Γύρισα πριν λίγο από τη χαρά ενός φίλου παιδικού. Όχι, χαρές δεν είναι μόνον οι γάμοι: δε ζούμε πια σε αγροτοποιμενικές Ελλάδες κυκλωτικών χορών, όσο και αν τις φαντασιώνονται κάποιοι, όσο κι αν χτίζουν σχέσεις-φυλακές και οικογένειες-μαντριά στα πρότυπά τους.
Εκεί είχα την ευκαιρία να ξαναέρθω σε επαφή μετά από καιρό με ενοχλητικούς ανθρώπους. Τι κάνει τους ανθρώπους ενοχλητικούς; Το να παίρνουνε στα σοβαρά τον εαυτό τους, ή τη δουλειά τους -- ενώ ταυτόχρονα βροντάνε κάπως τενεκεδένια (ποιος να ξέρει τι είναι κύμβαλα πια, και δη αλαλάζοντα). Δυστυχώς αυτό, να παίρνουνε πολύ στα σοβαρά τον εαυτό και το "έργο" τους, συμβαίνει πολύ και στους ανθρώπους που κάνουνε τη δουλειά μου και σε όσους μας συγχρωτίζονται.
Τέλος πάντων, απόψε κατάφερα γενικά να αποφύγω τους ενοχλητικούς και να παραμείνω με ανθρώπους που με πάνε και τους πάω και που, σε μερικούς, χρωστάω ευγνωμοσύνη. Νομίζω ότι, γενικότερα, αυτό πρέπει να επιδιώκει κανείς: να παραμένει με ανθρώπους που τον πάνε και τους πάει, όχι με τους βολικούς, όχι με τους εύκολους, όχι με όσους έχουν επίγνωση της τάχα υψηλής αποστολής και του οπωσδήποτε σπουδαίου έργου τους. Βεβαίως, αυτό το λέω λιγουλάκι εκ του πονηρού: το πρώτο πράμα που είπε ποτέ γυναίκα για μένα ήταν ότι είμαι χαλεπὸς συνεῖναι. Τουλάχιστον, δεν υπήρξα ποτέ ψώνιο.
Υπήρξα παιδί μάλλον αλλόκοτο ωστόσο. Ανήκω σε εκείνη τη γενιά που ο κόσμος τής ανοίχτηκε μέσα από τις έγχρωμες εικονογραφημένες εγκυκλοπαίδειες. Το 1979, ήμουν έξι, οι δικοί μου αγόρασαν τη Δομή. Σε δυυόμισυ χρόνια την είχα διαβάσει ολόκληρη. Θυμάμαι π.χ. ότι ο πρώτος τόμος ήταν ο Α-ΑΜΟΡΓ, ο δεύτερος ο ΑΜΟΡΙ-ΑΤΡΟΠΙ, ο τόμος 3 ήταν ο ΑΤΡΟΠΟ-ΒΥΖ, ο 4 ήταν ο ΒΥΖ-ΔΙΑΚΟΣΜ, ο 5 ο ΔΙΑΚΟΣΜ-ΕΞΕΤ, ο 6 ο ΕΞΕΤ-ΘΕΣΣΑΛΙ, ο 7 ο ΘΕΣΣΑΛΟ-ΚΑΡ κτλ. Οι γονείς μου λοιπόν θορυβήθηκαν και μας πήραν κάτι πιο παιδικό, τον Θαυμαστό Κόσμο των Γνώσεων, σούπερ εικονογραφημένη εικοσάτομη θεματική εγκυκλοπαίδεια με ήρωες του Ντίσνεϋ: π.χ. ο θείος Σκρουτζ παρουσίαζε τη Γεωλογία κτλ. Εκεί υπήρχε και ένα άγαλμα του Σίβα να δημιουργεί τον κόσμο χορεύοντας. Πράγμα που μου έκανε πολλή εντύπωση: ένας χαρούμενος θεός, άλλος από τους βλοσυρούς Παντοκράτορες.
Τον Σίβα τον ξαναείδα στη Γλασκώβη το 2000 (ή το 2001, δε θυμάμαι), όταν πήγα να επισκεφτώ αυτόν που το 2005 θα γινόταν ο Rakasha. Ήταν, νομίζω, η εποχή που εορταζόταν το Diwali και οι καλοί χριστιανοί ιδιοκτήτες του μουσείου είχαν ανθοστολίσει το άγαλμα. Είτε ο Θεός σου ενανθρωπίζεται και πεθαίνει (για να αναστηθεί), είτε χορεύει για να δημιουργήσει το σύμπαν και την κυκλική σαμσάρα, πνιγμένος σε υπερμεγέθη γεννητικά όργανα φυτών θα καταλήξει να τιμάται.
Αυτά με τις εγκυκλοπαίδειες. Λίγα χρόνια μετά, το γκουγκλ και η γουικιπήντια πρόσφεραν επιτέλους το πρώην στριφνό και κοπιώδες δώρο της πολυμάθειας σε όλους. Χάρισαν αυτοπεποίθηση στους αδαείς. Τον κόσμο μπορείς να τον φτιάξεις και έτσι, μπορείς να τον φτιάξεις και χορεύοντας, πάντως.
Εκεί είχα την ευκαιρία να ξαναέρθω σε επαφή μετά από καιρό με ενοχλητικούς ανθρώπους. Τι κάνει τους ανθρώπους ενοχλητικούς; Το να παίρνουνε στα σοβαρά τον εαυτό τους, ή τη δουλειά τους -- ενώ ταυτόχρονα βροντάνε κάπως τενεκεδένια (ποιος να ξέρει τι είναι κύμβαλα πια, και δη αλαλάζοντα). Δυστυχώς αυτό, να παίρνουνε πολύ στα σοβαρά τον εαυτό και το "έργο" τους, συμβαίνει πολύ και στους ανθρώπους που κάνουνε τη δουλειά μου και σε όσους μας συγχρωτίζονται.
Τέλος πάντων, απόψε κατάφερα γενικά να αποφύγω τους ενοχλητικούς και να παραμείνω με ανθρώπους που με πάνε και τους πάω και που, σε μερικούς, χρωστάω ευγνωμοσύνη. Νομίζω ότι, γενικότερα, αυτό πρέπει να επιδιώκει κανείς: να παραμένει με ανθρώπους που τον πάνε και τους πάει, όχι με τους βολικούς, όχι με τους εύκολους, όχι με όσους έχουν επίγνωση της τάχα υψηλής αποστολής και του οπωσδήποτε σπουδαίου έργου τους. Βεβαίως, αυτό το λέω λιγουλάκι εκ του πονηρού: το πρώτο πράμα που είπε ποτέ γυναίκα για μένα ήταν ότι είμαι χαλεπὸς συνεῖναι. Τουλάχιστον, δεν υπήρξα ποτέ ψώνιο.
Υπήρξα παιδί μάλλον αλλόκοτο ωστόσο. Ανήκω σε εκείνη τη γενιά που ο κόσμος τής ανοίχτηκε μέσα από τις έγχρωμες εικονογραφημένες εγκυκλοπαίδειες. Το 1979, ήμουν έξι, οι δικοί μου αγόρασαν τη Δομή. Σε δυυόμισυ χρόνια την είχα διαβάσει ολόκληρη. Θυμάμαι π.χ. ότι ο πρώτος τόμος ήταν ο Α-ΑΜΟΡΓ, ο δεύτερος ο ΑΜΟΡΙ-ΑΤΡΟΠΙ, ο τόμος 3 ήταν ο ΑΤΡΟΠΟ-ΒΥΖ, ο 4 ήταν ο ΒΥΖ-ΔΙΑΚΟΣΜ, ο 5 ο ΔΙΑΚΟΣΜ-ΕΞΕΤ, ο 6 ο ΕΞΕΤ-ΘΕΣΣΑΛΙ, ο 7 ο ΘΕΣΣΑΛΟ-ΚΑΡ κτλ. Οι γονείς μου λοιπόν θορυβήθηκαν και μας πήραν κάτι πιο παιδικό, τον Θαυμαστό Κόσμο των Γνώσεων, σούπερ εικονογραφημένη εικοσάτομη θεματική εγκυκλοπαίδεια με ήρωες του Ντίσνεϋ: π.χ. ο θείος Σκρουτζ παρουσίαζε τη Γεωλογία κτλ. Εκεί υπήρχε και ένα άγαλμα του Σίβα να δημιουργεί τον κόσμο χορεύοντας. Πράγμα που μου έκανε πολλή εντύπωση: ένας χαρούμενος θεός, άλλος από τους βλοσυρούς Παντοκράτορες.
Τον Σίβα τον ξαναείδα στη Γλασκώβη το 2000 (ή το 2001, δε θυμάμαι), όταν πήγα να επισκεφτώ αυτόν που το 2005 θα γινόταν ο Rakasha. Ήταν, νομίζω, η εποχή που εορταζόταν το Diwali και οι καλοί χριστιανοί ιδιοκτήτες του μουσείου είχαν ανθοστολίσει το άγαλμα. Είτε ο Θεός σου ενανθρωπίζεται και πεθαίνει (για να αναστηθεί), είτε χορεύει για να δημιουργήσει το σύμπαν και την κυκλική σαμσάρα, πνιγμένος σε υπερμεγέθη γεννητικά όργανα φυτών θα καταλήξει να τιμάται.
Αυτά με τις εγκυκλοπαίδειες. Λίγα χρόνια μετά, το γκουγκλ και η γουικιπήντια πρόσφεραν επιτέλους το πρώην στριφνό και κοπιώδες δώρο της πολυμάθειας σε όλους. Χάρισαν αυτοπεποίθηση στους αδαείς. Τον κόσμο μπορείς να τον φτιάξεις και έτσι, μπορείς να τον φτιάξεις και χορεύοντας, πάντως.