Χτες έφαγα ολόκληρη τη μέρα μου τακτοποιώντας λογαριασμούς και χαρτιά. Είχα χαρτιά χύμα από το 2012, για δύο χρόνια τα πέταγα απλώς μες στο συρτάρι όπως έρχονταν. Γύρω στις δέκα το βράδυ, που τελείωσα, ήταν όλα μαζεμένα πια: ένα ντοσιέ ταυτότητες και πιστοποιητικά, ένα ντοσιέ απολυτήρια και πτυχία, ένα τα φορολογικά και τα ασφαλιστικά, ένα τα ιατρικά, ένα οι λογαριασμοί.
Βρήκα μέσα στα χαρτιά της Αγγλίας (φορολογικά, λογαριασμός τηλεφώνου για να αποδεικνύω διεύθυνση κατοικίας, αποχαιρετιστήριες κάρτες) ένα άλμπουμ. Δε θυμόμουν καλά καλά την ύπαρξή του. Περιέχει φωτογραφίες τραβηγμενες 1992 με 1997. Τις κοίταζα με απορία: δεκαετίες μετά, σχεδόν τα ίδια πράγματα τραβάω, περίπου με τον ίδιο τρόπο: μια συγκριτική ματιά στο άλμπουμ μου ονλάιν με έπεισε. Μόλις πρόσφατα, μετά το 2008, άρχισε να εμπλουτίζεται η θεματολογία μου. Επίσης με προβλημάτισε που κιτρινίζουν σιγά σιγά οι χαρτονένιες σελίδες του άλμπουμ και που μου αρέσουν ακόμη εκείνες οι προς το παρόν άθικτες φωτογραφίες -- κάποιες από τις ασπρόμαυρες τις είχα τυπώσει ο ίδιος στον αυτοσχέδιο σκοτεινό θάλαμο του Tόλη, άλλες στην εστία που έμενα στο Λονδίνο.
Βρήκα επίσης κάτι φωτογραφίες από το Παρίσι το '98, είχαμε πάει ένα πούλμαν φοιτητές με πακέτο ταξιδιωτικού πρακτορείου: οδικώς από την Αγγλία και διαμονή σε γαμιστρώνα στην Πιγκάλ. Είχα πάει στο Περ Λασαίζ όχι για τον Μόρρισον αλλά γιατί "έπρεπε": όλη η Γαλλία, λέει, ήτανε θαμμένη εκεί. Βεβαίως χάθηκα αλλά όχι προτού δω έναν να τρώει σάντουιτς καθισμένος στον τάφο του Αβελάρδου, που τον έχουνε δίπλα στην Ελοΐζα. Αναστατώθηκα και συγκινήθηκα, "κοίτα ρε συ", της έλεγα της αλληνής, "δίπλα δίπλα τους έχουν οχτακόσια χρόνια μετά". Ήξερα και το άσμα των Damned και φανταζόμουν έκνομα και καταδικασμένα πάθη μεταξύ μοναχού και μοναχής κατά τον κακό Μεσαίωνα. Αφού χάθηκα κανονικά μέσα στο νεκροταφείο και κατέληξα να βρω μόνον τον οιονεί συλημένο τάφο του Τζιμ του Μόρρισον, φεύγοντας τελικά είδα ένα ζευγάρι να φιλιέται καθισμένο πάνω στον τάφο της Ελοΐζας. Ε, μεταρσιώθηκα. Ήθελα να τους φωτογραφίσω κιόλας αλλά ντράπηκα να βεβηλώσω τη στιγμή, αυτή τη μεταφορά για τον αιώνιο έρωτα.
Πέρσι διάβασα την αλληλογραφία τους. Η εισαγωγή ήτανε σοκαριστική: ο Αβελάρδος, ένας Ζίζεκ του σχολαστικισμού, διανοητής όλο λιλιά και χάντρες, αλλά και αποφασισμένος να γίνει φωστήρας και σχολάρχης λιμπίστηκε την Ελοΐζα. Τη γλέντησε, επίτηδες το λέω έτσι, της έκανε κι έναν γιο, τον Αστρολάβο, και την παντρεύτηκε, αλλά κρυφά για να μη χαλάσει την καριέρα του. Το σόι της Ελοΐζας άρχισε να διαδίδει τα του γάμου, ο Αβελάρδος την έκλεισε σε μοναστήρι, το σόι της τον ευνούχισε. Κάθε άλλο παρά καταδικασμένο και απελπισμένο λαβ στόρυ δυο αστροκαμμένων εραστών, τα πουλιά πεθαίνουν τραγουδώντας κιετς, δηλαδή. Απομυθοποίηση. Αλλά θέλω πολύ να το δω αυτό, που έτσι κι αλλιώς βασισμένο στα γράμματα της Ελοΐζας μοιάζει.
Διαβάζοντας την αλληλογραφία Αβελάρδου κι Ελοΐζας, τις επιστολές μετά τον ευνουχισμό του Αβελάρδου, σοκαρίστηκα. Όχι από το πόσο μαλάκας, αν και κυριολεκτικώς άμπαλος, ήταν ο θεολόγος: οι άνδρες ανέκαθεν υπήρξαμε μαλάκες ή, στην καλύτερη περίπτωση, ζωάδια περιδεή και χαϊδεμένα, πεπεισμένα ότι ο κόσμος μάς ανήκει: όσο πιο μαλάκια, τόσο πιο πεπεισμένα και χταποδοπερήφανα (έχετε δει swag που έχουν τα χταπόδια;).
Απεναντίας, με άγγιξε και με καταεντυπωσίασε η ρώμη του χαρακτήρα και το σθένος της προσωπικότητας της Ελοΐζας. Γυναίκα τρυφερή και απαλή, αλλά ακομπλεξάριστη και με παρρησία, χωρίς μεταμέλειες και παπαριές. Της γράφει ο Αβελάρδος για τον Κύριο που τους έχει κάνει αδέρφια εις τους αιώνας, του τα χώνει δεόντως. Όταν τον ρωτάει περίπου αν την αγάπησε ποτέ, ο χαντούμης λέει ότι τη θεωρεί φίλη, amica. Κι εκείνη του απαντάει I don't wanna be friends έτσι: Carius mihi et dignius videretur tua dici meretrix quam illius (= Augusti) imperatrix: Προσφιλέστερο και πιο αξιοπρεπές θα μου φαινόταν να με λένε πόρνη δική σου, παρά αυτοκράτειρα με τον Αύγουστο. Κι ο (τέως) παπάρας συνεχίζει τον χαβά του.
Και τόλμησαν να τη θάψουνε δίπλα του. Γυναίκα ακομπλεξάριστη και ευφυέστατη, που γράφει απροσδόκητα ελευθέρια κι ελευθεριακά και οξύτατα κριτικά, ενώ ο άλλος της αραδιάζει τσιτάτα, παραθέματα και επικλήσεις σε αυθεντίες. Γυναίκα βαθιά πρακτική και ισορροπημένη αλλά και γενναία, που ούτε λίγο ούτε πολύ λέει στον ευνούχο ότι δεν υπάρχει λόγος το μοναστήρι να τους εμποδίσει να είναι εραστές.
Αχ ρε Ελοΐζα!
Ποιό είναι το βιβλίο που διαβάζετε; Το "Ελοϊζα και Αβελάρδος" του Ζιλσόν;
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιάβασα τις επιστολές πέρσι.
ΔιαγραφήΘυμήθηκα τι είχα διαβάσει πρόσφατα: http://www.lrb.co.uk/v36/n02/barbara-newman/astonishing-heloise
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ! Πάντοτε δυο βήματα μπροστά είσαι, ω Δύτα!
ΔιαγραφήΕγώ όμως δεν είχα διαβάσει την αλληλογραφία :)
ΔιαγραφήΟι επιστολές κυκλοφορούν σε ελληνική έκδοση;
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ξέρω...
Διαγραφή