Γράφοντας για τον καιρό που διάβασα την Παλαιά Διαθήκη, θυμήθηκα δύο πράγματα. Το ένα ήταν η απορία του πατέρα μου γιατί ο Θεός δεν υπαγόρευε ξεκάθαρα τις προφητείες Του, παρά τις διατύπωνε με ασάφεια φτηνού μάντη (δεν το είπε έτσι), ώστε να μπορούν να εφαρμόζονται σε πολλές και διάφορες περιστάσεις. Το άλλο που θυμήθηκα ήτανε κάτι τσιτάτα από την Αποκάλυψη του Ιωάννη, όπου υποτίθεται ότι μιλάει ο Χριστός εν δόξη στον αγαπημένο μαθητή Του. Μιλάει με έναν τρόπο πολύ ενδιαφέροντα: περιγράφει τον εαυτό Του όπως θα τον έβλεπε και θα τον χαρακτήριζε ένας πολύ ερωτευμένος εραστής. Ω, ελάτε, μη σοκάρεστε: ο Χριστός-εραστής ή Χριστός-Νυμφίος είναι πολύ αγιοπατερική-φιλοκαλική εικόνα, σούπερ ορτοντόξ και απολύτως εξιδανικευμένα (ομο)ερωτική και, εν πάση περιπτώσει, στην Αποκάλυψη τον Κύριο υποτίθεται ότι τέλος πάντων Τον περιγράφει ο αγαπημένος μαθητής Του. Διαβάστε:
Ποιος ερωτευμένος και ποια ερωτευμένη ή, έστω, ποιος εραστής και ποια ερωμένη, με καψούρα βαθιά και αγιάτρευτη, με πόθο που έχει λιώσει στρώσεις και κελύφη και έχει φτάσει στους σκοτεινούς πυρήνες της ψυχής για να κάψει τα κολλώδη μας ρευστά απολιθώματα, δεν έχει νιώσει στο πετσί του ή στο πετσί της το "Α καὶ τὸ Ω", "ἀρχὴ καὶ τέλος"; Ποιος και ποια δεν έχει πιει το αθάνατο νερό, για δωρεάν δεν ξέρω, βεβαίως: συνήθως πληρώνεται με πόνο ή με καρτερία. Και ρίζα και αστέρι θα γίνει ο άλλος και η άλλη, επίσης, όταν κρατήσει ο έρωτας και αφού έχει ρίξει ρίζες μέσα μας και μας φτιάξει κι ένα στερέωμα να το φωτίζει σαν ένα λαμπρό αστέρι ή σαν το μόνο αστέρι. Ερωτόλογα διαβάζουμε στο τελευταίο και προφητικό βιβλίο των Γραφών, πάει και τελείωσε.
"Ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα." Και βέβαια. Πώς αλλιώς. Όλα από την αρχή. Κι ο έρωτας και ό,τι μιμείται τον έρωτα όλα καινούργια κι όλα νέα τα κάνει. Εγώ μεγάλωσα σε μια πόλη που ήτανε νέα, παριστάνοντας την αρχαία. Μέχρι και πολλά τοπωνύμιά της είχανε τον προσδιορισμό "Νέος" μέσα, από τη Φιλαδέλφεια και τη Σμύρνη της Αποκάλυψης, μέχρι τον Νέο Κόσμο (πίσω από το Κυνόσαργες και έξω από την πόλη αλλά μακριά από την Αμερική), τη Νέα Ελβετία (πάνω σε βουνά καθόλου ελβετικά, με όνειρο κάτι ιδανικές ευταξίες), τη Νέα Ζωή (απέναντι και ψηλά, για όσους διώχτηκαν από τα ισιώματα του λεκανοπεδίου και πήραν τα βουνά). Προορισμοί μακρινοί τότε για ένα παιδί του κέντρου. Κάποτε λοιπόν παίρναμε λεωφορεία και τα αφήναμε να μας ανεβάσουν μέχρι το τέρμα: τη Νέα Ελβετία και τη Νέα Ζωή.
Και φτάναμε εκεί πάνω και δεν είχε τίποτε να δούμε, σπίτια μαγαζιά και κάτι πλατεΐτσες συνοικιακές, τίποτα εκτός από τη θέα της ίδιας της αχανούς πόλης από κάτω, δηλαδή της ζωής ολόκληρης. Και τότε καταλαβαίναμε τι σημαίνει "ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα", ότι το "νέα" δε σήμαινε τίποτα πέρα από μια νέα οπτική γωνία, ένα νέο σημείο για να αφήσεις το βλέμμα σου για νήμα να διατρέξει σα στημόνι το υφάδι των δρόμων της πόλης από κάτω σου. Όπως ο έρωτας, δηλαδή, και ό,τι τον μιμείται: μια ματιά από την αρχή. Από την αρχή μέχρι το Ωμέγα.
Καὶ εἶπεν ὁ καθήμενος ἐπὶ τῷ θρόνῳ· Ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα. [...] ἐγώ τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος. ἐγὼ τῷ διψῶντι δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς δωρεάν (21:5-6) ἐγὼ τὸ Α καὶ τὸ Ω, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος, ἀρχὴ καὶ τέλος. (22:13) [...] ἐγώ εἰμι ἡ ῥίζα καὶ τὸ γένος Δαυΐδ, ὁ ἀστὴρ ὁ λαμπρὸς ὁ πρωϊνός. (22:16)
Ποιος ερωτευμένος και ποια ερωτευμένη ή, έστω, ποιος εραστής και ποια ερωμένη, με καψούρα βαθιά και αγιάτρευτη, με πόθο που έχει λιώσει στρώσεις και κελύφη και έχει φτάσει στους σκοτεινούς πυρήνες της ψυχής για να κάψει τα κολλώδη μας ρευστά απολιθώματα, δεν έχει νιώσει στο πετσί του ή στο πετσί της το "Α καὶ τὸ Ω", "ἀρχὴ καὶ τέλος"; Ποιος και ποια δεν έχει πιει το αθάνατο νερό, για δωρεάν δεν ξέρω, βεβαίως: συνήθως πληρώνεται με πόνο ή με καρτερία. Και ρίζα και αστέρι θα γίνει ο άλλος και η άλλη, επίσης, όταν κρατήσει ο έρωτας και αφού έχει ρίξει ρίζες μέσα μας και μας φτιάξει κι ένα στερέωμα να το φωτίζει σαν ένα λαμπρό αστέρι ή σαν το μόνο αστέρι. Ερωτόλογα διαβάζουμε στο τελευταίο και προφητικό βιβλίο των Γραφών, πάει και τελείωσε.
"Ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα." Και βέβαια. Πώς αλλιώς. Όλα από την αρχή. Κι ο έρωτας και ό,τι μιμείται τον έρωτα όλα καινούργια κι όλα νέα τα κάνει. Εγώ μεγάλωσα σε μια πόλη που ήτανε νέα, παριστάνοντας την αρχαία. Μέχρι και πολλά τοπωνύμιά της είχανε τον προσδιορισμό "Νέος" μέσα, από τη Φιλαδέλφεια και τη Σμύρνη της Αποκάλυψης, μέχρι τον Νέο Κόσμο (πίσω από το Κυνόσαργες και έξω από την πόλη αλλά μακριά από την Αμερική), τη Νέα Ελβετία (πάνω σε βουνά καθόλου ελβετικά, με όνειρο κάτι ιδανικές ευταξίες), τη Νέα Ζωή (απέναντι και ψηλά, για όσους διώχτηκαν από τα ισιώματα του λεκανοπεδίου και πήραν τα βουνά). Προορισμοί μακρινοί τότε για ένα παιδί του κέντρου. Κάποτε λοιπόν παίρναμε λεωφορεία και τα αφήναμε να μας ανεβάσουν μέχρι το τέρμα: τη Νέα Ελβετία και τη Νέα Ζωή.
Και φτάναμε εκεί πάνω και δεν είχε τίποτε να δούμε, σπίτια μαγαζιά και κάτι πλατεΐτσες συνοικιακές, τίποτα εκτός από τη θέα της ίδιας της αχανούς πόλης από κάτω, δηλαδή της ζωής ολόκληρης. Και τότε καταλαβαίναμε τι σημαίνει "ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα", ότι το "νέα" δε σήμαινε τίποτα πέρα από μια νέα οπτική γωνία, ένα νέο σημείο για να αφήσεις το βλέμμα σου για νήμα να διατρέξει σα στημόνι το υφάδι των δρόμων της πόλης από κάτω σου. Όπως ο έρωτας, δηλαδή, και ό,τι τον μιμείται: μια ματιά από την αρχή. Από την αρχή μέχρι το Ωμέγα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου