Μιλώντας για το τι μας αρέσει, μιλάμε για τον εαυτό μας. Ο ολντμπόι το έκανε με πολύ θάρρος εδώ, μιλώντας φυσικά για τις αγαπημένες του ταινίες. Βεβαίως, ο άνθρωπος έχει δει περίπου 15 φορές περισσότερες ταινίες από τον μέσο άνθρωπο.
Ωστόσο, ζήλεψα και θέλω να πω κι εγώ για τις αγαπημένες μου ταινίες. Βεβαίως δεν είμαι σινεφίλ, είμαι μάλλον της μουσικής, της ζωγραφικής και των βιβλίων. Άρα δεν έχω με τις ταινίες τη σχέση ενός ανθρώπου που πραγματικά αγαπάει το σινεμά. Επίσης είναι αλήθεια ότι δε βλέπω τόσο σινεμά όσο παλιότερα, ενώ εδώ και πολλούς μήνες έχω κόψει και τα ντιβιντί. Είναι επίσης γεγονός ότι όταν διαλέγεις δέκα ταινίες, αφήνεις έξω πολλές, πάρα πολλές: The Piano, Από την άκρη της πόλης, 9 Songs, Συνήθεις ύποπτοι, A bout de souffle, Brazil, Τα κόκκινα φανάρια, In the Mood for Love, ο Δρακουλας του Κόππολα, Monster's Ball, Στέλλα, Old Boy, Ου μοιχεύσεις, Ου φονεύσεις, Manhattan, Τα 400 χτυπήματα, The Hudsucker Proxy, 25th Hour, Ο Νονός (1, 2, 3), American History X, και πάμπολλες άλλες (θα δίνω τους τίτλους όπως τους θυμάμαι). Επίσης αφήνεις έξω ταινίες που μπήκαν μέσα σου και σε κατέλαβαν, σαν απρόσωπο δαιμόνιο, για μήνες ή και χρόνια και που μετά τις ξόρκισες και τις ξέχασες. Θα φέρω ένα αστείο παράδειγμα: όταν ήμουν 4 ή 5 χρονών είδα τη Μαίρη Πόππινς κι έπαθα πλάκα. Η ταινία που πήρε τη θέση της ήτανε το Footloose, πολλά χρόνια μετά, το 1984. Τέλος, υπάρχουν ταινίες που βρέθηκαν στις δέκα πρώτες σου (κρατάω λίστες σε παμπάλαια ημερολόγια) και απλώς εξαφανίστηκαν γενικώς, αφήνοντας ωραίες αναμνήσεις, ωραιότερες από την ίδια την ταινία: Αμελί, My own private Idaho, Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται, Bowling for Columbine, Μάτριξ κτλ.
Πάμε λοιπόν, χωρίς ιδιαίτερη σειρά:
Αντρέι Ρουμπλιόφ. Ίσως η ουσιαστικότερη ταινία που έχει γίνει ποτέ. Και ανάμεσα στις ομορφότερες. Την είδα για πρώτη φορά στην τότε πρόσφατα αποκατεστημένη εκδοχή της στο Άλφαβιλ όταν ήμουν μαθητής και βγήκα κλαίγοντας. Έκτοτε την ξαναείδα τρεις φορές, κλαίγοντας αλλά αγαλιάζοντας στο τέλος. Μπορώ να πω απίστευτες μεγαλοστομίες για αυτήν την ταινία αλλά προτιμώ, όπως συνήθως τώρα τελευταία, να σιωπήσω και να προτείνω να τη δείτε.
Δαμάζοντας τα κύματα. Την έχω δει μία φορά, στο Renoir στο Λονδίνο, και τη θυμάμαι πεντακάθαρα. Ό,τι έχει να πει κανείς για τον έρωτα. Το αριστούργημα του Φον Τρίερ, μεταξύ των δύο φάσεων του έργου του. Την πήρα σε ντιβιντί πριν πολλά χρόνια, το οποίο όμως δεν έχω δει ποτέ γιατί φοβάμαι ότι τώρα πια η ταινία θα μου φανεί κατώτερη της εμπειρίας του 1996 -- το ντιβιντί είναι δηλαδή λίγο σαν τον δαυλό του Μελέαγρου.
Τα φτερά του έρωτα. Κάτι παρόμοιο συνέβαινε με την καλύτερη ταινία του Βέντερς (μετά τον κατέστρεψε ανεπιστρεπτί η σχωρεμένη η Σολβέιγ), αλλά την είχα ήδη δει 3-4 φορές. Παραμένει ταινιάρα. Αυτό που λένε "ποιητικός κινηματογράφος", αλλά χωρίς πόζα και ανοησία, χωρίς στόμφο.
Damage. Λουί Μαλ και ξερό ψωμί. Ανεπανάληπτες ερμηνείες, "ισορροπημένο δραματούργημα, η αποθέωση του γαλλικού σινεμά. Όλη η αμηχανία, η ερημιά και η δόξα και του έρωτα σε μια ταινία".
Intimacy. "Αριστούργημα. Σπαρακτική αλλά ψύχραιμη ματιά στον έρωτα και στις ανθρώπινες σχέσεις, χαμηλών τόνων ωστόσο, με φόντο το Λονδίνο όπως το έζησα." Όταν όμως λέμε "σπαρακτική", εννοούμε σπαρακτική. Επίσης, η μόνη ταινία που μπορώ να μυρίσω.
Blade Runner. Τι να πω. Αναρωτιέμαι πώς ένας τόσο κουτός σκηνοθέτης κατάφερε τόσα πολλά και τόσο άρτια στην εποχή του Star Wars. Εδώ δε χρειάζεται να μυρίσεις το Νέο Λος Άντζελες, χώνεσαι μέσα του. Και δεν είναι μόνον το όραμα, όραμα έχει και ο υπερφίαλος Κιούμπρικ (ο πιο υπερτιμημένος σκηνοθέτης όλων των εποχών), όραμα έχει κι ο Τεό. Εδώ όμως το όραμα ζει κι ανασαίνει κινηματογραφικά, παρότι -- σημειωτέον -- η ταινία πάσχει σεναριακά ακόμα και στην περίφημη βερσιόν του σκηνοθέτη.
Πολίτης Κέιν. Ταινία του '41. Τόσο λιβανισμένη, τόσο αναλυμένη, που κάθησα να τη δω με τη χειρότερη δυνατή διάθεση κριτικά. Ηττήθηκα κατά κράτος. Τι να πω. Τι δεν έχει αυτή η ταινία; Δεν ξέρω, χρώμα. Όλα τα άλλα τα έχει.
Trainspotting. Δεν ξέρω. Την έχω τέσσερις ή πέντε φορές. Κάθε φορά μου αρέσει εξίσου. Περνάω καλά. Τη χαίρομαι. Ταυτίζομαι και με τον ήρωα, αφού δεν είμαι του αυτοελέγχου και της αυτοκυριαρχίας, εκτός όταν είμαι. Κι έχει πελώριο σάουντρακ. Είναι ακριβώς η εποχή της. Μ' αρέσει.
Μπλε Ταινία. Ιστορία μου αμαρτία μου. Είχα δει τη Βερόνικα. Είχα πάθει απόλυτη πλάκα. Απόλυτη. Εντάξει, φοιτητής ήμουνα, μην έχουμε κι απαιτήσεις. Πήγαινα στα δισκάδικα και παρακαλούσα για το σάουντρακ: "μόνο σε σιντί", "μα δεν έχω σιντί". Μετά βγήκε η Μπλε. Την είδα μια κρύα βραδιά στην Έλλη με την κοπέλα μου. Έπαθα απολυτότερη πλάκα. Ωστόσο, μου είχε φανεί σαν Γκρήναγουεη, ένα ρηχό εστέτ-εικαστικό πράμα, εναλλαγή υπέροχων (κυρίως μπλε) κάδρων, πολλών με τη Μπινός, την οποία δυστυχώς δεν κατάφερα να παντρευτώ. Μου άφησε ανεξίτηλες εντυπώσεις και μια δυο σκηνές που θα ήθελα να ήμουν σκηνοθέτης και να είχα γυρίσει. Ξηλώθηκα και πήρα το σάουντρακ εισαγωγής, σε βινύλιο. Πίστευα ωστόσο ότι δεν έχει στόρυ η ταινία, ότι η συσχέτιση με την Ελευθερία ήταν μπουρμπούτσαλο. Ήμουνα βλήτο. Την ξαναείδα πολλά χρόνια ύστερα, με τη συμβία, αφού μου είπε τρεις κουβέντες: κατάλαβα ότι η ταινία έχει αμέτρητο βάθος, ότι πραγματικά μιλάει για την πιο δύσκολη ελευθερία και τη διαδικασία απελευθέρωσης από την ενοχή και το πένθος. Πήγα και την αγόρασα. Σε ντιβιντί.
Zoolander. την έχω δει 7-8 φορές, την ξέρω απ' έξω. Η πιο αστεία κωμωδία.
Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011
Κυριακή 27 Μαρτίου 2011
Σάββατο 26 Μαρτίου 2011
Αθήνα

Εικόνες εδώ. Τα παρακάτω αποσπάσματα από εδώ:
Προσπαθούσα να καταλάβω την πόλη, να μάθω τις οδούς, τις γειτονιές και τις συνοικίες. Κάθε περιοχή με το δικό της φως, το δικό της χρώμα, τις δικές της μυρωδιές. Το ωχρό Γαλάτσι, η ήρεμη Λαμπρινή, τα φωτεινά Πατήσια, τα γκρίζα Εξάρχεια, η θαλπωρή της Πλάκας, η γλύκα του Πειραιά, η καμαρίλα των βορείων προαστίων, η σύγχυση των δυτικών κλπ.
[...]
Κι η αλήθεια είναι πως οι άνθρωποι στην Αθήνα (οι γηγενείς) μου μοιάζανε λίγο διαφορετικοί. Περισσότερο “υποψιασμένοι”, πιο ήπιοι, προσηνείς, με ευρύτερη σκέψη, με λιγότερη έπαρση και λιγότερη αλαζονεία από μας τα βλαχαδερά [...]. Άλλαξα πολλά σπίτια όλα αυτά τα χρόνια. Όπου κι αν έμενα αυτοί που συνήθως δημιουργούσαν προβλήματα στην πολυκατοικία, στην γειτονιά, ήταν κάτι επαρχιώτες καρτσαπλιάδες, σαν την αφεντιά μου, χωρίς κοινωνική συνείδηση που επιζητούσαν να κάνουν υποφερτή την ανυπαρξία τους με φωνές και φασαρίες.
Και την αγάπησα πολύ την Αθήνα. Με τις ομορφιές και τις ασχήμιες της. Με τις αντιφάσεις και τα στραβά της…
Καταλαβαίνω σε ένα βαθμό τους ανθρώπους που “παίρνουν τα βουνά”. Μπορεί το lifestyle κίνημα “επιστροφή στις ρίζες” ή όπως αλλιώς το λένε, που θέλει την αναπαλαίωση εγκαταλελειμμένων σπιτιών σε χωριά και ραχούλες (συνήθως από μεγαλοαστούς με λυμένο το οικονομικό), να με βρίσκει αισθητικά αντίθετο, αλλά δεν παραγνωρίζω ότι μπορεί έστω και κατ’ ελάχιστο να είναι επωφελές για την Αθήνα (αν και συνήθως στο τέλος αυτά τα σπίτια δεν καταλήγουν να είναι η κύρια κατοικία αλλά απλά ένα ακόμη εξοχικό). Απ’ την άλλη οι επαρχιώτες που δεν μπόρεσαν να αφομοιωθούν και πάντα διατηρούσαν την σπίθα της επιστροφής πολύ καλά κάνουν και επιστρέφουν στις πόλεις και τα χωριά τους (όσοι επιστρέφουν). Η περιφέρεια πρέπει να “γεμίσει” ξανά. Η ζωή πρέπει να επιστρέψει εκεί όπου η αστυφιλία των προηγούμενων δεκαετιών την στράγγιξε.
Δεν δικαιολογώ όμως κανέναν που κατηγορεί την Αθήνα. Δεν αντιλέγω πως σίγουρα υπάρχουν πόλεις στο εξωτερικό που σου προσφέρουν πολύ καλύτερες συνθήκες διαβίωσης όμως κακά τα ψέματα. Αυτά που σε δένουν με ένα μέρος υπερβαίνουν τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Και βλέπεις πόσο ευλογημένος είναι αυτός ο τόπος όταν παρά το ότι έχουν ασελγήσει ασύστολα πάνω του για δεκαετίες ολόκληρες κυβερνήσεις, εργολάβοι, βιομήχανοι και εφοπλιστές (είναι οι ίδιοι που σήμερα το παίζουν οικολόγοι και κάνουν καμπάνιες από τα κανάλια τους για δεντροφυτεύσεις, καθαρισμούς ακτών κλπ.) σου προσφέρει ακόμα και σήμερα απλόχερα τα δώρα του: το εξαιρετικό κλίμα, το μοναδικό φως, τα προϊόντα της γης, το όμορφο φυσικό τοπίο (όπου δεν έχει κυριαρχήσει το τσιμέντο) κλπ.
Οι αναφορές μου στα άυλα (φως, κλίμα) δεν είναι ούτε ποιητικές ούτε μεταφυσικές. Δεν θα ‘ταν του χαρακτήρος μου άλλωστε (εξάλλου άλλες είναι οι “ερωτικές” κατά τα άλλα πόλεις με την αποπνικτική υγρασία και το διαπεραστικό κρύο). Έχουν απλά να κάνουν με την τοποθεσία και το ανάγλυφο. [...]
Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011
The wasted life of Brian
"Βγήκε ταινία για τον Γρηγορόπουλο", είπε η συμβία. Πήγα να τη δω. Πήρα και τον έρμο τον Βυτίο, τον καλό νέο, μαζί μου.
Η ταινία Wasted Life έχει τόση σχέση με τη χαμένη ζωή του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου όση σχεση έχει το Life of Brian με τη ζωή του Χριστού. Πολύ μεγάλη, δηλαδή, αν είσαι από την Τούβα, τη Δυτική Νέα Γουινέα, ή την Εσωτερική Μογγολία. Αν αφήσει κανείς στην άκρη την εξαιρετική ερμηνεία και τον πολύ ενδιαφέροντα χαρακτήρα του βασανισμένου και δυστυχισμένου μπάτσου (που τελικά δεν ξέρουμε τι μας κόφτει η ζωή του, αφού το χαζοτσογλανάκι που βρίσκεται in loco ΑΓ το σκοτώνει ένας άλλος, αυτός που βλέπει τσόντες στο iPhone εν ώρα υπηρεσίας ντε, χωρίς ακριβώς να καταλάβουμε γιατί).
Αυτά. Μην τη δείτε. Αν είστε γνωστός ή συγγενής του Γρηγορόπουλου, αποφύγετε την ταινία σαν τον διάολο: είναι επιεικώς υβριστικό που αυτό το χάλι λανσαρίστηκε σεμνότυφα ως μια ταινία όχι εμπνευσμένη από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Αν σας αρέσει το σινεμά, αποφύγετε την ταινία σαν τον διάολο: παλιό κακό ελληνικό σινεμά με ολίγο εικαστικό πασάλειμμα από Σπιρτόκουτο (και γκεστ σταρ τον ίδιο τον Γιάννη τον Οικονομίδη!).
Είμαι επιεικής με τον ολντμπόι γιατί έχει και παιδί.
Η ταινία Wasted Life έχει τόση σχέση με τη χαμένη ζωή του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου όση σχεση έχει το Life of Brian με τη ζωή του Χριστού. Πολύ μεγάλη, δηλαδή, αν είσαι από την Τούβα, τη Δυτική Νέα Γουινέα, ή την Εσωτερική Μογγολία. Αν αφήσει κανείς στην άκρη την εξαιρετική ερμηνεία και τον πολύ ενδιαφέροντα χαρακτήρα του βασανισμένου και δυστυχισμένου μπάτσου (που τελικά δεν ξέρουμε τι μας κόφτει η ζωή του, αφού το χαζοτσογλανάκι που βρίσκεται in loco ΑΓ το σκοτώνει ένας άλλος, αυτός που βλέπει τσόντες στο iPhone εν ώρα υπηρεσίας ντε, χωρίς ακριβώς να καταλάβουμε γιατί).
Αυτά. Μην τη δείτε. Αν είστε γνωστός ή συγγενής του Γρηγορόπουλου, αποφύγετε την ταινία σαν τον διάολο: είναι επιεικώς υβριστικό που αυτό το χάλι λανσαρίστηκε σεμνότυφα ως μια ταινία όχι εμπνευσμένη από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Αν σας αρέσει το σινεμά, αποφύγετε την ταινία σαν τον διάολο: παλιό κακό ελληνικό σινεμά με ολίγο εικαστικό πασάλειμμα από Σπιρτόκουτο (και γκεστ σταρ τον ίδιο τον Γιάννη τον Οικονομίδη!).
Είμαι επιεικής με τον ολντμπόι γιατί έχει και παιδί.
Κυριακή 20 Μαρτίου 2011
εκ Δυτικής Λιβύης

Αυτή τη φορά οι επιδρομές έχουν νομιμοποίηση, όχι όπως στην περίπτωση της Σερβίας, όταν το ΝΑΤΟ υποκατέστησε το Συμβούλιο Ασφαλείας. Οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Ιταλία δίστασαν να επέμβουν γιατί κόπιασαν τόσο να πιάσουν φιλίες με τον σκηνίτη αρχικαθήκη δολοφόνο.
Διάβασα λοιπόν αυτό το σχόλιο του Δύτη.
α) Όλο και περισσότερο σχηματίζω την εντύπωση ότι στη Λιβύη δεν έχουμε χαρακτηριστικά τόσο εξέγερσης τυνησιακού ή αιγυπτιακού στυλ, όσο φυλετικού εμφυλίου.Ιδίως το α) με ξένισε. Όλες οι επαναστάσεις (Γαλλική, Οκτωβριανή κτλ) και όλοι οι εμφύλιοι (αγγλικός, ελληνικός επί επαναστάσεως, ο πόλεμος που οδήγησε στη διάλυση της Μεγάλης Κολομβίας, ισπανικός, ελληνικός '46-'49, λιβανέζικος, όλοι οι αφρικανικοί κτλ) έχουν εντονότατα τοπικά και "φυλετικά" χαρακτηριστικά. Αυτό είναι συνέπεια και του ότι τα εθνικά κράτη είναι ιστορικά ατυχήματα και (γεω)πολιτικά κατασκευάσματα που στιβάζουν μαζί τόσες διαφορετικές ομάδες (εθνοτικές, θρησκευτικές κτλ κτλ κτλ). Άλλωστε, απ' όσα λίγα μάθαμε, και στην Τριπολίτιδα υπήρχαν εξεγερμένοι.
β) Δεν νομίζω ότι οι νίκες του Καντάφι μέχρι τώρα βασίστηκαν στην αεροπορία του. Ως εκ τούτου, ζώνη απαγόρευσης πτήσεων είναι ίσως μια τρύπα στο νερό όσον αφορά τον αγώνα για την τελική επικράτηση στη Βεγγάζη.
γ) Ο πόλεμος στη Σερβία (και, επίσης, στο Ιράκ) έδειξε ότι ο μόνος τρόπος να νικήσεις έναν πόλεμο από αέρος είναι να ισοπεδώσεις τις υποδομές της χώρας. Ως εκ τούτου, η δυτική επέμβαση ή θα πρέπει να βομβαρδίσει δικαίους και αδίκους ή να συμπληρωθεί με χερσαίες επιχειρήσεις.
Το να επικαλούμαστε "τις φυλές" και να μιλάμε για "φυλετικό εμφύλιο" (τι παράδοξος όρος!) στην περίπτωση της Λιβύης ενδεχομένως μαρτυρεί ότι βλέπουμε τους Λίβυους ως γραφικά ημιάγρια γιάχαλλα-μπάχαλα, που δεν μπορεί να έχουνε πολιτικές επιδιώξεις, έστω και αν είναι απλούστατες: να διώξουν τον στυγερό δικτάτορα. Οριενταλισμός όζει, θαμμένος βεβαίως βαθιά στο ασυνείδητο στην περίπτωση του Δύτη (θα ήτανε γελοίο να προσάψει κανείς έστω και υποσυνείδητο οριενταλισμό στον Δύτη).
Τέλος, ο Καντάφι αποκαλείται κάπου "ημιπαράφρων". Δεν ξέρω τι χρειάζεται για να αποκαλέσουμε κάποιον 100% παράφρονα αν ο Μουαμάρ είναι στο ντεμί.
Γενικά, με ενοχλεί βαθιά η υπόγεια συμπάθεια σε αυτόν το υπερτσαουσέσκου, μεγαλουκασένκο, κιμτζονγκιλικό φρανκόσκυλο. Ιδίως η σύγκριση με τον σκατόψυχο είναι ενδιαφέρουσα: δε δίστασε να στρέψει ξένους μισθοφόρους εναντίον αμάχων που έβγαιναν από προσευχή. Όπως και ο Caudillo, σφάζει μέχρι την υστάτη. Υποψιάζομαι ότι η πηγή της ένοχης, και πια ενοχοποιημένης, συμπάθειας στον Ηγέτη της Πράσινης Επανάστασης είναι η εξής: στην Ελλάδα οι πολιτικές ιδεολογίες έχουνε μικρή σημασία, τουλάχιστον μικρότερη από την έννοια της αντιαμερικανικής συμπαράταξης. Έτσι, στην Ελλάδα υποστηρίξαμε, καλωσορίσαμε και ασπαστήκαμε διάφορους δικτάτορες και τυράννους , προσχηματικά σοσιαλιστές αλλά και καθόλου σοσιαλιστές, με γνώμονα όχι μόνον το συμφέρον της χώρας μας (όπως όλοι, στο κάτω κάτω,) αλλά κυρίως με γνώμονα το αν ενοχλούνε τους αμερικάνους -- για οποιονδήποτε λόγο κι αν ενοχλούσαν τους αμερικάνους, εξισώνοντάς τους με λαϊκούς ηγέτες. Έτσι, δίπλα στο λαϊκό κίνημα τον Σαντινίστας, λατρεύουμε τον ύστερο Κάστρο, δίπλα στον λαοπρόβλητο και γενναίο Μοράλες των φτωχών γηγενών, βάζουμε μετάνοια στον διαστροφέα της (έτσι κι αλλιώς άρρωστης στη Βενεζουέλα) δημοκρατίας Τσάβες. Πιο κοντά δεν πλησιάζω -- γνωστά πράγματα.
Ανάμνηση

(με ευχαριστίες στον κύριο Φώλιο, που με έκανε να την ανασύρω)
Καλά παιδιά οι ρηγάδες, μου άρεσαν. Εγώ ήμουνα μικρός τότε.
Ωστόσο, με τραβολογούσε ο πατέρας μου σε φεστιβάλ πολιτικών νεολαιών όταν ήμουν μικρός "για να σχηματίσω άποψη". Εκεί μεταξύ 9 και 13 ετών. Τα φεστιβάλ και οι προφεστιβαλικές εκδηλώσεις της ΚΝΕ με ψυχοπλάκωναν, του Ρήγα ήταν ωραία τα φεστιβάλ, ενώ της ΟΝΝΕΔ ήταν αηδία (οι γονείς μου κορόιδευαν: "αντιγράφουν την ΚΝΕ", έλεγαν).
Θυμάμαι που είχε πάρει η μάνα μου κάτι πορσελάνινα περιστέρια από παλαιστίνιους φοιτητές (μάλλον υπότροφους του αστικού ελληνικού κράτους -- άσχετο) από ένα φεστιβάλ της ΚΝΕ κι εξ αφορμής είχε μια έντονη συζήτηση με τον πατέρα μου διότι ο πατέρας μου (ΚΚΕ εσ. τότε) δεν ήθελε να δώσει λεφτά στο ΚΚΕ. Η μάνα μου έλεγε ότι τα λεφτά θα τα πάρουν οι Παλαιστίνιοι που αγωνίζονται. Δεν πείστηκε ο πατέρας μου. Τοτε η μάνα μου είπε ότι είναι κρίμα τα καημένα τα παιδακια που τα πουλάνε. Ε, στο τέλος είπε ότι θα τα πάρει γιατί τα θέλει. Πρέπει να τα έχουν ακόμα στο σαλόνι, εκτός κι αν τα κατάπιαν τίποτε ανήψια μου.
Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011
Στραγάλια

Πάει κι ο Ρασούλης. Μεγαλείο ο σχωρεμένος: πώς γίνεται να γράφεις τραγούδια που απηχούν σε ερωτόληπτο κουλτουριάρη έφηβο, σε εράσμια φοιτήτρια ψαγμένη, σε μπουζουκονταγλάν κυρία εξηντάρα, σε σαραντάρη γκομενιάρη (αλλά με μεγάλη καρδιά), σε βαριά κι ασήκωτα διανοούμενο -- και πάει λέγοντας. Πώς γίνεται να καλύψεις τόσο διαφορετικούς ανθρώπους;
Τεμπέληδες κειμενοκόποι, σκέφτεστε καθόλου προτού γράψετε; Όταν πεθαίνουμε δε φεύγουμε. Δεν πάμε πουθενά. Παραμένουμε κοκκαλωμένοι και ακίνητοι, ολοκληρωτικά πλέον στο έλεος των άλλων, των ζωντανών. Δεν πάμε ταξίδι, γαμώ τη στραβομάρα σας και τις ωραίες εκθέσεις που γράφατε στο Λύκειο. "Καλό ταξίδι" για πού; "Για τη γειτονιά των αγγέλων"; Όπου θα παίζουν άρπα, λύρα και κιθαρίτσα (άντε, τζουρά ο Ρασούλης) πάνω στα σύννεφα στους αιώνας των αιώνων; Αν δεν κοιμόσασταν στα Θρησκευτικά, θα ξέρατε ότι ψοφάμε και παραμένουμε πεθαμένοι "επ' ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου". Αλλά μάλλον κάποιο ωραίο κοσμητικό σχήμα ψάχνετε, χεστήκατε για τα δόγματα της Εκκλησίας. Γιατί λοιπόν όχι κάτι σαν "καλό κουτρουβάλημα στον Κάτω Κόσμο"; "είθε οι τσέπες σου να είναι γεμάτες ναύλα για τον Χάροντα"; "καλή αντάμωση στα Ηλύσια Πεδία"; Αλλά τι λέω, μιλάμε για τους ίδιους γραφιάδες που αποκαλούν τις πόρνες "ιερόδουλες" και που προσπαθούν να επιβάλουν το χυδαίο ψέμα "άνθρωποι με ειδικές ικανότητες" για τους ανθρώπους με ειδικές ανάγκες.
Ας πούμε ότι αυτό το διάγραμμα είναι ακριβές. Περιγράφει τι πάθαμε στην Ελλάδα με την κρίση. Χρειαζόμασταν λεφτά. Από πού θα τα βρίσκαμε, κόβοντας την αριστερή στήλη ή τη δεξιά; Κόψαμε την αριστερή, άλλωστε αυτό είναι το ντάρμα του ΔΝΤ. Μα, θα μου πείτε, έχουμε δεξιά στήλη, φοροαπαλλαγές για τους πλουσίους, στην Ελλάδα; Όχι. Έχουμε φοροδιαφυγή, διαφθορά και εξοπλιστικά. τα οποία δεν πρόκειται να θιγούν, ακόμα και οι συμπαθείς Φ. Γεωργελές και Π. Δούκας πρέπει να το έχουνε καταλάβει αυτό. Άσε που τα έσοδα του κράτους μειώνονται έτσι κι αλλιώς.
Και, λυπάμαι που θα το πω, αλλά έχουμε πάθει σκλήρυνση, με τη βιβλική έννοια: γκρεμίζεται, καίγεται και πνίγεται η Ιαπωνία και εμάς μας απασχολεί αν θα ανακάμψει η ιαπωνική οικονομία: τα δελτία ειδήσεων μέχρι πρόσφατα έβλεπαν όλον τον κόσμο χρωματισμένο από την εθνικιστική ιδεολογία, πλέον τα γυαλιά που φοράμε έχουνε το χρώμα του χρήματος. Επίσης ο καθηγητής Βαρουφάκης μάς εξηγεί στη ΝΕΤ ότι με τις καταστροφές αυξάνεται το ΑΕΠ. Το είχε πει κάποτε ο Τσόμσκυ στο Τορόντο και γελούσα, έλεγα ότι ο ζαμπόνηρος αναρχόγερος θέλει να κάνει όλους τους νεοφιλελεύθερους να μοιάζουνε με σκουληκαντέρες τύπου Άυν Ραντ: είπε ότι οι λακκούβες στους δρόμους αυξάνουν το ΑΕΠ γιατί μετά δουλεύει η οδική βοήθεια, ο φαναρτζής, το συνεργείο κτλ. Αλλά το είπε κι η μάνα μου: ό,τι κοροϊδεύεις το λούζεσαι.
Στο μεταξύ ο αιμοσταγής καραγκιόζης ούτε ξεκουμπίζεται, ούτε ψοφάει. Κι ο διαλλακτικός Βασιλεύς του Μπαχρέιν εκμεταλλεύεται την αναμπουμπούλα για να φέρει στρατό κατοχής από το καθηκέστερο κράτος της Μέσης Ανατολής (όχι το Ισραήλ βρε, το Ισραήλ έχει κοινοβούλιο, εκλογές και ανεξιθρησκία· το άλλο, το μοναδικό κράτος στον κόσμο που ονοματίστηκε από τον φύλαρχο που το κυβερνούσε και που κατάργησε τη δουλεία το 1962).
Τετάρτη 9 Μαρτίου 2011
Ωστόσο, μέσα μου χαμογελάω
Νίκη (ναι, έστω: του αυτονόητου και της στοιχειώδους ανθρωπιάς).
Πάντως, δεν ξέρω για την εργατική τάξη, για να το πω ευγενικά κι εκτός αν 'η εργατική τάξη' είναι μια αφαίρεση όπως 'το έθνος', αλλά πιο περήφανοι πρέπει να είναι οι λιγοστοί "αλληλέγγυοι" κουλτουριάρηδες, μερικοί "ακτιβιστές του διαδικτυακού καναπέ', εφτά σαμουράι-δημοσιογράφοι, και κυρίως όσοι άνθρωποι (υπο)στήριξαν αυτούς τους ανθρώπους.
Και για να μη χαλαρώνουμε, παίδες:

Πάντως, δεν ξέρω για την εργατική τάξη, για να το πω ευγενικά κι εκτός αν 'η εργατική τάξη' είναι μια αφαίρεση όπως 'το έθνος', αλλά πιο περήφανοι πρέπει να είναι οι λιγοστοί "αλληλέγγυοι" κουλτουριάρηδες, μερικοί "ακτιβιστές του διαδικτυακού καναπέ', εφτά σαμουράι-δημοσιογράφοι, και κυρίως όσοι άνθρωποι (υπο)στήριξαν αυτούς τους ανθρώπους.
Και για να μη χαλαρώνουμε, παίδες:
Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011
On repart à zéro

Και φυσικά η Επανάσταση ήρθε, ένα νέο 1989 των λαών (ή 1848; δεν ξέρω). Όχι όμως στην Ευρώπη, που μάλλον τον έχει πιει στο ουζοπότηρο πανταχόθεν, αλλά στο Τούνεζι, στη Μπαρμπαριά (μέσω Μισιριού), στο άγνωστο πετρελαιοφόρο κρατίδιο του Μπαχρέιν, στην άγρια Υεμένη. Εξού και κανείς μας δεν τη συμπαθεί πραγματικά: αντί για εράσμιες Ουκρανές και καπάτσες Ουγγροπολωνέζες, έχεις πισώβαρες Αράβισσες (κάποιοι φυσσικά δεν τις έβλεπαν καθόλου), αντί για τη Βατσλάβσκα Ναμέστι, τον σταθμό της Φρίντριχστράσε, τους μεσευρωπαϊκούς καθεδρικούς του Κούντερα και τις χαύνες και άτεγκτα ευθείες λεωφόρους του Βουκουρεστίου (που τόσο είχε θαυμάσει η Έλλη Αλεξίου στο ταξιδιωτικό της για τη Ρουμανία που διαβάζαμε μικροί), έχεις σκόνη, μεταλικούς ουρανούς και τον βορειοαφρικανικό μπρουταλισμό του μπετού. Αντί για λαούς με τσαλαπατημένη αξιοπρέπεια, την οποία εξ ορισμού έχουμε οι Ευρωπαίοι και η οποία τελειώνει εκεί που δένουν τα βαπόρια του Βοσπόρου, έχεις κάτι χαχόλους, λαούς-παιδιά, που δεν ψέλνουν πατριωτικά άσματα χαϋντνικά, να δακρύσεις κι εσύ, παρά κάτι γηπεδικά συνθήματα στην όλο πνίγες γλώσσα τους. Κι έχουνε και πετρέλαια.
Κι εγώ αισθάνομαι πολύ κουρασμένος. Η κατάσταση στην Ελλάδα δε μου δημιουργεί πια φρίκη, μου μοιάζει πια εφιαλτική. Μου έρχεται να παρακαλέσω όποιον με παίρνει τηλέφωνο να μου λέει μόνο κουτσομπολιά, γκομενικά κουτσομπολιά. Άντε, να μου πούνε για ταινίες και βιβλία. Και τίποτε άλλο. Δεν έχει κάποιο βαθύ νόημα αυτό που λέω, είναι το ζωώδες μουγκρητό κάποιου που βασανίζουν και θέλει να πει "σταματήστε, δεν αντέχω", αλλά δεν μπορεί πια να μιλήσει γιατί είναι πρησμένος μέσα κι έξω. Εδώ κανονικά θα απαριθμούσα, με τον προσφιλή μου τρόπο της λίστας σε ασύνδετο σχήμα, τα στοιχεία του εφιάλτη: αυτό, αυτό, αυτό και άλλα πολλά. Αλλά κι αυτό είναι ακκισμός πια. Τι κουβέντες να πεις πια. Το πολιτικό πρόβλημα υπήρχε και παραμένει (μία λέξη, συμβολική: Πάγκαλος), το επιδεινώνει ότι στα πράγματα είναι όχι πια οι απλώς πανηλίθιοι και κυνικοί, παρά λαμπροί ιδεολόγοι, πλην όμως "πραγματιστές" και άρα ανενδοίαστοι· το κοινωνικό-πνευματικό-ηθικό πρόβλημά μας διογκώθηκε εκθετικά, αφού λ.χ. πια η δημόσια επίδειξη αναλγησίας και απροκάλυπτης απανθρωπιάς απέναντι σε κολασμένους απεργούς πείνας, για τους ομοίους των οποίων φυσικά κάποτε δακρύζαμε τζάμπα, αποτελεί μέτρο πολιτικής υπευθυνότητας -- εκτός φυσικά και αν ανήκεις στους πεφωτισμένους που φρονούν ότι πρέπει να θεριστούν οι μπάτσοι (λες και ωρίμασαν ποτέ). Όλα όσα έκαναν την κοινωνία μας, "πρωτοπόρα και προοδευτική", ωραία σαν Έλληνα, ήταν απλώς καιροσκοπικά φτιασίδια ή περασμένα μεγαλεία στην καλύτερη περίπτωση. On repart à zéro.
Έτσι, τι να γράψει και τι να διαγνώσει κανείς και τι να σαρκάσει κανείς πια. Πόσα λόγια πια. Μένει μόνο η κούραση και η αρχή της απελπισίας.
Να ευχηθώ "Καλή Σαρακοστή" θα ήταν μάλλον ανεπίτρεπτος σαρκασμός.
Τετάρτη 2 Μαρτίου 2011
Παρενθέσεις από μια κηδεία

Προσπαθώ να γράψω αυτό το σημείωμα από χτες. Αν αποτύχω, θα είναι γιατί απέτυχα, όχι γιατί δε μ' ένιαξε.
Χτες κηδέψαμε έναν γλυκό και χαρούμενο άνθρωπο, μια συνάδερφο εξαιρετική στη δουλειά της. Νέα από τις περισσότερες απόψεις. Ας πούμε ότι πέθανε από μαράζι. Εντάξει, δεν είναι ιατρικώς ορθή η αιτιολογία, αλλά ας πούμε ότι το βλέπω έτσι. Ο Σραόσα είμαι, ό,τι θέλω γράφω.
Στην κηδεία τη σκεφτόμουν, σκεφτόμουν τους δικούς της. Όταν ήμουνα μικρός, φοβόμουν μην πεθάνουν όσοι μ' αγαπάνε, μετά έτρεμα μην πεθάνω εγώ, τώρα διώχνω με φρίκη τη σκέψη ότι θα πεθάνουν όσοι αγαπώ. Από την πένθιμη διάθεση για την εκλιπούσα (θα πω "αδικοχαμένη", αν και δε θεωρείται δόκιμος ο όρος όταν ο φυσικός αυτουργός είναι ο καρκίνος που όλοι φοβόμαστε ή τα καρδιακά, από τα οποία έχουμε ακόμα περισσότερες πιθανότητες να καταλήξουμε) με έβγαζε πότε ο θλιβερός ψάλτης με τη σοβαρή διαταραχή ομιλίας (τι διασυρμός των νεκρών αυτοί οι ψαλτάδες στις κηδείες, πάντα οι τελευταίοι), πότε το εκνευριστικά ιουδαΐζον-στωικίστικο κείμενο της νεκρώσιμης ακολουθίας (Ανάσταση; ποια Ανάσταση;). Μετά ξανακαταλάγιαζα στην ενατένιση δύο φαρμακωμένων ανθρώπων στα στασίδια φάτσα στο φέρετρο ή των θλιμμένων προσώπων μας. Κάποιου τα δάκρυα στα δεξιά μου έσταζαν στο πάτωμα σα λασκαρισμένη βρύση, χωρίς να κυλήσουν καθόλου στο πρόσωπό του. Η μέρα έξω είχε λοξό και άτρωτο φως, βαρύ ουρανό και υπέρλαμπρα ανοιξιάτικα λιβάδια, κίτρινα και πράσινα, αλλά κυρίως κίτρινα.
Μετά, καθώς έβγαζα το κουστούμι, τα παπούτσια (πασπαλισμένα με χώμα), τη μαύρη γραβάτα που είχα αγοράσει για μια άλλη κηδεία πάρα πολύ μακριά αλλά ποτέ δεν είχα φορέσει, ένιωσα περίεργα. Πένθος αλλά όχι μελαγχολία, οργή αλλά όχι θυμό, πίκρα αλλά όχι θλίψη. Σκεφτόμουν ότι ένας άνθρωπος γεμάτος αγάπη και κέφι και μπρίο για τη δουλειά (ακόμα κι όταν την είδα διασωληνωμένη για τελευταία φορά στο νοσοκομείο), πέθανε με πίκρα και με την αίσθηση ότι αδικήθηκε. Αυτό με βάρυνε περισσότερο απ' όλα. Πολύ. Η αγάπη που δίνουμε δεν μπορεί να μας σώσει, σκέφτηκα. Αφοριστικά και μελοδραματικά ίσως, αλλά το σκέφτηκα. Και όταν λέμε να μας σώσει, δε μιλάμε για τον Θεό και τον Γιο Του, μιλάμε να μπορέσεις να φύγεις ήσυχα χωρίς να πονάς για τις αδικίες που υπέστης. Η αγάπη δεν μπορεί να μας λυτρώσει, δεν μπορεί καν να μας γιάνει.
Αργότερα, μιλώντας με έναν φίλο για να ξεπλύνω από τη σκέψη μου τη στιφάδα και τη γλυφή διάθεση, του το είπα: η αγάπη δε θα σε σώσει, αλλά θα σώσει τους γύρω σου που θα την δεχτούν από σένα.
Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011
Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011
Ο φίλος μας ο Καντάφι

(αφιερωμένο σε όσους την έχουνε μικρή τη μνήμη)
Μουαμάρ Καντάφι:
Ο φίλος του Μεγάλου Ανδρέα, χάρη στον οποίο τα βρήκε με τον άλλο φίλο Μιτεράν στην Ελούντα, σε μια κίνηση μυστικής διπλωματίας, η οποία απαγορεύεται από το ελληνικό Σύνταγμα και στην οποία ειδικευόμαστε, όπως μάθαμε τη μία φορά που τα κάναμε μούσκεμα, χάρη στους φιλόκουρδους παύλους μελάδες (χαρχ) και την υπόθεση Οτσαλάν. Στο μεταξύ αγοράστηκαν κάτι Μιράζ 2000.
Ο άνθρωπος που θαύμαζαν οι πασοκάνθρωποι του '81-'89, που θα έφτιαχνε τεχνητό ποτάμι για να αρδεύσει τη Σαχάρα, που τράβαγε γραμμές θανάτου, γραμμές Αουζού στο Τσαντ και μετά μαζευόταν καρπαζωμένος από τους αδίστακτους (αυτό χωρίς ίχνος ειρωνείας) ιμπεριαλιστές.
Ο άνθρωπος που διέταξε να ανατιναχτεί επιβατικό αεροπλάνο για παραδειγματισμό, στη λαμπρή παράδοση της κατάρριψης του κορεατικού τζάμπο.
Ο άνθρωπος που ελέω πετρελαίου έγινε εσχάτως φίλος και της Ιταλίας και της Βρετανίας αλλά και της Ελλάδας, πατρονάροντας τον πρωθυπουργό χώρας της ΕΕ σαν να ήταν ιταλίδα γκομενίτσα που της χάρισε τζάμπα Κοράνι.
Ο καραγκιόζης μπερλουσκονικών προδιαγραφών, ο κομπλέ περιφερόμενος θίασος: με τέντα και ένοπλες μοντέλες.
Ο αναγκαίος δικτάτορας που χρειάζονται οι χαχόλοι. Αντίθετα από τον αμερικανόδουλο Μουμπάρακ, αυτός πιο αναγκαίος, γιατί θα άνοιγε τον δρόμο στον σοσιαλισμό. Ο πολιτικός άνδρας που θαύμαζε 0 Μανώλης Γλέζος γιατί κατάργησε τα κόμματα κι εφάρμοσε την άμεση δημοκρατία.
Ο αιμοσταγής τύραννος, που διέπραξε ό,τι μόνον οι Βρετανοί (βετεράνοι αυτοί) τόλμησαν να κάνουν το '72 στην Bloody Sunday: να ρίξουνε στρατό πάνω σε αμάχους. Και οι ευθύνες της μικρής αδύναμης και πάντα ριγμένης Ελλάδας. Της πάντα γελαστής και γελασμένης, που θέλουμε να λέμε.
Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011
Fire in Cairo

Γύριζα από την τράπεζα σήμερα, όπου μόλις είχα μάθει ότι ο κυπριακός Τειρεσίας λέγεται Άρτεμις (γιατί; επειδή είναι παρθένα; ή επειδή είναι κυνηγός;) κι άκουσα το παρακάτω πετακαταπληκτικό άσμα:
ΚάιροΕγώ δεν έχω να πω τίποτα. Τα λέει όλα η ποίηση, πάντοτε πολυδιάστατη και, σε αυτή την περίπτωση, επίκαιρη.
Στίχοι: Πήγασος
Μουσική: Πήγασος
Πρώτη εκτέλεση: Σάκης Ρουβάς
Θες να το ξεχάσω
και να το προσπεράσω
δεν ήταν, λες, λάθος σοβαρό.
Αν θες να γυρίσεις
πρέπει ν' ακολουθήσεις
εξαγνισμού τελετουργικό.
Θέλω στο Κάιρο να πας
για να μετανοήσεις
στης πυραμίδας τα σκαλιά
συγνώμη να ζητήσεις.
Θέλω χιλιόμετρα εκατό
γυμνή να περπατήσεις
μες στην καυτή την έρημο
και τότε ας γυρίσεις.
Για να σε κρατήσω
και να σε συγχωρήσω
άκου αυτό τώρα που θα πω.
Για την απιστία
υπάρχει θεραπεία
εξαγνισμού τελετουργικό.
Θέλω στο Κάιρο να πας...
Κι αν δε κάνεις όλα αυτά
με ένοχη καρδιά
δε θέλω πίσω πια να γυρίσεις.
Με τις τύψεις σου να ζεις
που πια δε θα μπορείς
τα μάτια μου ξανά ν' αντικρίσεις.
Θέλω στο Κάιρο να πας...
Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011
Σύγχρονες μορφές μαντείας

Το γκάλοπ έκλεισε. Τα αποτελέσματα τα βλέπετε δίπλα: στο πνεύμα της εποχής, νικήτρια είναι η αποχή και ανάμεσα στους ψηφίσαντες η ψήφος διαμαρτυρίας (δε μας χε, ρε σρα) με 55%.
Αυτό μου θύμισε ένα σημείωμα που ήθελα να γράψω για σύγχρονες μορφές μαντείας. Διότι, βεβαίως, ο τεχνικός πολιτισμός προχωρεί και μας παρέχει περισσότερους διαύλους μέσα από τους οποίους θα πείσουμε τους εαυτούς μας ότι κυλάει στάγδην το μεταφυσικό για να ποτίσει τις καθημερινότητές μας. Παράλληλα, ο πνευματικός πολιτισμός βρίσκεται κάπου εκεί στον 19ο, ή και πιο πίσω, οπότε η ανάγκη να βρούμε μαντικούς διαύλους παραμένει.
Προτείνω λοιπόν τα εξής δοκιμασμένα:
PINομαντεία: σου στέλνει η τράπεζα PIN. Εφαρμόζεις όλες τις αριθμομαντικές και λεξαριθμικές μεθόδους που ξέρεις. Επειδή ο PIN είναι (ψευδο)τυχαίος, σίγουρα κάποια "ανώτερη δύναμη" θα μιλάει μέσα από αυτόν. Εγγυημένα πράματα.
Ραδιομαντεία / Κλιπομαντεία: Διαλογίζεσαι πάνω στο ερώτημά σου, λ.χ. "θα απολυθώ;" Ανοίγεις κανάλι μόνο με βίντεο κλιπ ή το ράδιο. Το επόμενο τραγούδι, προφητικώ και αλληγορικώ τω τρόπω, περιέχει την απάντηση. Προσοχή στην επιλογή καναλιού ή σταθμού, αν έχει το πλέιλιστ του μπαρμπα-Γιάννη Σπόνσορα, τα αποτελέσματα δεν είναι εγγυημένα. Πάντως, αν πέσει το "πάγωσε η τζιμινιέρα" (δεδομένων και των ασυμπτωτικά μηδενικών πιθανοτήτων να πέσει το "πάγωσε η τζιμινιέρα"), τυπώστε βιογραφικά και αναζητήστε σουπερμάρκετ στο οποίο θα επενδύσετε την (υποθετική) αποζημίωση.
iPodομαντεία: Διαλογίζεσαι πάνω στο ερώτημά σου, λ.χ. "Είναι προβληματικός/-ή ή φέρεται έτσι επίτηδες;". Προχωράς στο iPod ένα τραγούδι μπροστά (έχοντας πρώτα επιλέξει shuffle). Το επόμενο τραγούδι, προφητικώ και αλληγορικώ τω τρόπω, περιέχει την απάντηση. Η iPodομαντεία έχει το πλεονέκτημα ότι τα τραγούδια μέσα από τα οποία θα επιλεγεί μαντικώς η απάντηση έχουν πρώτα επιλεγεί από εσένα, άρα λένε κάτι για τη ζωή σου και μάλιστα με τρόπο που τον καταλαβαίνεις. Για παράδειγμα,: αν είσαι της κλασικής, άμα σου πέσει η Σονάτα του Κρώυτσερ, η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι: "είσαι υπογαμημένος, ασχολήσου με τα φιλοτήσια έργα και πιες ένα κρασί"· άμα σου πέσει το κοντσέρτο του Μέντελσον για βιολί, η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι: "όχι μόνο το κάνει επίτηδες, αλλά σε έξι μήνες θα είσαι αλκοόλας" -- αν είσαι των ελληνικών, του ροκ, των κλαρίνων, της ελεχτρόνικα, της μπαλάντας, αντιστοίχως. Προσοχή όμως: άμα η λίστα αναπαραγωγής περιέχει λιγότερα από 150 τραγούδια, η αξιοπιστία της μεθόδου είναι περιορισμένη: καλύτερα λοιπόν απευθυνθείτε σε κάποιον με κληρονομικό χάρισμα. Επίσης: αν πέσει Πλιάτσικας η απάντηση είναι "πόνα" ή "ψόφα" (ανεξαιρέτως ερώτησης). Για τους Tool, τους Tindersticks, τον Τερλέγκα και την Τσανακλίδου οι απαντήσεις περιέχονται στο σχετικό συνδρομητικό σάιτ που θα φτιάξω σύντομα.
Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011
Επιλογές από τον ημερήσιο τύπο

Κερατέα, όπως Ραμάλλα -- αφήστε τη Γάζα ήσυχη, ούτε που τη διανοούμαστε τη Γάζα. (Για να το βρίσκω στο μέλλον.)
Η προέλευση της Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη: το όριο της φωτιάς.
Πόθος και αφοσίωση. Ή ο πόθος ως φάρμακο της μοναξιάς, αλλά μάλλον, τελικά, η άρνηση της μοναξιάς ως πόθος.
Και πάνω που πήγα να πατήσω το 'δημοσίευση', σκέφτηκα: "να οι εμμονές σου". Εκτός από τη μουσική και τα βιβλία.
Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011
Μεταξύ δύο αιώνων

Το 1997, τον καιρό του IRC, ενώ άλλοι έκαναν τσατ για σάιμπερ και για να βρούνε γκόμενους και γκόμενες, εγώ έψαχνα κόσμο να μιλήσω. Το 2005, όταν ξεκίνησα το μπλογκ, ομοίως. Αυτά δεν τα λέω με τον παραμικρότερο υπαινιγμό ότι, π.χ., είμαι αγνός διαδικτυακός πατριώτης ανάμεσα στους υστερόβουλους ή τέτοιες ανοησίες. Με τίποτα, άλλωστε είμαι από τους τελευταίους (;) ονειροπόλους υπερασπιστές της λίμπιντο, και της δημόσιας έκφρασής της. Θέλω απλώς να πω ότι... αλλά ας το πω καλύτερα.
Το 1997 γνώρισα στο IRC έναν αμερικανό φοιτητή του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Ώστιν (UT Austin). Επειδή έμπαινε στο ίντερνετ μαύρη νύχτα δική του, βόλευαν οι ώρες για να μιλάμε. Αφού τότε δεν είχαμε καλά καλά σαρωτές και κάμερες (άσε δε ψηφιακές φωτογραφίες), δεν ξέρω τίποτε γι' αυτόν πέρα από όσα μου έλεγε. Η φάση με το τσατ ήτανε για μένα σαν εκτροχιασμένη αναβίωση της εποχής των πένπαλ κι εκείνης της φιλανδικής εταιρείας που σου τους έβρισκε με αμοιβή δύο διεθνή ταχυδρομικά κουπόνια (κάτι που στο Γυμνάσιο μάς φαινόταν σχεδόν ανυπέρβλητα δυσεύρετο).
Ο Τόμας ήτανε σίγουρα νερντ, ευφυής νότιος βαπτιστής. Έφτιαχνε τεχνητές γλώσσες (κάτι που φρονώ ότι θα έπρεπε να εκλείψει με τον θάνατο του Τόλκιν) και σπούδαζε πέντε πράματα μαζί. Τον κορόιδευα τότε, του έλεγα για τα αμερικάνικα πανεπιστήμια σούπερ μάρκετ, βάλε κι απ' αυτό να έχουμε. Αλλά, φυσικά, ό,τι κοροϊδεύεις θα το λουστείς κάποια στιγμή. Το major του πάντως ήτανε Σύγχρονες Γλώσσες. Νομίζω.
Ο Τόμας μού είχε πει μια σοφή κουβέντα, που την κατάλαβα πέρσι (έγραψα για το θέμα αλλά δε βάζω λινκ γιατί προσβάλλω τις ευαισθησίες αναγνωστών που δικαιολογημένα ζοχαδιάζονται με τόση αυτοαναφορικότητα). Είπε λοιπόν ότι η Αμερική φαντάζει τόσο μπανάλ και πανηλίθια στους Ευρωπαίους αλλά και στους ανθρώπους των "πόλεων" (όρα Βοστώνη-Νέα Υόρκη-Λος Άντζελες-Σαν Φρανσίσκο) επειδή είναι πολιτισμικά πλουραλιστική χώρα, "a cultural democracy", έτσι το έθεσε. Ακολούθησαν εβδομάδες συζητήσεων: αυτά έχουνε τα νιάτα και η επικοινωνία σε πραγματικό χρόνο μέσω πληκτρολογίου.
Τι εννοούσε, εν ολίγοις: κάτι που πια μας είναι σχεδόν ξεκάθαρο. Όταν η παραγωγή πολιτιστικού προϊόντος (τραγουδιού, χορού, αθλημάτων, διαγωνισμών, ζωγραφικής, θρησκείας, κειμένων, αρχιτεκτονικής κτλ.) φεύγει από τα χέρια των μορφωμένων (και επιδοτούμενων ή φραγκωμένων) ελίτ, τότε βρίσκει χώρο έκφρασης και το κιτς. Μου έφερνε για παράδειγμα τους αγώνες monster truck.
Βεβαίως, τότε, τον περασμένο αιώνα, παιδί καθώς ήμουν της κουρλής (που λέμε στην Κεφαλονιά) παιδείας μας, μόνον τα monster trucks, τη ρώσικη ποπ -- η οποία εκπαραθύρωσε τη γενικευμένη καταβύθιση στην κλασσική μουσική που επικρατούσε στη Σοβιετική Ένωση -- και τέτοια έβλεπα. Τώρα ξέρω ότι η γενίκευση της δυνατότητας για πολιτιστική παραγωγή, είτε λόγω του ότι έχει περισσότερα λεφτά η πλέμπα, είτε λόγω του ότι δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, μας έδωσε και τα μπλουζ, και την προσφυγική λαϊκή αρχιτεκτονική (που μελέτησε ο Άρης Κωνσταντινίδης), την πόβερα κουζίνα και τους λαϊκούς θρησκευτικούς ύμνος της Νότιας Ιταλίας και τόσα άλλα. Και τα μπλογκ. Κι όλα.
Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2011
Another journey by train

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα, που δεν πρόκειται να εκδοθεί. Το τελείωσα το 2003, διαδραματίζεται το 2012. Υπέθετα τότε ότι η ανάπτυξη των σιδηροδρόμων στην Ελλάδα ήταν εφικτή και μάλλον αναμενόμενη. Τα υπόλοιπα, δικά σας
Εδώ. Εκεί. Αυτό δεν είναι το τραίνο της Γλασκώβης, που ευτυχώς δεν πήρα, είναι η αμαξοστοιχία 626 για Παλαιοφάρσαλο-Πλατύ-Θεσσαλονίκη-Αλεξανδρούπολη-Πύθιο(-Κωνσταντινούπολη). Τώρα που δεν έχει πια, εδώ και χρόνια, μουτζούρηδες (τις αμαξοστοιχίες υπ’ αριθ. δεκαπέντε-κάτι) και ‘απλά’ (υπ’ αριθ. πεντακόσια-κάτι), αυτή είναι η τελευταία ταχεία: το πιο αργό τραίνο δηλαδή, που θα μού δώσει καιρό να νιώσω την αλλαγή τοπίου, κατάστασης, κόσμου, ζωής – αντίθετα με τις λαχανιασμένες τέσσερις ώρες του αεροπλάνου. Είναι και το πιο φτηνό μέσο για Κομοτηνή – αντίθετα με την αλυσιτελή πολυτέλεια των Ιντερσίτυ. Επιπλέον, η 626, και όχι κάποιο διαστημικό Ιντερσίτυ made in Germany, συνδέει απευθείας Αθήνα και Πόλη, αποτελώντας διακριτικό δείγμα υπεροψίας μας και σχετικής υποβάθμισης της φιλίας και υποστήριξής μας προς την ακίνδυνη πλέον Τουρκία. Και ας μη θέλει ακόμα κανείς να το παραδεχτεί αυτό το τελευταίο. Άλλωστε η Πόλη είναι δική μας κατά βάθος. Όπως το Λονδινο είναι των Νορμανδών, κατά το ίδιο βάθος των πεντακοσίων τόσων ετών, δεν ξέρω από χρονολογίες. Αυτά για την αμαξοστοιχία 626 και τα αντεθνικά μου σχολιάκια. Γύρισα μια κυνική γενιτσαρίνα από την Εσπερία.Αλλά το να μιλάς για μυθιστορήματα που δεν μπορεί να διαβάσει ο άλλος είναι βαρετό. Όπως είπε και ο σοφός Κουκουζέλης κάποτε: "το πιο βαρετό σεξ είναι αυτό που δεν κάνεις". Έτσι, το πιο βαρετό μυθιστόρημα είναι αυτό που δε διαβάζεις.
Είμαι κάπου στη Βοιωτία κι αυτό αριστερά μάλλον είναι ο Παρνασσός. Η Μεγάλη Χαμουτζία.
Από όλα τα μέσα συγκοινωνίας μου αρέσουν όσα έχουν σιδηροτροχιές: τραμ, μετρό, τρένα. Ακόμα και το τελεφερίκ του Λυκαβηττού ή τα φινικυλαίρ που ανεβαίνουν τις ανηφόρες της Λισσαβόνας. Κόβετε τα τρένα, μου κόβετε τη χαρά, μου κόβετε το ταξίδι. Και πολλά άλλα, πολύ σημαντικότερα.
Τα τραίνα (δεν έχω αποφασίσει πώς γράφεται) δεν είναι για να τα βλέπεις να περνούν. Ποτέ δεν κατάλαβα το trainspotting και πάντα λυπόμουν τον καημένο αλλά ηρωικό σταθμαρχούλη, τον άνθρωπο που έβλεπε τα τρένα να περνούν (ακούστε ωραία μετάφραση τίτλου: ακούγεται σαν τρένο που περνάει, μπλουζάρει μετρικά). Τα τρένα είναι να τα παίρνεις και να σε πηγαίνουν, έστω κι αν χρειάζονται 8μιση ώρες για Σαλονίκη, όπως ο ματρακάς που έμεινε δις εκείνο το μοιραίο φθινόπωρο του '97.
Βεβαίως αυτά δεν τα γράφει κάποιος ρεαλιστής που αντιλαμβάνεται την αναπόδραστη ιστορική πραγματικότητα που υπαγορεύει η ελέυθερη κι απαραβίαστη αγορά: να ξηλωθούν οι σιδηροδρομικές γραμμές και να γεμίσουμε από δρόμους με διόδια, δρόμους λαμπρούς όπως το τμήμα Κόρινθος-Ρίο της ΠΑΘΕτικ. Όλα αυτά τα γράφει ένας στον κόσμο του, κάποιος που μικρός αντιπαθούσε τη Λιλιπούπολη με τις τσιριχτές φωνές, τα αχώνευτα τραγούδια, τις αλλόκοτες ιστορίες και τα παράξενα ονόματα. Κουτός και ταπεινός όπως ήταν, μόλις άκουγε τη σάλπιγγα της Λιλιπούπολης, αμέσως γύριζε τη βελόνα του ραδιοφώνου ΙΤΤ στον Τσουφτσούφη και το Τραινάκι. Δεύτερο Πρόγραμμα, νομίζω.
Μια και μιιλάμε για τρένα. Εδώ και βδομάδες με ενοχλεί αυτή η ανόητη διαφήμιση.
Θα μου πεις, διαφήμιση είναι, τι περιμένεις; Ε, ναι, γι'αυτό λέω "ενοχλεί", όπως μας ενοχλεί μια μύγα το καλοκαίρι ή μια χαραμάδα που μπάζει τον χειμώνα.
Ξεκινάει λοιπόν με χαζά κλισέ για τη γενιά αγγλακίων που θα πληρώνουν τη μάνα και τον πατέρα τους σε δίδακτρα: αφήνουμε την πρώτη γκόμενα, πάμε ταξίδι στη ζούγκλα για να δεθούμε με τους φίλους, αφήνουμε τη μανατζεροθέση που θα μας έκανε πλούσιους και γινόμαστε σκηνοθέτες, ενώ βρίσκουμε και μια αδελφή ψυχή με την οποία κάνουμε ένα κουτσούβελο, ή περισσότερα. Και μετά η δυσβάσταχτη κοινοτοπία:
"Πιστεύω ότι κάθε τρένο που παίρνω είναι το σωστό."
Αυτή η στάση στα αγγλικά λέγεται smugness, συνταίριασμα υπερβολικής αυτοπεποίθησης, υπεροψίας και ψυχαναγκαστικά κουλ διάθεσης. Στα ελληνικά λέγεται "είμαι παρτσακλός και δεν το ξέρω (αφού πιστεύω ότι κάθε επιλογή που κάνω είναι και η σωστή)".
Ας εξηγήσει κάποιος στον ουισκάτο γκόμενο με την ολοστρόγγυλη εκφορά που παριστάνει τον Κρίστοφερ Νόλαν (μεγάλη η χάρη του σχεδόν συμφοιτητή) μασουλώντας το καταπίστευμα των γονιών του ότι το τρένο που παίρνεις είναι συνήθως το τρένο που θα περάσει -- αν περάσει στην ώρα του, δηλαδή.
Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011
Άσυλο

Πηγαίνω στη δουλειά με τα πόδια όσο πιο τακτικά μπορώ, δεν είναι πολύ μακριά. Η διαδρομή δεν είναι ούτε ιδιαίτερα ευχάριστη ούτε αξιοσημείωτα δυσάρεστη. Έχει όμως έναν κόμπο, περίπου στα δύο τρίτα της από το σπίτι.
Εκεί βρίσκεται ένα ίδρυμα από αυτά που δεν έχουν όνομα, πολλοί τα λένε "κλινικές", άλλοι άλλα πράγματα, πιο περιφραστικά. Όταν κάνει πολύ κρύο ή πολλή ζέστη δεν μπορείς να καταλάβεις καν ότι πέρασες απ' έξω του: το καλοκαίρι είναι όλοι οι τρόφιμοί του κλεισμένοι μέσα κάτω από τον κλιματισμό, το χειμώνα μέσα και δίπλα στη θέρμανση.
Στις σύντομες ενδιάμεσες εποχές οι τρόφιμοί του κάθονται έξω, σε μια βεράντα που από το στενό πεζοδρόμιο χωρίζει μια διάτρητη πρασιά. Ακόμα κι όταν περπατώ αφηρημένος και απορροφημένος στα δικά μου, συνήθως δηλαδή, με ειδοποιεί η μυρωδιά του ιδρύματος ότι πλησιάζω: μυρίζει έντονα χλωρίνη σφουγγαρίσματος και ανθρωπίλα, τη διάχυτη μυρωδιά των ανθρώπων που μπαγιατεύουν. Είναι η μυρωδιά του ασύλου, η βάρβαρη αλλά λειψή καθαριότητα των κλινικών της επαρχίας, των μικρών γηροκομείων, της κόπωσης που δεν έχει ελπίδα.
Ανεξαιρέτως σηκώνω το κεφάλι. Οι τρόφιμοι μοιάζουν να είναι διαφόρων αιτιολογιών: ψυχικά ασθενείς, νοητικά ασθενείς, (απ)εξαρτημένοι, κινητικά ασθενείς, γέροντες. Υποψιάζομαι ότι δύο-τρεις από αυτούς, που τους αφήνουν να βολτάρουν στο πεζοδρόμιο, εκτός της περίφραξης, για τσιγάρο, είναι απλώς άστεγοι. Ίσως κάποιος φιλάνθρωπος πληρώνει τη φιλοξενία τους εκεί. Ποιος ξέρει.
Δεν έχω να καταγγείλω τίποτε, άλλωστε ξερω μόνον όσα έχει σαρώσει η ματιά ενός βιαστικού περαστικού τρεις-τέσσερις ντουζίνες φορές. Πάντως οι άνθρωποι που φροντίζουν τους τροφίμους φαίνονται ζεστοί, κεφάτοι, χαλαροί -- άλλωστε ή έτσι γίνεσαι σε αυτές τις ιερές αλλά ψυχοφθόρα μπανάλ δουλειές, ή τύραννος. Ή συντρίβεσαι. Αντιλαμβάνομαι ότι οι υπερήλικες και οι ψυχικά ασθενείς, όσοι έχουν ανίατες αρρώστειες και οι ανάπηροι δε θα 'πρεπε ίσως να συνυπάρχουν ανάκατα. Δεν ξέρω από αυτά τα πράγματα. Αισθάνομαι τη γνωστή κι αναμενόμενη θλίψη όταν περνάω μπροστά από αυτό το άσυλο, δεν έχω χρόνο και διάθεση να κρίνω. Περνάς από μια βεράντα με ήλιο και βλέπεις το μέλλον σου, το μέλλον δικών σου, το εναλλακτικό παρόν σου, το ακυρωμένο μέλλον άρρωστων παιδιών.
Σήμερα έπιασε το μάτι μου έναν σκούφο πίσω από την καγκελόπορτα του ιδρύματος, γύρισα προς το μέρος του. Ο σκούφος, κατεβασμένος χαμηλά έκρυβε ένα φθαρμένο πρόσωπο με ένα βαθύ βαθούλωμα πάνω αριστερά. Του χαμογέλασα. Μάλλον δεν το πρόσεξε, θα έχει συνηθίσει να τον κοιτάζουνε με φρίκη και κάποια αηδία. Κι αυτό ανθρώπινο είναι. Άλλες φορές το βλέμμα μου διασταυρώνεται με κάποιου που μοιάζει με τον Παπαδιαμάντη: είναι ένας από αυτούς που είτε είναι απλώς άστεγος, είτε τον κατέστρεψε το αλκοόλ (το νόμιμο ναρκωτικό μας). Μάλλον του φαίνομαι αστείος, με κοιτάει με θυμηδία, ίσως του φαίνεται αλλόκοτος ο χοροπηδηχτός διασκελισμός μου και η βιασύνη στο βάδισμά μου, τα γκροτέσκα ακουστικά στα αυτιά μου. Δεν ξέρω.
Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011
Άσυλο

Η σχέση μου με το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι σχεδόν ανύπαρκτη από τον καιρό που πήρα πτυχίο και ξεκουμπίστηκα. Η γνώμη μου για τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν είναι πολύ καλή. Βεβαίως, όπως εγραψε κάπου ο Τάλως, τα πανεπιστήμιά μας είναι αυτά που θέλει η ελληνική κοινωνία, γι' αυτό είναι έτσι: βρώμικα, υποεξοπλισμένα, σκόρπια, σκορπισμένα σε πολίσματα, κωμοπόλεις και επίνεια. Τα πανεπιστήμιά μας όντως κλυδωνίζονται μεταξύ στυγνής καθηγητοκρατίας και της άθλιας αυθαιρεσίας τσανακογλειφτών και χαβαλέδων· για τις νεολαίες μιλάω: κομματόδουλα κωλόπαιδα και αριβίστες που προσδοκούν την κομματική ή πελατειακή εξαργύρωση της συμβολής τους στη συμπόρευση του ελληνικού πανεπιστημίου με τις αθλιότερες και πιο ατελέσφορες και αντιπαραγωγικές υπηρεσίες (ναι, "υπηρεσίες") του ελληνικού κράτους.
Ωστόσο, τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν παύουν να είναι πανεπιστήμια. Παρά τις βδέλλες-νεολαίες και τα καθήκια-καθηγητές και το αμήχανο (όταν δεν αποφασίζει να δράσει καταστροφικά) κράτος, υπάρχουν σοβαρά τμήματα, σοβαρές σχολές και σοβαρά πανεπιστήμια (το ΕΜΠ είναι λ.χ. ένα από αυτά). Κι ενώ η ελληνική κοινωνία έχει εν πολλοίς καταφέρει να φτιάξει τα πανεπιστήμια που θέλει, δηλαδή ιδρύματα που παράγουν πτυχιούχους προς απασχόληση χωρίς όμως να ζορίζουν τα καημένα τα παιδιά, επιμένω, δεν παύουν να είναι πανεπιστήμια. Ένα από τα πράγματα που διακρίνει τα πανεπιστήμια από άλλα ιδρύματα, ακαδημαϊκά μπουζουξίδικα και μπουτίκ πτυχίων (σαν αυτά που ονειρεύονται πολλοί) είναι και η ακαδημαϊκή ελευθερία και η προάσπισή της. Το άσυλο προστατεύει την ακαδημαϊκή ελευθερία από την κρατική εξουσία, τον βασικό εχθρό της. Ένας άλλος εχθρός της είναι η Πανσπουδαστική και τα συναφή της -- θυμάστε λ.χ. την υπόθεση "σωστή σκέψη"; Αυτά όμως είναι ενδοπανεπιστημιακές υποθέσεις, και οι απόπειρές τους να φιμώσουν την ελεύθερη έκφραση εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των πειθαρχικών συμβουλίων (χάχαχαχαχα).
Το άσυλο λοιπόν προστατεύει την ακαδημαϊκή ελευθερία από την κρατική εξουσία. Και πάει για κατάργηση. Γιατί; Γιατί, λέει, έχει γίνει αντικείμενο κατάχρησης. Ενδιαφέρον επιχείρημα, ας το δεχτούμε: όντως, με το που μπήκαν οι μαύροι βρωμιάρηδες στη Νομική (αντί, λ.χ., για τα ξεχαρβαλωμένα αμφιθέατρα του Παντείου, το αλωμένο κτίριο της Φιλοσοφικής του ΑΠΘ, τα ΤΕΙ ανά την επικράτεια) ξάφνου αντιληφθήκαμε ότι το άσυλο έγινε αντικείμενο κατάχρησης. Όμως αν καταργούσαμε ό,τι έχει γίνει αντικείμενο κατάχρησης ή αυθαιρεσίας στον δημόσιο βίο, -- την Αστυνομία, το σωφρονιστικό σύστημα, τις αναθέσεις έργων του Δημοσίου, τις προμήθειες του Στρατού κτλ. -- τι θα γινόταν; Δε θέλω να το σκέφτομαι.
Θα ήταν τιμιότερο όσοι επιδιώκουν και (δεδομένης της Παλινόρθωσης του Αυταρχισμού στην Ελλάδα) θα καταφέρουν να καταργηθεί το άσυλο, να πουν ευθαρσώς: είμαστε εχθροί της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Όπως, π.χ., θα ζητήσουν μαζικές απελάσεις μεταναστών (δυστυχως ατελέσφορες εδώ και 20 χρόνια που έχουμε μετανάστες) και την επαναφορά της θανατικής ποινής όταν κάποιος πεινασμένος σφάξει αποτροπιαστικά κάποια εξαθλιωμένη γριούλα συνταξιούχο.
Και βέβαια, όπως είπε ο Κύριος, του υιού του ανθρώπου του μέλλεται να παραδοθεί, πλην όμως αλίμονο σε αυτόν που θα τον παραδώσει. Αλίμονο στις πανεπιστημιακές αρχές που δεν θέλησαν να ενοχλήσουν κανένα παιδί και καμμία παράταξη και δεν κίνησαν πειθαρχικά κατά βανδάλων και τέτοιων. Αλίμονο στις νεολαίες που απαξίωσαν το άσυλο, το ευτέλισαν ή το υπονόμευσαν. Όλοι αυτοί παρέλαβαν πανεπιστήμια, έστω κουτσά, και θα παραδώσουν ανθυποκολλέγια. Μέχρι να έρθουν επιτέλους τα κανονικά κολλέγια, με ορθομαρμαρώσεις άθικτες, τουαλέτες καθαρές, βιβλιοθήκες σπονσοραρισμένες από την ιδιωτική πρωτοβουλία και τις ανάγκες της, αμφιθέατρα όπου τα συνθήματα θα τιμωρούνται με χρηματικά πρόστιμα.
Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2011
Το μπλιαξ
Παλιοτερα, π.χ. όταν ήμουν έφηβος, ήμουνα πιο ψύχραιμος. Δεν τρελαινόμουν εύκολα. Τα τελευταία χρόνια, τρελαίνομαι όλο και πιο συχνά. Αν έχει κάποιος όρεξη και κοιτάξει αυτό το μπλογκ, θα μετρήσει πολλά τρελαμένα ποστ -- άλλωστε, τείνουμε να κρατάμε ημερολόγια και τέτοια όταν κάτι μας λείπει, κάτι μας τη δίνει, κάτι μας χαλάει. Όταν είμαστε καλά, ζούμε. Ή, άντε, γράφουμε άλλα πράματα.
Τις τελευταίες μέρες είμαι πάλι τρελαμένος. Δε θέλω να εξηγήσω γιατί και πώς, εν μέρει με κάλυψε αυτός κι αυτός (ναι, πάλι: αν δεν ταιριάζαμε, δε θα συμπεθεριάζαμε). Μου φαίνεται ότι κάτι γενικευμένα εκφυλιστικό έχει επίπεσει, ένας ηθικός λοιμός, πανδημία εκζομπισμού της κρίσης μας -- δεν ξέρω πώς να το περιγράψω. Για να παρηγορηθώ σκεφτομαι τον καταπληκτικό θείο Βασίλη (για τον οποίο δεν έχω γράψει ποτέ) και λέω: "να, μαλάκα: έτσι είναι ο μέσος άνθρωπος: ψύχραιμος, λογικός, μετρημένος, με κρυμμένες χάρες, με χιούμορ, φιλόξενος, κάνει φίλους εύκολα και συζητήσεις άνετα". Αλλά δε με πιάνει η αυθυποβολή. Τα κανάλια, για να μας κάνουνε να βλέπουμε παντού τέρατα, θα μας κάνουν εμάς τους ίδιους τέρατα στο τέλος -- τουλάχιστον να γινόμασταν τέρατα επειδή θα τα πολεμάγαμε, κάτι θα ήταν κι αυτό.
Μετά είναι και το ίντερνετ. Η πολυφωνία του δε σε παρηγορεί. Ίσα-ίσα: όσα παλιότερα ξεστομίζονταν, αντιδρούσαν και ξεθύμαιναν μέσα στις τραπεζαρίες μας και στους καφενέδες, τώρα αποκτούν ασήμαντη αθανασία (αλλά πόσο ασήμαντη μπορεί να είναι η αθανασία; δείτε τους ξεχασμένους βρυκόλακες πόσο το γλεντάν αφού τους ξυπνήσεις) ζώντας μέσα στους κλιματιζόμενους σέρβερ των μπλογκοπάροχων. Τελικά, όοοοολααααα αυτά που αποκαλύπτει μπροστά μας η ύπαρξη του ίντερνετ, του συμμετοχικού-κοινωνικού ίντερνετ, είναι όσα δε θέλαμε με τίποτε να πιστέψουμε.
Θέλαμε να πιστεύουμε ότι η Παράδοση και η Παιδεία μας (μαζί ή καθεμία χωριστά ή μόνο μία από αυτές) μας κάνουν κατά βάθος καλούς, αγαθούς, κοινοτιστές, ανθρώπους της προσφοράς και του γλυκέος πικιωνισμού. Ότι έχουμε καλλιέργεια δική μας, μυστική και βιωμένη. Τι μας πετάει στα μούτρα το πολυφωνικό συμμετοχικό-κοινωνικό ίντερνετ; Ότι η Παιδεία μας και η καλλιέργειά μας είναι ισχνές και επιφανειακές. Ότι το κατάχωλο εκπαιδευτικό σύστημά μας δεν καλλιέργησε ποτέ τίποτα και κανέναν, παρά ρίχνει μια λεπτή στρώση κοπριά περιμένοντας να φυτρώσουν ανθρωπιστές, συζητητές, ορθολογιστές, χριστιανοί, φιλότιμοι, εργατικοί, πατριώτες, φιλότεχνοι, φιλόμουσοι... Αν τα κανάλια προπαγανδίζουν τον λόγο της εξουσίας, τα σόσιαλ μήδια αναμεταδίδουν, αναπαράγουν, πολλαπλασιάζουν και επιβεβαιώνουν την αθλιότητα μιας κουλτούρας που για κάποιον λόγο βρωμάει πολύ. Πάρα πολύ.
Αυτή η συνειδητοποίηση με κάνει να αισθάνομαι παραλυτική κούραση ψυχικά.
Τις τελευταίες μέρες είμαι πάλι τρελαμένος. Δε θέλω να εξηγήσω γιατί και πώς, εν μέρει με κάλυψε αυτός κι αυτός (ναι, πάλι: αν δεν ταιριάζαμε, δε θα συμπεθεριάζαμε). Μου φαίνεται ότι κάτι γενικευμένα εκφυλιστικό έχει επίπεσει, ένας ηθικός λοιμός, πανδημία εκζομπισμού της κρίσης μας -- δεν ξέρω πώς να το περιγράψω. Για να παρηγορηθώ σκεφτομαι τον καταπληκτικό θείο Βασίλη (για τον οποίο δεν έχω γράψει ποτέ) και λέω: "να, μαλάκα: έτσι είναι ο μέσος άνθρωπος: ψύχραιμος, λογικός, μετρημένος, με κρυμμένες χάρες, με χιούμορ, φιλόξενος, κάνει φίλους εύκολα και συζητήσεις άνετα". Αλλά δε με πιάνει η αυθυποβολή. Τα κανάλια, για να μας κάνουνε να βλέπουμε παντού τέρατα, θα μας κάνουν εμάς τους ίδιους τέρατα στο τέλος -- τουλάχιστον να γινόμασταν τέρατα επειδή θα τα πολεμάγαμε, κάτι θα ήταν κι αυτό.
Μετά είναι και το ίντερνετ. Η πολυφωνία του δε σε παρηγορεί. Ίσα-ίσα: όσα παλιότερα ξεστομίζονταν, αντιδρούσαν και ξεθύμαιναν μέσα στις τραπεζαρίες μας και στους καφενέδες, τώρα αποκτούν ασήμαντη αθανασία (αλλά πόσο ασήμαντη μπορεί να είναι η αθανασία; δείτε τους ξεχασμένους βρυκόλακες πόσο το γλεντάν αφού τους ξυπνήσεις) ζώντας μέσα στους κλιματιζόμενους σέρβερ των μπλογκοπάροχων. Τελικά, όοοοολααααα αυτά που αποκαλύπτει μπροστά μας η ύπαρξη του ίντερνετ, του συμμετοχικού-κοινωνικού ίντερνετ, είναι όσα δε θέλαμε με τίποτε να πιστέψουμε.
Θέλαμε να πιστεύουμε ότι η Παράδοση και η Παιδεία μας (μαζί ή καθεμία χωριστά ή μόνο μία από αυτές) μας κάνουν κατά βάθος καλούς, αγαθούς, κοινοτιστές, ανθρώπους της προσφοράς και του γλυκέος πικιωνισμού. Ότι έχουμε καλλιέργεια δική μας, μυστική και βιωμένη. Τι μας πετάει στα μούτρα το πολυφωνικό συμμετοχικό-κοινωνικό ίντερνετ; Ότι η Παιδεία μας και η καλλιέργειά μας είναι ισχνές και επιφανειακές. Ότι το κατάχωλο εκπαιδευτικό σύστημά μας δεν καλλιέργησε ποτέ τίποτα και κανέναν, παρά ρίχνει μια λεπτή στρώση κοπριά περιμένοντας να φυτρώσουν ανθρωπιστές, συζητητές, ορθολογιστές, χριστιανοί, φιλότιμοι, εργατικοί, πατριώτες, φιλότεχνοι, φιλόμουσοι... Αν τα κανάλια προπαγανδίζουν τον λόγο της εξουσίας, τα σόσιαλ μήδια αναμεταδίδουν, αναπαράγουν, πολλαπλασιάζουν και επιβεβαιώνουν την αθλιότητα μιας κουλτούρας που για κάποιον λόγο βρωμάει πολύ. Πάρα πολύ.
Αυτή η συνειδητοποίηση με κάνει να αισθάνομαι παραλυτική κούραση ψυχικά.
Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2011
Επαναλήψεις

Άντεξα να δω ειδήσεις για ακριβώς ένα λεπτό. Τα μέσα, με την απροκάλυπτα εκφοβιστική προπαγάνδα τους, είναι σταλινικά-γκαιμπελικά-μακαρθικά, πόσο πια να τα αγιάσει πια ο δημοκρατικός (;) σκοπός μας;
Σωστά ο Μπουκάλας παραλληλίζει την Κατάληψη της Νομικής (καημένε Φλεβάρη του '73) με το τι έγινε στη Γαλλία με τους sans-papiers. Nous les rapatrierons, φώναζε τότε το Front National (ή κάποιο παρακλάδι του;), ενώ είχε γεμίσει το Παρίσι αυτοκόλλητα με ένα ζευγάρι (ο άντρας μουσάτος με κελεμπία, η γυναίκα με μπούρκα κι ένα κουτσούβελο στην αγκαλιά) να εκδιώκονται από έναν κάπως σκίνχεντ με πύρινη ρομφαία και να παίρνουν τον δρόμο για μια έρημο με τζαμιά, με αισθητική που προσπαθούσε να μας πει "Έξωση από την Εδέμ" αλλά κατέληγε 'Φυγή στην Αίγυπτο' -- ανατριχιαστικά πράματα.
Παράλληλα, τα πράγματα στην περίπτωσή μας έχουνε και μια (όχι αποκλειστικά) ελληνική αγριότητα, χωριατιά θα την έλεγα εγώ αλλά δεν έχει πια πολλή σημασία αυτό. Εντωμεταξύ, όσο κι αν ακκιστώ πως κάτι είχα διακρίνει σχετικά με το πού πάει η πατρίδα πολιτικά, ούτε που διανοούμουν ότι τον ρόλο των δεξιών τραμπούκων θα τον έχουν όχι μπάτσοι με πολιτικά ή θερμόαιμοι της ΝΕ.Ο.Σ., παρά η ίδια η Χρυσή Αυγή· τώρα και με δημοτικό σύμβουλο Αθηναίων.
Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011
Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011
2-0, τέλος

Το κάζο της παρανόησης του εξώφθαλμα ειρωνικού κειμένου του oldboy είναι κατ' αρχήν απολαυστικό, ιδίως για έναν χαβαλέ και χαβαλεδιάρη σαν κι εμένα: τόση σοβαροφάνεια, τόσα παραθέματα, τόση αυθεντία να πάνε στον βρόντο. Επί της ουσίας, πρόκειται για κάζο και φιάσκο μιας ολόκληρης γενιάς επιτιμητικά καμαροφρύδηδων, μηχανιστικά εργαλειοφρόνων και -- εν τέλει -- καρατσούμπαλων διανοουμένων, που ζούνε τεμπέλικα στην εύφορη και περίκλειστη κοσμάρα τους.
Ήθελα να γράψω απόψε για το "παλιό καλό ελληνικό" σινεμά και πόση δυσφορία μου προκαλούν οι κωμωδίες του. Αλλά δεν μπορώ. Ήθελα να γράψω ότι αυτό του Χατζιδάκι είναι κατά πολλές τάξεις μεγέθους σημαντικότερο, τολμηρότερο κι ευρηματικότερο τραγούδι από, λ.χ., τις πολύ πολύ βαρετές Μπαλάντες της Οδού Αθηνάς, και να σοκάρω λίγο. Αλλά δεν μπορώ. Γελάω ακόμα.
Άντε, καλή βδομάδα. Πάντα τέτοια.
Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011
Sister Wendy Beckett

Γενικά δεν μπορώ να παρακολουθήσω βίντεο για πολλή ώρα στο youtube. Το βαριέμαι, για να πω την αλήθεια, με κουράζει κιόλας. Θαυμάζω όσους κάθονται και βλέπουν ολόκληρα ντοκυμαντέρ ή και σειρές στα μικρά μπανιστηροπαράθυρα των flv.
Κι όμως, καθηλώθηκα παρασκευιάτικα με τη συνέντευξη μιας καλόγριας που μιλάει για την τέχνη. Την είδα πριν χρόνια και είχα διαβάσει τότε γι' αυτήν και την εκπομπή της, αλλά η συνέντευξή της, που βρήκα μέσω του μπλογκ μιας αμερικάνας εταίρας πολυτελείας, πραγματικά με εντυπωσίασε. Την άκουγα και αναρωτιόμουν αν θα γινόταν περισσότεροι διανοούμενοι να μιλούσαν έτσι. Γενικά, η αδελφή Wendy τα σπάει. Άσε που η όψη της μου θυμίζει έναν αγαπημένο μου δάσκαλο (μαχητικό άθεο αλλά παρόμοιας διάθεσης και ιδιοσυγκρασίας...).
Απόλαυσα και τα έξι μέρη, αλλά κυρίως από το τρίτο και μετά, και θέλω να τα μοιραστώ μαζί σας. Αρχίζουν εδω.
Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011
Πάλι μας την έπεσε ο Γκυ Ντεμπόρ
Λέει ο Radical σε ένα πολύ ενδιαφέρον ποστάκι του, του οποίου η ματιά είναι, όπως μας έχει συνηθίσει ο Αντώνης, προκλητική:
Αν κρίνουμε από το πώς εκφράζονται σε διάφορα φόρα ή και κατ' ιδίαν, όχι μόνον είναι αποσπασματική η εικόνα που σχηματίζουμε, αλλά ισχύει και το γνωστό παράδοξο: προσπαθώντας κάποιος να διατυπώσει, να περιγράψει και να αφηγηθεί τις "πιο μύχιες και κρυφές φαντασιώσεις του", αναγκαστικά χρησιμοποιεί τους τρόπους, τις μανιέρες, τους τόπους, τις μεταφορές της εποχής του, τρόπους, μανιέρες, τόπους και μεταφορές που διαμορφώνει ενμέρει η διαφήμιση, το βίντεοκλίπ, το σινεμά, το τραγούδι, η λογοτεχνία κτλ.
Αλλά η περιγραφή ή αφήγηση μιας φαντασίωσης δεν ταυτίζεται με την ίδια τη φαντασίωση, οι δε πηγές της ούτε κατά διάνοια δεν περιορίζονται από τα μέσα με τα οποία θα μπορούσε να την εκφράσει κανείς.
Από την άλλη, οι πιο μύχιες και κρυφές φαντασιώσεις του μέλους της αστικής κοινωνίας αποκαλύπτουν, όταν αναλυθούν προσεκτικότερα, όχι την παρουσία κάποιου μυθικά απροσπέλαστου υποσυνείδητου αλλά την μαζική και επιφανειακή ψυχολογία της διαφήμισης: το νησί των ονείρων μας συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά πόστερ από γραφείο ταξιδίων· το σεξ που ποθούμε είναι συρραφή σκηνών από πορνογραφικές ταινίες· το είδος παιδιού που θα θέλαμε να είχαμε αντί για αυτό που έχουμε είναι φτιαγμένο από σκηνές σε διαφημίσεις και σήριαλ.Κι εμείς πού το ξέρουμε, μωρέ Αντώνη; Πώς είναι δυνατόν να έχουμε εικόνα για τις πηγές των μύχιων και κρυφών φαντασιώσεων εκατομμυρίων ανθρώπων; Ποιος αναλύει τις φαντασιώσεις αυτές (προσεκτικά ή όχι);
Αν κρίνουμε από το πώς εκφράζονται σε διάφορα φόρα ή και κατ' ιδίαν, όχι μόνον είναι αποσπασματική η εικόνα που σχηματίζουμε, αλλά ισχύει και το γνωστό παράδοξο: προσπαθώντας κάποιος να διατυπώσει, να περιγράψει και να αφηγηθεί τις "πιο μύχιες και κρυφές φαντασιώσεις του", αναγκαστικά χρησιμοποιεί τους τρόπους, τις μανιέρες, τους τόπους, τις μεταφορές της εποχής του, τρόπους, μανιέρες, τόπους και μεταφορές που διαμορφώνει ενμέρει η διαφήμιση, το βίντεοκλίπ, το σινεμά, το τραγούδι, η λογοτεχνία κτλ.
Αλλά η περιγραφή ή αφήγηση μιας φαντασίωσης δεν ταυτίζεται με την ίδια τη φαντασίωση, οι δε πηγές της ούτε κατά διάνοια δεν περιορίζονται από τα μέσα με τα οποία θα μπορούσε να την εκφράσει κανείς.
Μια πάρα πολύ σύντομη ερώτηση

Εντάξει, δεν είναι πρώτη φορά. Ναι, μου έχουν εξηγήσει τι ρόλο βαράει εκεί μέσα. Ωστόσο:
Αυτός γράφει στην Καθημερινή;
Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011
Μια πολύ σύντομη ιστορία

Ποτέ δεν πίστεψα στους 140 χαρακτήρες, και μάλιστα σε 140 χαρακτήρες, ή λιγότερους, που τους αμολάς σαν μποτίλια στο πέλαγο (που έλεγε κι ο Ποιητής), χωρίς να απευθύνεσαι σε κάποιον.
Όταν κάναμε την εκπομπή και είδα τον Ξυδάκη και τον Βυτίο να πιλατεύουν τα τουίτερ τους τσίκι-τσικι τσάκα-τσούκα κατά τη διάρκειά της και να παίρνουν ζωντανές τις αντιδράσεις του πολυμελούς κοινού μας (πάνω από 6-7 άτομα λέμε), ε, είπα, αν ένας ΧΧΧ κι ένας ΧΧΧ τουιτεύουν, ποιος είμαι εγώ ο εξωμότης και εστέτ, ο ελάσσων αδερφός του Ρακάσα, ο αγαπημένος των γυναικών και φίλος των φίλων μου που θα μείνω απ' έξω;
Μετά από 17 μέρες και 111 τουίτ, αποχώρησα.
Πρώτον, μπούχτισα: τόνοι τα μηνύματα, καταιγιστικός θόρυβος και -- αλήθεια -- πανάθεμα τα retweet και τον που τα έβγαλε.
Δεύτερον, οι πολλαπλές αποσπασματικές οπτικές γωνίες πάνω σε ένα θέμα είναι μούρλια είναι τρέλα όταν τις οργανώνει σοφός μοντερνιστής συγγραφέας ή τσαχπίνης σκηνοθέτης, όταν όμως έρχονται σαν τουίτ, απλώς χάνεις τη μπάλα και κοιτάς σα χάνος το timeline να κρατάει τον χρόνο της θνητότητάς σου. Για να καταλάβω τι γινόταν στην Τυνησία αναγκάστηκα, όπως παλιά, να χτυπήσω news.bbc.co.uk
Τρίτον, οι πιστοί ακόλουθοι: τι θένε όλοι αυτοί οι άνθρωποι από μένα; γιατί με παρακολουθούν; γιατί μου απευθύνονται; τι έχω να τους πω; και βέβαια και στο μπλογκ μού απευθύνονται, και το μπλογκ το διαβάζουν, αλλά εκεί μπορώ να τους μιλήσω σε παραπάνω από 140 χαρακτήρες άμα θέλω.
Τέταρτον, the point being?
Πέμπτον, ένας άνθρωπας, όπως ο Ξυδάκης ή ο Τσαγκαρουσιάνος, των οποίων οι επώνυμες δημόσιες περσόνες καλύπτουν, διαμορφώνουν και εν μέρει προστατεύουν τους πραγματικούς κτήτορές τους (επίτηδες χρησιμοποιώ αυτόν τον παλιό όρο των λευκωμάτων), μπορεί να τουιτάρει διάφορα. Ο Sraosha τι διάολο να τουιτάρει; Για φίλους, φίλες, συνεργάτες, οικογένεια δε γίνεται: γι' αυτό έξι χρόνια κυκλοφορούμε μασκοφόροι, για να προστατέψουμε τους αθώους από τους ψυχανώμαλους (μερικών από τους οποίους ξέρουμε και τα ονόματα πια). Για αυτά που θα πει στο μπλογκ; Πάλι; Για διάφορα βίτσια κι άλλα νόστιμα και γουσταρλίδικα; Δεν είμαι όμως εντελώς ψευδώνυμος. Δηλαδή γιατί να μάθει η αδερφή μου λ.χ. τι λέω στο κρεβάτι (ελάχιστα: είμαι της μούγκας), και δη από το τουίτερ; και δη μέσω Sraosha; δεν ξέρω αν γίνομαι σαφής. Τελικά δεν μπορείς να πεις τίποτε κι άμα δεν μπορείς να πεις ό,τι θες ανά πάσα στιγμή, και οι 140 χαρακτήρες περιττοί είναι.
Σημείωση 19.1.2011: Στον τόπο μας δεν ήμασταν ποτέ πολύ του χιούμορ. Δηλαδή καθόλου. Τώρα που οι καιροί είναι πονηροί (μοχθηροί και στενόμυαλοι, μάλλον) και διακυβεύονται πολλά (ιδίως η αξιοπρέπειά μας και η ελευθερία του λόγου), ακόμα λιγότερο. Αντικατέστησα λοιπόν ακριβείς αλλά παιγνιώδεις χαρακτηρισμούς πραγματικών ανθρώπων με 'ΧΧΧ', όπως στον προγραμμένο ερωτισμό και (σύντομα) στον πολιτικό λόγο. Αλλά είπαμε: "να προστατέψουμε τους αθώους από τους ψυχανώμαλους".
Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011
Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011
Έκκληση-Αναζήτηση
Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2011
Σχόλια από τον Τρίτο

Αφορμή για αυτό το κείμενο, το οποίο γράφω εν θερμώ, είναι το 38274ο κείμενο στην ιστορία της νεοελληνικής δημοσιογραφίας το οποίο μιλάει για την κατάσταση στη χώρα συγκρίνοντας τη νεοελληνική καθυστέρηση / οπισθοδρομικότητα / τριτοκοσμικότητα με την πρόοδο / τάξη / καθαριότητα / ευνομία κτλ των πολιτισμένων / πεφωτισμένων εθνών.
Πρέπει να κατανοήσουν όσοι γράφουν τις κατάκοπες μπούρδες αυτού του είδους ότι το σχηματάκι που τζαμώνουν για να πούνε κι αυτοί τον πόνο τους έχει πλέον καταντήσει άνοστο, κακόγουστο και καραμπανάλ, έστω και αν περιέχει μια δόση αλήθειας.
Βεβαίως, το πρόβλημα είναι ότι περιέχει ελάχιστη δόση αλήθειας. Να το θέσω αλλιώς. Όταν αναρωτιέται ο Γουσέτης αν όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα θα μπορούσαν να γίνουν "στη δυτική Ευρώπη, όπου πέρασ[ε] τις γιορτές", για ποια χώρα ακριβώς μιλάει; Έχει σημασία, ξέρετε. Για την Ιταλία; Αν μιλάει για το Λουξεμβούργο, οκέι, πάσο. Αλλά, ακόμα και ο πιο νικοδημικός δυτικολιγούρης (εδώ ταιριάζει τέλεια το γάντι) δε θα ήθελε να γίνουμε Λουξεμβούργο. Τέλος πάντων.
Μια και γράφω εν θερμώ, κι αφήνοντας πίσω το μάλλον ελάχιστα συναρπαστικό κείμενο του Γουσέτη, να το χοντρύνω λίγο. Όσοι συγκρίνουν "την εικόνα της κρατικής αποσύνθεσης και της καθυστερημένης τριτοκοσμικής κοινωνίας" με τα (δυτικο)ευρωπαϊκά ινδάλματα, έχουνε ζήσει σε καμμιά από αυτές τις χώρες; Δε μιλάω για τουρισμό, φυσικά: από την Ιταλία λ.χ. έρχεσαι πάντα ανανεωμένος, αρκεί να μην παραμείνεις εκεί παραπάνω από 3 εβδομάδες μάξιμουμ. Δε μιλάω καν για σπουδές στο τρίγωνο Βρετανία-Γερμανία-Γαλλία, αφού είναι κοινός τόπος τουλάχιστον από καταβολής μπλογκ πώς ζουν εκεί οι Έλληνες φοιτητές: στον κόσμο της κουκουρούκου, με ελάχιστο συναγελασμό και συναναστροφή με τους ντόπιους, με πλήρη άγνοια των τοπικών προβλημάτων, κολλημάτων και συνθηκών πραγματικής ζωής. Πολλοί από αυτούς κουβαλάνε μαζί τους διάφορα ελληναράδικα κολλήματα (ενοχλητικά γιατί μάς είναι οικεία -- να μιλήσετε π.χ. με τη φίλη μου την Claudia F. για τα γερμαναράδικα κολλήματα): έτσι, μια γνωστή μου γκρίνιαζε γιατί δεν μπορεί να οδηγήσει μέσα στις ολλανδικές πόλεις, αφού "οι μαλάκες οι Ολλανδοί" της δίνουνε μόνον δύο επιλογές: συγκοινωνίες ή ποδήλατο.
Όλοι όσοι μιλάνε ξανά και ξανά και με βεβαιότητα για "τριτοκοσμικές συμπεριφορές" στην Ελλάδα, έχουνε πληρώσει φόρους εκτός Ελλάδας (λ.χ. στη Γερμανία, όπου η νόμιμη φοροδιαφυγή είναι ομαδικό σπορ); Έχουνε χεστεί πάνω τους γιατί τους την έπεσε μεθυσμένος στις 7.30 μμ; Έχουνε κολλήσει σε λονδρέζικο ή παρισινό μποτιλιάρισμα; Έχουνε προσπαθήσει να συνεννοηθούν με δημόσιες υπηρεσίες ή υπηρεσίες εξυπηρέτησης πελατών; Έχουνε δει τη βρωμιά και τα μπουκάλια και τις λίμνες ξερατών στους δρόμους κυριακάτικου πρωινού; Τους έχει πάρει 6 μήνες, 9 χρυσοπληρωμένα τηλεφωνήματα και 3 φαξ σε εταιρεία τηλεπικοινωνιών για να πάψουνε να τους στέλνουν ειδοποιήσεις για λογαριασμό που πλήρωσαν εμπρόθεσμα; Έχουνε κοντέψει να πεθάνουν από γρίππη λόγω της τριτοκοσμικής γραφειοκρατίας του NHS; Έχουν φάει στη μάπα απεργία των ΜΜΜ στο Παρίσι ή στο Λονδίνο; Έχουνε δει ανθρώπους με σάπια δόντια το 2005 γιατί η οδοντιατρική περίθαλψη κοστίζει; Έχουνε αναγκαστεί να ξεκουμπιστούν στον Καναδά λόγω της élegante συστημικής ευνοιοκρατίας των γαλλικών πανεπιστημίων; Έχουνε περάσει εγκλωβισμένοι τρεις ώρες σε τριτοκοσμικό εγγλέζικο τρένο στη μέση διαδρομής 55 λεπτών; Έχουνε κρατήσει από το χέρι μικρούς μαθητές που επιβιώνουν μόνο χάρη στο λιγδερό σχολικό γεύμα; Έχουν έρθει φάτσα με φάτσα με τη γερμανική ή τη βρετανική (ναι αυτή την καλοσυνάτη, καλέ) αστυνομία;
Λοιπόν, άει παρατάτε μας.
(Η φωτό από εδώ.)
Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2011
Οικουρώντας

Σήμερα ήμουν άρρωστος κι έμεινα σπίτι.
Διάβασα μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη του Τσόμσκυ, και μπράβο στα παιδιά που την πήραν. Με εντυπωσίασε πόσο προσγειωμένος είναι ο παππούς, πόσο απλά μιλάει και πόσο διαφορετικός είναι ο λόγος του από διαφόρων Ελλήνων. Αυτό το τελευταίο πάντα με ξένιζε και με γοήτευε.
Μετά διάβασα στη Στερεοτυπία ότι πρέπει να οργανωθούμε για να υποδεχτούμε τους εξωγήινους. Καλό θα ήταν αυτό, αλλά έχω δύο ενστάσεις:
Αν κινδυνεύουμε από κάτι πραγματικά είναι από μετεωρίτες. Θα έπρεπε να αναπτύξουμε περισσότερο τα συστήματα εντοπισμού και εκτροπής αστεροειδών και κομητών -- θυμάστε εκείνον τον (σχετικά) βαρβάτο μετεωρίτη που έσκασε πάνω από το Σουδάν πριν καμμιά διετία και τον πήρανε πρέφα ώρες μόλις πριν μπει στην ατμόσφαιρα; Αν έσκαγε πάνω από καμμιά πόλη; Άσε που θα είναι μια υγιής απασχόληση για την έρευνα και την τεχνολογία, να έχουνε να μελετάνε και να φτιάχνουν οι αεροναυπηγικές και οι βιομηχανίες όπλων, να ρέει το χρήμα. Spacewatch, αγαπητοί, Spacewatch μας χρειάζεται.
Δεύτερον, αν μπούνε στον κόπο να έρθουνε μέχρι εδώ οι εξωγήινοι, θα είναι ή χίπηδες σταρτρεκτζήδες (μάλλον απίθανο -- ποιος χρηματοδοτεί εξερευνητικές αποστολές στου διαόλου τη μάνα), ή τίποτε ανελέητα ζόμπι που -- για να φτάσουνε μέχρι εδώ -- θα μπορούν άνετα να μας κάνουνε μια χαψιά (σιγά μη θέλουν να μας υποδουλώσουν -- όσο θέλουμε εμείς πια να υποδουλώσουμε τα άλογα, άλλο τόσο αυτοί εμάς). Κι αν είναι και αγχωτικοί-μεθοδικοί-ψυχανγκαστικοί τύποι, θα πάνε πρώτα σε καμμιά Αυστραλία, θα την κάνουνε προγεφύρωμα (ποιος θα τους αντισταθεί εκεί, το αυστραλιανό ναυτικό;), θα θωρακιστούν, θα κάνουν τα εμβόλιά τους και μετά θα μας την πέσουν. Ναυαρχίδες πάνω από τη Νέα Υόρκη και τέτοια μην περιμένετε.
Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011
2011: Τα πρώτα αποσπάσματα

Τάλως
Χωρίς σχόλια:
Ας υποθέσουμε πως θα έρθουν οι αγορές μ' αυτοκρατορικήν εξάρτυση πρωινού θριάμβου και όλα πάνε όπως τα έχουν προβλέψει οι γίγαντες της διανόησης του ΔΝΤ: έξοδο από την ύφεση το 2012, δυνατότητα αγοραίου δανεισμού, όλα τα ελέη του Θεού. Ποια χώρα θα ανακάμψει; Μια χώρα με υποβουλγαρικούς μισθούς; Με τριτοκοσμική ανισότητα; Με διαλυμένες / ιδιωτικοποιημένες τις δομές κοινωνικής πρόνοιας, με τεράστια έμμεση φορολόγηση και αρπακτικά τέλη από ιδιωτικοποιημένες δημόσιες υπηρεσίες; Με 25% ανεργία; Με συσσίτια και αστέγους; Με υποχρηματοδοτούμενη παιδεία και με εθνικούς πόρους που θα έχουν αποδοθεί προς εκμετάλλευση σε χώρες του Ευρωπαϊκού Βορρά; Με εργατικό δυναμικό που θα έχει ως όραμα την μετανάστευση (σε όσες χώρες τέλος πάντων δεν ισοπεδώσει ο νεοχουβερισμός και ο χρηματοοικονομικός παρασιτισμός); Με εργασιακές σχέσεις που θα δικαιώνουν, έργω, τους δολοφόνους που έστειλαν την μαφία εναντίον της Κωνσταντίνας Κούνεβα; Με κρατική καταστολή σε επίπεδα πέραν του Πολύδωρα; Με το υπόλειμμα δημοκρατίας που θα έχει απομείνει; Με την διαφθορά και το έγκλημα σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα (μια και η συσχέτιση μεταξύ μέσου εισοδήματος και διαφθοράς είναι μάλλον αντίστροφη...) Ποιο ακριβώς είναι το όραμα του ΓΑΠ και των επιτελών του; Η Ονδούρα;Μετανοείτε, γαμώ το κέρατό σας το τράγειο, γαμώ
Ο Radical μας δείχνει τα ερείπια του Ντητρόιτ και μας λέει "μπουάχαχα, έτσι θα τελειώσει ο κόσμος, έτσι θα μαδήσουν και θα πέσουν οι πόλεις σας, όχι όπως βλέπετε στις ταινίες καταστροφής". Ξέρει για τι πράμα μιλάει: εδώ ανοίγεις το Discovery Channel και το Science Channel και βλέπεις αποκλειστικά ταινίες καταστροφής (μασκαρεμένες σε ντοκυμαντέρια). Και να σκεφτείς ότι γελούσαμε που στα τέλη της δεκαετίας του '90 το BBC (ή το ITV; δε θυμάμαι) είχε δείξει κάτι αντίστοιχα στο Horizon και λέγαμε "κοίτα τους μαλάκες τους χιλιαστές, περιμένουν το τέλος του κόσμου".
Ξεμπερδεύοντας με τον Radical (πράγμα επιεικώς ακατόρθωτο, αλλά τέλος πάντων), το να δείχνεις το Ντητρόιτ και να λες "Να, να, να: έτσι θα σας κάνει τις πόλεις ο καπιταλισμός! Σκατάααα!" είναι σαν κάτι ταινιούλες εκπαιδευτικές της δεκαετίας του '50 που σου έδειχναν συφιλιδικά έλκη, φλύκταινες, ουλές, τρελοκομεία και παρκινσονιανούς τρόμους και σου έλεγαν "Να, να, να: έτσι θα σας κάνει το σεξ!".
Όσο για το τέλος του κόσμου, όλοι προσπαθούνε να μας πείσουν ότι έρχεται μεθαύριο και βίαια, cito et velociter: έτσι διευκολύνονται όλοι όσοι θέλουν να μας σωφρονίσουν. Είμαστε τόσο περιχαρακωμένοι μέσα στην απάθεια που μόνον αν μας απειλήσει με χρεωκοπία, πείνα, κατάρρευση, μαζική μετανάστευση, ασφυξία, πλημμύρες, σεισμούς, λιμούς, λοιμούς και καταποντισμούς μπορεί να ελπίζει κανείς ότι θα ξεκουνηθούμε. Πιο ξεκάθαρα: το τέλος του κόσμου το επικαλούνται οι εξουσίες για να μας σωφρονίσουν και οι ακτιβιστές για να μας αφυπνίσουν. Μόνο βόμβες θα μας βγάλουν από τα μωλ· σαν να λέμε: μόνον άμα σκάσει η μπουκάλα του γκαζιού ξυπνάω το πρωί.
Τρώγοντας φρίκη
Για πρώτη φορά αισθάνομαι φρίκη με το τι συμβαίνει στην Ελλάδα. Φρίκη. Συμβαίνουν φρικτά πράγματα: τα χωριάτικα-επαρχιώτικα αντανακλαστικά μας (σκύψε να περάσεις-σώπαινε-κοίτα αλλού) μεταμορφώνονται σε στάση ενός ολόκληρου λαού. Ο καθένας για πάρτη του και όλοι για πάρτη τους. Τι να ανθολογήσω εδώ; Σε ολόκληρη την Ευρώπη επιστρέφουμε σε αυτό που δουλεύει και ξέρουμε καλύτερα, τον αυταρχισμό, και εμείς χαμογελάμε χαζά. Ναι, υπάρχουν ελπιδοφόρες αντιδράσεις, σκόρπιες εδώ κι εκεί. Σκόρπιες όμως.
Να πω για το τείχος; Η μόνη συζήτηση που θα έπρεπε να γίνεται για το τείχος του Παπούτση θα έπρεπε να είναι αυτή και να λήξει εκεί το θέμα. Να πω για τη βραβευμένη σεφ Νικοπούλου; Να πω για τη μηχανή του Σκάι; Να πω για το σουρεαλιστικό να μη γίνονται συναλλαγές σε μετρητά για ποσά πάνω από €1500, με το έτσι θέλω, στα μουλωχτά;
Να δείτε που θα βγει κανας γενναίος νόμος κατά π.χ. της πορνείας. Ή θα έχουμε ένταση στο Αιγαίο. Ή θα συλληφθεί κανας διανοούμενος-τρομοκράτης, εγκέφαλος σπείρας. Ή θα αποκαλυφθεί ότι γνωστός τραγουδιστής κάνει κόκα. Ή θα ξεκινήσει καμμιά αμφιλεγόμενη πρωτοβουλία για τη μετανάστευση. Ή θα προκύψει κανα ορθόδοξο συλλαλητήριο για τη φοροκάρτα. Μέχρι να κατακάτσει ο κουρνιαχτός, η κυβέρνηση πάκμαν θα μας έχει φάει κάμποσες ελευθερίες. Μέχρι να αντικατασταθεί από οικουμενικό Διευθυντήριο.
Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2011
Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010
Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010
Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010
Ο κόσμος όλος
Περπατούσα στο κέντρο σήμερα. Στο χέρι μου είχα μια μεταξοτυπία που κέρδισα τον Δεκέμβριο του 2009 και μόλις αξιώθηκα να παραλάβω, έναν κουμπαρά και -- κατόπιν -- βιβλία και ντιβιντί. Περπάτησα αρκετά και χαιρόμουν, έκανα πάλι την απατηλή σκέψη ότι όσο θα μπορώ να ανεβοκατεβαίνω την Πανεπιστημίου περπατώντας και να κοιτάζω τους ανθρώπους θα αισθάνομαι ελεύθερος.
Εκεί που ανέπνεα το ψιλόβροχο και χάζευα τα πλήθη, το μάτι μου πήρε έναν ζητιάνο με ένα παιδί. Συζητούσα την παγκόσμια συνήθεια να ζητιανεύεις τραβολογώντας κι ένα παιδάκι για να εκβιάσεις τους περαστικούς με μια φίλη πριν μήνες και με τον Βυτίο πριν λίγες μέρες. Εδώ όμως συνέβαινε κάτι άλλο: και το παιδί, αρκετά μεγάλο, και ο ζητιάνος, μάλλον νέος, σχεδόν κοιμόντουσαν σφιχταγκαλιασμένοι, σαν να κρύωναν. Αναστατώθηκα κι ανοίχτηκαν τα μάτια μου: θυμήθηκα τον "πεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάω", πρόσεξα αυτόν που φωνάζει και κυνηγάει τους περαστικούς σπρώχνοντας το αναπηρικό καροτσάκι του με τα χέρια και πατώντας τα πόδια του στο πεζοδρόμιο, ξαναείδα αυτήν που παρακαλάει σε στάση εδαφιαίας μετάνοιας: συνειδητοποίησα ότι η εξάσκηση της επαιτείας έχει επιστρέψει στις δραματικές ερμηνείες της παιδικής μου ηλικίας, σε λατινοαμερικάνικες επιδείξεις ουλών, πληγών και κάθε λογής φλύκταινας.
Δεν είναι αισθητικό το πρόβλημά μου "αχ, καλέ, τι απωθητικοί που είναι αυτοί οι ζητιάνοι" -- στο κάτω-κάτω στο Λονδίνο ενηλικιώθηκα συναισθηματικά, εκεί όπου οι άστεγοι αργοσβήνουν καθώς εξαχνώνονται στο κρύο, εκεί όπου δεν υπάρχουν αδέσποτα σκυλιά παρά μόνον αδεσποτοι άνθρωποι. Απλώς αισθάνομαι θλίψη και ταραχή στη σκέψη ότι κάποιοι ζητιάνοι μάλλον δεν είναι επαγγελματίες κι ότι μάλλον έχουν πραγματική ανάγκη. Κυρίως με αφορμή τον τύπο που μισοκοιμόταν αγκαλιασμένος με το παιδάκι.
Στο σπίτι άνοιξα την τηλεόραση, η ναυτία από τις ίδιες επαναλαμβανόμενες διαφημίσεις. Η προσποιητή και βεβιασμένη χαρά των εκμπομπών. Τα τεχνητά μούτρα του ενός και του άλλου. Οι κόσμοι που πλασάρονται σε εξαθλιωμένους συνταξιούχους, σε άνεργους, σε νοικοκυρές, σε πηγμένους εργαζόμενους: η τηλεόραση με τα στημένα γλέντια της, η τηλεόραση που μιλάει για την τηλεόραση και για την ελλειμματική ευφυία του κόσμου της τηλεόρασης (και πόσο κωμική είναι), η τηλεόραση που παρουσιάζει συνταγές που δεν μπορεί κανείς να μαγειρέψει, που μας εξηγεί επιστημονικώς γιατί μετά από τόσους μήνες κρίσης οι πλούσιοι απλώς ξεβολεύτηκαν και πάνε στην Αράχωβα αντί για τη Βιέννη τα Χριστούγεννα, ενώ όλοι οι άλλοι πρέπει απλώς να πεινάσουν.
Θα το ξαναρίξω στο διάβασμα και στα βιβλία.
Βιβλιογραφία: Ξυδάκης, Βυτίος, παλαιό 1, παλαιό 2.
Εκεί που ανέπνεα το ψιλόβροχο και χάζευα τα πλήθη, το μάτι μου πήρε έναν ζητιάνο με ένα παιδί. Συζητούσα την παγκόσμια συνήθεια να ζητιανεύεις τραβολογώντας κι ένα παιδάκι για να εκβιάσεις τους περαστικούς με μια φίλη πριν μήνες και με τον Βυτίο πριν λίγες μέρες. Εδώ όμως συνέβαινε κάτι άλλο: και το παιδί, αρκετά μεγάλο, και ο ζητιάνος, μάλλον νέος, σχεδόν κοιμόντουσαν σφιχταγκαλιασμένοι, σαν να κρύωναν. Αναστατώθηκα κι ανοίχτηκαν τα μάτια μου: θυμήθηκα τον "πεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάωπεινάω", πρόσεξα αυτόν που φωνάζει και κυνηγάει τους περαστικούς σπρώχνοντας το αναπηρικό καροτσάκι του με τα χέρια και πατώντας τα πόδια του στο πεζοδρόμιο, ξαναείδα αυτήν που παρακαλάει σε στάση εδαφιαίας μετάνοιας: συνειδητοποίησα ότι η εξάσκηση της επαιτείας έχει επιστρέψει στις δραματικές ερμηνείες της παιδικής μου ηλικίας, σε λατινοαμερικάνικες επιδείξεις ουλών, πληγών και κάθε λογής φλύκταινας.
Δεν είναι αισθητικό το πρόβλημά μου "αχ, καλέ, τι απωθητικοί που είναι αυτοί οι ζητιάνοι" -- στο κάτω-κάτω στο Λονδίνο ενηλικιώθηκα συναισθηματικά, εκεί όπου οι άστεγοι αργοσβήνουν καθώς εξαχνώνονται στο κρύο, εκεί όπου δεν υπάρχουν αδέσποτα σκυλιά παρά μόνον αδεσποτοι άνθρωποι. Απλώς αισθάνομαι θλίψη και ταραχή στη σκέψη ότι κάποιοι ζητιάνοι μάλλον δεν είναι επαγγελματίες κι ότι μάλλον έχουν πραγματική ανάγκη. Κυρίως με αφορμή τον τύπο που μισοκοιμόταν αγκαλιασμένος με το παιδάκι.
Στο σπίτι άνοιξα την τηλεόραση, η ναυτία από τις ίδιες επαναλαμβανόμενες διαφημίσεις. Η προσποιητή και βεβιασμένη χαρά των εκμπομπών. Τα τεχνητά μούτρα του ενός και του άλλου. Οι κόσμοι που πλασάρονται σε εξαθλιωμένους συνταξιούχους, σε άνεργους, σε νοικοκυρές, σε πηγμένους εργαζόμενους: η τηλεόραση με τα στημένα γλέντια της, η τηλεόραση που μιλάει για την τηλεόραση και για την ελλειμματική ευφυία του κόσμου της τηλεόρασης (και πόσο κωμική είναι), η τηλεόραση που παρουσιάζει συνταγές που δεν μπορεί κανείς να μαγειρέψει, που μας εξηγεί επιστημονικώς γιατί μετά από τόσους μήνες κρίσης οι πλούσιοι απλώς ξεβολεύτηκαν και πάνε στην Αράχωβα αντί για τη Βιέννη τα Χριστούγεννα, ενώ όλοι οι άλλοι πρέπει απλώς να πεινάσουν.
Θα το ξαναρίξω στο διάβασμα και στα βιβλία.
Βιβλιογραφία: Ξυδάκης, Βυτίος, παλαιό 1, παλαιό 2.
Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010
Moshiach Forever
Επιστρέφω στην εκτενή επικαιρότητα γιατί ο Ρακάσας με παρακάλεσε να σταματήσω να γράφω συνέχεια για το σεξ (μπάχαχαχαχα). Επίσης, μάλλον για να μου φτιάξει το κέφι, μου θύμισε κι αυτό.
Αναρωτήθηκε προχτές ο ολντμπόυ πώς θα τελειώσει η παρούσα κατάσταση. Να σημειώσω εδώ ότι στο παρελθόν υπήρξε (εκνευριστικά) αισιόδοξος και πεποίθησή του ήτανε για χρόνια ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο νομίζουμε. Ο Δύτης πάντως έχει μια απάντηση, όχι ιδιαίτερα ευχάριστη.
Ο Δύτης μάς θυμίζει την αδυναμία που έχουν οι νεοέλληνες στους μεσσίες. Εγώ θυμάμαι μέλη της πρωην βασιλικής οικογένειας -- Γεώργιο Α', Κωνσταντίνο Α', Γεώργιο Β' (δις), τον Βενιζέλο, τον Γ. Παπανδρέου, τον Γ. Παπαδόπουλο (τον οποίο κάποιοι περιμένουνε να αναστηθεί, ως σωστός μεσσίας που είναι), τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Ανδρέα Παπανδρέου. Μέχρι κι ο Μητσοτάκ πλασαρίστηκε ως μεσσίας για μερικούς μήνες. Πάντως ένας Κώστας ή ένας Γιώργος θα μας σώσει, συνήθως.
Δεν μπορώ να πω ότι φοβάμαι ακριβώς. Εκ του ασφαλούς δε φοβάμαι. Απλώς τριγυρνάω στην πόλη μελαγχολικός και κοιτάζω γύρω μου με μάτια μάνγκα. Αν μη τι άλλο, επιτέλους έγινε καταφανές το υπερπεντηκονταετές έλλειμμα σκέψης και στοχασμού στην Ελλάδα, συνέπεια του ελλείμματος και της μονομέρειας της Παιδείας, που γράφαμε και στις εκθέσεις κάποτε. Καταντήσαμε, για να το πω ωμά, να πλασάρονται το ΚΚΕ, ο Λάκης, ο Ανδριανόπουλος, ο Μάνος, ο Κασιμάτης, ο Γιανναράς και το Σκάι ως παραγωγοί πολιτικού λόγου.
(Πολύ καλό το βιντεάκι για τη χρήση των προθέσεων στην ελληνική γλώσσα απόψε στο Ράδιο Αρβύλα. Μπράβο παιδιά.)
Αναρωτήθηκε προχτές ο ολντμπόυ πώς θα τελειώσει η παρούσα κατάσταση. Να σημειώσω εδώ ότι στο παρελθόν υπήρξε (εκνευριστικά) αισιόδοξος και πεποίθησή του ήτανε για χρόνια ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο νομίζουμε. Ο Δύτης πάντως έχει μια απάντηση, όχι ιδιαίτερα ευχάριστη.
Ο Δύτης μάς θυμίζει την αδυναμία που έχουν οι νεοέλληνες στους μεσσίες. Εγώ θυμάμαι μέλη της πρωην βασιλικής οικογένειας -- Γεώργιο Α', Κωνσταντίνο Α', Γεώργιο Β' (δις), τον Βενιζέλο, τον Γ. Παπανδρέου, τον Γ. Παπαδόπουλο (τον οποίο κάποιοι περιμένουνε να αναστηθεί, ως σωστός μεσσίας που είναι), τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Ανδρέα Παπανδρέου. Μέχρι κι ο Μητσοτάκ πλασαρίστηκε ως μεσσίας για μερικούς μήνες. Πάντως ένας Κώστας ή ένας Γιώργος θα μας σώσει, συνήθως.
Δεν μπορώ να πω ότι φοβάμαι ακριβώς. Εκ του ασφαλούς δε φοβάμαι. Απλώς τριγυρνάω στην πόλη μελαγχολικός και κοιτάζω γύρω μου με μάτια μάνγκα. Αν μη τι άλλο, επιτέλους έγινε καταφανές το υπερπεντηκονταετές έλλειμμα σκέψης και στοχασμού στην Ελλάδα, συνέπεια του ελλείμματος και της μονομέρειας της Παιδείας, που γράφαμε και στις εκθέσεις κάποτε. Καταντήσαμε, για να το πω ωμά, να πλασάρονται το ΚΚΕ, ο Λάκης, ο Ανδριανόπουλος, ο Μάνος, ο Κασιμάτης, ο Γιανναράς και το Σκάι ως παραγωγοί πολιτικού λόγου.
(Πολύ καλό το βιντεάκι για τη χρήση των προθέσεων στην ελληνική γλώσσα απόψε στο Ράδιο Αρβύλα. Μπράβο παιδιά.)
Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)