Πριν 5-6 χρόνια, όταν δούλευα στο παλιό μαγαζί, ήρθε μια αντιπροσωπεία από τη Λιθουανία να συζητήσει προοπτικές συνεργασίας μαζί μας. Γιατί και πώς μη με ρωτάτε, πάντως είχαμε διάφορα μήτινγκ με κάτι κυρίες κι έναν κύριο από ταινία του Makavejev. Τέλος πάντων, πριν φύγουνε για τη Λιθουανία, μου άφησαν πεσκέσι ένα μπουκάλι 250ml που περιέχει ένα καραμελόχρωμο υγρό, απόσταγμα υποθέτω. Λέγεται Starka. Μόλις το είδαν οι συνάδερφοι (το είχα πάνω στο γραφείο) άρχισαν τα "εεεε, δε νομίζω να το πιεις
αυτό" κτλ. Έτσι έμεινε σφραγiσμένη η Starka, από γραφείο σε μετακόμιση, κι από ντουλάπι σε μπαρ. Απόψε ήρθε η ώρα να την ανοίξω.
Επειδή όμως είναι πιθανό να μου προκαλέσει τύφλωση ή άλλα κουσούρια φρικτότερα, ξεκινάω:
Debating societies, ooh, very stimulating
Διάβασα σήμερα στον Ζενάκο
αυτό. Έμεινα λιγάκι γιατί κατάλαβα τι ήταν αυτό το πράμα για το οποίο βούιζε το τουίτερ τις προάλλες αλλά και σήμερα.
Κατ' αρχήν, ως κάποιος που έζησε 6 χρονάκια στη Βρετανία, ένιωσα ελαφρά θυμηδία στη σκέψη ότι οι εκδηλώσεις μιας debating society (που έφτιαχναν κι αφισάκια με το εβδομαδιαίο τους θέμα ως "This House believes that...") θεωρούνται σοβαρό γεγονός που θα παραγάγει πολιτικό λόγο, και ενδεχομένως και πολιτική σκέψη, και το οποίο θα παρακολουθείται επί πληρωμή. Για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με αυτόν τον θεσμό, αποτελεί επιβίωμα των ρητορικών αγωνισμάτων των μεσαιωνικών πανεπιστημίων (π.χ στη Σορβόννη των Σχολαστικών φιλοσόφων) και -- όπως και τότε -- έχει παιδαγωγικό χαρακτήρα. Κάγχασα στο ότι ο συντονιστής ενός τέτοιου αγωνίσματος εν έτει 2011 θα ήταν τόσο
ανόητος (και να μου συγχωρεθεί η έκφραση: αποφεύγω να αποδίδω χαρακτηρισμούς σε ανθρώπους) ώστε να ξεστομίσει τη φαιδρή αβελτηρία πως "η διακομματική συναίνεση στην ψήφιση του νόμου «πέρασε στην κοινωνία»".
Εδώ επιλέγω να σταθώ στα εξής σημεία, πάντα από το κείμενο του Ζενάκου:
«Μα δεν μπορούν τα αμφιθέατρα να είναι καθαρά, όπως αυτό εδώ όπου βρισκόμαστε;» Σημειώνω ότι το debate λάμβανε χώρα στο θέατρο του Κολεγίου Αθηνών, του ακριβότερου ιδιωτικού σχολείου της χώρας.
Sic et non, που θα έλεγαν και οι μεσαιωνικοί συντονιστές των αντίστοιχων αγωνισμάτων. Ναι, ισχύει παγκοσμίως η γενίκευση ότι ό,τι πληρώνεις το σέβεσαι. Παράλληλα, όμως, τα χάλια των ελληνικών αμφιθεάτρων οφείλονται κυρίως στη γενικευμένη απαξίωση του δημόσιου χώρου στην Ελλάδα (τα έχω ξαναγράψει αυτά): ο δημόσιος χώρος στην Ελλάδα είναι νομανσλάνδη. Αυτό φαίνεται από τις πρακτικές της θείτσας Μαριγώς, που έχει αυλή λαμπίκο και σπίτι να ντρέπεσαι να πατήσεις αλλά πετάει τα σκουπίδια στο άδειο οικόπεδο, στον δημόσιο δρόμο, στον γιαλό κτλ., μέχρι τον φοιτητή που σπάει εποπτικό εξοπλισμό ξεφτιλίζοντας την κατάληψη, από τη χαρούμενη οικογένεια που μαζεύει τα σκουπίδια της από το κωλομώλ, τα βάζει σε ροζ πλαστική σακούλα περιπτέρου, και τα σουτάρει στην άκρη του δρόμου, μέχρι το γκρούβαλο που παριστάνει τον φυσιολάτρη αλλά είναι απλώς γκρούβαλο.
Τέλος, γιατί πρέπει να είναι καθαρά τα αμφιθέατρα, κύριε Άγνωστέ μου; Μήπως επειδή το ελληνικό δημόσιο πληρώνει τα πανεπιστήμια πλουσιοπάροχα για την καθαριότητα, τη φύλαξη και την ασφάλεια των κτιρίων και για την υγεία φοιτητών και προσωπικού; Στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (δε λέω τη Σχολή) τους έκοψαν τα λεφτά για χαρτί προ πενταετίας, φαντάζομαι τώρα να έχουνε ρεύμα 10 με 2...
οι θιασώτες του νέου νόμου της παιδείας, θα επιχειρηματολογούσαν ακριβώς ότι κάτι τέτοιο δεν θα ήταν εφικτό, διότι στο Πολυτεχνείο θα πετούσαν αυγά στους δημοσιογράφους του ΣΚΑΪ και κάτι χειρότερο στον ειδικό γραμματέα του υπουργείου Παιδείας,
Και πάλι sic et non. Σίγουρα στην Ελλάδα (όχι επειδή είμαστε μεσογειακοί και σάχλες) προτιμούμε την πάλη, τον χλευασμό, το γκάρισμα και την "ορθή σκέψη" από τον διάλογο, σκεφτείτε λ.χ. τους καθεστωτικούς συνδικαλιστές μας, τους ημιμαθείς λογίους μας, τα κομματικά στέλεχα που υλακίζουν κι αλυχτούν, τους ημιάγριους φυλάρχους-συγγραφείς μας και τους πανεπιστημιακούς με Άσπεργκερ (ενδημεί) -- ποιος θα κάνει διάλογο; Ο Αλέφαντος με τον Χαρδαβέλα; Παράλληλα, για σκεφτείτε, εδώ που βρισκόμαστε, να μου φέρουνε το μεγκασκάι και εκπροσώπους της δοτής κυβέρνησης Papademos να μας κάνουν προπαγάνδα κουνώντας μας το δάχτυλο προς 10 ευρώ το άτομο μέσα στο αμφιθέατρο δημοσίου εκπαιδευτικού ιδρύματος που προορίζεται να μετατραπεί σε Υπερκολλέγιο για Χρήσιμα Στελέχη. Ε έχει και η διανοητική υποτέλεια τα όριά της.
Ο κάλπικος λήρος
Ας το πάμε όμως λίγο παραπέρα. Το έχει συζητήσει κάπως και ο ολντμπόυ, π.χ.
εδώ: παρά τους ρητορικούς διαγωνισμούς, τα καλοραμμένα ταγιέρ και την επίφαση ορθολογισμού στον μηντιακό λόγο και στον διάλογο με αναβαπτισμένους Βοριδαίους και σοφούς σχολιαστές, φοβάμαι ότι ο δημόσιος λόγος στην Ελλάδα πλέον πρωτογονίζει επικίνδυνα. Και πάλι, έχω γκρινιάξει πολλές φορές ότι δεν παράγεται σκέψη. Απόψε νομίζω ότι κάτι χειρότερο συμβαίνει: έχουμε πισωγυρίσει στον Κουτσόγιωργα, τον Τσοβόλα, τον Βαγγέλη Γιαννόπουλο και την Αυριανή, στα φλογερά κηρύγματα του προκατακλυσμιαίου ΚΚΕ και στη
χυδαιότητα (το τονίζω: χυδαιότητα) του μετεμφυλιοπολεμικού Μίσους της Δεξιάς (που, αν είστε γεννημένοι μετά το '80, δεν ξέρετε μάλλον τι ανθρωποφαγικό κι αιμοδιψές πράμα είναι). Βεβαίως η χυδαιότητα, η αβελτηρία, ο λαϊκισμός, τα ουτοπικά παραληρήματα και ο διδακτισμός του μίσους αποδίδονται πια με όρους
λογικοφάνειας, κομψευόμενου κυνισμού, της ανάγκης "να λέμε τα πράματα με το όνομά τους" (κι όχι "τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη": αυτό πια βρωμάει μεταπολίτευση), μιας Realpolitik με παρωπίδες, του φριντμανικού διδακτισμού: το ντισκούρ
της κατάστασης εξαίρεσης.
Ποτέ δεν μας άρεσαν οι καλοί τρόποι, φράγκικα χούγια αυτά, μας έλεγαν οι νεορθόδοξοι τσομπαναρέοι τη δεκαετία του '80 και τα τέκνα που απέκτησαν με τη Μαλβίνα τη δεκαετία του '90. Η αλήθεια είναι ότι οι όποιοι καλοί τρόποι στον δημόσιο λόγο πάντοτε λειτουργούσαν προσχηματικά εδώ: ως άλλα μικροκίνι ή αστεράκια του Ταρατατά καλύπτουν τα πλούσια και εκρηκτικά ελέη μας, τον καυλωμένο αυταρχισμό μας. Δεξιό κι αριστερό, επαρχιώτικο κι αστικό.
Η σημασία του να μην είχες παπάρια (ποτέ)
Σε αυτό το σημείο θα πει κανείς ότι πήρα φόρα. Ίσως. Αλλά πώς να μην πάρεις φόρα. Αφού πια έχουμε βολέψει τον πούστη στο κοσμοείδωλό μας (γραφικός, αν πολυκουνιέται, και ακίνδυνος, ιδίως αν δεν πολυκουνιέται -- το ουσιώδες είναι
να μη μιλάει) πρέπει να βρούμε καινούργιο μορμολύκειο, καινούργιο υλικό για τους λαζόπουλους του μέλλοντός μας: τις διεμφυλικές γυναίκες. Είδα π.χ.
αυτό το τουιτάκι των Νέων κάποιου μπάμια που ριτουίταρε η murplejane· διάβασα κι έναν διάλογο κάπου στον οποίο ζητάγαν από μια διεμφυλική να μην παριστάνει την πραγματική γυναίκα γιατί είναι "τεχνητή", τη ρωτούσαν αν έχει οργασμούς (όπως οι "πραγματικές γυναίκες"), ζητούσαν τη γνώμη της για τον φεμινισμό και κάτι τέτοια (δεν μπορώ να βρω την πηγή). "Η πραγματική γυναίκα", λοιπόν. Αφού χάσαμε τη μάχη, σύντροφοι Πραγματικοί Άντρες, να ξεχωριζόμαστε μεταξύ μας, ας ρίξουμε τις προσπάθειές μας στο να ορίσουμε ετερόνομα τις Πραγματικές Γυναίκες, οι οποίες γυναίκες έτσι κι αλλιώς είναι βολικότερες να τις κουμαντάρουμε και να τις ποδηγετούμε από τη Γεωργική Επανάσταση και δώθε. Ναι, ακούγομαι σαν φιλάνθρωπος λευκός που βγάζει λόγο για τα δικαιώματα των μαύρων, οκέι, αλλά δεν μπορώ να μην αγανακτήσω όχι μπροστά στις μεταμορφώσεις του αυταρχισμού, αυτές είναι δεδομένες, παρά με
την ευκολία που περνάει παντού, στο ότι περνάει στο ντούκου.
Αυτή η αγανάκτησή μου απέναντι στην πανδημία αυταρχισμού είναι κάτι διαφορετικό από τη γνωστή μου μίρλα για το πόσο κλειστή και πουριτανική γίνεται η κοινωνία μας, για το ότι ο κοινωνικός συντηρητισμός μολύνει τα πάντα. Ναι, αφού εκεί θέτε να πάτε (δε θα έρθω μαζί σας), ας γυρίσουμε στην αγροτοποιμενική ηθική που τόσο αγαπάτε (και μην ακκίζεστε αποκαλώντας την "βικτωριανή", άλλη φάση εκείνοι). Αλλά τουλάχιστον αφήστε κατά μέρος τις διαπομπεύσεις και τους χλευασμούς και τη δυνάστευση τη ζωής των άλλων.
Ηθική κι ευαισθησία
Μετά το (κατά τα φαινόμενα προσωρινό, με ιστορικούς όρους) τρομακτικό σοκ του ναζισμού, και χάρη και σε ανθρώπους όπως λ.χ. ο Ράσελ και οι υπαρξιστές, ο όρος
ηθική πήρε για κάποιες δεκαετίες μια πιο σοβαρή και ουσιώδη σημασία στην καθομιλουμένη, από το είναι απλώς το παρατσούκλι για το κουμάντο στο κορμί της γυναίκας (από το κεφάλι της μέχρι τους αστραγάλους). Ξεκίνησε η επαναδιατύπωση της
ηθικής και για τον απλό κόσμο με όρους του αν καταπιέζεις, αν κάνεις ληστρικούς πολέμους, αν κλέβεις, αν καταχράσαι, αν σκοτώνεις εξ αμελείας με τα προϊόντα και τα εργοστάσιά σου. Στον αγγλόφωνο κόσμο η επαναδιατύπωση πολύ χοντρικά αποτυπώθηκε στη διαφορά μεταξύ morality και ethics (που γινόταν όλο και πιο κοινόχρηστος όρος). Για λίγο ίσως, ο κόσμος δέχτηκε ότι ανήθικο δεν είναι να "απολαμβάνεις υπεύθυνα" αλλά να εκμεταλλεύεσαι και να καταπιέζεις, ο κόσμος υπέθεσε ότι το να πλουτίζεις ανεύθυνα ίσως να είναι ανηθικότερο από το να παίρνεις διαζύγιο ή να συνάπτεις ερωτικές σχέσεις με ελεύθερους ανθρώπους.
Μετά έγιναν όσα έγιναν. Επιστρέφουμε στη λογική της αστυνόμευσης, της περιχαράκωσης, του αυταρχικού ετεροκαθορισμού. Σε αυτές τις περιπτώσεις το πρώτο θύμα είναι η ελευθερία, π.χ. η διαδικτυακή (θυμήθηκα
ένα ωραίο κείμενο της Niemandsrose που είχε βγει στην Ελευθεροτυπία για την ψευδωνυμία -- σε λίγα χρόνια όσα λέει εκεί θα φαντάζουνε τόσο γραφικά όσο πλέον το σλόγκαν της Εμμανουέλλας, το "τίποτα δεν είναι λάθος αν είναι όμορφο"). Το δεύτερο θύμα είναι η αξιοπρέπεια, φαντάζομαι λ.χ. τηλεοπτικά πάνελ όπου ο καλεσμένος
θα δίνει εξηγήσεις για την προσωπική του ζωή (και αν είναι διεμφυλική θα αποδεικνύει ότι είναι όντως γυναίκα επειδή, λ.χ., της αρέσουν τα παπούτσια και οι τσάντες). Το τρίτο θύμα είναι κάθε είδους ευαισθησία και κάθε είδους ευάλωτοι και ευαίσθητοι άνθρωποι. Το τελευταίο και ξεμοναχιασμένο θύμα είναι η χαρά. Ολονών.
Σκέτο λικεράκι η Starka. Τίποτε δεν έπαθα, ακόμα.
Η φωτογραφία είναι του Henrik Halvarsson