Ι.
Θαυμάζω τους αληθινά γενναίους ανθρώπους. Που συνεχίζουνε να σχεδιάζουν και να προχωρούνε κι ας ξέρουν καλά, and they do it anyway.
Πρώτα γνώρισα τον άνθρωπο, μετά το έργο του: την ποίηση και όλα τ' άλλα. Πριν γνωρίσω τον άνθρωπο, έμαθα τα καθέκαστα από φίλο μας: καρκίνος, εγχείρηση, μετάσταση, ακτινοβολίες, χημειοθεραπείες. Σχεδόν στην ηλικία μου. Μια εποχή που με γυρόφερνε η νοσοφοβία και κάθε λογής πίκρες. Ήπιαμε μαζί τα ουίσκια μας. Κάπνισε μαζί μου. Τον αισθάνθηκα φίλο, σε σημείο που τον κάλεσα στα τεσσαρακοστά μου γενέθλια, ανάμεσα σε ελάχιστους και πολύ νευρωτικά επιλεγμένους. Μετα τον έβαλα (και το χαίρομαι ακόμη) να μιλήσει για κάτι που σκάρωσα.
Λίγες συναντήσεις και ατελείωτες, στο σπίτι του με τον σκύλο και με τη θέα. Η τελευταία ήτανε στο κέντρο για βιβλία και κουβέντα.
Άνθρωπος πολύτιμος. Όχι, δε μας αφορά η βιολογική ζωή ως ατέλειωτη σπατάλη, δε μας νοιάζει ο αέναος ξανανιωμός της ως καταστρατήγηση της εντροπίας. Μας νοιάζει η ύπαρξη και οι άνθρωποι, και μάλιστα όταν τους χάνουμε.
Α ρε Πάνο Οικονόμου. Α ρε Πάνο.
ΙΙ.
"Θες να καθήσουμε εδώ και να δούμε λίγο την πόλη;"
"Ναι."
"Τι γράφει εκεί;"
"Πού;"
"Στον τοίχο."
"Αντίφα."
"Αντίφα; Περίεργο όνομα."
"Δεν είναι όνομα, σημαίνει να πολεμάμε τους κακούς ανθρώπους."
"Κοίτα, τα νερά τρέχουν μέχρι τη ρόδα του αυτοκινήτου."
"Και πιο μακριά."
"Έλα να ρίξουμε φύλλα στα νερά που τρέχουν, να τα κάνουμε βαρκούλες."
"Εντάξει."
ΙΙΙ.
Δίνε ευκαιρίες στους ανθρώπους με τους οποίους κάποια χορδή σου συντονίστηκε κάποτε. Δίνε ευκαιρίες ξανά και ξανά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου