Σάββατο 10 Μαΐου 2014

Η γενιά και το τρίπτυχο

Το αμερικανικό όνειρο πείθει (ακόμα) ότι όλοι μπορούνε να γίνουν πλούσιοι και επιτυχημένοι. Η ελληνική πραγματικότητα, τον καιρό που μεγάλωνα και ήμουν νεαρός (τώρα πια είμαι επιτέλους νέος) έπεισε ότι όλοι είμαστε πλούσιοι. Βοηθούσε και το τουλάχιστον ένα περιουσιακό που είχε σχεδόν κάθε ελληνική οικογένεια: κτήμα, ρίζες, χωράφια, οικόπεδο, διαμέρισμα, σπίτι, εξοχικό -- κάτι.

Η μητέρα μου, ακόμα και τώρα, εκνευρίζεται να με ακούει να λέω ότι από τα 16 μέχρι τα 34 έζησα σε οικονομική στενότητα, ειδικά για τα πρώτα εφτά χρόνια, που ζούσα μαζί τους: "στερήθηκες ποτέ τίποτα; γιατί λες ότι ήμασταν φτωχοί;". Λες και είναι κουσούρι να είσαι φτωχός, ή (με βάση το τι σημαίνει σήμερα να είσαι φτωχός στην Ελλάδα) να μην το φυσάς: να βασίζονται τέσσερις άνθρωποι σε μία πρόωρη μειωμένη σύνταξη.

Κι όμως, αυτή η "πραγματικότητα" μας αφηνε κι εμάς να ελπίζουμε ότι θα μπορούσαμε κι εμείς να κάνουμε άχρηστες σπουδές ή ταξίδια στο Παρίσι με διατροφή σάντουιτς, τόνο κονσέρβα και μπισκότα. Η πεποίθηση ότι δεν είμαστε φτωχοί μάς άφησε να ονειρευόμαστε και άλλα πολλά πέρα πέρα από έναν καλό γάμο, ένα σπίτι, μια δουλειά. Η γενιά μου δεν είναι μόνο δαπίτες και παιδιά του Κλικ και μπουζουκονταγλάν ψευτοροκάδες, η γενιά μου έβγαλε και γενναίες γυναίκες και ξεκαβαλημένους άντρες. Και μου φαίνεται ότι όσοι έρχονται μετά από εμάς είναι πολύ καλύτεροι, πιο ελεύθεροι, πιο διαβασμένοι, πιο μαχητικοί. Γιατί έζησαν τη συντριβή της πεποίθησης αυτής και, όπως λέει και στο Damage του Λουί Μαλ (ταινία τοτέμ για μένα): "Damaged people are dangerous. They know they can survive."

 Βεβαίως, υπάρχει ένα πρόβλημα. Από την τριάδα της τυραννίας, το γνωστό τρίπτυχο της δουλείας, η οικογένεια είναι ο ισχυρότερος εξουσιαστικός μηχανισμός, ο πιο βαθύς -- γιατί τη σημαία του (που τη λεν αγάπη) την κρατάει μια μάνα στο όνομα του πατρός. Μάνα έχουν και οι άθρησκοι και οι απάτριδες. Κι έτσι, την πατρίδα την πολεμάς, την απομυθοποιείς, τη χλευάζεις, την αποκηρύσσεις, την ξεφορτώνεσαι (τάχα) με εξορία ή (τέλος πάντων) πολεμάς να την αλλάξεις -- κάτι. Τη θρησκεία, πάλι, τη διαγράφεις, την αποσυναρμολογείς, τη μεταμορφώνεις ή την υποτάσσεις. Αλλά την οικογένεια μπορεί να σου την ξεριζώσει μόνο με τανάλια κανας ψυχαναλυτής. Και μάλιστα, παίρνει καιρό το ξερίζωμα, και χρειάζεται αντοχή στον πόνο, καθώς η τανάλια κουνιέται πέρα δωθε με βία.

Ψυχαναλυτής και μόνο; Δεν ξέρω. Τον Νοέμβριο έτρωγα στο σπίτι του προέδρου της ψυχιατρικής εταιρείας ευρωπαϊκής χώρας. Είχε φτιάξει κατι ωραία λαζάνια, έφαγα το μισό ταψί. Τον ρώτησα για την ψυχοθεραπεία. Η άποψή του ήταν ότι πάνω απ' όλα μετράει η ενσυναίσθηση του αναλυτή και το πώς κολλάει μαζί σου -- όχι τόσο τα ερμηνευτικά εργαλεία ή οι μέθοδοι. Ούτε καν τα φάρμακα του ψυχίατρου ("εκτός αν μιλάμε για σχιζοφρένεια ή ψύχωση"). Εξίσου καλή δουλειά μπορεί να κάνει ο γκουρού κι ο εξομολόγος. "Άρα και ο κολλητός σου, που του λες τα δικά σου μετά από ενδοσκόπηση;", τον ρώτησα. "Α, όχι: ο κολλητός σου δεν είναι αυθεντία. Ο αναλυτής, ο ψυχοθεραπευτής, ο γκουρού, ακόμα κι ο εξομολόγος, αν πιστεύεις, είναι αυθεντία: θα αναγκαστείς να κάτσεις να τον ακούσεις."

GatheRate

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου