπορούσαν να κάνουνε λοιπόν οι εργαζόμενες και εργαζόμενοι του σεξ που τους διακρίνει ανεπτυγμένη ενσυναίσθηση; Ενδεχομένως θα μπορούσαν να γίνουνε θεραπεύτριες και θεραπευτές του σεξ.

Κι εδώ μπορεί να ανοίξει μια συζήτηση. Και οι καινούργιες συζητήσεις φέρνουν αλλαγές, αν και απελπιστικά αργά και πολύ βασανιστικά.

GatheRate

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου