Κυριακή 13 Μαΐου 2007

[Κεντήματα και κουτιά]

"[...]
Ούτε η θέα τόσων κεντημάτων, τεντωμένων και ενταφιασμένων μέσα στα διαδοχικά και όρθια συρτάρια τους με βοήθησε πάντως. Συρτάρια όρθια, λεπτά, ανά γεωγραφική προέλευση, κάθε χώρα και κάθε περιφέρεια της Ευρωπης να εκπροσωπείται από καμμιά δεκαριά δείγματα. Προχώρησα και τράβηξα ένα συρτάρι. Είδα όλα αυτά τα λεπτολογημένα και ψιλοδουλεμένα κομμάτια σαν ιστούς ιστορισμένους από ανώνυμες πεθαμένες γυναίκες που κέντησαν με πείσμα τη ζωή τους καθώς γλίστραγε μέσα από τα χέρια τους όπως το νήμα που δεν βρίσκει τη βελονότρυπα· παγιδευμένες σε αγροτόσπιτα και σιωπηλά αστικά μέγαρα, έκαναν τη ζωή τους κλωστή και την πέρασαν μέσα σε λινά και βαμβακερά ή και σε μάλλινα υφάσματα: μία μπρος-δύο πίσω, μία μπρος-δύο πίσω, μία μπρος-δύο πίσω. Ιστοί που τις κουκούλωσαν και τις παγιδέψανε: προικιά, φορεσιές, πετσετάκια. Ύστερα έφυγαν και λιώσανε κι οι ίδιες, όπως τρώει η βελόνα την κλωστή, αλλά οι ζωές τους παρέμειναν αξήλωτα κι ανεξίτηλα σχέδια και χρώματα, στο μουσείο.

Πήρα μια βαθειά ανάσα κι αποφάσισα να συμμαζευτώ και να κοιτάξω τι θα ξεσηκώσω για το δικό μου εργόχειρο, κυρίως γιατί ντράπηκα τον κόσμο που με κοιτούσε με την άκρη του ματιού να στέκομαι ενεή κι ακουμπισμένη πάνω στο τραβηγμένο συρτάρι Poland-Pomerania III, με κίνδυνο να το κατεβάσω κάτω γκρεμίζοντας όλη τη συλλογή. Άφησα στο πάτωμα τα μολύβια μου και το μπλοκ και έπιασα όλα τα συρτάρια, ένα ένα από την αρχή. Έψαχνα κάτι για να το χρησιμοποιήσω ως επαναλαμβανόμενο διακοσμητικό μοτίβο. Έπρεπε να βρω κάτι απλό, με μια σχετική συμμετρία και όχι πολύ γραμμικό. Όταν έβρισκα κάτι ενδιαφέρον, σημείωνα στην παλάμη με το στυλό τον αριθμό του (πού να γράφω France-Brittany VII, France-Savoy II και Brabant-Belgium V τώρα· έγραψα 57, 73 και 91). Ούτε και ήξερα πόσα ήταν όλα τα συρτάρια, τα ράφια συνεχίζονταν και απο πίσω και απέναντι και στη διπλανή αίθουσα. Για τη διάθεσή μου, που δεν ήτανε και η πιο φουντωτή, και για τον χρόνο μου, τον οποίο οριοθετούσε το μεσημεριανό κολατσιό, έμοιαζε σαν να ήμουνα σε μια άπειρη βιβλιοθήκη. Συνέχισα όμως.

Μέσα στην παλάμη μου είχα χαράξει τελικά γύρω στα εικοσιδύο νουμερα, από όλη τη βόρεια Ευρώπη, κι είχα ακόμη τη νότια, την ανατολική και τη Σκανδιναβία. Αν και σχεδίασα καμμιά τριανταριά μοτίβα, είχα λιγάκι απογοητευτεί. Κάποια κεντήματα είχαν υπερβολικά προσωπικό χαρακτήρα ή εξαιρετικά πολύπλοκα μοτίβα, ή καθόλου μοτίβα. Μέσα στα κεντήματα περιλαμβάνονταν και ατέλειωτες δαντέλες, πώς να μεταφέρεις το ανάγλυφο της δαντέλας σε μια μακέτα και στο υποθετικό κτήριο που αναπαριστά χωρίς να μπλέξεις με γύψους; Κάτι κεντήματα με ανθρωπάκια και ζωάκια ήταν από την αρχή εκτός. Σχεδίασα στο μπλοκ περίπου εφτά ή εννιά και τότε σταδιακά άρχισα να αισθάνομαι ανήθικη που σκεφτόμουν έτσι, είπα και μπράβο στον εαυτό μου. Από τη μια ψέγω τον φολκλορισμό, την ενασχόληση με ανώνυμες και απρόσωπες ‘παραδόσεις’ και ‘κληρονομιές’, κατακρίνω τη ληστρική διάθεση απέναντι σε σύμβολα, σχέδια και εικονογραφίες που αποσπούμε από το περιβάλλον, τον συμβολισμό και την ιερότητά τους και τα κάνουμε χαϊμαλιά και μπλουζάκια, και από την άλλη ψάχνω για τυπικούς εκπροσώπους και χαρακτηριστικά δείγματα, που να είναι και αρκούντως διακοσμητικά από πάνω. Συγχάρηκα τον εαυτό μου για την υποκρισία του, και τον βεβαίωσα πως η πτυχιακή μου θα επιζήσει και χωρίς διακοσμητικά μοτίβα και λαϊκότροπες ζωφόρους. Μάζεψα τα σύνεργα της δουλειάς και βρήκα το δρόμο μου μέσα από τις αίθουσες του μουσείου. Εδώ πιο δίπλα έχουνε μια συλλογή αντιγράφων των πιο διάσημων έργων τέχνης στα τέλη του 19ου. Ενδιαφέρον μαυσωλείο· συγκέντρωση παράταιρης και εκτός συμφραζομένων τέχνης· γυψοθύελλα. Βρήκα την έξοδο. Η πόλη.

Η πόλη, ένα κουτί. Αέναη κίνηση, φυσικό φως, τεχνητό φως. Περιφερειακοί δρόμοι. Πέτρες τούβλα μπετό. Πύργοι και υπόγεια. Ασανσέρ και τρένα. Πολλαπλές διαδρομές, ιστοί μέσα της: κόκκινο για τις πιο πολυσύχναστες πορείες και διαδρομές, κίτρινο για τις λιγότερο πατημένες και τις πιο περπατημένες. Αγγλισμοί, σκέφτομαι με αγγλισμούς. Τώωωωρα, καλά είσαι. Και να μίλαγα κι αγγλικά. Ένα κουτί. Ένας ιστός με κτήρια για παραγέμισμα; Ή κτήρια με δρόμους για διάκενα ανάμεσά τους; Πού οι στενές κατακόρυφες κοιλάδες της Νέας Υόρκης, θα σηκώνεις ψηλά το βλέμμα και θα νιώθεις πως η πορεία είναι κατακόρυφη, προς τα πάνω. Ένα κουτί του οποίου οι έδρες, έξι; παραπάνω; Κοιτάνε προς τα μέσα και διαρκώς πολλαπλασιάζονται: δωμάτια, εσωτερικοί τοίχοι, διαμερίσματα και γραφεία, παράθυρα, όψεις κτηρίων, τετράγωνα, συνοικίες: πρίσματα, τετράπλευρα, αθροίσματα σημείων και στιγμών. Άραγε θα πάω ποτέ στη Νέα Υόρκη;

Κατέβηκα στο κουτί μέσα σε ένα κουτί και στη στοά περίμενα ένα κουτί. Ξανά εκείνη η μελωδία κάτω από την πόρτα του άγνωστου ενοίκου – του χαφιέ. Το κουτί με πήγε σε άλλο κουτί, άλλαξα κουτί και έφτασα στο κουτί όπου μεταλλικά κουτιά ελάχιστου πλάτους γράφανε ‘Angel’ στην εξωτερική όψη τους. Θυμήθηκα εκείνη την αράχνη του Υπογείου. Θα την έφαγε κανα ποντίκι. [...]"

GatheRate

1 σχόλιο: