Σήμερα τελείωσα το Η ζωή είναι αλλού του Κούντερα. Μεγάλο βιβλίο, σπουδαίο, σε αντίθεση με τους Γελοίους ('Κωμικούς' πλεόν) έρωτες, που διάβασα τον Ιούνιο και μου φάνηκαν σαν να είναι κομψές αναρτήσεις από μπλογκ της περασμένης δεκαετίας. Το Η ζωή είναι αλλού έχει μεγάλες στιγμές και ρυθμό. Έχει και πλάκα, ενώ ο αντιπαθής, υπερφίαλα ιδεαλιστής μαμάκιας ήρωάς του είναι αριστούργημα και σχεδόν βγαλμένος από τη ζωή.
Η πλάκα είναι ότι το βιβλίο αυτό το πρωτοδιάβασα μαζί με τον υπόλοιπο Κούντερα αμέσως αφού ξεκοκκάλισα την Αβάσταχτη Ελαφρότητα, όταν ημουν είκοσι παρά. Από τότε, θυμόμουν απλώς ότι μου είχε φανεί πάρα πολύ καλό ένα του Κούντερα του οποίου τον τίτλο δε θυμόμουν, άλλωστε μοιάζουνε μεταξύ τους τα βιβλία του. Θυμόμουν μόνο ότι ξεκίναγε με τη σύλληψη του Ποιητή.
Αυτό που με ανησύχησε περισσότερο τελειώνοντας το Η ζωή είναι αλλού σήμερα; ότι δεν είχα καταλάβει τίποτε από το βιβλίο την πρώτη φορά που το διάβασα. Δεν είχα πιάσει τίποτα. Και δεν έφταιγε που δεν είχα πάει στην Πράγα.
Όταν ήμουν 14 διάβασα το Έγκλημα και Τιμωρία. Στα αγγλικά. Εξ αφορμής, κάποιος μεγαλύτερος (δάσκαλος; δε θυμάμαι) μού έκανε την παρατήρηση ότι "τέτοια έργα" πρέπει να τα διαβάζει κανείς αφού ωριμάσει, ώστε να μπορέσει και να τα καταλάβει και να τα απολαύσει.
Μισούσα και μισώ ό,τι πλασάρεται ως εφηβική λογοτεχνία ή λογοτεχνία για νέους: σκετός πατερναλισμός απεσταγμένος, χρηστομάθειες της πλάκας, όταν δεν είναι πηγή άγχους και ανασφαλειών που δε χρειαζόμαστε. Γι' αυτό και η κουβέντα εκείνη του μεγαλύτερου με θύμωσε τόσο πολύ τότε, που πήρα σβάρνα ό,τι κλασικό μπορούσα.
Διάβασα τους Αδερφούς Καραμάζοφ, στα γαλλικά, αφού και στα ελληνικά από τα γαλλικά ήταν μεταφρασμένοι, ενώ λεφτά για την πολύτομη μετάφραση Άρη Αλεξάνδρου του Γκοβόστη δεν είχα. Θυμάμαι ότι μου φάνηκε ωραίο κι εράσμιο κορίτσι η Γκρούσενκα (Αγκραφένα Αλεξάντροβνα, ε;) αλλά τελείως γκαγκάου ο Αλιόσα / Αλεξέι Καραμάζοφ -- κι ας τον προέβαλλε η Γκορίτσεβα ως ενσάρκωση της ρωσικής ψυχής, της ίδιας μαλακίας που μας έδωσε το κακοχωνεμένα ψευδοταρκοφσκικό Νησί. Βεβαίως, η συμπάθειά μου ήταν ο Ιβάν Καραμάζοφ και πώς τον βάζει διαλεκτικά κάτω ο διάολος -- αλλά την ψύχωση ποιος μπορεί να τη νικήσει διαλεκτικά;
Μετά έπιασα την Παλαιά Διαθήκη στη μετάφραση των Εβδομήκοντα. Αυτή ήτανε πολύ διδακτική εμπειρία, αφού ο καλύτερος τρόπος να απομυθοποιήσεις τας Γραφάς είναι να τις διαβάσεις: το Λευιτικό και το Δευτερονόμιο είναι ατέλειωτα παραπτωματολόγια όλο βαρβαρική σκληρότητα και ευτελείς γελοιότητες, οι μικροί προφήτες είναι απόστολοι του Πάνου του Καμμένου και της Ελεύθερης Ώρας, ενώ οι αδερφοί Μακκαβαίοι (της Μακάμπι Τελ Αβίβ) είναι τα πρότυπα του μακαριστού Χριστόδουλου.
Τον Προυστ τον άφησα στις 50 σελίδες.
Μετά διάβασα ολόκληρη την Ερμηνεία των ονείρων του Φρόυντ. Στα αγγλικά, 1000-τόσες σελίδες τούβλο, το πορτοκαλί αντίτυπο που κληρονόμησα από την αγαπημένη μου ξαδέρφη, που σκοτώθηκε όταν ήμουν 13. Είναι από τα πιο καλογραμμένα και χρήσιμα και συναρπαστικά βιβλία που έχω διαβάσει. Νομίζω όμως ότι είναι από τα ελάχιστα βιβλία που διάβασα πριν τα είκοσι και τα κατάλαβα καλά. Με διαμόρφωσε, όπως διαμόρφωσε τον πατέρα μου η Εισαγωγή στην Ψυχανάλυση, που τη διάβασε εκεί στα 20 (να το και το φροϋδικούλι μας).
Μετά ήρθανε κι άλλα, πολλά, κι ο Κούντερα εκεί στα 17, όπως είπαμε. Όμως, όπως φάνηκε και στη δεύτερη ανάγνωση του Η ζωή είναι αλλού, πρέπει να πιάσω ό,τι διάβασα πριν τα 20 και να το ξαναδιαβάσω: όντως δεν είχα καταλάβει τίποτε.
Γιατί άμα δεν έχεις τα συμφραζόμενα, τι να σου κάνουνε τα κείμενα. Καλή η θέα που σου παρέχουνε τα μεγάλα έργα αλλά πρέπει να σε έχει επιπλώσει η ενδοσκόπηση, το επίτευγμα, η κοινωνική συνειδητοποίηση, ο έρωτας, η διάψευση, το δόσιμο, η εργασία (χειρωνακτική κατά προτίμηση, έστω και για λίγο), η απώλεια ανθρώπων, ο δρόμος. Πρέπει είσαι επιπλωμένος, να έχεις κάπου να σταθείς και να ξαπλώσεις και να ακουμπάς κοιτάζοντας τη θέα των κλασικών έργων, να μπορείς να φτιάξεις έναν καφέ ή να βάλεις ένα κρασί. Δεν είχα καταλάβει λ.χ. εκεί στα 17 πόσο πελώριος μαλάκας είναι ο Γιάρομιλ, γιατί τέτοιος ιδεαλιστής μαλακάκος ήμουνα κι εγώ (όρα και φωτογραφημένο παράθεμα άνωθι). Δεν ήξερα για το άγχος της επίδρασης, για την θανατερή ευκολία του μονισμού, για την αδεξιότητα του βίου, για την πολλαπλότητα μέσα στους ανθρώπους (που εικονογραφεί η φαντασίωση του Ξάβιερ στο βιβλίο) και για τη δυσκολία της επανάστασης.
Βαθιά μέσα από τον βυθό του εφηβικού ιδεαλισμού ο κόσμος από πάνω φαντάζει είτε ένα απέραντο φωτεινό γαλάζιο με ανεξήγητους λαμπυρισμούς εδώ κι εκεί, είτε γαλήνιο πυκνό τοπίο: η ίδια η θάλασσα που είσαι μέσα της καταβυθισμένος. Ό,τι κι αν σου δείξουνε τα βιβλία, εκεί πριν τα είκοσι, εσύ είσαι ακόμα βατραχάνθρωπος κι αιωρείσαι: για να κοιτάξεις έξω πρέπει να κοιτάξεις πάνω, αλλά και πάλι ένα απέραντο φωτεινό γαλάζιο με ανεξήγητους λαμπυρισμούς εδώ κι εκεί βλέπεις.
Αν μίλαγα με τον εαυτό μου στα 17, θα του πέταγα κάτι λατινικά δικά μας και θα του έλεγα να πιάσει να διαβάσει τίποτε βιβλία λιγότερο βιωματικά και περισσότερο διανοητικά. Και θα τον επαινούσα για τα γούστα του στα ερωτικά κόμικ. Αλλά, όπως λέει και στο τέλος τους Έγκλημα και τιμωρία, αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Ακόμη και για συγγραφείς του διαμετρήματος του Ντοστογιέφσκι, το βίωμα είναι αμετάδοτο. Οπότε, αν οι αναγνώστες δεν έχουν τις εμπειρίες που θα αντηχήσουν μέσα τους και θα φωτίσουν, έτσι, τα γραφόμενα -και θα τους δώσουν μια πλατφόρμα κοινή με τον συγγραφέα για αφετηρία, από την οποία θα μπορέσουν να πάνε και παραπέρα-, πραγματικά κάποια βιβλία είναι ουσιαστικά απρόσιτα και, γενικά, όχι ιδιαίτερα χρήσιμα για τους "άγουρους". Τελικά, μια ιστορία είναι που αποκομίζουν - κι αυτή πολλές φορές δεν τη θυμούνται καν. Plus, έχουν "κάψει" και το βιβλίο (γιατί, τις περισσότερες φορές, δεν ξαναγυρνούν σε αυτό, αφού υπάρχουν τόοοοσα βιβλία να διαβάσει κανείς - γαμώτο!). Δυστυχώς, κακώς απέφευγα τα δοκίμια στο γυμνασιολύκειο και διάβαζα τους κλασικούς.
ΑπάντησηΔιαγραφήΥ.Γ.: Διαβάζοντας την ανάρτηση, προέκυψε (κι όχι "έκανα" - αφού είσαι και κατατοπισμένος περί Φρόυντ) και συνειρμός με πιτσιρίκια να μαϊμουδίζουν τραγουδώντας "αν μου τηλεφωνούσες, θάνατος η φωνή σου"... πφφφφφφ!
τελικα ολοι οι διανοουμενοι διαβαζατε απο μικροι βαρια λογοτεχνια
ΑπάντησηΔιαγραφή