Ένα
Τέσσερις Ιανουαρίου 2012. Είμαι σε ένα ταξί και πάω στον Κρητικό στο Χαλάνδρι. Ο ταξιτζής άκουγε Μπλάκμαν, το χαμήλωσε μόλις μπήκα. Ήταν ωραία μέρα, μέρα χαράς. Του είπα να το δυναμώσει. Ακούγαμε κλαρίνα. Μιλήσαμε για τον Μπλάκμαν, τα τσάμικα, τα νησιώτικα. Είπαμε για τα ποντιακά. Του είπα ότι με ζαλίζουν, μου είπε ότι του αρέσουν οι ποντιακοί χοροί. Μου είπε ότι, αν και Μωραΐτης, του αρέσουνε τα κρητικά. "Έχουν ωραίες κουβέντες", μου λέει. "Ακούς ωραίες κουβέντες". Ναι.
Δύο
Κάθομαι στον καναπέ. Έρχεται το θαύμα. Ακούω το Benedictus από τη Missa Solemnis. Τα μάτια μου πλημμυρίζουνε δάκρυα. Δεν είχα ξανακλάψει από χαρά, δεν έχω ξανακλάψει από χαρά.
Τρία
Κουβαλάω την παραγγελία με τα κινέζικα στο σπίτι. Οι μικροί θεοί, οι Λάρητες, του iPod ρίχνουνε το Paradise Circus. Κι ευθύς ακούω μέσα στο κεφάλι μου "το 'ξερα! το 'ξερα!". Γνώση, λοιπόν. Γλυκός καρπός. Με όποια έννοια κι αν τη δει κανείς.
Τέσσερα
Κάθομαι στην κουζίνα της Ζωοδόχου Πηγής. Ακούμε με την τότε κοπέλα του κολλητού μου τη Ρωμαϊκή Αγορά. Φοιτητές ήμασταν, η δεκαετία του '90 ήτανε, τι να ακούμε κι εμείς. Πέφτει αυτό. Το ακούμε. Ρωτάω "γιατί τον πάνε τόσοι; δεν έχω καταλάβει" (πάντα χαζούλης, πάντα μέσα στον συνειρμό και χαμένος στα όνειρά μου -- και στους εφιάλτες μου). "Μα γιατί είναι πεθαμένος", απαντάει η Σ. "Το φέρετρό του το πάνε έξι." Παθαίνω. Έκτοτε τα δαιμονικά βιολιά του τραγουδιού επανέρχονται με πειθαρχημένη περιοδικότητα.
Πέντε
Αίγινα, οδός Λέκκα, Friedrichstrasse, σε μπαρ στα Εξάρχεια, στο iPod ενώ σκέφτομαι ό,τι σκέφτομαι -- κι αλλού, κι αλλού: Getting away with it (all messed up). Αυτό το κλείσιμο ματιού, αυτός ο ύμνος όσων τρώνε την τούμπα, σηκώνονται, ξεσκονίζονται, κοιτάνε τον γδαρμένο αγκώνα, το λεκιασμένο παντελόνι, νιώθουν τον καρπό που έκοψε την πτώση να πονάει και λένε "εντάξει". Και τελικά, εντάξει.
Έξι
Καμμιά φορά η ψυχική υγεία σου εξαρτάται από μια ενορχηστρωτική επιλογή κάποιου ποπ παραγωγού, όπως σε αυτήν την περίπτωση. Άλλοτε κάτι σαν παιδικό τραγουδάκι, επαναληπτικό και κομματάκι σπαστικό, σε γεμίζει Χαμόγελο όπου και να το ακούσεις, σου υπενθυμίζει ότι η απελπισία είναι αμαρτία (για τους Καθολικούς, αλλά τέλος πάντων) κι ότι δε χρειάζεται άγχος: το κλειδί θα γυρίσει στη μαγκωμένη κλειδαριά μόλις χαλαρώσει ο καρπός σου και δώσει τον γύρο. Και όχι, εδώ δεν υπάρχει σεξουαλικό υπονοούμενο.
Εφτά
Δύο χιτάκια έχει βγάλει ο Black. Έγραψε τον δίσκο μετά από ανείπωτες δυστυχίες: σκοτώθηκε η γυναίκα του, χρεοκόπησε κτλ. Το ένα λέγεται Wonderful Life και δε μου αρέσει, το άλλο λέγεται Everything is coming up roses, και μου αρέσει πολύ.
Οχτώ
Δύο τραγούδια με έκαναν να ανακράξω "τι είναι αυτό, ρε παιδιά;" και να κοκκαλώσω κοιτώντας σα χαζός. Το πρώτο είναι αυτό. 1997. Μπαίνω στο HMV στην Oxford Street, το κοντινότερό μου, να ψάξω καμμιά προσφορά, αυτές του πεντόλιρου. Ακούω να παίζει ένα πράμα σα μοιρολόι, σαν να τραγουδάει αγγλικά ο Λουδοβίκος των Ανωγείων. Στέκομαι και ακούω. Ακούω κάτι σαν "rain down from a great height". Τι να είναι αυτό; Στέκομαι ακίνητος. Μετά πέφτουν κάτι κιθαριές. "Μα τι είναι αυτό;" Σαν Radiohead ακούγεται (τους οποίους, ναι, είχα ανακαλύψει ήδη από την εποχή του Pablo Honey, αλλά τι σημασία έχει πια: την εποχή του ίντερνετ η ανακάλυψη ενός συγκροτήματος είναι ευτελής). Ήταν Radiohead. Με ό,τι λεφτά είχα στην τσέπη αγόρασα το σιντί. Το μελετούσα. Παραλίγο να πάει η διπλωματική για βρούβες. Το άλλο τραγούδι άρχιζε με κάτι πιάνα, ωραία, μέχρι που μπαίνει μια φωνή ανήκουστη, σαν Έλλα με LBD και τσαντάκι μικρό με αλυσίδα και γεμάτο φιξάκια. Και τον στίχο "he kept his cock wet". Και τη φωνή, τι φωνή! Α ρε κορίτσι μου, έπρεπε να κάνεις λίγο κράτει. Λίγο. Λίγο μόνο.
Εννιά
Στο Ντελφτ μέναμε σε κάτι δωμάτια πάνω από ένα καπνοπωλείο. Τα ενοικιαζόμενα μύριζαν καπνό πίπας: κεράσι, βανίλια, σοκολάτα. Τις ώρες χτυπούσε το καμπαναριό της εκκλησίας απέναντι. Είτε Oude Kerk είτε Neue Kerk θα την έλεγαν: δεν έχουν άλλα ονόματα οι εκκλησίες στην Ολλανδία. Τις ώρες τις χτυπούσε το καριγιόν του καμπαναριού, έπαιζε για κάθε ώρα ένα διαφορετικό παιδικό τραγούδι.
Δέκα
Το δεύτερο του Ραχμάνινοφ προσφέρεται για λυρικούς συναισθηματισμούς. Πρωτοεμφανίστηκε σε μια αμερικάνικη ταινία από αυτές που δείχνει το TCM, μετά επανέρχεται σε εκείνη την ταινία που η Καρέζη (η απόλυτη ελληνίδα, το έχουμε ξεκαθαρίσει αυτό, έτσι;) παίζει μια πιανίστρια και τη δίδυμη αδερφή της. Τελευταία φορά που το άκουσα ζωντανό (και πρώτη) ήτανε στο Παλλάς, με τη συμφωνική της Όσακα. Κρατούσα το χέρι της κοπέλας μου κατά τη διάρκεια ολόκληρης της συναυλίας. Ήμουν ευτυχισμένος, αναρωτιόμουν γιατί να είμαστε εκεί κι όχι κάπου μόνοι. Άκουγα για πρώτη φορά το πιάνο να κάνει τα δικά του -- άτιμο πράμα η ηχογραφημένη μουσική: σου κρύβει τα ουσιώδη καμμιά φορά.
Έντεκα
Όταν πρωτοάκουσα τον Σκάρο με τον Πετρολούκα Χαλκιά το 2001 έπαθα ζημιά. Άκουγα το κομμάτι συνέχεια για βδομάδες. Το έλιωσα το σιντί. Η δεξιοτεχνία μού ήταν αδιανόητη. Έπαθα κόμπλεξ με τους μουσικούς, με το πώς πέφτουν ηρωικά καθώς αναμετριούνται με το τέρας που λέγεται μουσική.
Δώδεκα
Ωραία ήτανε τότε που προσφέραμε κασέτες. Έχω εκμαυλίσει με κασέτες. Έχω αποπλανηθεί με υποσχέσεις κασετών. Τώρα απλώς λινκάρουμε τραγουδάκια στο youtube. Η μουσική της σαγήνης παραμένει λόου-φάι.
Δεκατρία
Αχ, η πρώτη μου συναυλία.
Δεκατέσσερα
Χωνόμαστε μέσα από τα συρματοπλέγματα. Θέατρο Λυκαβηττού, από πάνω, ψηλά, από τη μεριά του τζάμπα. Η Ε., αναρχική σωστή και συνειδητοποιημένη, μιλάει στους σεκιουριτάδες με επιχειρήματα, οι υπόλοιποι χωνόμαστε και τρυπώνουμε. Μέσα από το κοτετσόσυρμα. Εγώ δε χωράω καλά, κάνω και λίγο έρπιν. Καθόμαστε. Από κάτω όλο το θέατρο, φίσκα, και η σκηνή. Σε λίγο αρχίζει ο Νάιμαν, που τότε ήταν υπερήρωας της μουσικής υπόκρουσης και των αισθαντικών σάουντρακ λόγω του The Piano. Τα φώτα σβήνουν.
Δεκαπέντε
Ψάχνω την Ε. Μαζί πήγαμε στο Γκάζι. Ψάχνω τον κολλητό. Γίνεται χαμός. 1997. Κάτι ανάρχες διοργανώνουνε μια συναυλία κατά του Μάαστριχτ (θυμάμαι εγώ) υπέρ των μεταναστών (θυμάται η Ζ.). Είμαι χαμένος στο διάστημα. Μετά χάνομαι και στο πλήθος. Γαμώτο. Ανεβαίνω σε ένα πεζούλι. Βλέπω να με κοιτούν κάτι χαμογελαστά μάτια μέσα στο πλήθος. Όλη μου τη ζωή χαμογελαστά μάτια αγάπησα. Μετά θα παίξουν τα Υπόγεια Ρεύματα, αν κι εγώ ήθελα τον Παυλίδη.
Δεκάξι
Αστείο πράγμα η νεότητα. Σε κάνει άπειρο. Άκουσα Duran Duran πριν ακούσω Rolling Stones. Ανακάλυψα τους Beatles στο Λύκειο, όπως και τον Σαββόπουλο, μετά τη Μαντόνα. Άκουσα τον Μέντελσον μετά τον Μιχαλάκη τον Τζάκσον. Και, βεβαίως, άκουσα στην Αγγλία για πρώτη φορά αυτό, προτού ανακαλύψω ότι είχα (σε κασέτα) την αυθεντική εκτέλεση...
Δεκαεφτά
Μα δεν το αγαπάτε αυτό; Αυτό και το "σ' αγαπώ γιατί είσαι ωραία";
Τέσσερις Ιανουαρίου 2012. Είμαι σε ένα ταξί και πάω στον Κρητικό στο Χαλάνδρι. Ο ταξιτζής άκουγε Μπλάκμαν, το χαμήλωσε μόλις μπήκα. Ήταν ωραία μέρα, μέρα χαράς. Του είπα να το δυναμώσει. Ακούγαμε κλαρίνα. Μιλήσαμε για τον Μπλάκμαν, τα τσάμικα, τα νησιώτικα. Είπαμε για τα ποντιακά. Του είπα ότι με ζαλίζουν, μου είπε ότι του αρέσουν οι ποντιακοί χοροί. Μου είπε ότι, αν και Μωραΐτης, του αρέσουνε τα κρητικά. "Έχουν ωραίες κουβέντες", μου λέει. "Ακούς ωραίες κουβέντες". Ναι.
Δύο
Κάθομαι στον καναπέ. Έρχεται το θαύμα. Ακούω το Benedictus από τη Missa Solemnis. Τα μάτια μου πλημμυρίζουνε δάκρυα. Δεν είχα ξανακλάψει από χαρά, δεν έχω ξανακλάψει από χαρά.
Τρία
Κουβαλάω την παραγγελία με τα κινέζικα στο σπίτι. Οι μικροί θεοί, οι Λάρητες, του iPod ρίχνουνε το Paradise Circus. Κι ευθύς ακούω μέσα στο κεφάλι μου "το 'ξερα! το 'ξερα!". Γνώση, λοιπόν. Γλυκός καρπός. Με όποια έννοια κι αν τη δει κανείς.
Τέσσερα
Κάθομαι στην κουζίνα της Ζωοδόχου Πηγής. Ακούμε με την τότε κοπέλα του κολλητού μου τη Ρωμαϊκή Αγορά. Φοιτητές ήμασταν, η δεκαετία του '90 ήτανε, τι να ακούμε κι εμείς. Πέφτει αυτό. Το ακούμε. Ρωτάω "γιατί τον πάνε τόσοι; δεν έχω καταλάβει" (πάντα χαζούλης, πάντα μέσα στον συνειρμό και χαμένος στα όνειρά μου -- και στους εφιάλτες μου). "Μα γιατί είναι πεθαμένος", απαντάει η Σ. "Το φέρετρό του το πάνε έξι." Παθαίνω. Έκτοτε τα δαιμονικά βιολιά του τραγουδιού επανέρχονται με πειθαρχημένη περιοδικότητα.
Πέντε
Αίγινα, οδός Λέκκα, Friedrichstrasse, σε μπαρ στα Εξάρχεια, στο iPod ενώ σκέφτομαι ό,τι σκέφτομαι -- κι αλλού, κι αλλού: Getting away with it (all messed up). Αυτό το κλείσιμο ματιού, αυτός ο ύμνος όσων τρώνε την τούμπα, σηκώνονται, ξεσκονίζονται, κοιτάνε τον γδαρμένο αγκώνα, το λεκιασμένο παντελόνι, νιώθουν τον καρπό που έκοψε την πτώση να πονάει και λένε "εντάξει". Και τελικά, εντάξει.
Έξι
Καμμιά φορά η ψυχική υγεία σου εξαρτάται από μια ενορχηστρωτική επιλογή κάποιου ποπ παραγωγού, όπως σε αυτήν την περίπτωση. Άλλοτε κάτι σαν παιδικό τραγουδάκι, επαναληπτικό και κομματάκι σπαστικό, σε γεμίζει Χαμόγελο όπου και να το ακούσεις, σου υπενθυμίζει ότι η απελπισία είναι αμαρτία (για τους Καθολικούς, αλλά τέλος πάντων) κι ότι δε χρειάζεται άγχος: το κλειδί θα γυρίσει στη μαγκωμένη κλειδαριά μόλις χαλαρώσει ο καρπός σου και δώσει τον γύρο. Και όχι, εδώ δεν υπάρχει σεξουαλικό υπονοούμενο.
Εφτά
Δύο χιτάκια έχει βγάλει ο Black. Έγραψε τον δίσκο μετά από ανείπωτες δυστυχίες: σκοτώθηκε η γυναίκα του, χρεοκόπησε κτλ. Το ένα λέγεται Wonderful Life και δε μου αρέσει, το άλλο λέγεται Everything is coming up roses, και μου αρέσει πολύ.
Οχτώ
Δύο τραγούδια με έκαναν να ανακράξω "τι είναι αυτό, ρε παιδιά;" και να κοκκαλώσω κοιτώντας σα χαζός. Το πρώτο είναι αυτό. 1997. Μπαίνω στο HMV στην Oxford Street, το κοντινότερό μου, να ψάξω καμμιά προσφορά, αυτές του πεντόλιρου. Ακούω να παίζει ένα πράμα σα μοιρολόι, σαν να τραγουδάει αγγλικά ο Λουδοβίκος των Ανωγείων. Στέκομαι και ακούω. Ακούω κάτι σαν "rain down from a great height". Τι να είναι αυτό; Στέκομαι ακίνητος. Μετά πέφτουν κάτι κιθαριές. "Μα τι είναι αυτό;" Σαν Radiohead ακούγεται (τους οποίους, ναι, είχα ανακαλύψει ήδη από την εποχή του Pablo Honey, αλλά τι σημασία έχει πια: την εποχή του ίντερνετ η ανακάλυψη ενός συγκροτήματος είναι ευτελής). Ήταν Radiohead. Με ό,τι λεφτά είχα στην τσέπη αγόρασα το σιντί. Το μελετούσα. Παραλίγο να πάει η διπλωματική για βρούβες. Το άλλο τραγούδι άρχιζε με κάτι πιάνα, ωραία, μέχρι που μπαίνει μια φωνή ανήκουστη, σαν Έλλα με LBD και τσαντάκι μικρό με αλυσίδα και γεμάτο φιξάκια. Και τον στίχο "he kept his cock wet". Και τη φωνή, τι φωνή! Α ρε κορίτσι μου, έπρεπε να κάνεις λίγο κράτει. Λίγο. Λίγο μόνο.
Εννιά
Στο Ντελφτ μέναμε σε κάτι δωμάτια πάνω από ένα καπνοπωλείο. Τα ενοικιαζόμενα μύριζαν καπνό πίπας: κεράσι, βανίλια, σοκολάτα. Τις ώρες χτυπούσε το καμπαναριό της εκκλησίας απέναντι. Είτε Oude Kerk είτε Neue Kerk θα την έλεγαν: δεν έχουν άλλα ονόματα οι εκκλησίες στην Ολλανδία. Τις ώρες τις χτυπούσε το καριγιόν του καμπαναριού, έπαιζε για κάθε ώρα ένα διαφορετικό παιδικό τραγούδι.
Δέκα
Το δεύτερο του Ραχμάνινοφ προσφέρεται για λυρικούς συναισθηματισμούς. Πρωτοεμφανίστηκε σε μια αμερικάνικη ταινία από αυτές που δείχνει το TCM, μετά επανέρχεται σε εκείνη την ταινία που η Καρέζη (η απόλυτη ελληνίδα, το έχουμε ξεκαθαρίσει αυτό, έτσι;) παίζει μια πιανίστρια και τη δίδυμη αδερφή της. Τελευταία φορά που το άκουσα ζωντανό (και πρώτη) ήτανε στο Παλλάς, με τη συμφωνική της Όσακα. Κρατούσα το χέρι της κοπέλας μου κατά τη διάρκεια ολόκληρης της συναυλίας. Ήμουν ευτυχισμένος, αναρωτιόμουν γιατί να είμαστε εκεί κι όχι κάπου μόνοι. Άκουγα για πρώτη φορά το πιάνο να κάνει τα δικά του -- άτιμο πράμα η ηχογραφημένη μουσική: σου κρύβει τα ουσιώδη καμμιά φορά.
Έντεκα
Όταν πρωτοάκουσα τον Σκάρο με τον Πετρολούκα Χαλκιά το 2001 έπαθα ζημιά. Άκουγα το κομμάτι συνέχεια για βδομάδες. Το έλιωσα το σιντί. Η δεξιοτεχνία μού ήταν αδιανόητη. Έπαθα κόμπλεξ με τους μουσικούς, με το πώς πέφτουν ηρωικά καθώς αναμετριούνται με το τέρας που λέγεται μουσική.
Δώδεκα
Ωραία ήτανε τότε που προσφέραμε κασέτες. Έχω εκμαυλίσει με κασέτες. Έχω αποπλανηθεί με υποσχέσεις κασετών. Τώρα απλώς λινκάρουμε τραγουδάκια στο youtube. Η μουσική της σαγήνης παραμένει λόου-φάι.
Δεκατρία
Αχ, η πρώτη μου συναυλία.
Δεκατέσσερα
Χωνόμαστε μέσα από τα συρματοπλέγματα. Θέατρο Λυκαβηττού, από πάνω, ψηλά, από τη μεριά του τζάμπα. Η Ε., αναρχική σωστή και συνειδητοποιημένη, μιλάει στους σεκιουριτάδες με επιχειρήματα, οι υπόλοιποι χωνόμαστε και τρυπώνουμε. Μέσα από το κοτετσόσυρμα. Εγώ δε χωράω καλά, κάνω και λίγο έρπιν. Καθόμαστε. Από κάτω όλο το θέατρο, φίσκα, και η σκηνή. Σε λίγο αρχίζει ο Νάιμαν, που τότε ήταν υπερήρωας της μουσικής υπόκρουσης και των αισθαντικών σάουντρακ λόγω του The Piano. Τα φώτα σβήνουν.
Δεκαπέντε
Ψάχνω την Ε. Μαζί πήγαμε στο Γκάζι. Ψάχνω τον κολλητό. Γίνεται χαμός. 1997. Κάτι ανάρχες διοργανώνουνε μια συναυλία κατά του Μάαστριχτ (θυμάμαι εγώ) υπέρ των μεταναστών (θυμάται η Ζ.). Είμαι χαμένος στο διάστημα. Μετά χάνομαι και στο πλήθος. Γαμώτο. Ανεβαίνω σε ένα πεζούλι. Βλέπω να με κοιτούν κάτι χαμογελαστά μάτια μέσα στο πλήθος. Όλη μου τη ζωή χαμογελαστά μάτια αγάπησα. Μετά θα παίξουν τα Υπόγεια Ρεύματα, αν κι εγώ ήθελα τον Παυλίδη.
Δεκάξι
Αστείο πράγμα η νεότητα. Σε κάνει άπειρο. Άκουσα Duran Duran πριν ακούσω Rolling Stones. Ανακάλυψα τους Beatles στο Λύκειο, όπως και τον Σαββόπουλο, μετά τη Μαντόνα. Άκουσα τον Μέντελσον μετά τον Μιχαλάκη τον Τζάκσον. Και, βεβαίως, άκουσα στην Αγγλία για πρώτη φορά αυτό, προτού ανακαλύψω ότι είχα (σε κασέτα) την αυθεντική εκτέλεση...
Δεκαεφτά
Μα δεν το αγαπάτε αυτό; Αυτό και το "σ' αγαπώ γιατί είσαι ωραία";
Ακροβασίες σε πεντάγραμμα απόψε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραία... (επίρρημα)
ναι, αυτό, το αγαπάμε πολύ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι κασέτες έχουν αφήσει και σε μένα αξέχαστες αναμνήσεις. Προσπάθησα να κάνω το ίδιο με τα CD, αλλά δεν... Δεν είμαστε οι μόνοι που τις θυμόμαστε με (κάποιου είδους) νοσταλγία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητές ξενιτεμένες: Σας ευχαριστώ.
ΑπάντησηΔιαγραφή@kukuzelis: Αυτό που έβαλες και κάτι πρόσφατα του Κ.Κ.Μοίρη ήταν η αφορμή για το σχετικό διάλειμμα.
Δεν το αγαπάμε μόνο, το λατρεύουμε. Το σιγοτραγουδάμε παρέα με ένα μικρό, ανεπαίσθητο, αναστεναγμό.
ΑπάντησηΔιαγραφήτι όμορφο ποστ. να'σαι καλά μου έφτιαξες τη μέρα :)
Τελικά το 1997 υπήρξε εξαιρετική χρονιά(τουλάχιστον μουσικά)από ότι φαίνεται.
ΑπάντησηΔιαγραφήυ.γ. διακρίνω απολογητική τάση για τη Ρωμαϊκή αγορά ή είναι ιδέα μου;
S/N
Ε, λέω απλώς ότι υπήρχανε κι άλλα πράγματα πέραν από τη Ρωμαϊκή Αγορά...
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραία διαδρομή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχεις δίκιο για τις κασέττες. Φαντάσου ότι εγώ το αγόρι που μου έγραφε κασέττες το παντρεύτηκα κιόλας. Ακούω μάλιστα ακόμη κασέττες στο αυτοκινητάκι μου :)
Αυτό το μπέρδεμα των ερεθισμάτων το καταλαβαίνω τώρα που τραγουδάω στον μικρό ό,τι μου κατεβαίνει και παρατηρώ τις περίεργες διαδρομές των μουσικών μου αναμνήσεων που κάθε λίγες μέρες αλλάζουν.
Σήμερα ας πούμε από το πρωί: αυτό: http://www.youtube.com/watch?v=jXwnRkr2XXg
εναλλάξ με αυτό: http://www.youtube.com/watch?v=i-4AheUl6ls
Ιφιμέδεια
εγώ ξεχάστηκα με τις ιστορίες σου και δεν άκουσα τα τραγούδια
ΑπάντησηΔιαγραφήΚΚΜ
@Ιφιμέδεια: καλά αυτό, με τα τραγούδια που μεταμορφώνονται, ναι, εντελώς μέσα. Εγώ πάντως έμαθα να λέω το ρω με το τραγούδι της Βουγιουκλάκη (ναι, έλεγα "δεν μποώ να πω το ω").
ΑπάντησηΔιαγραφή@ΚΚΜ: Να τα ακούσετε... :-)