Ας ξαναρχίσουμε από την αρχή, με αυτά που μας καίνε.
Βία
Δεν πιστεύω στη βία. Ενδεχομένως ελάχιστοι πιστεύουνε στη βία: νετσαγεφικοί και οι συν αυτοίς, στρατοκράτες και στρατόκαυλοι, φασίστες. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν μπορώ να την ερμηνεύσω τη βία, ότι με ξενίζει. Επιπλέον, πώς ορίζουμε τη βία;
Είναι βία να ρίξεις μαύρη μπογιά στα δικαστήρια διαμαρτυρόμενος για την αθώωση μπάτσων που ξυλοφόρτωσαν πιτσιρικάδες; Όχι.
Είναι βία να κάψεις το αμάξι άλλου; Μάλλον όχι, αν και είναι βεβαίως έγκλημα και το πόσο σοβαρό έγκλημα είναι εξαρτάται και από το αν είναι το αμαξάκι κάποιου εργαζόμενου (και δη σε καιρούς ατροφίας των συγκοινωνιών) ή το δεύτερο τρίλιτρο κάποιου Μάκη.
Είναι βία να πλακώσεις κάποιον στο ξύλο ή έστω να τον βρίσεις και να τον απειλήσεις; Ναι.
Είναι βία να καταδικάσεις εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους στην εξαθλίωση και στην πείνα (όπως λ.χ. ο Στάλιν στην Ουκρανία) ή σε ελλιπή περίθαλψη; Ε, ναι.
Πότε δικαιολογώ τη χρήση βίας; Τότε. Και ο λόγος που παραθέτω Τσόμσκυ δεν είναι επειδή τον θεωρώ υπερβατική αυθεντία περί τα πολιτικά, όπως έχει γίνει μόδα στην Ελλάδα, αλλά γιατί η αντίθεσή του στη βία είναι επιπέδου Γκάντι.
Ιδιοσυστασίες και πεζοδρόμια
Το ακούω συχνά πλέον: όσοι ξένοι αγαπούνε την Ελλάδα, να πάνε να ζήσουν στην Ελλάδα όπου τίποτε δε λειτουργεί, τα πάντα είναι διεφθαρμένα, δεν μπορείς να κυκλοφορήσεις στα πεζοδρόμια.
Ας ξεκινήσουμε από το τελευταίο. Τα πεζοδρόμια σε πολλές πόλεις "του εξωτερικού" (ποτέ δε θα πάψω να γελάω με αυτή την αστεία αφαίρεση) είναι περιχαρακωμένα από τεράστια ατσάλινα ή μπετονένια παλούκια διαφόρων προδιαγραφών ή παρόμοια εμπόδια. Και στην Αθήνα είναι ελεύθερα τα πεζοδρόμια στα οποία έχουν τοποθετηθεί οι γνωστές ανθρωποπαγίδες-κιγκλιδώματα του δημάρχου Αβραμόπουλου (ανθρωποπαγίδες με άλλες παρενέργειες).
Γενικότερα, δεν ισχύει ότι δε λειτουργεί τίποτα στην Ελλάδα. Απλώς, τα πάντα στην Ελλάδα έχουνε διαμορφωθεί ώστε να εξυπηρετείται κυρίως η μικρομεσαία λιανική διαφθορά, το λαδωματάκι, όχι τιτάνιες υποθέσεις διαφθοράς τύπου British Aerospace, Siemens ή τα σκανδιναβικά αντίστοιχά τους.
Για να φύγουμε τελείως από τη συζήτηση για τη διαφθορά, μια και δε γνωρίζω από πρώτο χέρι τίποτε για αυτήν, να φέρω ένα κάπως αστείο παράδειγμα: στην Κύπρο η επικύρωση αντιγράφων, το γνήσιο της υπογραφής και η βεβαίωση κατοικίας είναι αρμοδιότητες του μουχτάρη, κληρονομικού οθωμανικού θεσμού που οι Βρετανοί διατήρησαν και εντάξανε στο δικό τους σύστημα διοίκησης. Ουσιαστικά πρόκειται για θεσμοθετημένη ευνοιοκρατία: έσκαγες ένα 20λιρο (δεν ξέρω πόσο πάει πια η ταρίφα, χρησιμοποιώ το ένα ΚΕΠ της Λευκωσίας, που πρόσφατα ιδρύθηκε κατά τα πρότυπα της διεφθαρμένης κτλ. Ελλάδας) στον κύριο Κίκη ή την κυρία Αντρούλλα για να πατήσει τη σφραγίδα του κράτους, την οποία π.χ. φυλάει μαζί με τα κλειδιά του σπιτιού και των δύο αμαξιών.
Μονομέρεια
Ο ολντμπόυ μού παραπονιότανε πρόσφατα ότι έχουμε γίνει μονομερείς: πρόπερσι με το πρώτο Μνημόνιο λέγαμε και τίποτε για την ελληνική παθογένεια (που δεν έχει εκλείψει), τις πολυάριθμες ελληνικές φρίκες κτλ. Η απάντησή μου είναι ότι δεν έχει επέλθει ούτε τύφλωση, ούτε μονομέρεια. Απλώς συμβαίνει το εξής. Φανταστείτε ότι είστε σε ένα καράβι και επισημαίνετε ότι οι κουπαστές είναι πολύ χαμηλές, οπότε κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή να πέσουν άνθρωποι στη θάλασσα. Το λέτε, το ξαναλέτε, το συζητάτε. Κάποια στιγμή το πλοίο στουκάρει (μάλλον: το στουκάρει ο καπετάνιος) πάνω στο παγόβουνο του θρύλου και σε λίγο το πλοίο, ας το ονομάσουμε Τιτανικό, παίρνει κατακόρυφη κλίση και βυθίζεται γοργά κι αμετάκλητα: ο κόσμος πέφτει έτσι κι αλλιώς στη θάλασσα, και σε μεγάλους αριθμούς. Οι κουπαστές βεβαίως παραμένουν πολύ χαμηλές και λίαν επικίνδυνες. Πλην όμως...
Κοίτα ποιος μιλάει
Ο τρομερός Φεβρουάριος του '12 ανέδειξε κάτι το οποίο εδώ προς το τέλος σκιαγραφείται πιο καλά. Ο λόγος των διανοουμένων (κι εδώ θα μου επιτρέψετε, Φίλε, να αυτολινκαριστώ), όταν δεν είναι αμήχανος και περιδεής, χρωματίζεται ταξικά πια με απροκάλυπτο και μοχθηρό τρόπο. Διαβάζεις την αντίδραση της Χ ή του Ψ και διακρίνεις, πέρα από εωσφορική αλαζονεία πνευματικών νάνων διαμετρήματος και αντίληψης λ.χ. δικής μου, την πειθήνια συστράτευσή τους με τους μαικήνες, τους χορηγούς, τους εργοδότες τους.
Και εντάξει, η Χ και ο Ψ έχουν ανάγκη από μαικήνες, χορηγούς και εργοδότες (κι εγωδότες) για να ζήσουν. Πράττουν αναλόγως. Θυμηθείτε στρατιές αυλόδουλων ποιητών και καλλιτεχνών, σαν περίπτωση, εννοώ, αφού τα ονόματα των πιο πολλών είναι ξεθωριασμένα για πάντα. Εσύ, όμως, καθηγητή Ω, τελειωμένε "πνευματικέ άνθρωπε", τι φοβάσαι; Δεν εξαθλιώνεσαι μαζί με τους πολλούς έτσι κι αλλιώς; Δε γίνεται να παυθείς για την όποια πολιτική σου δράση -- που έτσι κι αλλιώς θα απαρτιζόταν από ψελλίσματα και υπογραφές σε κοινές διακηρύξεις. Ίσως και κανα γενναίο κείμενο.
Ρουμπλιόφ
Να δείτε ξανά τον Αντρέι Ρουμπλιόφ του Ταρκόφσκι. Σε έναν ζοφερό κόσμο όπου η Ορθόδοξη (ναι, η καλή) Εκκλησία σκοτώνει τη χαρά και την ομορφιά και μετά οι Τάταροι καταστρέφουν, αφανίζουν και σκοτώνουν τα πάντα και τους πάντες, κάποιοι φτιάχνουν καμπάνες και κάποιοι ζωγραφίζουν. Μια ταινία για την Ελλάδα της δεκαετίας του '10.
Ταινίες, μηνύματα, Shame
Όχι ότι θα αντιμετωπίσουμε ταινίες και την τέχνη σαν φορείς μηνυμάτων, α λα Δανίκας-Ριζοσπάστης. Όχι. Ιδίως θεουργήματα σαν του Ταρκόφσκι. Υπάρχει όμως ένα λεπτό σημείο που πρέπει να αναδειχθεί εδώ. Θα προσπαθήσω να το κάνω μιλώντας για το Shame, το οποίο δεν έχω δει, ξεπατικώνοντας συζητήσεις με τον ολντμπόυ πάλι.
Λέω στον ολντ ότι το Shame θα μου αρέσει μόνον εάν ξεπεράσει σαν έργο την ίδια την ατζέντα του: ότι το σεξ μπορεί να γίνει παράγοντας αλλοτρίωσης, ενδεχομένως και αιτία της. Όχι γιατί αυτή η προκείμενη είναι εσφαλμένη, αλλά γιατί η πραγμάτευσή της φιλμικά το 2011 είναι υποκριτική και άκαιρη σε έναν κόσμο που υποφέρει από
α) τις συνεπειες του πουριτανισμού, της σεξουαλικής στέρησης και του rape culture και
β) κυριότατα από τη φτώχεια, τον ολοκληρωτισμό, την απληστία των ελίτ αλλά και τον καταναλωτισμό ως όρο και σκοπό ζωής των "μαζών".
Όλα αυτά βεβαίως ισχύουν εάν δεν είναι ωραία ταινία: ως γνωστόν, το έργο τέχνης ξεπερνά και τις προθέσεις του και την ατζέντα του.
Ο ολντ με λέει Ριζοσπάστη και του απαντάω ότι αν μια ταινία θέλει να συνθηματολογήσει και να ηθικολογήσει, και το δείχνει, θα κριθεί με βάση την ατζέντα της. Αν όμως είναι ωραία ταινία, τότε πάμε αλλού.