Έγραφα σε ένα φιλαράκι τις προάλλες, βρίζοντάς του το ελληνικό σχολείο, έλεγα τα γνωστά: "ο Έλληνας έχει περάσει από ένα βρωμερό εκπαιδευτικό σύστημα, που
καταστέλλει την επιστημονική σκέψη, τη δημιουργικότητα και τον κριτικό
λόγο, προωθώντας τη συμμόρφωση, την κοινωνική οργάνωση γύρω από
συλλογικούς μύθους (μύθους όμως) και μια φω λογιοσύνη. Με μερικούς δασκάλους να σώζουνε (;;;) την κατάσταση."
Προχτές διάβασα αυτό. Η πρώτη αντίδρασή μου καθώς το διάβαζα ήταν "α! Λεβέντης εροβόλαγε". Πάντα με συγκινεί αυτό το τραγούδι: μοιάζει μουσικά με το "ρίχνω την καρδιά μου στο πηγάδι", το λέει η ωραία αθώα Μαρία Δημητριάδη. Βεβαίως δεν το άκουσα τότε: με δυσκολία ανοίγω βίντεο, πολύ περισσότερο τραγούδια. Τα τραγούδια είναι κάπως επικίνδυνα: συμπυκνώνουν περασμένη ζωή, σε αυτή την περίπτωση και έναν κόσμο που δε χάριζε κάστανα στην τυραννία και στον φασισμό, που είχε και κορμιά (θυμηθείτε το γαμογαϊτανάκι στη Λέσχη του Τσίρκα π.χ.) αλλά και καρδιά κοντά στο μυαλό -- εμείς πάλι είμαστε εγκέφαλοι σε κονσέρβα, συνήθως σφραγισμένη.
Άνοιξα το βίντεο πριν λίγο και ταράχτηκα. Θυμήθηκα στο Γυμνάσιο τη θεούσα (ατόφια θεούσα: κότσος, ταγιέρ, αφιερωμένη σε αδερφότητα κτλ. -- κανονική χαρντοκορίλα) καθηγήτρια μουσικής, αυτή που με έλεγε "φύλαρχο" και που μου έμαθε (μαζί με τον φίλο μου τον Γιώργο) να αγαπάω τη μουσική και να τη βασανίζω λίγο και να την αφήνω να με παιδεύει. Ήταν, έλεγαν, από παλιά αστική οικογένεια μιας πόλης με αστική τάξη και τα εγκατέλειψε όλα για τον Κύριο, και ποιος είμαι εγώ που θα χλευάσω το όνειρο και την αφοσίωση του άλλου, εγώ που όλα μου ήρθαν εύκολα, τελικά. Έχτισε λοιπόν η θεούσα ολόκληρη γιορτή Πολυτεχνείου γύρω από αυτό το τραγούδι -- ήξερε από αυτά. Όταν η χορωδία μας άρχισε να τραγουδάει τον Λεβέντη, που τον ξέραμε από τα ραδιόφωνα στο κάτω κάτω, έπεσε απότομα σιωπή. Το τραγούδι εξερράγη. Θυμάμαι να κοιτάζω τη Β., που έγινε σπουδαία κιθαρίστρια, τη Σ., που έγινε τακτική καθηγήτρια πανεπιστημίου πριν τα σαράντα της (όχι στην Ελλάδα, βρε κουτά) και καλλιτέχνης, κάτι κορίτσια που μου άρεσαν, να τραγουδάνε. Θυμάμαι και που έτρεμα και ριγούσα, σχεδόν έκαιγα. Θυμήθηκα τα χέρια της καθηγήτριας μουσικής να διευθύνουν, τις φωνές να κοκκινίζουνε τα πρόσωπα από τα οποία εκπέμπονταν. Θυμήθηκα να ανατριχιάζω, όχι από το νεκροφιλικό κιτς της αριστεράς αλλά γιατί και μέσα από αυτό -- και παρά το κιτς αυτό -- το τραγούδι έλεγε κάτι για ένα ιδανικό ζωής, για την αξιοπρέπεια, για την ελευθερία, για το ότι δεν είμαστε καλαμιές στον κάμπο (κάτι που, ως έφηβος γυμνασίου, το έχεις δόγμα σου). Για το τι σε κάνει άνθρωπο. Κάπως έτσι.
Και τώρα το ακούω, για πέμπτη φορά. Σκέφτομαι μια θεούσα δεξιά (δεν κρυβόταν) που τιμούσε τα "παιδιά" που σκοτώθηκαν για τη λευτεριά ("εγώ τα θυμάμαι", έλεγε, "ήμουν νέα"). Σκέφτομαι κι αυτήν και άλλους "δασκάλους να σώζουνε την κατάσταση" -- χωρίς τρία ερωτηματικά. Σκέφτομαι τι θεριζοαλωνιστική μηχανή θα ήμουν χωρίς μουσική και καλλιτεχνικά στο Γυμνάσιο, χωρίς τη μία ώρα Φιλοσοφίας στη Γ' Λυκείου. Σκέφτομαι πόσο τυχερός ήμουν που δεν είχα πέντε ώρες αρχαία. Ότι η χίπισσα που μας έλεγε για τους Πινκ Φλόυντ και η γαλλοθρεμμένη φιλόλογος που μισούσε το Ισλάμ (παντρεμένη με Κόπτη, γαρ) και η φιλόλογος που πρώτη μάς είπε για την ύπαρξη Σλαβομακεδόνων είναι οι άνθρωποι που παρά το "βρωμερό εκπαιδευτικό σύστημα" μάς έκαναν ανθρώπους. Και γιατί δεν ήταν ακόμα εξαθλιωμένοι.
Μην ξεχνάτε τους δασκάλους, τώρα που μας έχει πιάσει ο φασισμός από τον λαιμό.
Μην ξεχνάτε τα τραγούδια από έναν κόσμο που είχε κορμί και καρδιά και μυαλό. Που αγωνίστηκε και πολέμησε όπως ήξερε και όπως μπορούσε και όπως γινόταν την τυραννία, τον φασισμό και αυτή την ξένη πατρίδα Ελλάδα μας της κανονικότητας των δοσιλόγων. Όχι, δεν πρέπει να γυρίσουμε στο παρελθόν και στα αντάρτικα. Αλλά στην εποχή του φόβου και της προπαγάνδας, στρεφόμαστε προς μια αντίστοιχη εποχή, μήπως πάρουμε πατήματα. Και θάρρος.
Κι ας χάσω ακόμα μια φορά την ψυχραιμία μου: ακούστε. Δείτε λίγο και το βίντεο.
Προχτές διάβασα αυτό. Η πρώτη αντίδρασή μου καθώς το διάβαζα ήταν "α! Λεβέντης εροβόλαγε". Πάντα με συγκινεί αυτό το τραγούδι: μοιάζει μουσικά με το "ρίχνω την καρδιά μου στο πηγάδι", το λέει η ωραία αθώα Μαρία Δημητριάδη. Βεβαίως δεν το άκουσα τότε: με δυσκολία ανοίγω βίντεο, πολύ περισσότερο τραγούδια. Τα τραγούδια είναι κάπως επικίνδυνα: συμπυκνώνουν περασμένη ζωή, σε αυτή την περίπτωση και έναν κόσμο που δε χάριζε κάστανα στην τυραννία και στον φασισμό, που είχε και κορμιά (θυμηθείτε το γαμογαϊτανάκι στη Λέσχη του Τσίρκα π.χ.) αλλά και καρδιά κοντά στο μυαλό -- εμείς πάλι είμαστε εγκέφαλοι σε κονσέρβα, συνήθως σφραγισμένη.
Άνοιξα το βίντεο πριν λίγο και ταράχτηκα. Θυμήθηκα στο Γυμνάσιο τη θεούσα (ατόφια θεούσα: κότσος, ταγιέρ, αφιερωμένη σε αδερφότητα κτλ. -- κανονική χαρντοκορίλα) καθηγήτρια μουσικής, αυτή που με έλεγε "φύλαρχο" και που μου έμαθε (μαζί με τον φίλο μου τον Γιώργο) να αγαπάω τη μουσική και να τη βασανίζω λίγο και να την αφήνω να με παιδεύει. Ήταν, έλεγαν, από παλιά αστική οικογένεια μιας πόλης με αστική τάξη και τα εγκατέλειψε όλα για τον Κύριο, και ποιος είμαι εγώ που θα χλευάσω το όνειρο και την αφοσίωση του άλλου, εγώ που όλα μου ήρθαν εύκολα, τελικά. Έχτισε λοιπόν η θεούσα ολόκληρη γιορτή Πολυτεχνείου γύρω από αυτό το τραγούδι -- ήξερε από αυτά. Όταν η χορωδία μας άρχισε να τραγουδάει τον Λεβέντη, που τον ξέραμε από τα ραδιόφωνα στο κάτω κάτω, έπεσε απότομα σιωπή. Το τραγούδι εξερράγη. Θυμάμαι να κοιτάζω τη Β., που έγινε σπουδαία κιθαρίστρια, τη Σ., που έγινε τακτική καθηγήτρια πανεπιστημίου πριν τα σαράντα της (όχι στην Ελλάδα, βρε κουτά) και καλλιτέχνης, κάτι κορίτσια που μου άρεσαν, να τραγουδάνε. Θυμάμαι και που έτρεμα και ριγούσα, σχεδόν έκαιγα. Θυμήθηκα τα χέρια της καθηγήτριας μουσικής να διευθύνουν, τις φωνές να κοκκινίζουνε τα πρόσωπα από τα οποία εκπέμπονταν. Θυμήθηκα να ανατριχιάζω, όχι από το νεκροφιλικό κιτς της αριστεράς αλλά γιατί και μέσα από αυτό -- και παρά το κιτς αυτό -- το τραγούδι έλεγε κάτι για ένα ιδανικό ζωής, για την αξιοπρέπεια, για την ελευθερία, για το ότι δεν είμαστε καλαμιές στον κάμπο (κάτι που, ως έφηβος γυμνασίου, το έχεις δόγμα σου). Για το τι σε κάνει άνθρωπο. Κάπως έτσι.
Και τώρα το ακούω, για πέμπτη φορά. Σκέφτομαι μια θεούσα δεξιά (δεν κρυβόταν) που τιμούσε τα "παιδιά" που σκοτώθηκαν για τη λευτεριά ("εγώ τα θυμάμαι", έλεγε, "ήμουν νέα"). Σκέφτομαι κι αυτήν και άλλους "δασκάλους να σώζουνε την κατάσταση" -- χωρίς τρία ερωτηματικά. Σκέφτομαι τι θεριζοαλωνιστική μηχανή θα ήμουν χωρίς μουσική και καλλιτεχνικά στο Γυμνάσιο, χωρίς τη μία ώρα Φιλοσοφίας στη Γ' Λυκείου. Σκέφτομαι πόσο τυχερός ήμουν που δεν είχα πέντε ώρες αρχαία. Ότι η χίπισσα που μας έλεγε για τους Πινκ Φλόυντ και η γαλλοθρεμμένη φιλόλογος που μισούσε το Ισλάμ (παντρεμένη με Κόπτη, γαρ) και η φιλόλογος που πρώτη μάς είπε για την ύπαρξη Σλαβομακεδόνων είναι οι άνθρωποι που παρά το "βρωμερό εκπαιδευτικό σύστημα" μάς έκαναν ανθρώπους. Και γιατί δεν ήταν ακόμα εξαθλιωμένοι.
Μην ξεχνάτε τους δασκάλους, τώρα που μας έχει πιάσει ο φασισμός από τον λαιμό.
Μην ξεχνάτε τα τραγούδια από έναν κόσμο που είχε κορμί και καρδιά και μυαλό. Που αγωνίστηκε και πολέμησε όπως ήξερε και όπως μπορούσε και όπως γινόταν την τυραννία, τον φασισμό και αυτή την ξένη πατρίδα Ελλάδα μας της κανονικότητας των δοσιλόγων. Όχι, δεν πρέπει να γυρίσουμε στο παρελθόν και στα αντάρτικα. Αλλά στην εποχή του φόβου και της προπαγάνδας, στρεφόμαστε προς μια αντίστοιχη εποχή, μήπως πάρουμε πατήματα. Και θάρρος.
Κι ας χάσω ακόμα μια φορά την ψυχραιμία μου: ακούστε. Δείτε λίγο και το βίντεο.
http://www.youtube.com/watch?v=CoSHHYDODj4
ΑπάντησηΔιαγραφή"...σήμερα εσύ, αύριο εγώ", "...ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο", "η ζωή τραβά την ανηφόρα" κ.ά πολλά. Μετά την άκρη της απαισιοδοξίας για το μέλλον, στο βάθος του ορίζοντα ξεκινά ένας δίκαιος κι ειρηνικός κόσμος όπου όλοι μπορούν να κάτσουν να πιουν ένα ποτήρι κρασί και να μοιραστούν με τους άλλους το λίγο τους.