Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2009

Σκατά και πάλι



Ωραία, ωραία: Μαρκογιαννάκης ο Β'

Εδώ, εδώ κι εδώ.

Μετά από αυτά, έτσι;

Προοδεύουμε. Το ΠΑΣΟΚ πασχίζει να καθησυχάσει τους νοικοκυραίους ότι δεν είναι έρμαιο του Συνασπισμού και όλων αυτών των αλιτήριων που λυμαίνονται τα Εξάρχεια (εσχάτως στους μαλλιάδες, στους ανάρχες, στους ροκάδες και στους εξωκοινοβουλευτικούς προστέθηκαν και κάτι πουστρόνια: ασ' τα, Σάσα μου, ασ' τα).

Καλά κάνει και επαναφέρει τις πεζές περιπολίες. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για τον μισαλλόδοξο νοικοκύρη, τον εκ πεποιθήσεως μικροαστό (νταξ, κι εμένα μικροαστοί με ανέθρεψαν, αλλά πίστευαν ότι είναι "άλλοι"). Κι άμα πάνε οι της ΕΛΑΣ να 'σκουπίσουν' τους νταβάδες και τους έμπορες στο γνωστό τετράπλευρο της ανομίας, ω, θα βάλουν σε μπελάδες τόσους μα τόσους συναδέρφους -- έτσι δεν είναι; Ευτυχώς δηλαδή υπάρχουν πάντοτε πρεζάκια σε αφθονία, ώστε να υπάρχει έστω κι ένα 10% συλλήψεων επί των προσαγωγών.

Αλήτες, ε αλήτες.

Μεγάλο επίμετρο 11/10:

Βλέπω ότι στο μπαζ γίνεται συζήτηση με αφορμή αυτό εδώ το ποστ. Βεβαίως οι συζητήσεις στο μπαζ έχουνε τις δικές τους παραμέτρους, τη δική τους δυναμική και πολλές φορές αφορούν συγκεκριμένους ανθρώπους με προδιαγεγραμμένες α πριόρι τοποθετήσεις. Ξεκινάω να γράψω αυτό το πράγμα κυρίως επειδή εξεπλάγην με αυτά που έγραψε ο Elias, σοβαρός σχολιαστής.

Καλόπιστα υποθέτοντας ότι αυτό το ποστάκι δεν είναι απλή αφορμή να συζητηθούν εκεί μέσα κάποια πράγματα (που έτσι κι αλλιώς συζητιούνται, σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα), αλλά ότι παρανοήθηκε το περιεχόμενό του, έχω γενικότερα να διευκρινίσω τα εξής:

Η εποπτεία μου της κατάστασης στα Εξάρχεια δεν προκύπτει μόνο από το τι διαβάζω, όπως φαίνεται λ.χ. ξεκάθαρα κι εδώ. Στα Εξάρχεια κυκλοφορώ ανελλιπώς από 10 χρονών: απειλημένος αισθανόμουνα μόνον από τους έμπορες, από κάτι αδέσποτα σκυλιά προ 2004, από κάτι τσαμπουκοχαβαλέδες ανάρχες της πλάκας και από αυτά που έπαιρνε το αυτί μου όταν τα παιδιά των ΜΑΤ κουβέντιαζαν μεταξύ τους κάνοντας τσιγάρο με την ασπίδα παρά πόδας. Πιο πολύ με φόβιζαν οι νταβατζήδες της Ευριπίδου (τότε που είχε σπίτια, λ.χ. δεκαετία του '80 με '90). Επίσης στα Εξάρχεια με ενοχλούν η βρωμιά και τα σκουπίδια.

Η παρουσία της αστυνομίας στα Εξάρχεια δεν με πειράζει (συμβολικά ή αλλιώς), έστω κι αν οι μπάτσοι στήνονται μπάστακες σαν δύναμη κατοχής και καταστολής και δεν περιπολούν, όσο με ενοχλεί η πλήρης απουσία της από εκεί όπου τη χρειάζονται, όπως έχω ξαναπεί (υπάρχει ένα λινκ σε αυτό το ποστ).

Η εξακρίβωση στοιχείων δεν με θίγει αυτομάτως (κυκλοφορώ πάντα με ταυτότητα), με εξαγριώνει όμως ο τρόπος με τον οποίο φέρεται να διεξάχθηκε (προτείνω να διαβαστούν τα τρία πρώτα λινκ σε αυτό το ποστ, αυτά που λένε "εδώ, εδώ κι εδώ"). Τολμώ να πω ότι έτσι προκλητικά διεξάγεται συχνά. Επίσης αυτό το βιολί να σου κάνουν εξακρίβωση ύποπτοι τύποι με πολιτικά οι οποίοι αρνούνται να σου δώσουνε κάποιο πειστήριο ότι όντως ανήκουνε στην ΕΛ.ΑΣ., είναι τουλάχιστον, ε, ύποπτο. Μου έχει συμβεί.

Η Αστυνομία, κατ' εμέ, χρειάζεται εξυγίανση (κυρίως) και ίσως μεταρρύθμιση, όχι όμως άλλο χάιδεμα και ντάντεμα: η ΕΛ.ΑΣ. καλύπτει σε πολλές περιπτώσεις το έγκλημα. Επίσης, πέρα από τα πολλά και πασίγνωστα που κυκλοφορούν, γνωστοί μου άνθρωποι (κι εγώ) έχουν πολλάκις υποστεί την αστυνομική αυθαιρεσία (όχι βία, ευτυχώς): από αγένεια μέχρι πώληση 'προστασίας' σε μαγαζί.

Οι 'νοικοκυραίοι' μου, όπως προκύπτει αν διαβάσει κανείς το ποστ, έστω και χωρίς να κλικάρει στον σύνδεσμο, είναι ιδεολογική στάση -- και δη ηθικού πανικού. Αν αυτό δεν είναι φως φανάρι, ώστε να δίνεται η εντύπωση ότι αντιπαθώ τις πλειοψηφίες επειδή δε συμφωνώ μαζί τους, ε, τι να πω.

GatheRate

Σημειώσεις για το Κάτι Ψήνεται


στη Μάτζικα και σε όλους τους άλλους μάγειρες

Το 'Κάτι Ψήνεται' είναι ένα τηλεοπτικό παιχνίδι στο οποίο οι διαγωνιζόμενοι τραπεζώνονται μεταξυ τους: κάθε μέρα ο ένας τραπεζώνει όλους τους άλλους. Το παρακολουθώ αρκετά τακτικά, τακτικά για κάποιον σαν εμένα που δε βλέπω πολλή τηλεόραση.

Υπάρχουν διάφορα πράγματα που μου έκαναν εντύπωση. Θα έλεγα "που τα βρίσκω accablants" αλλά δεν ξέρω την ελληνική λέξη, και δε θέλω να πω "τσιμπουκοπλακάν":

Οι διαγωνιζόμενοι βγάζουνε μια απίστευτη κακομουτσουνιά και μουντρουχίαση, δε φαίνονται να περνάνε καθόλου καλά. Όχι όλοι, αλλά αυτοί που γκρινιάζουν και ξινίζουν τα μούτρα τους και κοιτούν αμίλητοι το μισογεμάτο πιάτο τους σαν άνεργοι σε αμερικάνικη ηθογραφία δίνουνε τον τόνο. Απ' ό,τι φαίνεται, για πολλούς ο σκοπός είναι να συντριβεί ο αντίπαλος, να φανεί η ατζαμοσύνη κι η απειρία του, κι όχι να περάσουμε καλά.

Επίσης, όλοι τα ξέρουν όλα (λ.χ. 'οι ξένοι δεν τρώνε συκώτι', 'έτσι γίνεται το ατζέμ πιλάφι' κ.ο.κ.). Όλοι παριστάνουν τους γκουρμέδες και τους μάγειρες. Πότε τα έμαθαν όλα αυτά; Ακόμα χειρότερα, πολλές φορές οι παίκτες κάνουν κωμικές δηλώσεις που δείχνουν ελλιπέστατη γαστρονομική κουλτούρα, και δεν εννοώ εξοικείωση με έννοιες, τεχνικές και ορολογία γαλλικού τύπου, εννοώ να έχουν τηγανίσει πολλά πολλά αυγά προτού καταπιαστούν με χουνγκιάρ, εσκαλόπ, σουφλέ και μη χέσω. Εικονογραφούν ιδανικά και την απίστευτη εθνική μας έπαρση και την έλλειψη κουζινικής παιδείας: ο Έλληνας, ακόμα και σήμερα, μόνο ψησταριά και φαΐ της μαμάς δείχνει να ξέρει, όταν δε μεγαλοπιάνεται κάπως αρχοντοχωριάτικα.

Τέλος, η δικαίωση μιας συνταγής είναι η δεδηλωμένη παραδοσιακότητά της: "εμείς έτσι το φτιάχνουμε στα Κάτω Διμίκλαδα", "αυτή είναι συνταγή της γιαγιάς μου", "εγώ ξέρω από πολίτικη κουζίνα". Κατ' αρχήν έλεος: η πλειοψηφία των 'παραδοσιακών συνταγών' χρονολογούνται το πολύ από τον μεγάλο Τσελεμεντέ. Μη μας τρελαίνετε. Δεύτερον, όποιος έχει φάει παραδοσιακές κουζίνες (δηλαδή της γιαγιάς και της προγιαγιάς), ξέρει ότι δεν περιλαμβάνουν μόνο ζηλευτές συνταγές. Αυτό οφείλεται στη βουτυροθύελλα, στα τέσσερα δάχτυλα λάδι ανά πιάτο, στη ζάχαρη στις σάλτσες και σε άλλα παρόμοια. Αυτό με τη σειρά του, βεβαίως, εν μέρει οφείλεται στο ότι πιάτα τα οποία προορίζονταν να καταναλώνονται μία με δυο φορές το χρόνο, εμείς θέλουμε να τα τρώμε Πέμπτη, για να φάμε πίτσες την Παρασκευή το βράδυ. Παραδείγματα: σουτζουκάκια (τα πραγματικά, του τετραώρου και βάλε) που ήτανε για ονομαστικές εορτές και πάνω, το θρυλικό χοιρινό με φασόλια γίγαντες, βλάχικο μετσοβίτικο πιάτο γάμου, το οποίο αν καταναλωθεί πριν το μήτινγκ των 4 εγγυάται υπνηλία και δυσπεψία, το γαμοπίλαφο (το λέει και το όνομά του), το αρνί με κυδώνια κτλ. Τρίτον, οι παραδοσιακές πολύπλοκες συνταγές πολλές φορές απαιτούν μεθόδους και χρόνους παρασκευής που δεν μπορούμε εύκολα να αναπαραγάγουμε: γάστρα, σίτεμα, κάπνισμα. Έτσι και κάποια υλικά απλούστατα δεν βρίσκονται, ακόμα και στου πουλιού το γάλα (λ.χ. καλό σίγλινο, σωστό φύλλο μπακλαβά κτλ). Όλα επανερμηνεία είναι, και στην κουζίνα: ας μην κραδαίνουμε συνταγές για να μας αναγνωριστεί ψευδεπίγραφη αυθεντικότητα.

Τέλος πάντων: αναρωτιέμαι αν ξέρει ακόμα να χαίρεται ο κόσμος στην Ελλάδα, ή αν όλα πια (έως και το ιερό μας φαΐ) έχουνε γίνει πόζα.

Καλή χώνεψη.

GatheRate

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2009

Ονόματα

Όπως τα γράφουμε στα χαρτάκια 'Υπέρ Υγείας' και 'Υπέρ Αναπαύσεως'.

Πάμε:

Κώστας
Γιώργος
Αντρέας
Γιάννης
Φώντας
Κώστας
Αντρέας
Κώστας
Κώστας
Γιώργος

GatheRate

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2009

Μαύρες μαντήλες


Όταν μεγαλώνει κανείς στην πόλη, και μάλιστα στην Αθήνα, και μάλιστα στην ανδρεοπαπανδρεϊκή Ελλάδα, αποκτάει μια κάργα εξιδανικευμένη εικόνα του χωριού. Τουλάχιστον (και) εκεί φαίνεται να στόχευε η παιδεία που μας έδιναν. Τέλος πάντων, μ' αυτά έχω ξανασχοληθεί.

Όμως απόψε σκεφτόμουν τις δικές μου αναμνήσεις από το χωριό. Ποιο χωριό, δηλαδή, από τον συνοικισμό που κατάγεται η μητέρα μου. Θυμάμαι αλλόκοτα παιδιά, τα παιδιά του χωριού: κωλοπετσωμένα, καπάτσικα αλλά και συγκλονιστικά αφελή καμμιά φορά. Θυμάμαι πρασινάδα και ωραίες μυρωδιές βρεγμένου χώματος. Απόψε θυμήθηκα τις μαυροφόρες.

Τρεις μαυροφορεμένες γυναίκες, τότε μου φαινόντουσαν πανάρχαιες, σαν να βγήκαν από εκείνη την εικόνα των Μοιρών στο βιβλίο της μυθολογίας. Τώρα πια ξέρω ότι ήτανε στα πενήντα τους, άντε στα εξήντα τους. Γιαγιάδες και θειες τις φωνάζαμε. Γυναίκες παλαιού τύπου, ξεβρασμένες στην Ελλάδα του πασοκικού θαύματος, με τις έγχρωμες τηλεοράσεις του, τις εοκικές επιδοτήσεις του, τα δύο και τρία αυτοκίνητα -- και τα λοιπά.

Γυναίκες μικροπαντρεμένες, κηδεμονευόμενες από αμείλικτες πεθερές, μαθημένες στις αποβολές μέσα στα χωράφια, παραμελημένες από άντρες που πήγαιναν στις πουτάνες κατα συρροή όταν κατέβαιναν στην πόλη, για να τους κολλάνε κι όσα ψώνιζαν από κει. Γυναίκες που έπλεναν στο χέρι με πράσινο σαπούνι σεντόνια, πάνες, σώβρακα, πουκάμισα, πανιά. Που χήρεψαν πολύ νωρίς, αφού πρώτα πέρασαν χρόνια στον ρόλο αποκλειστικής νοσοκόμας, και δεν ξαναπαντρεύτηκαν γιατί είχανε κορίτσια μέσα στο σπίτι. Που σισύφεια σάρωναν και σφουγγάριζαν τσιμεντένια πατώματα. Που έχτισαν σπίτια στα παιδιά τους και τα είδαν να αποκεφαλίζονται μέσα στους άθλιους ελληνικούς δρόμους, να πεθαίνουν δίπλα τους από καρκίνους φαρμακωμένα από φυτοφάρμακα, να ζουν μακριά τους ακατανόητες ζωές πλάι σε δολερούς ή βίαιους άντρες και κάνοντας χρήση διαζυγίων, εκτρώσεων, ψυχοφαρμάκων.

Αυτές τις γυναίκες σκεφτόμουνα, που πέθαναν από κούραση στα ενενήντα τους (αν και μοιάζανε χιλίων) ή νωρίτερα από 'μητρικά', κάτι ιάσιμο αλλά ντροπή να το κουβεντιάζεις. Κι έκανα την αληθινά κοινότοπη αλλά και κοινότοπα αληθινή σκέψη ότι είμαστε πολύ τυχεροί.

GatheRate

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2009

Από ουκρανικό σώου ταλέντων

Ακόμα ένας λόγος να αγαπούμε την Ουκρανία



(μέσω συμβίας)

GatheRate

Being Karagiozis (Τελευταίες λέξεις)



(αυτό το ποστ είναι συμπαραγωγή με τον αγαπημένο όλων, και δη των γυναικών, Rakasha)


Λόγω του πρόσφατου κυπριακού ανεμοστρόβιλου δεν έχω τηλεόραση, κάτι έπαθε η κεραία και δεν έχω πρόσβαση να πάω να την κοιτάξω. Μου λέει λοιπόν ο Ρακάσας:
Ο Καραμανλής πήγε σήμερα τα δίδυμα στο μουσείο και τους εξηγούσε για τα μάρμαρα που λείπουν από τότε που τα πήγε στο Λονδίνο ο λόρδος Έλγιν...
Η πρώτη μου αντίδραση ήταν να επικαλεστώ τα θεία. Αυτά σαν να μισοάκουσαν και μου έδωσαν έμπνευση. Είπα λοιπόν περίπου αυτά, ένα μπλογκικό επίγραμμα:
Τhe shape of absence.
Twins, look, here is a god-shaped void.
Και τώρα επιστρέφω στη σιωπή μου. Καλή ψήφο, συνέλληνες.

GatheRate

Λονδίνο, Άμστερνταμ ή Βερολίνο

Τόσα χρόνια μετά δεν μπορώ να αποφασίσω ποια εκτέλεση προτιμώ. Μία έτσι, μια αλλιώς.



GatheRate

Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2009

Πολιτική και νοικοκυροσύνη



Μου έκανε εντύπωση στο ντιμπέιτ των έξι αρχηγών πόσο νοικοκυραίοι φαινόντουσαν όλοι τους. Ήξεραν ότι αγωνίζονται για να αποσπάσουν τις ψήφους του λεγόμενου 'μεσαίου χώρου', που στην ελληνική κοινωνία ταυτίζεται με τους νοικοκυραίους. Οι νοικοκυραίοι εμπιστεύονται νοικοκυραίους.

Ο νοικοκύρης δεν είναι απαραίτητα τίμιος -- αλίμονο. Τον νοικοκύρη όμως μπορείς να τον εμπιστεύεσαι άπαξ και τον εμπιστευτείς. Μετά κι αυτός δεσμεύεται απέναντί σου, αφού τον εμπιστεύτηκες. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζεις, όταν είσαι νοικοκύρης.



Το νοικοκυρέικο αντανακλαστικό απαντά σε μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, γνήσιο υποσύνολο αυτού του κομματιού είναι ο σκληρός πυρήνας της δεξιάς, ένα 20% του εκλογικού σώματος, για το οποίο, δυστυχώς, ο Παττακός είναι φυλακή και το οποίο προτιμάει ησυχία, αρβύλα, ερπύστρια, διορισμούς και παροχές από όλες αυτές τις μπούρδες που συζητάμε εμείς οι ιδεόληπτοι διανοούμενοι. Το υπόλοιπο 80% του εκλογικού σώματος ασμένως αρκείται μόνο σε διορισμούς και παροχές, ενόσω κάθε τόσο εμφανίζεται κάτι επιπλέον για να εκτονώνει την πατριωτική του περηφάνεια και να δικαιώνει το συλλογικό του υποκείμενο: Κυπριακό, ένταξη στην ΕΟΚ, όψιμος μακεδονισμός, αντιαμερικανισμός, ευρώ, Ολυμπιακοί, αντιτουρκισμός, ξενηλασία...



Ακόμα ζορίζομαι και δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι ο Μίστερ Νιντέντο κι ο Καρατζαφέρης εμπνέουν εμπιστοσύνη (ο Γιωργάκης είναι αδύνατον να εμπνεύσει οτιδήποτε που να προσεγγίζει την έννοια της εμπιστοσύνης -- η απελπισία θα μας τον φέρει). Φταίει το ότι πάω με τον σταυρό στο χέρι.

Σκεφτείτε ωστόσο σαν νοικοκύρης. Ο μεν Νιντέντο εμπνέει εμπιστοσύνη λόγω του ότι όντως είναι τίμιος: δείχνει αυτό που είναι. Όπως έλεγε κι ο ανεκδιήγητος Λαλιώτης, το είναι και το φαίνεσθαί του ταυτίζονται. Το είναι του: αυτό του μετρίως μέτριου και πάντα (;) μετρημένου γόνου, του λεβέντη και καραμπουζουκλή στους τρόπους και παθητικού στα έργα. Μετράν αυτά. Κιμπαριά. Λεβεντιά. Αντριλίκι.



Όσο για τον Καρατζαφέρη, εμένα μου θυμίζει ιδιοκτήτη ταξί -- που όμως το δουλεύει ακόμα γιατί ο άλλος, ο πιτσιρικάς, είναι καλό παιδί αλλά λίγο χάπατο -- που κάνει και βρωμοδουλίτσες με λαθραία τσιγάρα και γυναίκες (συγγνώμη, αυτές είναι οι παραστάσεις μου). Γιατί λοιπόν τον εμπιστεύονται; Γιατί είναι λεβέντης. Άντρας. Φοράει παντελόνια. Τα λέει στα ίσια. Λίγο είναι αυτό; Κιμπαριά. Λεβεντιά. Αντριλίκι. Επιπλέον, είναι παιδί της πιάτσας, άμα θες θα σου την κάνει την εξυπηρέτηση, θα σου βρει τον καλό τον δικηγόρο, τον σωστό τον φαναρτζή. Έχει άκρες. Φαίνεται ο άνθρωπος.



Τι θέλω να πω. ΠΑΣΟΚ ψήφισα μια φορά, για να μην έρθει ο Νιντέντο, ο οποίος έκτοτε μου φαινόταν ανίκανος. Έχω μετανιώσει πικρά που ψήφισα ΠΑΣΟΚ. Κατά τα άλλα, Συνασπισμό. Υπάρχει όμως (τουλάχιστον ένα) πρόβλημα με τον Συνασπισμό: είναι ένα κανονικό αριστερό κόμμα σε λάθος χώρα.



Ο Συνασπισμός στην ιδανική του μορφή (γκουχ) απευθύνεται σε μορφωμένους ανθρώπους που εργάστηκαν κι εργάζονται και σε φτωχούς ανθρώπους που παραδέχονται ότι είναι φτωχοί. Στη χώρα των νοικοκυραίων, ο Συνασπισμός δεν μπορεί λοιπόν να έχει κοινό. Πρέπει να φύγει λοιπόν, να πάει αλλού. Βορείως των Άλπεων και βάλε.

GatheRate

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2009

Σπεράντζα Βρανά

Στενοχωρήθηκα πολύ με τα νέα του θανάτου της. Μία από τις ελάχιστες δημόσιες φιγούρες που δεν την έδερνε η μούρη, η καφρίλα και η πόζα που μας ακολουθούν παντού. Σαν να μην είχε να αποδείξει τίποτε σε κανένα, αντίθετα με σχεδόν όλους τους άλλους.

GatheRate

Μου το έστειλε μια φίλη δικηγόρος



Μάλλον το έχετε δει όμως. Εκεί στη γέφυρα Κηφισού και Πέτρου Ράλλη ίσως.

GatheRate

Ο θάνατος



στους γονείς, που αυτά δεν τα διαβάζουν, όσο είναι καιρός

Όταν ο θάνατος πάρει πρώτα πολύ κοντινό σου άνθρωπο, γίνεται -- φυσικά -- τραυματικό γεγονός. Αν οι ψυχές μας είναι σαν σπίτια, ο θάνατος κοντινού ανθρώπου πέφτει σαν κάτι βόμβες διάτρησης που ξεκοιλιάζουν τα πάντα και αφήνουν το κάδρο μιας πρόσοψης ή, στην καλύτερη περίπτωση, ξεκάνουν τον τέταρτο τοίχο της ψυχής, καθιστώντας την σκηνή για αγριότητες, ένα πρώην οικείο και άνετο και όλο θάλπος χώρο που έξαφνα έγινε θέατρο για να χαζεύουν την ερημιά του οι περαστικοί. Πιο άγριο πράγμα από το πένθος για αγαπημένο άνθρωπο δεν ξέρω. Έτσι, θα θυμάμαι για χρόνια το σχετικό ποστ του θας -- ένα από τα λίγα κείμενα που ακόμα με κάνουν να ριγώ. Κάτι τέτοια διαβάζαμε προ τετραετίας και θέλαμε να μπλογκάρουμε σα ζουρλοί, παράφορα. Όχι παραπολιτικά εμέσματα και περισπούδαστα γαβγίσματα επηρμένων πεκινουά, τάχα μου πάνσοφων τιμητών και κριτών της οικουμένης.

Ήμουνα τυχερός. Ο θάνατος τέσσερις φορές απλώς ήλθε κι έγδαρε τους σοβάδες, έγλειψε και κάπνισε τους εξωτερικούς τοίχους, έσπασε κεραμίδια. Ήμουνα δέκα χρονών όταν χάσαμε τη γιαγιά μου, μικρότερη από την κόρη της σήμερα, μετά ήτανε σειρά της ξαδέρφης μου, μικρότερη από μένα σήμερα, μετά ήταν ο θείος, μετά από πόνο, μικρός κι αυτός, μετά ήρθε ο παππούς στα 87 και τα κορακοζώητα αδέρφια του, μετά ο άλλος παππούς, στα 94, ο γλυκύς και πράος, στου οποίου την κηδεία δεν πήγα απλώς γιατί "δεν ήθελα".

Ήμουνα τυχερός λοιπόν. Στο μεταξύ έκανα επισκευές, βαψίματά και μερεμέτια, μονώσεις κι ενισχύσεις, άλλαξα τη στέγη και στόκαρα όσα σώζονται με στοκάρισμα. Νομίζω ότι είμαι έτοιμος για τον σκληρό πυρήνα του πένθους όταν θα χτυπήσει τη στέγη. Νομίζω. Ποντάρω στην ελάχιστη βλάβη όταν έρθει η ώρα εκείνη: ίσως οι πάνω όροφοι μόνο. Ίσως η οικοσκευή. Ίσως τα πατώματα αντέξουν. Ίσως απλώς τα τζάμια θα φουσκώσουν στιγμιαία και μετά θα πέσουνε βροχή στον δρόμο, σα βροχή, σα χαλαζάκι, ίσως σε μεγάλα κομμάτια που θα συντριβούν στον δρόμο κάνοντας τους περαστικούς να σαστίσουν στιγμιαία.

Πικρότερο από το πένθος είναι η απουσία. Πιο πολύ από την απουσία, στο πένθος καίει η ενοχή: η ενοχή εκείνη που είναι η χειρότερη παρενέργεια της αγάπης. Αναρωτιέσαι αν ο άνθρωπος που έχασες ένιωσε ποτέ την αγάπη σου. Αν την ένιωσε και το ξέρεις, αναρωτιέσαι αν την ένιωσε αρκετά συχνά (και ξαφνικά το Always on my mind λέει κάτι πολύ πικρό). Αν την ένιωθε και το ήξερες, αναρωτιέσαι εάν η αγάπη σου φώτιζε τη ζωή του όπως η δική τους αγάπη -- αυτόματη, αυτονόητη, αμετάβλητη, αδιαπραγμάτευτη -- έκανε τη δική σου τόσο σταθερή, τόσο ελεύθερη, τόσο πλούσια και λίγο πιο όμορφη.

Η μοναξιά είναι ωραία. Τα αποτελέσματα του πένθους τελικά επιδιορθώνονται, και νέες προσόψεις ξαναχτίζονται, σχεδόν όπως οι παλιές, ίσως λίγο διαφορετικές, κάποτε καινούργιες από την αρχή. Η απουσία της αγάπης είναι η έρημος, το μέσα ερείπωμα.

GatheRate

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2009

Ζήτω ο Δικέφαλος και η 21



Αφιερωμένο στους απανταχού Βάζελους.

Και μια εκτέλεση με τον Αρχηγό Μαύρο Σύννεφο στην κιθάρα

GatheRate

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2009

Μιλάμε για πολλά ναρκωτικά...



Θα ξεκινήσω συνοψίζοντας το συμπέρασμά μου: η στάση μας απέναντι στα ναρκωτικά είναι ξεκάθαρα στάση ηθικού πανικού, οι "κραυγές αγωνίας" μας για τα ναρκωτικά είναι ο βρυχηθμός των εχθρών της ανοιχτής κοινωνίας -- δηλαδή σχεδόν ολωνών μας.

Πρώτα-πρώτα, είναι πια σχεδόν αυτονόητο ότι ο ορισμός 'ναρκωτικό' πρέπει να περιλαμβάνει και τον καπνό, και το οινόπνευμα αλλά και τον καφέ. Ναι, λένε κάποιοι, αλλά κάπου πρέπει να τραβήξουμε μια γραμμή: από 'δω κάτι να ξεδίνεις, από 'κει τα παράνομα. Δε δέχομαι κάτι τέτοιο: από τη στιγμή που βλάπτω μόνον τον εαυτό μου και κανέναν άλλο, ας κάνω και αμόλυβδη 100άρα, ας κάνω και αμίαντο. Αλλά μόνον εμένα (γι' αυτό και προφανέστατα είμαι υπέρ της απαγόρευσης του τσιγάρου σε δημόσιους χώρους).

Εντάξει, θα πει κάποιος, ωραία αρχή αλλά δεν πρόκειται να επιβληθεί σύντομα. Σύμφωνοι. Μέχρι τότε ποια θα είναι όμως τα κριτήρια με βάση τα οποία τραβάμε τη γραμμή;

Αν μιλάμε για αριθμό θανάτων, τότε το κάπνισμα, το οινόπνευμα, τα μπέργκερ, τα κοντοσούβλια, η χλωρίνη, οι μακαρονάδες ντελίβερι, οι μαρς και τα τουίξ, τα αυτοκίνητα, τα βρώμικα και οι τυρόπιτες θα έπρεπε να κηρυχτούν εκτός νόμου αύριο, με το χασίσι και τη μαριχουάνα να περνάνε στη νομιμότητα μαζί με τον καφέ.

Αν μιλάμε για σωματικό εθισμό, ότι δηλαδή πονάς και ξερνάς και στρίβεσαι φρικτά και υποφέρεις για βδομάδες όταν χτυπάς στερητικό, τότε και πάλι το χασίσι, τα τριπάκια και κάποια χάπια και το έκστασυ (νομίζω) πρέπει να νομιμοποιηθούνε, με τις γνωστές ουσίες (κόκα κι ηρωίνη) να παραμείνουν εκείθεν της νομιμότητας.

Φανταστείτε όμως τώρα ότι σκεφτόμαστε ως εξής, όπως σε γενικές γραμμές σκέφτονται όσοι είναι της καταστολής και της απαγόρευσης: με τα ναρκωτικά κολλάς. Όλη η ζωή σου περιστρέφεται γύρω από αυτά. Ο εθισμός σου καταστρέφει τη ζωή. Χωρίς να θέλω να τραγουδήσω παλαιοαναρχικές κορώνες ότι όλη η κατανάλωση είναι έτσι, κι ότι άρα είμαστε όλοι πρεζόνια, έχω τις εξής αντιρρήσεις:

Η μεγάλη πλειοψηφία όσων κάνουν ναρκωτικά δε φαίνεται να κολλάν έτσι, με εξαίρεση την πρέζα βεβαίως: όσους ξέρω να έχουνε κάνει πρέζα, έστω και μια φορά, τελείωσαν. Με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Βεβαίως υπάρχουν άνθρωποι που εθίζονται και καταστρέφονται κι από άλλες ουσίες -- ξεκάθαρα. Από την άλλη πάλι υπάρχουν άνθρωποι που εθίζονται στην πολυφαγία και καταστρέφονται, που εθίζονται στον τζόγο και καταστρέφονται, που τους ρουφάει μέσα η "νύχτα" είτε ως κωλόμπαρα είτε ως σκυλάδικα και πουλάνε την οικογένειά τους κτλ. Και για τα τέσσερα αυτά, έχω περιπτώσεις κοντινών μου ανθρώπων. Ξέρω επίσης για ανθρώπους που τους ρούφηξε το θέατρο ή ο έρωτας και καταστράφηκαν. Με άλλα λόγια, πολλές φορές το ναρκωτικό είναι μόνο η αφορμή.

Ναρκωτικά υπήρχαν πάντα και θα υπάρχουν. Στο κάτω κάτω τι είναι πιο ισχυρό: ένα γάρο ή η ερωτική επιθυμία; ένα τριπάκι ή η καύλα; δυο χαπάκια ή το μεράκι; Πόση τέχνη και πόση δουλειά δημιουργική, επιστημονική ή και απλή πολύτιμη λάντζα δεν έχουνε βγει χάρη σε κάποια ουσία; πόσοι από μας δεν υπάρχουμε γιατί οι γονείς μας ήτανε φτιαγμένοι ή μεθυσμένοι; και πάει λέγοντας...

Ειλικρινά δεν ξέρω με βάση τα κοινωνικά δεδομένα και τις πραγματικότητες της Ελλάδας ποια θα ήταν η σωστότερη πολιτική. Αυτό που θέλω να δω όμως είναι το εξής: η συζήτηση για τα ναρκωτικά να γίνεται με βάση ορθολογικούς όρους, όπως έγινε κάποτε στη χώρα μας η συζήτηση για την αποποινικοποίηση της μοιχείας λ.χ., και να προχωρήσουμε σε κάποια διαχείριση του θέματος χωρίς μεταφυσικού χαρακτήρα υποστασιασμό των ναρκωτικών ως απόλυτου κακού. Άλλωστε, όπως θα σας πει κι ο Χοιροβοσκός, (απόλυτο) κακό δεν υπάρχει, είναι μη ον.

GatheRate

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009

Δύσκολες υποθέσεις

Στα εικοστά μου γενέθλια περίμενα καλά δώρα. Τρελαίνομαι να μου φέρνουν δώρα αλλά ποτέ δεν μπορώ να διαλέξω όταν με ρωτάνε τι δώρο θέλω. Επίσης, από παιδί, μαραίνομαι άμα μου φέρνουνε ρούχα για δώρο. Τέλος πάντων, περίμενα πώς και πώς το δώρο του καλύτερού μου φίλου. Ο άνθρωπος έχει πελώριο ταλέντο στα δώρα. Για να καταλάβετε, για γαμήλιο δώρο μού έφερε ένα τηλεσκόπιο, που είναι με διαφορά το πιο γαμάτο δώρο που μου έχουνε κάνει ποτέ.

Χτυπάει το κουδούνι, και μπαίνει μέσα ο Γιώργος (ας τον πούμε 'Γιώργο': τους μισούς μου φίλους και βάλε τους λένε 'Γιώργο'). Είμαστε τώρα στα εικοστά μου γενέθλια. Η τότε φίλη μου (νομίζω ότι, τόσα χρόνια μετά, αν τυχόν και πάρει χαμπάρι να τη λέω γκόμενα, θα στενοχωρηθεί: ε, κρίμα είναι) είχε ήδη έρθει και μου είχε αγοράσει πιθανότατα τα άπαντα του Σεφέρη, ή την Οδύσσεια στο πρωτότυπο ή δε θυμάμαι κι εγώ πια.

Βγάζει λοιπόν ο Γιώργος από μια τσάντα δισκάδικου το Σαμποτάζ της Πλάτωνος. Πανάκριβο συλλεκτικό κομμάτι τότε, καταργημένο πριν από χρόνια, ένας θεός ξέρει τι πλήρωσε για να μου το αγοράσει. Έτσι λοιπόν σάστισα, έπρεπε να ελέγξω τους μύες του προσώπου για να μη δείξουν απογοήτευση (δεν ξέρω κι εγώ τι περίμενα, αλλά αυτό σας το είπα πριν).

Έβαλα τον δίσκο να τον ακούσω την επόμενη μέρα. Με τσάντισε αμέσως και τον θυμάμαι με αποστροφή. Μια κακοχυμένη Λιλιπούπολη για ενήλικες, σαν τσιριχτά τραγουδάκια για νηπιαγωγείο παλιμπαίδων. Οπερατικές τσιρίδες και πρώιμα σύνθι, ενώ η φωνή του Παλαμήδα μου προκαλούσε αφόρητο εκνευρισμό. Οι στίχοι της Κριεζή, ας μην το συζητήσω, μεγάλη πίκρα. Το 'Πτήση 601 για Βουδαπέστη' ήτανε το μόνο υποφερτό τραγούδι του δίσκου, κι αυτό τέλος πάντων. Ούτε η φωνή της Γιαννάτου δεν ήταν ικανή να χρυσώσει το χάπι ή τέλος πάντων να ζαχαρώσει τον δίσκο.

Έβαλα τον πολύτιμο δίσκο στο βρακάκι και στη θήκη. Τον ξανάκουσα μετά από έξι μήνες. Μετά τον ξανάκουσα μετά από χρόνια. Εντυπώσεις απαράλλαχτες. Μόνο μετά από πολλά χρόνια κατάφερα να πω στον Γιώργο τις εντυπώσεις μου. Τον δίσκο βεβαίως τον φυλάω ακόμη σαν αυγό Φαμπερζέ.

Αυτό λοιπόν δεν είναι ένα ποστάκι για την ιστορική ή αισθητική βαρύτητα του Σαμποτάζ, για το ότι δεν αντέχω το oeuvre της Πλάτωνος ή για τα λάθη της ηχώς ή της νεότητας. Είναι ένα ποστ για πολύτιμα δώρα που δε μας αρέσουνε καθόλου.

GatheRate

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2009

De Micha et Danimarcia meridionali



Ξεκινάμε από εδώ, ένα πρόσφατο κείμενο του Τάκη Μίχα. Ας δούμε ένα προς ένα τα σημεία στα οποία οι Δανοί είναι πιο πολιτισμένο και πεφωτισμένο έθνος από εμάς.

* Οι μαθητές που φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία στη Δανία επιδοτούνται από το κράτος.

* Μια ομάδα γονέων μπορεί να προσλάβει δασκάλους (που πληρώνονται από το κράτος) και να δημιουργήσει το δικό της σχολείο.

Ναι, αλλά η Δανία δαπανά πολλαπλάσια από εμάς στη δημόσια εκπαίδευση.
* Δεν υπάρχει πανεπιστημιακό «άσυλο».
Είναί ωστόσο αδιανόητο για την αστυνομία να εισβάλει σε πανεπιστημιακούς χώρους, εδώ δεν έχουν κάνει ντου στη Χριστιανία, συνοικία της Κοπεγχάγης υπό διαρκή κατάληψη από αντεξουσιαστές, χίπηδες κι άλλα τέτοια στοιχεία, όπου η (παράνομη στη Δανία) φούντα κυκλοφορεί ελεύθερα.
* Δεν υπάρχουν αιώνιοι φοιτητές. Ενας φοιτητής που θα αποτύχει δύο συνεχόμενες φορές στις εξετάσεις θα πρέπει να εγκαταλείψει τη σχολή.

* Οι φοιτητές αγοράζουν τα πανεπιστημιακά βιβλία -δεν τα παίρνουν δωρεάν.

* Δεν υπάρχει ένα πανεπιστημιακό εγχειρίδιο. Υπάρχουν πολλά βιβλία γραμμένα πολλές φορές και σε άλλες γλώσσες (αγγλικά, γερμανικά).
Επειδή οι φοιτητές παίρνουν μεγάλα φοιτητικά δάνεια από το κράτος για να σπουδάσουν με επιτόκιο κάτω του πληθωρισμού, με τα οποία ζουν άνετα. Η αποπληρωμή τους γίνεται για δεκαετίες, με χαμηλή δόση.
* Πολλές φορές οι κενές θέσεις διδασκαλίας στα πανεπιστήμια της Δανίας διαφημίζονται στα διεθνή επιστημονικά έντυπα. Στόχος είναι να προσελκυσθούν τα καλύτερα μυαλά και όχι να βολευτούν τα «φιλαράκια».

* Στόχος του εκπαιδευτικού συστήματος είναι να παράγει άτομα που μπορούν να ανταποκριθούν στις συνεχώς μεταβαλλόμενες απαιτήσεις ενός διεθνοποιημένου περιβάλλοντος -και όχι άτομα έτοιμα να «παρκάρουν» για όλη τους τη ζωή στο Δημόσιο.
Όντως έτσι είναι. Ωστόσο ο συντηρητισμός, η εσωστρέφεια και η επιστημονική αδράνεια και ενίοτε οπισθοδρομικότητα των δανέζικων πανεπιστημίων ξεπερνάει ακόμα και των δικών μας.
* Επιτρέπονται οι μαζικές απολύσεις χωρίς αποζημίωση. Μια επιχείρηση μπορεί να απολύσει από τη μια ημέρα στην άλλη όλο το προσωπικό.

* Οι εργοδότες δεν πληρώνουν εισφορές.

* Οι άνεργοι είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούν μαθήματα μετεκπαίδευσης και να στραφούν προς νέες μορφές απασχόλησης, αν ο κλάδος είναι κορεσμένος. Αν αρνηθούν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα ή αν αρνηθούν να πάρουν τη θέση εργασίας που θα τους υποδείξει το γραφείο ανεργίας, τερματίζεται το γενναιόδωρο επίδομα ανεργίας.
Πάντως είναι δυνατόν να ζήσει κανείς με το επίδομα ανεργίας, πολλοί ζουν. Επίσης, σε περίπτωση (μαζικών) απολύσεων, ο εργοδότης υποχρεούται να πληρώνει τον απολυμένο για έξι επιπλέον μήνες, πριν βγει τυπικά στην ανεργία. Ο άνεργος μπορεί να μετεκπαιδευθεί σε ό,τι κλάδο θέλει (τηρουμένων των παραπάνω) με έξοδα του κράτους, ακόμα και στην ηλικία των 40, λ.χ.
* Η παγκοσμιοποίηση και η ανταγωνιστικότητα των δανικών προϊόντων θεωρείται από όλους η απόλυτη προϋπόθεση για την ευμάρεια της χώρας.

* Οι γιατροί δεν παίρνουν «φακελάκι».

* Οι καθηγητές δεν κάνουν «ιδιαίτερα».

* Οι δημοσιογράφοι δεν δουλεύουν παράλληλα με το ΜΜΕ και σε γραφεία Τύπου υπουργείων ή επιχειρήσεων.
Ναι και ναι και ναι.
* Οι εφοριακοί δεν τα «πιάνουν».

* Οι δικαστικοί δεν λαδώνονται από τα «κυκλώματα».
Βεβαίως και τα πιάνουν, τα παίρνουν, λαδώνονται κτλ., αλλά μόνο για χοντρές δουλειές. Ας πούμε ότι η διαφθορά στη Δανία δεν ασχολείται με ψιλικά.
* Οι πολιτικοί δεν παρίστανται σε μεσαιωνικές τελετές που έχουν ως αντικείμενο τη λατρεία «θαυματουργών εικόνων»!

* Η επιρροή της Εκκλησίας της Δανίας στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας τερματίστηκε περίπου τον 15ο αιώνα.
Η (ευαγγελική λουθηρανική) Εκκλησία της Δανίας επέχει θέση επίσημης εκκλησίας, παρά τη νομοθετικά κατοχυρωμένη ανεξιθρησκία. Συντηρείται από ειδικό εθελοντικό φόρο τον οποίο όμως πληρώνουν ακόμα και οι άθεοι, αφού -- ιδίως στην επαρχία -- θεωρείται ξεφτίλα να τη σκαπουλάρεις από φόρο που συντηρεί ένα στοιχείο της 'ταυτότητάς' σου. Χαρακτηριστική πάντως είναι η λατρεία των Δανών προς το Dannebrog, τη σημαία τους, την οποία αναρτούν με οποιαδήποτε αφορμή, από γενέθλια μέχρι τα Χριστούγεννα.
* Δεν υπάρχουν ούτε στρατιωτικές ούτε μαθητικές παρελάσεις.

* Η Δανία δεν θεωρεί ότι έχει το δικαίωμα να επιβάλλει πώς θα ονομάζονται άλλες χώρες, άλλες γλώσσες ή άλλες εθνότητες. Αν μια χώρα ονομαζόταν «Γιουτλάνδη» (επαρχία της Δανίας) και αν οι κάτοικοί της ισχυρίζονταν ότι προέρχονται από τους Βίκινγκς, οι Δανοί θα το θεωρούσαν πολύ ενδιαφέρον και θα έσπευδαν να εκμεταλλευτούν τις οικονομικές ευκαιρίες που τους παρείχε αυτή η προνομιακή σχέση.

* Το κεντρικό μήνυμα που προσπαθεί να περάσει η διδασκαλία της ιστορίας στα σχολεία δεν είναι τα «επιτεύγματα του Εθνους», αλλά οι αδυναμίες του ανθρώπου.
Γι' αυτό τους αγαπούμε τους Σκανδιναβούς...
* Τα γεγονότα αποκαλούνται με το όνομά τους. Οταν οι Δανοί το 1520, σε εισβολή τους στη Σουηδία έσφαξαν 52 Σουηδούς ομήρους, το γεγονός αυτό αποκαλείται στην ιστορία τους ως: «Το μακελειό της Στοκχόλμης». Δεν αποκαλείται «Η ηρωική άλωση της Στοκχόλμης».

*Στη Δανία, αν διαφοροποιηθεί κάποιος σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν χαρακτηρίζεται «αντιδανός». Στα δανικά η έκφραση «αντιδανός» δεν υπάρχει.
Ναι, αλλά υπάρχει η έκφραση "ξένος", εξίσου υποτιμητική ή επιτιμητική (αναλόγως).
*Στη δημόσια συζήτηση μια άποψη κρίνεται από τα εμπειρικά δεδομένα στα οποία στηρίζεται και όχι από τα «σκοτεινά» συμφέροντα που εξυπηρετεί.

*Ολοι οι νέοι έχουν εγκαταλείψει το σπίτι των γονιών τους και μένουν μόνοι τους όταν κλείσουν τα 18. Δεν μένουν με τη μαμά τους μέχρι τα 40.
Ναι, γιατί παίρνουν χαμηλότοκα δάνεια από το κράτος (και πάλι, με επιτόκιο κάτω από τον πληθωρισμό) για να σταθούν στα πόδια τους. Επίσης, δεν ντρέπονται -- γονείς και παιδιά -- να διεκδικήσουν την ερωτική τους χειραφέτηση, οι μεν από τους δε και αντίστροφα.
*Οι εφημερίδες δεν προσφέρουν CD, διακοπές και αυτοκίνητα για να ανεβάσουν τις κυκλοφορίες τους.
Όχι, αλλά η τεράστιας κυκλοφορίας Ekstra bladet είναι επιπέδου Espresso και Ciao, ενώ έχει αρκετά γυμνά μοντέλα ανά φύλλο για 10 δελτία του Σταρ. Δε χρειάζονται κουπόνια και τέτοια.
*Με τα θέματα που αφορούν τη γερμανόφωνη μειονότητα που διαβιοί στο νότιο τμήμα της χώρας ασχολούνται οι δημοτικές αρχές και όχι η ασφάλεια και οι μυστικές υπηρεσίες.
Ναι, αλλά τους Γερμανούς τους μισούν αβυσσαλέα και θανάσιμα, ενώ οι πόλεμοι εναντίον τους (Τριακονταετής, 1864 και οι Παγκόσμιοι) επέχουν τοτεμική θέση σε πλήθος συζητήσεων: από αυτές που κάνουνε πίνοντας μπύρες, μέχρι τις δημόσιες που έγιναν για το ευρώ -- στο οποίο η Δανία δεν ανήκει από καθαρή ξενοφοβία. Η ξενοφοβία των Δανών είναι παροιμιώδης. Με τους Σουηδούς γείτονές τους έχουν ακόμα μια πολύ μπερδεμένη σχέση, κυρίως τους περιφρονούν (α λα ελληνικά).
*Σε περίπτωση διαζυγίου, ισχύει κοινή επιμέλεια των τέκνων. Για όλα τα σημαντικά θέματα που αφορούν την ανατροφή του παιδιού συναποφασίζουν και οι δύο γονείς και όχι αποκλειστικά η μητέρα.

*Οι Δανοί δεν θεωρούν ότι ο λόγος για τον οποίο έχασαν τον Τριακονταετή πόλεμο εναντίον των Σουηδών το 1625 οφείλεται σε «σκοτεινές ενέργειες» της CIA.
Όχι: φταίνε οι Καθολικοί και οι Γερμανοί, καθώς και οι ίδιοι οι Σουηδοί. Η Δανία έχει δύο ύμνους: τον εθνικό και τον βασιλικό. Το πρωτόκολλο ορίζει ποιος ανακρούεται και πότε. Ο βασιλικός μιλάει για τον βασιλιά Χριστιανό που σπάζει σουηδικά κεφάλια με τη σέσουλα κτλ.

GatheRate

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009

Πώς είπατε, ορίστε;


(κλικ για μεγέθυνση)

Μπορεί κάποιος ειδήμονας ή έστω σχετικός με γλωσσικά και τέτοια να μας εξηγήσει τι λέει το φυλλάδιο από πάνω;

GatheRate

Who shall I say is calling?

Ι.

"Δηλαδή, κάτσε, σου αρέσει τίποτα;"
Η ερώτηση του Φάουστ ήταν αφοπλιστική. (Ναι, αναγνώστη, 'Φάουστ' είναι το πραγματικό όνομα του ανθρώπου, εκπαιδευόμενος συνάδερφός μου είναι.) Τι να του πω. Άρχισα να απαριθμώ πράματα που μου αρέσουν, όπως η Τζούλι Άντριους σ' εκείνο το σπαστικό (ωπ! να το πάλι) τραγούδι:


(Σας προειδοποιώ, το βίντεο είναι έμετ... Καλά.)

Αφού λοιπόν του απαρίθμησα κάμποσα πράματα που μου αρέσουν, με κοίταξε κάπως και μου είπε "οκέι".

ΙΙ.

"Μπα, και τι έγινε, αφού δε συμπαθείς πάρα πολλούς", αποφάνθηκε η συμβία λίγο πριν πάει για ύπνο. Αναφερόταν σε σχόλιό μου για μια ατάλαντη, άφωνη και βαθύτατα αντιπαθητική στην έπαρσή της 'ποιοτική' τραγουδοποιό (καλά, σκάω). Κοκκάλωσα. Δε θα έπρεπε. Όχι. Θα έπρεπε να έχω συνηθίσει πια, να είμαι έτοιμος. "Εννοείς, ανθρώπους;"



"Όχι, όχι: Έλληνες τραγουδιστές." Πάλι καλά.

ΙΙΙ.

Έβλεπα τηλεόραση με τους γονείς μου. Σχολιάζαμε τους δημοσιογράφους: "Δηλαδή όλοι για σένα είναι οφ", είπε ο πατέρας μου με κάποιο στόμφο, αφού η μητέρα μου ήδη την είχε υποστεί την ηθική βλάβη κι είχε πάει στην κουζίνα να φάει κανα φρούτο.



Σκέφτηκα λίγο και βρήκα κάποιους δημοσιογράφους των οποίων τη δουλειά εκτιμώ. Όσην ώρα τους έψαχνα, ο πατέρας μου χαμογελούσε πονηρά. Πάντως, δε θα τους αναφέρω γιατί θα μου πείτε ότι είναι ρουφιάνοι, καραγκιόζηδες, εγκάθετοι, πεμπτοφαλαγγίτες και στο τέλος θα βγει κι ο γκρηγκεϊλολίτας να χρησμοδοτήσει σε δακτυλικούς εξάμετρους, αποκαλύπτοντας με ποιους, με ποιες και με τι παρτουζώθηκαν, φασώθηκαν, τριβαδίστηκαν, διαμηρίστηκαν, κάναν irrumatio και fellatio και frot και trot και fox-trot.

IV.

Κάποτε δεν ξέρω αν αντιπαθώ κάτι ή αν απλώς με κάνει και πλήττω, οπότε απλώς του την έχω φυλαγμένη. Για παράδειγμα, το ποδόσφαιρο. Πλήξη. Σε μια τουαλέτα στο Αντίρριο, βρήκα ένα σλόγκαν για να ντύσω την απύθμενη βαρεμάρα που μου προκαλεί η μπάλα. Εκλογές έρχονται, οι υπερβολές και τα συνθήματα ευδοκιμούν:



Τελευταία φορά που το έκανα, να δω μπάλα δηλαδή, ήταν το επικό 2004. Καθαρά ένεκα των αγελαίων ενστίκτων, καθώς η ομάδα του Όθωνα Ρεχάγκελ εξοντωνε μία-μία τις ποδοσφαιρικές μηχανές των εταίρων. Άγρια αγελαία έξαψη, σαν αυτή που νιώθεις στο Total War και αυτά που παίζει ο Πετεφρής, όταν του δίνεις του ΑΙ και καταλαβαίνει. Ωστόσο, ούτε παιχνίδια παίζω.

V.

Η ωραιότερη ελληνίδα μπλογκού με ρώτησε ποια μπλογκ διαβάζω. Για να σας αποσπάσω την προσοχή, σας ρίχνω την παρακάτω φωτό (δείτε πώς σας κοιτάνε τα άτιμα):



Τι να απαντήσω κι εγώ. Νομίζει πια ο κόσμος ότι το κάνω επίτηδες.

VI.

Μ' άρεσε ο Καρυωτάκης. Δεν εννοώ τώρα τον ποιητή, άλλωστε το είπε ο Εμπειρίκος (ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός):
Το λέγω και θα το ξαναπώ πολλάκις - είναι μεγάλος ποιητής ο Κώστας Καρυωτάκης.
Εννοώ ότι μου άρεσε η τηλεοπτική σειρά της ΕΡΤ 'Καρυωτάκης'. Μου άρεσε και το 'The International' αλλά και το 'Ναι σε όλα'.

Μου αρέσει και η Zooey Deschanel και η Rosario Dawson και η Apollonia Vanova. Μ' αρέσει κι η Uma Thurman, φυσικά.



Θα συνέχιζα, αλλά θα καταντήσω σαν τον χαζοβιόλη τον Manu Chao μ' εκείνη τη μαλακία το me gustas tu (ωπ, να το, πάλι παρασύρθηκα).

VII.

Όπως μου έλεγε κι ο Ρακάσα, αντιλαμβανόμαστε την κριτική του έργου ή των προτιμήσεών μας ανεξαιρέτως ως απαξίωση της προσωπικότητάς μας, θεωρούμε τα θέματα γούστου επιχειρήματα υπέρ ή εναντίον μας. Δε σας αρέσουν τα κεφτεδάκια μου, βέβαια, για τέτοιον άχρηστο μάγειρα μ' έχετε. Δε σας αρέσει η Κική Δημουλά που εγώ λατρεύω (τη σακούλα! τη σακούλα!), με θεωρείτε ηλίθιο και μπαναλισμένο. Και βέβαια άμα σας πω ότι το έχω ρίξει στον Μάλερ και στον Λιστ, θα με πείτε καρασνομπαρία του κερατά και παλιοκουμάσι που ακούει μουσική που ρίχνει τις ωραίες και μυρωμένες γκόμενες που μ' αρέσουν.

Αλλά τι να κάνουμε, έτσι είμαστε οι άνθρωποι. "Ψυχραιμία χρειάζεται", που έλεγε κι ο σοφός παππούς. Κι αν τη χάσετε, μπορείτε να τραγουδησέτε κι αυτό:

GatheRate

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2009

Η Συμφωνία των Παιχνιδιών



Όταν βγήκε ο 984, νομίσαμε ότι έπεσε το Τείχος της Καφρίλας μαζί με του Βερολίνου: νέες φωνές, νέες μουσικές, νέες διαφημίσεις. Αν δεν κάνω λάθος (μάλλον κάνω λάθος και τα έχω κάνει σαλάτα), εκείνη την εποχή άρχισε να σοβαρολειτουργεί και το Μέγαρο, κι άκουγαμε τις διαφημίσεις του και χαιρόμασταν. Μια διαφήμιση (με τη φωνή του απαραίτητου Κωστάλα) είχε κι ένα αποσπασματάκι από τη Συμφωνία των Παιχνιδιών του Λέοπολντ (μπαμπά) Μότσαρτ. Μου είχε κολλήσει λοιπόν το θεματάκι. Δεν ήξερα τι είναι, δεν είχαμε και indernets τότες. Πάνε 20 χρόνια.

Μετά το Μέγαρο το κατέλαβαν και ταμπουρώθηκαν μέσα του ηρωικώς κάτι άμουσα εκτοπλάσματα από το Κολωνάκι, το Κεφαλάρι και την Πολιτεία. Ο 984 έγινε σαν τα μούτρα μας. Το Βερολίνο πήρε τον δρόμο του (βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο, μου λένε) κι εγώ -- που στο μεταξύ είχα ανοίξει πόλεμο με τα τζιν, τα καλσόν κι αυτά που φοράν οι μπαλαρίνες όταν τανύονται στις αίθουσες με τους καθρέφτες όπου μου απαγορευόταν ρητά η είσοδος -- έμεινα με την απορία: εκείνο το κομματάκι ήταν όντως από τη Συμφωνία των Παιχνιδιών;

Τα Χριστούγεννα του 2008 πήγα να πάρω κανα σιντί για τον ανιψιό (όχι τον γιο του ολντ μπόυ, ρε, τον άλλονα). Του πήρα και τη Συμφωνία των Παιχνιδιών. Από εκεί ήταν το κομματάκι τελικά.

GatheRate

Παρδαλή λέξη

Ας ενισχύσουμε όλοι την παρδαλή λέξη.

GatheRate

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2009

Μόνο στην Ελλάδα



Από τότε που έμπλεξα με τα μπλόγκια, υπάρχει μια ατάκα που επιστρέφει σαν τα μπούμερανγκ: όσο πιο δυνατά την πετάμε, τόσο πιο μεγαλοπρεπώς κάνει τον βρόχο της και μας κοπανάει μεγαλοπρεπώς στην καρκάλα: "μόνο στην Ελλάδα".

Ο Ρακάσα έχει συζητήσει επανειλημμένα το θέμα κι έχει εξηγήσει ότι η αντίληψη ότι το χ ή το ψ συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα είναι ένας νεοελληνικός (αλλά όχι αποκλειστικά νεοελληνικός) ακκισμός. Έχει ξανά και ξανά επισημάνει ότι τα νεοελληνικά φαινόμενα μπορούν να γίνουν κατανοητά μόνον αν πάψουμε να κοιτάμε μέχρι το Κιλκίς, την Κέρκυρα και την Αλεξανδρούπολη: αποτελούν συνέπειες φαινομένων και καταστάσεων που, όταν δεν αφορούν ολόκληρη την ανθρωπότητα ή την Ευρώπη, οφείλονται σε πραγματικότητες και συνέπειες ιστορικών γεγονότων που αφορούν μεγάλο μέρος τους.

Η Ελλάδα είναι ένα μικρομεσαίο ευρωπαϊκό κράτος (όπως η Ουγγαρία) με συγκεκριμένη ιστορία μέσα στην Ευρώπη (συγκρίσιμη με λ.χ. αυτή της Ρουμανίας), συγκεκριμένο κοινωνικό παρελθόν (αντίστοιχο αγροτικών κοινωνιών παντού μέσα στον κόσμο που η Ρώμη άφησε πίσω της), ιστορικό πολιτικών συγκρούσεων που είδαμε και στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στην Ιταλία αλλά και στη Γαλλία, καθώς και σχετικές ιδεοληψίες όχι πολύ διαφορετικές ή πολύ περισσότερο έντονες από άλλων κοινωνιών οργανωμένων σε εθνικά κράτη (οι δικές μας, κυρίως εθνικού περιεχομένου, θυμίζουν κάποτε τις πολωνικές). Όλα αυτά θα έπρεπε να είναι πάνω-κάτω κατανοητά.

Γιατί επιμένουμε στο "μόνο στην Ελλάδα", ιδίως στα πλαίσια της κλάψας και της αυτοεκπληρούμενης προφητείας του μειονεκτισμού (σε σχέση με την υπερτέλεια Δύση ή το απαράμιλλο παρελθόν μας). Πιθανότατα γιατί μας δίνει το καλύτερο άλλοθι: μόνον εδώ συμβαίνουν αυτά, άρα πώς να τα πολεμήσουμε, άρα δεν αλλάζουμε. Ακόμα κι όσοι αρνούνται τα ιδεολογήματα περί ιδιοσυστασίας και συνέχειας, παρηγοριούνται να παραμυθιάζονται γλυκά στην ιδέα ότι "μόνο στην Ελλάδα"... Η εσωστρέφεια και η συστηματική ομφαλοσκόπηση εγγυώνται ότι κανείς δε φταίει, αφού έτσι είμαστε και τίποτε δεν μπορεί να γίνει και αφού αυτό είναι το ριζικό της φυλής και ο θεός της Ελλάδος.

Ίσως η μοναδικότητα της (τάχα μου αποκλειστικώς) ελληνικής ασυναρτησίας να μας κάνει να αισθανόμαστε ξεχωριστοί σε έναν κόσμο και σε μια Ευρώπη που δεν μπορούμε να διεκδικήσουμε υπερθετικούς (πια), ούτε καν τους αρνητικούς. Για παράδειγμα, ούτε καν η γεωγραφική θέση μας δεν είναι μοναδική: γεωγραφικά πάσχουμε από τις ίδιες διατάσεις που πάσχουν τουλάχιστον άλλα 5 κράτη μέλη της ΕΕ (χωρίς δηλαδή να πιάσουμε Αλβανία, Δ. της Μακεδονίας, Σερβία, Τουρκία). Δεν έχουμε μονοπώλιο σε τίποτα πια. Ούτε καν στη γλωσσολατρία μας. Πώς να το πω: δε σκίζουμε. Ούτε καν χασέδες. Είμαστε κανονικοί.

Νομίζω ότι, επειδή πλέον έχουμε ξεμπουρνταλιαστεί τελείως με τον ιδεασμό του "μόνο στην Ελλάδα" και στην ενοχική και στην μεγαλομανή εκδοχή του, είναι πια επιτακτικό να καλλιεργηθεί σοβαρά από όσους γράφουν και μιλάνε μια λιγότερο εσωστρεφής και ομφαλοσκοπική θέαση της επικαιροτητας, της ιστορίας αλλά και των πραγματικών προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας.

GatheRate

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009

Ταινίες καταστροφής



Ποτέ δεν κατάλαβα την απήχηση των ταινιών καταστροφής, των ταινιών συντέλειας, των σεναρίων για το τέλος του κόσμου. Περισσότερο φρίκη, ταραχή και ανησυχία μου προκαλούν παρά οποιαδήποτε τέρψη. Ήθελα να γράψω ένα ποστ για το θέμα αλλά νυστάζω.

Απλώς ρωτάω τι ήξεραν οι Μάγια που δεν ξέρουμε εμείς (αυτά περί του μυθικού 2012), άσε που υπάρχει μάλλον ένα λαθάκι στις νοστραδαμιές και τις ημερολογομαντείες: έπρεπε να έχουν τελειώσει όλα στις 10 Ιουνίου.

Η φωτογραφία είναι του Lee Materazzi.

GatheRate

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2009

Η εκδίκηση της παρθένας στα μπουζούκια



(για διευκρινίσεις εδώ).

Δεν έχω δει τη συγκεκριμένη ταινία, η οποία πρόπερσι είχε διαφημιστεί ως "υπερπαραγωγή" και "η πρώτη ελληνική πορνοταινία μετά από χρόνια". Ο τίτλος όμως είναι απολαυστικός, ενώ ο Αγγλοκύπριος πρωταγωνιστής έδωσε πέρσι μια σπαρταριστή συνέντευξη σε κυπριακό περιοδικό λάιφσταϊλ.

Τέλος πάντων, δεν είναι αυτά το θέμα μας. Άλλωστε ο τίτλος μου ήρθε ως απλός συνειρμός όταν άκουσα το αποτέλεσμα των σκέψεων (πώς τον λένε εκείνον τον υπολογιστή; Deep Throat; όχι: Deep Thought) του πρωθυπουργού. Η συλλογιστική της προηγούμενης φοράς που προκήρυξε εκλογές, μόλις πριν δύο χρόνια, ήταν 'απλώς' προσβλητική προς το Σύνταγμα και τη συνταγματική τάξη. Αυτή τη φορά είναι και κωμική: σαν παρθένα αρσενικής φαντασίωσης, από αυτές που τάχα ζητούν να τις τραβάνε, κι ας κλαίνε. Έτσι κι εκείνος σύρεται σε εκλογές γιατί αυτός ο τραμπούκος, αυτός ο ζαμπόνηρος μακιαβελικός ταλλεϋράνδος, ο πανίκανος Γ.Α.Π. τον τραβάει από την αμόλευτη κοτσίδα καθώς η τίμια εμπριμέ φούστα του σκίζεται πάνω στα χώματα και τις πέτρες του Βούθουλα. Γιατί δε μας λέει ότι προτιμάει να βγάλει 120 βουλευτές, αντί για 100 τον Μάρτιο; Θα ήταν εξίσου κυνική καταστρατήγηση των συνταγματικών επιταγών περί πρόωρων εκλογών, αλλά πιο ειλικρινής. Θα μπορούσε επίσης να κήρυσσε πόλεμο στην Τουρκία, που μας στέλνει ακόμα λαθρομετανάστες ("να φύγετε, λαθρομετανάστες, να πάτε αλλού"): θα υπήρχε πραγματικό εθνικό θέμα έτσι.

Κι ας γίνω ακόμα πιο κακεντρεχής: η τρομακτικά ανίκανη και συστηματικά διεφθαρμένη διακυβέρνηση της χώρας από τον Μίστερ Νιντέντο δε συγκρίνεται με αυτή του τρισκατάρατου Σημίτη, του απαίσιου Τάπερμαν που όλοι (σχεδόν όλοι) έβριζαν και μπινελίκωναν με αφοσίωση και μανία. Πράγματι, στη θέση διεφθαρμένων έχουμε διεφθαρμένους και ανίκανους, στη θέση αμερικανόδουλων έχουμε αμερικανόδουλους που δε ζητάν ανταλλάγματα από τον αφέντη τους, στη θέση κυνικών έχουμε ανόητους κυνικούς. Επίσης, πολύ φοβάμαι ότι μια πιθανή κυβέρνηση Γ.Α.Π. απλώς θα προσθέσει νέες συναρπαστικές παραμέτρους στα παραπάνω, κατεβάζοντας τον πήχυ των αλμάτων εις βάθος του Νιντέντο ακόμα πιο βαθιά. Και μην ποντάρετε στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α.

Κοινώς: δε σας άρεσε ο Σημίτης, ε; Ε...

Στο μεταξύ φοβάμαι πολύ. Αλλά σταματάω εδώ, αφού θα βγει ο ολντ μπόυ να πει πάλι ότι τα πράγματα δεν είναι συνήθως τόσο άσχημα όσο φοβόμαστε. Σωστά. Καμμιά φορά είναι χειρότερα.

GatheRate

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2009

Ένα μεγάλο φωτεινό καλοκαίρι

εξαπτέρυγα, πολυόμματα, μετάρσια, πτερωτά



Διακοπεύοντας στα νησιά και βολτάροντας στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου με τη Μικρή Ολλανδέζα, μου έλεγε πόσο πολύ την εντυπωσιάζει το κοφτερό, καθαρό και κάποτε συντριπτικό μεσογειακό φως. Εγώ, ως γνωστόν, προτιμώ το λοξό και διαυγές φως της πατρίδας της, ή μάλλον των ζωγράφων της πατρίδας της, που διασώζει κι αναδεικνύει τα χρώματα. Τέλος πάντων, δείχνοντάς της την Αθήνα και το νησί, είχαμε πολλές ευκαιρίες να τυφλωθούμε από το φως. Όταν τυφλώνεσαι από το φως, καμμιά φορά τα βλέπεις όλα μαύρα (άλλωστε έτσι ξεκινάει κι ο Ήλιος του θανάτου του Πρεβελάκη), καμμιά φορά βλέπεις κύκλους και σχήματα άυλα ή σιλουέτες ασώματες. Σαν αγγέλους δηλαδή, αλλά όχι τους άφυλους νεαρούληδες αγγέλους της δυτικής εικονογραφίας, παρά όντα όπως τα Σεραφείμ και τα Χερουβείμ: εξαπτέρυγα, πολυόμματα, μετάρσια, πτερωτά -- κι ελάχιστα ανθρωπόμορφα. Όπως οι Θρόνοι, άγγελοι πολυόμματοι με μορφή πύρινων φτερωτών τροχών στο όραμα του Ιεζεκιήλ.

*

Ρε, Λα, Σι ύφεση, Λα

Όταν είσαι σπίτι σου ακούς αυτό που θες. Όταν βγαίνεις στις καλοκαιρινές εξόδους ακούς αυτά που θέλει κάθε άσχετος που νομίζει ότι είναι ντιτζέι. Τουλάχιστον, αντίθετα με τους άσχετους που αυτοπροσδιορίζονται ως μπάρμαν αλλά δεν ξέρουν ούτε σφηνάκια τεκίλας να βάλουν, από τους ατζαμοντιτζέι δεν κινδυνεύεις. Συνήθως.

Φέτος ακούσαμε πολύ αυτό



που είναι καλύτερο από αυτό. Επίσης, ένας (καλός) ντιτζέι στο μπαρ Μύλος μας υπενθύμισε ότι η γενιά μας γνώρισε πρώτα την παρακάτω εκδοχή του Passenger, πριν από αυτή του Iggy Pop.



Στο σπίτι ακούγαμε κι αυτό.

*

Μουσείο, μουσείο, μουσείοοοο

The most obvious shot

(Διαβάστε πρώτα αυτό).

Το νέο μουσείο με ενθουσίασε. Είδα την κόμη των Καρυάτιδων. Είδα τα αγάλματα να αιωρούνται (όπως το είχε θέσει ο Αθήναιος), να μετεωρίζονται, να μεταρσιώνονται. Είδα έναν υπέροχο χώρο (κι εδώ διαφωνώ με τον Rakasha), έναν εσωτερικό χώρο συνεπή και συναρπαστικό, ελεύθερο και χωρίς αυστηρές διαδρομές, που οσμώνεται ιδανικά με την πόλη και το έξω (χάρη στα πλεξιγκλάς και το γυαλί). Είδα στην αίθουσα του Παρθενώνα το μέγεθος και τη φύση της λεηλασίας της ζωφόρου, αντεπιχείρημα σε όσα έλεγα πριν λίγο καιρό, αν και συμφωνώ με τον Rakasha (και τον εαυτό μου στο εν λόγω ποστάκι) ότι "τα μάρμαρα, Ελγίνεια και μη, θα είχαν νόημα μόνο πάνω στον Παρθενώνα - χωρισμένα από το σώμα του, διάσπαρτα στο χώρο ,δεν προσφέρουν στον επισκέπτη ούτε καν μια αποσπασματική εικόνα του όλου: είναι παντελώς ακατανόητα." Πρόκειται πάντως για ένα πραγματικά μεγάλο και, επίσης, όμορφο μουσείο.

*

Πυρετός στο Μπουρνάζι



Είχα να πάω στο Μπουρνάζι από το 1991, από το οποίο είχα περάσει με μια κοπέλα από την Πετρούπολη, η οποία το περιφρονούσε. Εμένα, τώρα το 2009, απλώς με σοκάρισε. Νόμιζα ότι ο Κορυδαλλός είναι επαρχία μέσα στο Λεκανοπέδιο. Αν είναι έτσι, τότε η πλατεία με τα κουλομάγαζα στο Μπουρνάζι είναι η λαρισαϊκή εκδοχή του Βέγκας. Του Λας Βέγκας. Ένας κόσμος τόσο ξένος από την Αθήνα που ξέρω, όσο η Πολιτεία από τα Πατήσια. Η αντίφαση, που λέγαμε. Και η Κύπρος ως το όνειρο το μέσου Έλληνα, επίσης.

GatheRate

Τρίτη 25 Αυγούστου 2009

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2009

Everything burns, everyone screams

Νομίζω ότι τα τελευταία δύο χρόνια (από την Ηλεία και το Βατοπέδι και μετά, μέχρι και την πανελλήνια έκρηξη του Δεκέμβρη) πρέπει να έπεισαν και τους πιο αισιόδοξους ότι δεν υπάρχει περίπτωση συλλογικού κινήματος στην Ελλάδα: αδιαφορούμε εντελώς για τον δημόσιο χώρο και τον δημόσιο βίο πέρα από τα όρια της οικογένειας και του σπιτιού μας, η διαφθορά έχει εκλαϊκευτεί και εξυπηρετεί τους πάντες -- πλην εκείνων των λίγων που δεν έχουν ακόμα μπει στο κόλπο, οι πεποιθήσεις μας (αριστερές και δεξιές) παραμένουν προσκολλημένες στις κάθε λογής νομιμοφροσύνες.

Δυστυχώς, ο Τύπος μας φαίνεται να ζει στη άλλη, την Άνω, την ιδεατή Ελλάδα του Ελύτη. Μιλάνε για τις φετινές φωτιές με όρους οικολογικούς και καλαισθητικούς. Δεν ξέρω πού ζούνε όλοι όσοι τα λένε και τα γράφουν αυτά ή μάλλον δεν ξέρω ποιες νέες αναδυόμενες νομιμοφροσύνες προσπαθούν να υμνολογήσουν: αφού οδήγησαν μια ολόκληρη γενιά στην απαξίωση του αστικού τοπίου ως τσιμεντούπολης, κουτιών και άλλων τετοιων ανοησιών, η συντεχνία των δημοσιογράφων και των συν αυτοίς διανοητών παριστάνουν τώρα τις παρθενομάρτυρες του περιβάλλοντος και του ελληνικού δάσους.

Είναι πασιφανές για όποιον έχει κάποια αντίληψη κι έχει περάσει έστω και 10 μέρες από τη ζωή του έξω από τον Δακτύλιο ότι για τον Έλληνα η γη δε χάνει ποτέ, ότι τα δάση είναι γη μη καλλιεργήσιμη (άρα φύρα) και ότι μπορεί να αποφέρει κέρδος είτε ως καλλιεργήσιμη γη είτε ως φιλέτα για να χτίζει τη σπιταρώνα του ο κάθε λεχρίτης και το εξοχικό του ο κάθε σπιτόλαγνος φτωχομπινές. Άλλωστε, έτσι συμπεριφέρονται και οι δημόσιοι οργανισμοί της χώρας: με τις ευλογίες τους μετατρέπονται οι ανοιχτοί χώροι εντός των πόλεων σε μωλ και βίλατζ κι έτσι 'αξιοποιούν' τους χώρους χτίζοντάς τους.

Να το πω λιανά: η γη για την πλειοψηφία των Ελλήνων δεν είναι περιβάλλον, δεν είναι φυσική ομορφιά, δεν είναι το μέλλον των παιδιών του. Είναι περιουσιακό. Τους εμπρησμούς τους κάνουν οι ντόπιοι, οι τοπικές κοινότητες (και με την ανοχή και τη σιωπή τους). Δείτε έναν χάρτη των εμπρησμών τα τελευταία 20 χρόνια και αναρωτηθείτε: cui prodest? Οι "οικοπεδοφάγοι" του παπανδρεϊκού καταγγελτισμού δεν είναι εξωγήινοι, ούτε Τούρκοι, παρά ντόπιοι που θέλουνε να δώσουν αξία στη γη τους, τη γη που "παράλογα" και "ακατανόητα" το κράτος χαρακτηρίζει δασική περιοχή και δεν τους αφήνει να πλουτίσουν από αυτή.

Να το πω κι αλλιώς: ένας λαός με ανύπαρκτη αντίληψη δημόσιου χώρου, που γλείφει τα πατώματά του με χλωρίνες και πετάει τα σαρίδια στη δημοσιά και τα μπάζα στον γιαλό, ένας λαός που αυτοκτονεί από καρκίνο γιατί βάζει πενταπλάσιες δόσεις φυτοφάρμακα (μπας και πάρει και τρίτο αμάξι χωρίς δάνειο), ένας λαός που ψάχνει το κράτος όταν δεν τον ψάχνει το κράτος και ο οποίος διαβιώνει με μαύρα κατάμαυρα λεφτά (γι' αυτό ακόμα δε μας άγγιξε η κρίσ') χέστηκε για τα καημένα τα ελαφάκια, για τη διάβρωση (που θα τον πνίξει), για τα θλιβερά αποκαΐδια και για την επερχόμενη ερημοποίηση.

Εσύ, hypocrite lecteur, mon semblable, mon frère, τι θα προτιμούσες: 50 στρεμματα σκίνα και πουρνάρια ή -- άντε -- πευκάκια με κουνάβια κι αλεπούδες (που σου τρώνε τις κότες) ή 50 οικοπεδούμπες φιλέτο;

GatheRate

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2009

Προσβολή

Η έννοια της προσβολής αποτελεί μια βασική, αν όχι θεμελιώδη, έννοια που κατέχει κομβικό ρόλο στις συζητήσεις για τα κοινά, την κοινωνία και την πολιτική τα τελευταία 30 ή τόσα χρόνια. Οι συζητήσεις περί του τι προσβάλλει ποιους, ιδίως όταν όσοι εισπράττουν την προσβολή ανήκουνε σε μειονότητες, έχουν αποκτήσει κεντρική θέση στη χάραξη πολιτικών σε επίπεδο όχι μόνο κεντρικού σχεδιασμού αλλά και τοπικό. Αφήνω λοιπόν εδώ στην άκρη μικροπολιτικές ποτεμκιανές κωμικότητες όπως το θρυλούμενο κουκούλωμα του αγάλματος του Κολοκοτρώνη μπροστά από την Παλιά Βουλή όταν επισκέφτηκε την Αθήνα ο Ινονού ή ο Μεντερές ή δεν ξέρω ποιος Τούρκος πρωθυπουργός.

Στο θέμα μας: έχουμε ακούσει λ.χ. για λαϊκό εορτασμό των Χριστουγέννων επειδή η φάτνη προσβάλλει τους άθεους ή τους μουσουλμάνους ή τους ισραηλίτες. Έχουμε γίνει μάρτυρες ενεργειών περιστολής της ελευθεροτυπίας και της ελευθερίας του λόγου γιατί προσβλήθηκαν μειονότητες εθνικές, θρησκευτικές ή φυλετικές.

Η απορία μου, γνήσια απορία με την οποία θέλω να ξεκινήσω έναν κάποιο διάλογο, είναι η εξής. Δεδομένου ότι οτιδήποτε είναι δυνατόν να προσβάλει κάποιον, δε θα ήταν σκόπιμο η προσβολή να καταγγέλλεται (και να διώκεται ενδεχομένως) μόνον όταν υπάρχει πρόθεση προσβολής; Η πρόθεση προσβολής δεν είναι τόσο δύσκολο να διαπιστωθεί όσο θα νόμιζε κανείς (σε πολλές χώρες υπάρχει το νομικό πλαίσιο για να καταθέτουν οι πραγματολόγοι στα δικαστήρια σε τέτοιες υποθέσεις). Και στο κάτω-κάτω, σε κάθε άλλη περίπτωση, η πρόθεση (ή η απουσία της) μπορεί να ξεχωρίσει την ηθικά μεμπτή από την ηθικά ουδέτερη πράξη.

Αυτές οι λίγες και απλές σκέψεις, περισσότερο απορίες, δηλαδή.

GatheRate

Τρίτη 18 Αυγούστου 2009

Ο Sraosha πάει στις μαργαρίτες

Δε γίνεται να είσαι και ευαίσθητος και κουλ. Αυτό για αργότερα.



Αγαπώ πολύ τη Δυτική Ελλάδα. Γύριζα πάλι από εκεί και κοιτούσα έξω: εγκαταλελειμμένοι σιδηρόδρομοι, εγκαταλελειμμένες αποθήκες, εγκαταλελειμμένες (;) σήραγγες, εγκαταλελειμμένα εργοτάξια, εγκαταλελειμμένα χωριά: χρήματα του ελληνικού λαού πεταμένα. Ωραίες ανεμογεννήτριες, όλο χάρη, από τα όμορφα πράγματα που η τεχνική μας θα αφήσει στα τοπία του μέλλοντος. Διοχέτευση κυκλοφορίας μέσα από δρόμους χωριών. Κάποια νέα έργα. Οι προκλητικές πινακίδες που προειδοποιούν για επικινδυνότητα στο κομμάτι Κιάτο-Ρίο της κατάπτυστα στενής αλλά πανάκριβης "εθνικής" οδού, αν και άρχισαν κάποια έργα κι εκεί. Ορδές Σαλονικιών παντού λόγω της Εγνατίας: πολύ μεγάλο έργο, εκτός αν είσαι αρκούδα στα βουνά. Τσιγγάνοι και χαζογκομένια αμφότερων φύλων με σινιέ γιαλούμπες. Ασυνάρτητα ΚΤΕΛ και χρόνια έλλειψη σιδηροδρόμου. Η αντίφαση -- όχι η 'αντίθεση' -- ως η ουσία της Ελληνικής 'εμπειρίας'. Και πολλών άλλων 'εμπειριών', βεβαίως.



Με πολλούς από εσάς έχω γίνει οικογένεια σχεδόν. Μέχρι και το μυστηριώδες καρχαριοειδές, τον Κύριο Φώλιο, γνώρισα. Λαμπρός κι εξαίρετος νέος, μακάρι να ήμουνα σαν κι αυτόν στα νιάτα μου. Σ' εσάς που ρωτάτε είτε γιατί δε γράφω είτε γιατί σας έγραψα, υπενθυμίζω: γράφω μπλογκ κυρίως για αναψυχή, για να ξεσκάσω. Όπως το ψυλλιάστηκε κάποτε ο πατέρας μου: "όσο πιο πολλή δουλειά έχεις, τόσο πιο πολύ χαζεύεις, ε;" Όσο για τους φίλους μου, προτιμώ να τους βλέπω παρά να τους γράφω. Οπότε, πολλές φορές νομίζουν ότι τους γράφω γιατί, λ.χ., τσαντίστηκα ή πικαρίστηκα ή δεν ξέρω τι. Καμμία σχέση.



Το καλοκαίρι για μένα είναι η εποχή που έρχομαι αντιμέτωπος με τους φόβους μου. Φέτος το καλοκαίρι δούλεψα περισσότερο από άλλες φορές, οπότε οι αναμετρήσεις ήταν εντονότερες και πιο ποδοσφαιρικές. Κάποτε έβλεπα μέχρι και όνειρα ότι δικαιωνόμουνα σε πολυετείς διενέξεις: ξέρετε τι ονειρεύεται ο πεινασμένος.



Όσο πιο πολύ μεγαλώνω, τόσο περισσότερο παραδίνομαι στη συμπόνοια (για τους ανθρώπους) και στην κόπωση (από τους ανθρώπους), σχεδόν ντοστογιεφσκικά. Αντιφατικά. Συμπόνοια: μου είναι πια πολύ δύσκολο να πω "τα 'θελε ο κώλος του", "ας πρόσεχε", "ωχ μωρέ καημένε", "μεγάλο παιδί είναι, 61 χρονών γυναίκα" κτλ. Κόπωση: μου είναι πια πολύ δύσκολο να κάνω χατήρια δεξιά κι αριστερά, να οχυρώνομαι πίσω από τη θρυλική καρτερία μου (ναι, στο μπλογκ βγάζω το άχτι μου και ψυχοθεραπεύομαι) για την κάθε μαλακία του κάθε κακομαθημένου. Δεν είμαι κουλ. Με νιάζουν οι άλλοι, κι όχι μόνο ως προς το ποια είναι η γνώμη τους για μένα. Με νιάζει αν είναι καλά, αν έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου γι' αυτούς. Αν ήμουνα γιατρός (αν), θα πήγαινα γοργά στα θυμαράκια.

Δε γίνεται να είσαι κουλ και να είσαι και ευαίσθητος. Δε γίνεται να είσαι ακέραιος και να είσαι μόνο ηδονιστής. Αυτό σάς το λέει ένας ηδονιστής.

GatheRate

Τρίτη 4 Αυγούστου 2009

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2009

Νησιωτικά συμπλέγματα του Sraosha



Ι

Τα ρατσιστικά αντανακλαστικά είναι απολύτως φυσιολογικά. Όπως η λειτουργία της αφόδευσης. Και τα δύο εξυπηρετούν αναγκαίες λειτουργίες του οργανισμού μας: την ταύτιση με την οικογένεια, το κλαν, τη φυλή και την απέκκριση των υπολειμμάτων της πέψης. Όπως ακριβώς και με τις αφοδεύσεις μας, είναι τελικά αδιανόητο να πασχίζει κανείς να καταστείλει τα ρατσιστικά αντανακλαστικά του, όπως είναι σπατάλη σκέψης να αισθανόμαστε άσχημα γι' αυτά. Και τα σκατά και τα αντανακλαστικά είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης. Ακριβώς όμως όπως οι αφοδεύσεις μας, τα ρατσιστικά αντανακλαστικά πρέπει να παραμένουν ιδιωτική υπόθεση -- αυτό μέχρι και τα ζωάκια το ξέρουν. Στην καλύτερη περίπτωση, ρατσιστικά αντανακλαστικά και εκκενώσεις του εντέρου θα μπορούσαν να αποτελέσουν υλικό για κακόγουστο χιούμορ. Έως εκεί.

Ρατσισμός δεν είναι να αισθάνεσαι εκνευρισμό στη θέα του ευλαβούς μουσουλμάνου που προσεύχεται, αποστροφή για τη βουτυρώδη απλυσιά του Βρετανού, φόβο στην όψη του ψηλού και δυνατότερού σου Αφρικανού, τσαντίλα από την προφορά του Αμερικάνου, αναγούλα στη σκορδίλα του μεσογειακού, φρίκη για τα κατατρυπημένα κορμιά των τροφοσυλλεκτών ή των ροκάδων, αηδία για τα μη φασκιωμένα πόδια του νοτιοασιάτη το καλοκαίρι, θυμηδία για τον προσεκτικό και στεγανό πουριτανισμό του Κορεάτη, πονοκέφαλο από τις ξένες μουσικές, περιφρόνηση για τον γενικευμένο ευνουχισμό του χριστιανού και την τυπολατρία του Εβραίου. Ρατσισμός είναι να προσπαθείς να μεταφράσεις αυτά τα αντανακλαστικά σε στάση ζωής, σε πεποιθήσεις, σε αξιολογικές κρίσεις και σε ιδεολογία. Πολύ περισσότερο, να τα μεταφράζεις σε πολιτική: προφανέστατα, πρόκειται για πολιτική του απόπατου.

Άλλωστε από τα ανθρώπινα κόπρανα ούτε λίπασμα δε γίνεται.

II

Για την ακτοπλοΐα μας έχω ξαναγκρινιάξει, για ένα από τα βαπόρια της Σκιάθου συγκεκριμένα. Για να μιλήσω λίγο πιο προσωπικά, σιχαίνομαι τα βαπόρια. Κατάστρωμα, ας πούμε: η λεπτή στρώση ντίζελ κι αλμύρας που σε καλύπτει και σε παστώνει σαν στάχτη του Βεζούβιου, τα άβολα παγκάκια ή η λαμαρίνα πάνω στα οποία μάταια προσπαθείς να κοιμηθείς, ο καταπιεστικός αγέρας που σου φέρνει σκουπίδια κι αποτσίγαρα και -- κάποτε -- την ξερατίλα στομαχιών πιο ντελικάτων από το δικό σου. Μέσα: τα σεντόνια και τα σλίπιν μπαγκ πάνω στις μοκέτες και στα κλιμακοστάσια με πάνω τους όσους κυλιούνται και κοιμούνται, οι τηλεοράσεις στο τέρμα για τους άυπνους, η μπόχα του καθενός συντηρημένη από τον κλιματισμό, οι ανεκδιήγητες αεροπορικές θέσεις...

ΙΙΙ

Το ιερό και πανσέβαστο κυκλαδικό τοπίο, το οποίο οφείλουμε να προσκυνούμε ομοθυμαδόν, είναι αποτέλεσμα καταιγιστικής αλλά μακραίωνης οικολογικής καταστροφής, επανειλημμένων αλώσεων. Όπως τα καταπράσινα λιβάδια της Ευρώπης και της ανατολικής Βόρειας Αμερικής, το γέννησε η συστηματική και άλογη αποψίλωση. Στην περίπτωση των Κυκλάδων, κατόπιν επέπεσαν και η ανομβρία και οι κατσίκες, που έφεραν τη διάβρωση και τις συνέπειές της.

Μετά από αιώνες, κατά τους οποίους γενιές αγροτών επίμονα και σχεδόν ατελέσφορα μοχθούσαν πάνω στη χέρσα κι άδεντρη κι άθαμνη γη, ο ιεροφάντης Ελύτης μετέφρασε τα νεκρά βράχια των Κυκλάδων σε μυστικά τοπία, σε πεδία αυτοσυνειδησίας, στα στοιχεία που συνθέτουν την Ελλάδα, στα κόκκαλά της τα ιερά, εξορίζοντας ολόκληρη την ηπειρωτική και την υπόλοιπη νησιωτική Ελλάδα σαν εικόνα, σαν τοπίο και σαν αίσθηση στη σφαίρα του συμβάντος, του επιμέρους, του καθέκαστου. Έτσι η Ελλάδα έμεινε να φαντάζει σκέτο κόκκαλο, ένα σκέλεθρο που το λευκαίνει τερατωδώς ο φρικτός ήλιος το καλοκαίρι και το γδέρνουν αγέρηδες υγροί το χειμώνα.

Κάπου στο μεταξύ κατέφθασαν οι ιδεαλιστές ταξιδιώτες, ο Λεκορμπυζιέ και δαύτοι, που στις Κυκλάδες έβρισκαν σε αφθονία γυμνά τα τρία από τα τέσσερα εμπεδόκλεια στοιχεία, και χαιρόντουσαν σφόδρα. Προφανώς δεν είχανε δει ακόμα τα άψυχα βουνά του φεγγαριού, τις πεθαμένες κοιλάδες του Άρη, ή -- πιο κοντά μας -- τη Σαχάρα, τη Γκόμπι, την Καλαχάρι, τους παγωμένους χερσότοπους της Ανταρκτίδας. Δεν είχε ντοκυμαντέρ τότε, πού να τα δούνε όλα αυτά. Τους μοντερνιστές τους μάγευε το στοιχειακό και το στοιχειώδες και οι καθαρές επιφάνειες: βρήκαν και τα τρία στις Κυκλάδες σε αφθονία.

Μετά πλακώσαν οι τουρίστες. Πρώτα άπλυτοι και σε αναζήτηση μυκήτων και ουρολοιμώξεων (μικρό τίμημα για την προσωρινή σεξουαλική απελευθέρωση και την ψευδαίσθηση ότι συγκροτούσαν κοινότητες προπτωτικών τροφοσυλλεκτών), μετά όλη η σάρα και η μάρα που ήθελε να φέρει μαζί της την πόλη αλλά όχι τη δουλειά, να γευτεί κι αυτή έναν ερζάτς ηδονισμό και να δώσει ζωή στις ταβέρνες. Άλλωστε, μη λησμονείτε: ο πολιτισμός μας κολυμπάει για αναψυχή μόλις 90, άντε 100, χρόνια. Τσιμπούσια κάνει επί χιλιετίες.

Στις αρχές του εικοστού πρώτου, οι Κυκλάδες -- με εξαίρεση τα τρία κοσμήματα της Σαντορίνης, της Σύρου και της Νάξου (η καθεμιά κόσμημα με τον τρόπο της) -- είναι όλες απαράλλαχτα κατάξερες και χέρσες, με παραλίες μέτριες ή δυσπρόσιτες ή και τα δύο, με χώρες ταυτόχρονα παρατημένες και πηγμένες, εξίσου αδιάφορες και γραφικές (με την κακή έννοια), όλες γεμάτες μαγαζιά που πουλάνε αλυσίδες, φουλάρια, σαλβάρια, τσαγκλιά και τσουμπλέκια ή που νοικιάζουνε μηχανάκια.

Πάντως, εκτός από τα τρία κοσμήματα, προσωπικά θυμάμαι με αγάπη και την Τζια και την Τήνο και την Ίο. Εκεί που τελειώνει η φρόνηση αρχίζει η αγάπη, υποθέτω. Και καλά κάνει.

ΙV

Τα μικρά και σχετικά απομονωμένα νησιά προσφέρονται για διακοπές υψηλού ρίσκου.

Κουβάς: κάποιες φορές, πέφτεις στα νύχια άπληστων χωριατών που περιμένουν τη σύντομη σαιζόν για να αποστάξουν από πάνω σου και το τελευταίο σου ευρώ με άθλια υπερτιμημένα δωμάτια, ζωοτροφές στην τιμή τρούφας, ποτά μπακάλικου για 15 ευρώ.

Κέρδος πέρα από κάθε φαντασία: κάποιες φορές σε υποδέχονται πραγματικά φιλόξενοι και φιλικοί άνθρωποι που ασχολούνται μαζί σου λες και σε ήξεραν καμμιά δεκαετία, ενώ μέσα σε 2-3 μέρες καταλήγεις να γίνεις μέλος μιας μεγάλης παρέας που κάνει πραγματικές διακοπές. Ε, άμα είναι καλό και το φαγητό, ακόμα καλύτερα.

Το ρισκάρεις όμως; Ε, είναι θέμα χαρακτήρα.



(Η φωτό του Andrew Pashis από εδώ.)

GatheRate

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2009

Το φύλο του τοπίου

"From the balconies of the rooms anyone can see the first sun rays which are holding up from the saronic cunt."

hotel cokkinis.

*
[Μέσω Phaedra Boukouras στο φέησμπουκ ]
*

GatheRate