Από τα κατηχητικά και τις χριστιανικές ομάδες έφυγα στα 16 παρά. Όπως τους εξήγησα αναλυτικά, γιατί πάντοτε ήμουνα της ξήγας, αυτό εγινε για τέσσερις λόγους:
- Δεν άντεχα άλλο την αισθητική τύπου Μορμόνων και Μαρτύρων του Ιεχωβά ή τα αντάρτικα τραγούδια με χριστιανικούς στίχους -- σήμερα συμπληρώνω: από κομμουνιστή καταγόμουν, θα μπορούσα να είχα γίνει κνίτης κατευθείαν,
- Το κλίμα εκεί μέσα ήταν αποπνικτικό, αποστειρωμένο, κοντόφθαλμο: αυτά έχουνε χιλιοειπωθεί,
- Επρόκειτο για αγρίως κρυπτοδεξιό περιβάλλον -- για μένα ήταν αδιανόητη τότε η χριστιανική πίστη διαζευγμένη από την ευθύνη για τον άλλο, πάντοτε ήμουνα της ευθύνης, μέχρι νεύρωσης,
- Τα πάντα (βιβλία, ταινίες, μουσική, σπορ, δημόσια πρόσωπα) κοσκινίζονταν με βάση το δικό τους χριστιανόμετρο. Αυτό το τελευταίο μού φαινόταν παράλογο και ασφυκτικό: μπορεί να ήμουνα (πολύ) χαζός έφηβος, αλλά μού έκοβε ότι αυτή η πλεχανοφική (όπως έμαθα αργότερα) στάση απέναντι στην τέχνη, στον πολιτισμό και στην ανθρώπινη εμπειρία είναι είτε προϊόν αναπηρίας είτε εγγύηση αναπηρίας.
Ε, μ' αυτά και μ' αυτά αποφάσισα τελικά ότι ο κόσμος είναι πολύ πιο πολύπλοκος από οποιαδήποτε ερμηνεία του, πολλώ δε μάλλον από μια ερμηνεία άτεγκτα αιτιοκρατική στα πάντα της. Ένας κόσμος όπου τα πάντα είναι τακτοποιημένα και όπου τα πάντα σημαίνουν κάτι δεν είναι ο κόσμος, είναι είδωλο, ένα κείμενο που παριστάνει τον κόσμο. Όσο για το πώς θα αλλάξει ο κόσμος, έχω ξαναπεί τι πρέσβευα τότε.
Έκτοτε πέρασαν πολλά, πάρα πολλά, χρόνια.
Τα τελευταία έξι χρόνια, κατάλαβα κι εγώ ο (πολύ) χαζός άντρας ότι ο καπιταλισμός είναι ασυμβίβαστος με την ανθρώπινη ελευθερία, αξιοπρέπεια και (πιθανότατα) επιβίωση. Αλλά, εντάξει, ξύπνησα κι εγώ, ασούμε.
Εντωμεταξύ, στον κόσμο του 2014 η σχηματικότητα δίνει και παίρνει, βρίσκεται παντού. Δεν έφυγε. Δεν πήγε πουθενά. Εδώ είναι. Δε μιλάω για τους δεξιούς, απαξιώ: αυτοί δεν μπορούν αλλιώς, ο συντηρητισμός είναι είτε βαθιά αφελής είτε δόλιος ("να διατηρήσουμε τα συμφέροντα των ελίτ").
Έχω όμως στον νου μου άνθρωπο που εκτιμώ βαθύτατα, και γι' αυτό δεν ονομάζω, ο οποίος μάς εξηγεί γιατί δεν πρέπει να ακολουθούμε τας ποιητικάς διδαχάς του Τάσου Λειβαδίτη: ο Λειβαδίτης είναι ποιητής της ήττας και αντικινηματικός, δοσμένος και παραδομένος στα μικροαστικά ιδεώδη. Το είπε κι ο Κατσαρός σε ποίημά του, άλλωστε. Τα διάβασα αυτά κι απότομα μού ήρθε η μυρωδιά φρεσκοσφουγγαρισμένης κλεισούρας των οργανώσεων, μου ήρθε και η βοή τηλεβόα από τα "καθαρά λόγια" που ευαγγελιζόταν ο ΣΒ ο κνίτης συμμαθητής.
Και μελαγχόλησα: εγώ το πολιτικό ζώον, που έχω πάει σε μόλις 10-12 πορείες στη ζωή μου και ήμουν από αυτούς που έτρεχαν για να μη φάνε ξύλο από τα ΜΑΤ, εγώ, που έχω διαβάσει τσάτρα-πάτρα και πασαλείμματα και περιλήψεις από τα μεγάλα έργα της Αριστεράς και του Αναρχισμού, έχω μια πιο σαφή εικόνα για την τέχνη μέσα στην κοινωνία από σοβαρούς, αγωνιζόμενους και διαβασμένους ανθρώπους του ελευθεριακού χώρου. Και συγγνώμη κιόλας, γιατί από τον Λειβαδίτη αγάπησα μόνο τον 'Τυφλό με τον λύχνο' στην εφηβεία μου, ενώ μου τη σπάνε φρικτά τα σοσιαλμηντιακά τσιτάτα με τους πεθαμένους που τρέχουνε μέσα στη νυχτιά, οι μεταμέλειές του και κάτι χύδην λυρισμοί. Αλλά στο κάτω κάτω, τα ποιήματα είναι ποιήματα, όχι μπροσούρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου