Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2007
Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2007
Κάγκελα Παντού -- Ήχος πλάγιος του β'
Κι επειδή τα γέλια σταματημό δεν είχαν, είπα να διαλογιστώ πάνω στον στίχο του 'Κάγκελα Παντού' για να καλμάρω και να βγάλω τον σκασμό. Έτσι αντιλήφθηκα ότι είναι από τα λίγα ελληνικά τραγούδια των οποίων ο στίχος πρωτοτυπεί όσον αφορά τη διάθεση. Δηλαδή: αν απογυμνώσετε από τη μουσική του το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι (ό,τι έχει πάθει δηλαδή η αρχαία λυρική ποίηση), και αν εξαιρέσουμε τη μελοποιημένη ποίηση, κάτι μουρλομπγιόρκ τύπου Μ. Κριεζή / Λένα Πλάτωνος, κάτι σεμνολετριστές όπως η Νικολακοπούλου καθώς και τους Σαββόπουλους & υιούς, Τρύπες & υιούς ή τον Σωκράτη Μάλαμα, θα βρεθείτε μπροστά σε μια θαυμαστή ομοιογένεια διάθεσης: αυτή του κλαψοκλάματος, του κλαψονταλκά και της κλαψοκλάψας. Πολλή κλάψα. Πολύ κλάμα. Δυστυχία. Χωρισμός. Πόνος. Ανείπωτος.
Ενώ το σκεφτόμουν αυτό μεταφέρθηκα στα 1978. Όχι σωματικώς. Το καλοκαίρι του '78 (αλλά και κατόπιν) πηγαίναμε στο Αυλάκι για μπάνια με εκδρομικό. Στο εκδρομικό πάντα η ίδια κασέτα, του Πάριου. Πάντα. Βαριόμουνα στη διαδρομή, βαριόμουνα και τον Πάριο. Ήξερα όμως ότι ανάμεσα στα λυπητερά τραγούδια όπως 'λυπήσου με', 'μη φεύγεις μη', 'θα με θυμηθείς', βρέχει, κρυώνω, πεθαίνω, σβήνω, λιγώνομαι υπήρχε και ένα χαρούμενο προς το τέλος: το 'Τώρα τέρμα στα λάθη'. Ήξερα ότι όταν θα ακουγόταν αυτό το ένα χαρούμενο τραγούδι, θα πλησιάζαμε σπίτι πια (πράγματι, το 'Τώρα τέρμα στα λάθη' έπεφτε εκεί κοντά στο Πεντάγωνο).
Μετά μεταφέρθηκα στα 1996, νοερά πάντα. Είχε έρθει στην Ελλάδα η ελληνοελβετή ξαδέρφη μου, η Θέα. Πήγαμε στην παραλιακή: ήθελε ελληνικό κλάμπιν η κοπέλα. Τότε, παιδιά μου, είχαν ήδη αρχίσει (όχι και τόσο) δειλά-δειλά να μπασταρδεύουνε με σκυλοπόπ τα προγράμματα στα χορευτάδικα. Κι επειδή ο ρυθμός του τσιφτετελιού βγάζει από μέσα μας τον δεν-ξέρω-ποιον στον καθένα, όταν τελείωσε ο τραγουδιάρης τον αμανέ και η Θέα το λίκνισμά της, με ρωτάει (η Θέα) τι έλεγε το τραγούδι. Της εξήγησα ("πονάω, βογγάω, χτυπιέμαι και σέρνομαι") και το βρήκε 'διασκεδαστικό, όλο πόνο και χωρισμούς, δηλαδή, όπως τα ιταλικά τραγούδια'.
Να αφεθούμε λοιπόν μοιρολατρικά στη μεσογειακή μας ταυτότητα ως καθοριστική της θεματολογίας και της διάθεσης των τραγουδιών μας; Όχι: δείτε τα δημοτικά τραγούδια ή τα ρεμπέτικα ή ακόμα και το ελαφρύ τραγούδι (ξέρετε: 'εγώ θα σ' αγαπώ και μη σε νιάζει', 'μόνο κοντά σου', 'να το πάρεις το κορίτσι' κτλ.).
Αν το ψάξετε λίγο θα δείτε ότι γενικά υπάρχει ένα 'συμβολικό' έλλειμμα χαράς (ή, αν θέλετε, ποπ διάθεσης) στην ελληνική κοινωνία. Αυτό στο τραγούδι εκφράζεται κυρίως με δύο τρόπους: πρώτον, με την αλγολαγνική εμμονή σε θέματα πόνου, θλίψης, χωρισμού. Σύμβολο αυτής της εμμονής, ο κακόφωνος βάρδος, το ελληνικό τοτέμ, ο πτωχοαλαζόνας (όπως τον αποκάλεσε ο Φάις) Καζαντζίδης, και μάλιστα ο Καζαντζίδης της περιόδου εκείνης που οίμωζε τουρκοκαραμουζάτα κι αβάσταχτα για ξενιτειές και βάσανα, μανούλες, δυστυχίες -- την ώρα που του κόλλαγαν πεντακοσάρικα και χιλιάρικα διάφοροι που ούτε να ξενιτευτούν αναγκάστηκαν, ούτε βάσανα ένιωσαν πέρα από την απόρριψη της κονσοματζούς. Μιλάω για τη συγκεκριμένη φάση, γιατί ο Καζαντζίδης, με μια κιθάρα στο χέρι, είπε και πολλά από τα λεγόμενα 'ελαφρολαϊκά', αδίκως επισκιάζοντας τον καημένο τον Γαβαλά (ο οποίος μάλλον ήτανε πολύ κυριλέ για τους κιμπάρηδες καυλοκαμένους μαμάκηδες) ή και τον πάρα πολύ μεγάλο Ζαμπέτα...
Δεύτερον, εκφράζεται με τα βικτωριανά μας ήθη. Άσκηση: πιάστε ένα οποιοδήποτε τραγούδι, λ.χ. αυτά εδώ, κάτι ποιητικό και δυστυχισμένο από τους Πυξ-Λαξ ή και το ωραιότατο 'το πλοίο θα σαλπάρει'. Μεταφράστε τα στα αγγλικά. Βάλτε θαυμαστικό στο τέλος κάθε στίχου. Σαν τι μοιάζει; Σαν ελάσσονα βικτωριανά ποιηματάκια. Νοσταλγίες και πόνοι, θλίψεις και χωρισμοί, πάθη σεμνά χωρίς κορμιά, υγρά και τσαχπινιές. Θυμάμαι (πάλι) ότι όταν μάθαινα αγγλικά και μετέφραζα στίχους τραγουδιών από το Μουσικόραμα για τους φιλοπερίεργους γονείς μου είχα μεγάλο πρόβλημα: όλο για σεξ και χασίσια μιλάγανε (οι στίχοι, όχι οι γονείς). Σύμβολο της σεμνοτυφίας μας: η (μάνα της ΑΕΚ πλέον) Δέσποινα Βανδή και το τραγούδι 'Σεξ', πιο συγκεκριμένα. Τι λέει εκεί ο μουσηγέτης Φοίβος; ότι η Δέσποινα φαντασιώνεται, τρίβεται, τεντώνεται, σέρνεται, χαϊδεύεται. Αυτά. Τέλος. Αυτό είναι το στιχουργικό σεξ στο ελληνικό τραγούδι: άιντε το πολύ μαλακία. Και βεβαίως δεν είμαστε σε αυτό το μπλογκ κατά της μαλακίας, όμως από μόνη της δε φτάνει. Υπάρχουνε κι άλλα.
Τελικά δεν είναι τυχαίο που για χρόνια κυκλοφορούσε τόσος πολύς μεταφρασμένος στίχος στο ελληνικό πεντάγραμμο.
Επίμετρο: Ο Καρράς (που κάνει τον Καζαντζίδη να ακούγεται μπελ κάντο) και 'οι άλλοι', ένα δυνατό κείμενο του βυτίου.
Από την άλλη, επανερχόμενος σε αυτά που έλεγα πιο πάνω για τα πεντακοσάρικα και τα χιλιάρικα, πάντοτε αναρωτιόμουνα πού τα βρίσκουν τόσα λεφτά όσοι τα τρώνε στη 'νύχτα', γιατί η 'νύχτα' είναι ακριβή. Από κάποιον τα στερούν, ε; όπως ο σχωρεμένος ο ξάδερφός μου. Ενώ εγώ, λ.χ., και να 'θελα να ζήσω την παρακμή, δεν τα έχω, μανούλα μου...
Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2007
Ο μονόλογος του Γύφτου
Τους πρώτους μήνες του σώου απλώς ανακύκλωνε ανούσιους διδακτισμούς και κάποιες μανιέρες των Μήτσων, οι οποίοι τελικά ήταν εξώφθαλμα προφανείς κι εκβιαστικοί: θυμάμαι το επεισόδιο που είχε αφιερώσει στην απόσυρση του Καραμανλή από τα κοινά ή στον θάνατό του, δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από κακογραμμένο σχολικό σκετς. Θυμάμαι επίσης ένα παλιότερο επεισόδιο στο Αλ-Τσαντίρι αφιερωμένο στο λιβάνισμα του Χάρυ Κλυν, με τον Κλυν παρόντα. Βαρετά πράγματα.
Τώρα τελευταία κάνει ενδιαφέρουσα και ουσιαστική κριτική σάτιρα -- ας πούμε ότι η 'κριτική σάτιρα' είναι ένα είδος πιο πολιτικό και πιο υπεύθυνο από επιθεωρησιακούς μπουφονισμούς. Ουσιαστικά κάνει πολιτικό stand-up comedy πια, κάπως σαν τον Μαρκ Τόμας.
Βεβαίως, και στο πάντα προφανές των στόχων του και στην οξυδέρκεια και οξύτητα της κριτικής του και στη "ρητορική κι ευαισθησία" του μοιάζει πάρα πολύ με μπλογκάς. Έχω φτάσει μάλιστα σε πολλά να ταυτίζομαι μαζί του: αυτή η περσόνα που εδώ κι έξι μήνες έχει υιοθετήσει, του "μέσου νου", δεν είναι μακριά από το μπλογκικό ήθος· ταυτόχρονα όμως απέχει παρασάγγες από τους υπερφίαλους δαιμόνους της τηλεοπτικής Ιεράς Εξέτασης.
Τώρα, όσον αφορά τη μεροληψία του και τις απροκάλυπτες προτιμήσεις του, ε, σατιρικός καλλιτέχνης είναι, όχι ο Δαλάι Λάμα. Ο αναμάρτητος (μπλογκάς, δημοσιογράφος κτλ.) πρώτος τον λίθον -- και ούτω καθεξής...
Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2007
Cuniculus albus
Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2007
Opus Dei
Η Μαυρομιχάλη είναι ένας από τους αγαπημένους μου δρόμους στην Αθήνα, και στον κόσμο. Θα τα πούμε άλλη φορά για τους αγαπημένους μου δρόμους όμως. Απλώς θέλω να σας πω ότι δεν πρόκειται για μένανε απλώς για έναν δρόμο που έχω ανεβοκατεβεί πάρα πολλές φορές. Και τον έχω ανεβοκατεβεί πάρα πάρα πολλές φορές. Αν κι εσείς τον έχετε λοιπόν ανεβοκατεβεί πάρα πολλές φορές, ιδίως τη δεκαετία του 80, θα έχετε προσέξει ότι πέρα από τα νεοκλασσικά, τα ωραία διαμερίσματα, τον Φούρνο και το Άλφαβιλ, το καφενείο Πανελλήνιον κι άλλα πολλά, η Μαυρομιχάλη έχει ένα μυστήριο κτήριο, στο τετράγωνο των εκδόσεων Οδός Πανός (αλλά αυτές έχουν είσοδο από Διδότου).
Αν και το κτήριο είναι πολύ μυστήριο, αν και μοιάζει με δημόσια υπηρεσία στην οποία μπαινοβγαίνουν πολλοί, αν και έχει ένα περιστύλιο πάνω στους στύλους του οποίου τότε, τη δεκαετία του 80, υπήρχαν κορνιζωμένες αφίσες 'Την ειρήνη ο Χριστός τη δίνει', αν και πρόκειται για ένα πολύ μυστήριο κτήριο, που λέτε, ποτέ κανείς λαύρος δημοσιογράφος δεν κατήγγειλε ότι εκεί έχουν έδρα σκοτεινές δυνάμεις που απεργάζονται τη διάβρωση του ορθοδόξου φρονήματος του ελληνικού λαού. Γιατί. Επειδή εκεί είναι η έδρα του σωματείου ορθοδόξου εσωτερικής ιεραποστολής ο 'Μέγας Βασίλειος'. Δηλαδή μιάς από τις μείζονες συνιστώσες αυτού που αποκαλούμε 'Ορθοδοξία' τον 20ο αιώνα στην Ελλάδα.
Πριν ξεκαθαρίσω τι είναι αυτή η οργάνωση σε όσους ξύνετε (δικαιολογημένα) το τριχωτό της κεφαλής σας με απορία, να σας πω λίγο για το κτήριο. Το σοβάτισμα και οι ψευδοαψίδες 'ορθοδοξίας', που εισήγαγε στις ελληνικές αρχιτεκτονικές πρακτικές η Ασπροβάλτα, τα ευαγή ιδρύματα μητροπόλεων και οι ξενώνες του Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης, είναι πρόσφατες επεμβάσεις. Τη δεκαετία του 80 το κτήριο ήταν ολόκληρο όπως η αγέλαστη (μπρουταλιστική;) μοντερνιά που ακόμα φαίνεται ακάλυπτη στα δεξιά.
Η πόρτα του κτηρίου πάντα κλείνει αμέσως μόλις ανοίξει, με έναν από τους πιο σφιχτούς επαναφορείς θυρών που μου έχουν κλείσει πόρτα στα μούτρα ποτέ. Οι άνθρωποι περνούνε σβέλτα και σιωπηλά αυτή την πόρτα ιδίως όταν έχουν κότσους και ταγιέρ, είτε μουστάκια και ρετρό κουστούμια, είτε ράσα. Τη νύχτα αράζουν στο περιστύλιο οι ευγενικές και κουρασμένες τροτέζες της Μαυρομιχάλη ("Καλησπέρα σας, κύριε."). Όσοι χρησιμοποιούν το κτήριο την ημέρα δεν ξέρω πώς το βλέπουν αυτό.
Ενδεχομένως με απαξιωτική παραίτηση. Σ' αυτό θα επανέρθουμε.
Μέσα το κτήριο μυρίζει λίγο σαν μεγάλο δικηγορικό γραφείο και λίγο σαν παλιό σαλόνι επί της Πατησίων (ή σα σαλόνι ρετιρέ στον έβδομο της Βασιλίσσης Όλγας, Σαλονικάριοι). Το σωματείο ορθοδόξου εσωτερικής ιεραποστολής ο 'Μέγας Βασίλειος' ήτανε τη δεκαετία του 80 (δεν ξέρω τώρα πια) ένα πρόσχημα μέσα από το οποίο η Αδελφότης Θεολόγων ο 'Σωτήρ' (αυτούς μάλλον τους έχετε ακουστά) μανατζάριζε τις οργανώσεις νέων και νεανίδων του, τη ΓΕΧΑ, και άλλα πολλά. Στο τεράστιο κτήριο υπήρχανε και κάποια γραφεία στο ισόγειο που κάτι είχανε να κάνουν με τα γνωστά εκπαιδευτήρια Ελληνική Παιδεία. Διέθετε τρεις ή τέσσερις ορόφους γεμάτους κενές αίθουσες και κενά γραφεία καθώς και μια μεγάλη αίθουσα εκδηλώσεων στην οποία, όταν τράβαγες κάτι κόκκινα πετάσματα, αποκαλυπτόταν ένα ξυλόγλυπτο τέμπλο που έκρυβε μιαν Αγία Τράπεζα: έτσι γινόταν παρεκκλήσιον. Αυτά τα κενά δωμάτια χρησίμευαν για εντευκτήρια των χριστιανικών ομάδων νέων του Σωτήρος / Μεγάλου Βασιλείου (τους ανεκδιήγητα αποκαλούμενους Χαρούμενους Αγωνιστάς), της ΓΕΧΑ, ενίοτε εθνικών οργανώσεων όπως η ΣΦΕΒΑ ή η ελληνοκυπριακή Δράσις-ΚΕΣ, αλλά και για εξομολογήσεις. Αυτές οι τελευταίες γίνονταν σε ηχομονωμένα γραφεία δίπλα σε αίθουσες αναμονής με τις καρέκλες τοποθετημένες τοίχο-τοίχο όπου περίμεναν καθισμένοι εκπρόσωποι του ενός φύλου μόνο, με στήσιμο που έβλεπες σε αίθουσες αναμονής παλαιομπουρδέλων (προ 1991, δηλαδή) -- Θε μου σχώρα με.
Αν η οργανωτική δομή αυτού του πνευματικού καρτέλ σάς φαίνεται ασαφής και συγκεχυμένη είναι γιατί όντως είναι. Κάποτε ρώτησα φίλο μυστακοφόρο, "αφιερωμένο" στον Σωτήρα: "ρε συ Εξακουστωδιανέ, ο 'Μέγας Βασίλειος' ανήκει στην αδερφότητα;" "Ε όχι δα!" απάντησε ο πρώην αθλητής. Λεπτομέρειες δεν έμαθα ποτέ, σιγά μην τις έλεγαν σ' εμένα τον Πέρση. Ποια είναι νομικά η σχέση 'Μεγάλου Βασιλείου', 'Σωτήρος', ΓΕΧΑ και των διάφορων οργανώσεων-δορυφόρων, δεν έχω την παραμικρή ιδέα.
Φυσικά τα μονολιθικά κτήρια (έχουνε κι άλλα, λ.χ. στους Αμπελοκήπους -- Βαθέος και Μεγάλου Σπηλαίου γωνία, νομίζω), οι μπερδεμένοι και αδιαφανείς (διαπλεκόμενους τους λένε τώρα) σύνδεσμοι ανάμεσα σε σωματεία, κοινωφελή ιδρύματα, οργανισμούς, σκιώδη διοικητικά συμβούλια κτλ. είναι γνωστό φαινόμενο παγκοσμίως και -- τελικά -- μπανάλ. Το πνευματικό καρτέλ Σωτήρ-Μέγας Βασίλειος-ΓΕΧΑ-τρέχα γύρευε έχει όμως ενδιαφέρον για τέσσερις λόγους:
α. Προετοίμασε το έδαφος (ίσως εν αγνοία του) για την ενοριοκρατία-γεροντοκρατία-δεσποτοκρατία που τείνει να εγκαθιδρυθεί στην ελλαδική Ορθοδοξία, πείθοντας γενιές και γενιές ότι Ορθοδοξία σημαίνει Παράδοσις-Ελλάδα-αγαμία.
β. Αυτό το ιδιότυπο ιδεολογικό μόρφωμα (Παράδοσις-Ελλάδα-αγαμία) έχει διαρρεύσει ευρέως, κάπως όπως τη σκαπουλάρουν τα βαρέα μέταλλα από τις χωματερές και μολύνουν υδροφόρους ορίζοντες, και έχει περάσει στη διατροφική αλυσίδα πολλών, ακόμα κι όταν δεν έχουν απολύτως καμμία σχέση με χριστούς κι εκκλησίες.
γ. Το καρτέλ ήταν απίστευτα δημοφιλές στον τομέα 'εκπαίδευση των νέων' με άκρες σε δημόσια σχολεία, στρατόπεδα, νοσοκομεία και ούτω καθεξής.
δ. Ευθύνεται εν πολλοίς για α) τον κανονικότατο ενοχικό ευνουχισμό και β) την ενστάλαξη δεξιών αντανακλαστικών σε χιλιάδες Έλληνες. Ούτε που θέλω να σκεφτώ τα καημένα τα κορίτσια που στέλναν οι γονείς τους στις Χαρούμενες Αγωνίστριες, ακούγονταν τρελά πράγματα...
ΙΙ.
Η παιδαγωγική μέθοδός τους αντίστοιχη με αυτή των καθολικών νεολαιών: στη σφαίρα του ιδιωτικού εμφυτεύαν ενοχή χωρίς ποτέ να μιλάν ανοιχτά για το σεξ (ή εναντίον του) και στη σφαίρα του πολιτικού καλλιεργούσαν την καχυποψία απέναντι σε οτιδήποτε αμφισβητεί τα καθεστηκότα. Η στάση τους όταν νουθετούσαν τα παιδιά κατά των πάρτυ, του σινεμά, της τηλεόρασης, του 98% των βιβλίων, του ποτού, του 70% της μουσικής, του καπνίσματος, του θεάτρου, των εκδρομών, των χαζοφλέρτ, των εξόδων ακόμα και σε ταβέρνες, των καφετεριών, των παρεών με πιο τσαμπουκαλεμένα και ξεβγαλμένα παιδιά, ακόμα και στα πλαίσια του να παίξεις μπάλα, και πάει λέγοντας ήτανε συνήθως η απαξίωση. Διακριτική απαξίωση.
Η στάση τους απέναντι στην πολιτική, στις απεργίες, στον κοινοβουλευτισμό, στα (εργατικά) κινήματα, σε κάθε λογής αγώνες, στα κόμματα, ήτανε απαξιωτική παραίτηση: δε βαριέσαι, τα κόμματα χωρίζουν, η πατρίδα ενώνει. Ναι, αυτό το πρωτοάκουσα πριν είκοσι και βάλε χρόνια. Απέναντι όμως στη διακριτική απαξίωση και στην απαξιωτική παραίτηση δεν μπορείς να αρθρώσεις αντίλογο. Έτσι, τα στοχευμένα υπονοούμενά τους πάνε κατευθείαν στον πάτο, στο υποσυνείδητο, που λένε.
Αν τους πίεζες λίγο, όπως έκανα εγώ συστηματικά ως φιλοπερίεργος και μικρομέγαλος μαθητής, το έπαιρναν εσχατολογικά το θέμα: όλα αυτά, τελικά, είναι του κόσμου τούτου. Εξοικειωνόσουν εκεί μέσα τελικά, δηλαδή, με έναν ιδιότυπο καλβινίζοντα μηδενισμό, χωρίς όμως χιλιαστικά οράματα, μπαρκόουντ κι αντιχρίστους, με την ευσέβεια και την καθωσπρέπεια των νοικοκυραίων: αταξική, απολίτικη, ανερωτική.
ΙΙΙ.
Μπήκα στις μαθητικές ομάδες τους στα δώδεκα και -- αντίθετα με τα περισσότερα παιδιά -- με δική μου πρωτοβουλία και με δυσφορία εκ μέρους των δικών μου. Ήθελα να μάθω περισσότερα για τη Θεολογία και τα κατηχητικά μού φαινόντουσαν παιδαριώδη. Όσους γνώρισα εκεί μέσα, αφιερωμένους της Αδελφότητας και φοιτητές ομαδάρχες, στις κατασκηνώσεις και στις κυριακάτικες συνάξεις, τους άλλαζα τα φώτα. Αυτοί μάς έλεγαν ιστορίες για τα κακά της ζηλοφθονίας κι εγώ γύρναγα την κουβέντα στο αν ο Χριστός εγκρίνει την ατομική ιδιοκτησία. Ήδη στα δώδεκα ήμουνα ήδη πεπεισμένος για τρία πράγματα: ότι άλλα αυτά που μας ζητάει ο Θεός και άλλα όσα προστάζουν οι θρησκείες, ότι το σεξ είναι εξ ορισμού "καλό πράγμα" (αφού το επινόησε ο Θεός και λένε ότι είναι και πολύ ωραίο) και ότι όποιος δεν απολαμβάνει την τέχνη είναι δυστυχισμένος. Ξέρω, αφέλειες, αλλά ήμουνα μόλις δώδεκα τότε. Και μικρομέγαλο. Οπότε, σε αυτούς τους τομείς, η έκθεση στη διακριτική απαξίωση των 'οργανωσιακών' δεν είχε σοβαρά αποτελέσματα: απλώς έγινα ακόμα πιο δειλός με τα κορίτσια, εξιδανίκευσα ακόμα περισσότερο το σεξ και στερήθηκα τρία εφηβικά χρόνια καλό διάβασμα. Όμως σχεδόν τα κατάφεραν σε ένα πράγμα: να με κάνουνε δεξιό.
Έφυγα τέσσερα χρόνια μετά αγαναχτισμένος με τη φρικτή αισθητική που διέπει όλα τα προϊόντα του καρτέλ: αφελής και άνοστη λογοτεχνία, νατουραλιστικές ζουγραφιές αισθητικής κινεζικού σοσιαλιστικού ρεαλισμού / εντύπων Μαρτύρων του Ιεχωβά, ανυπόφορα τραγούδια κνίτικου ήθους και τεχνοτροπίας, "αγωνιστικές" συλλογικότητες άνευ αντικειμένου -- ένα αισθητικό σύμπαν φτωχό, μίζερο και ευτράπελα κουτό. Έφυγα χωρίς να σκεφτώ κάποια βασικά πράματα, όμως. Ούτε κοίταξα πίσω.
ΙV.
Είπα ότι πήγα με δική μου θέληση. Χρόνια και χρόνια μετά συνειδητοποίησα ότι ανήκα σε μια μειοψηφία. Τα άλλα αγόρια (θυμηθείτε ότι τίποτε δε γίνεται μεικτό εκεί) είχαν σταλεί πακέτο από τους γονείς τους.
Κάποια από αυτά ήταν περισσότερο παιδιά της πιάτσας, "ζωηρά" τα λέγαμε τότε. Ίσως απλώς να τα είχανε πιάσει να την παίζουνε στο μπάνιο με καμμιά από τις γυμνασιακές τσόντες ή να καπνίζουνε. Έμοιαζαν πάντως πολύ με τα παιδιά που σήμερα λέμε 'αλβανάκια', μόνον που τότε δεν υπήρχαν Αλβανοί, αφού οι Αλβανοί ήταν οι απρόσωποι σταλινικοί καταπιεστές των βορειοηπειρωτών αδελφών μας. Τα είχανε στείλει ν' ακούσουνε τα λόγια του Θεού, να φρονιμέψουνε με μπάσκετ.
Άλλα ήτανε ξεκάθαρα δειλά παιδιά χριστιανικών (δηλαδή οργανωσιακών) οικογενειών. Τα κοροϊδεύαμε λίγο, ήτανε σαν να είχανε δραπετεύσει από ορφανοτροφείο της Φρειδερίκης.
Πάρα πολλά (πάνω από το θρυλούμενο 10%) ήτανε γκέι υπό άνθιση, τα είχανε στείλει οι γονείς να συναναστραφούν αγόρια, να κάνουνε φιλίες, να παίξουνε μπασκετάκι -- κι έτσι να γίνουν άντρες. Τι να πω. Πάντως αυτά τα παιδιά έγιναν τελικά γκέι (όπως το περιμέναμε). Τότε απλώς ασχολιόντουσαν με τη διακόσμηση των αιθουσών και το τραγούδι.
Υπήρχαν και περιπτώσεις παιδιών με βαριά προβλήματα συμπεριφοράς, από αυτά που δε συναντούσες στο τότε σχολείο. Μάλλον τα έστελναν κι αυτά για να κοινωνικοποιηθούν, να ημερέψουν ακούγοντας τον λόγο του Θεού...
(Γράφοντάς τα αυτά θυμήθηκα ένα σωρό περιστατικά, τα περισσότερα από αυτά ευτράπελα.)
V.
Υπάρχουνε δύο κλασικά βιβλία για τον κόσμο των οργανώσεων: το γνωστό 'Καταφύγιο Ιδεών' του Γιανναρά (το οποίο αναφέρεται στα τέλη της δεκαετίας του 50 και στη δεκαετία του 60). Ένα άλλο είναι το 'Η γέννηση του χριστιανοφασισμού στην Ελλάδα' του Γιώργου Μουστάκη. Αυτό δεν το έχω διαβάσει, δεν ξέρω.
Ελπίζω να σας έπεισα ότι η μονολιθικότητα του κτηρίου στη Μαυρομιχάλη δεν είναι μακριά από τον πρωτοφασισμό των ιδεών που καλλιεργούνταν εκεί μέσα. Πάντως, τώρα ξέρετε τουλάχιστον πού πάνε όλοι αυτοί οι ρασοφόροι που κατηφορίζουν τρέχοντας τη Μαυρομιχάλη.
Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2007
Είμαστε σοβαροί;
Χωρίς σχόλια και περισπούδαστες αναλύσεις, παραθέτω μια ταινία μικρού μήκους της Λουκίας Ρικάκη. Ως μια πράξη αντίδρασης (και όχι "αντίστασης", έλεος πια με τις καταχρήσεις λέξεων).
Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2007
Δύο ανακοινώσεις
Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2007
Colorless green ideas sleep furiously
Εγώ κάθομαι και βήχω.
Και μες στην κίτρινη σπηλιά,
Kοιμούνται δυόμιση σκυλιά,
Kάνοντας ποδήλατο στο τοίχο.
Από τον Μπερεκέτη, μελοποιημένο από τον dsyk, βίντεο κλιπ του Μπερεκέτη και του Κουκουζέλη.
Ένα στα γρήγορα στον Αμαζόνιο
Εκεί που έψαχνα τα πραγματάκια που θα ψώνιζα, διάβαζα παράλληλα σχόλια χρηστών. Είδα κάποιον να απαντάει σε μια κυρία που έλεγε ότι πιστεύει στον Θεό αλλά είναι λεσβία, της έλεγε ότι δεν είναι κακό να αγαπάς μια γυναίκα, να κάνεις σεξ μαζί της είναι κακό. Αν μισογελάτε ήδη με τα αμερικανάκια, διαβάστε το 'Γενετήσια ορμή και ηδονή' από εδώ και θα σας κοπεί ο γέλως. Ένας άλλος μάς καλούσε να αποκηρύξουμε τη θεωρία της εξέλιξης και να πιστέψουμε στη Βίβλο. Και τα λοιπά.
Αυτά δε μου κάναν εντύπωση. Μου έκανε εντύπωση ότι πολλά σχόλια χρηστών για εκλαϊκευτικά επιστημονικά βιβλία (βιβλία popular science) κυμαινόντουσαν περίπου ως εξής: "ενδιαφέρον θέμα, το εξηγεί ωραία αλλά με πάρα πολλές θεωρίες", "δεν καταλαβαίνω γιατί χρειάζεται ο τάδε τόση θεωρία για να μας εξηγήσει το δείνα".
Τέτοιες κουβέντες ξενίζουν αν σκεφτεί κανείς ότι στον χώρο της εκλαΐκευσης έχουνε γίνει τις τελευταίες δεκαετίες θαύματα: πολλοί επιστήμονες φαίνονται να έχουνε καταλάβει ότι αν θέλουνε να 'μαθητεύσουν τα έθνη' πρέπει να ξεπεζέψουν από το καλάμι. Έτσι έχουμε δει λόγου χάρη βιβλία για την κβαντομηχανική χωρίς ούτε μία εξίσωση ή εξαίσιο βιβλίο για τον λόγο φ (τη χρυσή τομή) με όλα τα σχετικά μαθηματικά (συμπεριλαμβανομένων και θεωρημάτων της ευκλείδειας γεωμετρίας) τακτοποιημένα σε παράρτημα.
Κι όμως, διαβάζοντας τα σχόλια χρηστών, είχα την εντύπωση ότι όσο περισσότερο πρόθυμος γίνεται ο κόσμος στο να κατανοήσει τα βασικά της πολύτροπης και κατακερματισμένης επιστημονικής γνώσης, τόσο λιγότερο πρόθυμος είναι να καταβάλει κάποια προσπάθεια προς αυτόν τον σκοπό. Τελικά τα σχόλια μου έδωσαν την εντύπωση ότι κυρίως τα βιβλία που δίνουν καθαρά αφηγηματικές αναπτύξεις (λ.χ. 'η ιστορία της ανακάλυψης του ατόμου' ή 'του ηλεκτρισμού') ή κάπως επιδερμικές εκθέσεις (σε αντίθεση με αναλύσεις, επεξηγήσεις ή ερμηνείες) του θέματός τους δεν συγκεντρώνουνε παράπονα. Επίσης, μου φάνηκε ότι όσο περισσότερες σχηματικές, αγοραία εγελιανές, αντιθέσεις περιέχει ένα εκλαϊκευτικό βιβλίο, τόσο το καλύτερο, ιδίως άμα έχουνε χαρακτήρα προσωπικής αντιζηλίας ή αντιπαλότητας: Δαρβίνος εναντίον Λαμάρκ, Παστέρ εναντίον..., Λόρδος Κέλβιν εναντίον..., Αϊνστάιν εναντίον κβαντομηχανικής, Μπορ εναντίον Χάιζενμπεργκ, Γκελ-Μαν εναντίον κοινής λογικής, Μπαχ εναντίον Χέντελ, Βιβάλντι εναντίον Γάλλων, Σαίκσπηρ εναντίον Θερβάντες -- και τα λοιπά...
Κατανοητά όλα αυτά. Απλώς είμαι αρκετά αφελής να νομίζω ότι η προσπάθεια κατανόησης πρέπει να είναι ευθέως ανάλογη του ενδιαφέροντος, αφού στο κάτω-κάτω ο συνδυασμός των δύο θα επιτρέψει στον αναγνώστη να σχηματίσει γνώμη...
Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2007
Ζήτω το ουίσκι κι η ρετσίνα!
Έψαχνα το I put a spell on you
Τέλος πάντων, για να μη μιλάω σε μάκρος για κάτι που δε μελέτησα σε βάθος: η ανάρτησή του για αλβανικά δημοτικά τραγούδια που εξυμνούν τις ελληνικές νίκες στην Αλβανία, πέραν του ότι είναι αφιερωμένη και σ' εμένα (στα μαλακισμένα τα συνασπισμένα [...]), μου θύμισε ένα επεισόδιο των σχολικών μου χρόνων. Μετά το α λα μανιέρ ντε Ολντ Μπόυ, ακολουθεί ένα α λα μανιέρ ντε θας, δηλαδής (πάντα δοκιμάζω διάφορες στάσεις):
Μας είπε η δασκάλα στην τρίτη ή στην τετάρτη δημοτικού, την κυρία Πάνου εννοώ, που έμοιαζε στην Εντίτ Πιάφ όπως την έβλεπα στα εξώφυλλα δίσκων του πατέρα, να μαζέψουμε πληροφορίες για το '40.
Πάω καρφωτός στον παππού (αυτόν από την Πόλη)· το κουμμούνι (Θεός σχωρέσ' τονα), αντί για ηρωικούς τσολιάδες, δειλούς κοκορόφτερους μακαρονάδες και ηρωικές μάχες υπό την Αγία Σκέπη, μου έλεγε άλλ' αντ' άλλων: για λάσπη και κρυοπαγήματα, για ψείρες, για τους κουτοπόνηρους Αλβανούς ("ό,τι απόσταση ρωτάγαμε, 'ένα τσιγάρο δρόμος' απαντούσαν"), για απρόθυμους Εβραίους κληρωτούς που έλεγαν 'πόκο παλάβρας', για τους ευγενέστατους αιχμάλωτους Ιταλούς αξιωματικούς, για το τι βάρβαρο και κτηνώδες πράμα είναι ο πόλεμος, που κάνει τον δάσκαλο κτήνος και το παιδαρέλι μακελάρη, για κάτι άλλα άσχημα παιδάκια από τη Νάααπολη που έκλαιγαν και πότε ζητάγανε την Παναγία και πότε Τη βλαστημάγανε ('porca Madonna!'), ότι λαφυραγωγούσαν σαρδέλες κονσέρβα από τους αιχμαλωτισμένους Ιταλούς κι έτσι δεν πέθαναν της πείνας -- αφού ακόμα κι η γαλέτα τους έλειπε, ότι όταν τραυματίστηκε και τον έστειλαν πακέτο στο στρατιωτικό νοσοκομείο στη Φλώρινα, όσοι πήγαιναν προς το μέτωπο τον έλεγαν τυχεράκια, παλιοκερατά και πουστο-δεν-ξέρω-τι που τη σκαπούλαρε. Τέτοια πράματα. Μερικά τα ξαναβρήκα χρόνια αργότερα στην 'Πορεία προς το μέτωπο' του Ελύτη κι αναγάλλιασα. Ο παππούς όμως δεν εντυπωσιάστηκε, είχε δουλέψει για τον Μηνά Μυρτίδη: τον Σεφέρη τον είχε γνωρίσει, ο Κατσίμπαλης ήτανε φίλος του, "ο Ελύτης φτιάχνει τα σαπούνια που παίρνω από την Αγορά για τη γιαγιά σου".
Απελπίστηκα. Τι υλικό να πήγαινα στο σχολείο; Πήγα στον μπαμπά. Είχε (ευτυχώς) τον δίσκο της Βέμπο με την ελληνική σημαία (έτσι τη λέγαμε τότε: "ελληνική σημαία". Τώρα είναι η Σημαία σκέτο). Τον έβαλα και μου τον έγραψε σε κασέτα Maxell, πανευτυχής: κανένα άλλο παιδάκι δεν θα είχε κάτι τέτοιο να φέρει στην τάξη. Μάλιστα έκατσα και άκουσα την κασέτα ολόκληρη. Το εξής τραγούδι όμως μου χάλασε τη ζαχαρένια:
ΕΛΛΗΝΟΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑΠάγωσα. Πάω στη μάνα μου. "Ρε μαμά, αυτό λέει 'βασιλιά' μέσα!" Σας υπενθυμίζω ότι είμαστε στην πρώτη πασοκοτετραετία, που κυβερνούσε ο κρατοκαταλύτης Άντικραϊστ-λαοπλάνος πατέρας του γιου του. "Βασιλιά είχαμε τότε", απαντάει η μάνα μου. Μουλαρώνω και πάω στον πατέρα μου τον ΚΚΕεσ. "Μπαμπά, να σβήσουμε το τραγούδι για τον βασιλιά." "Μα θα μείνει κενό στην κασέτα", απαντάει. Του εξηγώ ότι θα είναι περίεργο να παίξουμε στο σχολείο τραγούδι με βασιλιά. Συμφωνεί. Η μάνα μου ορύεται: "Δε θα αλλάξουμε την Ιστορία για τους κωλοπασόκους!" (τους οποίους είχε ψηφίσει ωστόσο κι αυτή πανηγυρικώς, όπως και όλη η κενωνία τότες.) "Αυτό είναι το τραγούδι, κι άμα δεν τους αρέσει, η κασέτα έχει κι άλλα!" Έλα όμως που το ελεγειακό 'Ζεχράααα, της Ελλάδος παιδιά' ήταν αμέσως μετά την 'Ελληνοβρετανική συμμαχία'.
Με τους Βρετανούς εμείς
έχουμε κοινά σημεία:
το συναίσθημα τιμής
και ψυχή στην τρικυμία.
Όπως αυτοί κι εμείς, παιδιά,
μ' ένα σκοπό: τη λευτεριά
και τον καλό μας βασιλιά!
Ζήτω το ουίσκι κι η ρετσίνα!
Τελικά δε θυμάμαι τι έγινε, νομίζω ότι η κασέτα έμεινε ακέραιη, γιατί σαν να θυμάμαι να αγωνιώ μήπως ακούσουμε τα τραγούδια της Β' πλευράς στην τάξη. Εξίσου βεβαίως θυμάμαι να σβήνει ο πατέρας μου την 'Ελληνοβρετανική συμμαχία', πατώντας το κουμπί της ηχογράφησης, πράγμα που μου έκανε εντύπωση, κι ας ίσως να μην έγινε τότε ακριβώς.
Πού θέλω να καταλήξω: άτιμο πράμα ο πόλεμος, σε βάζει να ψάλεις παιάνες στον εχτρό σου, μπας και σ' απαλλάξει από τον χειρότερο εχτρό σου.
Και τώρα, καληνύχτα.
Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2007
cadenza
Είχα πάρει μαζί μου να ακούσω για την επιστροφή στο σπίτι το 5ο κοντσέρτο του Μπετόβεν, αυτήν τη ζαμπόνηρη κι όλο φανφάρα και σαντιγές μουσική λιχουδιά. Πέρα από το για να με κρατήσει ξύπνιο με τον συνθηματολογικό του αλλά απολαυστικό στόμφο, το διάλεξα και για ακόμα έναν λόγο: είναι μεγάλο και δυσκολούτσικο, έως και πολύ δυσκολούτσικο.το άγριο γλέντι το ασιανό
το ιλαρώνουν οι θεοί της επαρχίας.
Αυτό το κομμάτι λοιπόν διάλεξε ένας φίλος πριν πολλά πολλά χρόνια για να το δώσει ως εισαγωγική εξέταση σε ένα από αυτά τα ανελέητα και θηριώδη κονσερβατόρια της Γερμανίας (της Βαϊμάρης; της Βόννης; της Χαϊδελβέργης; θα σας γελάσω), όπου μπαίνεις μωρό και βγαίνεις φίρμα. Δεν ήταν πια μωρό, ούτε μάλλον ήθελε να γίνει φίρμα. Ήθελε όμως να σπουδάσει πιάνο στο καλύτερο δυνατό ώδείο. Έδωσε λοιπόν το πρώτο μέρος του 5ου για εισαγωγική εξέταση. Δεν έγινε δεκτός.
Το ακούω λοιπόν κάθε τόσο και δεν ακούω μόνο τον (αναχρονιστικά) γκλαμ-ροκ ακκισμό του μεγαλύτερου συνθέτη που έβγαλε η ανθρωπότητα -- σχωράτε με για το ότι είναι νεκρός λευκός άντρας. Δεν το ακούω μόνο για να το απολαύσω και να με κρατήσει ξύπνιο ενώ οδηγώ στον σκοτεινό αυτοκινητόδρομο που συνδέει μια θλιμμένη με μια θλιβερή πόλη, όπως απόψε. Καθώς ακούω το πιάνο να απαντάει μελωδικά και δεξιοτεχνικά στις ντραμ-ντραμ-ντραμ-ντρουμ συγχορδίες της ορχήστρας, ακούω τον Δημήτρη, άυπνο, μετά από μήνες μελέτης, με τα σπασμένα γερμανικά και τρέμοντας, να παίζει το εικοσάλεπτο πρώτο μέρος. Και να πέφτει ηρωικά.
Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2007
Tannhäuser
Ηταν στις 19 Οκτωβρίου του 1945 όταν ο Ρίχαρντ Βάγκνερ (1813-1883) παρουσίαζε για πρώτη φορά, στη Δρέσδη, την όπερα «Τανχώυζερ». Ηταν 32 ετών και δοκίμαζε για πέμπτη φορά την τύχη του στο λυρικό θέατρο.Φαντάστηκα τον Βάγκνερ, ίσως από ένα λάθος χρονομηχανής, να συνθέτει απερίσπαστος μοχθώντας να καθιερωθεί ενώ η Γερμανία υπέκυπτε και τελικά να ανεβάζει το έργο του μέσα στα ερείπια της Δρέσδης, όπου μήνες πριν είχαν αναίτια και ασύγγνωστα καεί ζωντανοί από τις συμμαχικές βόμβες φωσφόρου ίσαμε 150.000 άνθρωποι -- όχι όμως ο ίδιος. Το γνωστό χορικό, που έχει έκτοτε υποφέρει τόσο στα χέρια των διαγουμιστών και των διαφημιστών, θα είχε ένα απόκοσμο, θρηνητικό βάθος.
Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2007
Κρατίδγια
"Ελλάς Ηρώων Χώρα": 131.940 τετραγωνικά χιλιόμετρα
"Κρατίδιο των Σκοπίων": 25.333 τετραγωνικά χιλιόμετρα
"Μαρτυρική Κύπρος": 9.250 τετραγωνικά χιλιόμετρα μείον 3.355 τετραγωνικά χιλιόμετρα υπό τουρκοκυπριακό έλεγχο μείον 123 τετραγωνικά χιλιόμετρα της Βρετανικής Κυρίαρχης Βάσης Ακρωτηρίου μείον 130,8 τετραγωνικά χιλιόμετρα της Βρετανικής Κυρίαρχης Βάσης Δεκέλειας.
Η Μάλτα είναι μικρότερη. Τη μεγάλωσαν στο χάρτη για να φαίνεται πάνω στα νέα κέρματα του ευρώ.
Tabula rasa
Η διαβίωση στην Κύπρο συνεπάγεται δεινή πνευματική και διανοητική [και σεξουαλική, άμα έρθεις μόνος / -η και δεν παντρευτείς ντόπια / -ο ή άμα δεν είσαι διατεθειμένος να πληρώσεις καμμιά σκλάβα ή καμμιά μοβόρα καμπαρετζού να γρυλλίζει 'buy me a drink, ρε'] στέρηση για τους ξένους. Επειδή όλα αυτά τα χρόνια εδώ δεν είχα για συνδρομές σε περιοδικά, ταξίδια στο εξωτερικό για εκθέσεις, παραστάσεις και άλλα τέτοια, οι φίλοι μου και η μπλογκοκοινωνία στάθηκαν για μένα σωτήρια στο να αποφύγω τον ολοκληρωτικό μαρασμό, μιλώντας μου για το τι γίνεται στον κόσμο, μεταφέροντας την κριτική τους άποψη, προτείνοντάς μου όλα αυτά τα αμέτρητα που πρέπει να δω και να διαβάσω και δεν έχω υπόψη μου. Παράδειγμα:
Την τελευταία φορά που πήγα στην Αμερική βρήκα κοψοχρονιά [τα βιβλία είναι τζάμπα στην Αμερική: βρήκα κάποτε τον Ερωτόκριτο του Αλεξίου έξω από το Χάρβαρντ για $6] το βιβλίο The Blank Slate του Πίνκερ και το αγόρασα. Ο Πίνκερ [ευχαριστώ την xilaren για τη ζεύξη] ήταν αρχικά γλωσσολόγος-σόουμαν. Τα βιβλία του The Language Instinct [από το οποίο σχεδόν έμαθα γλωσσολογία] και Words and Rules είναι ωστόσο εξαιρετικά. Μετά προσχώρησε στην εξελικτική ψυχολογία [δηλαδή ότι η εξέλιξη, η φυσική επιλογή πιο συγκεκριμένα, μπορεί να εξηγήσει την ανθρώπινη συμπεριφορά] και εναγκαλίστηκε την υπόθεση του massive modularity [πώς το λέμε στο ελλήνικος; τελοσπάντων ότι δηλαδή ο νους αποτελείται εξ ολοκλήρου από γνωστικούς μηχανισμούς εξειδικευμένους σε πολύ συγκεκριμένες γνωστικές λειτουργίες]. Για το δεύτερο του την έπεσε ανελέητα και εύστοχα κόσμος όπως ο Stephen Jay Gould και, ακόμα χειρότερα για τον Πίνκερ, o Jerry Fodor [στο βιβλίο του 'The mind doesn't work that way' αλλά και εδώ (κι εδώ). Ευχαριστώ τον Rakasha για τις ζεύξεις].
Το Blank Slate είναι ένα μεγαλόπνοο βιβλίο. Ξεκινάει να ανατρέψει τρεις ιδέες που απαντούν στη βάση των σύγχρονων κοινωνικών επιστημών, αν και, ευτυχώς, οι κοινωνικές επιστήμες δεν είναι θεμελιωμένες πάνω τους: αυτή του Ευγενούς Αγρίου [noble savage, η αντίληψη ότι ο πολιτισμός διαφθείρει τον άνθρωπο και ότι οι 'πρωτόγονοι' είναι καλοκάγαθοι, οικολόγοι, ειρηνικοί, σοφοί, κάνουνε χαρούμενο σεξ κι όχι πόλεμο και ζούνε τ' όνειρο του αγκαλίτσα-μελισσάκι -- βλέπε το βιβλίο Παπαλάνγκι], αυτή του Πνεύματος της Μηχανής [ότι υπάρχει μια άυλη ψυχή που εμψυχώνει το σώμα -- ενδεχομένως ο όρος 'ψυχή της μηχανής' να ήταν ακριβέστερος] και αυτή της Tabula Rasa [του Locke: ότι ο άνθρωπος είναι ένα αδιαμόρφωτο πράμα στη γέννηση, μέσα στο οποίο το περιβάλλον και η κουλτούρα εντυπώνουν όλα όσα θα γίνει. Πολύ πριν τον Πίνκερ, την tabula rasa τη μουτζούρωσε ο Leibnitz κι ο μουρλόγερος ο Καντ -- αυτά τα συζήτησα με την Εύη τη φίλη μου που διδάσκει φιλοσοφία] . Αφήνοντας στην άκρη το massive modularity, στο Blank Slate προωθεί την άποψη ότι μεγάλο μέρος της ανθρώπινης φύσης, και της ανθρώπινης ψυχολογίας συμπεριλαμβανομένης, είναι έμφυτο, γενετικά καθορισμένο. Ως τέτοιο, αυτό το μέρος του ανθρώπινης φύσης είναι αποτέλεσμα όχι απλώς της εξέλιξης (πράγμα αναπόφευκτο) αλλά της φυσικής επιλογής και μόνο. Λόγου χάρη, οργανωνόμαστε σε οικογένειες, βλέπουμε σε τρεις διαστάσεις και τσαμπουκαλευόμαστε επειδή αυτές οι συμπεριφορές μάς έδιναν εξελικτικά πλεονεκτήματα (δηλαδή απογόνους) τον καιρό που ήμασταν τροφοσυλλέκτες.
Το βιβλίο έχει μια ιδιομορφία: η επιχειρηματολογία του για την ύπαρξη, σταθερότητα και καθολικότητα αυτού που λέμε ανθρώπινη φύση είναι πειστικότατη. Ωστόσο, οι ερμηνείες του σχετικά με το γιατί η ανθρώπινη φύση είναι όπως είναι -- κι όχι αλλιώς -- αφορμώνται από την αντίληψη της φυσικής επιλογής ανάμεσα σε φαινότυπους [αφού όταν διαλέγεις σύντροφο για αναπαραγωγή, δεν τσεκάρεις τον γονότυπό του / της] ως του μόνου εξελικτικού παράγοντα. Εδώ ακριβώς αρχίζουν τα προβλήματα. Επιπλέον, τα κεφάλαια του βιβλίου για την τέχνη και την πολιτική είναι ρηχά και αφελή, ενώ το κεφάλαιο για τις διαφορές των φύλων ανακατωμένος ο ερχόμενος. Παρόλα αυτά, τα κεφάλαια για τα ερευνητικά ήθη των αμερικανών ανθρωπολόγων, τη σεξουαλική συμπεριφορά και τον βιασμό είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα.
Εν κατακλείδι: το βιβλίο σκίζει στο ότι προσφέρει ένα πανόραμα της ανθρώπινης φύσης και ότι αποτελεί συμβολή στην αναίρεση των τριών δογμάτων που, κατά τον Πίνκερ, συνιστούν άρνησή της. Γίνεται ενδιαφέρον όταν ανατέμνει τη φύση της κουλτούρας ενώ πολύ λιγότερο πειστική είναι η ερμηνευτική γραμμή που υιοθετεί, κατά την τακτική της εξελικτικής ψυχολογίας, της ανθρώπινης φύσης ως προϊόντος αποκλειστικά της φυσικής επιλογής. Το ίδιο το βιβλίο είναι πάντως εγκυκλοπαιδικό στην πολυμάθειά του, εξαίσια καλογραμμένο και με επιχειρήματα αρκούντως αποστρογγυλεμένα ώστε να τα κατανόησει κανείς και να αποφασίσει εάν τον πείθουν ή όχι.
[Όπως είδατε, το ποστ αυτό θα ήταν αδύνατο χωρίς τους φίλους και τους μπλογκόφιλους. Σας ευχαριστώ.]
Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2007
Οι νέοι, τα μηχανάκια τους κι οι πεταλούδες
Μπορεί να φταίει και που πήγα κατά τις τρεις να πάρω γάλα για αύριο κι είδα το πρωτοσέλιδο της Στερεοτυπίας για τη χτεσινή παγκόσμια (;) ημέρα μπλογκαρίσματος κατά της ρύπανσης. Κοιτώντας λοξά διάβασα ότι εκατομμύρια νέοι που αγωνιούν διαμαρτυρήθηκαν κατά του επικείμενου ξεσπιτώματος των πιγκουίνων (και κάτι μαυριδερών που πάνε και ζούνε στις εκβολές ποταμών) μέσα από τα μπλόγκζ τουζ.
"Μπαμπά, πού πήγαν οι πεταλούδες;" Ρώτα, παιδί μου, τους όλο πόζα, στόμφο κι ημιμάθεια συντάκτες Απογευματινής Αδέσμευτης Εφημερίδας που έχει αναγάγει τη "μαχητική δημοσιογραφία" σε εντυπωσιασμό, συνθηματολογία και συναισθηματισμούς τύπου Τατιάνας.
Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2007
Κυπριακό εικονογραφημένο
Ένας από τους λόγους που το Κυπριακό φαντάζει ανεπίλυτο και πλήρως ακατανόητο στο ελληνικό κοινό (και δε λέω 'ελλαδικό' ακριβώς για να συμπεριλάβω και τους Ελληνοκυπρίους, ιδίως τους κάτω των 40) είναι γιατί από την επίσημη ελληνική προπαγάνδα προσφέρεται ως ένα ασυνάρτητο αφήγημα που συνοψίζεται ως εξής: 1960, ανεξαρτησία· 1974 εισβολή. Η τρομοκρατία / ανταρσία / εξέγερση / σύγκρουση του '63-'64 αποσιωπάται εντελώς. Κάποιες πληροφορίες εδώ.
Στον βαθμό που η πλευρά μας ασχολείται με τη ρίζα του κακού (από τα ματωμένα Χριστούγεννα του '63 μέχρι την ανάκρουση πρύμνας των Τούρκων τον Αύγουστο του '64, αφού έριξαν τις ναπάλμ τους και τους έτριξαν τα δόντια οι ΗΠΑ), την υποσημειώνει ως 'ταραχές', αποσιωπώντας τις βιαιότητες, τις σφαγές, τις βαρβαρότητες, τους πρόσφυγες και τη διχοτόμηση Λευκωσίας και Αμμοχώστου. Παρότι και οι δύο πλευρές επέδειξαν ζηλευτή προθυμία να σφαγιάσουν, να μακελέψουν και να σκάψουν ομαδικούς τάφους, αναμφισβήτητα οι Τουρκοκύπριοι ήτανε τα θύματα εκείνης της περιόδου.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά κουτοπόνηρο λεβαντίνο δημοτικό σύμβουλο όταν πρωτοεπισκέφτηκα το 2002 το εγκαταλελειμμένο και ερειπωμένο χωριό Άγιος Σωζόμενος. Πριν με πείτε οριενταλιστή, να σπεύσω να εξηγήσω ότι η λεβαντίνικη κουτοπονηριά του Κυπραίου είναι πανομοιότυπη με του Έλληνα, του Βαλκάνιου, του Κατωιταλού -- κάθε πρώην και νυν δούλου, δηλαδή. Συνεχίζω. Ο κουτοπόνηρος κύριος, αφού βεβαιώθηκε ότι είμαι 'εξ Ελλάδος' (άρα κάργα άσχετος για όσα κεφαλαιώδους σπουδαιότητας και πανελληνίου ενδιαφέροντος αφορούν τη Νήσο), ισχυρίστηκε ότι ναι μεν υπήρχαν Τουρκοκύπριοι στον Άγιο Σωζόμενο αλλά ότι έφυγαν αυθόρμητα πριν τον πόλεμο (έτσι λένε την εισβολή του '74 εδώ). Όταν ρώτησα πού είναι το τζαμί, μου είπε ότι δεν είχαν. Δεν μπήκα στον κόπο να τον ρωτήσω γιατί το χωριό είναι ολόκληρο ερείπια.
Οι παρακάτω φωτογραφίες είναι από το εξαιρετικό λεύκωμα Century από τη Phaidon, ίσως το μόνο βιβλίο Ιστορίας που χρειάζονται τα παιδιά μας (έτσι πώς καταντήσαμε).
ΙΙ.
Ο Τάσσος Παπαδόπουλλος εξήγησε σε πρόσφατη συνέντευξή του ότι είναι κατά μιας ομοσπονδιακής λύσης για την Κύπρο σύμφωνα με την οποία τα συνιστώντα κρατίδια θα είναι εθνοτικώς αμιγή. Συμφωνώ. Αλλώστε γι' αυτό και το σχέδιο Αννάν προέβλεπε την επιστροφή του 1/3 των Ελληνοκυπρίων προσφύγων στις εστίες τους στο τουρκοκυπριακό κρατίδιο (σε ό,τι θα τους έμενε δηλαδή, μετά την επιστροφή εδαφών όπως η Αμμόχωστος, η Μόρφου κ.τ.λ. στο ελληνοκυπριακό κρατίδιο).
Αλλά δε βαριέσαι. Αφού πια κλειδώσαμε (όπως έλεγε κι ο εθνικός Σημίτης) τη διχοτόμηση. Και μάλιστα μια διχοτόμηση όπου οι Τουρκοκύπριοι (θα) έχουν δικαιώματα και στον Νότο. Εν ολίγοις, το Κυπριακό τελείωσε, άμετε στα σπίτια σας. Εκτός από τους πρόσφυγες, έτσι;
Παρακάτω σας δίνω τον χάρτη της Κύπρου το 2046, μέσω ΙΚΕΑ:
Όπως και παλιότερα, κόβω τα σχόλια. Αντιδράστε από μέσα σας, που λέει κι ένας ντόπιος μπλογκάς.
Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2007
Αθήνα και πάλι (Αθήνα)
(από τον Σαλάτα και πάλι)
Αυτό το τραγουδάκι είναι ένα από όσα μουρμούριζε ο παππούς (ο πολίτης) όταν είχε κεφάκια. Γιατί; Τι του άρεσε σ' αυτή την πόλη; Αυτουνού που ήταν εκ Βασιλευούσης ορμώμενος; "Α, εδώ έχει πολύ καλύτερο κλίμα", έλεγε. Ζώντας στη Λευκωσία έχω έρθει στα λόγια του ξανά και ξανά.
Ξεκινώντας από ένα σχόλιο σε προηγούμενο ποστ μου για την Αθήνα ήθελα να βγω λίγο από την Αθήνα και να μιλήσω για κάτι πιο γενικό, κατά παρέκκλιση από την απόφαση-διάθεσή μου να μην ξανασχοληθώ με το ζήτημα 'ελληνική πραγματικότητα'. Αφορμή μου έδωσε πάλι η Σώτη Τριανταφύλλου, με την οποία φυσικά βρίσκομαι σε αντιστικτική διανοητική ζεύξη τηλεπαθητικού τύπου (αφού εξυπακούεται ότι μάλλον δεν πρέπει να διαβάζει μπλόγκια).
Είπα λοιπόν στο προηγούμενο ποστάκι ότι πρέπει να ξεχωρίσουμε τα προβλήματα της μεγαλούπολης από αυτά της Αθήνας. Ακόμα πιο πέρα, στο σχόλιο του S G ανοίγεται μπροστά μας ακόμα μια διάσταση των προβλημάτων των πόλεών μας: πολλά προβλήματά τους είναι απλώς προβλήματα της κοινωνίας μας.
Για παράδειγμα: Κάποτε μίλησα για την αδιαφορία του Έλληνα για τον δημόσιο χώρο. Επίσης, ο S G θίγει το ζήτημα της αδιαφορίας μας και της απέχθειάς μας για τους ανάπηρους, τους ανήμπορους (και τους άλλους γενικά, θα πρόσθετα εγώ): "Μακριά από μας κι όπου θέλουν να πάνε". Θυμάμαι σχετικά όταν πρωτοεισήχθηκαν τα λεωφορεία με ράμπες στην Αθήνα: περίμενα σε μια στάση δίπλα σε έναν χρήστη αναπηρικού καροτσιού. Το λεωφορείο, νέου τύπου, πλησίασε κι ο άνθρωπος σήκωσε το χέρι του για στάση. Είδα τότε τον οδηγό να μορφάζει μέσα από το παρμπρίζ και ταυτόχρονα το λεωφορείο επιτάχυνε. Ήξερα μια οικογένεια στη Σάμο που έκρυβε το ανάπηρο παιδί της συστηματικά και επί χρόνια. Τέτοια πράματα.
Αυτά τα προβλήματα σίγουρα αντανακλώνται στις πόλεις μας (και την έλλειψη τους λ.χ. σε πεζοδρόμια), στις κωμοπόλεις (και την τερατώδη ασχήμια τους, δυσανάλογη του μεγέθους τους), στα χωριά (...), στην καμένη ύπαιθρο (... και ... και ...) -- περίπου (περίπου, έτσι;) όπως τα λέει και η Τριανταφύλλου...
Για να κλείσω με λίγο παράπονο και γκρίνια: λένε πολλοί συμπατριώτες μας: "ωραία χώρα η Ελλάδα, αλλά μόνο για διακοπές". Όσο μεγαλώνω τόσο έρχομαι στα λόγια τους.
Υ.Γ. Συγγνώμη για τη βρωμόγλωσσα αλλά χέστηκα για το ΠΑΣΟΚ. Να το επαναλάβω; Χέστηκα. Πιο κλισεδιάρικα; "Βλάπτουν κ’ οι τρεις τους την Συρία το ίδιο" (ωπ, κάτσε, με πρόλαβε το Αντί σε 'αυτή μου την παρέμβαση').
Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2007
Τουρκοκρατία
Η Λισαβόνα καλύφθηκε από βροχόνερα (κι ας είναι όλο κατηφόρες -- ωραία πόλη, παιδιά). Δεν έχουνε κράτος μωρέ, πνίγονται με τα πρωτοβρόχια.
Στη Γαλλία πλημμύρισε το σύμπαν μετά "από τρεις ημέρες βροχοπτώσεων". Ε, καλά, ούτε αυτοί έχουνε κράτος. Δεν είναι και λαός.
Χάος από τις πλημμύρες στην κεντρική Γερμανία. Μα πού είναι το κράτος;
Τι να σου κάνει ο άλλος, μετά από τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς.
Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2007
Ντιστρόυ Άθενζ
Τα ξανασκέφτηκα αυτά με αφορμή το εξαιρετικό βιβλίο κειμένων λογοτεχνίας της Β' Γυμνασίου, το οποίο φυσικά περιλαμβάνει και τα απαραίτητα πονεμένα κείμενα για την τσιμεντούπολη, τη μοναξιά της πόλης και τα χαμόγελα που λείπουν από την οδό Αχαρνών. Σε αυτό δεν έχει αλλάξει τίποτε από τα μεταπολιτευτικά και πρώιμα πασοκικά εγχειρίδια από τα οποία μάθαμε (;) εμείς γράμματα· εκεί διαβάζαμε για τα τσιμεντένια κουτιά των πόλεων όπου φυλακίζονται τα παιδάκια, μια και δεν έχουν αλάνες να βγούνε να παίξουν, ενώ δε θυμάμαι να διαβάζαμε τόσο συστηματικά για τα παιδάκια της μετεμφυλιακής ελληνικής επαρχίας που είχαν αλάνες να παίξουν και γίδες να αρμέξουν και να βατέψουν (τα κορίτσια σπίτι και κέντημα) αλλά και χωρίς ψωμάκι να φάνε και σχολείο να πάνε.
Αντιλαμβάνομαι ότι ο ερχομός στην πόλη δεν έγινε για τους περισσότερους Έλληνες για να βρούνε τ' όνειρο, παρά σχεδόν στανικά, για να γλιτώσουνε τη φτώχεια, τον χαφιέ και το γκασταρμπαϊτερλίκι. Όμως, εδώ και αιώνες, και πολύ πιο έντονα τις τελευταίες έξι δεκαετίες, με παρόμοιους όρους αστικοποιούνται δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρο τον πλανήτη από το Σάο Πάολο μέχρι το Λος Άντζελες, από το Τόκυο μέχρι τη Βομβάη και από την Σαγκάη μέχρι το Κάιρο. Ωστόσο, οι Έλληνες, ομφαλοσκοπώντας παροιμιωδώς -- όπως συνηθίζουμε για κάποια θέματα -- τα ρίξαμε όλα στην απάνθρωπη τερατούπολη, την Αθήνα και καθαρίσαμε. Αυτά συνιστούν τον παλαιό μισαθηναϊσμό: "μισώ την Αθήνα γιατί μου λείπει (;) το χωριό, η ψαρόβαρκα, το σαμάρι".
H γενικευμένη απαξίωση της Αθήνας ως τριτοκοσμικής άσχημης τσιμεντούπολης "άναρχα δομημένης" κτλ. εξακολουθεί να στοιχειώνει το συλλογικό μας κατιτίς ως ένας νέος πια μισαθηναϊσμός· παρά το ότι πολύ περισσότεροι Αθηναίοι έχουνε βγει στις μεγαλουπόλεις του κόσμου, παρά το ότι η μετακίνηση μέσα στην Αθήνα είναι ασύγκριτα ευκολότερη από όταν ήμουν παιδί (βεβαίως ούτε τότε ούτε τώρα μετακινούμουν με ΙΧ, πολλώ μάλλον με Landrover). Αυτή η απαξίωση είναι γενικότερα αντιπαραγωγική, αφού, συν τοις άλλοις, υπαγορεύει ασυνάρτητα διακοσμητικά μέτρα, όπως η καλλωπιστική εκστρατεία του ανεκδιήγητου δημάρχου Αβραμόπουλου ή η 43η ανάπλαση της πλατείας Μοναστηρακίου (έπεται και πάλι η Ομόνοια σύντομα, υποθέτω), όπου άλλα χαζά κελεύει ο Δήμος, άλλα ανέφικτα οι αρχιτέκτονες, άλλα άκομψα η Αττικό Μετρό, κι άλλα στήνουν στο τέλος οι εργολάβοι (οι εργολάβοι! οι εργολάβοι! οι δαίμονες!).
Ωστόσο, κατ' αρχάς, η Αθήνα (μιλάω τώρα για την ευρύτερη περιοχή μέχρι τα 'σύνορα' του πάλαι Σταυρού Αγίας Παρασκευής και χωρίς το Μενίδι) είναι λειτουργικότατη πόλη, όπως έδειξε η περίφημη μελέτη Δοξιάδη τη δεκαετία του 70 -- και (για) την οποία αδυνατώ να βρω ονλάιν. Τι εννοώ. Σε αντίθεση με πολλές (μεγαλου)πόλεις, για κάθε κάτοικό της ο χρόνος πρόσβασης στις διάφορες χρήσεις είναι ανάλογος του πόσο αναγκαία είναι η χρήση: σε λίγη ώρα βρίσκεις ψιλικατζίδικα και έβγες και περίπτερα, σε λίγο περισσότερη φαγάδικα, σε λίγη ακόμα φαρμακεία, σε αρκετά περισσότερη σινεμά -- και ούτω καθεξής. Αν αυτό φαίνεται αυτονόητο (όπως λ.χ. η σταθερά χαμηλή εγκληματικότητα), δείτε το συγκρότημα του Λονδίνου, μικρότερες αγγλικές πόλεις, τις πόλεις του κομμουνισμού ή της Άπω Ανατολής ή ακόμα και τη Λευκωσία (για να μην πιάσουμε τις βορειοαμερικάνικες πόλεις), όπου πρέπει να πας (με αυτοκίνητο) στην άλλη άκρη για να αγοράσεις ψωμί, γάλα, εφημερίδα και ένα μπουκάλι κρασί...
Φυσικά η Αθήνα έχει πολύ σοβαρά προβλήματα: τον θόρυβο, τη βρωμιά, το παρκάρισμα, τις όχι ακόμη ικανοποιητικές συγκοινωνίες, την έλλειψη ανοιχτών χώρων (που δε θα εγκαταλείπονται κατόπιν, όπως το Πάρκο Βασιλίσσης / Τρίτση, ή και το Κτήμα Βορρέ), την εμμονή της λογικής της "κάλυψης ως αναβάθμισης" (Κτήμα Θων, Βοτανικός, Μωλ, βιλλάτζια). Φυσικά, ούτε τα παραπάνω, ούτε βεβαίως η πολυκατοικία ως οικιστική μονάδα (μόνιμος στόχος του παλαιού μισαθηναϊσμού), την καθιστούν τριτοκοσμική πόλη, όπως κάποιοι κοσμογυρισμένοι διατείνονται (η Νάπολη και το Παλέρμο, λ.χ., τι να είναι άραγε, αν η Αθήνα είναι τριτοκοσμική;).
Με άλλα λόγια, η κίνηση και το μαρτυρικό παρκάρισμα είναι (πια) συνέπεια του να κινείσαι σε οποιαδήποτε σχεδόν μεγαλούπολη... Απεναντίας, ο θόρυβος και η ρύπανση-βρώμα στην Αθήνα είναι και ανυπόφορα και προβλήματα της συγκεκριμένης πόλης και μάλλον πρέπει να επικεντρωθούμε σε αυτά, και στη βελτίωση των συγκοινωνιών, αντί να πετάμε ατάκες τύπου "Βυρητός! Κάιρο! Τεχεράνη!" (παρεμπιπτόντως, άντε να σας δω να ζείτε εκεί...). Φοβάμαι πάντως ότι οι παρωπίδες του νέου μισαθηναϊσμού μάς εμποδίζουν να ξεχωρίσουμε τα γενικά προβλήματα της μεγαλούπολης από τα ειδικά της Αθήνας, αποπροσανατολίζοντάς μας...
Επίσης, τα πραγματικά προβλήματα, αντίθετα με όσα περιοδικώς γράφει η Σώτη Τριανταφύλλου στην ΑΒού (αν και υπάρχει κι αυτό το πρόσφατο και πιο ενδιαφέρον), δεν αρκούν να μας κάνουν να ξεγράψουμε μια πόλη: η Νέα Υόρκη όπου οι τσοπεράδες πρεζέμποροι αλώνιζαν την 8η Οδό, όπου μπούκαραν οι διαρρήκτες στις 9.10 στις πολυκατοικίες του Βίλλατζ (αφού όλοι θα ήτανε σίγουρα στη δουλειά) για να αδειάσουν τα διαμερίσματα ένα-ένα (ξεκινώντας από πάνω προς τα κάτω), όπου οι πορτοφολάδες σε κωλοχέριαζαν ασύστολα όταν δε σου κόλλαγαν μια κάννη στον αφαλό, με την απίστευτη βρώμα και φτώχεια κι εξαθλίωση μεταξύ 14 δρόμων και της Canal (ας πούμε) τελικά έλυσε κάποια από αυτά τα προβλήματά της. Παρόλ' αυτά, και απ' ό,τι ξέρω, δεν έβγαινε ο Νόρμαν Μέιλερ (λέμε τώρα) να την αποκαλεί τριτοκοσμική κι αθλιούπολη...
Γενικά πρέπει να πάψουμε να συγχέουμε την πολυσυλλεκτική, αντιφατική και πολύπλοκη μεγαλούπολη με το ουτοπικό μας όνειρο, είτε το τρέφουν προαστειακές φαντασιώσεις, είτε λεκορμπυζιανίστικοι παραλογισμοί.
(Άσε που το 'The Cities Book' του Lonely Planet έβγαλε την Αθήνα 38η ανάμεσα στις 200 καλύτερες πόλεις του κόσμου. Αλλά αυτοί είναι κουτόφραγκοι.)
(Προς σχετικά ενδιαφερόμενους δημοσιογράφους: Πριν γράψτε κάτι, πάρτε κανα τηλέφωνο καναν άνθρωπο από ΕΜΠ μεριά. Απ' όσο ξέρω ακόμα στην Πατησίων είναι η Αρχιτεκτονική.)
Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2007
Τα νέα ανάλεκτα (του Sraosha)
Η ισπανική και η ελληνική ψυχή
Ξεχάστηκε κιόλας, αλλά χάρηκα πολύ την ήττα της Ισπανίας από τη Ρωσία μέσα στη Μαδρίτη. Ομάδα απαρτισμένη από άχαρους, ανέκφραστους παίκτες, με μάσκες επιθετικής ιδιωτείας για πρόσωπα, και πλαισιωμένη από μουλαρόμουτρα όπως ο Ναδάλ (ο παίκτης που έφερε μια αύρα από γίγαντες του κατς στο τένις). Ένας λαός που, όπως εμείς, κορυβαντιά και κοκορεύεται όλος περηφάνεια για κάτι για το οποίο δε φέρει καμμία ευθύνη: που γεννήθηκαν Ισπανοί. Επιπλεόν, όπως εμείς, ζούνε μέσα στην άσειστη βεβαιότητα ότι ο κόσμος τους χρωστάει τεράστια χάρη που γεννήθηκαν Ισπανοί. Πώς μου το είπε ο Ρακάσας; Non sufficit orbis, Φελίπε ο Β', νομίζω.
Ισπανοί το 2007. Υπήκοοι ενός δοτού Βουρβώνου, που τον έχρισε ένας από τους αιμοσταγέστερους, κυνικότερους και αθλιότερους τυράννους της Ευρώπης. Η ισπανική κοινωνία, που ακόμα δεν μπορεί, 33 χρόνια μετά, να προχωρήσει στην (έστω) τελετουργική της αποχουντοποίηση. Ποιος μιλάει για τα εγκλήματα του Caudillo de España; Λίγοι, κυρίως Βάσκοι και Καταλανοί. Οι υπόλοιποι ερημοποιούν τη χώρα με τα θερμοκήπια και τα υπερξενοδοχεία τους. Και επευφημούν κορδωμένοι τους αγίους, τους παίκτες, τις αμφίβολες καλλονές τους και τους ανυπόφορα μελό σκηνοθέτες τους.
Τρία στα τρία
Δεν ήθελα επ' ουδενί να δω τη Μαριέττα, τον Καλό και τον Αρχίβλακα στη νέα κυβέρνηση. Ευχαριστώ λοιπόν, Μίστερ Νιντέντο, αν και νομίζω πως θα καταφέρετε να τα κάνετε μούσκεμα και χωρίς αυτούς, ακόμα κι αν δεν εκτρέψετε τον Αχελώο.
Φαντάζομαι, που λέτε, τον αποκεφαλισμένο Αρχίβλακα να κρατάει την κενή κεφαλή του παραμάσχαλα, όπως αρμόζει στους μπαμπούλες των ταινιών τρόμου. Για μια στιγμή, όμως, μια στιγμή: δεν είναι κεφάλι, είναι ένα κράνος ματατζίδικο. Μουάχαχαχαχαχα...
Μεγάλη Εθνοσυνέλευση
Ακούω και διαβάζω κοπετούς για την είσοδο του ΦΑ.Ο.Σ. (καλό κι αρχαίο το αρκτικόλεξο, ε μεσιέ Γεωργιάδες;). Δεν είναι δικαιολογημένοι. Τα έδρανα της Βουλής δεν είναι θώκοι για τους άριστους, τους εκλεκτούς και τους αγίους. Η Βουλή εκπροσωπεί τον λαό. Στον λαό υπάρχουνε και φασίστες. Πρέπει να εκπροσωπηθούν. Αφήστε που καλό είναι να εκπροσωπούνται συσπειρωμένοι σε ένα μικρό κόμμα αντί σκόρπιοι μέσα σε δύο μεγάλα (ΝΔ και ΚΚΕ), ώστε να ξέρουμε και με ποιους έχουμε να κάνουμε.
Μη με λες Τασούλα, Αναστασία με λένε
Φυσικά, χέρι-χέρι με το παραπάνω πάει και το ότι πρέπει να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, αφού "όταν προσπαθώ με τον ευφημισμό να συσκοτίσω μέρος των συμφραζομένων με πρόθεση να μην τα αντιληφθεί και τα εξετάσει ο ακροατής μου, τότε ψεύδομαι" (από εδώ). Έτσι, οι διαμαρτυρίες των εκπροσώπων του ΦΑ.Ο.Σ. ότι δεν είναι φασίστες, ακριβώς επειδή τους διακρίνει ένα ιδεολογικό πέταγμα δώθε-κείθε με αποτέλεσμα το πολιτικό πρόγραμμά τους να είναι ένα μπριάμι ιδεών και απόψεων, δε συγκαλύπτουν τη βάση και την ουσία των αρχών τους. Χώρια που το ιδεολογικό μπριάμι χαρακτηρίζει τη ρητορική όλων των φασιστικών κομμάτων από τον καιρό που ο Μουσολίνι κρατικοποιούσε τα μπουρδέλα, αν όχι και πιο πριν.
Ωστόσο
Ναι, ψήφισα ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κι εξακολουθώ να είμαι χαρούμενος γι' αυτό. Ναι, έχει δίκιο ο Αλαβάνος, υπό δοκιμή τον έχουμε. Αν με ρωτήσετε όμως, θα σας πω ότι ο τόπος είναι τελειωμένος. Ο Όνειρος λέει "για τα επόμενα δέκα χρόνια". Έστω. Ας είμαι αισιόδοξος. Σχόλασαν οι Ολυμπιακοί, το έχω ξαναγράψει, κι αυτό ήταν: έληξαν όλα. Περιμένουμε πια να μας δικαιώνουν τα γιουροβύζια και οι αθλητές μας.
Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2007
Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2007
Σχολικό ποστ
Κάποτε ήθελα να γίνω δάσκαλος και να διδάσκω ιστορία, γεωγραφία και μαθηματικά -- ευτυχώς δεν τα κατάφερα: θα με πλήρωναν πενταροδεκάρες και θα μου έλεγαν οι νοικοκυραίοι ότι είμαι τεμπέλης και στραβώνω τα παιδιά τους. Μου έμεινε όμως το κουσούρι. Αυτό λοιπόν το ποστ είναι απλά και συνθηματολογικά γραμμένο, αφού μόνον έτσι θα γίνει κατανοητό από τους άλαλους και ιδιώτες μαθητές του σχολείου. Συνεπώς, όσοι έχετε απολυτήριο Λυκείου, διαβάστε κάτι άλλο, κάτι πιο ανεβασμένο, στο πιο αλτουσέρ.
Άσκηση για το σπίτι:Χτες εορτάστηκαν στη Σμύρνη τα 85 χρόνια από την απελευθέρωση της πόλης. [...] Δυστυχώς, η απελευθέρωση της πόλης δε συντελέστηκε αναίμακτα. Αν και ελάχιστοι το παραδέχονται ανοιχτά, η ελληνική κατοχή της πόλης είχε και τους υποστηρικτές της, κυρίως μεταξύ των μελών της ντόπιας ελληνικής μειονότητας. Έτσι, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, επακολούθησαν έκτροπα και ταραχές, εν μέρει με κίνητρο την αντεκδίκηση απέναντι στα μέλη της ελληνικής μειονότητας και σε όσους είχανε συνεργαστεί με τον κατακτητή, εν μέρει μέσα στη γενικότερη παραφορά της απελευθέρωσης.
Χωρίς να επέμβετε στο υπόλοιπο κείμενο, αντικαταστήστε μόνο τις λέξεις σε κόκκινο με άλλες κατάλληλες ώστε να προκύπτει μια κατά δύναμη ακριβής περιγραφή της απελευθέρωσης των εξής ελληνικών πόλεων:
Τρίπολη
Καλαμάτα
Κόρινθος
Λάρισα
Ελασσόνα
Γιάννενα
Αργυρόκαστρο
Κορυτσά
Καστοριά
Φλώρινα
Έδεσσα
Κιλκίς
Θεσσαλονίκη
Σέρρες
Δράμα
Καβάλα
Ξάνθη
Κομοτηνή
Χανιά
Ρέθυμνο
Ηράκλειο
(Προαιρετικά:
Λειβαδιά
Μελβούρνη
Μόναχο
Αλαμάνα και Γραβιά
Αμέρικα
Βελεστίνο
Άγιοι Σαράντα
Εσκί Σεχίρ)
Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2007
Στομφόλυγες
Αν και εφόσον οι συνομιλητές κάτσουν φρόνιμα, οι στομφώδεις κύριοι ανοίγουν το στόμα τους και εκφωνούνε σαπουνόφουσκες: κενές διακηρύξεις αλειμμένες λούστρο και μπριγιαντίνη, ψευτοβρακωμένα ad hominem, βιτρίνες εκθεσάδικης πλάνης και απλοϊκών ιδεών. Οι κύριοι αυτοί είναι δοκησίσοφοι.
Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2007
Κύπρος: Μνήμη και αγάπη - Με τον φακό του Sraosha IIΙ
α.
Το παραπάνω κατάστημα γυναικείας μόδας ήθελε να ονομαστεί κάτι σαν τα 'bizzaro' με τα οποία είναι γεμάτη η Ελλάς. Εδώ όμως όλοι χειρίζονται φαρσί την αγγλική. Ή σχεδόν φαρσί, τέλος πάντων.
β.
Ενισχυμένο και με αβάσταχτα χασμουρητά.
γ.
Αλλά αυτό είναι ήδη γνωστό.
δ.
"αρ γιου ττόκκιν ττου μι, ρε;"
ε.
Αυτό από τη μαμά Ελλάδα, όμως. Το οποίο στο κάτω-κάτω είναι το όνομα της μεσίτριας. Αντίθετα με κάτι "Municipality of Thestieon" που βγάζουνε μάτι, και το οποίο δεν μπόρεσα να φωτογραφίσω γιατί με κυνηγούσαν τρία SUV, ένα φίατ πάντα, ένα φίατ πούντο, μια πρεβεζάνικη μερσεντές με γερμανικές πινακίδες και τρεις νταλίκες που αλληλοπροσπερνιόντουσαν ναζιάρικα.
Τρίτη 28 Αυγούστου 2007
Έκτακτο δελτίο -- κάποιες σκέψεις
Αφιέρωση:Σαρκάζοντας την απελπισία μου έλεγα στην πολυαγαπημένη σύντροφο της ζωής μου Καιτούλα ότι το μέχρι τώρα 'ο καλύτερος έχει σφάξει τη μάνα του' για τους Ηλείους θα αντικατασταθεί από το 'ο καλύτερος έχει κάψει το χωριό του'. Αφήνοντας κατά μέρος το ξεκοίλιασμα τοπικιστικών στερεοτύπων, είπα να κάτσω να διαβάσω τίποτα κι έπεσα στο τρίπτυχο Ενοικιαστές:
Μες στο γιαλό της Κέρκυρας μαύρ΄είμαι πέτρα κι έρμη
κι αν με πατήσεις, πετεφρή, βγάνω βαγί και δάφνη.
Ένα και Δύο και Τρία.
Διαβάστε το και συγκρίνετέ το με τα ψελλίσματά μου στο προηγούμενο ποστ για κάποια κίνητρα εμπρησμού πέραν του εθνικού σπορ της καταπάτησης. Οι Ενοικιαστές προϋποθέτουν και εμψυχώνονται από βαθύτατη γνώση της ελληνικής πραγματικότητας και ιστορίας· απέναντι στα δικά μου εξατομικευμένα, περιστασιακά και συμβεβηκότα 'κατά τόπους', 'πρόωρες εκλογές για τον γάμο του Καραγκιόζη', 'Πολύδωρας', Οι Ενοικιαστές τραβάνε το πέτασμα και σου αποκαλύπτουν ολόκληρο το πανόραμα, που λέμε.
(Επίσης, περνάμε και μια βόλτα από εδώ κι εδώ.)
Τέλος, όταν εδώ κάηκαν (τόσοι) άνθρωποι, εμείς δεν επιτρέπεται να κλαίμε την Αρχαία Ολυμπία. Η ελλιπής, κατά πώς φαίνεται, προστασία του μνημείου από τη φωτιά είναι σαφώς εγκληματική παράλειψη αλλά πολύ λιγότερο από την (πιθανή) εγκατάλειψη εγκλωβισμένων να καούνε ζωντανοί -- ή αφού πρώτα τους πνίξει ο καπνός (φυσικά κανείς δεν μπορεί να φταίει εάν ο δείνα παλουκώθηκε μέσα στο καιόμενο σπίτι του, παρακούοντας τις υποδείξεις των αρχών). Πολύ απλά: ο δεκαπεντάχρονος και η γιαγιά αξίζουν περισσότερο από την Άλτι, η οποία σίγουρα θα ξαναφυτευτεί όπως εδώ και τόσους αιώνες, και από τον στίβο, που έχουνε ξανακάψει διάφοροι στο παρελθόν. Εάν θέλουμε να εμφορούμαστε από ανθρωπιστικές αρχές, δηλαδή...
Κυριακή 26 Αυγούστου 2007
Cui prodest?
Ναι, περάσαμε έναν θεόστεγνο χειμώνα. Ναι, ο Πολύδωρας, ο άνθρωπος που διέλυσε -- λένε -- το πυροσβεστικό σώμα και που κατέστησε την αστυνομία πραιτωριανούς και βογιάρους, πλην όμως ανίκανους να καταστείλουν το κοινό έγκλημα, είναι ακόμα προθύμως αγγαρεμένος ως υπουργός Δημόσιας Τάξης (δεν παραιτήθηκε, ε;).
Είδα δύο φορές τη φωτιά να πλησιάζει στο σπίτι των γονιών μου. Τη δεύτερη φορά έφτασε στα δύο μέτρα από τον μαντρότοιχο (κοιτούσα τη σκιά των αντιπροπέρσινων καμένων πριν δυο-τρεις βδομάδες).
Αναρωτηθήκαμε και ρωτήσαμε τη δεύτερη φορά ποιος είχε όφελος από την πυρκαγιά. Μάθαμε όταν είδαμε τα φρεσκοβαμμένα ορόσημα. Οι δικοί μου θεωρούνε πλέον περιττή την ασφάλεια πυρός, επιχειρηματολογούνε μάλιστα δείχνοντας τα ορόσημα αυτά: "Δε θα μας ξανακάψουν."
Στην Ελλάδα έχει παράδοση εγκληματικού τραμπουκισμού και η μεγάλη προοδευτική παράταξη. Θυμηθείτε τους βενιζελικούς. Θυμηθείτε τους τραμπουκισμούς και τα ξεκαθαρίσματα λογαριασμών εν ονόματι του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Άλλωστε είναι μεγάλη και είναι και παράταξη: δεν έσφαξε ο Βενιζέλος τον Ίωνα Δραγούμη, ούτε ο Βαφειάδης τον νονό της μάνας μου.
Ξέρουμε ότι ερχονται εκλογές εδώ και πολύ καιρό. Απλώς δεν περιμέναμε να αποπατήσει η εκτελεστική εξουσία τόσο σκαιά πάνω στις συνταγματικές επιταγές και να επικαλεστεί τους συγκεκριμένους 'εθνικούς λόγους' συρρικνώνοντας ταυτόχρονα την προεκλογική περίοδο στον ανήκουστο ένα μήνα.
Ξέρουμε ότι, πέραν των κοινών καταπατητών, υπάρχουν και κατά τόπους τραμπούκοι που θα έκαναν το παν για να μην ξαναβγεί ο Μίστερ Νιντέντο, ώστε να βγει ο I-am-my-father, για να έρθουν εκείνοι στα πράγματα σε τοπικό επίπεδο.
Αναρωτιέμαι λοιπόν εάν πράγματι κάνουνε το παν, τέτοιες ώρες.
51 νεκροί, λέν ότι έρχονται κι άλλοι. Τόσο χρονών, δεν περίμενα τα κοινά να μου δώσουνε τόση οδύνη.
Επίμετρο: Ενώ πολλοί κλαψουρίζουν και θρηνολογούν, ο Πετεφρής, ο Τάλως και ο Φάις λένε πέντε πράματα σωστά.
Τετάρτη 22 Αυγούστου 2007
Πώς πέρασα το καλοκαίρι
Φέτος ξαναβρεθήκαμε στην Αίγινα λόγω ανωτέρας βίας. Ξαναπήγαμε στο Βαρτάν. Και πάλι ωραίος κόσμος. Κάτι γυναίκες να τις πιεις στο ποτήρι του μαρτίνι με ελιά. Η μουσική ωστόσο μια αφρώδης λαουντζιά πεθαμένη, νίνα-νάνα, μουσική για σκαφάτους και ξεροψημένες κυρίες κατευθείαν από λιποαναρρόφηση. Μπαίνουμε μέσα, άφαντος ο Αντρέας. Τελειώνουμε τα κοκτέιλ και ρωτάμε τη γλυκύτατη κοπέλα που σέρβιρε τι απέγινε ο κοσμήτορας των ντιτζέι Αντρέας (αν δω αυτή την έκφραση λογοκλεμμένη, θα θυμώσω). Μας έστειλε στα Περδικιώτικα.
Εισίν ουν Περδικιώτικα, μπαρ παλαιότατο της Αιγίνης. Μπαίνουμε μέσα κι όλοι πέρναγαν καλά. Η μουσική ήταν αλάνθαστα Αντρέας. Ο κόσμος, από πιτσιρικάδες ροκάδες (τα Περδικιώτικα είναι παραδοσιακά ροκόμπαρο) μέχρι Αιγινήτες διαζευγμένους σιτεμένους. Όσοι δε χόρευαν, κάνανε κέφι αδιαμφισβήτητο. Τα είπαμε και με τον Αντρέα. Περάσαμε κι εμείς καλά, κι όχι σαν απολιθωμένα στελέχη χρηματιστηριακών στον Ιστιοπλοϊκό Όμιλο που σκαρδαμύσσουν τάχα μου κάπως λοξά για να βλέπουν τι περνάει από δίπλα, καθώς κρατούνε το μοχίτο στο χέρι σαν να ήτανε φλιτ.
Φεύγοντας, μου λέει ένας από την παρέα: "Πρώτη φορά πέρασα τόσο καλά σε πουράδικο." (Εκ του πουρό -- όρος για -ηντάρη σε μια κοινωνία που κυριαρχείται από αρσενικά 25-35 που δουλεύουνε σε διαφημιστική ή στην κινητή τηλεφωνία και που πλένει τα χυμένα τους, σιδερώνει τα σιέλ πουκάμισα και τους μαγειρεύει ντολμάδες η μαμά τους.) Είχε δίκιο. Μόνο που δεν είχε ξαναμπεί σε πουράδικο, έτσι;
Οι νέοι μας (αυτοί οι 25-35 που λέγαμε, και οι συν αυτοίς) δε βγαίνουνε: μια ταβέρνα κοστίζει όσο δυο σποτάκια για το ταβάνι του σαλονιού, μου είπε μια ψυχή. Όταν βγαίνουνε βαριούνται, θέλουνε να πάνε σπίτι να δούνε τηλεόραση. Δε διασκεδάζουν. Άσε που και το σεξ καταργήθηκε ως ηδονή και γλυκασμός και παιχνίδι το 1995 -- έκτοτε 'σηματοδοτεί' απλώς άλλα πράματα, εικάζεται δε ότι σύντομα θα μετονομαστεί σε "τα θέλω μου" (καταπώς η περίοδος λεγότανε "τα ρούχα μου"). Όλα αυτά τα έχει περιγράψει ο Θάνος Κάππας στο κείμενό του Τα Μπαράκια στην ΑΒού, παλιότερα. Μας έχει πιάσει ο πουριτανισμός από την κοτσιδούλα τη ράστα και μας σέρνει στο πλακόστρωτο της Κέρκυρας, της Μυκόνου, της Οίας, της Ρόδου, του Ηρακλείου...
Δε διασκεδάζουν οι νέοι μας, μόνο τα πουρά πια. Πώς να διασκεδάσουν; Έχουνε δάνεια. Έχουνε τη μάνα που μεγαλώνει τα βλαστάρια τους. Έχουνε κινητά. Θέλουνε κι άλλο αμάξι για το πεζοδρόμιο. Θέλουνε νέα καλύμματα για το αμάξι. Φουσκωτό. Θέλουνε κι άλλες τσάντες. Κι άλλα παπούτσια. Κι εγώ είμαι υπέρ των παπουτσιών. Αλλά αφού δε βγαίνουν έξω, τι να τα κάνουν τα παπούτσια; Να τα συνδυάσουν με το ξεχειλωμένο τισέρτ 'Θέλω ΤΙΜ' που φοράνε για ολοήμερη μπυτζάμα;
Κατά τ' άλλα, ο Έλληνας δεν έχει ρε απωθημένα. Δεν είμαστε καταπιεσμένοι Δυτικοί. Όποιος τα πιστεύει αυτά να βγει στις Εθνικές. Εκεί αντικρίζεις την αντίδραση στην καταπίεση της γυναίκας / της γκόμενας / του γκόμενου, του εργοδότη (κυρίως), των πεθερικών, των παιδιών να την πετάει σα σπαλομπριζόλα το ελληνικό αρσενικό πάνω στην κουρελού της γελοιότητας που λέγεται ΠΑΘΕ. Εκεί βγάζει τα απωθημένα του το ελληνικό αρσενικό -- άλλωστε οι μπύρες μας είναι μίζερα κατούρια: προσπερνάει νταλίκες, τρέχει με 120 στις κατσικοπλαγιές, τεστοστερώνεται που ροβολάει καμμιά 500ρια μέτρα στο αντίθετο ρεύμα με το Χιουντάι του, χώνεται μπροστά σου για να αποφύγει μετωπική. Οι ελληνικοί δρόμοι δεν είναι πίστες Φόρμουλας 1, όπως έγραψε κάποιος στο Βήμα, είναι πεδία εκπαίδευσης για καμικάζι αυτοκτονίας. Άλλοι λαοί πνίγουνε τον πόνο τους στις αιθυλικές αλκοόλες, στην Ελλάδα κουνάμε τα σημειωτικά τριχερά μας αρχίδια στους θλιβερούς δρόμους μας. Μόνο που στο αλκοόλ πνίγεσαι μόνος σου. Στον δρόμο παίρνεις κι εμένα σβάρνα, θλιβερή καταπιεσμένη λατέρνα, ξεκούρδιστε μαμάκια.
Εγώ έτσι πέρασα στις διακοπές μου.
Παρασκευή 20 Ιουλίου 2007
Φαντασίες
[Η Τηλλυρκώτισσα είναι το γνωστό κυπριώτικο τραγουδάκι στα κορακίστικα. Τηλλυρκώτισσα είναι αυτή που κατάγεται από την Τηλλυρία. Η Τηλλυρία, πάλαι κυρίως τουρκοπεριοχή, είναι εκεί στα καπούλια της Κύπρου, στα αριστερά όπως βλέπει κανείς τον χάρτη. Εκεί έριξαν ναπάλμ οι Τούρκοι το '64, προετοιμάζοντας εισβολή για να λυτρώσουν τους Κύπριους αδερφούς (τους), όμως τους μαζέψανε συνοπτικά οι φονιάδες-των-λαών-Αμερικάνοι.]
Ξύπνησα και πήγα στη δουλειά με το αυτοκίνητο. Η δασκάλα οδήγησής μου (εδώ έμαθα να οδηγώ -- όσο χρονών ήμουνα ποτέ δεν είχα χρειαστεί ΙΧ) μου έλεγε πώς ξύπνησε το πρωί πριν 33 χρόνια στην Κερύνεια να φτιάξει καφέ και είδε τη θάλασσα μαύρη. Ερχόταν, επιτέλους, ο Στόλος. Μπήκανε στ' αυτοκίνητο κι έφυγαν. Ξαναείδαν την πόλη το 2003· πάει τακτικά 'απέναντι' και βρίσκει και φτηνά τσιγάρα, δεν κόβεται το ρημάδι όταν είσαι μέσα σε ένα εκπαιδευτικό κορόλα δώδεκα ώρες την ημέρα στους δρόμους.
Τη θυμήθηκα βλέποντας το 'Γράμματα από την Ιβοτζίμα', εκεί που βγαίνει ο φαντάρος να αδειάσει το καθήκι και βλέπει τον αμερικάνικο στόλο μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι. Ωραίο έργο, καλύτερο από τις 'Σημαίες'. Εικαστικά, ύστερος Ήστγουντ: μονοχρωμία και καραβατζιανό κιαροσκούρο. Η σκόπευση, η εστίαση, σχεδόν αδιανόητη: από τη μεριά του ηττημένου εχθρού. Μου έκανε αίσθηση η σκηνή της εν ψυχρώ εκτέλεσης γιαπωνέζων αιχμαλώτων από αμερικάνους που βαριόντουσαν να τους φυλάνε. Για σκέψου.
Φαντασιωνόμουν όσην ώρα το έβλεπα κι εγώ: ένα δίπτυχο για τη μικρασιατική καταστροφή, ελληνικής παραγωγής. Τηλεοπτικό, βεβαίως, αφού το ελληνικό σινεμά είναι σαν τα ελληνικά κρασιά: κυρίως άθλιο, με εξαίρεση ελάχιστους μικρούς παραγωγούς. Όμως ωραία παραγωγή, α λα 'Παιδιά της Νιόβης', κουστούμια, κρινολίνα, φέσια, πιάνο, γαλλικά και η Αλμυρά Έρημος.
Μέρος πρώτο: Τα μπαϊράκια των προγόνων μας. Πώς μια χούφτα πολεμιστές του Κεμάλ απωθούνε τον ξενοκίνητο ελληνικό στρατό που αμέτι-μουχαμέτι θέλει να διαμελίσει την Τουρκία για λογαριασμό Βρετανών, Γάλλων και Ιταλών και να φτάσει στην Άγκυρα. Σφαγές, βιασμοί, αγριότητες· ο Στεργιάδης προσπαθεί εκκεντρικά να επιβάλει νόμο και τάξη, ο ελληνισμός βγάζει το άχτι του (σφαγές, βιασμοί, αγριότητες ). Οι Γιουνανλήδες φτάνουνε μέχρι το Αφιόν και το Εσκί Σεχίρ. Τρόμος φρίκη κτλ. Έλληνες στρατιώτες σκοτώνουν, καίνε και βιάζουνε για πλάκα. Ή για να εκδικηθούνε τον Παλαιολόγο.
Μέρος δεύτερο: Γράμματα από τη Μικρασία. Τα γνωστά. Κούρδοι (ξέρω ότι δεν κάνει να τους κακολογούμε, αλλά τω καιρώ εκείνω ήταν στην υπηρεσία της τσέπης τους: ο μακαρίτης ο παππούς μού είπε περήφανα ότι του έδωσαν όπλο στα εφτά του για να μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του απέναντι στους 'Κούρτους'), Τσέτες και οι στρατιώτες της Τουρκικής Δημοκρατίας σπάνε το μέτωπο και οι εισβολείς παίρνουν πόδι και πάνε από κει που 'ρθανε. Σφαγές, βιασμοί, αγριότητες. Η Σμύρνη καίγεται, ο κόσμος συνωστίζεται στην προκυμαία. Σφαγές, βιασμοί, αγριότητες. Το ελληνικό κράτος κοιτάζει να εκκενώσει (επιτυχώς) τα στρατά του αλλά οι σταφιδέμποροι, οι πουτάνες οι Σμυρνιές, οι μπακάληδες, οι χοντρές κυράδες με τα κολιέ και όλοι οι εν γένει τουρκόσποροι ας βρούνε μπάρκο κι ας τραβήξουνε κουπί. Βεβαίως φταίνε κυρίως οι ξένοι που δε φόρτωσαν εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες σε μισή εκατοντάδα βαπόρια και εκκένωσαν τους υπηκόους τους μόνο. Τέλος πάντων, σφαγές, βιασμοί, αγριότητες .
Φυσικά, θα μπορούσαν να μας προλάβουν οι Τούρκοι και να κάνουν αυτοί το αντίστοιχο δίπτυχο. Άλλωστε είναι οι νικητές του Πολέμου της Ανεξαρτησίας τους. Αλλά είναι και βάρβαρα ζώα επίσης. Οπότε η ιστορική ευθύνη να ακολουθήσουμε τον Κλιντ Ήστγουντ πέφτει σε εμάς, εμάς που έχουμε το συγκριτικό πλεονέκτημα του πολιτισμού. Και της φιλοξενίας -- ιδίως των προσφύγων.
[Όταν έφτασαν οι παππούδες μου στα Φάρσαλα το 1923, όπου τους έστειλε το κράτος γιατί τους θεώρησε γεωργούς κι είχε και γη καβάτζα εκεί, έτρεξαν να πιούνε νερό στην πηγή της πλατείας. "Ούι μάνα μ', κοίτα, πίνουν νερό οι αούντηδες" έλεγαν οι ντόπιοι. Επίσης ισχυρίζονταν ότι οι γυναίκες των τουρκόσπορων πλένονταν κάθε μέρα για να "βγάλουν τ' Άγιο-Μύρον από πάνω τους" κι ότι γδυνόντουσαν πριν πέσουν στο κρεβάτι γιατί ήταν "παστρικιές".]
Παρασκευή 13 Ιουλίου 2007
Παράδοση, γιέι!
Δείτε πώς όλα αυτά συγκεφαλαιώνονται στο παρακάτω βίντεο. Στο τέλος πέφτει και μια μπαλωθιά. Πάλι στην απ' έξω έμειναν οι βορείως της γραμμής Σπερχειού-Αμβρακικού, αλλά τι να γίνει.
Τετάρτη 11 Ιουλίου 2007
Δευτέρα 9 Ιουλίου 2007
Αλίμονο σ' εμάς τα ανύπαντρα
Shall not the Judge of all the earth do right?
Το να αποκαλέσεις 'πολυεπίπεδο' το Watchmen ή το να δηλώσεις ότι 'παίζει σε πολλά επίπεδα' αποτελεί φρικτομπαναλωδέστατη κοινοτοπία. Το Watchmen είναι το αποκορύφωμα αυτού που λέμε 'κόμικ': πιάνει όλα τα θέματα, μοτίβα και κλισέ (σχεδιαστικά και αφηγηματικά) καθώς και τους 'τόπους' του κομικίστικου είδους και τα σβουρίζει και τα πλέκει μεταξύ τους μέχρι να βγάλει κάτι απροσδόκητα πλούσιο, σύνθετο και συναρπαστικό.
Σαφώς πολύ πιο χορταστικό και απαιτητικό από πολλή λογοτεχνία, επιστημονικής φαντασίας ή μη. Πάει πολύ πιο μακριά από αυτά που εξυπακούει η πλοκή του.
Άντε. Θα χάσετε τον ύπνο σας.
Δευτέρα 2 Ιουλίου 2007
Εκτιμήσεις και εικασίες
Προσπαθώ να αρθρώσω λογικά την αηδία και το μπούχτισμα για τα οποία μίλησα πριν.
Ψυχρά και ψύχραιμα λοιπόν:
Θα ξεχάσετε την Πάρνηθα όπως ξεχάσατε τη Χαλκιδική, την Πεντέλη, τον Υμηττό, τον Ταΰγετο, τη Σάμο, τη Θάσο... Μετά θα βοσκάτε τα κατσίκια σας, θα βάζετε πατάτα και θα αγοράζετε οικόπεδα στο πρώην δάσος . Όταν σας πνίξουνε τα ρέματα και διαβρωθούν τα χτήματα, θα λέτε αοριστολογικά "η φύση εκδικείται" και θα εγκαλείτε το κράτος.
Θα ξεχάσετε αυτά τα σκάνδαλα και τις κομπίνες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ όπως γενικά ξεχνάτε τη διαφθορά, που εμποδίζει την ανάπτυξη του τόπου, αφού σας διορίζει εκτάκτους, εποχιακούς και μόνιμους, σας εξασφαλίζει άδειες, επιχορηγήσεις, μίζες -- ενίοτε και πολυτελή βίο, όπως στον δήμαρχο Σχοινούσας και στους 'καημένους' του Παντείου.
Θα ξεχάσετε τ__ __________ όπως ξεχάσατε την Ήλιος, το Σαμίνα Εξπρές, τη Ρικομέξ και τους σεισμούς του '99, το πέταλο του Μαλιακού, τα Τέμπη. Τι φταίνε για την κακιά την ώρα οι άνθρωποι.
Θα ξεχάσετε τ__ ________ όπως ξεχάσατε τα σκάνδαλα του φεουδαρχίζοντος ανώτερου κλήρου και το πώς σέρνει το δημόσιο βίο μας από τα μαλλιά (με την πατερίτσα, αντί για ρόπαλο, στο άλλο χέρι). Και εδώ και στα ελληνικά Ιεροσόλυμα. Νομίζετε ότι το πρόβλημα λέγεται "Χριστόδουλος".
Θα ξεχάσετε τ__ ________ όπως ξεχάσατε τον Άλεξ, την Αμάρυνθο, το Πλατύ, τους εκατοντάδες κακοποιημένους και νεκρούς μετανάστες (οι πιο πολλοί Αλβανοί φονιάδες, ντάξει;), τους δεκάδες νεκρούς και κακοποιημένους της αστυνομικής βίας στις πόλεις μας, τους μπαζωμένους Ρομά. Και τι να κάνουμε, στο κάτω κάτω.
Θα ξεχάσετε τ__ ________ όπως ξεχάσατε (ήδη) και την πολυλατρεμένη σας Αμαλία Καλυβινού. Πού πάμε χωρίς φακελάκι.
Πέμπτη 28 Ιουνίου 2007
Θερμοπληκτικό
Μετά το υποβρύχιο κούρεμα, ακόμα κάτι νέο: το υποβρύχιο σπάσιμο μπιμπικιών.
Τέλος, άντε, τη δροσιά τους να 'χετε. Προσοχή στα κουνούπια.
(Εδώ κολλάνε διάφορα εφημεριδοειδησεογραφικά κλισέ: "Τρεις Χάριτες", "Δροσερά Κορίτσια", "Ανάσα Δροσιάς" κτλ.)
Κυριακή 24 Ιουνίου 2007
Μια φάση κι αυτή; ενδέχεται
Είναι δύσκολο να εγκαταλειφθεί ένα μπλογκ, όπως έχει γράψει και ο θας εδώ:
Και να φύγει κανείς από το μπλογκ του, δεν έχει πού να πάει. Το πολύ μέχρι το κρεβάτι, και πάλι πίσω. Άντε καληνύχτα, παίδες εν καμίνω. Εδώ θα βράσουμε, όλοι μαζί, στο ζουμί μας.Απλώς, για μένα, άλλη μια θεματική ενότητα μάλλον έκλεισε οριστικά. Πριν μήνες έγραψα ότι θα "πάψω να ασχολούμαι με το σετάκι 'Ελλάς-Ορθοδοξία-Δύση-Ορθολογισμός' ". Νομίζω τώρα ότι δεν μπορώ άλλο να γράφω για το θέμα "ελληνική πραγματικότητα", γενικά, αφού πια δε βλέπω να μπορώ να το κάνω με εποικοδομητικό τρόπο. Άσε που είναι κουραστικό να επαναλαμβάνω όσα έχω ξαναπεί ή όσα λένε μεστότερα ή και ευστοχότερα άλλοι.
Εντωμεταξύ, υπάρχει ένας ουδός αθλιότητας των προς συζήτηση θεμάτων αλλά και αποστροφής δικής μου, τον οποίο έχω διαβεί πια: βιντεάκια εξευτελισμών τραβηγμένα με κινητά -- όπως οι πιτσιρικάδες απαθανατίζουνε τα εφηβικά γαμήσια τους και οι γονείς τα βήματα των παιδιών τους στην παραλία, άνθρωποι-μπάζα, ομόλογα και πολλά ανομολόγητα... Όπως ακριβώς το είπα: ζω την ελληνική πραγματικότητα σαν εφιάλτη, με φρίκη, αλλά περιμένοντας (ματαίως) ότι κάποια στιγμή θα ξυπνήσω.
Θα το ρίξω λοιπόν στα πανανθρώπινα και υψιπετή, στον εσώτερο βίο και στον κόσμο των απολαύσεων -- μάλλον κυρίως των αισθητικών και διανοητικών, αφού τα φαγιά τα έχουνε καπαρώσει άλλοι, τα ποτά σε κακοχαρακτηρίζουν, ενώ τα ερωτικά μαρτυρούν "αλογόκαυλες", οπότε άσε. Ίσως έτσι καταφέρω και να πλησιάσω κάποια από τα μπλογκοκειμενικά πρότυπά μου: helion, kuk, alberich, George Le Nonce και άλλους.
Σ' αυτόν τον τελευταίο έβαλα ζεύξη γιατί άμα πας να τον βρεις από το γκουγκλ, πρόκοψες. Όσο για τον alberich, άστατος και άπιαστος, πότε εμφανίζεται, πότε λανθάνει. Τους άλλους δύο τους έχω διαφημίσει επαρκώς, ασιχτίρι πια. ;-)
Ευχαριστώ πάρα πολύ που διαβάζετε, πάντως.
Παρασκευή 15 Ιουνίου 2007
Συμπέρασμα
με φρίκη αλλά περιμένοντας (ματαίως) ότι κάποια στιγμή θα ξυπνήσω.
Αντίο.
Πέμπτη 14 Ιουνίου 2007
Κακό τριπάκι
Περικοπή, εκ του Πετεφρή:
Αυτοί που προσπαθούν να σπάσουν τα στερεότυπα, λειτουργούν κυρίως με κριτήρια εικαστικής συνείδησης [...] Σε αυτά, προσθετέες οι αντιλήψεις περί συγγραφής άρθρων και σχολίων από τον έξω κόσμο, από τον κάτω κόσμο, από τον κόσμο των εφημερίδων, από τον κόσμο του βιβλίου, από τον κόσμο των συνθημάτων, ακόμη και από τα στριπάκια που ρέουν κάτω από την τηλεοπτική εικόνα, αλλά και από την διαφήμιση.Όλη μέρα χτες σκεφτόμουνα την παραπάνω περικοπή. Μετά πήγα για μπύρες με κάτι συναδέρφους. Κοιτούσα τον κοσμάκη στο ροκόμπαρο και ξαφνικά με χτύπησε μια εικόνα σαν κακό τριπάκι: είδα (ή νόμισα ότι είδα) όλα τα ελληνικά σπίτια όπου έχω μπει, όλα αυτά τα αναρίθμητα σπίτια όπου δεν υπάρχει βιβλίο ούτε για προσάναμμα.
[...]
['Ε]γινε ένας εμφύλιος στην Ελλάδα. Ξέρεις γιατί έγινε της μάμαλης και διαστρεβλώθηκε ακόμη και η σχέση νικητών και ηττημένων; επειδή τσακώθηκαν μεταξύ τους αγρότες και κανένας άλλος. Δηλαδή η γραμματοσειρά ήταν ίδια: τόσο ο δεξιός, όσο και ο αριστερός μπαμπάς, λόγου χάρη, πίστευαν ότι ο γιός τους όταν γαμεί, είναι παιδαράς, ενώ η κόρη τους, όταν γαμιέται, είναι πουτάνα. Και οι δύο "μαχητές" θα πάθαιναν έμφραγμα άν η κόρη τους έφερνε έναν γύφτο γιά γαμπρό. Αστα τα υπόλοιπα: όταν κοινωνικώς οι άνθρωποι μοιάζουν, και προσκυνάνε τις ίδιες αρχές, δεν χρειαζεται να μιλάμε γιά πολιτική. Και μάλιστα γιά την ανατροπή της.
(η υπογράμμιση δική μου)
Πριν από λίγο μιλούσα μ' έναν φίλο (η περικοπή ακόμα στο μπάσσο κοντίνουο, έτσι;) και του λέω ότι όλοι σκέφτονται πια το ίδιο, ότι δεν έχουμε counterculture στην Ελλάδα. Οι 'διανοούμενοι' (όλοι τους οργανικοί) είναι υπηρέτες της κρατούσας ιδεολογίας, η διαφθορά επιβραδύνει την ανάπτυξη και συντελεί στην εξάπλωση της φτώχειας κι εμείς καυλώνουμε για τη Μακεδονία και την Πάνια ή κοροϊδεύοντας τη Θώδη.
Στο μεταξύ μας δουλεύουνε ψιλό γαζί.
Αλλά πώς να μη μας δουλέψουν; Αφού όλοι σκέφτονται το ίδιο και ελάχιστα -- έτσι παντού, όμως αλλού υπάρχει και counterculture. Βγαίνει ο άλλος και σου λέει: "κοίτα, αυτό που βλέπεις μαύρο, είναι άσπρο". Ενδεχομένως λένε παπαριές. Όμως δε σκεφτονται όλοι το ίδιο, δε λένε όλοι τα ίδια.
Στην Ελλάδα, μέχρι και αναρχικοί πυρήνες της Σαλονίκης συμπορεύονται με το ΚΚΕ. Το οποίο συμπορεύεται με ξέρετε ποιους. Οι οποίοι συμπορεύονται γενικώς.
ήμουνα χτες
πού ήμουνα;
α ναι
σε ένα μπαρ
μπεκρόπινα
και μου ήρθανε σε όραμα τα σπίτια των Ελλήνων
που δεν έχουνε μέσα βιβλία ούτε για δείγμα
το έχεις προσέξει;
σαν κακό τριπάκι με χτύπησε
μόνον εγκυκλοπαίδειες
και ο Θαυμαστός Κόσμος των Ζώων
Το βλέπεις παντού
και στους μπλογκάδες:
Ό,τι ξέρουν είναι από το ίντερνετ και το χαζοκούτι
άντε και το Βήμα...
Μετά περιμένουμε μετά κρίση και νουνέχεια και εγρήγορση.
Τα σπίτια μας δεν έχουνε βιβλία.
(ψύχραιμοι, αγνοήστε)
Παρασκευή 8 Ιουνίου 2007
The Battle Hymn of the Republic
Το έτος είναι 1788 και κάποιος μεταξοκώλης γραφικός αριστοκράτης με μακριά ρεντιγκότα, ονόματι William Wilberforce, εκφωνεί έναν λόγο στη Βουλή των Κοινοτήτων κατά, λέει, της δουλείας.Κάτι κουτοί παπάδες, κουάκεροι, δημοδιδάσκαλοι και σχολάρχες, όπως ο Σραόσα ο Δίκαιος, ο Ωραίος σαν Έλληνας, ενθουσιάζονται και συνυπογράφουν και αγωνίζονται. Τα πετεινάρια του καιρού εκείνου και, ολωσπαραδόξως, κάποια ταπεινά πλην τίμια τσομπανόπουλα διαμαρτύρονται. Λένε δε τοιάδε:
"Και τι σημαίνει 'κατάργηση της δουλείας'; Πέρα απο τις ιδέες που έχουμε στα κεφάλια μας, δηλαδή. Πού και πώς πραγματώθηκε σε μεγάλα κοινωνικά σύνολα; Υπήρξε πολιτισμός μέγας χωρίς δούλους, ω άφρονες; Θα διώξουμε τον δουλοκτήτη (που νιάζεται για τα έμψυχα υπάρχοντά του) και θα τον υποκαταστήσουμε με τον αδιάφορο και απάνθρωπο καπιταλίστα της νέας εποχής των μηχανών και του 19ου αιώνος;"Πηδούμε στο φουτουριστικό 2007: πού υπήρξε ποτέ δικαιοσύνη και ανοιχτή κοινωνία; Όπου υπήρξε αγώνας και για όσο ήταν τίμιος. Ή, αν θέλετε, εκεί όπου υπήρξε και υπάρχει η Βασιλεία των Ουρανών: εντός ημών αλλά και (χμ) στο μέλλον.
Πέμπτη 7 Ιουνίου 2007
Γεωργελές και πάλι
Έτσι το πρόβλημά μας πια, δεν είναι οι «ανησυχούντες πολίτες». Aυτοί τη δουλειά τους κάνουνε. Eίναι η κοινωνία, το πολιτικό σύστημα, τα Mέσα Eνημέρωσης, ο δημόσιος διάλογος, που δεν έχουν καθόλου αντιστάσεις, που σταδιακά διολισθαίνουν σε όλο και πιο αντιδημοκρατική ατμόσφαιρα. Tο πρόβλημα δεν είναι οι φανατικοί. Tο πρόβλημα είναι ότι όλα αυτά φαίνονται αυτονόητα. Ότι στα κανάλια υπάρχουν πια σε όλα τα θέματα δύο απόψεις και η μία είναι ο Άδωνις. Ότι οι δημοσιογράφοι λένε, μα να ακούσουμε και την «άλλη άποψη». O σκοταδισμός είναι η «άλλη άποψη».
[...]
Έτσι σιγά σιγά η κοινωνία γίνεται κλειστοφοβική, φοβισμένη, πουριτανική, συντηρητική, [...]. Xωρίς να το καταλάβει. Tα αδιανόητα γίνονται αυτονόητα. Eίναι όμως έτσι; Ήταν πάντα έτσι; Σκέψου ξανά ακόμα και την ίδια τους την καταγγελία. Πόσο δυστυχισμένος πρέπει να είναι κάποιος που βλέπει μια κοπέλα να χαϊδεύεται και αυτός βάζει τίτλο «Άσεμνες εικόνες»;